
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.1637/23
7 Μαΐου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ν. W. M.
Αιτήτρια
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Αιτήτρια εμφανίζεται αυτοπροσώπως
Κα Θ. Βασιλάκη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Κος Ρ. Ευαγγέλου – μεταφραστής για πιστή μετάφραση από Ελληνικά σε Αγγλικά και αντίστροφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία της κοινοποιήθηκε στις 29/05/23 με επιστολή ημ.24/05/23, η οποία και συνάπτεται στην προσφυγή.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, η αιτήτρια έρχεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, όπου αυτή διέμενε, σπούδαζε και εργαζόταν περί το 1 ½ έτος, στις 29/07/22 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 08/08/22 (ερ.1-3, 50).
Στις 31/01/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με την αιτήτρια από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία, όπου της δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα της (ερ.41-50). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε Έκθεση και στις 24/03/23 το αίτημα για διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.66-76).
Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης της αιτήτριας για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία της δόθηκε διά χειρός στις 29/05/23, σε γλώσσα την οποία κατανοεί (ερ.77, 3).
Επί της αιτήσεως ασύλου η αιτήτρια καταγράφει ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της «κυρίως επειδή οι γονείς [της] σκοτώθηκαν μπροστά στα μάτια [της]». Ως αναφέρει, ο πατέρας της αιτήτριας ήταν στρατιωτικός και οι αποσχιστές (Ambazonia boys) ήθελαν να σκοτώσουν και την ίδια. Γι’ αυτό έφυγε για την ασφάλεια της.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που διενεργήθηκε η αιτήτρια ανέφερε ότι γεννήθηκε στην Limbe, όπου διέμενε με την οικογένεια της μέχρι το 2015, όταν ο πατέρας της, που ήταν στρατιωτικός, μετατέθηκε στην Bamenda και επέστρεψε στην Limbe στις 19/02/20, μέχρι τις 14/03/21, όταν και έφυγε από τη χώρα καταγωγής. Η αιτήτρια είναι άγαμη, άτεκνη, έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της, ομιλεί αγγλικά, έχει μέτρια γνώση της γαλλικής και εργαζόταν ως σερβιτόρα σε μπαρ στην Bamenda.
Ως προς τους λόγους που έφυγε από τη χώρα καταγωγής της η αιτήτρια ανέφερε ότι το έπραξε εξαιτίας του πολέμου ανάμεσα στους Αγγλόφωνους και τους Γαλλόφωνους, ήτοι, ως ανέφερε, ανάμεσα σε όσους δουλεύουν για την κυβέρνηση και τους ενόπλους. Όπως δήλωσε, ο πατέρας της ήταν στρατιωτικός και οι Ambazonians, σκότωσαν την οικογένεια μπροστά στα μάτια της ιδίας και την απείλησαν ότι θα επιστρέψουν «για [να σκοτώσουν] την ίδια». Τότε η αιτήτρια έφυγε από την Bamenda και πήγε στην Limbe, όπου ο θείος της την παρότρυνε να φύγει από τη χώρα επειδή οι αυτονομιστές θα επέστρεφαν για να την σκοτώσουν. Κληθείσα να αναφέρει τι πιστεύει ότι θα της συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στο Καμερούν, απάντησε ότι φοβάται πως οι αυτονομιστές θα την απαγάγουν και θα την σκοτώσουν επειδή ο πατέρας της ήταν στρατιωτικός.
Ερωτηθείσα να αναφέρει περισσότερες λεπτομέρειες για το περιστατικό του θανάτου των γονέων της, δήλωσε ότι αποτελούσε συχνό φαινόμενο οι αυτονομιστές να πυροβολούν εναντίον στρατιωτικών στην Bamenda. Εκείνη την ημέρα, ήτοι στις 18/02/20, ως ανέφερε η αιτήτρια ερωτώμενη σχετικά, η οικογένεια της, μετά που ο πατέρας της επέστρεψε σπίτι από τη δουλειά, είχαν ακούσει πυροβολισμούς στην περιοχή και οι δυνάμεις των αυτονομιστών πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι, μέχρι που μπήκαν στο δικό τους. Όταν 4 αυτονομιστές που φορούσαν μάσκες εισήλθαν στο σπίτι τους, οι γονείς της βρίσκονταν στο καθιστικό. Ερωτώμενη σχετικά με το τι συνέβη η αιτήτρια δήλωσε άγνοια για τον αριθμό των θυμάτων και ανέφερε ότι ήταν σοκαρισμένη, πως κάποιος από τους άνδρες που εισέβαλαν στο σπίτι τους της είπε ότι θα επιστρέψει γι’ αυτήν αλλά δεν ήταν σε θέση να αναφέρει κάτι περισσότερο ούτε να περιγράψει πως διέφυγε η ίδια, πέραν του να αναφέρει ότι τους αποκάλεσαν black legs. Ερωτώμενη για τον βαθμό του πατέρα της η αιτήτρια ανέφερε ότι ήταν υπολοχαγός (lieutenant).
Κατόπιν περαιτέρω διευκρινιστικών ερωτήσεων η αιτήτρια δήλωσε ότι την επόμενη μέρα της δολοφονίας των γονέων της μετέβη στην Limbe όπου διέμενε για 1 χρόνο και 1 μήνα μέχρι να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της. Κληθείσα να διευκρινίσει γιατί αποφάσισε να φύγει από το Limbe, εφόσον – ως η ίδια είχε αναφέρει - δεν της είχε συμβεί οτιδήποτε εκεί, η αιτήτρια απάντησε ότι κρυβόταν επειδή η πόλη δεν ήταν ασφαλής, καθώς δεχόταν ακόμα επιθέσεις, ως ανέφερε. Ερωτηθείσα να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες επί τούτου, απάντησε ότι περί τον Νοέμβριο 2020 οι αυτονομιστές είχαν επιτεθεί στο σχολείο της περιοχής και στους γείτονες κοντά στο σπίτι του θείου που διέμενε. Ερωτώμενη για το σπίτι της στην Bamenda η αιτήτρια δήλωσε άγνοια για την κατάσταση του καθώς, ως ανέφερε, δεν επέστρεψε εκεί από τον θάνατο των γονιών της, ως ισχυρίστηκε. Σχετικά με την ταφή των πτωμάτων της επίθεσης (στην οποία σκοτώθηκαν οι γονείς της) η αιτήτρια ανέφερε ότι είχαν ταφεί από τους στρατιωτικούς.
Ως προς το ενδεχόμενο εσωτερικής μετεγκατάστασης της στην Douala η αιτήτρια απάντησε αρνητικά καθότι, ως ανέφερε, η ίδια δεν έζησε ποτέ εκεί και πουθενά δεν είναι ασφαλής.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα όσα ανέφερε η αιτήτρια εντόπισαν και αξιολόγησαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.
1. Ταυτότητα, προφίλ, χώρα ιθαγενείας και τόπο διαμονής της αιτήτριας
2. Η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι η οικογένεια της στοχοποιήθηκε από τους Ambazonians λόγω του ότι ο πατέρας της ήταν υπολοχαγός στον στρατό
3. Η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι έφυγε από την πόλη Limbe λόγω της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή
Εκ των ως άνω ισχυρισμών έγινε αποδεκτός ο 1ος, ο δε 2ος και 3ος απορρίφθηκαν.
Συγκεκριμένα, επί του 2ου και 3ου ουσιώδους ισχυρισμού, κρίθηκε ότι τα όσα ανέφερε υπήρξαν γενικά, στερούμενα λεπτομερειών, περιείχαν αντιφάσεις, στερούντο χρονικής συνοχής, ουδεμία δε βιωματική λεπτομέρεια αναφέρθηκε σχετικά με την κατ’ ισχυρισμό δολοφονία της οικογένεια της. Ομοίως, τα όσα ανέφερε περί του τι ακριβώς συνέβη κατά την κατ’ ισχυρισμό εισβολή αυτονομιστών στο σπίτι της, πως η ίδια διέφυγε, πως δολοφονήθηκαν οι γονείς και ο αδελφός της, τι επακολούθησε αυτών, που διέμεινε η ίδια και γιατί ένιωθε ανασφάλεια παρόλο που ουδέν συνέβη στην ίδια κατά τον 1 και πλέον χρόνο που διέμεινε στην Limbe έβριθαν κενών, γενικοτήτων, ασαφειών και ασυνεπειών και στερούνταν συνοχής, οι δε απαντήσεις τις στα πολλά ερωτήματα που υποβλήθηκαν σε σχέση με τα ως άνω υπήρξαν φτωχές, γενικόλογες και εν πολλοίς μονολεκτικές.
Στα πλαίσια αξιολόγησης εξωτερικής αξιοπιστίας των ως άνω ισχυρισμών έγινε έρευνα σε διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση Bamenda, εκ της οποίας προέκυψε ότι τα λεγόμενα της συνάδουν με εντοπισθείσες πληροφορίες για επιθέσεις αυτονομιστών και συγκρούσεις αυτών με κυβερνητικές δυνάμεις στην περιοχή, όμως, δεδομένης της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής των λεγομένων της σχετικά, ο ισχυρισμός αυτός δεν έγινε αποδεκτός και απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος. Ομοίως, αναφορικά με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό, κατόπιν έρευνας σε διαθέσιμες πληροφορίες εντοπίστηκε ότι όντως έγινε επίθεση σε σχολείο στη Limbe κατά τον χρόνο που ανέφερε η αιτήτρια, όμως δεδομένης και πάλι της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής των λεγομένων της σχετικά, ο ισχυρισμός αυτός δεν έγινε αποδεκτός και απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού της αιτήτριας, κατόπιν έρευνας για την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής της, ήτοι στη Limbe, ως καθορίστηκε, αξιολογώντας και συνυπολογίζοντας ότι αυτή πρόκειται για ενήλικο άτομο, υγιές, με δευτεροβάθμια μόρφωση και ικανότητα εργασίας, δεδομένου και του ότι,
ως η ίδια η αιτήτρια είχε αναφέρει, ουδέποτε συνέβη κάτι προσωπικά στην ίδια από τους Ambazonians ή άλλο δρώντα, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν υφίσταται κίνδυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή της στη χώρα καταγωγής.
Συνεπεία των ανωτέρω η επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε απόφαση επιστροφής της αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της.
Στις γραπτές αγορεύσεις που καταχώρησε η αιτήτρια επανέλαβε κατ’ ουσία τα όσα στη συνέντευξη είχε αναφέρει περί δολοφονίας της οικογένειας της από ομάδα αποσχιστών και, καλούμενη να τοποθετηθεί προφορικά κατά τις διευκρινήσεις, δήλωσε ότι δεν έχει κάτι να προσθέσει.
Οι καθ' ων η αίτηση αντέταξαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν άπαντες οι ισχυρισμοί της αιτήτριας, είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή επί της ουσίας αυτής, ως ορθά και εύλογα είναι όλα τα ευρήματα τους επί της αναξιοπιστίας των λεγομένων της, ζητώντας γι’ αυτό απόρριψη της προσφυγής. Κατά τις διευκρινήσεις επισήμαναν ότι – σε κάθε περίπτωση – ουδέν συνέβη στην αιτήτρια κατά τον 1 και πλέον χρόνο που διέμεινε στην Limbe, προτού αυτή φύγει από τη χώρα καταγωγής.
Προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».
Στη σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρονται τα εξής:
«[Οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […]
Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Ενόψει και κατ’ εφαρμογή και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών, έχοντας διέλθει με προσοχή του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου, των λεγομένων της αιτήτριας κατά τη συνέντευξη καθώς και των εκατέρωθεν αγορεύσεων των μερών, είναι κατάληξη μου ότι συμφωνώ πλήρως και σε όλη τους την έκταση με τα ευρήματα και κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση, ως αυτά λεπτομερώς και ενδελεχώς αναφέρονται στα ερ.71-72, ως και ανωτέρω στα πλαίσια της παρούσης καταγράφονται. Τούτο γιατί θεωρώ ότι το αφήγημα της αιτήτριας βρίθει κενών, ασαφειών και ελλείψεων και σε κανένα σημείο των λεγομένων της αναφορικά με τη δολοφονία της οικογένειας της, τι έγινε τότε και τι επακολούθησε αυτής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει την παραμικρή σχετική βιωματική λεπτομέρεια, όσα δε ανέφερε στερούνταν καταφανώς και επί όλων των πτυχών των ισχυρισμών της αυτό που εύλογα θα αναμενόταν απ’ αυτήν να είναι σε θέση να παραθέσει, ήτοι μια πλήρη, συνεκτική, ευλογοφανή παράθεση σημείων και λεπτομερειών, που θα ήταν απίθανο να προσέξει ή να είναι σε θέση να ανακαλέσει άτομο το οποίο δεν είχε βιώσει την εμπειρία που η αιτήτρια παραθέτει. Είναι σ’ αυτό ακριβώς το σημείο που το αφήγημα υπολείπεται του ευλόγως αναμενόμενου και είναι εκ τούτου που θεωρώ ότι διαβρώνεται η εσωτερική συνοχή των λεγομένων της αιτήτριας, σε σημείο που οιαδήποτε άλλη προσέγγιση των λεγομένων της θα συνιστούσε θεωρώ αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή ισχυρισμών που στερούνται κάθε ψήγματος ευλογοφάνειας, λεπτομερειών και εν γένει συνοχής. Επί των επιμέρους τρωτών σημείων των ισχυρισμών της αιτήτριας αρκεί η παραπομπή στα όσα σχετικώς καταγράφουν οι καθ’ ων η αίτηση στην επίδικη έκθεση, ως και ανωτέρω, στα πλαίσια της παρούσης παρατίθενται, τα οποία δεν κρίνω σκόπιμο να επαναλάβω.
Συμφωνώ περαιτέρω και με τα ευρήματα επί της εξωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών της αιτήτριας, ως αυτά καταγράφονται στην επίδικη έκθεση. Για σκοπούς πληρότητας παραθέτω τα εξής σχετικά με τη λεγόμενη αγγλόφωνη κρίση, την κατάσταση ασφαλείας στο Νοτιοδυτικό Καμερούν αλλά και τον τόπο διαμονής της αιτήτριας (Limbe).
Κατόπιν σωρείας διαδηλώσεων που πραγματοποιήθηκαν το 2016 από δικηγόρους και δασκάλους, εξαιτίας των αισθημάτων περιθωριοποίησης της αγγλόφωνης κοινότητας στις αγγλόφωνες περιοχές, ήτοι το νοτιοδυτικό και βορειοδυτικό τμήμα του Καμερούν, πλέον υφίσταται σύγκρουση ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις αγγλόφωνες αυτονομιστικές οργανώσεις,[1] ήτοι τους Ambazonians.
Από το 2017 οι συγκρούσεις μεταξύ του στρατού του Καμερούν και αυτονομιστών είχαν ως αποτέλεσμα να μαίνεται ένοπλη σύγκρουση στα νοτιοδυτικά και βορειοδυτικά τμήματα της χώρας. Η ένοπλη βία είναι πλέον σύνηθες φαινόμενο, με εξάρσεις γύρω από γεγονότα - σύμβολα όπως τις εκλογές, την έναρξη της σχολικής χρονιάς, την εθνική εορτή του Καμερούν, την επέτειο της ανακήρυξης της ανεξαρτησίας της περιοχής «Ambazonia» και τις αθλητικές εκδηλώσεις. Τέτοια γεγονότα οδηγούν σε ιδιαίτερα θανατηφόρα επεισόδια. [2] Η Διεθνής Αμνηστία σε σχετική έκθεση της, η οποία δημοσιεύθηκε το 2023, κατέγραψε εγκλήματα και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχθηκαν και από αμφότερες πλευρές: αφενός, οι κυβερνητικές δυνάμεις προβαίνουν σε εξωδικαστικές δολοφονίες, βιασμούς, βασανιστήρια, καταστροφές, αυθαίρετες συλλήψεις και αφετέρου οι αυτονομιστές διαπράττουν δολοφονίες, απαγωγές, βασανιστήρια και καταστροφές σπιτιών, ενώ στοχεύουν άτομα τα οποία υποπτεύονταν για συνεργασία με τις αρχές ή για ανυπακοή στις διαταγές τους για περιορισμό, όπως δασκάλους, μαθητές, δημόσιους υπαλλήλους και μέλη του κυβερνώντος κόμματος.[3]
Σύμφωνα με πληροφορίες του Ιανουάριο 2024, το United Nations Offices for Coordination of Humanitarian Affairs (UNOCHA) ανέφερε ότι οι πληθυσμοί στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές «συνέχιζαν να υποφέρουν από παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως δολοφονίες, καταστροφή περιουσιών, απαγωγές για λύτρα, παράνομη φορολογία, αυθαίρετες συλλήψεις και εκβιασμούς».[4] Άλλη πηγή χαρακτήρισε την κατάσταση ασφαλείας ως «εξαιρετικά ασταθή» [5] καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024, με αύξηση της εγκληματικότητας, επιθέσεις από μη κυβερνητικές ένοπλες δυνάμεις σε αστικά κέντρα, επιθέσεις στις δυνάμεις ασφαλείας του κράτους, απειλές κατά των πολιτών και τη χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών.[6] Σύμφωνα με το ACLED, «η σύγκρουση στην Αγγλόφωνη περιοχή αυξάνεται κάθε χρόνο, με τα βίαια γεγονότα να αυξάνονται κατά μέσο όρο 49% ετησίως από το 2020 έως το 2023».[7] Η ίδια πηγή ανέφερε ότι οι αποσχιστές επέβαλαν κλεισίματα και lockdown στις σχολικές δραστηριότητες και ήταν υπεύθυνοι για το 89% σχεδόν 50 βίαιων περιστατικών που στόχευαν δασκάλους το 2023.[8] Σύμφωνα με πληροφορίες από τοπικούς μη κυβερνητικούς οργανισμούς, η παρουσία και η επιρροή των αυτονομιστικών ομάδων είναι εντονότερη στις αγροτικές περιοχές, καθότι ο τακτικός στρατός διατηρεί τον έλεγχο και έχει εντονότερη παρουσία στις μεγάλες πόλεις. Σημειώνεται ότι άλλος οργανισμός αναφέρει ότι η παρουσία του στρατού δεν αρκεί για να προστατεύσει πραγματικά τις αστικές περιοχές.[9]
Σύμφωνα με το Global Protection Cluster για την περίοδο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2024, σημειώθηκε μια αύξηση στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων τον Ιούλιο του 2024, με τις κυβερνητικές δυνάμεις ασφαλείας να πραγματοποιούν «επιχειρήσεις σάρωσης», οι οποίες οδήγησαν σε επτά περιστατικά αυθαίρετων συλλήψεων που επηρέασαν 303 θύματα, ενώ μη κυβερνητικές ένοπλες οργανώσεις προβαίνουν σε παράνομους ελέγχους αμάχων για να αποσπάσουν χρήματα και να απαγάγουν πολίτες για λύτρα.[10] Οι πιο κοινές παραβιάσεις ήταν αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, σωματικές επιθέσεις ή κακοποίηση και δολοφονίες.[11]
Το Danish Refugee Council (DRC) πραγματοποίησε δραστηριότητες παρακολούθησης προστασίας στη νοτιοδυτική περιοχή μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουνίου 2024 σε οκτώ κοινότητες των υποδιαμερισμάτων του Fako, Kupe Muanenguba, και Meme.[12] Σύμφωνα με πηγές που συμβουλεύτηκε το DRC, μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 2024, οι κύριες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναφέρθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό περιλάμβαναν αυθαίρετες συλλήψεις, παράνομες κρατήσεις, βασανιστήρια, απάνθρωπη μεταχείριση, κλοπές και απαγωγές, καθώς και έμφυλη βία (GBV).[13] Το DRC κατέγραψε 55 περιστατικά προστασίας και 428 θύματα μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2024.[14] Οι παραβιάσεις που αναφέρθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό περιλάμβαναν αυθαίρετες συλλήψεις, δολοφονίες, επιθέσεις, ξυλοδαρμούς, βασανιστήρια, απάνθρωπη μεταχείριση και έμφυλη βία, τα οποία διαπράχθηκαν από τις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας και τις μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες.[15] Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ σε έκθεση αναφορικά με τις εξελίξεις στην κατάσταση ασφαλείας στην Κεντρική Αφρική, η οποία δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 2024, αναφέρει ότι η βία συνεχίζει στις νοτιοδυτικές και βορειοδυτικές περιοχές της χώρας.[16]
Σύμφωνα με δεδομένα του ACLED, στη νοτιοδυτική περιφέρεια για το διάστημα 17/02/24 – 14/02/25 καταγράφηκαν 785 περιστατικά ασφαλείας με 758 απώλειες ζωών. Εξ αυτών των θανάτων, 461 προήλθαν από βία εναντίον αμάχων (με 154 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 283 από μάχες (με 583 απώλειες ανθρωπίνων ζωών), 26 από απομακρυσμένη βία / εκρήξεις (με 5 απώλειες ανθρωπίνων ζωών) και 15 από εξεγέρσεις (με 16 απώλειες ανθρωπίνων ζωών).[17] Σύμφωνα με δεδομένα από την ίδια πλατφόρμα, στην πόλη Limbe (τόπος διαμονής της αιτήτριας), καταγράφηκαν 7 περιστατικά ασφαλείας και 7 θάνατο, τα οποία αφορούν 4 περιστατικά βίας κατά αμάχων με 4 θανάτους, 2 μάχες με 3 θανάτους και 1 περιστατικό εξέγερσης χωρίς κανένα θάνατο.[18] Σε έκθεση του 2024, το τμήμα πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής του Γραφείο Γενικού Επιτρόπου για Πρόσφυγες και Απάτριδες του Βελγίου (CEDOCA) αναφέρει ότι τα περιστατικά για το 2023 έχουν πτωτική τάση σε σχέση με τις υπόλοιπες χρονιές από το 2017.[19] Η νοτιοδυτική περιφέρεια σύμφωνα με προβλέψεις έχει πληθυσμό περί τα 1.5 εκατομμύρια κατοίκων [20] και η Limbe έχει περί τις 100.000 κατοίκων [21].
Στη βάση των ως άνω δεδομένων και στοιχείων (ΠΧΚ) δεν θα πρέπει να αμφισβητείται ότι τα όσα αναφέρει η αιτήτρια περί δολοφονίας των γονέων της στα πλαίσια αδιάκριτης βίας από ένοπλες δυνάμεις αυτονομιστών συνάδουν με διαθέσιμες σχετικά πληροφορίες, όμως τούτο από μόνο του δεν αρκεί για να γίνουν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί της. Τούτο γιατί η έλλειψη εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών της αιτήτριας είναι εν προκειμένω τέτοια που, στα πλαίσια συνολικής αποτίμησης αυτών, διαβρώνει αναπόφευκτα και τη συνολική αξιοπιστία των δηλώσεων της. Αν η αξιολόγηση αξιοπιστίας γινόταν στη βάση μόνο της εξωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών για τούτο και μόνο τον λόγο, οι οποίοι στερούνται εσωτερικής συνοχής και θα οδηγούσε σε ανεπιφύλακτη αποδοχή τους, συχνά ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση των εκάστοτε υπό κρίση ισχυρισμών. Συνεπώς οι ισχυρισμοί του εκάστοτε αιτητή (εδώ αιτήτριας) και η εσωτερική συνοχή τους παραμένουν βεβαίως το πρωταρχικό σημείο αναφοράς και, στην απουσία ισχυρισμού που φέρει, έστω κατ’ ελάχιστο, ψήγματα εσωτερικής συνοχής, ο εντοπισμός διαθέσιμων πληροφοριών που συνάδουν με τα κατά τα τ’ άλλα στερούμενα εσωτερικής συνοχής λεγόμενα του δεν καθιστούν αξιόπιστο έναν τέτοιο ισχυρισμό. Άλλωστε, ως στο εγχειρίδιο EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», 2018, σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.»
Είναι λοιπόν κατάληξη μου, στη βάση και πάλι των ως άνω δεδομένων, ότι, παρά την αναμφισβήτητα τεταμένη κατάσταση ασφαλείας στην ευρύτερη νοτιοδυτική περιοχή του Καμερούν, όπου καταγράφεται υψηλής έντασης αδιάκριτη βία, με συχνά περιστατικά που αφορούν αμάχους, στα πλαίσια της λεγόμενης αγγλόφωνης κρίσης, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή της κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην πόλη Limbe (όπου αυτή διέμενε πέραν του 1 έτους προτού φύγει από τη χώρα), και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, διαφέρει ουσιωδώς από την κατάσταση που επικρατεί στην ευρύτερη περιοχή και δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας της στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για την αιτήτρια, σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [22] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, C-901/19 CF and DN).
Προς τα ως άνω λαμβάνω υπόψη, ως έχουν πράξει και οι καθ’ ων η αίτηση, ότι η αιτήτρια πρόκειται για νεαρή ενήλικη (περί των 32 ετών σήμερα), ώριμης ηλικίας, υγιή, χωρίς προσωπική στοχοποίηση στο παρελθόν, με οικογενειακό δίκτυο στην Limbe (θείος με τον οποίο διέμενε περί το 1 έτος), με δευτεροβάθμια μόρφωση και προηγούμενη εργασιακή εμπειρία, χωρίς άλλα στοιχεία ευαλωτότητας. Τα δεδομένα αυτά δεικνύουν ότι η αιτήτρια διατηρεί εύλογες πιθανότητες να εξασφαλίσει προσωρινή έστω στέγαση και στήριξη και – εν καιρώ - επαρκή βιοπορισμό κατά την επιστροφή της και πως οι όποιες δυσκολίες αντιμετωπίσει δεν θα καθιστούσαν τη ζωή της ανυπόφορη και δεν θα την εξέθεταν σε κινδύνους που υπερβαίνουν τον μέσο κίνδυνο που αντιμετωπίζει ο τοπικός πληθυσμός στην καθημερινότητα του. Εξάλλου, ως και στην αιτιολογική σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.».
Έπεται λοιπόν ότι η αιτήτρια δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης [της] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς [της], θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του Νόμου, αντίστοιχα.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €800 υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] RULAC, ‘Cameroon’, Last Updated 21 January 2021, https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[2] OCHA, “Cameroon: North-West and South-West, Situation report n° 52, March 2023” available at: https://reliefweb.int/report/cameroon/cameroon-north-west-and-south-west-situation-report-no-52-march-2023 (ημ. πρόσβασης 21/02/2025)
[3] AI, Cameroon: With or against us: People of the North-West region of Cameroon caught between the army, armed separatists and militias, 4 July 2023, https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2023/07/AFR1768382023ENGLISH-1.pdf%20published%204%20July%202023, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[4] UNOCHA, Cameroon: North-West and South-West - Situation Report No. 61 (January 2024), 8 March 2024, https://www.unocha.org/publications/report/cameroon/cameroon-north-west-and-south-west-situation-report-no-61-january-2024, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[5] GCR2P, Cameroon – Population at risk, 1 December 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[6] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, ημ.21/02/2025
[7] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, σελ. 13, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[8] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, σελ.28, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[9] CEDOCA, ‘CAMEROUN Régions anglophones : situation sécuritaire’, 28 June 2024, coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20240628.pdf, σελ.25, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[10] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, σελ. 3, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[11] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, σελ. 4, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[12] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/14eff56a-24a7-4da9-a1a9-dca02f2b864e/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q1_Southwest%20Cameroon.pdf , σελ. 5, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025; DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/14eff56a-24a7-4da9-a1a9-dca02f2b864e/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q1_Southwest%20Cameroon.pdf. Σελ.5, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[13] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/14eff56a-24a7-4da9-a1a9-dca02f2b864e/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q1_Southwest%20Cameroon.pdf, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[14] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[15] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[16] United Nations Security Council, ‘The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa’, 29 November 2024, 27th_sg_report_on_the_situation_in_central_africa_and_the_activities_of_the_unoca.pdf, παρ. 19 , 20, 42 - 21/02/25
[17] ACLED Explorer – Με παραμέτρους αναζήτησης ‘Cameroon – Sud Ouest – Political Violence (Battles, Explosions / Remove Violence, Violence against Civilians, Excessive violence against Protesters, Mob Violence), Past Year of ACLED Data’, https://acleddata.com/explorer/, 21/02/25
[18] ACLED Explorer – Με παραμέτρους αναζήτησης ‘Cameroon – Sud Ouest – Political Violence (Battles, Explosions / Remove Violence, Violence against Civilians, Excessive violence against Protesters, Mob Violence), Past Year of ACLED Data’, https://acleddata.com/explorer/, 21/02/25
[19] CEDOCA, ‘COI Focus: Cameroun Regions anglophones: situation securitaire’, 28/06/2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2111910/coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20240628.pdf, σελ. 14, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[20] City Population, ‘Cameroon’, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/, ημερ. πρόσβασης 21/02/2025
[22] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο