ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: Ε.Μ.Ν., Νομική Αρωγή αρ. 193/2024, 14/5/2025
print
Τίτλος:
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: Ε.Μ.Ν., Νομική Αρωγή αρ. 193/2024, 14/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Νομική Αρωγή αρ. 193/2024

14 Μαΐου, 2025

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002,

Ν. 168(Ι)/2002 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΑΡ.1) ΤΟΥ 2003

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

                              Ε.Μ.Ν.

       από Καμερούν

                                          Αιτήτρια

  

Η Αιτήτρια εμφανίσθηκε αυτοπροσώπως

Για τους Καθ' ων η αίτηση : Ε. Ιωάννου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

[Α. Χατζησάββας -Διερμηνέας, για διερμηνεία από την ελληνική στην αγγλική και αντίστροφα]

                            

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

E. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Η Αιτήτρια με την αίτησή της ημερομηνίας 11.11.2024, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, έτσι ώστε να της δοθεί η δυνατότητα να διορίσει δικηγόρο, προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρίσει εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 17.06.2024, με την οποίαν απορρίπτεται η αίτησή της για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Ως προκύπτει από το γραπτό σημείωμα που κατατέθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα, καθώς και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση σκιαγραφούνται ως ακολούθως:

 

Η Αιτήτρια κατάγεται από το Καμερούν, το οποίο εγκατέλειψε στις 14.07.2019 και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα στις 03.10.2019, υποβάλλοντας αίτηση ασύλου στις 07.10.2019. Στις 05.06.2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος υπέβαλε στις 17.06.2024 Έκθεση/Εισήγηση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε αυθημερόν την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτήν ταχυδρομικώς στις 08.08.2024 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ίδιας ημερομηνίας.

  

Εναντίον της απόφασης αυτής, η Αιτήτρια  καταχώρισε την προσφυγή υπ' αρ. 3503/24 για την προώθηση της οποίας, επιθυμεί να λάβει δωρεάν νομική αρωγή, μέσω της υπό εξέταση αίτησης.

 

Στο έντυπο της αίτησής της για άσυλο, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της καθώς στις 05.06.2017 απήχθη από πέντε (5) άνδρες ενώ βρισκόταν στο χωράφι της μαζί με τα παιδιά της. Ως λόγος της απαγωγής της ήταν η εγγραφή της Αιτήτριας στους εκλογικούς καταλόγους για τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές (βλ. ερυθρά 3 του δ.φ.).

 

Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξη της, και αναφορικά με τα προσωπικά της στοιχεία, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι είναι υπήκοος Καμερούν με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής το Limbe της περιοχής Southwest. Ως προς την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε πως είναι άγαμη και μητέρα δύο ανήλικων τέκνων, τα οποία βρίσκονται στο Καμερούν υπό την επιμέλεια μίας φίλης της Αιτήτριας. Ως προς την πατρική της οικογένεια η Αιτήτρια προέβαλε ότι οι γονείς της έχουν αποβιώσει και ότι έχει επτά (7) αδέρφια εκ των οποίων το ένα έχει επίσης αποβιώσει, το ένα διαβιεί στις γαλλόφωνες περιοχές, τα δύο διαμένουν στην Γαλλία, και τα υπόλοιπα δε γνωρίζει που βρίσκονται. Ως προς το εκπαιδευτικό της επίπεδο υποστήριξε ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Αναφορικά με την εργασιακή της εμπειρία προέβαλε ότι εργαζόταν ως πλανόδια πωλήτρια (βλ. ερυθρά 28 – 26 του Δ.Φ.). 

 

Ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της η Αιτήτρια ισχυρίστηκε κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησής της (βλ. ερυθρά 25/2Χ του δ.φ.) ότι έπραξε αυτό λόγω της εγγραφής της στους εκλογικούς καταλόγους και των απειλών και της κακοποίησης που ήρθε αντιμέτωπη λόγω αυτού. Η Αιτήτρια προέβαλε ότι λίγους μήνες μετά την εγγραφή της στους εκλογικούς καταλόγους έλαβε ένα μήνυμα στο κινητό της το οποίο της ζητούσε να καταβάλει το ποσό των 5.000.000 λόγω του ότι υποστηρίζει την Κυβέρνηση. Η Αιτήτρια απάντησε ότι δεν έχει στη διάθεσή της το απαιτούμενο χρηματικό ποσό και της είπαν πως εάν δεν τα εξασφαλίσει εντός δύο εβδομάδων τότε θα απαγάγουν την ίδια και τα παιδιά της. Κάποια στιγμή και ενώ η Αιτήτρια ήταν στον κήπο που καλλιεργούσε, πέντε άνδρες ήρθαν εκεί αναζητώντας την. Της είπαν να τους ακολουθήσει, την έβαλαν μέσα σε ένα αμάξι και της έκλεισαν τα μάτια με ένα κομμάτι ύφασμα. Εν συνεχεία τη μετέφεραν σε μία τοποθεσία όπου και έμεινε για διάστημα περί της μίας εβδομάδας. Εν τέλει την άφησαν ελεύθερη επειδή αιμορραγούσε λόγω της εμμήνου ρύσης της.

 

Ο λειτουργός ασύλου προχώρησε με ερωτήσεις αναφορικά με την εγγραφή της Αιτήτριας στους εκλογικούς καταλόγους. Ως προς αυτό, η Αιτήτρια αποκρίθηκε πως έδωσε απλώς την ταυτότητά της για να εγγραφεί σε αυτούς και δηλώνοντας παράλληλα και τον τόπο διαμονής της (βλ. ερυθρά 25/3Χ του Δ.Φ.). Ως μοναδική προϋπόθεση ήταν η κατοχή της ταυτότητας, ενώ η Αιτήτρια τοποθέτησε χρονικά την εγγραφή της στο 2016 οπότε και θα λάμβαναν χώρα δημοτικές εκλογές (βλ. ερυθρά 24/1Χ, 2Χ του δ.φ.). Σε μεταγενέστερο σημείο της συνέντευξης αντιπαρατέθηκε στην Αιτήτρια ότι στην φόρμα καταγραφής της είχε ισχυριστεί ότι οι επικείμενες εκλογές ήταν προεδρικές και όχι δημοτικές με την Αιτήτρια να αντιτάσσει ότι για τον λόγο αυτό εξήγησε ότι υπάρχουν 3 διαφορετικές εκλογικές διαδικασίες στη χώρα της (βλ. ερυθρά 22/1Χ του Δ.Φ.).

 

Όσον αφορά το περιστατικό της απαγωγής της αυτό καθαυτό, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε πως οι γείτονές της την ειδοποίησαν ως προς την ύπαρξη των πέντε (5) ανδρών που την αναζητούσαν. Ως προς τον λόγο πίσω από την απαγωγή της, η Αιτήτρια εξήγησε πως την αναζητούσαν καθώς δεν έδωσε το ποσό των 5.000.000 που της ζήτησαν λόγω της εγγραφής της στους εκλογικούς καταλόγους. Αναφορικά με τον τρόπο που έμαθαν ότι η Αιτήτρια εγγράφηκε στους καταλόγους, η Αιτήτρια αποκρίθηκε πως έχουν κατασκόπους. Κληθείσα να αναφερθεί στο μέρος στο οποίο την πήγαν αφού απήχθη, η Αιτήτρια δήλωσε πως την πήραν από τον κήπο της και έβαλαν ένα κομμάτι ύφασμα στο πρόσωπό της. Προσέθεσε δε ότι κρατήθηκε αιχμάλωτη για διάστημα μίας με δύο εβδομάδων (βλ. ερυθρά 24/2Χ – 6Χ του Δ.Φ.). Περαιτέρω η Αιτήτρια τοποθέτησε χρονικά το συμβάν το 2016 ενώ εξήγησε ότι, παρ’ ότι αφέθηκε ελεύθερη λόγω της αιμορραγίας της, εντούτοις οι απαγωγείς της εξακολουθούσαν να της ζητάνε τα χρήματα που ήθελαν να τους δώσει εξαρχής (βλ. ερυθρά 23 1Χ του Δ.Φ.).

 

Η Αιτήτρια κλήθηκε εν συνεχεία να εξηγήσει τον λόγο που έφυγε από τη χώρα της μόλις το 2019, παρά το ότι απήχθη το 2016, με την Αιτήτρια να δηλώνει ότι δεν είχε τα οικονομικά μέσα να το πράξει νωρίτερα, ενώ ισχυρίστηκε επιπλέον ότι το ανέφερε στην αστυνομία ωστόσο η αστυνομία της είπε ότι καλύτερα να τρέξει να προστατευτεί. Την ίδια συμβουλή ισχυρίστηκε ότι της έδωσε και ένας φίλος της δικηγόρος (βλ. ερυθρά 23, 23/2Χ του Δ.Φ.). Ως προς το εάν συνέβη κάτι στα παιδιά της η Αιτήτρια απάντησε αρνητικά.

 

Αντιπαρατέθηκε επιπροσθέτως στην Αιτήτρια πως στην φόρμα καταγραφής της δήλωσε πως απήχθη το 2017 εν αντιθέσει με τον ισχυρισμό της ενώπιον του λειτουργού ότι η απαγωγή της έλαβε χώρα το 2016, και η Αιτήτρια δήλωσε ότι δε μπορεί να θυμάται επακριβώς το κάθε γεγονός.

 

Αναφορικά με το τι θεωρεί ότι θα μπορούσε να της συμβεί σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν, η Αιτήτρια δήλωσε πως δεν θα έχει που να πάει και ότι θα την ανακαλύψουν παρά το ότι έχει παρέλθει μεγάλο διάστημα από τότε. Προσέθεσε δε ότι οι διώκτες της γνωρίζουν πως βρίσκεται στη Δημοκρατία (βλ. ερυθρά 22 του Δ.Φ.).

 

Η προϋπόθεση της πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της προσφυγής

 

Η Αιτήτρια έχει καταχωρίσει προσφυγή κατά της δυσμενούς απόφασης του

Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 33 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 και συνεπώς η εξεταζόμενη περίπτωση εμπίπτει στο άρθρο 6Β(2)(α) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά στην πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής και ότι συνεπώς πληρείται η πρώτη προϋπόθεση παραχώρησης δωρεάν νομικής αρωγής ως αυτή θεσπίζεται με το εδάφιο (αα) του άρθρου 6Β(2) (ανωτέρω), κρίσιμη καθίσταται η εξέταση της δεύτερης προϋπόθεσης, θεσπιζόμενης διά του εδαφίου (ββ) της ίδιας διάταξης, την ύπαρξη δηλαδή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της σκοπούμενης προσφυγής.

 

Σύμφωνα με τη διαμορφωθείσα νομολογία, δίδεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιον του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας.[1]

 

Οι πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να εξετάζονται και υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου χωρίς να περιορίζεται αυθαίρετα η παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη. Περαιτέρω όμως το Δικαστήριο, θα πρέπει να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιόν του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας.[2]

 

Σημειώνεται δε, πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, δεν θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής που έχει ήδη καταχωριστεί από την Αιτήτρια, εφόσον το Δικαστήριο στην παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής.[3]

 

Σημειώνεται εξάλλου ότι, το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση της βασιμότητας της αίτησης παροχής νομικής αρωγής, στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του.[4]

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΉ ΚΑΙ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ

 

Προς αξιολόγηση των ισχυρισμών της Αιτήτριας, ο λειτουργός διέκρινε τρεις (3) ουσιώδεις ισχυρισμούς.

 

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας, ήτοι το ότι η Αιτήτρια είναι υπήκοος Καμερούν, με τόπο γέννησης και συνήθους διαμονής το Limbe της επαρχίας Fako της περιοχής Southwest. Ο εν λόγω ισχυρισμός έγινε αποδεκτός από τον αρμόδιο λειτουργό καθώς στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία.

 

Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορούσε την εγγραφή της Αιτήτριας στους εκλογικούς καταλόγους της χώρας καταγωγής της. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε από τον λειτουργό ασύλου αφού κρίθηκε ότι η Αιτήτρια υπήρξε αντιφατική αναφορικά με το είδος των εκλογών που θα λάμβαναν χώρα (δημοτικές εκλογές αντί για προεδρικές όπως είχε καταγραφεί στην αίτηση διεθνούς προστασίας της), ενώ η σχετική αντίφαση, κατά τον λειτουργό, δεν αποσαφηνίστηκε επαρκώς. Περαιτέρω, ο λειτουργός κατέγραψε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές πληροφορίες για τη διαδικασία εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους, ενώ κρίθηκε περαιτέρω ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να αναφερθεί συγκεκριμένα και με λεπτομερή τρόπο για τις εκλογές που επρόκειτο να λάβουν χώρα. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός ασύλου παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σύμφωνα με τις οποίες η διαδικασία εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους του Καμερούν διαφέρει από αυτή που δήλωσε η Αιτήτρια, ενώ το 2016 δεν διεξήχθησαν δημοτικές εκλογές στη χώρα. Παράλληλα τονίστηκε από τον λειτουργό ότι η Αιτήτρια απέστειλε ηλεκτρονικώς την εκλογική της κάρτα, ωστόσο τα στοιχεία που αναγράφονταν σε αυτή ήταν διαφορετικά από τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας και η φωτογραφία της κάρτας δεν ήταν επαρκώς ευκρινής.

 

Ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορούσε στα προβλήματα που αντιμετώπισε η Αιτήτρια λόγω της εγγραφής της στους εκλογικούς καταλόγους. Αρχικώς σημειώθηκε από το λειτουργό ασύλου πως η εγγραφή της Αιτήτριας στους εκλογικούς καταλόγους, ήτοι η γενεσιουργός αιτία των προβλημάτων της, αποτελεί ισχυρισμό ο οποίος ήδη εξετάστηκε και δεν έγινε αποδεκτός. Συνεχίζοντας, ο λειτουργός αναφέρει ότι τα λεγόμενα της Αιτήτριας σε σχέση με τον υπό εξέταση ισχυρισμό παρουσιάζουν αντιφάσεις, έλλειψη ικανοποιητικών πληροφοριών, έλλειψη συνοχής και έλλειψη συνέπειας. Επισημάνθηκε πρόσθετα ότι η Αιτήτρια υπήρξε αντιφατική ως προς το πότε συνέβη το περιστατικό απαγωγής της, καθώς κατά τη διάρκεια της συνέντευξης υποστήριξε ότι έλαβε χώρα το 2016 ενώ κατά την καταγραφή του αιτήματός της το τοποθέτησε χρονικά στις 05.06.2017, αντίφαση που δεν αποσαφηνίστηκε επαρκώς δεδομένης της σοβαρότητας του περιστατικού. Αντιφατικά λεγόμενα εντοπίστηκαν και σχετικά με το μέρος όπου έλαβε χώρα η απαγωγή της καθότι στη συνέντευξή της προέβαλε ότι βρισκόταν στον κήπο της, ενώ στην καταγραφή του αιτήματός της δήλωσε ότι βρισκόταν στην καλλιεργήσιμη γη της, αντίφαση που ομοίως δεν αποσαφηνίστηκε. Αντιφατικά κρίθηκαν και τα λεγόμενα της Αιτήτριας ως προς το ακριβές χρονικό διάστημα που κρατήθηκε αιχμάλωτη, εφόσον αρχικά δήλωσε πως κρατήθηκε αιχμάλωτη για μία εβδομάδα και σε μεταγενέστερο σημείο της συνέντευξης προέβαλε πως η απαγωγή της διήρκεσε μία με δύο εβδομάδες. Ομοίως, ο λειτουργός τόνισε πως η αντίφαση αυτή δεν διευκρινίστηκε από την Αιτήτρια.

 

Ως προς τους απαγωγείς της, ο λειτουργός ασύλου επεσήμανε πως η Αιτήτρια δεν έδωσε ικανοποιητικές πληροφορίες γι’ αυτούς, παρά το ότι κάτι τέτοιο θα ήταν ευλόγως αναμενόμενο από τη στιγμή που πρόκειται για τον φερόμενο φορέα δίωξής της. Σχετικά δε με το ότι οι απαγωγείς της την άφησαν να φύγει χωρίς να πληρώσει το χρηματικό ποσό που της ζητούσαν, ο αρμόδιος λειτουργός διέκρινε έλλειψη συνοχής και συνέπειας στα λεγόμενά της καθώς δεν κρίθηκε επαρκές το ότι την απελευθέρωσαν επειδή βρισκόταν στην διάρκεια της εμμήνου ρύσης της. Σχετικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού της Αιτήτριας ο λειτουργός ασύλου κατέγραψε πως τα όσα ανέφερε η Αιτήτρια άπτονται της σφαίρας της ιδιωτικής της ζωής και, συνεπώς,  δεν είναι εφικτή η αναζήτηση εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Περαιτέρω δε, η Αιτήτρια δεν κατονόμασε τους φερόμενους διώκτες της με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή ούτε η αναζήτηση εξωτερικών πηγών γενικού περιεχομένου.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου ο λειτουργός ασύλου εξέτασε το μελλοντοστραφές ρίσκο της Αιτήτριας στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών της στοιχείων, ήτοι του μοναδικού ισχυρισμού που έγινε αποδεκτός. Ως προς αυτό αξιολογήθηκε η κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι την περιοχή Southwest του Καμερούν. Παρατέθηκαν σχετικώς πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για την κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, με έμφαση στην περιοχή Southwest. Με βάση τις παρατεθείσες πληροφορίες ο λειτουργός κατέληξε στο ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι να αντιμετωπίσει η Αιτήτρια συμπεριφορά που να ισοδυναμεί με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής της στο Limbe της περιοχής Southwest του Καμερούν.

 

Κατά το στάδιο της νομικής ανάλυσης ο λειτουργός ασύλου έκρινε πως η Αιτήτρια δε μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες του προσφυγικού καθεστώτος. Όσον αφορά το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, και ιδιαίτερα το άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, ο λειτουργός ασύλου, υπό το φως των πληροφορίων από  εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή Southwest, έκρινε πως η αδιάκριτη βία στην περιοχή αυτή δεν είναι τέτοιας έντασης ούτως ώστε να θεωρηθεί ότι η Αιτήτρια σε περίπτωση επιστροφής της στο Limbe της περιοχής Southwest θα κινδυνεύσει από βία ασκούμενη αδιακρίτως απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας της στην περιοχή. Συνυπολογίστηκαν και οι προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας, ήτοι το ότι πρόκειται για γυναίκα μέσης ηλικίας, άγαμη, μητέρα δύο παιδιών, χωρίς κάποια ευαλωτότητα και χωρίς κάποιο πρόβλημα υγείας. Ταυτόχρονα διαθέτει ισχυρούς οικογενειακούς δεσμούς στο Limbe, έχει επαρκή εκπαίδευση και επαρκή εργασιακή εμπειρία.

 

Συνεπώς, και με βάση την ανωτέρω ανάλυση, η αίτηση διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας απορρίφθηκε.

 

Στο έντυπο της υπό εξέταση αίτησης της, η Αιτήτρια κατέγραψε ότι δεν έχει δουλειά και οικονομική δυνατότητα για να διορίσει δικηγόρο.

 

Ακολούθως, κατόπιν άδειας του παρόντος Δικαστηρίου η Αιτήτρια καταχώρισε γραπτή αγόρευση, στην οποία υποστηρίζει ότι είναι ένα από τα θύματα της αγγλόφωνης κρίσης που επικρατεί στο Καμερούν από το 2016 και πως έχει βιώσει η ίδια τις κακουχίες και τη βία από πρώτο χέρι. Περαιτέρω, η Αιτήτρια αναφέρεται σε ένα μήνυμα που έλαβε στο τηλέφωνό της από έναν άγνωστο αριθμό, στο οποίο αναφερόταν πως εφόσον εγγράφηκε στους εκλογικούς καταλόγους τότε πρέπει να δώσει 3.000.000 CFA, στέλνοντάς της επίσης και τον αριθμό του λογαριασμού στον οποίον έπρεπε να στείλει τα χρήματα διαφορετικά, σε περίπτωση που δεν τα έστελνε, θα απήγαγαν την ίδια και τα παιδιά της. Η ίδια θορυβημένη από το περιστατικό αυτό, δεν κοιμόταν με τα παιδιά της πλέον στο σπίτι, καθώς δεν ήταν ασφαλές. Προσέθεσε ότι πήγε στο αστυνομικό τμήμα ωστόσο δεν έλαβε βοήθεια, καθώς και στο πολιτειακό συμβούλιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπου και συνάντησε έναν φίλο της δικηγόρο που της είπε ότι δύσκολα θα δικαιωθεί.

 

Εν συνεχεία η Αιτήτρια προχώρησε σε μία αναδρομή στο παρελθόν, συγκεκριμένα όταν επισκέφθηκε τον παραδοσιακό αρχηγό Fon Victor Mukete Eseme προκειμένου να συζητήσουν για την κρίση στο αγγλόφωνο τμήμα και να συμβουλεύουν τον πρόεδρο της χώρας Paul Biya να κάνει κάτι προτού να ξεσπάσει η κρίση. Περαιτέρω, η Αιτήτρια περιέγραψε ένα περιστατικό που έλαβε χώρα στα τέλη του 2016 κατά το οποίο οι Ambazonians απήγαγαν την Αιτήτρια μαζί με άλλους επιβάτες που επέβαιναν στο λεωφορείο που πήγαινε προς το Limbe και κατέληξε πως όλα αυτά συνέβαλαν στην απόφασή της να φύγει οριστικά από το Καμερούν.

 

Σημειώνεται ότι η ευπαίδευτη συνήγορος του Γενικού Εισαγγελέα, εισηγήθηκε τόσο μέσω του Γραπτού της Σημειώματος όσο και προφορικώς ότι δεν πληρούνται  οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου 

 

Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τη συνέντευξη του Αιτητή ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, την εισηγητική έκθεση και την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας ως αυτοί τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου.

 

Έχοντας ανατρέξει στο πρακτικό της συνέντευξης, εκ πρώτης όψεως, συμφωνώ με τα ευρήματα του λειτουργού ασύλου όσον αφορά τους δυο ισχυρισμούς της Αιτήτριας στο βαθμό που διαφαίνεται ότι ο λειτουργός αξιολόγησε τους ισχυρισμούς με βάση τους δείκτες αξιοπιστίας, ενώ ως προς την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών, λήφθηκαν υπόψη αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Συμφωνώ συνεπώς, εκ πρώτης όψεως με την απόρριψη των ισχυρισμών αυτών ως αναξιόπιστων.

 

Η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση φαίνεται να είναι, εκ πρώτης όψεως, ορθά δομημένη, παραθέτοντας λεπτομερώς τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που εξήχθησαν από το αίτημα της Αιτήτριας, καθώς και το σχετικό αποδεικτικό υλικό που αφορά την κατάσταση στη χώρα καταγωγής της. Παράλληλα, η διοικητική αρχή προβαίνει σε αναφορά και ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 15 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου, εφαρμόζοντας τις σχετικές προϋποθέσεις περί υπαγωγής σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Ειδικότερα, σε σχέση με την ιδιότητα του πρόσφυγα κατά την έννοια του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, προέβη σε εξέταση της πιθανότητας η Αιτήτρια να έχει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, πολιτικών πεποιθήσεων ή συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. Όπως προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης, η Αιτήτρια δεν προέβαλε, εκ πρώτης όψεως, συγκεκριμένους αξιόπιστους ισχυρισμούς που να εντάσσονται σε κάποια από τις ανωτέρω κατηγορίες δίωξης. Δεν επικαλέστηκε, ούτε τεκμηρίωσε, ότι υπήρξε θύμα δίωξης λόγω πολιτικών της πεποιθήσεων, εθνοτικής ή θρησκευτικής ταυτότητας, ούτε υπέδειξε συμμετοχή σε ομάδα που υπόκειται σε στοχευμένες διώξεις από κρατικούς ή μη κρατικούς δρώντες.

 

Αναφορικά με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και σε σχέση με την πιθανότητα επιστροφής της Αιτήτριας στο Καμερούν, και συγκεκριμένα στην πόλη Limbe, της επαρχίας Fako, της περιφέρειας Southwest, οι Καθ΄ων η αίτηση αξιολόγησαν τα πραγματικά δεδομένα και, ερμηνεύοντας τις διεθνείς και τοπικές εκθέσεις για την κατάσταση στην εν λόγω περιφέρεια, κατέληξαν ότι, παρότι υφίσταται κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης και κατάσταση ανασφάλειας, η ένταση της σύρραξης και η γεωγραφική διασπορά των κινδύνων δεν είναι τέτοια που να τεκμηριώνουν, σε γενικό επίπεδο, την ύπαρξη σοβαρής και προσωπικής απειλής για τον άμαχο πληθυσμό.

 

Επιπλέον, η διοίκηση συνεκτίμησε τα προσωπικά χαρακτηριστικά της Αιτήτριας, τα οποία δεν καταδεικνύουν, εκ πρώτης όψεως, ιδιαίτερη ευαλωτότητα. Ειδικότερα, πρόκειται για ενήλικο άτομο, χωρίς ιστορικό προβλημάτων υγείας, που φέρεται να είχε στο παρελθόν οικονομική δραστηριότητα διατηρώντας δική της επιχείρηση ως πωλήτρια στην περιοχή καταγωγής της. Η ίδια δηλώνει ότι διατηρεί στενούς οικογενειακούς δεσμούς στην περιοχή, καθώς τα δύο ανήλικα τέκνα της, ηλικίας 17 και 14 ετών, διαμένουν εκεί μαζί με πρόσωπο φιλικό προς την ίδια. Το στοιχείο αυτό συνεκτιμήθηκε από τη διοίκηση ως ένδειξη ότι η Αιτήτρια διαθέτει ένα ελάχιστο δίκτυο υποστήριξης στην επιστρεφόμενη περιοχή, στοιχείο που ελαχιστοποιεί την πιθανότητα απομόνωσης ή πλήρους έλλειψης μέσων επιβίωσης.

 

Δεν φαίνεται επίσης να προκύπτει ότι η Αιτήτρια αποτελεί στόχο για οποιαδήποτε ένοπλη ομάδα ή ότι διατρέχει αυξημένο κίνδυνο λόγω κάποιας ιδιότητάς της που θα την διαφοροποιούσε από τον υπόλοιπο άμαχο πληθυσμό. Συνεπώς, φρονώ πως ορθά, εκ πρώτης όψεως, η διοίκηση διαχώρισε μεταξύ του γενικού επιπέδου ανασφάλειας που επικρατεί στην περιφέρεια Southwest και της ειδικής κατάστασης της Αιτήτριας, καταλήγοντας ότι, βάσει των κριτηρίων του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, δεν στοιχειοθετείται σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητάς της λόγω αδιάκριτης βίας.

 

Η αιτιολογία της απόφασης είναι εκ πρώτης όψεως επαρκής και εμπεριστατωμένη, δεν προκύπτει κάποια πρόδηλη πλάνη περί τα πράγματα ή κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας, ενώ οι κρίσεις που διατυπώνονται δεν είναι εμφανώς παράλογες ή αυθαίρετες. Τα επιχειρήματα που θα μπορούσαν να τεθούν προς αντίκρουση της απόφασης, όπως η πιθανή επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή, συνιστούν ζητήματα που άπτονται της ουσίας και απαιτούν ενδελεχή εξέταση σε επίπεδο πλήρους δίκης, χωρίς ωστόσο να καταδεικνύουν εκ πρώτης όψεως πιθανότητα επιτυχίας της προσφυγής στο παρόν στάδιο.

 

Κατ’ αποτέλεσμα, κρίνεται ότι δεν έχουν καταδειχθεί, εκ πρώτης όψεως, στοιχεία που να τεκμηριώνουν την ύπαρξη πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της προσφυγής. Ως εκ τούτου, η παρούσα αίτηση για παροχή νομικής αρωγής απορρίπτεται.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, δεν εντοπίζω στο παρόν στάδιο λόγο διαφοροποίησης, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως, από την καταληκτική κρίση της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Ενόψει των πιο πάνω φρονώ πως - εκ πρώτης όψεως - δεν υφίσταται δικαιολογημένος φόβος δίωξης κατά την έννοια των διατάξεων της Σύμβασης της Γενεύης όσο και των διατάξεων του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000) για κάποιο από τους περιοριστικά αναγραφόμενους στη Σύμβαση της Γενεύης λόγους για χορήγηση προσφυγικού καθεστώτος. Ούτε περαιτέρω φαίνεται να τεκμηριώνονται τέτοιοι ισχυρισμοί, οι οποίοι να δικαιολογούν την υπαγωγή της Αιτήτριας και του τέκνου της στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. 

 

Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί καταλήγω -στο βαθμό που απαιτείται στην παρούσα, η οποία δεν απαιτεί εις βάθος εξέταση της ουσίας της αιτήσεως διεθνούς προστασίας- ότι, βάσει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, και λαμβανομένων υπόψη των ενώπιόν μου στοιχείων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφυγή εναντίον της επίδικης απόφασης έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Με δεδομένο τούτο παρέλκει η εξέταση της παρούσας στην βάση της οικονομικής δυνατότητας της Αιτήτριας να ανταπεξέλθει στα έξοδα της προσφυγής που προτίθεται να καταχωρήσει. 

 

Η Αιτήτρια έχει βεβαίως κάθε δικαίωμα εάν επιθυμεί να προωθήσει την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρίσει στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, με δικά της έξοδα, παρά την απόρριψη της αίτησής της για παραχώρηση σε αυτήν δωρεάν νομικής αρωγής. 

 

Με δεδομένη τη μη ικανοποίηση της απαραίτητης εκ του Νόμου προϋπόθεσης, η αίτηση αναπόφευκτα απορρίπτεται χωρίς έξοδα. 

 

Τα έξοδα του Διερμηνέα καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, να καταβληθούν από τη Δημοκρατία. Ενόψει του γεγονότος ότι η Αιτήτρια εμφανίζεται προσωπικά δεν εκδίδεται καμία άλλη διαταγή για έξοδα.

 

 

  

Ε. Ρήγα,  Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1]Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερ. 14.10.2010

[2] Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 10/2010, Αlali Abdulhamid, ημερ. 06.05.2010 και στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 25/2010, Antonia Adahor, ημερ. 13.12.2010

[3] Αποφάσεις στις Yπoθ. αρ. 278/09, Durgo Man v. Δημοκρατίας, ημερ. 15.07.2009, και Yπoθ. αρ. 7/11 και 8/11, NaciraBaghour και Roud Gad, ημερ. 28.03.2011

 

[4] Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 31/2013, Singh Khushwant, ημερ. 23.12.2013


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο