
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
25 Απριλίου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
MRS M.M.Z. , ARC {…} από το ΚΑΜΕΡΟΥΝ και τώρα Λευκωσία
Αιτήτριας
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
M.Μαυρονικόλας (κος) για ΑΛΤΑΧΕΡ, ΜΠΕΝΕΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόρος για την Αιτητή
Μ. Βασιλείου για Ε. Ιωάννου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση
Η Αιτήτρια είναι παρούσα (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)
ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την παρούσα προσφυγή, η Αιτήτρια αιτείται δήλωσης και/ή απόφασης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 30/01/2024, η οποία περιήλθε εις γνώση της Αιτήτριας στις 13/02/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται απόφασης και/ή δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στην Αιτήτρια καθεστώς διεθνούς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, η Αιτήτρια είναι υπήκοος του Καμερούν, η οποία αναχώρησε από τη χώρα καταγωγής της στις 22/02/2020 και στις 28/02/2022 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία, αφού αφίχθηκε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχών.
Στις 16/01/2024 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια για την εξέταση της ουσίας της αίτησής της από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία την 25/01/2024 ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου για την απόρριψη του αιτήματος της Αιτήτριας για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 30/01/2024, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης της Αιτήτριας και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της.
Στις 13/02/2024 ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης από την Υπηρεσία Ασύλου προς την Αιτήτρια σχετικά με την απόρριψη της αίτησής της μαζί με την σχετική Έκθεση-Εισήγηση. Η εν λόγω επιστολή, μαζί με την Έκθεση-Εισήγηση, παραλήφθηκε και υπογράφθηκε ιδιοχείρως από την Αιτήτρια αυθημερόν.
Στις 12/03/2024 η Αιτήτρια προέβη στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Στο εισαγωγικό δικόγραφο της προσφυγής, η Αιτήτρια μέσω του συνηγόρου της, προβάλλει πλείονες λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι καταγράφονται με γενικό και αόριστο τρόπο.
Κατά τη γραπτή του αγόρευση, ο συνήγορος της Αιτήτριας περιόρισε τους λόγους ακύρωσης στον μοναδικό ακόλουθο λόγο ακυρώσεως, ήτοι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη χωρίς να διεξαχθεί δέουσα έρευνα από πλευράς των Καθ' ων η αίτηση. Συγκεκριμένα, σε σχέση με αυτό τον λόγο ακύρωσης, προβάλλεται ότι η κατά τη συνέντευξη στην οποία υποβλήθηκε η Αιτήτρια καμία ερώτηση δεν έγινε για να βοηθηθεί η Αιτήτρια να αναπτύξει τα όσα περασε ειδικότερα αναφορικά με τον ισχυρισμό της περί του βιασμού της απο αστυνομικούς. Μάλιστα υποστηρίζεται ότι η λειτουργός που διεξήγαγε τη συνέντευξη, δεν εξέτασε καν το ενδεχόμενο να παραπέμψει την Αιτήτρια σε ψυχολόγο ενόψει του ότι έχει βιώσει τραυματικά γεγονότα και σε τέτοιες περιπτώσεις δεν είναι εύκολο για κάποιο πρόσωπο να ανακαλέσει στη μνήμη του γεγονότα και να τα περιγράψει με σαφήνεια. Επιπρόσθετα, είναι η θέση του, ότι με βάση τα στοιχεία που παρέθεσε η Αιτήτρια, καταδεικνύεται ότι η ζωή της θα τεθεί σε κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν.
Περαιτέρω προβάλλει πως ο μόνος εξουσιοδοτημένος να εκδίδει απόφαση επιστροφής είναι ο προιστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου και οτι αρμόδιος λειτουργός όφειλε μόνο να εισηγηθεί την έγκριση ή την απόρριψη της .
Οι Καθ' ων η αίτηση, μέσω της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου τους, αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση έχει ληφθεί από αρμόδιο όργανο, ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Υποστηρίζουν ότι η Αιτήτρια δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών της που θεμελιώνουν το αίτημά της για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να της αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να της χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρ. 19 του ενλόγω Νόμου. Κατά συνέπεια, εισηγούνται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:
«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).
Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.
Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).
Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο της Κατά την υποβολή της αίτησής της για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, η Αιτήτρια, δήλωσε ότι είναι ενήλικας από το Καμερούν. με τόπο γέννησης την Kumba, στο Νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας, είναι Χριστιανή στο θρήσκευμα και ηλικίας σήμερα 34 ετών. Κατά την καταγραφή της δήλωσε ότι ήταν μονήρης. Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της στις 22/02/2020 και εισήλθε μέσω των μη ελεγχόμενων από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχών στις 24/02/2020.
Ως προς του λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της δήλωσε ότι αναζητείται από το στρατό και τους Ambazonians, λόγω της σχέσης που είχε συνάψει με κάποιον που ανήκε στους Ambazonians, χωρίς όμως η ίδια να το γνωρίζει. Πρόσθεσε ακόμα ότι ο σύντροφός της καταζητούνταν από την αστυνομία και ότι μια μέρα ήρθε ο στρατός στο σπίτι τους και τον έψαχνε. Εκείνος διέφυγε από το παράθυρο και ο στρατός ζήτησε απο την Αιτήτρια να τους πει πού βρισκόταν αυτός ο άντρας. Όταν η Αιτήτρια τους απάντησε πως δε γνωρίζει, οι στρατιώτες άρχισαν να τη χτυπάνε, τη μετέφεραν στους θάμνους, όπου τη βίασαν, απειλώντας την ότι την επόμενη φορά που θα τη δουν θα τη σκοτώσουν. Ακολούθως ένας άντρας και μια γυναίκα εκεί που βρισκόταν και τη μετέφεραν στο νοσοκομείο. Μετά από μερικούς μήνες η Αιτήτρια αντιλήφθηκε ότι ήταν έγκυος και γέννησε στις 25/02/2019. Όταν ύστερα από λίγο καιρό πήγε στο νοσοκομείο με το μωρό της, είδε τον σύντροφό της που ανήκε στους Ambazonians, o oποίος μόλις την είδε της επιτέθηκε κτυπώντας την και κατηγορώντας την πως εκείνη είχε πει στους Ambazonians για εκείνον, και πως την επόμενη φορά που θα τη συναντήσει θα την σκοτώσει. Έτσι, αποφάσισε να φύγει από τη χώρα της, καθώς καταζητούνταν τόσο από τον στρατό όσο και από τους Ambazonians.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι το 2016 αποφοίτησε από μια επαγγελματική εκπαίδευση για δασκάλους που έλαβε στην Buea. Αναφορικά με την εργασία της πρόσθεσε ότι παρέδιδε μαθήματα σε παιδιά στο σπίτι της. Επίσης απασχολούταν από παιδί με αγροτικές καλλιέργειες που ανήκαν στην οικογένεια της. Δήλωσε επίσης ότι μέχρι την ηλικία των 10 ετών ζούσε με τους βιολογικούς γονείς της, αλλά μετά συνέχισε να ζει με την θεία της, μέχρι που την ανατροφή της ανέλαβε μια άλλη οικογένεια. Οι θετοί γονείς της ζουν στην Kumba και είναι αγρότες. Έχει μια αδερφή και δύο αδερφούς, οι οποίοι μένουν επίσης στην Kumba. Δεν είναι παντρεμένη, αλλά έχει έναν γιο, γεννηθείς το 2019, ο οποίος βρίσκεται στο Καμερούν με τη θετή οικογένειά της. Σχετικά με τον τόπο καταγωγής της δήλωσε ότι γεννήθηκε στην Kumba, όπου και διέμενε μέχρι να φύγει από τη χώρα της τον Φεβρουάριο του 2020.
Αναφορικά με το ταξίδι της, ισχυρίστηκε ότι διευθέτησε το ταξίδι της με την βοήθεια των θετών γονιών της.
Κατά τη συνέντευξη, και συγκεκριμένα στην ελεύθερη αφήγησή της, σε σχέση με τους λόγους υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας δήλωσε ότι μια μέρα το 2018 που πήγαινε στον φίλο της, ονόματι Ojong, ο οποίος ήταν μέλος των Ambazonians χωρίς η ίδια να το γνωρίζει, ήρθε στο σπίτι του η αστυνομία αναζητώντας τον. Εκείνος όταν είδε τους αστυνομικούς διέφυγε από το παράθυρο του σπιτιού, οι αστυνομικοί μπήκαν στο σπίτι και άρχισαν να ρωτάνε την Αιτήτρια να τους ενημερώσει πού βρίσκεται ο σύντροφός της, χωρίς όμως η ίδια να τους δίνει κάποια απάντηση. Τότε οι αστυνομικοί άρχισαν να τη χτυπάνε, τη μετέφεραν στους θάμνους και τη βίασαν, λέγοντάς της ότι κρύβει τον σύντροφό της από αυτούς και ότι ο σύντροφός της ως μέλος των Ambazonians θεωρείται εχθρός της αστυνομίας. Την απείλησαν ακόμα ότι, αν δεν τους πει πού βρίσκεται ο σύντροφός της, θα τη σκοτώσουν. Στη συνέχεια πρόσθεσε ότι οι αστυνομικοί αφού τη βίασαν, την άφησαν στους θάμνους και έφυγαν, όπου τη βρήκαν οι γονείς της και τη μετέφεραν στο νοσοκομείο. Ύστερα από μερικούς μήνες αντιλήφθηκε ότι είναι έγκυος και στις 25/02/2019 γέννησε τον γιο της. Μετά από λίγο καιρό πήγε στην κλινική με τον γιο της και στον δρόμο προς το σπίτι της συνάντησε τον σύντροφό της, ο οποίος άρχισε να τη χτυπάει, φωνάζοντάς της ότι αυτή είχε καλέσει την αστυνομία εκείνη τη μέρα, και ότι η ίδια του απάντησε ότι αυτό δεν είναι δυνατόν, καθώς δε γνώριζε ότι εκείνος ανήκε στους Ambazonians. Τότε εκείνος την απείλησε ότι την επόμενη φορά που θα τη δει θα την σκοτώσει επειδή πίστευε ότι τον είχε καταγγείλει στην αστυνομία.
Για αυτούς τους λόγους οι γονείς της θεώρησαν ότι η ίδια δεν είναι ασφαλής να συνεχίσει να διαμένει στο Καμερούν, επειδή η ζωή της βρισκόταν σε κίνδυνο τόσο από τους Ambazonians όσο και από την αστυνομία.
Στην ερώτηση τί φοβάται ότι θα της συμβεί σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν, η αιτήτρια δήλωσε ότι θα κινδυνεύσει από τους Ambazonians.
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός είχε θέσει περισσότερες διευκρινιστικές ερωτήσεις στην Αιτήτρια προς περαιτέρω διερεύνηση των ισχυρισμών της.
Κατά την εισηγητική του έκθεση, ο αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά στην ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής της αιτήτριας, ο οποίος και έγινε αποδεκτός λόγω της διαπιστωθείσας εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού. Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορά στα προβλήματα που είχε με την αστυνομία, επειδή η αστυνομία θεωρούσε ότι η ίδια έκρυβε τον πρώην σύντροφό της, ο οποίος ήταν μέλος των Ambazonias. O τρίτος ισχυρισμός αφορά στα προβλήματα από τον πρώην σύντροφό της, λόγω της θεώρησης ότι η ίδια είχε δώσει πληροφορίες για αυτόν στην αστυνομία για τη συμμετοχή του στους αυτονομιστές. Ο δεύτερος και ο τρίτος ισχυρισμός έτυχαν απόρριψης για τους κάτωθι λόγους.
Ειδικότερα, κατά την αξιολόγηση του δεύτερου ισχυρισμού της αιτήτριας, ότι δηλαδή αντιμετώπιζε προβλήματα από την αστυνομία επειδή οι αστυνομικοί θεωρούσαν ότι έκρυβε τον πρώην σύντροφό της, ο οποίος ήταν μέλος των Ambazonias, καταγράφηκαν τα εξής από τον αρμόδιο λειτουργό.
Κατ’ αρχάς, κρίθηκε ότι η αφήγησή της στερείται ικανοποιητικών και επαρκών πληροφοριών, καθώς κληθείσα να παράσχει λεπτομέρειες αναφορικά με το περιστατικό που έλαβε χώρα στο σπίτι του πρώην συντρόφου της, η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με ακρίβεια τον χρόνο που αυτό συνέβη, αναφέροντας με αοριστία ότι έγινε το 2018. Επιπλέον, δεν ήταν σε θέση να περιγράψει αναλυτικά τον τρόπο διαφυγής του πρώην συντρόφου της εκείνη τη μέρα, όπως επίσης δεν προσδιόρισε με ακρίβεια την τοποθεσία του σπιτιού αυτού, όπου σύμφωνα με την ίδια συνέβη αυτό το περιστατικό. Περαιτέρω, η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς, ενώ είχε σχέση με τον σύντροφό της για διάρκεια δύο ετών, η ίδια αγνοούσε ότι εκείνος ήταν μέλος των Ambazonias, και, ερωτηθείσα σχετικά, δήλωσε γενικόλογα και αόριστα ότι ήταν κάτι που δεν το αντιλήφθηκε.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η αιτήτρια δεν κατάφερε να παράσχει ικανοποιητικές πληροφορίες και λεπτομέρειες ούτε αναφορικά με τον ισχυρισμό της ότι οι αστυνομικοί τη μετέφεραν στους θάμνους και τη βίασαν, δεδομένου ότι δεν προσδιόρισε την περιοχή στην οποία ισχυρίστηκε ότι τη μετέφεραν, ούτε περιέγραψε τους αστυνομικούς που όπως η ίδια ισχυρίστηκε τη βίασαν.
Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση του για διεθνή προστασία και εν προκειμένω η Αιτήτρια με τα όσα δήλωσε στη συνέντευξή της αλλά και όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω και καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού, ουδόλως την ενέτασσαν στις περιπτώσεις της αναγκαιότητας παροχής του καθεστώτος της συμπληρωματικής προστασίας. Εν προκειμένω, ορθά κρίθηκε ότι δεν έχει αποδειχθεί οτιδήποτε εκ μέρους της που να στοιχειοθετεί τον ισχυρισμό της για βάσιμο φόβο ότι αυτή θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.
Σχετικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε πληροφορίες που επιβεβαίωσαν ότι η αστυνομία στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν διαπράττουν σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ωστόσο, η αρνητική αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας ήταν καθοριστική για την απόρριψη ολόκληρου του δεύτερου ισχυρισμού.
Κατά την αξιολόγηση του τρίτου ισχυρισμού της Αιτήτριας, ότι δηλαδή αντιμετώπιζε προβλήματα από τον πρώην σύντροφό της επειδή εκείνος πίστευε ότι η Αιτήτρια έδωσε πληροφορίες στην αστυνομία για τη συμμετοχή του στους αυτονομιστές, κρίθηκε από τον αρμόδιο λειτουργό ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με το περιστατικό με τον πρώην σύντροφό της. Πιο συγκεκριμένα, δεν προσδιόρισε με ακρίβεια την περιοχή που τη συνάντησε ο σύντροφός της και όπως ισχυρίστηκε την απείλησε και άρχισε να τη χτυπάει, αναφέροντας γενικόλογα ότι αυτό συνέβη στην Kumba. Περαιτέρω, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να αναφέρει το όνομα της κλινικής που μεταφέρθηκε μετά τον ισχυριζόμενο βιασμό της από τους αστυνομικούς. Στη συνέχεια, κληθείσα να διευκρινίσει αν είχε απειληθεί ξανά από τον πρώην σύντροφό της, δεδομένου ότι είχε παρέλθει ένα έτος από τη μέρα που είχε συμβεί το περιστατικό με την αστυνομία στο σπίτι του, η ίδια απάντησε αρνητικά, χωρίς όμως μετέπειτα να μπορεί να παράσχει σαφείς εξηγήσεις επί αυτού, δηλώνοντας ότι ο πρώην σύντροφός της πιθανόν να κρυβόταν.
Σχετικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι λόγω της ιδιωτικής φύσης του ισχυρισμού της Αιτήτριας δεν μπορούν να εντοπιστούν οι κατάλληλες πηγές πληροφόρησης.
Ωστόσο, η αρνητική αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας ήταν καθοριστική για την απόρριψη ολόκληρου του τρίτου ισχυρισμού.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς της Αιτήτριας διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό της δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 και στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.
Η αρμόδια λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο η Αιτήτρια δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στο Καμερούν δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β).
Εν συνεχεία η αρμόδια λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στο χωριό Κούμπα της Νοτιοδυτικής Περιφέρειας (Southwest Region) του Καμερούν. Στη βάση του μόνου αποδεδειγμένου ουσιώδους ισχυρισμού και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας όσο και στην Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν στην οποία αναμένεται να επιστρέψει, η αρμόδια λειτουργός διαπίστωσε ότι υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι, σε περίπτωση που η Αιτήτρια επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της ωστόσο αξιολογώντας ακολούθως τη κατάσταση σύμφωνα με τον εάν πληρούνται ή όχι οι προϋποθέσεις παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίθηκε πως δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας της και μόνο στην περιοχή συνήθους διαμονής της όπου αναμένεται να επιστρέψει .
Συγκεκριμένα, σχετικά με τις πρόνοιες του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95 και του άρθρου 19 (2)(γ), η αρμόδια λειτουργός εξέτασε τα επιμέρους στοιχεία του άρθρου, ήτοι (i) κατά πόσο επικρατεί κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης στην περιοχή, (ii) κατά πόσο ασκείται αδιάκριτη βία στην περιοχή και (iii) κατά πόσο υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Κατόπιν εξέτασης των ως άνω, με βάση τα δεδομένα που αφορούν την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή, η αρμόδια λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι (i) η εν λόγω περιοχή βρίσκεται υπό κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, (ii) ότι επικρατούν συνθήκες οι οποίες ευνοούν περιστατικά πράξεων αδιακρίτως ασκούμενης βίας, και (iii) ότι από τις ιδιαίτερες καταστάσεις της Αιτήτριας, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας της και μόνο στην περιοχή στην οποία αναμένεται να επιστρέψει. Ως εκ τούτου η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:
Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας.
Αναφορικά με τους ουσιώδεις ισχυρισμούς υπ’ αριθμόν δύο, βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των υπό εξέταση ισχυρισμών της Αιτήτριας, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον αρμόδιο λειτουργό των Καθ΄ων η Αίτηση και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.
Σε σχέση δε με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, συμφωνώ με την αξιολόγηση της εσωτερικής της αξιοπιστίας στην οποία προέβη ο αρμόδιος λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση και με την κατάληξή της ως προς την απουσία εσωτερικής αξιοπιστίας στα λεγόμενα της Αιτήτριας.
Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Έχει πολλάκις νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).
Σχετική είναι και η απόφαση υπ' αρ. 626/2010 JAFAR KALASH και ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ 1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, 2. ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, ημερ. 08/10/2013,στην οποία αναφέρονται τα εξής :
«Όπως ορθώς υποδεικνύει η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών όπως εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις. Αυτό είναι ένα εμπόδιο που ρητά αναγνωρίζεται ως κώλυμα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του ιδίου του Εγχειριδίου στο οποίο παραπέμπει τόσο ο αρμόδιος Λειτουργός στην εισήγησή του, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στην προσβαλλόμενη απόφασή της...».
Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων αναφέρεται ότι «Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους.».
Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε στην Αιτήτρια το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησής της για διεθνή προστασία.
Με βάση, συνεπώς, τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό περί προσωπικών στοιχείων της Αιτήτριας που αποτελεί και τον μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός στην υπό κρίση υπόθεση, συνάγεται ότι η Αιτήτρια δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για έναν από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων και στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.
Κρίνω πως ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην Έκθεση-Εισήγησή της, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό της Αιτήτριας και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν σε αυτήν, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία της δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου δεν μπορεί να της παραχωρηθεί το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις στην Αιτήτρια για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματός της, όσο και τα επιμέρους θέματα και ακολουθήθηκε ορθή διερευνητική διαδικασία.
Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του μόνου αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού. Λόγω του ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της απορρίφθηκαν ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Αρχίζοντας από το βασικό σημείο της ένοπλης σύρραξης, ως έχει αναφερθεί στην υπόθεση του ΔΕΕ, ΔΕΕ C - 285/12 Aboubacar Diakite κατά Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, υφίσταται ένοπλη σύρραξη, για σκοπούς εφαρμογής του Άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ «όταν οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή όταν δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους (παρ. 35)».
Στην υπόθεση του ΔΕΕ Elgafaji C-465/07 κατά Staatssecretaris van Justitie, καθορίστηκε ότι:
«33 [.] η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34 Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.] κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35 Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.
[.]
37 [.] η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.
[.]
39 Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.»
(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Σύμφωνα με την απόφαση του ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland αναφορικά με το άρθρο 15γ της Οδηγίας 2011/95 «άρθρο 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην ερμηνεία εθνικής ρύθμισης κατά την οποία, σε περίπτωση που ένας άμαχος δεν θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της προσωπικής του κατάστασης, η διαπίστωση της ύπαρξης σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του συγκεκριμένου αμάχου λόγω «αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης», κατά την έννοια της ως άνω διάταξης, προϋποθέτει ότι ο λόγος του αριθμού των θυμάτων στην οικεία περιοχή προς τον συνολικό αριθμό των ατόμων που αποτελούν τον πληθυσμό της περιοχής αυτής ανέρχεται σε ένα συγκεκριμένο ελάχιστο όριο» (σκέψη 37).
Περαιτέρω έκρινε ότι «άρθρο 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υφίσταται «σοβαρή και προσωπική απειλή» κατά την εν λόγω διάταξη, απαιτείται η σφαιρική συνεκτίμηση όλων των περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης, ιδίως δε εκείνων που χαρακτηρίζουν την κατάσταση στη χώρα καταγωγής του αιτούντος» (σκέψη 45). Ως επιμέρους στοιχεία που ενδεχομένως θα μπορούσαν να ληφθούν υπ' όψιν προτείνονται τα εξής: η ένταση των ένοπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκόμενων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης, καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της περιοχής όπου εκδηλώνεται αδιάκριτη βία, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής του στη σχετική χώρα ή περιοχή και οι δυνητικά στοχευμένες επιθέσεις κατά αμάχων που πραγματοποιούνται από τα μέρη της σύγκρουσης (βλ. σκέψη 43).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο του EUAA σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Εφαρμόζοντας τα ανωτέρω κριτήρια, το Δικαστήριο προέβη σε ανεξάρτητη επικαιροποιημένη έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για την κατάσταση ασφαλείας γενικά στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και ειδικότερα στην Νοτιοδυτική Περιφέρεια (Southwest Region) του Καμερούν, στην οποία βρίσκεται η περιοχή καταγωγής της Αιτήτριας που συνιστά και τον τόπο συνήθους διαμονής της, από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:
Σε σχετικό ενημερωτικό δελτίο της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) που δημοσιεύθηκε το 2024, αναφέρεται ότι «το Καμερούν αντιμετωπίζει μια πολύπλευρη ανθρωπιστική κρίση και κρίση προστασίας που προκλήθηκε από συγκρούσεις, ενδοκοινοτική βία και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής».[1]
Τον Οκτώβριο του 2017, οι αγγλόφωνοι αυτονομιστές διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους και ανακήρυξαν ένα νέο κράτος, αυτό της «Ambazonia» στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του Καμερούν, που συνιστούν τις αγγλόφωνες περιοχές. Έκτοτε, αυτονομιστές μαχητές και κρατικές δυνάμεις ασφαλείας εμπλέκονται σε συγκρούσεις, με αποτέλεσμα να λαμβάνουν χώρα εκτεταμένες φρικαλεότητες κατά του άμαχου πληθυσμού.[2]
Επιπρόσθετα, τον Ιανουάριο του 2024 αναφέρθηκε από το «United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (OCHA)» ότι οι πληθυσμοί στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές συνέχισαν να επηρεάζονται από τη βία και την ανασφάλεια που επικρατεί στις περιοχές. Ειδικότερα, υποφέρουν από καταχρήσεις, συμπεριλαμβανομένων δολοφονιών, καταστροφών περιουσιών, απαγωγών για λύτρα, παράνομη φορολογία, αυθαίρετες συλλήψεις και εκβιασμούς.[3]
Η κατάσταση ασφαλείας στις αγγλόφωνες περιοχές παρέμεινε ιδιαίτερα ασταθής καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024[4], η οποία χαρακτηρίζεται από αύξηση της εγκληματικής δραστηριότητας, εισβολές μη κρατικών ενόπλων δυνάμεων (NSAGs) σε αστικά κέντρα, επιθέσεις κατά των κρατικών δυνάμεων ασφαλείας, απειλές κατά αμάχων και τη χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών (IEDs) από NSAGs.[5] Σε έκθεση της «ACLED» και του «The Global Initiative Against Transnational Organized Crime» αναφέρεται ότι «η σύγκρουση στην αγγλόφωνη περιοχή αυξάνεται κάθε χρόνο, με τα βίαια γεγονότα να αυξάνονται κατά μέσο όρο 49% ετησίως από το 2020 έως το 2023».[6]
Σε μια ενημέρωση παρακολούθησης προστασίας που καλύπτει τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο του 2024, το «Global Protection Cluster» αναφέρει ότι τον Ιούλιο του 2024 παρατηρήθηκε μία αύξηση στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι πιο συχνές παραβιάσεις που καταγράφηκαν ήταν αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, σωματικές επιθέσεις ή κακοποίηση και δολοφονίες.[7]
Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα του ACLED, στη νοτιοδυτική περιφέρεια για το διάστημα 20/04/2024 – 18/04/2025 καταγράφηκαν 645 περιστατικά ασφαλείας με 797 απώλειες ζωών. Εξ αυτών των περιστατικών, 377 καταγράφηκαν ως βία εναντίον αμάχων (124 θάνατοι), 238 ως μάχες (503 θάνατοι), 15 ως απομακρυσμένη βία / εκρήξεις (16 θάνατοι) και 15 ως εξεγέρσεις (2 θάνατοι).[8] Στην έκθεση της που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2024 κατόπιν πληροφοριών που συλλέχθηκαν από το ACLED, το τμήμα πληροφοριών από την χώρα καταγωγής (CEDOCA) του Γραφείο Γενικού Επιτρόπου για τους Πρόσφυγες και τους Απάτριδες του Βελγίου παρουσιάζει τα περιστατικά του 2023 να έχουν πτωτική τάση σε σχέση με τις υπόλοιπες χρονιές από το 2017.[9]
Τέλος, η νοτιοδυτική περιφέρεια σύμφωνα με προβλέψεις έχει πληθυσμό 1.5 εκατομμύρια κατοίκους[10] και καλύπτει 24,571 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης.[11]
Εκ των ανωτέρω πληροφοριών που παρατέθηκαν, διαπιστώνεται ότι παρά την ύπαρξη σοβαρών περιστατικών ασφαλείας στην ευρύτερη Νοτιοδυτική Περιφέρεια (Southwest Region) του Καμερούν στην οποία εμπίπτει η περιοχή καταγωγής και ο τόπος συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών και ο βαθμός αδιάκριτης βίας κατά των αμάχων δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία της Αιτήτριας στην περιοχή καταγωγής της, την εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης, κατά την έννοια της διάταξης του Άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, με συνέπεια να απαιτούνται ορισμένα προσωπικά χαρακτηριστικά που θα αύξαναν το ρίσκο του αμάχου συγκριτικά με τον μέσο πληθυσμό της περιοχής.
Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, κρίνω ότι η Αιτήτρια δεν έχει κάποιο προσωπικό χαρακτηριστικό που να αυξάνει το ρίσκο της. Πρόκειται για γυναίκα νεαρής ηλικίας, υγιή, πλήρως ικανή προς εργασία, με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα της, η οποία έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στην περιοχή καταγωγής της, γνωρίζοντας τις συνθήκες που επικρατούν και το κυριότερο είναι σε θέση να αντιληφθεί την επέλευση του κινδύνου και να προφυλαχθεί δεόντως. Συνεπώς, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή της στην περιοχή καταγωγής της θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη και ως εκ τούτου δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στο άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου.
Σε σχέση με τον ισχυρισμό του συνηγόρου της Αιτήτριας ότι δεν εξετάσθηκε το ενδεχόμενο να παραπεμφθεί η Αιτήτρια σε ψυχολόγο, πέραν του ότι ο εν λόγω ισχυρισμός προβάλλεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο παραμένοντας ως εκ τούτου ατεκμηρίωτος, αναφέρω ότι από το λεκτικό της παραγράφου 1 του Άρθρου 15 του περί Προσφύγων Νόμου εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου λειτουργού ο οποίος εξετάζει την κάθε περίπτωση να παραπέμψει τον αιτητή σε ιατρική ή/και ψυχολογική εξέταση. Από τα ενώπιον μου στοιχεία, προκύπτει πως στην προκειμένη περίπτωση, η αρμόδια λειτουργός αξιολογώντας τα ενώπιον της δεδομένα και στοιχεία όπως αυτά προβλήθηκαν από την Αιτήτρια, δεν έκρινε σκόπιμο να παραπέμψει την Αιτήτρια σε ψυχολογική εξέταση. Τούτων λεχθέντων, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.
Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με 1500 € έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] UNHCR, ‘UNHCR Cameroon Response’ (2024) 1, διαθέσιμο σε https://data.unhcr.org/en/documents/details/111089 (ημερομηνία πρόσβασης 21/02/2025)
[2] Global Centre for the Responsibility to Protect, ‘Cameroon - Populations at risk’ (2024), διαθέσιμο σε https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερομηνία πρόσβασης 21/02/2025)
[3] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (OCHA), ‘Cameroon: North-West and South-West - Situation Report No. 61 (January 2024)’ διαθέσιμο σε https://www.unocha.org/publications/report/cameroon/cameroon-north-west-and-south-west-situation-report-no-61-january-2024 (ημερομηνία πρόσβασης 21/02/2025)
[4] Global Centre for the Responsibility to Protect, ‘Cameroon - Populations at risk’ (2024), διαθέσιμο σε https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερομηνία πρόσβασης 21/02/2025)
[5] Global Protection Cluster, ‘PROTECTION MONITORING UPDATE July - September 2024’ (2024) 1, διαθέσιμο σε https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 21/02/2025)
[6] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED) and The Global Initiative Against Transnational Organized Crime, ‘NON-STATE ARMED GROUPS AND ILLICIT ECONOMIES IN WEST AFRIC - ANGLOPHONE SEPARATISTS’ ISSUE 3 (2024), 13 διαθέσιμο σε https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 21/02/2025)
[7] Global Protection Cluster, ‘PROTECTION MONITORING UPDATE July - September 2024’ (2024) 4, διαθέσιμο σε https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 21/02/2025)
[8] ACLED Explorer – Με παραμέτρους αναζήτησης ‘Cameroon – Sud Ouest – Political Violence (Battles, Explosions / Remove Violence, Violence against Civilians, Excessive violence against Protesters, Mob Violence), Past Year of ACLED Data’, https://acleddata.com/explorer/, ημερ. πρόσβασης 25/04/2025
[9] CEDOCA, ‘COI Focus: Cameroun Regions anglophones: situation securitaire’, 28/06/2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2111910/coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20240628.pdf, σελ. 14, ημερ. πρόσβασης 25/04/2025
[10] City Population, ‘Cameroon’, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/, ημερ. πρόσβασης 25/04/2025
[11] Research Gate, https://www.researchgate.net/figure/Map-of-Cameroon-showing-the-South-West-Region_fig1_271187139, ημερ. πρόσβασης 25/04/2025
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο