S.I.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: Τ914/24, 9/4/2025
print
Τίτλος:
S.I.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: Τ914/24, 9/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: Τ914/24

 

9 Απριλίου, 2025

[Μ. Στυλιανού, ΔΔΔΔΠ]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

                        S.I.A.

  Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Ο Αιτητής παρών

Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόροι για τον Αιτητή.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου επιστολής ημερομηνίας 18/07/24, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και/ή εκδόθηκε απόφαση επιστροφής ως άκυρη και/ή στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και/ή ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε με ταχύρρυθμη διαδικασία θα πρέπει να κηρυχθεί άκυρη και θα έπρεπε να διεξαχθεί κανονική διαδικασία εξέτασης της αίτησης ασύλου του και/ή ζητείται διάταγμα ακύρωσης και/ή αναπομπής στους Καθ΄ ων η αίτηση για διενέργεια κανονικής διαδικασίας εξέτασης αιτήσεων.    

 

Με βάση τα γεγονότα, όπως αυτά προκύπτουν από τον Διοικητικό Φάκελο (στο εξής Δ.Φ.), ο Αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας και καταχώρησε αίτηση ασύλου στις 21/06/24, ακολούθησε συνέντευξή του στις 02/07/24 και έκθεση/εισήγηση στις 09/07/24.  Στις 12/07/24 απορρίφθηκε η αίτησή του ως προδήλως αβάσιμη στη βάση των Άρθρων 12Βτρις, 12Δ και 12ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Με την Γραπτή Αγόρευση του Αιτητή η δικηγόρος του υιοθέτησε τους ισχυρισμούς του όπως αυτοί προβλήθηκαν κατά την αίτηση διεθνούς προστασίας και/ή κατά την συνέντευξη. Υποστηρίζει ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω αναρμοδιότητας οργάνου που εξέδωσε την απόφαση καθότι η εξουσιοδότηση ημερομηνίας 09/06/22 προς τον κο. Π.Καζαντζή δόθηκε από τον τέως Υπουργό Εσωτερικών και όχι από τον νυν Υπουργό. Επί αυτού του ισχυρισμού, συνεχίζει, υπάρχει έλλειψη δημοσιότητας της εν λόγω εξουσιοδότησης συνεπώς αυτή είναι νομικά μη έγκυρη. Προβάλλεται, επίσης, ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση απέρριψαν τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε σχέση με τους λόγους δίωξης του χωρίς να διεξάγουν δέουσα και επαρκή έρευνα, δεν θα έπρεπε να κριθεί αναξιόπιστος, δεν τέθηκαν διευκρινιστικές ερωτήσεις από τον λειτουργό, δεν του δόθηκε η ευκαιρία να αποσαφηνίσει λεπτομέρειες του αφηγήματος του. Επίσης, ο Αιτητής δεν παραπέμφθηκε σε ψυχολόγο κατά παράβαση των Άρθρων 9 και 15 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), διότι πρόκειται για ευάλωτο πρόσωπο που έχει υποστεί ψυχολογική βία. Σημειώνει, επίσης, ότι οι αποδεκτοί του ισχυρισμοί τον καθιστούν δικαιούχο διεθνούς προστασίας, ότι λανθασμένα εξετάστηκε μέσω της ταχύρρυθμης διαδικασίας και/ή όχι της κανονικής διαδικασίας εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας κατά παράβαση των Άρθρων 12Δ και 13 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000),ούτε εξετάστηκε ο μελλοντοστραφής κίνδυνος που ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του.

 

 

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς η συνήγορος του Αιτητή μέσω της Τροποποιημένης Προσφυγής που καταχωρίστηκε μετά από Διάταγμα του Δικαστηρίου δεν καθιστά σαφείς τους νομικούς λόγους ακύρωσης όπως αυτοί καταγράφονται στα σημεία 1, 2.2, 1.3 και 3 της Προσφυγής. Ειδικά, εντοπίζονται νομικοί ισχυρισμοί που είναι συγκεχυμένοι, δεν μπορεί να διευκρινιστεί με σαφήνεια ποιος είναι ο λόγος ακύρωσης ο οποίος προβάλλεται, δεν γίνεται ορθή μνεία επί των νομικών διατάξεων που εδράζονται με αποτέλεσμα η οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική βάση των λόγων ακύρωσης και/ή είναι αναιτιολόγητοι και/ή ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924, βλέπε επίσης Υπόθ. Αρ. 107/2017, Χριστόδουλος Μιχαήλ (Συνταγματάρχης) κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/12/2017 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος και ειδικά την Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ. 61/2022, LOUISE GARCIA NYEMB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ημερ.30/10/24 αναφορικά με τους δικονομικά παραδεκτούς λόγους ακύρωσης). Σημειώνεται επι τούτου ότι λόγοι ακύρωσης που δεν έχουν αναπτυχθεί στα πλαίσια των Γραπτών Αγορεύσεων ή της Προφορικής Ακρόασης δεν μπορούν να τύχουν αξιολόγησης.

 

Η δικηγόρος του Αιτητή ζητά από το Δικαστήριο να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, καθότι δεν παρασχέθηκε διερμηνέας κατά τη συνέντευξη. Όπως έχει κριθεί στην Υποθ. Αρ. 3534/23 Ρ.Ο.Α. ν Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ημερομηνίας 14/02/24 (απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου) οι διατάξεις του Άρθρου 18 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) και του Άρθρου 12(1)(β) της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση) δεν καθιστούν υποχρεωτική την διερμηνεία σε όλες τις περιπτώσεις. Η διερμηνεία στα πλαίσια της συνέντευξης αιτούντα άσυλο παρέχεται όπου αυτή είναι αναγκαία και/ή στην περίπτωση κατά την οποία δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η δέουσα επικοινωνία (μεταξύ λειτουργού-εξεταστή και αιτούντα άσυλο) χωρίς διερμηνέα. Δεν αποτελεί προαπαιτούμενο η παροχή διερμηνείας για τη διεξαγωγή της συνέντευξης, αλλά ούτε και στην παρούσα περίπτωση αποτελεί πλημμέλεια στη διαδικασία της συνέντευξης, όπου η επικοινωνία διενεργήθηκε στην αγγλική γλώσσα μόνο μεταξύ λειτουργού-εξεταστή και Αιτητή. Ο ίδιος ο Αιτητής ίδια στην αίτηση ασύλου του (συνταγμένη στην αγγλική) καταγράφει ότι η μητρική του είναι η Αγγλική (ερυθρό 3 ΔΦ), όλη η διαδικασία της συνέντευξης διενεργήθηκε στην Αγγλική γλώσσα και όλο το πρακτικό της συνέντευξης είναι συνταγμένο στην Αγγλική γλώσσα (ερυθρά 23-13 ΔΦ). Με το πέρας της συνέντευξης προκύπτει ότι τόσο ο λειτουργός όσο και ο Αιτητής υπέγραψαν κάθε σελίδα της συνέντευξης και κατόπιν ανάγνωσης του κειμένου των πρακτικών της συνέντευξης, υπέγραψε βεβαιώνοντας πως όσα καταγράφονται (στο πρακτικό της συνέντευξης του) αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις του. Ούτε προκύπτει, από τα πρακτικά της συνέντευξης και/ή τα στοιχεία του φακέλου ότι δεν αντιλαμβανόταν την διαδικασία ή την οποιαδήποτε ερώτηση και θα μπορούσε σε κάθε περίπτωση να ζητήσει οποιεσδήποτε διευκρινίσεις από τον ίδιο τον εξεταστή-λειτουργό της υπόθεσης του. Εξάλλου, στο πρακτικό της συνέντευξης γίνεται ενδελεχής ενημέρωση της για τη διαδικασία της συνέντευξης και της διενέργειας της και/ή κατά πόσο είναι σε θέση να παρακολουθήσει την εν λόγω διαδικασία και/ή δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό του Αιτητή περί παράβασης των Άρθρων 9 και 15 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) αυτός δεν γίνεται αποδεκτός. Το σχετικό άρθρο του Νόμου για ιατρική και ψυχολογική εξέταση αιτητή αφορά στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν: «(α) Ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά το παρελθόν∙ και (β) συμπτώματα και ενδείξεις βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας, περιλαμβανομένων των πράξεων σεξουαλικής βίας.». Στην παρούσα περίπτωση, ο λειτουργός δεν έκρινε σκόπιμο ο Αιτητής να παραπεμφθεί σε ειδική εξέταση σε ιατρό ή ψυχολόγο ούτε αυτό εμπόδισε τον Προϊστάμενο να λάβει απόφαση επί της αίτησης. Άλλωστε έγινε σχετική αξιολόγηση του Αιτητή στη βάση του Άρθρου 9ΚΔ(3)(α) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) (ερυθρά 7-6 ΔΦ) βάση των οποίων δεν καταδειχθήκαν ουσιαστικές ενδείξεις ευαλωτότητας που να επηρεάζουν την διαδικασία συνέντευξης. Εξάλλου, κατά το στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν αντιμετωπίζει οποιοδήποτε ιατρικό πρόβλημα ή πρόβλημα με την υγεία του, ούτε ότι έχει οιεσδήποτε ειδικές ανάγκες (ερυθρό 22 ΔΦ). Σημειώνεται δε ότι ούτε η συνήγορος του Αιτητή υπέδειξε μέσω τεκμηριωμένων λόγων ακύρωσης κατά πόσο επηρεάστηκαν οι δηλώσεις του Αιτητή κατά την συνέντευξη λόγω δυσχερούς ψυχολογικής και/ή σωματικής κατάστασης και/ή ούτε υποδείχθηκαν σοβαρές ενδείξεις ευαλωτότητας και/ή οποιαδήποτε ένδειξη ότι ο Αιτητής χρήζει ψυχολογικής ή ψυχιατρικής παρακολούθησης ή νοσηλείας που τυχόν επηρέαζε την αξιολόγηση του αιτήματος του.

 

Απορρίπτεται και ο ισχυρισμός για μη έγκυρη εξουσιοδότηση του Π. Καζαντζή, καθότι αυτή δόθηκε από τον κο. Νουρή τέως Υπουργό Εσωτερικών και/ή όχι από τον νυν Υπουργό Εσωτερικών. Η προσβαλλόμενη απόφαση ημερομηνίας 12/07/24 λήφθηκε από τον κ. Π. Καζαντζή στη βάση ισχύουσας εξουσιοδότησης ημερομηνίας 09/06/22 που εντοπίζεται ως ερυθρό 47 ΔΦ. Με βάση αυτήν δόθηκε εξουσιοδότηση από τον τέως Υπουργό Εσωτερικών όπως εκτελεί τα καθήκοντα Προϊσταμένου, στα πλαίσια έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας σε πλήρη σύμπνοια με το Άρθρο 2 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Υπάρχει δηλαδή, ρητή διάταξη Νόμου που να επιτρέπει την μεταβίβαση της εξουσίας λήψης τέτοιων αποφάσεων σε οποιοδήποτε άλλο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου εκτός από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας αυτής (Βλέπε σχετικό Άρθρο 17(4) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 1999 έως 2020 (Ν. 158 (Ι)/1999), βλέπε επίσης Α.Ε. αρ. 2115, Ανδρούλλας Ζηνοβίου ν Κυπριακής Δημοκρατίας, (1997) 3 Α.Α.Δ 385). Δεδομένου του ότι η απόφαση η οποία λήφθηκε ήτο από εξουσιοδοτημένο από τον τότε Υπουργό Εσωτερικών πρόσωπο, δεδομένου του ότι επιτρέπεται η εκχώρηση αυτών των εξουσιών δυνάμει του πιο πάνω Άρθρου 2 του Ν.6(Ι)/2000 και λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω εξουσιοδότηση (που περιέχει ρητά τις εν λόγω αρμοδιότητες) δεν είχε ανακληθεί κατά τον ουσιώδη χρόνο από το όργανο που τη μεταβίβασε - μέχρι την ανάκλησή της και/ή μέχρι την σύνταξη τυχόν νέας εξουσιοδότησης η μεταβίβαση αρμοδιότητας ισχύει. Δεν θα ήτο αναμενόμενο (όπως έχει πάγια νομολογηθεί) να παραχωρείται νέα εξουσιοδότηση κάθε φορά που διορίζεται νέος Υπουργός (Βλέπε Ε.Δ.Δ.Αρ.63/2018 Κυπριακή Δημοκρατία μέσω 1. Υπουργείου Οικονομικών, 2. Τμήματος Τελωνείων ν. A.H.T. ADVANCES HEATING TECHNOLOGIES, ημερομηνίας 11/01/24 (απόφαση Ανωτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου (Δευτεροβάθμια Δικαιοδοσία), με ανασκόπηση και της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος). Ούτε νομικό έρεισμα έχουν και οι εισηγήσεις της περί δημοσίευσης εξουσιοδοτήσεων. Δεν υπάρχει τέτοια νομοθετική υποχρέωση στο Άρθρο 2 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), αλλά μόνο ότι – «"Προϊστάμενος" σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·». Η γραπτή πιο πάνω εξουσιοδότηση κρινόμενη ως έγκυρη και ελλείψει οποιασδήποτε αναγκαιότητας δημοσίευσης της, οδηγεί σε απόρριψη και αυτού του ισχυρισμού.

 

Αναφορικά, τώρα, με την θέση της συνηγόρου του Αιτητή ότι ακολουθήθηκε λανθασμένα η ταχύρυθμη διαδικασία αντί η κανονική διαδικασία εξέτασης του αιτήματος ασύλου του κατά παράβαση των Άρθρων 12Δ και 13 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), θεωρώ ότι αυτή δεν ευσταθεί. Από τις πρόνοιες των σχετικών άρθρων της νομοθεσίας επιτρέπεται κατά την κρίση του εξεταστή-λειτουργού όπως η αξιολόγησης της αίτησης διεθνούς προστασίας διενεργηθεί με την ταχύρυθμη διαδικασία στη περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος (όπως στην παρούσα) προέρχεται από ασφαλή χώρα ιθαγένειας (ως το Άρθρο 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και ο Προϊστάμενος κατά την υποβολή της έκθεσης/εισήγησης μπορεί είτε να αναγνωρίσει τον Αιτητή ως πρόσφυγα, ή να αναπέμψει για να διενεργηθεί η κανονική διαδικασία εξέτασης ή να απορρίψει την αίτηση και να εκδώσει απόφαση επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή διάταγμα απέλασης. Καθίσταται δε αλυσιτελής ως λόγος ακύρωσης καθότι διενεργήθηκε πλήρης και/ή εκτενής συνέντευξη επί του αιτήματος του Αιτητή.

 

Σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρεί σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος ασύλου σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς της δικηγόρου του Αιτητή στη βάση του περιεχομένου του φακέλου. 

 

Ως προκύπτει πρόκειται για ενήλικο, Νιγηριανό υπήκοο, με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής τη πόλη Benin, της πολιτείας Edo. Χριστιανός, εθνοτικής καταγωγής Esan, άγαμος, άτεκνος, υγιής, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με προϋπηρεσία στον κλάδο των ακινήτων. Η πατρική του οικογένεια αποτελείται από τη μητέρα του και 6 αδέρφια, όλοι τους διαμένοντες στη γενέτειρα του, ο δε πατέρας του έχει αποβιώσει. Εγκατέλειψε αεροπορικώς τη χώρα του στις 09/11/21. Κατά τη καταγραφή της αίτησή του για διεθνή προστασία, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του εξαιτίας της στοχοποίησης του από τις αρχές, λόγω της πολιτικής του δράσης. Δήλωσε ότι διατελούσε αρχηγός μια οργάνωσης με την ονομασία S.A.R.S, που ως σκοπό είχε τη μάχη κατά της αστυνομικής βίας και την προαγωγή της καλής διακυβέρνησης της χώρας. Κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων, η ομάδα του, προέβαινε σε αποκλεισμό δρόμων και επιχειρήσεων, που είχε ως αποτέλεσμα τη βίαιη αντίδραση της αστυνομίας, με συλλήψεις και δολοφονίες, αναφερόμενος σε μια εξ αυτών, που έλαβε χώρα την 01/10/20, κατά τη διάρκεια της οποίας η κυβέρνηση έδωσε εντολή στο στρατό να πυροβολήσει κατά των διαδηλωτών, με αποτέλεσμα τη δολοφονία ανθρώπων. Ακολούθησε το κλείσιμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης της οργάνωσης και η εν γένει παραβίαση των δικαιωμάτων τους, αλλά και η προσωπική στοχοποίηση του Αιτητή  ως αρχηγού της οργάνωσης αλλά και με τις κατηγορίες του αντιφρονούντος.

 

Κατά τη διάρκεια της προσωπικής του συνέντευξης, αναφέρθηκε στη συμμετοχή του στο κίνημα End S.A.R.S και στην επίμαχη διαμαρτυρία που έλαβε χώρα τον 10ο/2020, καθώς και στην ιδιότητά του ως μέλος του στο κόμμα PDP. Ειδικότερα όσον αφορά το κίνημα  End S.A.R.S δήλωσε ότι ξεκίνησε τον 10ο/2020, ως απάντηση στην αστυνομική βία και αυθαιρεσία της ειδικής ομάδας Special anti-robbery Squad, και διήρκησε περίπου 20 ημέρες, κατά τις οποίες πραγματοποιούνταν καθημερινές διαδηλώσεις, με τη κατάσταση στη χώρα να είναι τεταμένη. Αποκορύφωμα δε αυτής της κατάστασης ήταν η συγκέντρωση στο Lekki Toll Gate, όπου ο στρατός σκότωσε πολίτες. Σχετικά με τον ρόλο του, δήλωσε ότι σε μία διαδήλωση ήταν αρχηγός του κινήματος στην περιοχή του, καθοδηγώντας του συμμετέχοντες σε ειρηνική διαδήλωση, ενώ κατά κύριο λόγο προωθούσε τις διαδηλώσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ερωτηθείς σχετικά με την ομάδα S.A.R.S δήλωσε ότι απαγορεύτηκε, δηλώνοντας ωστόσο ότι κατά τη παραμονή στη Νιγηρία εξακολούθησε να τους βλέπει και δηλώνοντας άγνοια για τη σημερινή δράση της, ενώ όταν του ζητήθηκε να επεξηγήσει τους λόγους που φοβάται ότι θα στοχοποιηθεί, δεδομένης της απαγόρευσης της εν λόγω ομάδας και της εξάλειψης των φαινομένων αστυνομικής αυθαιρεσίας, δήλωσε ότι λόγω της συμμετοχής του ως αρχηγός στη διαδήλωση, αλλά και της δημοσιοποίησης των όσων συνέβησαν στο Lekki Toll Gate, στοχοποιήθηκε από τη κυβέρνηση. Ερωτηθείς αν συνέβη κάτι προσωπικά στον ίδιο κατά την επίμαχη περίοδο, δήλωσε ότι κατά τη διάρκεια μια διαδήλωσης δέχτηκε μαζί με άλλους διαδηλωτές, επίθεση από την αστυνομία, ισχυριζόμενος ότι τον είχαν στοχοποιήσει λόγω του ιστορικού του, χωρίς ωστόσο να γνωρίζει πως ταυτοποιήθηκε από τις αναρτήσεις του.

 

Όσον αφορά το ρόλο του στο κόμμα PDP, ο Αιτητής αναφέρθηκε στην πολιτική πορεία του κόμματος, δηλώνοντας παράλληλα πως ο ίδιος συμμετείχε εθελοντικά κατά τη προεκλογική εκστρατεία του Abdulsalami Abubakar, όντας επικεφαλής των εκλογικών τμημάτων της περιοχής του κατά τη διάρκεια των εκλογών. Ερωτηθείς σχετικώς, δήλωσε ότι έγινε μέλος του κόμματος του 2018, καθώς είχε καλύτερο πρόγραμμα από τα άλλα κόμματα. Όταν του ζητήθηκε να παράσχει περισσότερες πληροφορίες για την στοχοποίησή του από τις αρχές, αναφέρθηκε εκ νέου στο περιστατικό επίθεσης από τους αστυνομικούς, δηλώνοντας ότι τον προσφώνησαν με το βαπτιστικό του όνομα και τον χτύπησαν, ενώ στη συνέχεια πληροφορήθηκε από έναν φίλο του ότι τον αναζητούν. Ως προς το διάστημα που παρέμεινε στη χώρα καταγωγής του μετά το περιστατικό της επίθεσης, δήλωσε ότι μετακινούνταν διαρκώς μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα του. Σχετικά με το μελλοντικό του φόβο, δήλωσε ότι σε περίπτωση επιστροφής του η αστυνομία θα τον συλλάβει και θα τον ξεφορτωθεί. Ερωτηθείς σχετικά με τη δυνατότητά του να εξέλθει νομίμως της χώρας παρά την ισχυριζόμενη αναζήτησή του από τις αρχές, δήλωσε ότι δεν έχει καταγραφεί ως καταζητούμενος στα σχετικά αρχεία της αστυνομίας, ενώ όταν του ζητήθηκε να επεξηγήσει τους λόγους που φοβάται ότι θα συλληφθεί δεδομένης της μη καταγραφής του, αναφέρθηκε στη δράση του στο κίνημα End S.A.R.S. Ως προς τους λόγους που υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, 3 έτη μετά τη φυγή του, δήλωσε ότι κατά τη παραμονή του στις μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές δεν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα, μέχρι που εντόπισε πρόσωπα που ανήκουν στο πολιτικό χώρο του APC, και ακολούθως ήρθε στη Δημοκρατία αιτούμενος διεθνούς προστασίας. Τέλος, ως προς τη δυνατότητά του να εγκατασταθεί σε κάποια άλλη περιοχή της Νιγηρίας, απάντησε αρνητικά.

 

Ο λειτουργός, κατά την αξιολόγηση της αίτησης, εντόπισε πέντε ουσιώδεις ισχυρισμούς εκ των οποίων τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή συμπεριλαμβανομένου του ταξιδιού του και η ιδιότητα του ως μέλος του κινήματος End S.A.R.S και του πολιτικού κόμματος PDP αντίστοιχα, έγιναν αποδεκτοί ως αξιόπιστοι. Αντίθετα, οι ισχυρισμοί περί στοχοποίησης του από τη κυβέρνηση λόγω των ανωτέρω δύο ιδιοτήτων του απορρίφθηκαν. Ειδικότερα:

 

Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, σχετικά με την ιδιότητα του ως μέλος του κινήματος End S.A.R.S., ο λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του στο σύνολό τους ήταν επαρκείς πληροφοριών, χωρίς στοιχεία αναξιοπιστίας, απαντώντας σε όλα τα ερωτήματα που του τέθηκαν και καταβάλλοντας πραγματική προσπάθεια να παρέχει όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες. Συναφώς, οι δηλώσεις του σχετικά με το σκοπό του κινήματος, τη διάρκεια του, τα μέρη, τη συχνότητα και το τρόπο δράσης του, αλλά και το ρόλο του ίδιου, κρίθηκαν ακριβείς, επαρκείς πληροφοριών, με συνοχή και ιδιαιτερότητα στην αφήγηση. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός σημείωσε ότι δεν προκύπτουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε αντιπαραβολή των ισχυρισμών με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. 

 

Ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό σχετικά με τη στοχοποίησή του από τη κυβέρνηση της Νιγηρίας, λόγω της συμμετοχής του στο ανωτέρω κίνημα και την δημοσιοποίηση στοιχείων που αφορούσαν την ειδική αστυνομική ομάδα S.A.R.S., κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του στερούνταν επαρκών πληροφοριών και στερούνταν συνέπειας και συνοχής. Πιο συγκεκριμένα, ο λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει επαρκώς την προσωπική του εμπλοκή στο κίνημα, ώστε να δικαιολογείται η στοχοποίηση του. Περαιτέρω, η άγνοια του για τις πολιτικές εξελίξεις και την εξακολούθηση ή μη της δράσης της ομάδας S.A.R.S. κρίθηκε ως μη δικαιολογημένη, καθώς αναμενόταν από τον ίδιο να γνωρίζει πληροφορίες δεδομένης της προσωπικής του στοχοποίησης. Επιπλέον, κρίθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να επεξηγήσει τον ισχυρισμό του περί αδυναμίας επιστροφής του, όσο η συγκεκριμένη κυβέρνηση βρίσκεται στην εξουσία, ενώ οι δηλώσεις του περί αδυναμίας του κράτους να τους ανακηρύξει ως εγκληματίες και συνεπακόλουθα να τους καταδικάσει, κρίθηκε ότι βάλει κατά του πυρήνα του ισχυρισμού. Τέλος, οι δηλώσεις του σχετικά με την επίθεση που φέρεται να υπέστη από την αστυνομία και η ταυτοποίησή του κρίθηκαν ως ανεπαρκείς πληροφοριών και ασαφείς. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός σημείωσε ότι δεν προκύπτουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε αντιπαραβολή των ισχυρισμών με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

Ως προς τον τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό, που αφορά την ιδιότητα του ως μέλος του πολιτικού κόμματος PDP, ο λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του τόσο σχετικά με το πολιτικό κόμμα, όσο και με τη δράση και το ρόλο του ίδιου ήταν επαρκείς πληροφοριών και συνεκτικές. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, παρατέθηκαν πληροφορίες σχετικά με την ιστορία και δράση του εν λόγω κόμματος, επιβεβαιώνοντας τους σχετικούς ισχυρισμούς του Αιτητή.

 

Τέλος, αναφορικά με τον πέμπτο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι τα προβλήματα από την κυβέρνηση της Νιγηρίας λόγω της παραπάνω ιδιότητάς του, ο λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή στερούνταν επάρκειας πληροφοριών και συνοχής. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει τη στοχοποίηση προς το πρόσωπό του, κάτι που εύλογα αναμενόταν, λόγω της σπουδαιότητας των ισχυρισμών, όταν δε του δόθηκε η ευκαιρία να διευκρινίσει τις δηλώσεις του, προέβη σε επανάληψη των ισχυρισμών του για τα όσα συνέβησαν στη διαμαρτυρία του κινήματος End S.A.R.S. Επιπρόσθετα, αξιολογήθηκε το γεγονός ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ένα έτος έπειτα της πορείας, χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα από τις αρχές, κάτι που δεν ήταν σε θέση να επεξηγήσει, ενώ οι απαντήσεις του σχετικά με τους λόγους που θεωρεί ότι έπειτα από τέσσερα χρόνια οι αρχές θα τον αναζητήσουν κρίθηκαν ασαφείς. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός σημείωσε ότι δεν προκύπτουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε αντιπαραβολή των ισχυρισμών με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. 

 

Βάσει των ισχυρισμών που έγιναν αποδεκτοί και εξετάζοντας πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο λειτουργός κατέληξε ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι αν επιστρέψει θα αντιμετωπίσει δίωξη ή σοβαρή βλάβη. Όσον αφορά το προφίλ και τόπο συνήθους διαμονής, το Benin της πολιτείας Edo, παρατέθηκαν πληροφορίες σχετικά με τη κατάσταση ασφαλείας από τις οποίες προέκυψε αφενός η απουσία ένοπλων συγκρούσεων, αφετέρου η δράση της πολιτείας για την αντιμετώπιση εσωτερικών ζητημάτων ασφαλείας μεταξύ των οποίων η μάχες μεταξύ κτηνοτρόφων και αγροτών, η εξάλειψη της βίας των συμμοριών κ.α. Έτσι, και λαμβάνοντας υπόψη τα περιορισμένα περιστατικά ασφαλείας στη περιοχή, σε συνδυασμό με το προφίλ του Αιτητή, κατάληξε ότι δεν συντρέχει κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής του. Ως προς τον κίνδυνο του Αιτητή, λόγω της ιδιότητάς του ως μέλος του πολιτικού κόμματος PDP και του κινήματος S.A.R.S. αντιστοίχως και ορθώς λαμβάνοντας υπόψη πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, από τις οποίες προκύπτει ότι ο κίνδυνος εξαρτάται από το επίπεδο πολιτικής δραστηριότητας και συνεκτιμώντας τις ιδιαίτερες περιστάσεις του, ήτοι τη χαμηλόβαθμη θέση του Αιτητή και την περιορισμένη ορατότητά του, καθώς και το γεγονός ότι υπέβαλε αίτημα διεθνούς προστασίας 3 έτη αργότερα της φυγής του, κρίθηκε ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα αντιμετωπίσει δίωξη ή σοβαρή βλάβη.

 

Από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία του, επί των σημείων και ισχυρισμών που δεν έγιναν αποδεκτοί (Ισχυρισμοί 3 και 5), δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου του, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[1], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Από το αφήγημα του δεν προκύπτει να τεκμηριώνεται προσωπική εμπλοκή και δίωξη. (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Υπάρχουν δε επί της έκθεσης-εισήγησης εκτεταμένες καταγραφές του λειτουργού ως προς τα ευρήματα αναξιοπιστίας του Αιτητή στο μέρος που αφορά απόρριψη των ισχυρισμών 3 και 5 ως επίσης και εκτενείς παραπομπές σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με το τί επικρατεί στην χώρα καταγωγής, τα οποία ουδόλως αμφισβητήθηκαν επαρκώς κατά την δικαστική διαδικασία από την συνήγορο του και/ή ούτε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία υπέδειξε σημεία επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών του. Η δε ιδιότητα και μόνον του Αιτητή από μόνη της ως μέλος κόμματος και/ή ομάδων δεν μπορεί να οδηγήσει αυτόματα σε αναγνώριση του καθεστώτος πρόσφυγα. Ο Αιτητής με τις περιγραφές ανωτέρω δεν τεκμηρίωσε ότι εμπίπτει σε κατηγορίες προσώπων (υψηλόβαθμα στελέχη) υψηλού κινδύνου που θα αντιμετώπιζε προσωπική στοχοποίηση και δίωξη. Σύμφωνα με την §80 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών:

 

«80. Το να έχει κάποιος πολιτικές απόψεις διαφορετικές από εκείνες της κυβέρνησης δεν συνιστά από μόνο του λόγο για αναγνώριση καθεστώτος πρόσφυγα και ο αιτών πρέπει να αποδείξει ότι εξαιτίας αυτών των απόψεων έχει φόβο δίωξης. Τούτο προϋποθέτει ότι ο αιτών εκφράζει απόψεις που δεν είναι ανεκτές από τις αρχές, επειδή συνιστούν κριτική στην πολιτική ή στις μεθόδους τους.  Προϋποθέτει επίσης ότι οι αρχές έχουν πληροφορηθεί τις απόψεις του συγκεκριμένου προσώπου ή ότι του αποδίδουν τέτοιες απόψεις.  Οι πολιτικές απόψεις ενός διδασκάλου ή ενός συγγραφέα είναι ενδεχομένως περισσότερο έκδηλες από εκείνες ενός προσώπου που είναι λιγότερο δημόσια εκτεθειμένο.  Η σχετική σημασία ή απήχηση των απόψεων του αιτούντος όπως διαπιστώνεται κάθε φορά με βάση τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης είναι επίσης καθοριστική.»

 

Η μη προσωπική στοχοποίηση του Αιτητή ενισχύεται από το γεγονός ότι δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και αποχώρησε νόμιμα χωρίς κανένα πρόβλημα από την χώρα καταγωγής του με χρήση του διαβατηρίου του. Συνεπώς, από τα στοιχεία που τέθηκαν τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και του Δικαστηρίου ο Αιτητής απέτυχε να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του, υπάρχει κίνδυνος δίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, συνεπώς, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση του εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.  Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ο λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη την περιοχή καταγωγής του Αιτητή, έκρινε ότι δεν θα αντιμετώπιζε σοβαρή βλάβη λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Για σκοπούς πλήρους αξιολόγησης του αιτήματος του Αιτητή, το Δικαστήριο προβαίνει σε έρευνα[2] εν σχέση με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στην περιοχή τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή της οποίας το συμπέρασμα συνάδει με εκείνο της αρμόδιας αρχής ήτοι ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις αδιάκριτης βίας και/ή δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή στο έδαφος της περιοχής τον εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης. Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του ορίζει τη χώρα καταγωγής του Αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, ο ίδιος δεν έχει τεκμηριώσει ότι στην χώρα του δεν είναι ασφαλής λόγω των ειδικών του περιστάσεων. 

 

Ως εκ των ανωτέρω δεν διαπιστώνεται ελλιπής έρευνα της Υπηρεσίας Ασύλου κατά την έκδοση της απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270).  Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

Το Διάταγμα Παραμονής ημερομηνίας 30/10/24 που επέτρεπε την παραμονή του Αιτητή μέχρι την ολοκλήρωση της παρούσας δικαστικής διαδικασίας ακυρώνεται και η απόφαση επιστροφής της αρμόδιας αρχής ενεργοποιείται.

 

                      

 

                        Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009.

[2] Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι στην Benin City της πολιτείας Edo της Νιγηρίας που συνιστά τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Aιτητή, κατά το τελευταίο έτος καταγράφηκαν μόνον 51 περιστατικά ασφαλείας και 49 θάνατοι, εκ των οποίων 5 εξεγέρσεις (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 34 μάχες (41 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 12 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (8 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και κανένα περιστατικό εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας - ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Edo της Νιγηρίας ανέρχεται σε 4,777,000 και της Benin City ανέρχεται σε 1,680,000 σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2022.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο