A.C. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 870/2024, 16/4/2025
print
Τίτλος:
A.C. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 870/2024, 16/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υποθ. Αρ.: 870/2024

16 Απριλίου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με τάρθρο 146 του Συντάγματος

 Μεταξύ:

A.C. από τη Γουινέα και τώρα στη Λάρνακα

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Χ. Θεοδούλου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Μ. Τρεμούρη (κα) και Βρυωνίδου (κα), Δικηγόροι για τους Καθ' ων η Αίτηση.

O Αιτητής παρών.  Παρών ο κος Ρ. Ευαγγέλου για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντιστρόφως.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ο Αιτητής αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 07/02/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 08/02/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000  και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται αποφασης του παρόντος δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο  3 του περί προσφύγων Νόμου και /ή δυνάμει του άρθρου 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 .

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος Γουινέας και στις 19/09/2019 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, μέσω των κατεχόμενων εδαφών στις 18/09/2019. Στη 20/11/2023 και 20/12/2023 διεξήχθησαν συνεντεύξεις στον Αιτητή από  αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 07/02/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Στις 07/02/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας  την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Την 08/02/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή  αυθημερόν. Στις 11/03/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, προβάλλει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με τη Γραπτή Αγόρευση.  Μέσω της Γραπτής Αγόρευσης, ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, αναφέρει: 1) έλλειψη επαρκούς και/ή δέουσας έρευνας . 2) απόφαση υπό πλάνη και/ή υπό πεπλανημένα κριτήρια και/ή με κατάχρηση εξουσίας και/ή κατ’ αντίθεση με το Νόμο, αφού οι Καθ΄ων η αίτηση περιορίστηκαν και εστίασαν στις αντιφάσεις χωρίς να προβούν έρευνα και διαπίστωση των γεγονότων  ενώ η απόφαση τους ήταν αντίθετη με τα ενώπιον τους ευρήματα .Περαιτέρω δεν έλαβαν υπόψη το άρθρο 9ΚΓ σε σχέση με την οικογένεια του  Αιτητή (σύζυγο και παιδιά) και τις πιθανές συνέπειες για τους ίδιους  αν επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής τους .και δεν ζήτησαν έκθεση αξιολόγησης από της υπηρεσίες κοινωνικής ευημερίας για τα μέλη της οικογένειας του Αιτητή  3) απόφαση αναιτιολόγητη και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη 4) η ληψη της αποφασης δεν εκδόθηκε εντός εύλογου χρόνου..

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως. 

Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα ή έλλειψη δέουσας έρευνας κλπ. Η συνήγορος του Αιτητή εν προκειμένω αναφέρεται με γενικό τρόπο στους λόγους χωρίς να τεκμηριώνει πως αυτοί υφίστανται και χωρίς να υποδεικνύει τα σημεία της διοικητικής διαδικασίας όπου αυτές οι αρχές καταπατώνται. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου του Αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγεί-ρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56

 

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Ειδικότερα, ο Αιτητής είναι υπήκοος Γουινέας και ότι γεννήθηκε και ζούσε στην πόλη Kamsar της Γουινέας έως το 2005 όταν και μετακόμισε στο Kolaboui, το οποίο κατά δήλωση του ήταν ο τελευταίος τόπος διαμονής του στη χώρα καταγωγής. Ως προς το μορφωτικό επίπεδο και το επάγγελμα του δήλωσε ότι φοίτησε σε σχολείο για δέκα έτη και  εργαζόταν σε εστιατόριο. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών και πως η σύζυγός του και τα παιδιά του βρίσκονται στη Δημοκρατία μαζί του.

Κατά την αρχική πρωτοβάθμια συνέντευξη ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Γουινέας και ότι γεννήθηκε την 12/01/2002. Δήλωσε περαιτέρω παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών και πως η γυναίκα του και τα παιδία του βρίσκονται μαζί του στη Δημοκρατία. Δήλωσε περαιτέρω ότι είναι Μουσουλμάνος, ότι φοίτησε σε σχολείο για δέκα έτη και ότι στη χώρα του εργαζόταν σε εστιατόριο. Ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε και ζούσε στην πόλη Kamsar της Γουινέας έως το 2005 όταν και μετακόμισε στο Kolaboui της Γουινέας, το οποίο είναι και ο τελευταίος τόπος διαμονής του στη χώρα καταγωγής (βλ. ερ 49 1χ -6χ).

 

Ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη Γουινέα διότι τόσο ό ίδιος όσο και η μητέρα του και τα δύο αδέρφια του υπέστησαν κακοποίηση από τα ετεροθαλή αδέρφια του οι οποίοι είναι στρατιωτικοί λόγω περιουσιακών διαφορών. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του είχε δύο συζύγους, τη μητέρα του με την οποία είχαν συνολικά τρία τέκνα και μία άλλη γυναίκα με την οποία είχαν πέντε τέκνα (βλ ερ 50 1χ). Όταν ο πατέρας του Αιτητή απεβίωσε ξεκίνησαν οι συγκρούεις μεταξύ των δύο οικογενειών. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής δήλωσε πως η μητριά του και τα ετεροθαλή του αδέρφια απειλούσαν αυτόν και την οικογένειά του και θέλανε να τους σκοτώσουν (βλ ερ 48 2χ). Δήλωσε περαιτέρω ότι τα ετεροθαλή του αδέρφια τον κτυπούσαν  και τον κλειδώναν σε ένα δωμάτιο, με αποτέλεσμα να αποκτήσει αναπνευστικά προβλήματα (βλ ερ 47 1χ). Την ίδια περίοδο που συνέβησαν τα ανωτέρω, ο Αιτητής δήλωσε πως η μητέρα του απευθύνθηκε στις αστυνομικές αρχές της χώρας ζητώντας βοήθεια, καθώς όμως ένας ξάδερφος της μητριάς του ήταν στρατηγός και είχε επιρροή στην αστυνομία, οι αστυνομικοί δεν τους βοήθησαν. Ο στρατηγός, σύμφωνα με τον Αιτητή, ονομαζόταν Amara Camara, είχε συμμετάσχει στην επανάσταση της 05/09/2001 και μεσολάβησε ώστε να προσληφθούν τα θετά του αδέρφια στον στρατό της χώρας (βλ ερ 47 2χ).

Στη συνεχεία ο Αιτητής περιέγραψε πως μία μέρα, την περίοδο που τα ετεροθαλή αδέρφια του είχαν βγάλει τον ίδιο και την οικογένειά του έξω από το σπίτι και τους φιλοξενούσαν διάφοροι γείτονες, καθώς έπαιζε ποδόσφαιρο ήρθε ένας εκ των ετεροθαλών αδερφών του και άρχισε να τον χτυπά στο κεφάλι και αυτός έμεινε αρχικά αναίσθητος και αργότερα έτρεξε προς το νοσοκομείο ενώ αιμορραγούσε από το κεφάλι. Γειτόνισσα του η οποία ήταν νοσοκόμα τον είδε και τον βοήθησε καθώς τον γνώριζε. Ο Αιτητής δήλωσε περαιτέρω πως έμεινε μαζί της γιατί του είπε πως εκεί δεν θα τον βρουν τα ετεροθαλή αδέρφια του, τα οποία εν τω μεταξύ είχαν προσεγγίσει τους γείτονες και τους απειλούσαν πως αν συνεχίσουν να βοηθούν την οικογένειά του θα τους έκαιγαν τα σπίτια. Οι γείτονες, φοβούμενοι από τις απειλές, ζήτησαν από τον Αιτητή και την οικογένειά του να φύγουν, οπότε η μητέρα του πήρε τα πράγματά τους και άρχισε να ψάχνει για τον ίδιο στα νοσοκομεία καθώς κάποιος της είπε πως βρισκόταν στο νοσοκομείο Kasapo. Στη συνέχεια απευθύνθηκαν εκ νέου στην αστυνομία για βοήθεια όμως οι αστυνομικοί τους ενημέρωσαν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι διότι είχαν σχετικές εντολές από τους ανωτέρους τους. Τότε ήταν, σύμφωνα με τον Αιτητή, που πληροφορηθήκανε για την ύπαρξη του στρατηγού Camara. Μετά από αυτό ο Αιτητής και η οικογένειά του μετακόμισαν στο Kolaboui (βλ ερ 47 3χ).

Σε διευκρινιστική ερώτηση του Λειτουργού σχετικά με το τι συμπεριλαμβανόταν στην κληρονομιά του πατέρα του, ο Αιτητής απάντησε πως σίγουρα το μεγάλο σπίτι στο οποίο ζούσαν όλοι μαζί και πως δεν ήταν σίγουρος αν υπήρχαν και άλλα περιουσιακά στοιχεία. Ερωτώμενος αν ο πατέρας του άφησε διαθήκη ο Αιτητής δήλωσε πως δεν γνώριζε (βλ ερ 47 4χ).

Σε ερώτηση του Λειτουργού σχετικά με το πότε τους έδιωξαν από το σπίτι, ο Αιτητής απάντησε  μεταξύ 2009 και 2010 ενώ σε ερώτηση σχετικά με το πότε έλαβε χώρα το συμβάν κατά το οποίο του επιτέθηκε ο αδερφός του ο Αιτητής απάντησε πως δε θυμάται και συμφώνησε στην υπόδειξη του Λειτουργού πως πρέπει να έλαβε χώρα μετά το 2009 (βλ ερ 47 5χ και ερ 46).

Ερωτώμενος εάν τα ετεροθαλή αδέρφια του τους ενόχλησαν ξανά αφότου μετακόμισαν στο Kolabui, ο Αιτητής απάντησε πως μία μέρα, περί το 2017 ή 2018, καθώς τα αδέρφια του κατευθύνονταν προς την πρωτεύουσα πέρασαν από το Kolabui και είδανε τη μητέρα του στο δρόμο, οπότε κατέβηκαν  από το αυτοκίνητό τους και άρχισαν να την παρενοχλούν όμως τη σώσανε διάφοροι παρευρισκόμενοι. Μετά το περιστατικό αυτό ο Αιτητής δήλωσε πως τα ετεροθαλή του αδέρφια ερχόντουσαν συχνά στην περιοχή και ρωτούσαν πληροφορίες γι’ αυτούς (βλ ερ 46 1χ).

Εν συνεχεία ο Αιτητής δήλωσε πως περί το 2020 τα ετεροθαλή αδέρφια του κτυπήσαν  τα μικρότερα αδέρφια του και είπαν στη μητέρα του να μην απευθυνθεί ξανά στις αρχές. Σε ερώτηση του Λειτουργού σχετικά με το κατά πόσο θα μπορούσαν να τους προστατέψουν οι αρχές της χώρας, ο Αιτητής δήλωσε πως πλέον τα ετεροθαλή αδέρφια του είναι μέρος των Αρχών (βλ ερ 46). 

Σε ερώτηση του Λειτουργού αναφορικά με το τι πιστεύει ότι θα του συμβεί αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα τον σκοτώσουν αμέσως (βλ ερ46), ενώ σε περαιτέρω ερώτηση σχετικά με το γιατί πιστεύει πως θα τον σκοτώσουν εφόσον τα ετεροθαλή αδέρφια του γνωρίζουν το που βρίσκονται η μητέρα του και τα αδέρφια του και δεν τους έχουν σκοτώσει έως τώρα ο Αιτητής απάντησε ότι όλες τις φορές που επιτέθηκαν στην μητέρα του υπήρχε πολύς κόσμος τριγύρω για να την προστατέψει. Δήλωσε επίσης ότι την τελευταία φορά που της επιτέθηκαν έφυγε και πήγε στα σύνορα με τη Σιέρρα Λεόνε και πως την ίδια μέρα εξαφανίστηκαν οι δύο μικρότεροι αδερφοί του (βλ ερ 45 1χ). Σε σχετική διευκρινιστική ερώτηση του Λειτουργού, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο ιερέας με τον οποίο ήταν σε επικοινωνία ζει στο Pamelap, στο μέρος στα σύνορα όπου ζει και η μητέρα του (βλ ερ 45 2χ).

Σε ερώτηση σχετικά με τους λόγους για τους οποίους η μητέρα του δεν κινήθηκε δικαστικά για να διεκδικήσει το μερίδιό της από τη κληρονομιά του συζύγου της, ο Αιτητής απάντησε ότι η μητέρα του είναι αμόρφωτη και ως εκ τούτου δε γνωρίζει τίποτα σχετικά με τις διαδικασίες αυτές και το μόνο που γνώριζε και έκανε είναι να απευθύνεται στην αστυνομία (βλ ερ 47 και 46).

Σε ερώτηση σχετικά με το αν θα μπορούσε να μετοικήσει σε άλλη περιοχή της Γουινέας όπως το Konakri ο Αιτητής απάντησε πως αυτή είναι η πρωτεύουσα και πως ελέγχουν τα πάντα (βλ ερ 45), ενώ όταν ερωτήθηκε αν έχει κάτι να προσθέσει πριν το κλείσιμο της συνέντευξης αυτός δήλωσε πως φοβάται για τη σύζυγό του και τις κόρες του σε περίπτωση επιστροφής τους στη Γουινέα καθώς θα εκτεθούνε σε απειλή ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων (βλ ερ 45). Ο Λειτουργός σημείωσε στο τέλος του πρακτικού της συνεντεύξεως ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της συνεντεύξεων ο Αιτητής δεν έδινε άμεσες απαντήσεις στα ερωτήματα που του έθετε, ότι χρειαζόταν να τα επαναδιατυπώνει και να του γίνεται υπενθύμιση για το περιεχόμενο των ερωτήσεων και ότι δεν κατέστη δυνατό να μπουν οι υπενθυμίσεις αυτές εντός του πρακτικού διότι αφορούν το σύνολο σχεδόν των ερωτήσεων.

Κατά τη συμπληρωματική συνέντευξη ο Αιτητής ερωτήθηκε αρχικά για την κατάσταση της υγείας του και συγκεκριμένα για το φάρμακο Aketis το οποίο προσκόμισε μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας ως ένα εκ των φαρμάκων που του έγραψε ο γιατρός του και το λόγο για τον οποίο του το λαμβάνει. Στην ερώτηση αυτή ο Αιτητής απάντησε πως του το έγραψε ο γιατρός του λόγω των επεισοδίων άγχους που είχε, πως το πήρα για πρώτη φορά όταν ήταν ακόμη ανήλικος και διέμενε στο safe zone και πως ο γιατρός του είπε πως δεν είναι για συστηματική χρήση μα να το παίρνει όταν έχει άγχος (βλ ερ 78 1χ).

Ερωτώμενος σχετικά με το πιστοποιητικό γάμου από τη Γουινέα το οποίο είχε προσκομίσει κατά την προηγούμενη συνέντευξη, ο Αιτητής δήλωσε ότι δε γνωρίζει τι έγγραφα κατέθεσε στις αρμόδιες αρχές ο πρόεδρος της ποδοσφαιρικής του ομάδας του στο Kolabui ούτως ώστε να το εκδώσει και να εγγράψει τον παραδοσιακό γάμο του Αιτητή που έλαβε χώρα στη Δημοκρατία (βλ ερ 78).

Ερωτώμενος σχετικά με το ποιος του έδωσε το διαβατήριο με το οποίο ταξίδεψε, ο Αιτητής απάντησε πως του το έδωσε ο πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομάδας για την οποία έπαιζε στο Kolabui, χωρίς να γνωρίζει το λόγο για τον οποίο του το έδωσε.

Στη συνέχεια ζητήθηκε από τον Αιτητή να εξηγήσει την αντίφαση που παρουσιάστηκε στα λεγόμενα του σχετικά με το συμβάν της επίθεσης της οποίας υπήρξε θύμα, καθώς δήλωσε ότι πηγαίνοντας προ το νοσοκομείο τον περιέθαλψε μια γειτόνισσα και τον πήρε σπίτι της ενώ κατόπιν ανέφερε ότι η μητέρα του πήγε και τον πήρε από το νοσοκομείο. Ο Αιτητής απάντησε ότι η γειτόνισσα που τον βοήθησε ήταν νοσοκόμα και πως τον πήγε στο νοσοκομείο και του έκανε ράμματα (βλ ερ 77).

Αναφορικά με τη δήλωσή του ότι τα ετεροθαλή του αδέρφια πέταξαν αυτόν και την οικογένειά του από το σπίτι τους περί το 2009 με 2010 ενώ ο πατέρας τους απεβίωσε το 2005, ο Αιτητής ρωτήθηκε αν συνέβη κάποια συγκεκριμένο περιστατικό στα πέντε αυτά χρόνια που μεσολάβησαν, στο οποίο απάντησε ότι υπήρχαν συνεχείς καβγάδες και ότι έδερναν εκείνον και τη μητέρα του.

Ερωτώμενος σχετικά με την αντίφαση στα λεγόμενά του σύμφωνα με τα οποία φοίτησε σε σχολείο για 10 χρόνια και σταμάτησε το 2010 όταν ήταν μόλις 8 ετών, ο Αιτητής απάντησε ότι καθώς ήταν πολύ ευφυής «πήδηξε» κάποιες σχολικές χρονιές, ως είθισται στη χώρα του με πολύ ευφυή παιδιά βλ ερ 77).

Σε ερώτηση σχετικά με τον αν είναι σε επαφή με την οικογένειά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι δε γνωρίζει που είναι και πως εδώ και 7 μήνες ο αριθμός τηλεφώνου του ιερέα με τον οποίο επικοινωνούσε δε λειτουργεί. Σε ερώτηση σχετικά με το αν ζήτησε πληροφορίες σχετικά με την τύχη των αδερφών του από τον πρόεδρο της ποδοσφαιρικής ομάδας με τον οποίο ήταν σε επαφή, ο Αιτητής δήλωσε αρχικά ότι 2 μήνες μετά το γάμο του ο πρόεδρος μπλόκαρε τον τηλεφωνικό αριθμό του και πως δεν έχει επικοινωνία μαζί του ενώ αμέσως μετά δήλωσε ότι 2 μήνες μετά το γάμο του έπαψε να μπορεί να βρίσκει στο τηλέφωνο τον πρόεδρο και δεν έχει νέα. Δήλωσε επιπλέον πως στην τελευταία επικοινωνία που είχε μαζί του, ο πρόεδρος του είπε πως είναι ασφαλής εκεί που είναι και ότι δε μπορεί να πάει στις αστυνομικές αρχές για να αναφέρει την εξαφάνιση των αδερφών του διότι οι αρχές θα θεωρήσουν πρώτο απ’ όλους ως ύποπτο τον ίδιο τον πρόεδρο (βλ ερ 76 1χ και 75 1χ).

Ερωτώμενος τι γνωρίζει σχετικά με τη θέση των ετεροθαλών αδερφών του στον στρατό, ο Αιτητής δήλωσε πως δεν θέλει να ξέρει, πως είναι πολύ ισχυροί και επί του παρόντος η χώρα είναι στα χέρια τους, περισσότερο ακόμη και από πριν (βλ ερ 75).   

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο Λειτουργός κατέγραψε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ήτοι

(α) ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή,

(β) ο Αιτητής, η μητέρα του και τα δύο αδέρφια του λόγω κληρονομικών διαφορών υπέστησαν κακομεταχείριση από τα ετεροθαλή του αδέρφια οι οποίοι είναι στρατιωτικοί

Ως προς τον πρώτο ισχυρισμό του Αιτητή, ο Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε δεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, όπως εκεί καταγράφονται καθώς παρέθεσε συνεκτικά τις πληροφορίες που αφορούν τα ατομικά του χαρακτηριστικά.

Ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Γουινέας και ότι γεννήθηκε και ζούσε στην πόλη Kamsar της Γουινέας έως το 2005 όταν και μετακόμισε στο Kolaboui, το οποίο κατά δήλωση του ήταν ο τελευταίος τόπος διαμονής του στη χώρα καταγωγής. Οι πόλεις Kamsar και Kolaboui τις οποίες ανέφερε ο Αιτητής εντοπίστηκαν κατόπιν έρευνας στο διαδίκτυο. Σχετικές πηγές οι ακόλουθες: https://www.fallingrain.com/world/GV/40/Kamsar.html και https://www.statoids.com/ygn.html .

Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό του Αιτητή, ο Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά αξιόπιστο καθώς έκρινε ότι ο Αιτητής παρέθεσε συνεκτικά και με υψηλό επίπεδο λεπτομερειών πληροφορίες σχετικά με την κακοποιητική συμπεριφορά που βίωσε μετά τον θάνατο του πατέρα του από τα ετεροθαλή του αδέρφια. Πιο συγκεκριμένα, περιέγραψε με λεπτομέρειες που υποδεικνύουν βιωματικότητα το περιστατικό ξυλοδαρμού του. Επιπλέον, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής έδωσε ικανοποιητικές απαντήσεις σχετικά με τους λόγους που η μητέρα του απευθυνόταν στην αστυνομία και δεν ακολούθησε τη νομική οδό και ότι περιέγραψε ιδιαιτέρως παραστατικά τις ΄δύσκολες συνθήκες διαβίωσης που αντιμετώπιζε αυτός και η οικογένειά του στο Kolaboui

Ο Λειτουργός σημείωσε περαιτέρω ότι ο Αιτητής κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων επαναλάμβανε βιώματά του τα οποία τον είχαν στιγματίσει ψυχολογικά και συχνά δεν ανταποκρινόταν στις ερωτήσεις άμεσα καθώς περιέγραφε με έντονο τρόπο τα συναισθήματά του, αντίδραση όμως η οποία δικαιολογείται λόγω των άσχημων βιωμάτων τα οποία αναβίωνε και τα οποία αφορούσαν περιστατικά της δύσκολης παιδικής του ηλικίας ενώ τέλος πιθανόν να επηρεαζόταν από την επιβαρυμένη ψυχολογική του κατάσταση καθώς λάμβανε φαρμακευτική αγωγή για μείζονα καταθλιπτική διαταραχή.

Εν συνεχεία ο Λειτουργός προέβη στην εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή.

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο Λειτουργός έκρινε πως εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαίωσαν τα λεγόμενα του Αιτητή, ήτοι την διαδεδομένη πρακτική της παιδικής εργασίας στη χώρα, την αναποτελεσματικότητα των αστυνομικών αρχών στην αποτροπή της κοινωνικής βίας ή την ανταπόκριση σε αυτήν και τη δράση του Στρατηγού Camara. Επιπλέον, ο Λειτουργός έλαβε υπόψιν του και τις φωτογραφίες τις οποίες προσκόμισε ο Αιτητής οι οποίες δείχνουν τα ετεροθαλή του αδέρφια με τη στρατιωτική στολή υπηρεσίας τους. Καθότι λοιπόν η αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού κρίθηκε θετικά και επιμέρους πληροφορίες του ισχυρισμού επιβεβαιώθηκαν από εξωτερικές πηγές, το εξεταζόμενο ουσιώδες περιστατικό έγινε δεκτό.

Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Γουινέα, χώρα καταγωγής του. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα καταγωγής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας η οποία επικρατεί εκεί.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε καταρχάς ότι με δεδομένο ότι ο Αιτητής εξέφρασε ενώπιον της υπηρεσίας την απροθυμία του να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του και υπέβαλε αίτημα αύλου, κατ’ αρχάς πληρούνται το υποκειμενικό κριτήριο του φόβου του.

Στη συνέχεια, εκτιμώντας το αντικειμενικό στοιχείο του φόβου, ο Λειτουργός έκρινε ότι, δεδομένου ότι ο σχετιζόμενος ισχυρισμός του Αιτητή έγινε δεκτός κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του σε συνδυασμό με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι τα μέλη των δυνάμεων ασφαλείας στη Γουινέα τελούν υπό καθεστώς ατιμωρησίας και ότι υπάρχει πληθώρα αναφορών για παράνομες δολοφονίες, αυθαίρετες συλλήψεις και βασανιστήρια, ο φόβος του Αιτητή ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής μπορεί να πέσει θύμα δολοφονίας, αυθαίρετης σύλληψης ή βασανισμού από τα ετεροθαλή του αδέρφια οι οποίοι είναι στρατιωτικοί είναι βάσιμος και δικαιολογημένος.  

Αναλύοντας τις προβλέψεις του άρθρου 3(Γ)1 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 σχετικά με τις πράξεις δίωξης, ο Λειτουργός έκρινε ότι, αναφορικά με τον βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο του Αιτητή ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής μπορεί να πέσει θύμα δολοφονίας, αυθαίρετης σύλληψης ή βασανισμού, η πιθανολογούμενη βλάβη συνιστά παραβίαση των άρθρων 2, 3 και 5 της ΕΣΔΑ και κατά συνέπεια δίωξη υπό την έννοια του άρθρου 3(Γ)(1)(α) του περί Προσφύγων νόμου. 

Εν συνεχεία ο Λειτουργός έκρινε ότι τα ετεροθαλή αδέρφια του Αιτητή αποτελούν κρατικό φορέα δίωξης, όπως προβλέπει το άρθρο 3(Α) του περί Προσφύγων νόμου, καθώς ανήκουν στις μονάδες ασφαλείας της χώρας ενώ βάσει πηγών που παρατέθηκαν στην αξιολόγηση κινδύνου, οι μονάδες αυτές λειτουργούν αυθαίρετα και υπό καθεστώς ατιμωρησίας.

Προχωρώντας στην ανάλυση των λόγων δίωξης, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος του Αιτητή που συνιστά δίωξη συνδέεται με οικογενειακή του διαφορά και τα κίνητρα του φορέα δίωξης, ήτοι των ετεροθαλών αδερφών του Αιτητή οι οποίοι είναι στρατιωτικοί, είναι προσωπικά. Κατά συνέπεια ο φόβος δίωξης δες συνδέεται με κάποιον από τους λόγους της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και του άρθρου 3 του περί Προσφύγων νόμου του 2000 για την υπαγωγή στο προσφυγικό καθεστώς. Καθώς απαιτείται σωρευτική πλήρωση των προϋποθέσεων για την υπαγωγή στο προσφυγικό καθεστώς παρέλκει ο περαιτέρω έλεγχος των κριτηρίων και κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα. 

 

Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) αναλύοντας το κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Γουινέα υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) καθώς οι πράξεις από τις οποίες απειλείται ο Αιτητής από τα ετεροθαλή του αδέρφια περιλαμβάνουν τον βασανισμό, την αυθαίρετη σύλληψη έως και την αφαίρεση της ζωής του. Περαιτέρω, ο Λειτουργός έκρινε ότι δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Γουινέα δε βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Αξιολογώντας, εν συνεχεία, τη δυνατότητα μετεγκατάστασης του Αιτητή σε άλλο ασφαλές τμήμα της Γουινέας όπου δε συντρέχουν λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι εάν εγκατασταθεί ο Αιτητής δεν θα κινδυνεύει να υποστεί τις προαναφερόμενες σοβαρές βλάβες στο πρόσωπό του, ο Λειτουργός έκρινε ότι αυτή δεν είναι εφικτή λόγω της στρατιωτικής ιδιότητας και των διασυνδέσεων των ετεροθαλών αδερφών του οι οποίοι έχουν ανωτέρω οριστεί ως κρατικοί φορείς δίωξης.

Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Το δικαστήριο στη παρούσα καλείται να εξετάσει το αίτημα του Αιτητή να του του παραχωρηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου  συνεπώς του παρόν δεν θα υπεισέλθει  στην εξέταση άλλων ζητημάτων

Σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία έχω ενώπιον μου συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

   Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα ακόλουθα:

«Πρόσφυγας

3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5.».

Το άρθρο 3 του νόμου προβλέπει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο για την αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα.Η προσφυγική ιδιότητα δεν αποδίδεται αυθαίρετα αλλά με βάση σαφή και τεκμηριωμένα κριτήρια και το προστατευτικό καθεστώς που καλύπτει αφορά σε συγκεκριμένες μομφές δίωξης .

  Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων και έχοντας ενώπιόν μου το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση δεν διαπιστώνω να υφίσταται οποιαδήποτε πλημμέλεια σε σχέση με αυτήν, καθώς ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε ισχυρισμό, ή στοιχείο το   οποίο θα δικαιολογούσε την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 3 του Νόμου πιο πάνω .  .

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, παρά το ότι ο Αιτητής είναι ήδη  κάτοχος συμπληρωματικής προστασίας σύμφωνα με το αρ. 19 2(β) του περί προσφύγων Νόμου  κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619 όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v.  Staats-secretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πόλη Kolaboui της Γουινέας, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

 

Σύμφωνα με την έκθεση της Human Rights Watch World Report 2025[1], στη Γουινέα το 2024 οι στρατιωτικές αρχές συνέχισαν την καταστολή των μέσων ενημέρωσης, της αντιπολίτευσης και των διαφωνούντων. Τον Δεκέμβριο του 2022, η στρατιωτική χούντα δεσμεύτηκε να διεξαγάγει προεδρικές και βουλευτικές εκλογές έως τον Δεκέμβριο του 2024 ως μέρος ενός μεταβατικού χάρτη πορείας που συμφωνήθηκε με το περιφερειακό μπλοκ, την Οικονομική Κοινότητα των Δυτικοαφρικανικών Κρατών (ECOWAS). Ωστόσο, στις 19 Σεπτεμβρίου, η υπουργός Εξωτερικών Μορισάντα Κουγιατέ είπε ότι οι εκλογές θα διεξαχθούν το 2025.Επιπλέον, στις 19 Φεβρουαρίου, ο συνταγματάρχης Mamady Doumbouya διέλυσε την κυβέρνηση χωρίς να αναφέρει κανέναν λόγο και στις 28 Φεβρουαρίου, ο Mamadou Oury Bah διορίστηκε νέος πρωθυπουργός.

Τον Ιούλιο, η χούντα κυκλοφόρησε ένα σχέδιο του νέου συντάγματος που αναμενόταν να ψηφιστεί σε δημοψήφισμα πριν από τον Δεκέμβριο του 2024. Το προσχέδιο προέβλεπε πενταετή προεδρική θητεία, με δυνατότητα ανανέωσης μία φορά. Επίσης, τον Ιούλιο, ένα δικαστήριο της Γουινέας καταδίκασε τον πρώην αυτοαποκαλούμενο πρόεδρο της Γουινέας, Moussa Dadis Camara, και επτά άλλους, σε μια δίκη ορόσημο για βιασμούς και δολοφονίες διαδηλωτών το 2009. Ο ποινικός κώδικας της Γουινέας τιμωρεί απροσδιόριστες «άσεμνες πράξεις» ή «πράξεις κατά της φύσης» με φυλάκιση από έξι μήνες έως τρία χρόνια.

Σε σχέση με την καταστολή των ΜΜΕ, της Αντιπολίτευσης και της Διαφωνίας, στις 29 Οκτωβρίου, ο υπουργός Εδαφικής Διοίκησης και Αποκέντρωσης διέλυσε 107 πολιτικά κόμματα και έθεσε υπό παρακολούθηση άλλα 67, δίνοντάς τους προθεσμία τριών μηνών για να παράσχουν στο υπουργείο τις απαιτούμενες πληροφορίες. Μεταξύ των υπό παρακολούθηση κομμάτων είναι τρία εξέχοντα κόμματα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου του Ράλι του Λαού της Γουινέας (Rassemblement du peuple de Guinée, RPG) με επικεφαλής τον πρώην Πρόεδρο Condé, την Ένωση Δημοκρατικών Δυνάμεων της Γουινέας (Union des Forces Démocratiques de Guinée, UFDG) με επικεφαλής την Union UFD Celloau. des force républicaines, UFR) με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό Sidya Touré. Η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι η απόφαση στοχεύει στον αποκλεισμό βασικών πολιτικών προσωπικοτήτων από τις εκλογές.

Η ίδια έκθεση αναφέρει ότι η χούντα χρησιμοποίησε αυθαίρετες συλλήψεις για να φιμώσει τους διαφωνούντες καθώς στις 9 Ιουλίου, οι δυνάμεις ασφαλείας εξαφάνισαν βίαια τους Oumar Sylla, Mamadou Billo Bah και Mohamed Cissé, μέλη του FNDC. Το FNDC είπε ότι βασανίστηκαν κατά τη διάρκεια εξώδικων ανακρίσεων. Ο Μοχάμεντ Σισέ αφέθηκε ελεύθερος την επόμενη μέρα, ενώ οι Oumar Sylla και Mamadou Billo Bah παραμένουν αγνοούμενοι. Οι αρχές δεν έχουν ακόμη αναγνωρίσει την κράτησή τους ή να αποκαλύψουν πού βρίσκονται, παρά τις έρευνες από δικηγόρους που εκπροσωπούν τους άνδρες.

Σύμφωνα με την έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Γουινέα η οποία δημοσιεύτηκε την 24η Απριλίου του 2024[2], η πρόσβαση στα κύρια κοινωνικά δίκτυα διακόπηκε και στοχοποιήθηκαν ειδησεογραφικοί ιστότοποι, ραδιόφωνο και τηλεόραση. Όλες οι διαδηλώσεις συνέχισαν να απαγορεύονται εκτός από εκείνες που ήταν υπέρ των μεταβατικών αρχών. Οι δυνάμεις ασφαλείας σκότωσαν διαδηλωτές και συνέλαβαν αυθαίρετα δημοσιογράφους. Τέσσερα άτομα καταδικάστηκαν για την υπόθεση MMah Sylla. Οι αρχές ξεκίνησαν νομικές διαδικασίες για τη θαλάσσια ρύπανση.

Η δίκη του πρώην αρχηγού του κράτους Moussa Dadis Camara και αρκετών πρώην ανώτερων αξιωματούχων ασφαλείας για το ρόλο τους στη σφαγή της 28ης Σεπτεμβρίου 2009 –κατά τη διάρκεια της οποίας 157 άνθρωποι σκοτώθηκαν από τις δυνάμεις άμυνας και ασφάλειας και περισσότεροι από 100 πέφτουν θύματα σεξουαλικής βίας– συνεχίστηκε στις 13 Νοεμβρίου, εννέα ημέρες αφότου ένας ένοπλος κομάντο επιτέθηκε στη φυλακή του Κονάκρυ και απελευθέρωσε τέσσερις από τους υπερασπιστές της φυλακής Κονάκρυ. Όλοι συνελήφθησαν εκτός από τον Κλοντ Πίβι, πρώην υπουργό Προεδρικής Ασφάλειας. Μετά από μια έκρηξη στην κύρια αποθήκη καυσίμων της χώρας στο Κόνακρι τη νύχτα 17/18 Δεκεμβρίου – σκοτώνοντας 24 άτομα και τραυματίζοντας πάνω από 450 – η προκύπτουσα έλλειψη καυσίμων οδήγησε σε αύξηση του κόστους ζωής, κλείσιμο σχολείων και πανεπιστημίων και συχνές διακοπές ρεύματος.

Στις 18 Οκτωβρίου, οι υπηρεσίες του ΟΗΕ στη Γουινέα κάλεσαν τις αρχές να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους για την καταπολέμηση της βίας κατά γυναικών και κοριτσιών, μετά το θάνατο ενός εννιάχρονου κοριτσιού μετά από βιασμό στην Dubréka, στην περιοχή Kindia τέσσερις ημέρες νωρίτερα.

Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων  γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 03/02/2024 και 31/01/2025 στην χώρα καταγράφηκαν συνολικά 264 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 64 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 4 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 3 θύματα), 2 ως εκρήξεις (χωρίς θύματα), 144 ως ταραχές (με 50 θύματα), 23 ως περιστατικά βίας κατά αμάχων (με 7 θύματα) και 91 ως διαμαρτυρίες (με 4 θύματα)[3]

Σημειώνεται ότι στην Kolaboui την ανωτέρω χρονική περίοδο στη βάση δεδομένων δεν αναφέρονται να σημειώθηκαν περιστατικά ασφαλείας.

Ο πληθυσμός δε της Kolaboui, η οποία αποτελεί τόπο τελευταίας διαμονής στην χώρα καταγωγής του Αιτητή, καταγράφεται στους 57.442 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση του 2014[4]

Δεδομένων των πιο πάνω, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πόλη, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στη Kolaboui ο Αιτητής θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).

Αναφορικά δε με τους ισχυρισμούς που αφορούν την οικογένεια του πέραν του ότι δεν έχουν δικογραφιθεί  δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της παρούσας προσφυγής  καθότι ούτε κατά την εξέταση σε πρώτο βαθμό αυτοί λήφθηκαν υπόψη  καθότι διατηρούν διαδικασία ανεξάρτητη και τα παιδιά εξετάστηκαν ως εξαρτόμενα της μητέρας του η οποία διατηρεί ξεχωριστό φάκελο στην Υπηρεσία Ασυλου αλλά ούτε και έχουν  συμπεριληφθεί ως διάδικοι στη παρούσα δικαστική διαδικασία.

Εν κατακλείδι επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για την παροχή του καθεστώτος του πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο  3 του περί προσφύγων Νόμου  εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.

Υπό το φως των πιο πάνω η  προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

            

 

                                      

 

 

                              Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Human Rights Watch, World Report 2025 – Guinea, 16 Ιανουαρίου 2025, https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/guinea , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/02/2025) 

[2] Amnesty International, The State of the World’s Human Rights; Guinea 2023, 24 Απριλιου 2024, https://www.amnesty.org/en/location/africa/west-and-central-africa/guinea/report-guinea/ ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/02/2025) 

[3] ACLED - The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/. Περιστατικά ασφαλείας για το χρονικό διάστημα από 03/02/2024 έως 31/01/2025 στη Γουινέα : https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/02/2025)

[4] City Population, Guinea, Kolaboui, https://www.citypopulation.de/en/guinea/admin/bok%C3%A9/1206__kolaboui/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/02/2025) 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο