
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: Τ884/24
30 Απριλίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
R.C.S. από Νιγηρία
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσία Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Χ. Καμπούρης (κος) για Kampouri, Gialeli & Co. , Δικηγόροι για την Αιτήτρια.
Η Αιτήτρια Παρούσα
ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 02/07/24 η οποία της κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε η μεταγενέστερη της αίτηση ως άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η Αιτήτρια υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση στις 20/06/24, ακολούθησε έκθεση/εισήγηση και απόφαση απόρριψης της ως απαράδεκτη στις 02/07/24, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Το παράπονο της Αιτήτριας, όπως αυτό εκφράστηκε μέσω του συνηγόρου της είναι ότι, παρόλο που ανέφερε στην Υπηρεσία Ασύλου ότι υπάρχουν νέα στοιχεία που μπορούν να προσκομιστούν της λέχθηκε ότι δεν χρειάζεται και ουσιαστικά καθοδηγήθηκε στο να αποστερηθεί της δυνατότητας να υποβάλει αυτά τα στοιχεία. Προβλήθηκε εκ νέου ο πυρήνας του αρχικού αιτήματος διεθνούς προστασίας και ότι η Αιτήτρια δεν μπορεί να μετεγκατασταθεί σε άλλη περιοχή, δεν θα έχει πόρους διαβίωσης, δεν θα μπορεί να εξεύρει εργασία και δεν θα μπορεί να έχει επικοινωνία με την οικογένεια της. Είναι η θέση του συνηγόρου της ότι η διαδικασία είναι παράτυπη αφού δεν της δόθηκε η ευκαιρία να ακουστεί και να εκθέσει τις απόψεις της και τα στοιχεία που είχε στην κατοχή της. Ούτε φαίνεται από φάκελο ότι έλαβε την πρώτη απορριπτική απόφαση και/ή αυτή δεν παραλήφθηκε ποτέ και είναι ανυπόγραφη. Ως Δικαστήριο ακυρωτικό αλλά και ουσίας υποστηρίζει δύναται να αξιολογήσει εξ απαρχής ex nunc όλη την ουσία της υπόθεσης και να λάβει υπόψη στοιχεία που δεν ήταν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου. Η Αιτήτρια ήτο θύμα σεξουαλικής κακοποίησης και θα πρέπει να της αναγνωριστεί συμπληρωματική προστασία καθότι δεν έγινε δέουσα έρευνα και ορθή αξιολόγηση όλων των γεγονότων, αφού δεν της επιτράπηκε από την πρώτη συνέντευξη να παρουσιάσει τα στοιχεία που είχε στο κινητό της, αλλά επισυνάφθηκαν στην παρούσα προσφυγή.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Η παρούσα υπόθεση αφορά απόρριψη μεταγενέστερου αιτήματος της Αιτήτριας για διεθνή προστασία το οποίο εξετάστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου στη βάση του Άρθρου 12Βτετράκις και Άρθρου 16Δ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
Όπως ορίζεται στο σχετικό Άρθρο 16Δ του Νόμου δεν θεωρείται οτιδήποτε το οποίο υποβλήθηκε ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Αυτό το οποίο πρωτίστως αξιολογείται από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου στα πλαίσια παραδεκτού μεταγενέστερης αίτησης είναι κατά πόσο ο αιτών υπέβαλε νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση της απόφασης επί του αρχικού αιτήματος του. Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτών δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη. Εάν δε διαπιστωθεί ότι υπέβαλε νέα στοιχεία, δεν καθίσταται υποχρεωτικό για τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου να προβεί πάντα σε νέα κλήση του ενδιαφερόμενου σε συνέντευξη καθότι θα πρέπει τα στοιχεία αυτά (α) να αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης σ΄ αυτόν του καθεστώτος διεθνούς προστασίας και (β) ο αιτών - ενδιαφερόμενος προκύπτει να αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη και/ή αρχική διαδικασία εξέτασης ασύλου. Οι πιο πάνω πρόνοιες του Νόμου ενσωματώθηκαν στην εθνική νομοθεσία σε σύμπνοια με τις διατάξεις του Άρθρου 40 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ[1]. Η μεθοδολογία προκαταρκτικής αξιολόγησης επί των μεταγενέστερων αιτήσεων και/ή οι προϋποθέσεις για απόφαση επί του παραδεκτού μεταγενέστερης αίτησης επιβεβαιώνονται και στην απόφαση ΔΕΕ C-921/19, LH v Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ημερ.10/06/2021, ήτοι:
«34 Επομένως, το άρθρο 40, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2013/32 προβλέπει την εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων.
35 Το πρώτο αυτό στάδιο πραγματοποιείται επίσης σε δύο στάδια, καθένα από τα οποία οδηγεί στην εξακρίβωση των διαφορετικών προϋποθέσεων παραδεκτού που θέτουν οι ίδιες αυτές διατάξεις.
36 Επομένως, πρώτον, το άρθρο 40, παράγραφος 2, της οδηγίας 2013/32 ορίζει ότι, προκειμένου να ληφθεί απόφαση σχετικά με το παραδεκτό αίτησης για διεθνή προστασία δυνάμει του άρθρου 33, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής, η μεταγενέστερη αίτηση για διεθνή προστασία υποβάλλεται κατ’ αρχάς σε προκαταρκτική εξέταση, προκειμένου να καθοριστεί εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να χαρακτηρισθεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95.
37 Η εξέταση του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης συνεχίζεται, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 40, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, μόνον όταν πράγματι υφίστανται τέτοια νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με την πρώτη αίτηση για διεθνή προστασία, προκειμένου να εξακριβωθεί αν τα νέα αυτά στοιχεία και πορίσματα αυξάνουν σημαντικά την πιθανότητα να πληροί ο αιτών τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να του αναγνωρισθεί το καθεστώς αυτό.
38 Κατά συνέπεια, οι δύο αυτές προϋποθέσεις παραδεκτού, μολονότι πρέπει αμφότερες να πληρούνται για να συνεχιστεί η εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 40, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας, εντούτοις είναι διακριτές και δεν πρέπει να συγχέονται.»
(ο τονισμός δικός μου)
Πρόσθετα των πιο πάνω, σημαντικότατη πρόνοια που περιλαμβάνεται στο Άρθρο 42 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ και τυγχάνει εφαρμογής στις μεταγενέστερες αιτήσεις προβλέπει ότι (α) ο αιτών έχει υποχρέωση να αναφέρει τα γεγονότα και να παρέχει αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν τη νέα διαδικασία, και (β) επιτρέπεται η διεξαγωγή της προκαταρκτικής εξέτασης μόνο βάσει γραπτών παρατηρήσεων χωρίς να απαιτείται η εκ νέου προσωπική συνέντευξη του αιτούντα.
Ο αρμόδιος λειτουργός που εξέτασε το μεταγενέστερο αίτημα της Αιτήτριας, ετοίμασε σημείωμα (ερυθρά 137-134 του διοικητικού φακέλου στο εξής «Δ.Φ.») με εισήγηση όπως η μεταγενέστερη αίτηση κριθεί ως απαράδεκτη. Γίνεται εκτενής περιγραφή από τον λειτουργό στο σχετικό σημείωμα αναφορικά με την αρχική διαδικασία ασύλου, τους λόγους που έγινε επίκληση από την Αιτήτρια στην πρώτη αίτηση ασύλου της, ότι με το μεταγενέστερο αίτημα προβλήθηκαν μόνο οι ισχυρισμοί ότι δεν επιθυμεί να βρίσκεται στην Δημοκρατία παράνομα, ότι η απόφαση επί της αίτησης της κοινοποιήθηκε σε αυτήν ταχυδρομικώς και ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου επί του αρχικού αιτήματος της (λόγω μη προσφυγής της στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας) κατέστη τελική.
Καταρχάς, δεν προβληθήκαν οποιοιδήποτε λόγοι ακύρωσης που να τεκμηριώνουν λανθασμένη κρίση του αρμοδίου διοικητικού οργάνου ως προς το απαράδεκτο της μεταγενέστερης αίτησης. Ούτε έχουν προσκομιστεί νέα στοιχεία ή πορίσματα, ούτε ο λόγος που γίνεται επίκληση ήτοι για να μην παραμείνει η Αιτήτρια παράνομα στη Δημοκρατία αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης σ΄ αυτήν του καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στην νεότερη απόφαση του ΔΕΕ C-563-22, SN, LN κατά Zamestnik-predsedatel na Darzhavnata agentsia za bezhantsite, ημερομηνίας 13/06/2024, γίνεται επανάληψη της νομολογίας από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι η αρμόδια αποφαινόμενη αρχή περιορίζεται να ελέγχει αν υφίστανται στοιχεία ή πορίσματα που δεν εξετάσθηκαν στο πλαίσιο της απρόσβλητης πλέον αποφάσεως επί της προηγούμενης αιτήσεως και, αφετέρου, αν τα νέα αυτά στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν αφ' εαυτών ουσιωδώς την πιθανότητα υπαγωγής του αιτούντος σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, μόνον κατά το στάδιο εξετάσεως του παραδεκτού της μεταγενέστερης αιτήσεως. Στο σχετικό έντυπο μεταγενέστερου αιτήματος της απαιτείτο από την ίδια την Αιτήτρια όπως καταγράψει με λεπτομέρεια τους λόγους που ζητούσε από το αρμόδιο όργανο να επανεξετάσει τον φάκελο της, όπως επίσης να επισυνάψει οποιαδήποτε έγγραφα ή στοιχεία. Είχε δε υποχρέωση βάση του σχετικού Εντύπου και σε συνάρτηση με την πρόνοια του Άρθρου 42 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ (που τυγχάνει εφαρμογής στις μεταγενέστερες αιτήσεις) να αναφέρει με σαφήνεια τα γεγονότα και/ή να παρέχει αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν τη νέα διαδικασία – δεδομένα που δεν προκύπτουν από τα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης.
Απορρίπτονται και οι ισχυρισμοί του συνηγόρου της Αιτήτριας ότι υπήρχαν δεδομένα που δεν εξετάστηκαν και/ή πάσχει η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου λόγω ανεπαρκούς έρευνας σε σχέση με την αρχική διαδικασία. Το νομικό πλαίσιο των μεταγενέστερων αιτήσεων δεν αποτελεί μέσο αναθεώρησης της αρχικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία κατέστη τελική (αφού ουδέποτε προσβλήθηκε), ούτε δε αποτελεί μέσο έφεσης της πρώτης απόφασης επί του αιτήματος ασύλου της. Ανεπιτυχής δε είναι και η προσπάθεια της Αιτήτριας να υποβάλει μαρτυρία στο στάδιο αυτής της δικαστικής διαδικασίας, ενώ πρόκειται για μεταγενέστερη αίτηση όπου οι εξουσίες του Δικαστηρίου είναι περιορισμένες. Όπως προκύπτει από την απόφαση ΔΕΕ C-651/19, JP v Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, ημερ.02/09/2020, το Δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής που αφορά μεταγενέστερο αίτημα αξιολογεί κατά πόσο:
«58. Στο πλαίσιο αυτό επισημαίνεται, πρώτον, αφενός, ότι πριν από κάθε μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας προηγείται μια πρώτη αίτηση η οποία έχει οριστικώς απορριφθεί, στο πλαίσιο της οποίας η αρμόδια αρχή διενήργησε εξαντλητική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει αν ο αιτών πληρούσε τις προϋποθέσεις για την παροχή διεθνούς προστασίας. Αφετέρου, πριν καταστεί απρόσβλητη η απορριπτική απόφαση, ο αιτών έχει δικαίωμα άσκησης προσφυγής κατά της απόφασης αυτής.
59. Σημειώνεται συναφώς ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 40 της οδηγίας 2013/32, η μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας αποσκοπεί στην υποβολή, από τον ενδιαφερόμενο αιτούντα, νέων στοιχείων ή πορισμάτων σε σχέση με εκείνα που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης αίτησης, τα οποία αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας. Όταν η προκαταρκτική εξέταση στην οποία υποβάλλεται μια τέτοια αίτηση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα τέτοια νέα στοιχεία ή πορίσματα, τότε η αίτηση εξετάζεται περαιτέρω σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου II της οδηγίας αυτής. Αντιθέτως, όταν από την προκαταρκτική εξέταση δεν προκύπτουν τέτοια στοιχεία ή πορίσματα, η εν λόγω αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 33, παράγραφος 2 στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2013/32.
60. Επομένως, το δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης με την οποία απορρίπτεται ως απαράδεκτη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας πρέπει να ελέγξει μόνον κατά πόσον, αντιθέτως προς ό,τι αποφάσισε η αρμόδια αρχή, από την προκαταρκτική εξέταση της αίτησης αυτής προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα, κατά τα διαλαμβανόμενα στην προηγούμενη σκέψη. Εξ αυτού συνάγεται ότι, στο δικόγραφο της προσφυγής του ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, ο αιτών πρέπει, κατ' ουσίαν, απλώς να αποδείξει ότι βασίμως θεώρησε ότι υφίστανται νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με εκείνα που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης αιτήσεώς του.»
(ο τονισμός δικός μου)
Αναφορικά, τώρα, με τους ισχυρισμούς ότι ουδέποτε έλαβε την απορριπτική απόφαση που περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 22/11/23 και/ή ότι ούτε φαίνεται από φάκελο ότι έλαβε την πρώτη απορριπτική απόφαση και/ή αυτή δεν παραλήφθηκε ποτέ και/ή είναι ανυπόγραφη κρίνεται ότι αυτοί οι ισχυρισμοί δεν μπορούν να εξεταστούν στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής. Η διοικητική απόφαση και/ή πράξη ημερομηνίας 19/10/23 επί του αιτήματος ασύλου της Αιτήτριας δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, αλλά ούτε προσβάλλεται η εν λόγω διοικητική πράξη.
Ως εκ των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση, λόγω και της ανεπάρκειας των στοιχείων που υποβλήθηκαν από την ίδια την Αιτήτρια στα πλαίσια μεταγενέστερου αιτήματος της, λήφθηκε μετά από έρευνα και δεν διαπιστώνεται πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της (Βλέπε Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η δε προσβαλλόμενη απόφαση είναι αιτιολογημένη, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου της, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270).
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο