
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ. 1371/22
29 Μαΐου 2025
[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
G. N.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Γ. Καρατσιόλη (κα) για Ν.Α. Λοΐζου και Χ.Γ. Χριστούδιας, Δικηγόροι για Αιτητή
Ε. Ιωάννου (κα) Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την προσφυγή του ο Αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 13/05/2021 η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 21/02/2022 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης, αντισυνταγματικής και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου (εφεξής «Δ.Φ.») που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινίσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο Αιτητής είναι ενήλικας υπήκοος του Καμερούν και στις 11/02/2020 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Στις 18/09/2020 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO και νυν EUAA, στο εξής αναφερόμενη ως «EASO»). Στις 22/03/2021, ο λειτουργός της EASO ετοίμασε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του Αιτητή. Στις 13/05/2021, η εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου ενέκρινε την πιο πάνω εισήγηση για απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας.
Στις 20/05/2021 η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς τον Αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματός του. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 21/02/2022, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου σε γλώσσα την οποία κατανοεί.
Στη συνέχεια, ο Αιτητής καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή.
Οι συνήγοροι του Αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής τους αγόρευσης, προώθησαν διάφορους λόγους ακύρωσης προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψαν κατά το στάδιο των διευκρινίσεων και διατήρησαν μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας. Ενόψει των δηλώσεων του ευπαίδευτου συνηγόρου του Αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από τον λόγο ακύρωσης που αφορά τη μη δέουσα έρευνα των Καθ’ ων η αίτηση αποσύρονται και απορρίπτονται.
Δια της γραπτής τους αγόρευσης, οι Καθ’ ων η αίτηση υποβάλλουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή και νόμιμη, σύμφωνη με τις διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και των Κανονισμών, είναι αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών με τις οποίες περιβάλλονται οι Καθ’ ων η αίτηση, κατ’ εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου, και λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα, αφού αξιολογήθηκαν όλα τα σχετικά γεγονότα και στοιχεία της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη.
Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του Αιτητή, ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση.
Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).
Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του Αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.
Ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του εξαιτίας του πολέμου και της πολιτικής αστάθειας. Ισχυρίστηκε ότι λαμβάνουν χώρα συγκρούσεις στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν από όπου προέρχεται ανάμεσα στο στρατό της χώρας και στους αποσχιστές μαχητές, οι οποίες συγκρούσεις έχουν ως συνέπεια την καταστροφή τόσο του δημόσιου, όσο και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και το θάνατο αρκετών ατόμων (ερυθρό 1 του Δ.Φ.).
Στο πλαίσιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής το χωριό Kombone της Νοτιοδυτικής επαρχίας του Καμερούν. Ως προς την οικογένειά του δήλωσε ότι ο πατέρας του εξακολουθεί να διαμένει στο χωριό Kombone και η μητέρα του με τις τρεις αδερφές του διαμένουν σε προσφυγικό καταυλισμό στη Νιγηρία από τον Ιανουάριο του 2017 λόγω του πολέμου στην περιοχή τους. Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και ως προς την εργασιακή του πείρα δήλωσε ότι ουδέποτε εργάστηκε και ότι εξαρτάται οικονομικά από τους γονείς του. Εγκατέλειψε τη χώρα του νόμιμα με το διαβατήριο του, από την Douala με τη βοήθεια των γονιών του και τη συνοδεία ενός πάστορα.
Στα πλαίσια της ελεύθερης αφήγησής του, ερωτηθείς αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε το Καμερούν λόγω της πολιτικής αστάθειας που ξεκίνησε το 2016 και η οποία οδήγησε στην απώλεια ανθρώπινων ζωών και στην καταστροφή περιουσιών. Ανέφερε ότι η σύγκρουση ξεκίνησε το 2017 λόγω της μακροχρόνιας περιθωριοποίησης του αγγλόφωνου πληθυσμού από τη γαλλόφωνη κυβέρνηση. Η κατάσταση κλιμακώθηκε μετά τη δολοφονία αξιωματικών της χωροφυλακής στο Kombone από άγνωστους δράστες που χρησιμοποίησαν μαχαίρια (“machetes”). Ως αντίποινα ο στρατός διεξήγαγε βίαιες επιχειρήσεις στην περιοχή, πυρπολώντας οικίες και προβαίνοντας σε μαζικές συλλήψεις νεαρών ανδρών. Αυτή η στρατιωτική αντίδραση προκάλεσε την ένοπλη αντίσταση των πολιτών, ιδίως των νέων, οι οποίοι άρχισαν να χρησιμοποιούν αυτοσχέδια πυροβόλα όπλα για να υπερασπιστούν τις κοινότητές τους. Αυτό που ξεκίνησε δήλωσε, ως κίνημα για περισσότερα δικαιώματα και αναγνώριση, σύντομα μετατράπηκε σε ένοπλο αποσχιστικό αγώνα.
Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι εξαναγκάστηκε να βοηθήσει τους μαχητές (“security fighters”) μεταφέροντας τους με τη μοτοσικλέτα στην περιοχή Bonge για να επιτεθούν σε ένα αστυνομικό σταθμό. Ως δήλωσε, ο ίδιος δεν συμμετείχε στην επίθεση και του είπαν να τους αφήσει λίγα χιλιόμετρα από το σημείο του στόχου. Κληθείς να περιγράψει τους μαχητές, ο Αιτητής ανέφερε ότι φορούσαν παραδοσιακά γούρια που λέγονται «odeshi», τα οποία πίστευαν ότι θα τους προστάτευαν από τις σφαίρες, και ανάγκασαν και τον ίδιο να το φορέσει. Κατά τους επόμενους μήνες και χρόνια, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι εξαναγκάστηκε επανειλημμένα να βοηθά τους μαχητές. Τον ανάγκαζαν να εκτελεί θελήματα γι’ αυτούς, συχνά τρεις φορές την εβδομάδα, τα οποία περιλάμβαναν την αγορά προμηθειών από κοντινές πόλεις και την παράδοσή τους σε στρατόπεδα που βρίσκονταν στις κοιλάδες Kombone και Kwakwa. Τον υποχρέωναν επίσης, ως ανέφερε, να βοηθήσει στο μπλοκάρισμα δρόμων με ξύλα και άλλα υλικά για να εμποδίσουν τη διέλευση στρατιωτικών οχημάτων. Ο Αιτητής διευκρίνισε ότι οι δραστηριότητες αυτές δεν γίνονταν εθελοντικά, αλλά υπό την απειλή βίας και τον επέλεγαν λόγω του ότι οδηγούσε μοτοσικλέτα.
Τον Ιανουάριο του 2017, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι το σπίτι του κάηκε από τις κυβερνητικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια στρατιωτικής επιχείρησης στο χωριό Kombone. Ο ίδιος και η οικογένειά του κατέφυγαν δυτικά σε θαμνώδεις περιοχές, όπου κατασκεύασαν μία καλύβα κοντά στο αγρόκτημά τους, περίπου μιάμιση ώρα με τα πόδια από το χωριό. Ως περιέγραψε, ζούσαν σε άθλιες συνθήκες, εκτεθειμένοι σε ασθένειες και χωρίς ιατρική περίθαλψη. Στην καλύβα αυτή ισχυρίστηκε ότι εξακολουθεί να διαμένει ο πατέρας του.
Τον Οκτώβριο του 2018 ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι συνελήφθη σε στρατιωτικό σημείο ελέγχου, ενώ ταξίδευε από το Kombone στο Banga. Τέθηκε υπό κράτηση για αρκετές ώρες λόγω του ότι τον αναγνώρισαν από την ταυτότητα του. Αφέθηκε ελεύθερος μόνο μετά την καταβολή δωροδοκίας ύψους 100.000 φράγκων CFA. Μετά από αυτό το περιστατικό, ανέφερε ότι απέφευγε όλους τους κεντρικούς δρόμους και χρησιμοποιούσε μονοπάτια σε θάμνους για να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο σύλληψης.
Το 2019 ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι έλαβαν προειδοποίηση, ότι τα γειτονικά χωριά είχαν καταγγείλει τον ίδιο και άλλα επτά άτομα στον περιφερειακό αξιωματούχο της Kwakwa, κατηγορώντας τους για συνεργασία με τους αυτονομιστές. Σε διευκρινιστικά ερωτήματα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι το άτομο που τους ενημέρωσε είχε φωτογραφίσει τον κατάλογο με τα ονόματα, ανάμεσα στο οποίο ήταν και το δικό του. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι διέκοψε τις μετακινήσεις και παρέμεινε κρυμμένος σε θαμνώδεις περιοχές.
Τον Ιανουάριο του 2020 ο Αιτητής ανέφερε ότι ένας στρατηγός των Amba γνωστός ως Divine σκοτώθηκε, γεγονός το οποίο οδήγησε σε εσωτερικές διαμάχες μεταξύ δύο φατριών μαχητών, των «RIBONS» και των «IG», οι οποίες δρούσαν η μία στο χωριό Kombone και η άλλη στο γειτονικό χωριό Kwakwa. Οι φατρίες, ως δήλωσε, μάχονταν για τον εδαφικό έλεγχο και τη συλλογή εσόδων από τους τοπικούς αγρότες, οι οποίοι έπρεπε να καταβάλλουν μηνιαίους ή ετήσιους φόρους. Ο Αιτητής ανέφερε ότι, επειδή ο ίδιος είχε εξαναγκαστεί προηγουμένως να βοηθήσει τη μία φατρία, θεωρούνταν τώρα προδότης από την αντίπαλη φατρία. Συνεπεία αυτού, ισχυρίστηκε ότι έγινε στόχος τόσο των κυβερνητικών δυνάμεων -που τον υποπτεύονταν ότι βοηθούσε τους αυτονομιστές- όσο και των ίδιων των αυτονομιστών μαχητών -που τον κατηγορούσαν ότι ήταν πιστός στην αντίπαλη φατρία.
Ερωτηθείς κατά πόσο στοχοποιήθηκε από τις κυβερνητικές δυνάμεις, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούσε να μεταβεί στην πόλη ή να έχει πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες.
Η μητέρα του και οι αδελφές του κατέφυγαν στη Νιγηρία το 2017, όπου σήμερα διαμένουν σε καταυλισμό προσφύγων, ενώ ο ίδιος παρέμεινε στο χωριό του, πιστεύοντας αρχικά ότι η σύγκρουση θα ήταν σύντομης διάρκειας. Ωστόσο, μέχρι το 2020, έκρινε ότι δεν μπορούσε πλέον να παραμείνει εκεί. Κληθείς να εξηγήσει για ποιο λόγο δεν αναζήτησε και ο ίδιος καταφύγιο στη Νιγηρία ισχυρίστηκε ότι όταν μετακομίζεις στην Νιγηρία ως νεαρός άντρας, την στιγμή που θα εγκαταλείψεις τον προσφυγικό καταυλισμό, οι Νιγηριανές αρχές θα σε παραδώσουν στις αρχές του Καμερούν.
Ο Αιτητής αναφέρθηκε και στον ξάδερφό του, πρώην γραμματέα του κυβερνώντος κόμματος CPDM στο συμβούλιο της Bonge, o οποίος αναγκάστηκε να διαφύγει στη γαλλόφωνη περιοχή του Καμερούν λόγω απειλών από τους αυτονομιστές, οι οποίοι τον κατηγορούσαν ότι συνεργάζεται με την κυβέρνηση. Ο Αιτητής ανέφερε ότι από επικοινωνία που έχει μαζί του, η διαβίωση στις γαλλόφωνες περιοχές είναι δύσκολη. Ερωτηθείς εάν θα μπορούσε να διαμείνει σε άλλη περιοχή του Καμερούν, ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν γνωρίζει πού να μείνει και εάν βρεθεί σε γαλλόφωνη περιοχή με την ταυτότητά του, θα τον συλλάβουν λόγω της αγγλόφωνης καταγωγής του.
Ο λειτουργός της EASO αξιολόγησε όσα ο Αιτητής δήλωσε στην συνέντευξη του και διέκρινε τους εξής ουσιώδεις ισχυρισμούς: 1) Ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του Αιτητή, 2) Το σπίτι του Αιτητή κάηκε τον Ιανουάριο του 2017 στο πλαίσιο γενικής επίθεσης εναντίον του χωριού του λόγω της κρίσης που ξέσπασε, 3) Ο Αιτητής αναγκάστηκε να βοηθήσει ομάδα μαχητών της κοινότητάς του από τον Φεβρουάριο του 2017 μέχρι το 2019 και 4) Βρισκόταν σε κατάλογο ατόμων, ο οποίος δόθηκε στο στρατό λόγω των δραστηριοτήτων του με μαχητές.
Αξιολογώντας τον πρώτο ισχυρισμό, ο λειτουργός της EASO κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αποδεικνύεται τόσο η εσωτερική, όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή, και συνεπώς ο εν λόγω ισχυρισμός έγινε αποδεκτός.
Αποδεκτός έγινε και ο δεύτερος ισχυρισμός, καθότι ως σημείωσε ο λειτουργός, ο Αιτητής ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την κρίση που ξέσπασε στις αγγλόφωνες περιοχές της χώρας του και ήταν σε θέση να αναφερθεί στη εξέλιξη και την κορύφωσή της. Ως κατέγραψε ο λειτουργός, ο Αιτητής περιέγραψε ότι τις Δευτέρες ήταν όλα κλειστά, δεν επιτρεπόταν να ανοίξουν τα καταστήματα ή τα νοσοκομεία και δεν επιτρεπόταν η κυκλοφορία των οχημάτων. Περαιτέρω, ο Αιτητής παρείχε συγκεκριμένες πληροφορίες ως προς τις συνθήκες υπό τις οποίες το σπίτι του κάηκε από τον στρατό, περιγράφοντας ότι τον Ιανουάριο του 2017 αυτονομιστές συγκρούστηκαν με στρατιώτες και αναφέροντας με λεπτομέρεια τις ενέργειές τους μετά το περιστατικό και περιγράφοντας την τοποθεσία όπου κατέφυγαν.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο λειτουργός της EASO προέβη σε έρευνα, κατά την οποία επιβεβαιώθηκε ότι τον Οκτώβριο του 2016, οι διαμαρτυρίες και οι απεργίες για την οικονομική και πολιτική περιθωριοποίηση του αγγλόφωνου πληθυσμού του Καμερούν κλιμακώθηκαν και ότι τον Ιανουάριο του 2017, η κυβέρνηση της χώρας ενέτεινε την καταστολή και στις δύο αγγλόφωνες περιοχές, τη νοτιοδυτική και τη βορειοδυτική, ως απάντηση στις διαμαρτυρίες. Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, έγινε αποδεκτός ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός.
Αναφορικά με τον τρίτο ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής εξαναγκάστηκε να βοηθήσει τους αποσχιστές μαχητές της κοινότητάς του από τον Φεβρουάριο του 2017 μέχρι το 2019, ο λειτουργός επεσήμανε ότι ο Αιτητής ήταν σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς τις περιστάσεις υπό τις οποίες εξαναγκαζόταν να μεταφέρει τους μαχητές, αναφέροντας συγκεκριμένα τις τοποθεσίες-στόχους προς τις οποίες κατευθύνονταν με σκοπό να επιτεθούν. Ο Αιτητής έδωσε συγκεκριμένες πληροφορίες για τους αυτονομιστές μαχητές, αναφέροντας ότι ήταν αρκετοί και χρειάζονταν οκτώ περίπου μοτοσικλέτες για να τους μεταφέρουν. Περιέγραψε επίσης ότι φορούσαν το γούρι «odeshi» δίνοντας λεπτομέρειες για τη χρήση του. Ως σημείωσε ο λειτουργός, ο Αιτητής ήταν σε θέση να απαντήσει για ποιο λόγο επέλεξαν τον ίδιο, αναφέροντας ότι είναι μικρό χωριό, γνωρίζουν τον καθένα και ως εκ τούτου ήξεραν ότι ο ίδιος ήταν καλός στην οδήγηση μοτοσικλετών. Ο Αιτητής υπήρξε συγκεκριμένος ως προς τις περιστάσεις υπό τις οποίες έπρεπε να εκτελέσει θελήματα για τους αυτονομιστές, καθώς και τη συχνότητα που το έκανε και περιέγραψε τους τρόπους που χρησιμοποιούσαν για να τον πείσουν, αναφέροντας ότι τακτική τους είναι να πλησιάζουν με όπλα για να ζητήσουν αυτό που θέλουν και αν κανείς αρνηθεί, απειλούν να τον πυροβολήσουν. Ο Αιτητής έδωσε συγκεκριμένη περιγραφή αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο έκλεινε τους δρόμους με ξύλα. Περαιτέρω περιέγραψε με λεπτομέρεια και συνοχή τα γεγονότα που συνέβησαν στις 25 Οκτωβρίου του 2018, αναφέροντας ότι ενώ μετέβαινε από το Kombone στην περιοχή Mbanga, οι στρατιωτικοί τον αναγνώρισαν από την ταυτότητά του, δίνοντας λεπτομέρειες για τη διάρκεια της κράτησης και για το χρηματικό ποσό που πλήρωσε για να αφεθεί ελεύθερος. Ομοίως, ως επεσήμανε ο λειτουργός, οι δηλώσεις του Αιτητή ήταν επαρκώς τεκμηριωμένες όσον αφορά τις προφυλάξεις που έλαβε στη συνέχεια για να αποφύγει να αναγνωριστεί εκ νέου, αναφέροντας ότι χρησιμοποιούσε ένα μονοπάτι μέσω θάμνων αντί τον κεντρικό δρόμο.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ανωτέρω ισχυρισμού, ο λειτουργός της EASO παρέπεμψε σε πηγές πληροφόρησης, οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι στο αγγλόφωνο τμήμα του Καμερούν υπάρχουν γύρω στους 2000-4000 αυτονομιστές που προσπαθούν να πραγματοποιήσουν την ιδέα της Ambazonia και ότι οι ίδιοι οι αυτονομιστές ηγέτες ισχυρίζονται ότι υπάρχουν πολύ περισσότεροι άνθρωποι που έχουν αναλάβει τον αγώνα και ένας ακόμη μεγαλύτερος αριθμός που είναι πρόθυμος να το πράξει. Ως προς τα υπόλοιπα σημεία του ισχυρισμού, ο λειτουργός σημείωσε ότι δεδομένης της υποκειμενικής φύσης του, οι δηλώσεις του Αιτητή αποτελούν το μοναδικό στοιχείο που μπορεί να ληφθεί υπόψη. Ενόψει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός του Αιτητή σχετικά με τις δραστηριότητες που αναγκάστηκε να διεξάγει για τους μαχητές της περιοχής του έγινε αποδεκτός.
Αναφορικά με τον τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής βρισκόταν σε λίστα με ονόματα οκτώ ατόμων που δόθηκαν στο στρατό λόγω των δραστηριοτήτων του με αυτονομιστές μαχητές, ο αρμόδιος λειτουργός σημείωσε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή δεν ήταν συγκεκριμένες αναφορικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε την ειδοποίηση ότι είχε αναφερθεί ως υποστηρικτής των αυτονομιστών. Ειδικότερα, δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες για το περιεχόμενο αυτής της αναφοράς, για τα άτομα που τους κατήγγειλαν, ούτε για τον τρόπο με τον οποίο πληροφορήθηκε ότι το όνομα του ίδιου βρισκόταν στη λίστα αυτή. Σε διευκρινιστικά ερωτήματα ο Αιτητής απάντησε αόριστα ότι άτομα του γειτονικού χωριού τους κατήγγειλαν στον περιφερειακό αξιωματούχο του Kwakwa, ότι η λίστα περιλάμβανε τα άτομα που μεταφέρουν τους μαχητές, που κάνουν τα θελήματά τους και μπλοκάρουν τους δρόμους, ότι το άτομο που τους ενημέρωσε αρνήθηκε να τους αποκαλύψει ποιος τους κατήγγειλε και τους είπε ότι φωτογράφισε τη λίστα. Περαιτέρω ο λειτουργός σημείωσε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει τις προσωπικές συνέπειες που αντιμετώπισε μετά την αναφορά αυτή, δηλώνοντας ότι απλά διέμενε στη θαμνώδη περιοχή και υπήρχαν πυροβολισμοί. Οι δηλώσεις του αναφορικά με τον αντίκτυπο που είχε η αναφορά αυτή στα υπόλοιπα επτά άτομα που περιλάμβανε η λίστα, κρίθηκαν επίσης μη συγκεκριμένες, καθότι σε σχετική ερώτηση απάντησε ότι δεν έχει πληροφορίες για τους υπόλοιπους. Τέλος, παρόλο που ο Αιτητής δήλωσε ότι στη συνέχεια στοχοποιήθηκε και καταζητείτο από τον στρατό, δεν παρείχε συγκεκριμένα στοιχεία σχετικά με αυτό, αναφέροντας ότι στοχοποιήθηκε τόσο από το στρατό, όσο και από τους μαχητές επειδή συνεργαζόταν με μία από τις δύο φατρίες μαχητών του χωριού του. Κληθείς να αποσαφηνίσει τον τρόπο με τον οποίο στοχοποιήθηκε, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει συγκεκριμένα και βιωματικά στοιχεία, αναφέροντας ότι για το λόγο αυτό δεν μπορούσε να μεταβεί στην πόλη ή να έχει πρόσβαση σε κάποιο νοσοκομείο. Όταν ο λειτουργός του ζήτησε να δώσει παραδείγματα των ανωτέρω, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν συνέβη στον ίδιο, αλλά σε φίλο του στο ίδιο χωριό.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του τέταρτου ισχυρισμού, ο λειτουργός προέβη σε έρευνα κατά την οποία αναφέρεται ότι στη Νοτιοδυτική περιοχή του Καμερούν, τόπο καταγωγής του Αιτητή, οι αυτονομιστές απέκλεισαν αρκετούς δρόμους προς τις αγγλόφωνες περιοχές και επιβεβαιώθηκε ότι ο πληθυσμός στις περιοχές αυτές αντιμετωπίζει τακτικά ζητήματα προστασίας, όπως απειλές από ένοπλες ομάδες, εμπλοκή σε διασταυρούμενα πυρά και περιορισμό της ελευθερίας μετακίνησης λόγω πολλαπλών επίσημων και ανεπίσημων σημείων ελέγχου. Ελλείψει ωστόσο εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του Αιτητή, δεν έγινε αποδεκτό από τον λειτουργό ότι βρισκόταν σε κατάλογο υποστηρικτών των μαχητών ασφαλείας, ο οποίος δόθηκε στις αρχές του Καμερούν.
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση των αποδεκτών ουσιωδών ισχυρισμών, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, ότι η οικία του κάηκε και ότι αναγκάστηκε να παρέχει βοήθεια στους αυτονομιστές μαχητές στο πλαίσιο της σύγκρουσης στις αγγλόφωνες περιοχές. Αφού παρέπεμψε σε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, κατέληξε αρχικά ότι στην Αγγλόφωνη περιοχή του Καμερούν παρατηρείται έξαρση της βίας και των αναταραχών μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των Αγγλόφωνων αποσχιστών. Υπό το πρίσμα αυτής της διαπίστωσης, κατέγραψε ότι ο Αιτητής ενδέχεται να εκτεθεί σε μεταχείριση που ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, μιας και δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης συνδεόμενος με την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, στο άρθρο 10 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του Αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, δυνάμει του άρθρου 15 εδάφια (α) και (β) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου). Ως προς το εδάφιο (γ) του άρθρου 15 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου), ο λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τις πηγές πληροφόρησης σε συνδυασμό με τα υποκειμενικά στοιχεία των δηλώσεων του Αιτητή, καταλήγει ότι δεν είναι εύλογα πιθανό ο Αιτητής να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη ως πολίτης κατά την επιστροφή του στο Kombone του Καμερούν εξαιτίας αδιάκριτης βίας στην περιοχή. Διαπίστωσε ότι βάσει της κατάστασης που επικρατεί στο Καμερούν απαιτείται η ύπαρξη προσωπικών περιστάσεων στο πρόσωπο του Αιτητή προκειμένου να διαπιστωθεί ότι θα κινδυνεύσει σε περίπτωση επιστροφής του μόνο με την παρουσία του στην περιοχή. Ως εκ τούτου, κρίθηκε ότι η φύση και η έκταση της κρίσης στο Καμερούν, σε συνδυασμό με το ατομικό προφίλ του Αιτητή δεν αρκούν για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι θα κινδυνεύσει ως πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του. Ο λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται συμπληρωματικής προστασίας.
Ωστόσο, κατόπιν μελέτης της εισηγητικής έκθεσης του λειτουργού διαπιστώνω, πως κατά το στάδιο αξιολόγησης κινδύνου, παρόλο που έγινε αποδεκτός ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι εξαναγκαζόταν να παρέχει βοήθεια στους αποσχιστές μαχητές της κοινότητάς του, δεν έγινε αξιολόγηση του μελλοντοστραφούς κινδύνου που πιθανόν να αντιμετωπίσει ο Αιτητής με έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Υπό το φως των ανωτέρω λεχθέντων, καταλήγω ότι ο προβαλλόμενος ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσας έρευνας κρίνεται βάσιμος ως προς αυτό το κομμάτι, έρευνα στην οποία, ενόψει της δικαιοδοσίας του, θα προβεί το Δικαστήριο κατωτέρω.
Ωστόσο, η κατάληξή μου αυτή δεν καθορίζει την τύχη της υπό κρίση προσφυγής, ενόψει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου να προβαίνει σε έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν.
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018) και ενόψει τούτου να κρίνω αν ορθά το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του Αιτητή.
Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και διαμονής και το προφίλ του Αιτητή δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό, εφόσον προκύπτει πως ορθά έγινε αποδεκτός από τους Καθ’ ων η αίτηση. Ομοίως και ο δεύτερος και τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός, κρίνω ότι ορθά έγιναν αποδεκτοί, καθώς ο Αιτητής ανέπτυξε με λεπτομέρεια και ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες και περιγραφές τόσο για το συμβάν κατά το οποίο κάηκε η οικία του, όσο και για το γεγονός ότι εξαναγκάστηκε να βοηθά τους αυτονομιστές μαχητές με δραστηριότητες όπως η μεταφορά τους σε σημεία-στόχους, με τη διεκπεραίωση θελημάτων, καθώς και με το μπλοκάρισμα των δρόμων.
Εν πάση περιπτώσει, σε περίπτωση που ένας ισχυρισμός έχει κριθεί αποδεκτός, το Δικαστήριο δεν μπορεί να χειροτερεύσει την θέση του αιτούντος στη βάση της αρχής της απαγόρευσης της χειροτέρευσης της θέσης του διοικούμενου (βλ. σχετικά αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου R E κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 7651/2021, 31/10/2024, G T ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 1441/2022, 9/7/2024).
Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του Αιτητή, ως προς τον τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό του, ήτοι ότι το όνομά του βρισκόταν σε λίστα με άτομα που καταγγέλθηκαν στο στρατό λόγω των δραστηριοτήτων τους με τους αυτονομιστές, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει επαρκώς τον ισχυρισμό αυτό.
Εν προκειμένω, παρατηρώ ότι οι δηλώσεις του Αιτητή σε σχέση με τον απορριφθέντα ισχυρισμό του, ήταν γενικόλογες και αόριστες καθότι δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με ποιο τρόπο έλαβε την ειδοποίηση, δεν παρείχε λεπτομέρειες για το περιεχόμενο της λίστας, ενώ ανέφερε αόριστα και μη εύλογα ότι γνωρίζει ότι το όνομά του βρίσκεται σε αυτήν λόγω φωτογραφίας που έβγαλε το άτομο που τους ενημέρωσε. Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει ποιες συνέπειες αντιμετώπισε ο ίδιος λόγω αυτής της καταγγελίας που έγινε, αναφέροντας γενικά ότι κρυβόταν στους θάμνους και υπήρχαν πυροβολισμοί, χωρίς ουσιαστικά να καταδεικνύει ότι στοχοποιήθηκε λόγω της καταγγελίας αυτής. Ούτε για τα υπόλοιπα επτά άτομα των οποίων τα ονόματα βρίσκονταν στη λίστα αυτή ήταν σε θέση να αναφέρει κατά πόσο αντιμετώπισαν οποιαδήποτε προβλήματα με τις αρχές, παρόλο που είχε αναφέρει κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του ότι το χωριό ήταν μικρό και γνωρίζονταν μεταξύ τους. Πρόσθετα, επισημαίνεται ότι ο Αιτητής αναχώρησε από το Καμερούν νόμιμα από το αεροδρόμιο της Douala χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε θέμα, γεγονός το οποίο καταδεικνύει ότι δεν αποτελούσε άτομο του ενδιαφέροντος των αρχών της χώρας του. Παρά τις ευκαιρίες που του δόθηκαν, έτσι ώστε να μπορεί να γίνει αποδεκτή η αξιοπιστία του, ο Αιτητής έδωσε γενικόλογες, ασαφείς και μη ευλογοφανείς απαντήσεις σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν, χωρίς να παραθέτει λεπτομέρειες για το περιστατικό που αφηγήθηκε. Οι ανεπαρκείς και ασαφείς απαντήσεις του Αιτητή δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικής φύσης γεγονότα. Επομένως, ορθώς θεωρώ κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη από τον Αιτητή αναφορικά με τον τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των δηλώσεών του αναφορικά με τον συγκεκριμένο ισχυρισμό.
Ως έχει αναφερθεί και ανωτέρω, ενόψει του ότι το παρόν Δικαστήριο κατόπιν μελέτης της εισηγητικής έκθεσης του λειτουργού διαπίστωσε πως παρότι έγινε αποδεκτός ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι εξαναγκαζόταν να παρέχει βοήθεια στους αποσχιστές μαχητές της κοινότητάς του, δεν έγινε αξιολόγηση του μελλοντοστραφούς κινδύνου που πιθανόν να αντιμετωπίσει ο Αιτητής, το παρόν Δικαστήριο προχώρησε σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης περί τούτου.
Κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκύπτει πως όσοι γίνονται αντιληπτοί από την κυβέρνηση ως υποστηρικτές των αποσχιστών στοχοποιούνται με συλλήψεις, κράτηση, εξωδικαστικές εκτελέσεις από τις δυνάμεις ασφαλείας της χώρας.[1] Πρόσθετες πηγές επιβεβαιώνουν την έκδοση διεθνών ενταλμάτων σύλληψης σε βάρος αρχηγών αυτονομιστικών ομάδων[2], ενώ γίνεται λόγος και για το ζήτημα της έκδοσης αρχηγών στο Καμερούν από τις Νιγηριανές αρχές στο Καμερούν[3]. Ομοίως γίνονται αναφορές για αυθαίρετες συλλήψεις αρχηγών αυτονομιστικών ομάδων εντός του Καμερούν.[4]
Μια άλλη κατηγορία ατόμων που κινδυνεύουν να στοχοποιηθούν από τις αρχές είναι τα άτομα που κατέχουν ήδη κάποιο δημόσιο βήμα και υιοθετούν (δημόσια) θέσεις για την κρίση των Αγγλόφωνων οι οποίες δεν συμπίπτουν με τις επίσημες θέσεις των αρχών ή τίθενται ευθέως υπέρ των Αγγλόφωνων. Ειδικότερα, μια πηγή αναφέρεται στην κράτηση ενός Γαλλόφωνου Καμερουνέζου συγγραφέα με έδρα τις ΗΠΑ, ο οποίος δημοσίευσε ένα κείμενο που ασκούσε κριτική στο χειρισμό της κρίσης από την πλευρά της κυβέρνησης[5], ενώ άλλη πηγή κάνει λόγο για τη στοχοποίηση της οικίας ενός πρώην επιχειρηματία που έχει λάβει ανοιχτά θέση υπέρ του διαλόγου στο ζήτημα των αγγλόφωνων[6]. Την ίδια μεταχείριση από τις αρχές του Καμερούν αντιμετωπίζουν και οι αγγλόφωνοι δημοσιογράφοι και προσωπικό των μη κυβερνητικών οργανώσεων.[7]
Με βάση τα πιο πάνω ευρήματα, προκύπτει ότι εκείνοι που κινδυνεύουν να στοχοποιηθούν από τις αρχές του Καμερούν είναι όσοι έχουν ένα έντονο πολιτικό προφίλ και δράση, κάτι το οποίο δεν προκύπτει να συμβαίνει με τον Αιτητή, καθώς οι δραστηριότητές του αφορούσαν εξαναγκαστική βοήθεια σε μαχητές, η οποία περιοριζόταν σε θελήματα, μεταφορές με μοτοσικλέτα και βοήθεια στο κλείσιμο των οδών διέλευσης. Ο Αιτητής δεν συμμετείχε σε καμία από τις επιθέσεις των μαχητών και σε κανένα σημείο της συνέντευξής του δεν αυτοπροσδιορίστηκε ως μαχητής, υπογραμμίζοντας ότι δεν τους βοηθούσε εθελοντικά, αλλά τον εξανάγκαζαν υπό την απειλή όπλου, καθότι αυτό αποτελούσε γενικότερη τακτική των μαχητών της κοινότητα του. Ο Αιτητής ούτε αρχηγός αυτονομιστικής ομάδας ήταν, ούτε είχε τοποθετηθεί ποτέ δημόσια υπέρ των αγγλόφωνων, καθώς και ούτε αναφέρθηκε σε υποστηρικτική δράση υπέρ των μαχητών μετά την αναχώρησή του από το Καμερούν. Τέλος, ο ισχυρισμός του περί στοχοποίησης του από τις αρχές του Καμερούν, ως έχει αναφερθεί ανωτέρω, έχει απορριφθεί ως εσωτερικά αναξιόπιστος και ενόψει τούτων, δεν διαπιστώνεται ότι το προφίλ του Αιτητή ανταποκρίνεται σε όσα περιγράφονται στις αναφερθείσες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πιθανότητα ο αιτητής να στοχοποιηθεί με οποιοδήποτε τρόπο από τις Καμερουνέζικες αρχές.
Πρόσθετα, κρίνω σκόπιμο σε αυτό το σημείο να αναφέρω ότι ο Αιτητής προσκόμισε στην Υπηρεσία Ασύλου (βλ. ερυθρό 23 του Δ.Φ.) βεβαίωση από νοσοκομείο της Δημοκρατίας ότι είναι φορέας της Ηπατίτιδας Β. Ο Αιτητής ωστόσο δεν προέβαλε στη συνέντευξή του, ούτε κατά τη δικαστική διαδικασία μέσω των συνηγόρων του ότι η παρούσα κατάσταση της υγείας του σε περίπτωση επιστροφής του, ελλείψει κατάλληλης αγωγής στη χώρα καταγωγής του, θα διατρέχει κίνδυνο να εκτεθεί σε ταχεία, σημαντική και μη αναστρέψιμη επιδείνωση της ασθένειάς του.
Ειδικότερα και σε σχέση με το εδάφιο (β) του άρθρου 19(2) του Περί Προσφύγων Νόμου, και την εξέταση του κατά πόσον ο αιτητής κινδυνεύει κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του να υποστεί απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση λόγω της ασθένειας από την οποία πάσχει, σύμφωνα με την νομολογία του ΔΕΕ, υπόθεση C-542/13, Mohamed M'Bodj κατά Βελγικού Δημοσίου, ημερ.18/12/2014, οι λόγοι υγείας από μόνοι τους και ειδικότερα ο κίνδυνος να επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας ενός πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια λόγω της ανυπαρξίας κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στην χώρα καταγωγής του, δεν αρκoύν για να χορηγηθεί σε αυτόν το καθεστώς επικουρικής προστασίας, καθότι θα πρέπει να συντρέχει παράλληλα το στοιχείο της εκ προθέσεως άρνηση χορηγήσης ιατρικής περίθαλψης σε σχέση με την μη παροχή/πρόσβαση του αιτητή σε κατάλληλη ιατρική περίθαλψη δηλαδή η βλάβη θα πρέπει να προκύπτει από συμπεριφορά τρίτου. Δέον να παραπέμψω και στις επιμέρους παραγράφους/σκέψεις της ως άνω απόφασης του ΔΕΕ[8].
Παράλληλα, ως έχω αναφέρει επίσης και στην εκδοθείσα απόφαση μου, στα πλαίσια της προσφυγής υπ' αριθ. 5622/21, απόφαση ημερομηνίας 28/04/2023, με παραπομπή στην υπόθεση του ΔΕΕ MP, C‑353/16, ημερ. 24.04.2018[9], η ασθένεια θα πρέπει να έχει τον ελάχιστο βαθμό σοβαρότητας ήτοι να υπάρχει κίνδυνος θανάτου ή σοβαρή επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του αιτητή. Παραθέτω κατωτέρω σχετικά αποσπάσματα από την απόφαση του ΔΕΕ (η υπογράμμιση δική μου):
«40 Όσον αφορά, ειδικότερα, τον απαιτούμενο βαθμό σοβαρότητας προκειμένου να συντρέχει παράβαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ, από την πλέον πρόσφατη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προκύπτει ότι η διάταξη αυτή αντιτίθεται στην απομάκρυνση βαρέως ασθενούντος προσώπου για το οποίο υπάρχει άμεσος κίνδυνος θανάτου ή σημαντικοί λόγοι να θεωρηθεί ότι, μολονότι δεν διατρέχει άμεσο κίνδυνο θανάτου, θα αντιμετώπιζε, ελλείψει της κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα προορισμού ή ελλείψει προσβάσεως σε αυτήν, πραγματικό κίνδυνο εκθέσεως σε σοβαρή, ταχεία και μη αναστρέψιμη επιδείνωση της καταστάσεως της υγείας του συνεπαγόμενη έντονους πόνους ή σημαντική μείωση του προσδόκιμου ζωής του (βλ., συναφώς, απόφαση του ΕΔΔΑ της 13ης Δεκεμβρίου 2016, Paposhvili κατά Βελγίου, CE:ECHR:2016:1213JUD004173810, §§ 178 και 183).
[…]
49 Εντούτοις, μια τέτοια σοβαρή επιδείνωση δεν πρέπει να θεωρηθεί, αυτή καθ’ εαυτήν, ως απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας στη χώρα καταγωγής του, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας.
50 Συναφώς, πρέπει να εξετασθούν, όπως επισημαίνει η απόφαση περί παραπομπής, οι επιπτώσεις που ενδέχεται να έχει η απουσία, στη χώρα καταγωγής του ενδιαφερομένου, κατάλληλων υποδομών υγείας για τη φροντίδα των σωματικών ή ψυχολογικών συνεπειών από τα βασανιστήρια που υπέστη από τις αρχές της χώρας αυτής.
51 Πρέπει, συναφώς, να υπομνησθεί ότι το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί ότι οι σοβαρές βλάβες τις οποίες απαριθμεί το άρθρο 15, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2004/83 δεν μπορούν να απορρέουν απλώς από τις εν γένει ανεπάρκειες του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής. Ο κίνδυνος επιδεινώσεως της καταστάσεως του πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος απορρέει από την ανυπαρξία κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής του, δεν αρκεί προκειμένου να παρασχεθεί η επικουρική προστασία, εκτός αν απορρέει από την εκ προθέσεως άρνηση χορηγήσεως ιατρικής περιθάλψεως στον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας (βλ., στο ίδιο πνεύμα, απόφαση της 18ης Δεκεμβρίου 2014, M’Bodj, C‑542/13, EU:C:2014:2452, σκέψεις 35 και 36).
[…]
58 Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι το άρθρο 2, στοιχείο εʹ, και το άρθρο 15, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2004/83, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του Χάρτη, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι πληροί τις προϋποθέσεις για να υπαχθεί στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας ο υπήκοος τρίτης χώρας που βασανίστηκε, κατά το παρελθόν, από τις αρχές της χώρας καταγωγής του και ο οποίος δεν είναι πλέον εκτεθειμένος στον κίνδυνο βασανιστηρίων σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα αυτή, αλλά του οποίου η κατάσταση της σωματικής και της ψυχικής υγείας θα μπορούσε, στην περίπτωση αυτή, να επιδεινωθεί σημαντικά, με τον σοβαρό κίνδυνο να αυτοκτονήσει ο υπήκοος αυτός, λόγω τραύματος που του προκλήθηκε από βασανιστήρια τα οποία υπέστη, εάν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να μην του παρασχεθεί εκ προθέσεως στην εν λόγω χώρα η κατάλληλη περίθαλψη για την αντιμετώπιση των σωματικών και ψυχικών συνεπειών από τα βασανιστήρια αυτά, πράγμα που εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να διαπιστώσει.»
Λόγω του ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν προέβησαν σε σχετική έρευνα, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για ανεύρεση πληροφοριών σχετικά με θέματα διαθεσιμότητας και προσβασιμότητας σε θεραπείες.
Ως προς το ζήτημα της πρόσβασης σε θεραπεία για τους φορείς της Ηπατίτιδας Β στο Καμερούν, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, το Καμερούν εμφαίνεται ότι έχει σημειώσει πρόοδο ως προς το ζήτημα αυτό. Απάντηση σε ερώτημα COI αναφορικά με την αντιμετώπιση των ατόμων με ηπατίτιδα Β από το κράτος και από την κοινωνία, την πρόσβαση σε υπηρεσίες υποστήριξης, καθώς και την πρόσβαση στην απασχόληση και στην υγειονομική περίθαλψη που ετοίμασε η EUAA[10] για την περίοδο Ιανουαρίου 2019-Ιανουαρίου 2024, αναφέρει: «Σχετικά με την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, ένα άρθρο ειδήσεων του 2020 από την Voice of America (VOA) News περιέγραψε ότι η κυβέρνηση του Καμερούν «μείωσε το κόστος θεραπείας από 250$ το μήνα σε λιγότερο από 50$» για να «ενθαρρύνει» τους ασθενείς να επισκεφτούν τα νοσοκομεία,[11] ενώ σύμφωνα με άρθρο του 2023 του Gavi, ενός διεθνούς οργανισμού για τον εμβολιασμό[12], το κόστος των φαρμάκων για την ηπατίτιδα Β έχει μειωθεί κατά 60%.
Επιπλέον, ως προς την ενημέρωση του πληθυσμού για την ανάγκη αντιμετώπισης και θεραπείας οι ειδήσεις της VOA περιέγραψαν ότι στάλθηκαν υγειονομικοί υπάλληλοι από 360 κρατικά νοσοκομεία «για να παρακολουθούν τους ασθενείς και να διασφαλίζουν ότι λαμβάνουν τις θεραπείες και τα εμβόλιά τους». [13]Πρόσθετα, σύμφωνα με fact sheet της UNHCR του Ιουλίου 2024 για το Καμερούν καταγράφεται πως 52,000 πρόσφυγες έχουν πλέον πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη μέσω του προγράμματος Καθολική Κάλυψη Υγείας, παρέχοντας δωρεάν ή επιδοτούμενη πρόσβαση σε θεραπεία για την ελονοσία, τον HIV, τη φυματίωση, τη νεφρική ανεπάρκεια και επιδοτούμενη περίθαλψη για τις γυναίκες σε κύηση[14].
Από τις ως ανω παρατεθείσες πληροφορίες προκύπτει πως, υπάρχει διαθέσιμη θεραπεία και πρόσβαση στο σύστημα υγείας της χώρας πασχόντων από Ηπατίτιδα Β΄. Επομένως, από τα ανωτέρω συμπεραίνεται πως ο Αιτητής κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του θα τύχει πρόσβασης σε διαθέσιμη ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη στην χώρα καταγωγής του. Ως εκ της ανωτέρω ανάλυσης δεν υφίσταται κίνδυνος σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στο Καμερούν λόγω της ασθένειας από την οποία πάσχει καθότι εκλείπει όχι μόνο το στοιχείο της εκ προθέσεως στέρησης από τρίτο της πρόσβασης στην ιατρική περίθαλψη ως απαιτεί το άρθρο 15 στοιχείο β’ της Οδηγίας αλλά και πέραν της ανωτέρω επισήμανσης, ο αιτητής θα έχει πρόσβαση σε διαθέσιμη ιατρική και φαρμακευτική θεραπεία κατά την επιστροφή του στην χώρα καταγωγής του.
Επομένως, αναφορικά με την κατάσταση της υγείας του, αναμένεται ότι ο Αιτητής με την επιστροφή του στη χώρα του, εφόσον χρειαστεί, να λάβει φαρμακευτική αγωγή, δεν υπάρχει ένδειξη ότι θα στερηθεί πρόσβασης σε θεραπεία στην χώρα του και ενόψει τούτου δεν υφίσταται οποιοσδήποτε κίνδυνος σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής στην χώρα καταγωγής του, για να του παραχωρηθεί καθεστώς επικουρικής προστασίας.
Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.
Συνακόλουθα, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 19 του Περί προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, δεν επικαλέστηκε πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας στην χώρα καταγωγής του, δυνάμει του άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του Περί Προσφύγων Νόμου.
Πρόσθετα, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, θα πρέπει το Δικαστήριο να διαπιστώσει εάν στην περιοχή καταγωγής και μόνιμης διαμονής του Αιτητή υφίσταται 1) ένοπλη σύρραξη και εάν και εφόσον υφίσταται τότε 2) να διαπιστώσει κατά πόσο στην εν λόγω περιοχή υπάρχει αδιάκριτη άσκηση βίας σε βαθμό τόσο υψηλό ώστε ο Αιτητής να διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη ως άμαχος πολίτης. Παράλληλα το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει τυχόν ειδικό κίνδυνο που διατρέχει ο Αιτητής από την ατομική του κατάσταση και τυχόν προσωπικές περιστάσεις σε συνδυασμό με τις συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας (σε μικρότερο βαθμό), σύμφωνα με την αναπροσαρμοσμένη κλίμακα που καθορίστηκε στην απόφαση Elgafaji [15] του ΔΕΕ. Σύμφωνα με το Εγχειρίδιο του ΕΑΣΟ - Δικαστική Ανάλυση, σχετικά με την ανάλυση του άρθρου 15 (γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ «Βάσει του άρθρου 15 στοιχείο γ), ένα πρόσωπο που διατρέχει γενικό κίνδυνο δεν αποκλείεται να διατρέχει και ειδικό κίνδυνο, και το αντίστροφο. Πράγματι, το ΔΕΕ διατύπωσε την έννοια της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, σύμφωνα με την οποία: «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας (Elgafaji, σκέψη 39· Diakité, σκέψη 31). Το αντίστροφο ισχύει επίσης: κατ’ εξαίρεση, ο βαθμός βίας μπορεί να είναι τόσο υψηλός ώστε ένας άμαχος να διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας του στο έδαφος της επηρεαζόμενης χώρας ή περιοχής (σκέψη 43). Το ΔΕΕ έκρινε ότι η ερμηνεία αυτή δεν αντέβαινε στην [τότε] αιτιολογική σκέψη 26 της οδηγίας, καθώς το γράμμα αυτής προβλέπει το ενδεχόμενο μιας τέτοιας εξαιρετικής κατάστασης (59).»[16]
Επομένως, εξετάζοντας την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 15 (γ) του κατά πόσον υφίσταται ένοπλη σύρραξη στο Καμερούν και την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή, αξίζει να αναφερθούν τα κατωτέρω.
Το Καμερούν είναι πλειοψηφικά μια γαλλόφωνη χώρα και οι βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του, αποτελούνται από Αγγλόφωνους, οι οποίοι διαμαρτύρονται ότι η Κυβέρνηση σκόπιμα τους έχει απομονώσει και περιθωριοποιήσει.[17] Οι Αγγλόφωνοι συγκεντρώνονται κυρίως σε δύο δυτικές περιοχές, τη Βορειοδυτική και τη Νοτιοδυτική Περιφέρεια, όπου μετά το τέλος της αποικιακής περιόδου στην Αφρική ενσωματώθηκαν στο γαλλόφωνο κράτος πριν από πολλές δεκαετίες.[18]
Ο Αγγλόφωνος πληθυσμός ξεκίνησε ως ένα κίνημα διαμαρτυρίας το 2016 με αιτήματα για πλήρη ανεξαρτησία από τον γαλλόφωνο πληθυσμό αλλά παρ’ όλα αυτά εκφυλίστηκε σε συγκρούσεις με την Κυβέρνηση, μετά την καταστολή των διαδηλώσεων από αυτήν. Από αυτές τις συγκρούσεις, έχουν σκοτωθεί έκτοτε χιλιάδες άτομα - 3000 σε αριθμό - πάνω από 900000 άτομα εγκατέλειψαν τις οικίες τους, και περίπου 800000 παιδιά παρέμειναν εκτός σχολείου. Ο στρατός έχει κατηγορηθεί για εκτεταμένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σε μικρότερο βαθμό, παρόμοια ευθύνη φέρουν και οι διάφορες αυτονομιστικές δυνάμεις των Αγγλόφωνων που αγωνίζονται για μια ανεξάρτητη «Αμπαζόνια».[19]
Σύμφωνα με το Human Rights Watch σε έκθεση για τη χώρα η οποία καλύπτει το έτος 2023, αναφέρεται πως ένοπλες ομάδες και κυβερνητικές δυνάμεις συνέχισαν τη διάπραξη παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων παράνομων δολοφονιών, στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και στην περιοχή του Άπω Βορρά. Η βία στις δύο αγγλόφωνες βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές συνεχίστηκε για έκτη χρονιά, παρά το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Paul Biya δήλωσε τον Ιανουάριο ότι πολλές ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες είχαν παραδοθεί και ότι η απειλή που αποτελούσαν είχε μειωθεί σημαντικά. Μέχρι τα μέσα του έτους, υπήρχαν πάνω από 638.000 εσωτερικά εκτοπισμένοι στις αγγλόφωνες περιοχές και τουλάχιστον 1,7 εκατομμύρια άνθρωποι χρειάστηκαν ανθρωπιστική βοήθεια. Άμαχοι αντιμετώπισαν δολοφονίες και απαγωγές από ένοπλες ισλαμιστικές ομάδες στην περιοχή του Άπω Βορρά, συμπεριλαμβανομένης της Μπόκο Χαράμ και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Οι αυτονομιστές μαχητές συνέχισαν να στοχεύουν αμάχους, αναγκάζοντας τους να μείνουν κλεισμένοι στα σπίτια τους και εξαπολύοντας επιθέσεις γύρω από μεγάλα γεγονότα, όπως των εκλογών και καθώς του ανοίγματος των σχολείων την περίοδο του Σεπτεμβρίου. Οι δυνάμεις ασφαλείας απάντησαν στις αυτονομιστικές επιθέσεις, αποτυχαίνοντας συχνά να προστατεύσουν τους αμάχους σε όλες τις αγγλόφωνες περιοχές».[20]
Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση στην ιστοσελίδα του ACAPS αναφέρεται πως το Καμερούν βιώνει διάφορες κρίσεις εντός της χώρας. Οι μακροχρόνιες δυσαρέσκειες της αγγλόφωνης κοινότητας στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές, μετά από δεκαετίες περιθωριοποίησης των μειονοτικών αγγλόφωνων περιοχών από τη γαλλόφωνη κυβέρνηση, κλιμακώθηκαν σε εκτεταμένες διαμαρτυρίες και απεργίες στα τέλη του 2016. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση διαφορετικών αυτονομιστών να διαδηλώνουν υπέρ της αυτοαποκαλούμενης Δημοκρατίας της Ambazonia στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά. Οι συγκρούσεις μεταξύ του στρατού και των αυτονομιστικών δυνάμεων έχουν εντείνει την ανασφάλεια στις ανωτέρω περιοχές, οδηγώντας 638.400 ανθρώπους σε εκτοπισμό στο εσωτερικό της χώρας και 64.000 σε αναζήτηση καταφυγίου στη γειτονική Νιγηρία μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 2024. Επίσης, η εξέγερση της Boko Haram στα βορειοανατολικά της Νιγηρίας έχει επίσης εξαπλωθεί στην περιοχή του Άπω Βορρά (extreme Nord), όπου 120.869 Νιγηριανοί πρόσφυγες έχουν καταφύγει στον Άπω Βορρά του Καμερούν, ενώ η βία από την Μπόκο Χαράμ και το Ισλαμικό Κράτος έχει εκτοπίσει εσωτερικά περισσότερους από 453.600 ανθρώπους.[21]
Επομένως στην βάση των πιο πάνω διαπιστώνεται ότι υφίσταται εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο Καμερούν, η πρώτη και αναγκαία προϋπόθεση για την εφαρμογή του άρθρου 15 στοιχείο γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Παράλληλα όμως θα πρέπει να υφίσταται και αδιάκριτη βία σε τέτοιο υψηλό βαθμό - όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτων των προσωπικών τους περιστάσεων, ως ένας γενικότερος κίνδυνος βλάβης κατά αμάχου - που η απλή παρουσία αμάχου στην περιοχή θα συνιστά πραγματικό κίνδυνο να υποστεί ουσιώδη βλάβη. Στη σκέψη 30 της απόφασης Diakité, το ΔΕΕ επισήμανε τα εξής: «Επιπλέον, επιβάλλεται η υπόμνηση ότι η ύπαρξη εσωτερικής ένοπλης συρράξεως μπορεί να συνεπάγεται την παροχή της επικουρικής προστασίας μόνο στο μέτρο που οι συγκρούσεις μεταξύ των τακτικών δυνάμεων ενός κράτους και ενός ή περισσοτέρων ενόπλων ομάδων ή μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ενόπλων ομάδων θεωρούνται κατ' εξαίρεση ότι συνεπάγονται σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του αιτούντος την επικουρική προστασία, υπό την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γ), της οδηγίας 2004/83, διότι ο βαθμός της αδιάκριτης ασκήσεως βίας που τις χαρακτηρίζει είναι τόσο μεγάλος ώστε υπάρχουν σοβαροί και βάσιμοι λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να υποστεί την εν λόγω απειλή (βλέπε, υπό την έννοια αυτή, Elgafaji, σκέψη 43)».[22]
Στη σκέψη 35 της απόφασης Elgafaji, το Δικαστήριο ανάφερε το εξής: «Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ', της οδηγίας»[23].
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πρόσφατες (έγκυρες) πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν όσον αφορά την κρίση στις Αγγλόφωνες περιοχές και συγκεκριμένα στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια (South-West Region) του Καμερούν, όπου ανήκει γεωγραφικά και το χωριό Kombone όπου ζούσε o Αιτητής, το οποίο θεωρείται το μέρος τελευταίας διαμονής του, για να διαπιστωθεί κατά πόσον υφίσταται σε τέτοιο υψηλό βαθμό αδιάκριτη βία. Από την εν λόγω έρευνα, καταγράφονται τα ακόλουθα:
Αναλύοντας τα ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που ανέκυψαν σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στη Νοτιοδυτική περιοχή του Καμερούν, εντοπίστηκε ότι σύμφωνα με την επικαιροποιημένη αναφορά του ACLED για το διάστημα από 11/05/2024 μέχρι και 09/05/2025, στη συγκεκριμένη περιοχή σημειώθηκαν 592 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία επέφεραν το θάνατο 602 ανθρώπων. Από αυτά 335 καταγράφηκαν ως περιστατικά αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων (118 θάνατοι), 216 καταγράφηκαν ως περιστατικά μαχών (464 θάνατοι), 16 καταγράφηκαν ως περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας (18 θάνατοι), 14 καταγράφηκαν ως εξεγέρσεις (2 θάνατοι) και 11 καταγράφηκαν ως διαμαρτυρίες (χωρίς απώλειες). Συγκεκριμένα δε στο χωριό Kombone, τόπο καταγωγής και τελευταίας διαμονής του Αιτητή, σύμφωνα με την ίδια βάση δεδομένων καταγράφηκαν για την πιο πάνω χρονική περίοδο 8 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως συνέπεια την απώλεια 4 ανθρώπινων ζωών.[24]
Δεδομένου λοιπόν ότι ο συνολικός πληθυσμός της Νοτιοδυτικής περιοχής του Καμερούν ανερχόταν το 2015 σε 1,534,232 κατοίκους[25], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων άμαχων πολιτών στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της ευρύτερης περιοχής και ειδικότερα στο χωριό Kombone, τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, έτσι ώστε να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, o Αιτητής θα κινδυνέψει ως άμαχος αποκλειστικά λόγω της φυσικής του παρουσίας εκεί.
Λαμβάνοντας άλλωστε υπόψη την απουσία προσωπικών επιβαρυντικών περιστάσεων στο προφίλ του Αιτητή (ενήλικας, με ικανοποιητικό επίπεδο μόρφωσης και υποστηρικτικό δίκτυο τον πατέρα του) εφαρμόζοντας την «αναπροσαρμοζόμενη κλίμακα», όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του Δ.Ε.Ε., το Δικαστήριο καταληκτικά κρίνει ότι δε συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται σε περίπτωση επιστροφής του στο χωριό Kombone της Νοτιοδυτικής περιφέρειας του Καμερούν, ο Αιτητής θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης στα πλαίσια της υφιστάμενης εσωτερικής σύγκρουσης αποκλειστικά λόγω της φυσικής του παρουσίας εκεί, κατά την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας.
Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στο Καμερούν δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους στην Αγγλόφωνη περιοχή και συγκεκριμένα στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια της χώρας. Λαμβάνοντας υπόψη την απουσία προσωπικών υποκειμενικών εξατομικευμένων στοιχείων στο προφίλ του Αιτητή, η αξιολόγηση του κινδύνου επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στην Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, συνάγεται εύλογα και με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι η φύση και η έκταση της κρίσης σε συνδυασμό με το προφίλ του Αιτητή δεν συνιστούν ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στην περιοχή του, η κατάσταση της οποίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Επιπρόσθετα, η πιο πάνω αναφορά περί του ότι στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να θιγεί προσωπικά άμαχος κατά την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας επιβεβαιώνεται και από άλλες αξιόπιστες πηγές.
Κατ’ αρχήν, αξίζει να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (International Organization for Migration- IOM) έχουν θέσει σε εφαρμογή ένα κοινό πρόγραμμα το οποίο διευκολύνει την εθελούσια επιστροφή πολιτών του Καμερούν στη χώρα καταγωγής τους, καθώς επίσης παρέχει υποστήριξη στους επιστραφέντες με στόχο την ομαλή επανένταξή τους στη ζωή τους στο Καμερούν (επαγγελματικός προσανατολισμός, πρακτική εκπαίδευση, εκθέσεις ενημέρωσης για επαγγελματικά θέματα και θέσεις εργασίας, συνεδρίες συμβουλευτικής)[26]. Βασικοί μέτοχοι στο πρόγραμμα εντός του Cameroon είναι το Υπουργείο Εξωτερικών Σχέσεων (Ministry of External Relations), η Γενική Διεύθυνση Εθνικής Ασφάλειας (General Direction for National Security), το Υπουργείο Δημόσιας Υγείας (Ministry of Public Health), το Υπουργείο Κοινωνικών Θεμάτων (Ministry of Social Affairs), το Υπουργείο Νεότητας και Πολιτικής Αγωγής (Ministry of Youth and Civic Education), καθώς και η Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας (Direction of Civil Protection) του Υπουργείου Εδαφικής Διοίκησης (Ministry of Territorial Administration).[27] Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει ο IOM από τον Ιούνιο του 2017 έως το 2021 έλαβαν βοήθεια κατά την εθελούσια επιστροφή τους και τη διαδικασία επανένταξής τους 5.450 Καμερουνέζοι πολίτες.[28]
Βάσει των ανωτέρω πληροφορίων περί εμπλοκής του ΙΟΜ στην διαδικασία εθελούσιας επιστροφής και του μεγάλου αριθμού των Καμερουνέζων που έχουν ωφεληθεί από το πρόγραμμα, προκύπτει ότι σε ένα γενικό πλαίσιο η επιστροφή στο Καμερούν δεν είναι αδύνατη και αφ’ εαυτής επικίνδυνη για ένα άμαχο πολίτη να επιστρέψει στην χώρα.
Περαιτέρω, η Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται, βάσει και της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, ως παρατέθηκε ανωτέρω, ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από τις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ, ως αναφέρθηκαν ανωτέρω. Λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαίτερες του περιστάσεις, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα Νοτιοδυτική Περιφέρεια.
Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι η περίπτωση του Αιτητή δεν εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα ως ορίζονται στα άρθρα 3-3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου, εφόσον ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιο από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3(1) του πιο πάνω Νόμου. Συνακόλουθα, ο Αιτητής δεν επικαλέστηκε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται, και ούτε προκύπτει (ως αναλύθηκε ανωτέρω), ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ώστε να του δοθεί συμπληρωματική προστασία. Επομένως, κρίνω ότι ορθώς κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ότι δεν μπορούσε να του παρασχεθεί ούτε προσφυγικό καθεστώς, αλλά ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα τόσο τη νομιμότητα όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.
Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1]HRW - Human Rights Watch: World Report 2024 - Cameroon, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103168.html
USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107637.html
EUAA - European Union Agency for Asylum: Cameroon; Treatment of individuals perceived as separatists by the state [Q20-2024], 4 March 2024, σ. 4
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105170/2024_03_EUAA_COI_Query_Response_Q20_Treatment_of_Individuals_Perceived_as_Separatists_by_the_State_Cameroon.pdf
EUAA - European Union Agency for Asylum: Cameroon; Cameroon's Army conduct in Bamenda and Kumba (2018-2020) [Q57-2024], 30 August 2024, σ.10-11
https://www.ecoi.net/en/file/local/2114532/2024_8_EUAA_COI_Query_Response_Q57_Cameroon_Army's_Conduct_In_Bamenda_And_Kumba.pdf
[2] British Broadcasting Corporation (BBC), Cameroon Issues Arrest Warrants for Separatist Leaders, 9 November 2017
[3] IRB, Cameroon: Situation of Anglophones, including returnees, in Bamenda, Yaoundé and Douala; treatment by society and by the authorities (2016-August 2018), [CMR106141.E], 24 August 2018
https://www.irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=457577&wbdisable=true
Daily Post, Wale Odunsi, Nigeria Deports Tabe, 46 Others Seeking Secession from Cameroon, 30 January 2018
https://dailypost.ng/2018/01/30/nigeria-deports-tabe-46-others-seeking-secession-cameroon/
UNHCR, Anglophone Cameroonians in Nigeria Pass 20,000 Mark, 20 March 2018
[4] Amnesty International, The State of the World's Human Rights; Cameroon 2023, 24 April 2024
https://www.amnesty.org/en/location/africa/west-and-central-africa/cameroon/report-cameroon/
[5] Reuters, Josiane Kouagheu, Prize-Winning Cameroonian Writer Detained After Criticizing Govt.: Wife, 8 December 2017
British Broadcasting Corporation (BBC), Cameroon to Deport US-Based Author Patrice Nganang, 27 December 2017
[6] Reuters, Paul Carsten and Edward McAllister, Update 2 - Cameroonian Separatist Leader Is Deported to Cameroon from Nigeria, 29 January 2018
[7]USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 23 April 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/cameroon/
[8] « 35 Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 της οδηγίας αυτής απαριθμεί τους φορείς σοβαρής βλάβης, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι οι βλάβες αυτές πρέπει να απορρέουν από συμπεριφορά τρίτου και δεν μπορούν, κατά συνέπεια, να αποτελούν απλώς και μόνο συνέπεια των γενικών ανεπαρκειών του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής.»
36 Ομοίως, η αιτιολογική σκέψη 26 της εν λόγω οδηγίας διευκρινίζει ότι οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη. Επομένως, ο κίνδυνος επιδεινώσεως της καταστάσεως του πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος απορρέει από την ανυπαρξία κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής του, δεν αρκεί προκειμένου να χορηγηθεί η επικουρική προστασία, εκτός αν απορρέει από την εκ προθέσεως άρνηση χορηγήσεως ιατρικής περιθάλψεως στον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας.
[…]
σκέψη 41: Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, το άρθρο 15, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2004/83 έχει την έννοια ότι η σοβαρή προσβολή που αυτό διαλαμβάνει δεν καλύπτει περίπτωση κατά την οποία τυχόν απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση, κατά τα προβλεπόμενα από την εφαρμοστέα στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική νομοθεσία, την οποία ενδέχεται να υποστεί αιτών διεθνή προστασία σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του είναι απόρροια της ελλείψεως κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη συγκεκριμένη χώρα, εκτός αν συντρέχει περίπτωση εκ προθέσεως αρνήσεως χορηγήσεως ιατρικής περιθάλψεως στον εν λόγω αιτούντα.»
[…]
σκέψη 43: Εντούτοις, η επιφύλαξη του άρθρου 3 της οδηγίας 2004/83 απαγορεύει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ διατάξεις που χορηγούν το προβλεπόμενο από την οδηγία καθεστώς της επικουρικής προστασίας σε υπήκοο τρίτης χώρας πάσχοντα από σοβαρή ασθένεια λόγω του κινδύνου επιδεινώσεως της καταστάσεως της υγείας του συνεπεία της ελλείψεως κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής, καθόσον τέτοιου είδους διατάξεις δεν συνάδουν με τη συγκεκριμένη οδηγία”.»
[9] Απόφαση ΔΕΕ C 353/16, MP v Secretary of State for the Home Department, ημερ. 24/04/2018 <https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=9EE1186D77F7E11AD53AC9F7A64D9FBA?text=&docid=201403&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=1402618>( τελ. Ημερ. Πρόσβασης 25/09/2024)
[10] EUAA - European Union Agency for Asylum: Cameroon; Attitudes towards individuals, including LGBTIQ people, with Hepatitis B by the state and by society; access to support services; access to employment and to healthcare [Q9-2024], 24 January 2024
[11] VOA News, Cameroon Dispatches Healthcare Workers to Find, Treat Hepatitis Patients, 28 July 2020 https://www.voanews.com/a/africa_cameroon-dispatches-healthcare-workers-find-treat-hepatitis-patients/6193561.html
[12] Gavi is an international organisation – a global Vaccine Alliance, created in 2020 ‘bringing together public and private sectors with the shared goal of saving lives and protecting people’s health by increasing equitable and sustainable use of vaccines’. Gavi the Vaccine Alliance, Our Alliance, n.d., https://www.gavi.org/our-alliance
[13] VOA News, Cameroon Dispatches Healthcare Workers to Find, Treat Hepatitis Patients, 28 July 2020
[14] UNHCR - UN High Commissioner for Refugees: Fact Sheet; UNHCR Cameroon Refugee; July 2024, 10 September 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2114940/Factsheet - UNHCR CMR July 2024.pdf
[15]ΔΕΕ, C-465/07, Meki Elgafali και Noor Elgafali κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/2/2009
https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:62007CJ0465&from=EN
[16] EASO, (EUAA, European Union Agency for Asylum), Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ), Δικαστική Ανάλυση (2014), σ. 28
https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
[17] R. Maxwell Bone, 'Ahead of peace talks, a who's who of Cameroon's separatist movements', in The New Humanitarian, 8 July 2020
https://www.thenewhumanitarian.org/analysis/2020/07/08/Cameroon-Ambazonia-conflict-peace-whos-who
[18]Al Jazeera, 'Cameroon Anglophone separatist leader get life sentence: Lawyers', 20 August 2019 https://www.aljazeera.com/news/2019/8/20/cameroon-anglophone-separatist-leader-gets-life-sentence-lawyers
[19] R. Maxwell Bone, 'Ahead of peace talks, a who's who of Cameroon's separatist movements', in The New Humanitarian, 08/07/2020
https://www.thenewhumanitarian.org/analysis/2020/07/08/Cameroon-Ambazonia-conflict-peace-whos-who
[20] HRW - Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Cameroon, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103168.html
[21] ACAPS, Country analysis, CAMEROON
[22]ΔΕΕ, C-285/12, Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, ημερομηνίας 30/01/2014
[23] ΔΕΕ, C-465/07, Meki Elgafali και Noor Elgafali κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/2/2009
[24] ΑCLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/
(Πλατφόρμα ACLED-Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA (11/05/2024-09/05/2025), ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, REGION: Africa, COUNTRY: Cameroon, ADMIN: Sud-Ouest, LOCATION: Kombone)
[26] IΟΜ, 'Areas of Work, Reintegration', n.d.
[27] ΙΟΜ, 'Reintegration for Migrants Returning to Cameroon', Info sheet, n.d.
[28]ΙΟΜ, 'Migrant Return and Reintegration: Complex, Challenging, Crucial', n.d.
https://storyteller.iom.int/stories/migrant-return-and-reintegration-complex-challenging-crucial
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο