Ο.L.P. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1326/24, 9/5/2025
print
Τίτλος:
Ο.L.P. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1326/24, 9/5/2025

 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.: 1326/24

 

9 Μάϊου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

Ο.L.P.

Αιτητού

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

 

 

Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια

 

Ν. Νικολάου (κ.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 29.2.2024 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.            Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: η Λ. Δ. Κ.). Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, κατά δήλωση του περί τον Σεπτέμβριο του 2019, και ακολούθως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία περί τις 10.9.2019. Κατόπιν, περί τις 2.7.2020 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Την 1.11.2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό, ο οποίος υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 29.2.2024, εξέδωσε απόφαση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 8.4.2024, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.            Ο Αιτητής, κατά την ακροαματική διαδικασία, δια της συνηγόρου του, δήλωσε ότι προωθεί μόνο τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας. Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι οι αντιφάσεις τις οποίες διέκρινε ο αρμόδιος λειτουργός ουδέποτε τέθηκαν στον Αιτητή προς διευκρίνιση από τον ίδιο, ως το Άρθρο 13Α(10) του περί Προσφύγων Νόμου επιτάσσει, ενώ δεν τέθηκαν ούτε και διευκρινιστικές ερωτήσεις επί της ελεύθερης αφήγησης του. Επιπρόσθετα, προωθείται ο ισχυρισμός ότι ο Αιτητής δύναται να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας καθότι διώκεται ένεκα της ιδιότητάς του ως μέλος συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου, επειδή προέρχεται από την περιοχή Lubumbashi, από όπου οι κάτοικοι αντιμετωπίζονται ως ξένοι, όπως δήλωσε στη συνέντευξή του (ερυθρό 36 του διοικητικού φακέλου, στο εξής: δ.φ.). Επιπλέον, η συνήγορος του Αιτητή διατείνεται ότι ο τελευταίος αντιμετωπίζει δύο φορείς δίωξης. Αφενός, τους κάτοικους της Κινσάσα επειδή θεωρούν ξένους όσους κατάγονται από το Lubumbashi και αφετέρου, οι συνάδελφοι του πατέρα του. Ως προς τον πρώτο φορέα δίωξής του, η συνήγορος του Αιτητή παραπέμπει σε πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του για να αποδείξει ότι υπάρχουν σοβαρές διακρίσεις εις βάρος των εσωτερικά εκτοπισμένων, και συνεπώς δεν θα μπορούσε να επιστρέψει στην Κινσάσα. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής θεωρεί ότι δικαιούται το καθεστώς επικουρικής προστασίας εξαιτίας του οικογενειακού δεσμού του με απειλούμενο πρόσωπο, ήτοι του πατέρα του.

 

3.            Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση, υπεραμύνονται της επίδικης πράξης ως προϊόν δέουσας έρευνας. Παραπέμποντας στα ευρήματά τους κατά τη διοικητική διαδικασία, υποστηρίζουν ότι ο Αιτητής δεν αντιμετωπίζει μελλοντοστραφώς οποιοδήποτε κίνδυνο δίωξης. Στη βάση του μόνο αποδεκτού ισχυρισμού του ήτοι του προφίλ και του τόπου τελευταίας συνήθους διαμονής του και της χώρας καταγωγής του, δεν προκύπτει κίνδυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης στο πρόσωπο του και συνεπώς δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Νομικό Πλαίσιο

4.            Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

5.            Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

6.            Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.            Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό. 

 

8.            Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

9.            Ως προς τους ισχυρισμούς του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί εκ προοιμίου αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξης de novo και ex nunc, επαναξιολογώντας τα ενώπιόν του δεδομένα (Βλ. απόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, στην υπόθεση C‑283/24 [Barouk], ECLI:EU:C:2025:236, σκέψεις 24 εώς 28, Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024, ). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100]

 

10.         Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).

 

11.         Εν προκειμένω, ο Αιτητής κατά την καταγραφή της αίτησής του για άσυλο, κατά μερικώς ακατάληπτο τρόπο, αναφέρει ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για σπουδές ενώ ο πατέρας του είχε κάποιες νομικές διαδικασίες στη χώρα του και ο ίδιος ήταν ανάμεσα στα πρόσωπα που προόριζαν να σκοτώσουν. Ακολούθως, δήλωσε ότι ο πατέρας του σκοτώθηκε στις 22.9.2019, αφότου έφυγε, έτσι δεν μπορούσε να επιστρέψει στη χώρα του, καθώς είναι ανάμεσα στα παιδιά που προορίζονται να δολοφονηθούν. Ο ίδιος ο Αιτητής προοριζόταν να σκοτωθεί. Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Κατά την αίτηση διεθνούς προστασίας του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι κινδύνευε η ζωή του στην χώρα καταγωγής του.

 

12.         Της συνέντευξής του, προηγήθηκε αξιολόγηση ευαλωτότητας του Αιτητή, όπου κατά τις δηλώσεις του, δεν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα υγείας. Δήλωσε, επίσης, ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του επειδή μία φυλή σκότωσε τον πατέρα του και απείλησε τον ίδιο. Ως προς το ταξίδι του ανέφερε ότι συγγενείς και φίλοι τον είχαν βοηθήσει να χρηματοδοτήσει το ταξίδι του, ενώ εισήλθε στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας για οικονομικής φύσεως λόγους. Ισχυρίστηκε, περαιτέρω, ότι η ψυχολογική του κατάσταση είναι σταθερή και πως ποτέ δεν είχε αυτοκτονικές σκέψεις.

 

13.         Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, δήλωσε ότι γεννήθηκε Lumbumbashi το 1994, όπου παρέμεινε μέχρι το 2001, οπότε και μετακόμισε στο Κisangagni λόγω της εργασίας του πατέρα του, όπου παρέμεινε για 15 χρόνια. Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο ότι είναι πτυχιούχος Νομικής και προτού εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του εργαζόταν για τον πατέρα του, ο οποίος εργαζόταν ως υπεύθυνος κρατικός λειτουργός σε αντίστοιχη υπηρεσία, η οποία ήλεγχε τον ηλεκτρισμό και το νερό. Ως προς την οικογένειά του ανέφερε ότι η μητέρα και τα τρία αδέλφια του (η μεγαλύτερη αδελφή του και ο μικρότερος αδελφός και η μικρότερη αδελφή του) εξακολουθούν να διαμένουν στο Κisangagni και είναι καλά. Μέλη της ευρύτερης οικογένειάς του επίσης διαμένουν στη χώρα καταγωγής του. Ο πατέρας του απεβίωσε από δηλητηρίαση -κατά τη δήλωσή- του στις 22.12.2020, μετά από την άφιξη του Αιτητή στη Δημοκρατία. Έτι περαιτέρω, δήλωσε ότι εισήλθε στη Δημοκρατία με φοιτητική θεώρηση σε πανεπιστήμιο στις κατεχόμενες περιοχές και πως ο αποβιώσας πατέρας του είχε χρηματοδοτήσει το ταξίδι του και, στην συνέχεια, τις σπουδές του.

 

14.         Αποκριθείς ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, δήλωσε ότι επιθυμεί να ολοκληρώσει τις σπουδές του στο διεθνές δίκαιο. Επιπρόσθετα, ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του αντιμετώπιζε προβλήματα, τα οποίαεπηρέαζαν και τον ίδιο ως γραμματέα του πατέρα του. Κληθείς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για τους ισχυρισμούς του, ανέφερε ότι όταν η οικογένειά του εγκατέλειψε το Lumumbashi και μετέβησαν στο Kisangani, οι υπάλληλοι της εταιρείας στην οποία εργαζόταν ο πατέρας του, απέρριπταν τον τελευταίο επειδή εργαζόταν μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο με τον οποίο διαφωνούσαν και ήθελαν να τον δηλητηριάσουν. Κατά τους ισχυρισμούς του Αιτητή, και ο ίδιος επηρεαζόταν από αυτό το πρόβλημα και ο πατέρας του τον παρότρυνε να εγκαταλείψει την χώρα για να συνεχίσει τις σπουδές του εκτός της ΛΔΚ. Κληθείς να περιγράψει τι συνέβη στον ίδιο απάντησε ότι από τότε που άρχισε να δουλεύει για τον πατέρα του αντιμετώπιζε τα ίδια προβλήματα και όταν ο πατέρας του αντιλήφθηκε ότι η ζωή του κινδύνευε, διευθέτησε όπως ο Αιτητής εγκαταλείψει την χώρα.

 

15.         Στην συνέχεια, υποβλήθηκαν διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα στον Αιτητή. Κληθείς να διευκρινίσει τα καθήκοντα του πατέρα του, απάντησε ότι ήταν ο διευθυντής και ότι εργαζόταν στην συγκεκριμένη εταιρεία από την ηλικία των 24 ετών. Ερωτηθείς να περιγράψει τα δικά του καθήκοντα, ο Αιτητής δήλωσε ότι ήταν ο ιδιωτικός γραμματέας του πατέρα του, ο οποίος τον εκπαίδευσε για να δουλεύει μαζί του. Ο ίδιος δεν επιθυμούσε να δουλεύει εκεί επειδή θεωρούσε ότι εν τέλει θα σκοτωνόταν λόγω του ότι δεν είναι διεφθαρμένος. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε, περαιτέρω, ότι δηλητηρίασαν τον πατέρα του επειδή επιθυμούσαν να τον αντικαταστήσουν. Περιγράφοντας τον τρόπο με τον οποίο δηλητηριάστηκε ο πατέρας του, δήλωσε ότι περιέλουσαν την πόρτα του γραφείου του με δηλητήριο ούτως ώστε να το εισπνεύσει. Ερωτηθείς, επιπλέον, για τους λόγους που οι υπάλληλοι επιθυμούσαν να βλάψουν τον ίδιο, εφόσον εργαζόταν εκεί με καθεστώς ημιαπασχόλησης, δεν κατείχε τα προσόντα για τη δουλειά και ο πατέρας του έχει πλέον αποβιώσει, ο Αιτητής απάντησε ότι όταν ο πατέρας του απεβίωσε η θέση ήταν άδεια και θεώρησε ότι εάν επιστρέψει στην εταιρεία θα πίστευαν ότι επιθυμεί να αντικαταστήσει τον πατέρα του. Ισχυρίστηκε, επίσης, ότι ο πατέρας του δηλητηριάστηκε ενόσω ο ίδιος βρισκόταν στο αεροδρόμιο. Επιπλέον, ο Αιτητής δήλωσε πως πληροφορήθηκε για τον θάνατο του πατέρα του μέσω ενός φίλου του. Κληθείς να περιγράψει τι θα συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στην χώρα καταγωγής του, απάντησε ότι εξαιτίας της καταγωγής της οικογένειάς τους (από Lubumbashi) θα βιώσει διακριτική αντιμετώπιση, καθώς στο Kisangani αντιμετωπίζονται ως ξένοι.

 

16.         Αξιολογώντας το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά στην ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή και ο δεύτερος στον φόβο δίωξης εξαιτίας των προβλημάτων που είχε ο πατέρας του Αιτητή στην εργασία του.

 

17.         Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε ότι παρατέθηκε με επαρκή λεπτομέρεια και συνοχή και πως βρισκόταν σε συμφωνία με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ωστόσο, ο δεύτερος ισχυρισμός έτυχε απόρριψης. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με τα καθήκοντα του ιδίου και του πατέρα του. Δήλωσε ότι οι κύριες αρμοδιότητές του ήταν να είναι ο προσωπικός γραμματέας του πατέρα του, εντούτοις, δεν ήταν σε θέση να παράσχει περισσότερες πληροφορίες για την εταιρεία, όπως την ακριβή διεύθυνση και το τηλέφωνο της και αναμενόταν από αυτόν να γνωρίζει αυτά τα στοιχεία δεδομένου ότι εργαζόταν στη συγκεκριμένη εταιρεία για εύλογο χρονικό διάστημα. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές λεπτομέρειες για το περιστατικό που τον ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καθότι περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι τον απειλούσαν στις συγκεντρώσεις που πραγματοποιούσαν και η εταιρεία θεωρούσε πως θα αντικαταστήσει τον πατέρα του. Ωστόσο, ερωτηθείς εάν η εταιρεία τον προσέγγισε απάντησε αρνητικά, ισχυρισμός ο οποίος κρίθηκε ως ελλιπής και μη ευλογοφανής. Επιπρόσθετα, η απάντηση του αναφορικά με τους λόγους που οι άλλοι υπάλληλοι επιθυμούσαν να τον δηλητηριάσουν δεν κρίθηκε ικανοποιητική. Τέλος, το γεγονός ότι κατά την διάρκεια παραμονής του στην Κινσάσα (προφανώς η Κινσάσα καταγράφεται από τους Καθ’ ων η αίτηση εκ παραδρομής και εννοείται το Kisangani) δεν τον είχε προσεγγίσει οποιοσδήποτε από την εταιρεία του πατέρα του για το χρονικό διάστημα 2017 – 2019, θεωρήθηκε ότι υποβαθμίζει το φόβο δίωξής του.

 

18.         Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, κρίθηκε ότι τα όσα αναφέρει ο Αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των ισχυρισμών του μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.

 

 

19.         Στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου, στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, διαπιστώθηκε πως, βάσει των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής και περιοχή διαμονής του αιτητή εκεί (Kisangani) δεν υφίσταται κίνδυνος οποιασδήποτε μορφής δίωξης ή κίνδυνος σοβαρής βλάβης του σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του.

 

20.         Προχωρώντας, τέλος, στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

21.         Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασία ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο ισχυρισμό.

 

22.         Κατά την ακρόαση της παρούσας υπόθεσης, η συνήγορος του Αιτητή ισχυρίστηκε ότι ο κύριος ισχυρισμός του ήταν ότι ανήκει στην φυλή Bole και ότι αυτός και η οικογένεια του ήταν εσωτερικά εκτοπισμένοι και ενώ καταγόταν από το Lubumbashi μετακόμισαν στην περιοχή Kisangani εξαιτίας της εργασίας του πατέρα του.  Σε ερώτηση του Δικαστηρίου ως προς τους λόγους που ο Αιτητής δεν θα μπορούσε να επιστρέψει στο Lubumbashi, η συνήγορος απάντησε ότι δεν θα μπορούσε να επιστρέψει εξαιτίας της φυλής του, ήτοι τους Bole. Σε ακόλουθη δήλωσή της ανέφερε ότι είναι στην πόλη Kisangani που διώκονται ένεκα της φυλής τους.

 

23.         Το Δικαστήριο είχε επίσης την ευκαιρία να θέσει ερωτήματα στον Αιτητή. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι τα αδέλφια του και η μητέρα του, με τους οποίους διατηρεί επικοινωνία, διαμένουν στην Kisangani. O αδελφός του σπουδάζει, ωστόσο, η αδελφή του διέκοψε τις σπουδές της εξαιτίας οικονομικού προβλήματος που αντιμετώπισε ο Αιτητής καθώς δεν μπορούσε να την συνδράμει στα δίδακτρα. Η άλλη του αδελφή βρίσκεται στο σπίτι τους με τη μητέρα του. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου να περιγράψει την καθημερινότητα της οικογένειας και αν αντιμετωπίζουν οποιαδήποτε προβλήματα, ο Αιτητής απάντησε ότι πάντα βρίσκονται στο σπίτι το οποίο η δουλειά του πατέρα τους παρείχε σ’ αυτούς, ωστόσο, τώρα βρίσκονται σε διαδικασίες έξωσης. Κληθείς να απαντήσει σε ερωτήματα για τον πατέρα του ισχυρίστηκε ότι εργαζόταν ως διευθυντής εταιρείας ενέργειας για πολλά χρόνια. Δήλωσε επίσης ότι ο πατέρας του απεβίωσε στις 22.12.2020 από δηλητηρίαση και ερωτηθείς εάν αυτό καταγράφεται στο πιστοποιητικό θανάτου του απάντησε καταφατικά. Κληθείς να διευκρινίσει γιατί δεν προσκόμισε το πιστοποιητικό θανάτου, απάντησε ότι λόγω της σύντομης ειδοποίησης να παραστεί στην συνέντευξη στην Υπηρεσία Ασύλου δεν είχε τον χρόνο να το εντοπίσει, ενώ δήλωσε ότι δεν του ζητήθηκε να το προσκομίσει στην παρούσα διαδικασία.

 

24.         Σε μεταγενέστερα ερωτήματα του Δικαστηρίου αναφορικά με την ζωή του στο Kisangani, δήλωσε ότι μετακόμισε εκεί περί το 1998, κατόπιν μετάθεσης του πατέρα του από το Lubumbashi. Συνεπώς, μεγάλωσε και σπούδασε εκεί, όπου είχε μία καλή παιδική ηλικία με την οικογένεια του. Σε σχετική ερώτηση εάν ως μέλος της φυλής Bole έχει αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα, απάντησε ότι όταν η οικογένεια μετακόμισε στο Kisangani δεν ήταν ευπρόσδεκτοι εξαιτίας της φυλής τους και γι’ αυτό τον λόγο είχαν δηλητηριάσει τον πατέρα του. Δήλωσε, επιπρόσθετα, ότι ο πατέρας του επιθυμούσε όπως ο Αιτητής εργαστεί μαζί του για να συνεχίσει το επάγγελμα του. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου, εάν θα μπορούσε να εργαστεί σε άλλο επαγγελματικό πεδίο, όπως για παράδειγμα ως δικηγόρος ακολουθώντας τον κλάδο σπουδών του, απάντησε ότι δεν μπορούσε να εγκαταλείψει τον πατέρα και την οικογένεια του. Ισχυρίστηκε επιπρόσθετα πως στις κυβερνητικές θέσεις, όταν κανείς αποβιώνει τότε θα ζητηθεί από τα μέλη της οικογένειας του εάν μπορούν να αναλάβουν την θέση που έχει κενωθεί. Συνεπώς, δεν θα μπορούσε να αναζητήσει εργασία αλλού εάν επιστρέψει στην χώρα καταγωγής του με αποτέλεσμα να κινδυνεύει να δηλητηριαστεί. Ερωτηθείς εάν η οικογένεια του αντιμετωπίζει οποιαδήποτε πρόβλημα σήμερα στο Kisangani, ανέφερε ότι στρατιωτικοί έχουν επισκεφθεί το σπίτι τους για να τους εκδιώξουν επειδή ο πατέρας του έχει πλέον αποβιώσει και δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν να διαμένουν εκεί. Ερωτήθηκε περαιτέρω πώς ήταν τα παιδικά του χρόνια, όπου απάντησε ότι ήταν καλά. Ως προς το θέμα της φυλής του, ανέφερε ότι στο Kisangani δεν θέλουν τα άτομα που κατάγονται από το Lubumbashi.

 

25.         Από την πλευρά τους, οι Καθ’ ων η Αίτηση θεωρούν ότι δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία που να ανατρέπει το συμπέρασμα περί αναξιοπιστίας του Αιτητή, όπως για παράδειγμα το πιστοποιητικό θανάτου του πατέρα του Αιτητή. Ενώ θέτει επίσης το ερώτημα, για ποιο λόγο ο πατέρας του, ο οποίος γνώριζε ότι ο Αιτητής κινδύνευε, να τον προωθούσε στη συγκεκριμένη θέση εργασίας.

 

26.          Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά κρίνω ότι ορθώς απομονώθηκε ως πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός το προφίλ, η χώρα καταγωγής και ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής. Επίσης ορθώς απομονώθηκε ως δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός η δίωξη του Αιτητή από τα πρόσωπα που κατ’ ισχυρισμό προκάλεσαν τη δηλητηρίαση του πατέρα του Αιτητή. Τέλος, ως έτερος ισχυρισμός, ο οποίος δεν εξετάστηκε δέον να εξεταστεί ο ισχυρισμός του Αιτητή περί διακρίσεων που υφίσταται η οικογένειά του Kisangani, ως μέλη της φυλής Mbole.Όπως υποδεικνύει ο Πρακτικός Οδηγός της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO, και πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, EUAA), «η προσήκουσα ταυτοποίηση των ουσιωδών ισχυρισμών είναι ουσιώδης τόσο για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας όσο και για την αξιολόγηση κινδύνου»[1]

 

27.         Καταρχάς, συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

 

28.         Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή παρατηρείται ότι ο Αιτητής αφίχθη στη Δημοκρατία το Σεπτέμβριου του 2019. Κατά την αναφορά του, ο πατέρας του απεβίωσε τρεις μήνες μετά την άφιξή του στη Δημοκρατία, ήτοι στις 22.12.2019 (βλ. ερ. 39 του δ.φ. σημείο 5Χ). Ωστόσο, τόσο ενώπιον του Δικαστηρίου όσο και σε άλλο σημείο της συνέντευξής του (βλ. ερ. 39 του δ.φ. σημείο 5Χ), ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του απεβίωσε στις 11.12.2020. Συνεπώς, έγιναν αντιφατικές δηλώσεις από πλευράς του Αιτητή ως προς το χρόνο του κρίσιμου συμβάντος του θανάτου του πατέρα του. Επιπλέον, ως προς το θέμα της δηλητηρίασης, ο Αιτητής δεν προβάλλει οποιεσδήποτε λεπτομέρειες από τις οποίες να προκύπτει η πεποίθησή του ότι ο θάνατος του πατέρα του ήταν αποτέλεσμα δηλητηρίασης ούτε επαρκείς λεπτομέρειες των περιστάσεων του θανάτου του. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν ήταν παρόν στο συμβάν, διατηρώντας επικοινωνία με τα μέλη της οικογένειάς του, ευλόγως αναμένεται ότι θα ήταν σε θέση να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες αναφορικά με την προηγηθείσα διένεξη του πατέρα του με τους συναδέλφους του, αφ’ ής στιγμής εργαζόταν και μαζί του, αναφορικά με το συμβάν του θανάτου του ή ακόμα εάν εξετάστηκε από τις αρχές της χώρας του η δολοφονία του πατέρα του, όπως ευλόγως θα αναμενόταν, ιδίως εάν κάτι τέτοιο καταγράφεται στο πιστοποιητικό θανάτου του. Δεν παροράται εξάλλου ότι αν και ο Αιτητής ανέφερε ότι στο πιστοποιητικό θανάτου του πατέρα του καταγράφεται η αιτία του θανάτου του, ουδέποτε προσκόμισε το εν λόγω έγγραφο, χωρίς να δίδει ικανοποιητικές εξηγήσεις για αυτό, καίτοι στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας εκπροσωπείται δια συνηγόρου. Σημειώνεται η ευθύνη των αιτούντων να προσκομίσουν οτιδήποτε συναφές και να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση των δηλώσεών τους δυνάμει του άρθρου 16 του περί Προσφύγων Νόμου. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός του περί του θανάτου του πατέρα του ένεκα δηλητηρίασης από τους συναδέλφους του. Όσον αφορά στην τοποθέτηση του Αιτητή ότι ένεκα του θανάτου του πατέρα του τα ίδια πρόσωπα στοχεύουν και στον ίδιο, καίτοι αυτό συμπλέκεται και στην αξιολόγηση κινδύνου, παρατηρείται ότι η πεποίθηση του Αιτητή δεν βρίσκει εύλογο έρεισμα. Ο Αιτητής αναφέρει συναφώς ότι επειδή συνέδραμε τον πατέρα του κατά την εργασία του, οι συνάδελφοι του πρώτου θεωρούσαν ότι ο Αιτητή θα τον αντικαθιστούσε και συνεπώς κινδυνεύει και ο ίδιος. Τα πιο πάνω αποτελούν εικασίες του Αιτητή, οι οποίες δεν βρίσκουν έρεισμα σε κάποια αντικειμενικά δεδομένα. Αντίθετα, τα μέλη της οικογένειάς του, τα οποία εξακολουθούν να διαμένουν στο Kisangani και με τα οποία ο Αιτητής διατηρεί επικοινωνία, δεν αντιμετωπίζουν οποιοδήποτε πρόβλημα με τους κατ’ ισχυρισμό φορείς δίωξής του, ούτε και ο Αιτητής αναφέρθηκε σε οποιοδήποτε γεγονός, το οποίο να έπεται της ισχυριζόμενης δολοφονίας του πατέρα του, το οποίο να δεικνύει ότι τα εν λόγω πρόσωπα τον αναζητούν με σκοπό να το φονεύσουν. Επιπλέον, παρατηρείται ότι, σύμφωνα με τον Αιτητή, ο πατέρας του προκειμένου να καταλάβει την εν λόγω θέση έπρεπε να παρακαθίσει και να επιτύχει σε εξεταστική διαδικασία και να ανελιχθεί σε αυτή τη θέση (βλ. πρακτικά δικαστηρίου ημερ. 16.4.2025). Ως εκ τούτου, δεν κρίνεται ευλογοφανής η τοποθέτηση του Αιτητή ότι τα εν λόγω πρόσωπα θα στραφούν εναντίον του προκειμένου να αποτρέψουν την κατάληψη από τον ίδιο της θέσης του πατέρα του καθώς για αυτό θα πρέπει να προηγηθεί συγκεκριμένη διαδικασία πρόσληψης, η οποία κατά τον ίδιο τον Αιτητή δεν οδηγεί σε άμεση κατάληψη της υψηλής θέσης την οποία κατείχε ο πατέρας του. Είναι δε σαφές ότι δεν υπάρχει κάποια διαδικασία αυτοδίκαιης διαδοχής του κατόχου μιας κυβερνητικής θέσης από άλλο μέλος της οικογένειάς του. Επιπλέον, όπως διευκρινίστηκε και δεδομένο που είναι εύλογο, ο Αιτητής δεν έχει οποιαδήποτε υποχρέωση να διεκδικήσει μια τέτοια θέση, μόνο εκ του λόγου ότι ο πατέρας του εργαζόταν στην εν λόγω υπηρεσία. Σημειώνεται δε ότι τα προσόντα του και οι σπουδές του είναι διαφορετικής φύσεως. Τέλος, ο Αιτητής ουδέποτε αναφέρθηκε σε οποιαδήποτε ενέργεια των εν λόγω προσώπων (τα οποία αναφέρονται γενικά ως οι συνάδελφοι του πατέρα του Αιτητή), η οποία να απευθύνεται ή να στρέφεται με οποιοδήποτε τρόπο εναντίον του Αιτητή. Συνεπώς, ούτε ο ισχυρισμός του Αιτητή περί δίωξης του ιδίου από τους συναδέλφους του πατέρα τεκμηριώνεται.

 

29.         Οι περιγραφές του Αιτητή εκ της περιορισμένης έκτασής τους δεν μπορούν να διασταυρωθούν από εξωτερικές πηγές ούτε και ο Αιτητής προσκόμισε οποιαδήποτε σχετική μαρτυρία. Επικουρικώς, και παρά την θεμελίωση της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή, σημειώνεται ότι ο κίνδυνος που επικαλείται ο Αιτητής συνδέεται άμεσα με την επιθυμία του να καταλάβει μια θέση στην προηγούμενη εργασία του πατέρα του. Ως τούτου, επιστρέφοντας στη χώρα του ο Αιτητής θα μπορούσε να ασκήσει οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα και θέση, η οποία μάλιστα να ανταποκρίνεται στα προσόντα του, χωρίς η μη διεκδίκηση της εν λόγω θέσης, εάν ήθελε θεωρηθεί ότι συνεπάγεται θανάσιμο κίνδυνο για τον Αιτητή, να αποτελεί δυσανάλογο περιορισμό του δικαιώματός του για εργασία υπό τις περιστάσεις. 

 

30.         Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή δεν υπάρχει έρεισμα μη αποδοχής της εθνοτικής του καταγωγής. Ωστόσο, ως προς τον ισχυρισμό περί δίωξής του ένεκα αυτής, πέραν του ισχυρισμού του περί δολοφονίας του πατέρα του εξαιτίας αυτού, για τον οποίο ήδη κρίθηκε αναξιόπιστος, δεν προβάλλονται οποιεσδήποτε συγκριμένες περιστάσεις που να καταδεικνύουν διάκριση εις βάρος της οικογένειάς ή του ιδίου, ένεκα αυτής και δη η οποία να απολήγει σε παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παρατηρείται ότι τόσο ο ίδιος όσο και τα αδέλφια του είχαν πρόσβαση ακόμα και σε ανώτατη εκπαίδευση, ο πατέρας του ήταν κρατικός λειτουργός που κατείχε υψηλή θέση ενώ χάρις στη θέση του αυτή το κράτος φαίνεται να παρείχε σε αυτούς στέγη. Κατά τα άλλα ο Αιτητής δεν εξηγεί ποιες είναι οι περιστάσεις της διακριτικής μεταχείρισης που ο ίδιος υφίστατο. Να σημειωθεί ότι ο Αιτητής δια της συνηγόρου του παραπέμπει σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, οι οποίες αναφέρονται σε εκτοπισμό προσώπων από το Lumbumbashi στην πόλη Kalemie και όχι στο Kisangani, όπου προ ετών εγκαταστάθηκε η οικογένεια του Αιτητή.   Παρατηρείται ότι καταρχάς  οι αναφορά στις εν λόγω πηγές δεν γίνεται κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό 10  των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019.  Επιπλέον και επικουρικώς, παρατηρείται ότι δεν υπάρχει προφανής συνάφεια των εν λόγω πηγών με την περίπτωση του Αιτητή, καθώς είναι σαφές σε διάφορα σημεία των δηλώσεών του ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου ότι η μετακίνηση της οικογένειάς του στο Kisangani έλαβε χώρα όχι διότι η οικογένειά του βρισκόταν υπό δίωξη αλλά για σκοπούς εργασίας του πατέρα του, ο οποίος μετατέθηκε στην περιοχή. Υπό το φως των ανωτέρω, δεν θεμελιώνεται ο ισχυρισμός του Αιτητή περί ύπαρξης διακρίσεων εις βάρος του ένεκα της φυλετικής του καταγωγής.

 

31.         Όσον αφορά στην εθνοτική ομάδα Mbole, σύμφωνα με πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του Αιτητή, καταγράφεται ότι εντάσσονται στην ευρύτερη ομάδα των Mongo, οι οποίοι αναφέρονται ως «οι πληθυσμοί που ζουν στο ισημερινό δάσος της Αφρικής.»[2]  Εντοπίστηκαν πληροφορίες που τοποθετούν την εθνοτική ομάδα στην περιοχή Kisangani.[3]

 

32.         Σύμφωνα με έτερη πηγή του 2023, στην Kisangani, επαρχία Tshopo, η διακοινοτική σύγκρουση σχετικά με ζητήματα γης μεταξύ των Lengola και των Mbole κλιμακώθηκε μετά την υπογραφή συμβάσεων μίσθωσης με ξένη εταιρεία από τον επαρχιακό κυβερνήτη τον Φεβρουάριο του εν λόγω έτους. Το Κοινό Γραφείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών στην Kisangani επιβεβαίωσε τη δολοφονία 32 παιδιών και 2 ενηλίκων έπειτα από επίθεση που φέρεται να διέπραξαν μέλη των Lengola σε δημοτικό σχολείο στις 29 Οκτωβρίου· επιβεβαίωσε επίσης ότι άλλα 16 άτομα σκοτώθηκαν και 29 τραυματίστηκαν, καθώς και μετακινήσεις πληθυσμών και τουλάχιστον 25 σπίτια που πυρπολήθηκαν, κατά τις επακόλουθες συγκρούσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων στις 5 και 8 Νοεμβρίου. Σύμφωνα με τις στρατιωτικές δικαστικές αρχές, 260 άτομα συνελήφθησαν σε σχέση με αυτές τις συγκρούσεις. Σε ανακοίνωση της 8ης Νοεμβρίου, η εθνική αστυνομία του Κονγκό φέρεται να απαγόρευσε τις συγκεντρώσεις άνω των πέντε ατόμων μέσα και γύρω από την Kisangani για λόγους ασφαλείας.[4] Σε έκθεση ημερ. 25.2.2025 του Γενικού Επιτρόπου για πρόσφυγες και απάτριδες του Βελγίου επιβεβαιώνεται η σύγκρουση, η οποία χαρακτηρίζεται ενδοκοινοτική, στην προαναφερόμενη περιοχή μεταξύ των φυλών Lengola και Mbole για ζητήματα γης.[5] Εκ πρώτης όψεως, επομένως, διαφαίνεται ότι υφίσταται σύγκρουση μεταξύ των 2 προαναφερθέντων φυλών στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή. Αξιοσημείωτο, ωστόσο, είναι το γεγονός ότι οι ως άνω ανεξάρτητες πηγές αναφέρονται σε σύγκρουση μεταξύ των φυλών Lengola και Mbole αναφορικά με τη γη και δεν εντοπίζονται σε οποιαδήποτε πηγή πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν τη διακριτική μεταχείριση των Mbole στην πόλη Kisangani της κοινότητας Tshopo στην Λ.Δ.Κ. απλώς και μόνο λόγω της καταγωγής τους.

 

33.         Περαιτέρω, οι πηγές αναφέρονται στον εκτοπισμό σημαντικού αριθμού ατόμων από το 2023 που ξεκίνησαν οι συγκεκριμένες συγκρούσεις από άλλες πόλεις της κοινότητας Tshopo, οι οποίοι φιλοξενούνται στην πόλη Kisangani, ωστόσο από το 2024 αιτίες του εκτοπισμού μεταξύ άλλων είναι και φυσικά φαινόμενα όπως οι σοβαρές πλημμύρες ένεκα της υπερχείλισης του ποταμού Κονγκό.[6] Αυτή η πληροφορία αποδυναμώνει τον ισχυρισμό του Αιτητή, αλλά δεν πρέπει να μείνει ασχολίαστο το γεγονός πως η αιτία της μετοίκησης του Αιτητή μαζί με την οικογένειά του ήταν η εργασία του πατέρα του και άλλη αιτία.  

 

34.         Δεν εντοπίστηκαν περαιτέρω πληροφορίες για την εν λόγω φυλή.[7] Επομένως, συνοψίζοντας ο Αιτητής δεν φαίνεται να εμπλέκεται, σύμφωνα με τις δηλώσεις του, ως μέλος της φυλής Mbole σε οποιουδήποτε είδους διαμάχη και δη κτηματική. Επίσης, ούτε διαφαίνεται να έχει βιώσει οιανδήποτε διακριτική μεταχείριση λόγω της καταγωγής του από τη φυλή Mbole σε καμία περίοδο της ζωής του στη χώρα καταγωγής του. Τέλος, και δεδομένης της μη θεμελίωσης της αξιοπιστίας του  της ισχυριζόμενης δίωξής του ένεκα της φυλετικής του καταγωγής, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

35.         Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής στη βάση του μόνο αποδεκτού ισχυρισμού του γίνεται δεκτό ότι πρόκειται για μονήρη άνδρα, υγιή με υποστηρικτικό οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του, εθνοτικής καταγωγής Μbole, χριστιανό καθολικό ως προς το θρήσκευμα χωρίς οποιεσδήποτε ενδείξεις ευαλωτότητας και χωρίς περιστατικά παρελθούσας δίωξής. Στη βάση των ανωτέρω δεδομένων δεν προκύπτει κάποιος κίνδυνος για τον Αιτητή απορρέων από τα στοιχεία του προφίλ του, δεδομένης και της ανωτέρω ανάλυσης ως προς την εξέταση του ενδεχόμενου κινδύνου ένεκα της φυλετικής του καταγωγής, ούτε και ο ίδιος επικαλείται κάτι σχετικό.

 

36.         Αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην πόλη Kisangani, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, επισημαίνονται τα εξής. H πόλη Kisangani βρίσκεται στο βόρειο-ανατολικό τμήμα της χώρας και είναι το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της ενδοχώρας μετά την Κινσάσα.[8] Η πόλη υπάγεται στην ευρύτερη περιφέρεια του Tshopo[9] και σύμφωνα με επίσημη καταμέτρηση του 2020 ο πληθυσμός εκτιμάται στα 2.823.700[10] Ειδικότερα, για την πόλη Kisangani ο πληθυσμός για το 2025 ανέρχεται σε 1.547.000.[11]  

 

37.         Όσον  η έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για το 2024 αναφέρει ότι η κλιμάκωση των συγκρούσεων μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των ένοπλων ομάδων (M23, ADF, CODECO, FDLR) οδήγησε σε εκτεταμένες απώλειες αμάχων, πάνω από 100 άμαχοι σκοτώθηκαν σε αδιάκριτους βομβαρδισμούς- οι κυβερνητικές δυνάμεις εκτέλεσαν τουλάχιστον 250 άτομα, περί τα 7,3 εκατομμύρια άνθρωποι εκτοπίστηκαν, κυρίως λόγω των συγκρούσεων στα ανατολικά και τέλος η διακοινοτική βία εξαπλώθηκε σε πολλές επαρχίες.[12]

 

38.         Σε πηγές πληροφόρησης, εντοπίζονται στοιχεία αναφορικά με τη δράση της πολιτοφυλακής Μ23 στην περιοχή Kisangani. H προαναφερόμενη M23 (23rd of March Movement) έλαβε το όνομά της από την ειρηνευτική συμφωνία που υπογράφτηκε στις 23.3.2009 μεταξύ της πολιτοφυλακής του Εθνικού Κογκρέσου και της κυβέρνησης της Λ.Δ.Κ., είναι μία από τις πολλές υφιστάμενες αντάρτικες ομάδες της χώρας, δραστηριοποιείται κυρίως στα ανατολικά της χώρας (Βόρειο Kivu) και ιδρύθηκε το 2012 για να διακόψει τη δράση της το 2013 και να αναζωπυρωθεί στα τέλη του 2021, οπότε και συνεχίζει τη δράση της αδιάκοπα.[13] Στόχος της ομάδας είναι η προστασία των Τούτσι, η ανατροπή της κυβέρνησης και όπως και άλλες τέτοιες ομάδες στοχεύει στην εν λόγω περιοχή εξαιτίας του ότι είναι πλούσια σε ορυκτά και επιθυμεί να επωφεληθεί.[14] Οι πληροφορίες για την αντάρτικη ομάδα Μ23 επιβεβαιώνονται και από άρθρο της “The Guardian”.[15]

 

39.         Αναφορικά με τη δράση της Μ23, σε άρθρο του New Humanitarian, το οποίο δημοσιεύθηκε στις 20.03.2025 αναφέρει ότι η εν λόγω αντάρτιτκη ομάδα έχει βλέψεις για την κατάκτηση του Kisangani.[16] Περαιτέρω πληροφορίες για το θέμα εντοπίζονται σε επιστολή της Ομάδας Εμπειρογνωμόνων για τη ΛΔΚ προς το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών όπου αναφέρεται ότι η πολιτικό-στρατιωτική ομάδα “Alliance Fleuve Congo (AFC)” και το υπό κυρώσεις κίνημα “Mouvement du 23 mars (M23)” συνέχισαν ενεργά τους επεκτατικούς τους στόχους, επιδιώκοντας να εδραιώσουν την υποστήριξη όλων των ένοπλων ομάδων στο Ituri και το South Kivu.[17] Ένας αυξανόμενος αριθμός ένοπλων ομάδων συντάχθηκε με τον συνασπισμό AFC/M23, είτε ανοιχτά είτε συγκεκαλυμμένα, επηρεάζοντας σταδιακά και διαπλέκοντας τη δυναμική της σύγκρουσης στις ανατολικές επαρχίες.[18] Στην ίδια πηγή καταγράφονται επαφές μεταξύ της ηγεσίας της ADF και ατόμων από τα δίκτυα του ex-Rassemblement congolais pour la démocratie-Kisangani, του Mouvement de libération και του ex-M23 (S/2013/433, παράγραφοι 62–71· και S/2016/466, παράγραφος 193), οι οποίοι είχαν επίσης δεσμούς με την AFC.[19]

 

40.         Η Ομάδα Εμπειρογνωμόνων για τη ΛΔΚ σε έκθεση που κατέθεσε ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών περί τον Ιούνιο του 2024, είχε κάνει αναφορά για πληροφορίες σχετικά με διεισδύσεις της M23 στην επικράτεια Kalehe (βόρειο South Kivu), στην επικράτεια Beni, και στην περιοχή Kisangani (13 χλμ βορειοανατολικά του Kanyabayonga), οι οποίες αναφέρονταν τακτικά κατά τη στιγμή της σύνταξης της έκθεσης, ωστόσο η Ομάδα δεν ήταν ακόμη σε θέση να τις επαληθεύσει σύμφωνα με το απαιτούμενο επίπεδο αποδείξεων.[20] Στις 10, 16 και 17 Μαρτίου και την εβδομάδα της 18ης Μαρτίου 2024, σχεδόν 3.000 στρατιώτες των FARDC είχαν σταλεί από το Goma και το Kisangani στο Beni, με στόχο να φτάσουν στην περιοχή Rwindi μέσω της επικράτειας Lubero, στο πλαίσιο επιχειρήσεων κατά της πολιτοφυλακής Μ23.[21]

 

41.         Πέραν των περιστατικών βίας ανάμεσα στις κοινότητες Mbole και Lengola στα οποία γίνεται αναφορά ανωτέρω, άλλα περιστατικά ασφαλείας στην περιοχή έχουν ως εξής. Σε έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η οποία δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2025, αναφέρεται ότι στην επαρχία Tshopo, σε απόσταση μεγαλύτερη των 250 χλμ. από την πόλη Kisangani, αναφέρθηκαν βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των κατοίκων των χωριών Yalumbuka και Bolembe. Οι κυβερνητικές αρχές, μιλώντας στον αέρα του Radio Okapi, έκαναν λόγο για αρκετούς νεκρούς και ορισμένους εκτοπισμένους, χωρίς να δώσουν απολογισμό ή κατεύθυνση των εκτοπισμένων.[22]

 

42.         Επισημαίνεται δε ότι η δράση της Μ23 δεν επεκτείνεται σε αξιοσημείωτο βαθμό στην κοινότητα Tshopo όπου ευρίσκεται ο τόπος τελευταίας διαμονής του Αιτητή. Μάλιστα, σύμφωνα με πηγή η εν λόγω κοινότητα δε χαρακτηρίζεται ως περιοχή η οποία βιώνει υψηλό αριθμό περιστατικών και/ή παραβιάσεων.[23]

 

43.         Για πληρότητα της έρευνας, τοποθετούνται στατιστικά στοιχεία από την πλατφόρμα ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project). Σύμφωνα με επικαιροποιημένη έρευνα στη βάση δεδομένων ACLED, κατά το διάστημα 4.5.2024 – 2.5.2025 στην κοινότητα Tshop, όπου ανήκει η πόλη Kisangani, καταγράφηκαν συνολικά 48 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία προέκυψαν 90 απώλειες σε αμάχους. Πρόκειται συγκεκριμένα για 14 μάχες (με 46 απώλειες), 9 περιστατικά βίας κατά αμάχων (με 29 απώλειες), 16 διαδηλώσεις (με 1 απώλεια) και 9 εξεγέρσεις (με 14 απώλειες).[24] Ειδικότερα, για την πόλη Kisangani της κοινότητας Tshopo στην Λ.Δ.Κ., καταγράφηκαν συνολικά 22 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία προέκυψαν 8 απώλειες σε αμάχους. Από τα οποία προκύπτουν 1 μάχη (με 1 απώλεια), 2 περιστατικά βίας κατά αμάχων (με 5 απώλειες), 13 διαδηλώσεις (με καμία απώλεια) και 6 εξεγέρσεις (με 2  απώλειες).[25]

 

44.         Δεδομένης της μακράς παραμονής του Αιτητή στην περιοχή, της αναφοράς του στην τρέχουσα διαμονή της οικογένειάς του στην περιοχή χωρίς να γίνεται αναφορά σε οποιοδήποτε ζήτημα, πέραν του γεγονότος ότι κλήθηκαν να εγκαταλείψουν την οικία τους, η οποία τους παραχωρήθηκε λόγω της εργασίας του πατέρα του και ο οποίος πλέον έχει αποβιώσει, παρά την ύπαρξη περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή δεν δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο βλάβης για τον Αιτητή, λαμβάνοντας υπόψη τα λοιπά στοιχεία του προφίλ του.  

 

45.         Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, καταλήγω βάσει όλων των ανωτέρω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθ’ εαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά.

 

46.         Ούτε, επίσης, τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

47.         Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32], ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ. άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται δε ότι ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση ή του Δικαστηρίου τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.

 

48.         Σημειώνεται συναφώς ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης»

 

49.         Ως προς τον όρο  διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20).   Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ.  απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Εν προκειμένω, η σύγκρουση μεταξύ του κράτους και των ένοπλων αντάρτικων ομάδων, ως προαναφέρθηκαν πιο πάνω, η οποία επιβεβαιώνεται από εξωτερικές πηγές συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά μίας εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης στην Λ.Δ.Κ., η οποία ωστόσο δεν επηρεάζει σε εκτεταμένο βαθμό την κοινότητα Tshopo, τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή.

 

50.         Ωστόσο με βάση το σύνολο των δεδομένων που συλλέχθηκαν και παρατέθηκαν ανωτέρω από ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης, προκύπτει ότι δεν συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, δηλαδή ούτε στην κοινότητα Tshopo ούτε στην πόλη Kinsagani τα περιστατικά και οι προκληθέντες θάνατοι είναι σε τέτοιο υψηλό βαθμό ώστε να συνίσταται αδιάκριτη βία στην περιοχή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].

 

51.         Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

52.         Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερ. 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

53.         Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

 

54.         Επί τη βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, όπως αναλύθηκαν ανωτέρω, σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στην κοινότητα Tshopo, δεν προκύπτει ότι υφίσταται εσωτερική ένοπλη σύρραξη και δη ότι επικρατούν εκεί συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Αλλά και όλως επικουρικώς των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός είναι, σε κάθε περίπτωση, νέος,  ενήλικας άνδρας, ικανός προς εργασία, ο οποίος έχει γεννηθεί και διαβιώσει για μακρό διάστημα στην εν λόγω περιοχή, κατέχοντας συνεπώς επαρκής γνώση επ' αυτής και είναι κάτοχος πανεπιστημιακού τίτλου νομικών σπουδών που του επιτρέπει να διεκδικήσει θέσεις εργασίας στη χώρα καταγωγής του. Να σημειωθεί, επίσης, πως ο Αιτητής διαθέτει  υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του, ήτοι τη γιαγιά, τη μητέρα, τα αδέλφια του (βλ. ερ. 32 του Δ.Φ.).

 

55.         Παράλληλα, ο Αιτητής δεν προβάλλει και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει οτιδήποτε που να συναρτάται με την επικείμενη επιστροφή του σε συνάρτηση με την αρχή της μη επαναπροώθησης, το οποίο δεν εξετάστηκε ήδη ανωτέρω.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π. 



[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment' (2015), διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 5.5.2025)

[2] Britannica, ‘Mongo’, τελευταία αναθεώρηση 8.2.1999, https://www.britannica.com/topic/Mongo,  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[3] University of California Berkley, Payson Centter for International Development, ‘Living with Fear: A Population-based survey on attitudes about peace, justice, and social reconstruction in Eastern Democratic Republic of Congo’, August 2008, https://www.law.berkeley.edu/files/HRC/Publications_Living-With-Fear_08-2008.pdf, p. 54 – 55, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02.05.2025)

[4] United Nations Security Council, United Nations Organization Stabilization Mission in the Democratic Republic of the Congo, 30 November 2023, para. 30, https://www.ecoi.net/en/file/local/2102171/N2336759.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)_

[5] Commissariat général aux réfugiés et aux apatrides,REPUBLIQUE DEMOCRATIQUE DU CONGO: Situation sécuritaire”, 25.2.2025, p. 7, https://www.cgra.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_rdc._situation_securitaire_20250225_0.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025), (ανεπίσημη μετάφραση)

[6] Protection Cluster, “RÉPUBLIQUE DEMOCRATIQUE DU CONGO: Analyse de Protection”, October 2024, p. 5, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pau_dr_congo_octobre_2024_final.pdf , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025), (ανεπίσημη μετάφραση)

[7] Σε έρευνα στις πλατφόρμες Ecoi.net, E.U.A.A. COI Portal και στη μηχανή αναζήτησης Google Chrome με τους όρους “Mbole” και “Mbole – Discrimination” (ημερομηνία αναζήτησης 8.5.2025)

[8] Britannica, ‘Kisangani’, https://www.britannica.com/place/Kisangani, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[9] ACCORD - Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: Democratic Republic of Congo, second quarter 2024: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 7.8.2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2113484/2024q2DemocraticRepublicofCongo_en.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[10] City Population, DRC: Tshopo, https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[11] Macro Trends, DRC: Kisangani, https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/20854/kisangani/population (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[12] Ecoi.net, “Report on the human rights situation (covering 2024)”, 29.4.2025, https://www.ecoi.net/en/document/2124713.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[13] Encyclopedia Britannica, “World History: Wars, Battles & Armed Conflicts: March 23 Movement”, last updated on 7.5.2025, https://www.britannica.com/topic/March-23-Movement (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[14] Encyclopedia Britannica, “World History: Wars, Battles & Armed Conflicts: March 23 Movement”, last updated on 7.5.2025, https://www.britannica.com/topic/March-23-Movement (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[15] The Guardian, Authors: Carlos Mureithi & Eromo Egbejule, “Who are the M23 rebels and why is there fighting in eastern DRC”, 14.2.2025, https://www.theguardian.com/world/2025/jan/27/who-are-m23-rebels-fighting-in-eastern-drc-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[16] The New Humanitarian, ‘After the fall of Goma and Bukavu, where is DR Congo’s M23 war headed?’, 20.3.2025, https://www.thenewhumanitarian.org/analysis/2025/03/20/after-fall-goma-and-bukavu-where-dr-congos-m23-war-headed, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[17] UN Security Council: Letter dated 27.12.2024 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council [S/2024/969],  https://www.ecoi.net/en/file/local/2120496/n2437337.pdf , p. 2, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[18] UN Security Council: Letter dated 27.12.2024 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council [S/2024/969],  https://www.ecoi.net/en/file/local/2120496/n2437337.pdf , p. 2, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[19] UN Security Council: Letter dated 27.12.2024 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council [S/2024/969],  https://www.ecoi.net/en/file/local/2120496/n2437337.pdf , para.28, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[20] UN Security Council: Final report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2024/432], 4.6.2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2112471/n2411880.pdf, p.92, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[21] UN Security Council: Final report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2024/432], 4.6.2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2112471/n2411880.pdf, p.118, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[22] WHO - World Health Organization, published by ReliefWeb: Crise Humanitaire Complexe et Épidémies - République démocratique du Congo : Rapport de Situation Semaine No 03 (27 janvier au 02 février 2025), 21.2.2025
https://reliefweb.int/attachments/a8f2ddcd-9b7a-48be-9d69-802a5f0d9014/SitRep%20Crise%20Humanitaire%20Complexe%20S05_16022025_.pdf, p.5, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025), (σε ανεπίσημη μετάφραση)

[23] Commissariat général aux réfugiés et aux apatrides, “REPUBLIQUE DEMOCRATIQUE DU CONGO: Situation sécuritaire”, 25.2.2025, p. 6 (map), https://www.cgra.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_rdc._situation_securitaire_20250225_0.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025), (ανεπίσημη μετάφραση)

[24] ACLED Explorer με παραμέτρους αναζήτησης Battles/Violence against civilians/Protests/Riots/Explosions-Remote ViolencePast Year of ACLED DataAfricaDRC – Tshopo” https://acleddata.com/explorer/, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)

[25] ACLED Explorer με παραμέτρους αναζήτησης Battles/Violence against civilians/Protests/Riots/Explosions-Remote ViolencePast Year of ACLED DataAfricaDRC – Tshopo – Location: Kisangani”  https://acleddata.com/explorer/, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.5.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο