M.O.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: Τ89/2025, 10/4/2025
print
Τίτλος:
M.O.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: Τ89/2025, 10/4/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: Τ89/2025

10 Απριλίου, 2025

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

M.O.O.

Αιτητή

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Μονομερής αίτηση ημερομηνίας 18.02.2025 για δικαίωμα παραμονής

 

Α. Ευσταθίου (κος), για Αλέξανδρος Ευσταθίου και Χρυσάνθη Επιφανίου, Δικηγόροι για τον Αιτητή

 

Καμία εμφάνιση για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό αναφορά προσφυγή, ζητείται από το Δικαστήριο απόφαση με την οποία να ακυρώνει ως άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 27/01/2025, με την οποία απορρίφθηκε το μεταγενέστερο αίτημα του Αιτητή ως απαράδεκτο και αιτείται όπως αναγνωριστεί ως πρόσφυγας ή εναλλακτικά όπως του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Εναλλακτικά, αιτείται από το Δικαστήριο απόφαση με την οποία να διατάζει τους Καθ΄ ων η Αίτηση όπως επανεξετάσουν το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή βάσει της κανονικής διαδικασίας εξέτασης αιτήσεων δυνάμει του Άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου και με την οποία να ακυρώνει ως άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος την απόφαση επιστροφής των Καθ' ων η Αίτηση εναντίον του Αιτητή.

 

Στο πλαίσιο της παρούσας προσφυγής, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση μονομερής αίτηση, με την οποία ο Αιτητής αιτείται Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται η δυνατότητα παραμονής του στη Δημοκρατία μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης στην παρούσα.

 

Η υπό αναφορά αίτηση συνοδεύεται από ένορκη δήλωση (ημερ. 18/02/2025) της κας Σπαρσή, η οποία αναφέρει ότι εργάζεται στο Κυπριακό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και είναι υπεύθυνη εντός του εν λόγω οργανισμού για τη στήριξη και τη βοήθεια του Αιτητή. Επιπρόσθετα, αναφέρει ότι είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη από τον Αιτητή να προβεί στην εν λόγω ένορκη δήλωση ενόψει του ότι ο Αιτητής είναι κρατούμενος και ως εκ τούτου είναι σχεδόν αδύνατο και/ή πάρα πολύ δύσκολο να προσέλθει αυτοπροσώπως ενώπιον του Πρωτοκολλητή για να ορκιστεί την σχετική ένορκη δήλωση εντός της σχετικής προθεσμίας. Αναφέρει ότι λαμβάνει γνώση για τα γεγονότα που εκθέτει στην ένορκη δήλωσή της από πληροφορίες και ενημέρωση που έχει λάβει από τον ίδιο τον Αιτητή και τους δικηγόρους του, εκτός εάν και όπου αναφέρει το αντίθετο, αλλά και από μελέτη του φακέλου της υπόθεσης.

 

Στην ένορκη δήλωση της κας Σπαρσή, αναφέρονται τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή και δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός ότι είναι ομοφυλόφιλος και ότι η ομοφυλοφιλία συνιστά ποινικό αδίκημα που επισύρει ποινή φυλάκισης στην πολιτεία στην οποία διέμενε, καθώς και αντικείμενο κοινωνικού στίγματος ως προκύπτει και από επισυναπτόμενο στην ένορκη δήλωση απόσπασμα από έκθεση του 2024 του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (EUAA) αναφορικά με τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων στη Νιγηρία. Επιπρόσθετα, αναφέρεται ότι μετά την έκδοση της απορριπτικής απόφασης του Δικαστηρίου σε σχέση με την αρχική αίτησή του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής επέστρεψε οικειοθελώς στη χώρα καταγωγής του, όπου μεταφέρθηκε από την μητέρα του σε ένα κατάλυμα που ήταν συνδεδεμένο με την τοπική εκκλησία για σκοπούς υποβολής του σε «θεραπεία μεταστροφής» προκειμένου να «καταστραφούν τα κακά πνεύματα που έχει μέσα του» σε σχέση με τον γενετήσιο προσανατολισμό του, κατά τη διάρκεια της οποίας οι συνθήκες διαμονής του ήταν κακές, τον κτυπούσαν και τον κακομεταχειρίζονταν.

 

Αφότου δραπέτευσε και κατέφυγε για να ζήσει μαζί με κάποιο φίλο του, δεχόταν απειλές από την οικογένειά του ότι θα τον καταγγείλουν στις αρχές εάν δεν επιστρέψει στο κατάλυμα. Ακολούθως, ο Αιτητής επέστρεψε στην Κυπριακή Δημοκρατία, συνελήφθη και καταδικάστηκε για το αδίκημα της παράνομης εισόδου και διαμονής στην Κυπριακή Δημοκρατία και προέβη στην καταχώρηση μεταγενέστερου αιτήματος, το οποίο και απορρίφθηκε. Εφόσον ο Αιτητής έθεσε στο μεταγενέστερο αίτημά του ότι ο βασικός λόγος δίωξής του σχετίζεται με τον γενετήσιο προσανατολισμό του και το τι είχε υποστεί στη χώρα του σε σχέση με αυτόν, λανθασμένα οι Καθ΄ ων η Αίτηση έκριναν ότι τα όσα προέβαλε δεν συνιστούν νέα στοιχεία τα οποία λόγω δικής του υπαιτιότητας δεν υποβλήθηκαν προηγουμένως, με αποτέλεσμα σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα του, να διατρέχει πιθανό κίνδυνο να υποστεί μη αναστρέψιμη και/ή ανεπανόρθωτη ζημιά και/ή βλάβη.

 

Κατά το στάδιο της ακρόασης της υπό εξέταση αίτησης, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του Αιτητή καταχώρησαν Γραπτή Αγόρευση προς υποστήριξη της υπό εξέταση αίτησης και ισχυρίστηκαν αρχικά ότι υφίσταται έκδηλη παρανομία στη λήψη της απόφασης επί της μεταγενέστερης αίτησης του Αιτητή. Αυτή τους η θέση, βασίζεται στο γεγονός ότι  λανθασμένα οι Καθ΄ ων η Αίτηση κατέληξαν αφενός ότι δεν υπήρχαν νέα στοιχεία τα οποία εξ υπαιτιότητας του Αιτητή δεν υποβλήθηκαν κατά την αρχική διαδικασία, ενώ αφετέρου κάνουν αναφορά σε γεγονότα και/ή στοιχεία που τέθηκαν εκ μέρους του Αιτητή και τα οποία έλαβαν χώρα μετά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του και μετά την έκδοση της πρώτης απορριπτικής απόφασης, ήτοι τη «θεραπεία μεταστροφής» και τις απειλές που λάμβανε από την οικογένειά του.

 

Ακολούθως, ισχυρίστηκαν ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ενδεχομένως να παραβιαστεί η αρχή της μη επαναπροώθησης, καθώς διατρέχει κίνδυνο να υποστεί μη αναστρέψιμη και/ή ανεπανόρθωτη ζημιά και/ή βλάβη και συγκεκριμένα μεγάλο κίνδυνο να συλληφθεί και/ή να φυλακιστεί και/ή να υποστεί σωματική βία, βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία ή ακόμη και να επέλθει ο θάνατός του, λόγω του γενετήσιου προσανατολισμού του.

 

Έχω εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή τις θέσεις και ισχυρισμούς που προβάλλονται, τόσο με την ένορκη δήλωση της κας Σπαρσή όσο και δια της αγόρευσης των συνηγόρων του Αιτητή, υπό το φως των νομοθετικών προνοιών και νομολογιακών αρχών αναφορικά με την εξέταση αίτησης για άδεια παραμονής.

 

Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω τις σχετικές διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου όσον αφορά την παρούσα αίτηση στην οποία απορρίφθηκε πρώτο μεταγενέστερο αίτημα του Αιτητή:

 

Το άρθρο 8 προνοεί τα ακόλουθα (υπογραμμίσεις του παρόντος Δικαστηρίου):

«8.-(1)(α) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (1Α) του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη της παραγράφου (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 16Δ, ο αιτητής έχει, αποκλειστικά για το σκοπό της διαδικασίας, δικαίωμα παραμονής στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, το οποίο δικαίωμα ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του μέχρι-

(i) την ημερομηνία κατά την οποία λήγει άπρακτη η προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 12Α του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου για άσκηση προσφυγής κατά απόφασης του Προϊσταμένου επί της εν λόγω αίτησης (…), ή

(ii) σε περίπτωση που ασκήθηκε η προαναφερόμενη προσφυγή εμπρόθεσμα, την ημερομηνία έκδοσης πρωτόδικης απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου επ’ αυτής.

(…)

(1Α) (…), σε περίπτωση απόφασης του Προϊσταμένου-

(α) (…)

(β) με την οποία κρίνεται μια αίτηση απαράδεκτη, σύμφωνα με τις παραγράφους (α), (β) ή (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ή

(…)

η δυνατότητα παραμονής του αιτητή στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές αποφασίζεται από το Διοικητικό Δικαστήριο, κατόπιν καταχώρισης σχετικής αίτησης του αιτητή η οποία εξετάζεται και αποφασίζεται το ταχύτερο δυνατό, χωρίς να απαιτείται η κλήση του αιτητή για να παραστεί, εκτός εάν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά:

(…)

(1Β) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 16Δ, ο αιτητής του οποίου το δικαίωμα παραμονής εξετάζεται από το Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του εδαφίου (1Α), έχει το δικαίωμα παραμονής στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές μέχρι την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου επί της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1Α) αίτησής του. (…)».  

 

Σύμφωνα με το άρθρο 16Δ (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«(4)(α) Με την επιφύλαξη  της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου, το εδάφιο (1) του άρθρου 8  εφαρμόζεται επί αιτητή που ενεργεί κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1).

(β) Ο Προϊστάμενος δύναται με απόφασή του να τερματίζει το δικαίωμα παραμονής, στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, προσώπου που ενήργησε κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), όταν το εν λόγω πρόσωπο –

(i) Καταθέτει πρώτη μεταγενέστερη αίτηση, η οποία δεν εξετάζεται περαιτέρω βάσει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (3), απλώς για να καθυστερήσει ή να παρεμποδίσει την εκτέλεση απόφασης, η οποία θα οδηγούσε στην άμεση απομάκρυνσή του από τη Δημοκρατία, ή

(ii) (…)

(γ) Το εδάφιο (1Β) του άρθρου 8 δεν εφαρμόζεται αναφορικά με πρόσωπο επί του οποίου εφαρμόζεται η παράγραφος (β) του παρόντος εδαφίου.».

 

Από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου του Αιτητή, διαφαίνεται ότι η προσφυγή υπ΄ αρ. 818/22 που είχε καταχωρήσει στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 02/02/2022 απορρίφθηκε στις 20/01/2023 (ερυθρά 62-73 του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής συμπλήρωσε μεταγενέστερη αίτηση που φέρει ημερομηνία 15/01/2025 (ερυθρά 78-80 του διοικητικού φακέλου) και στις 27/01/2025, εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού υιοθέτησε την σχετική Έκθεση/Εισήγηση αρμόδιου λειτουργού ημερομηνίας 23/01/2025, απέρριψε τη μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή ως απαράδεκτη (ερυθρά 91-95 του διοικητικού φακέλου). Στις 05/02/2025 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή επιστολή, στην οποία συμπεριέλαβε την Έκθεση/Εισήγηση και η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στον Αιτητή (ερυθρό 96 του διοικητικού φακέλου).  Αξίζει να σημειωθεί ότι στην επιστολή των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 05/02/2025 αναφέρονται τα ακόλουθα: «Furthermore, due to the fact that your first subsequent application was declared inadmissible and it was submitted merely in order to delay or frustrate the enforcement of your return from the Republic of Cyprus to your country, you have no right to remain in the Republic of Cyprus, according to the article 16D (4)(b)(i) of the Refugee Law of 2000.».

 

Όσον αφορά την ουσία της παρούσας αίτησης, η προσφερόμενη στο παρόν Δικαστήριο δυνατότητα έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων ώστε ο Αιτητής να διαμείνει στη Δημοκρατία μέχρι την αποπεράτωση της προσφυγής του βασίζεται στο άρθρο 8(1Α) του περί Προσφύγων Νόμου και διέπεται δικονομικά από τον Κανονισμό 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, ο οποίος τυγχάνει εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας βάσει του Κανονισμού 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019). 

 

Σύμφωνα με την πλούσια επί του θέματος νομολογία, η εν λόγω δικαιοδοσία πρέπει να ασκείται με φειδώ και μόνο όταν στοιχειοθετηθεί είτε έκδηλη παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, είτε το ενδεχόμενο πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή από τη μη έκδοση του διατάγματος (βλ. ενδεικτικά Economides v. Republic (1982) 3 CLR 837, Moyo and another v. Republic (1988) 3 CLR 1203, Frangos and others v. Republic (1982) 3 CLR 53, Eπιτροπή Κεφαλαιαγοράς ν. Marfin Popular Bank (2007) 3 A.A.Δ. 32). Η διαπίστωση έκδηλης παρανομίας, η οποία δικαιολογεί την έκδοση προσωρινού διατάγματος, έχει την έννοια ότι η παρανομία είναι αυταπόδεικτη και οφθαλμοφανής και καταδεικνύεται χωρίς να απαιτείται να διερευνηθούν οποιαδήποτε αντιφατικά γεγονότα και ισχυρισμοί. Αν δεν αναδύεται αυτόματα, πρέπει να προκύπτει ως αντικειμενικά αναντίλεκτη και μη υποκείμενη σε στάθμιση και έκφραση κρίσης (Frangos a.ο. v. The Minister of Interior a.ο. (1982) 3 C.L.R. 53, Moyo a.ο. v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 1203, Κροκίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1857, Τούμπας κ.ά. ν Δημοκρατίας κ.ά. (2013) 3 Α.Α.Δ. 387). 

 

Ο δε ισχυρισμός για ανεπανόρθωτη ζημία πρέπει να δικογραφείται δεόντως, ώστε να προσδιορίζεται με σαφήνεια και να τεκμηριώνεται επαρκώς. Απλοί ισχυρισμοί για ανεπανόρθωτη ζημία ή αναφορά σε γενικό ή θεωρητικό επίπεδο δεν αρκούν (Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos κ.ά. ν. Cybarco Plc κ.ά. (2009) 3 Α.Α.Δ. 513). Το δε βάρος τόσο της επίκλησης όσο και της απόδειξης ανεπανόρθωτης ζημιάς, το φέρει ο αιτητής (Μαρκουλλίδου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 3413). Στην παρούσα, καταγράφεται ειδικά ότι σε περίπτωση επαναπροώθησης του Αιτητή στη Νιγηρία, αυτός θα τεθεί σε κίνδυνο.

 

Από τα ενώπιον μου στοιχεία διαπιστώνω ότι η παρούσα αίτηση θα πρέπει να τύχει έγκρισης για τους λόγους που εξηγώ αμέσως πιο κάτω. Στην μεταγενέστερη αίτησή του, ο Αιτητής κατέγραψε ότι αφότου αποκάλυψε  στην οικογένεια του τον Ιούλιο του 2023 ότι είναι ομοφυλόφιλος, λάμβανε απειλές κατά της ζωής του και τον Ιανουάριο του 2024 εγκατέλειψε την Κυπριακή Δημοκρατία και επέστρεψε στη χώρα καταγωγής του. Όταν αφίχθηκε στην χώρα καταγωγής του, ισχυρίστηκε μεταφέρθηκε από τους γονείς του σε ένα μέρος που έμοιαζε σαν εκκλησία όπου τον απειλούσαν, τον κτυπούσαν και τον βασάνιζαν, καθώς επιθυμούσαν να αποβάλει από μέσα του το πνεύμα της ομοφυλοφιλίας. Κατόρθωσε να δραπετεύσει από το μέρος από το οποίο κρατείτο και ενόσω ζούσε με κάποιο φίλο του, λάμβανε απειλές από την οικογένειά του ότι θα τον σκοτώσουν και ότι θα τον καταγγείλουν στις αρχές της χώρας του για να συλληφθεί και να φυλακισθεί για το σεξουαλικό του προσανατολισμό. Σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, η ζωή του θα τεθεί σε κίνδυνο.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός που εξέτασε τη μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή και συνέταξε την Έκθεση/Εισήγηση, που αποτελεί και την αιτιολογική βάση της προσβαλλόμενης απόφασης, ως προς τους ισχυρισμούς που πρόβαλε ο Αιτητής σε αυτήν, προχώρησε σε διαπιστώσεις, οι οποίες εκ πρώτης όψεως φαίνονται λανθασμένες. Ειδικότερα, ανέφερε ότι στα πλαίσια της αρχικής του αίτησης, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η ζωή του απειλείται και ότι είχε διαφορές με το θείο του εξαιτίας διαφορών που είχε με τον πατέρα του λόγω της πιθανής εκλογής του στη βασιλεία, ισχυρισμοί οι οποίοι εξετάστηκαν κατ΄ ουσίαν και απορρίφθηκαν. Στα πλαίσια της προσφυγής του κατά της απορριπτικής απόφασης των Καθ’ ων η Αίτηση, ισχυρίστηκε ότι είναι ομοφυλόφιλος και ακολούθως με την μεταγενέστερη αίτησή του, ανέφερε ότι εξαιτίας του σεξουαλικού του προσανατολισμού επιθυμεί το επανάνοιγμα του φακέλου του. Ως εκ τούτου, κατέληξε ότι τα όσα πρόβαλε ο Αιτητής με την μεταγενέστερη αίτησή του δεν συνιστούν νέα στοιχεία.

 

Επιπρόσθετα, ο λειτουργός κατέγραψε στην Έκθεση/Εισήγησή του ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι λάμβανε απειλές από την οικογένειά του εξαιτίας της αποκάλυψης του σεξουαλικού του προσανατολισμού, χωρίς να επικαλεστεί του λόγους για τους οποίους δεν ανέφερε τα στοιχεία αυτή κατά την αρχική του αίτηση, έστω και εάν φαίνεται να προϋπήρχαν και ως εκ τούτου, λόγω δικής του υπαιτιότητας, δεν υποβλήθηκαν κατά την προηγούμενη διαδικασία.

 

Από τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου, διαπιστώνω ότι τα όσα κατέγραψε ο Αιτητής στην μεταγενέστερη αίτησή του αναφορικά με τα όσα έχει υποστεί στην χώρα καταγωγής του λόγω της αποκάλυψης του σεξουαλικού του προσανατολισμού, τις απειλές εναντίον του εξαιτίας τούτου και του κινδύνου που επικαλείται ότι διατρέχει σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα του, λανθασμένα έχουν κριθεί από τον λειτουργό των Καθ΄ων η αίτηση ότι δεν συνιστούν νέα στοιχεία. Επιπρόσθετα και όπως ορθώς ισχυρίσθηκαν οι δικηγόροι του Αιτητή, λανθασμένα ο λειτουργός των Καθ΄ ων η αίτηση προβαίνει σε διαπίστωση ότι λόγω υπαιτιότητας του Αιτητή τα όσα πρόβαλε στην μεταγενέστερη αίτησή του δεν υποβλήθηκαν από πλευράς του κατά την αρχική του αίτηση, καθώς τα εν λόγω στοιχεία και/ή ισχυρισμοί αφορούν γεγονότα που κατ΄ ισχυρισμόν έλαβαν χώρα μετά την απόρριψη της αρχικής του αίτησης από την Υπηρεσία Ασύλου και την απόρριψη της προσφυγής του υπ’ αρ. 818/22 που είχε καταχωρήσει στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Ενόψει των πιο πάνω διαπιστώσεων μου παρατηρώ ότι εκ πρώτης όψεως η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση δεν φαίνεται επαρκώς και ορθώς αιτιολογημένη, με αποτέλεσμα να προκύπτει εμφανής παρανομία αυτής. Τα πιο πάνω συμπεράσματα του Δικαστηρίου δεν σφραγίζουν το αποτέλεσμα της κυρίως προσφυγής, ούτε και δύνανται να προκαταλάβουν την κρίση του Δικαστηρίου σε σχέση με την επίδικη απόφαση, με την οποία κρίθηκε απαράδεκτο το μεταγενέστερο αίτημα του Αιτητή.

 

Περαιτέρω, ενόψει των ανωτέρων αναφερομένων διαπιστώσεων των Καθ’ ων η αίτηση, αναπόφευκτα ο αρμόδιος λειτουργός δεν προχώρησε να αξιολογήσει περαιτέρω τους ισχυρισμούς που πρόβαλε ο Αιτητής ως προς την κακομεταχείριση και τα βασανιστήρια που επικαλέστηκε ότι είχε υποστεί κατά τη διάρκεια της κράτησής του στη χώρα καταγωγής του, αλλά ούτε και του κινδύνου που επικαλείται ότι θα διατρέξει εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του εξαιτίας του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Τούτων λεχθέντων, λαμβάνω υπόψιν μου ότι σε περίπτωση που δεν εγκριθεί η υπό εξέταση αίτηση, ο Αιτητής ενδεχομένως επιστραφεί στη χώρα του, όπου ως ισχυρίζεται είναι πιθανόν να υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη και να κινδυνεύσει εξαιτίας του σεξουαλικού του προσανατολισμού, επισυνάπτοντας και σχετικά στοιχεία.   

 

Για τους πρόσφυγες, η αρχή της μη επαναπροώθησης  όπως ορίζεται στο άρθρο 33 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, περί του καθεστώτος των προσφύγων, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του διεθνούς νομικού καθεστώτος για την προστασία τους. Η αρχή της μη επαναπροώθησης όχι μόνο απαγορεύει την απομάκρυνση, απέλαση ή έκδοση προς χώρα όπου ένα πρόσωπο απειλείται με τον κίνδυνο δίωξης ή άλλη σοβαρή βλάβη (άμεση επαναπροώθηση) αλλά και προς χώρες όπου τα άτομα ενδέχεται να εκτεθούν σε σοβαρό κίνδυνο μεταγενέστερης απομάκρυνσης προς τέτοια χώρα (έμμεση επαναπροώθηση). 

 

Σχετική είναι και η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-562/13, Centre public d'action sociale d'Ottignies-Louvain-LaNeuve v. Abdida, η οποία εκδόθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2014,  στην οποία έχει λεχθεί ότι τα κράτη έχουν υποχρέωση αυτόματης αναστολής της ισχύος απόφασης περί απομάκρυνσης ή επιστροφής, όταν υφίστανται αποχρώντες λόγοι να θεωρηθεί ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί σε σοβαρό κίνδυνο να υποστεί μεταχείριση αντίθετη προς το Άρθρο 19.2 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο προβλέπει για την απαγόρευση βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής ποινής ή μεταχείρισης, κατά τρόπο ανάλογο με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ. 

 

Με βάση τις ανωτέρω αναφερόμενες νομοθετικές πρόνοιες και την νομολογία του ΕΔΔΑ και του ΔΕΕ, ο ανασταλτικός χαρακτήρας απέλασης μέχρι την εκδίκαση της κυρίως προσφυγής είναι θεμελιώδους σημασίας για την προάσπιση των δικαιωμάτων αιτητή ο οποίος ενδέχεται να κινδυνεύσει και/ή να υποστεί βασανιστήρια και/ή απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση στην χώρα στην οποία θα απελαθεί.  Από δε τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου, διαφαίνεται ότι ο Αιτητής έχει εγείρει ισχυρισμούς περί κινδύνου που ενδέχεται να διατρέξει σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού.  Ως εκ τούτου, κρίνω ότι ενδεχομένως ο Αιτητής υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά σε περίπτωση που δεν εγκρίνω την παρούσα αίτηση.

 

Βάσει των όσων ανέλυσα ανωτέρω, εγκρίνεται η ενδιάμεση αίτηση του Αιτητή ημερομηνίας 18/02/2025 ως το αιτητικό της και επιτρέπεται η παραμονή του Αιτητή στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές μέχρι την εκδίκαση της παρούσας προσφυγής.  Τα έξοδα της παρούσας αίτησης θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της κυρίως προσφυγής, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα επιδικαστούν εναντίον του Αιτητή.

 

 

Μ. Παπαντωνίου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο