
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 2798/2023
14 Μαΐου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
F.U.
Αιτητή
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
..............................................
Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου
Τζόναθαν Μπετίτο για Πιερίδης & Πιερίδης, Δικηγόρος για τον αιτητή
Κατερίνα Μιχαηλίδου για Αφροδίτη Αναστασιάδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 07/07/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και στις 27/01/2022 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές. Στις 28/01/2022, ο αιτητής παρέλαβε τη Βεβαίωση Υποβολής Αίτησης Διεθνούς Προστασίας (Confirmation of Submission of an Application for International Protection).
Στις 28/06/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (European Union Agency for Asylum – EUAA, στο εξής: «EUAA»), ο οποίος στις 06/07/2023 ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού εξέτασε την Έκθεση - Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 07/07/2023.
Στις 27/07/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή προς τον αιτητή, στην οποία συμπεριέλαβε την απόφασή της για απόρριψη του αίτηματός του και την Έκθεση - Εισήγηση, η οποία και παραλήφθηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή αυθημερόν. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της προαναφερόμενης απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του αιτητή, κατά την δικάσιμο όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις και παρουσίαση φακέλου, απέσυραν όλους τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούσαν μέσω της Γραπτής τους Αγόρευσης και δήλωσαν πως προωθούν το νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Κατά συνέπεια, οι νομικοί ισχυρισμοί που αποσύρθηκαν, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο. Συγκεκριμένα υποστήριξαν ότι λανθασμένα έχει κριθεί ότι δεν μπορεί να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Ο κύριος Μπετίτο εισηγήθηκε πως ενόψει του γεγονότος ότι στο παρελθόν ο αιτητής είχε στοχοποιηθεί και είχε δεχθεί αρκετές παρενοχλήσεις από την αστυνομία, υπάρχει κίνδυνος να τύχει ανάλογης μεταχείρισης χωρίς να μπορεί να τύχει προστασίας καθώς δεν είναι σε θέση να ζητήσει τη συνδρομή των αρχών που προβαίνουν στις παραβιάσεις, με αποτέλεσμα να κρίνεται αναγκαία η παραχώρηση διεθνούς προστασίας.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει πως αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ’ ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα της υπόθεσης. Επιπρόσθετα, υποστηρίζει πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και κατά συνέπεια, εισηγείται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Κατά την δικάσιμο όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις, η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση επανέλαβε τη θέση που προβάλλεται και στην Γραπτή της Αγόρευση ότι τα τρία περιστατικά στα οποία αναφέρθηκε ο αιτητής κατά τη συνέντευξή του, ήταν τυχαία στα οποία εμπλέκονταν διαφορετικοί αστυνομικοί τους οποίους δεν είχε συναντήσει ξανά ο αιτητής και ως εκ τούτου δεν προκύπτει να είχε στοχοποιηθεί από τις αστυνομικές αρχές της χώρας καταγωγής του, ενώ θα μπορούσε να είχε υποβάλει και σχετική καταγγελία για τα εν λόγω περιστατικά. Επιπρόσθετα, επεσήμανε ότι το πρώτο περιστατικό έλαβε χώρα το 2019, ενώ ο αιτητής αναχώρησε από τη χώρα του το 2021. Η συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση υποστήριξε πως στην προκειμένη περίπτωση δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό που προωθεί ο αιτητής περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.
Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του προκειμένου να διασφαλίσει μία καλύτερη ζωή, λόγω των παρενοχλήσεων από κρατικές αρχές, συμπεριλαμβανομένης της άσκησης βίας από την αστυνομία («police brutality») εναντίον των νέων (ερυθρά 1-3, του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο αιτητής δήλωσε πως γεννήθηκε στην πόλη Benin City της πολιτείας Edo της Νιγηρίας, όπου ζούσε μαζί με την οικογένειά του καθόλη τη διάρκεια της ζωής του, μέχρι που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 31 3x, του διοικητικού φακέλου). Είναι Χριστιανός Πεντηκοστιανός στο θρήσκευμα και η εθνοτική του καταγωγή είναι Esan (ερυθρό 32 1x, του διοικητικού φακέλου). Η μητρική του γλώσσα είναι Αγγλικά και ομιλεί επίσης Pidgin English (ερυθρό 32 2x, του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση, ο αιτητής δήλωσε πως δεν είναι παντρεμένος και δεν έχει τέκνα (ερυθρό 32 3x, του διοικητικού φακέλου). Οι γονείς του και τα τρία του αδέλφια, ζουν στην πόλη Benin City στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας (ερυθρό 31 1x, του διοικητικού φακέλου). Ως προς το μορφωτικό του υπόβαθρο, ο αιτητής ανέφερε ότι έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 32 2x, του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το επαγγελματικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι εργάστηκε για ενάμιση χρόνο σε κατάστημα στην πόλη Benin City (ερυθρό 31 2x, του διοικητικού φακέλου).
Ο αιτητής την 01/10/2021 εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής του και ταξίδεψε αεροπορικώς χρησιμοποιώντας το διαβατήριο του, χωρίς να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία κατά την έξοδό του από τη χώρα του και μετέβη στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, από όπου και εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές στις 30/11/2021 (ερυθρά 30 1x και 32 1x, του διοικητικού φακέλου).
Στα πλαίσια της ελεύθερης αφήγησής του, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω των παρενοχλήσεων που δεχόταν από κυβερνητικούς αξιωματούχους και συγκεκριμένα εκ μέρους αστυνομικών. Ειδικότερα, το 2019, στα πλαίσια διερεύνησης του θανάτου μέλους συμμορίας, δύο αστυνομικοί είχαν σταματήσει τον αιτητή ενόσω περπατούσε κοντά στη σκηνή και του υπέβαλαν ερωτήσεις σε σχέση με το περιστατικό. Αφού απάντησε ότι δεν γνωρίζει οτιδήποτε σε σχέση με το περιστατικό, τον κτύπησαν επειδή θεώρησαν ότι τους έλεγε ψέματα και τον άφησαν μετέπειτα να φύγει. Ενημέρωσε σχετικά τους γονείς του και λόγω αυτού του περιστατικού αποφάσισαν ότι πρέπει να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 30 2x, του διοικητικού φακέλου).
Επιπρόσθετα, στις 18 Σεπτεμβρίου του 2020 τον είχε σταματήσει ένας αστυνομικός ενόσω περπατούσε για να μεταβεί στην εργασία του, επειδή κρατούσε φορητό υπολογιστή και θεώρησε ότι είναι απατεώνας («fraudster»). Τον κτύπησε στο πρόσωπο και τον μετέφερε στον αστυνομικό σταθμό επειδή αρνήθηκε να ανοίξει τον επαγγελματικό του υπολογιστή. Αφού μετέβη στον αστυνομικό σταθμό ο εργοδότης του και τους επέτρεψε να ελέγξουν τον υπολογιστή, τον αποδέσμευσαν (ερυθρό 29 1x, του διοικητικού φακέλου).
Πέραν τούτου, στις 30 Σεπτεμβρίου 2021 άγνωστοι αστυνομικοί είχαν σταματήσει το λεωφορείο με το οποίο ταξίδευε ο αιτητής για να μεταβεί στο αεροδρόμιο και αφού τον ανάγκασαν να εξέλθει του λεωφορείου, μαζί με ακόμα έναν επιβάτη, του ζητήθηκε να παρουσιάσει το κινητό του και το πορτοφόλι του και τον απείλησαν ότι θα τον κτυπήσουν επειδή είχε στην κατοχή του μετρητά. Αφού πήραν κάποια από τα χρήματα που είχε στην κατοχή του, του επέστρεψαν το πορτοφόλι του και ο αιτητής συνέχισε το ταξίδι του προς το αεροδρόμιο, από όπου και εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 29 1x, του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο υποβολής διευκρινιστικών ερωτήσεων, δήλωσε ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, λόγω της νεαρής του ηλικίας, φοβάται ότι θα αποτελέσει θύμα αστυνομικής βίας («police brutality») (ερυθρό 29 2x, του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, δήλωσε ότι είχε υποβάλει καταγγελία σε αστυνομικό σταθμό για το περιστατικό που έλαβε χώρα εναντίον του το 2019 από αστυνομικούς, αλλά δεν υπήρξε κάποια εξέλιξη σε σχέση με την καταγγελία του. Σε σχέση με το περιστατικό που έλαβε χώρα στις 18 Σεπτεμβρίου του 2020, δήλωσε πως δεν υπέβαλε καταγγελία εναντίον του αστυνομικού που τον κτύπησε, επειδή δεν του δόθηκε η ευκαιρία να προβεί σε κάτι τέτοιο. Επιπρόσθετα, δήλωσε πως ο εργοδότης του τον συμβούλεψε να ξεχάσει ό,τι είχε συμβεί εκείνη την ημέρα (ερυθρό 28 1x, του διοικητικού φακέλου). Όπως ανέφερε, δεν προέβη σε σχετική καταγγελία στις αρχές της χώρας του, ούτε για το περιστατικό που έλαβε χώρα στις 30 Σεπτεμβρίου του 2021 καθώς δεν είχε χρόνο, επειδή επρόκειτο να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 28 2x, του διοικητικού φακέλου).
Ο αιτητής ισχυρίστηκε πως δεν γνώριζε κανένα εκ των αστυνομικών που εμπλέκονταν στα τρία περιστατικά που περιέγραψε και ούτε έτυχε να τους συναντήσει ξανά (ερυθρό 28 1x-2x, του διοικητικού φακέλου). Πέραν από τα εν λόγω τρία περιστατικά, επιβεβαίωσε ότι δεν είχε αντιμετωπίσει κάποιο άλλο πρόβλημα με τις αστυνομικές αρχές της χώρας του (ερυθρό 28 2x, του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, κανένα μέλος της οικογένειάς του δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα με τους αστυνομικούς που εμπλέκονταν στα περιστατικά στα οποία αναφέρθηκε, αλλά ούτε και με τις αστυνομικές αρχές της χώρας καταγωγής του γενικότερα (ερυθρό 28 2x, του διοικητικού φακέλου).
Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι δεν έλαβε νομική συμβουλή για τα περιστατικά βίας των οποίων ήταν δέκτης, αλλά ούτε και είχε ξεκινήσει νομικές διαδικασίες σε σχέση με αυτά, ενόψει του μεγάλου κόστους. Όπως ισχυρίστηκε, στη χώρα καταγωγής του είναι χάσιμο χρόνου η έναρξη δικαστικών διαδικασιών για τέτοια θέματα βίας, γιατί δεν τυγχάνουν της δέουσας προσοχής (ερυθρά 27 1x και 28 2x, του διοικητικού φακέλου). Κάποιος φίλος του ακτιβιστής, τον ενημέρωσε ότι δεν είναι ο μόνος που είχε υποστεί κάτι τέτοιο και τον συμβούλεψε να μην προβεί σε κάποια ενέργεια, γιατί δεν θα υπάρξει κάποια θετική έκβαση (ερυθρό 27 1x, του διοικητικού φακέλου). Ουδέποτε προσπάθησε να δημοσιοποιήσει τα περιστατικά των οποίων ήταν δέκτης, καθώς έτυχε να λάβουν χώρα διαδηλώσεις κατά της αστυνομικής βίας και δεν υπήρξε κάποιο αποτέλεσμα (ερυθρό 27 2x, του διοικητικού φακέλου).
Ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν εγκατέλειψε τη χώρα του νωρίτερα, δήλωσε ότι λόγω του κορονοϊού είχε καθυστερήσει η διαδικασία του ταξιδιού του (ερυθρό 27 2x, του διοικητικού φακέλου). Αφού τέθηκε από τον λειτουργό στον αιτητή, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ότι αφενός ήταν δέκτης κάποιων περιστατικών παρενόχλησης από την αστυνομία, χωρίς ωστόσο να προκύπτει οποιαδήποτε στοχοποίηση εναντίον του, κλήθηκε να σχολιάσει για ποιο λόγο αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δεδομένη στιγμή τη χώρα καταγωγής του και ο αιτητής δήλωσε ότι έπραξε τούτο, καθώς τέτοια περιστατικά βίας μπορεί να επαναληφθούν και κανένας δεν γνωρίζει τι θα υποστεί συνεπεία αυτών (ερυθρό 27 2x, του διοικητικού φακέλου). Καταληκτικά, ανέφερε πως δεν θεωρεί ότι θα μπορούσε να ζήσει με ασφάλεια σε κάποια άλλη περιοχή της χώρας του, καθώς το φαινόμενο της αστυνομικής βίας υπάρχει παντού (ερυθρό 27 2x, του διοικητικού φακέλου).
Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών, o αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά την ταυτότητα του αιτητή, το προφίλ του και τη χώρα καταγωγής του, ο οποίος έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Ομοίως αποδεκτός έγινε και ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του αιτητή αναφορικά με τις παρενοχλήσεις που δέχθηκε από αστυνομικούς στη Νιγηρία, καθώς οι δηλώσεις του κρίθηκαν λεπτομερείς και σαφείς. Κρίθηκε πως ο αιτητής ήταν σε θέση να παραθέσει επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες σε σχέση με τα τρία περιστατικά που ανέφερε ότι έλαβαν χώρα εναντίον του με την εμπλοκή αστυνομικών. Διαπιστώθηκε ότι κατέστησε σαφές ότι δεν γνώριζε κανένα εκ των αστυνομικών που εμπλέκονταν στα εν λόγω περιστατικά και ότι δεν τους είχε συναντήσει ξανά μετά από αυτά, όπως επίσης και ότι δεν αντιμετώπιζε άλλα προβλήματα με τις αστυνομικές αρχές της χώρας του. Σε σχέση με την απόφαση του να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του τη δεδομένη χρονική στιγμή, κρίθηκε ότι ο αιτητής κατέστησε σαφές ότι έπραξε τούτο επειδή παρόμοια περιστατικά παρενόχλησης από την αστυνομία μπορεί να λάβουν ξανά χώρα, χωρίς να γνωρίζει κανείς τις συνέπειες.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερική πηγή πληροφόρησης που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη περιστατικών αστυνομικής παρενόχλησης και βίας στη Νιγηρία και εναντίον νεαρών προσώπων. Ως εκ τούτου, στη βάση της αξιολόγησης της εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή, ο υπό εξέταση ισχυρισμός έγινε δεκτός στο σύνολό του ως αξιόπιστος.
Στη βάση των ουσιωδών ισχυρισμών του αιτητή που έγιναν αποδεκτοί και των προσωπικών του στοιχείων, που ως διαπιστώθηκε, δεν υποδηλώνουν την ύπαρξη παραγόντων που αυξάνουν τον κίνδυνο σε σχέση με το προφίλ του, ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε αξιολόγηση του κινδύνου που ο αιτητής ενδέχεται να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε στην Έκθεση-Εισήγησή του ότι κανένα είδος αστυνομικής βίας κατά πολιτών δεν είναι αποδεκτό, πλην όμως τα τρία αποδεκτά περιστατικά παρενόχλησης του αιτητή από αστυνομικούς μπορούν να χαρακτηριστούν ως τυχαία περιστατικά, καθώς οι πληροφορίες που παρέθεσε σε σχέση με αυτά, αλλά και γενικότερα για την παραμονή του στη χώρα καταγωγής του, δεν υποδεικνύουν ότι ο ίδιος είχε στοχοποιηθεί προσωπικά από τις αστυνομικές αρχές της χώρας καταγωγής του. Άλλωστε ως σημειώνεται από τον αρμόδιο λειτουργό, ο τυχαίος χαρακτήρας των εν λόγω περιστατικών υποδηλώνεται επιπρόσθετα και από το γεγονός ότι δεν γνώριζε κανέναν εκ των αστυνομικών που εμπλέκονταν στα περιστατικά και ούτε έτυχε να τους συναντήσει ξανά μετά από αυτά.
Ως προς την πιθανότητα ο αιτητής να υποστεί σοβαρή βλάβη επιστρέφοντας στη χώρα καταγωγής του, κατόπιν παράθεσης και αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του αιτητή, αλλά και στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η κατάσταση στην εν λόγω πολιτεία δεν φαίνεται ότι θα θέσει σε κίνδυνο τον αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Ως εκ τούτου, στη βάση των όσων αξιολογήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό κατά το στάδιο αξιολόγησης κινδύνου, κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του, δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Στη συνέχεια, διαπίστωσε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου, καθότι με βάση έρευνα που διεξήγαγε ο αρμόδιος λειτουργός διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας, στην οποία βρίσκεται ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή και στην οποία αναμένεται να επιστρέψει, δεν χαρακτηρίζεται από διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύγκρουση και ως εκ τούτου, δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης, εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.
Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση. Εξετάζοντας την ουσία της παρούσας υπόθεσης, θα πρέπει να αναφερθεί πως από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου έγιναν αποδεκτοί και οι δύο ουσιώδεις ισχυρισμοί που αφορούν τον αιτητή. Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός που αφορά την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του αιτητή και ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αναφορικά με το ότι ο αιτητής είχε δεχθεί παρενοχλήσεις από αστυνομικούς στη Νιγηρία.
Κατά συνέπεια, οι εν λόγω ισχυρισμοί γίνονται αποδεκτοί, λαμβάνοντας υπόψη τόσο το αφήγημα του αιτητή, όσο και την αρχή της απαγόρευσης της χειροτερεύσεως της θέσης του αιτητή, βάσει της οποίας το Δικαστήριο δεν μπορεί να χειροτερεύσει τη θέση του αιτητή. Η αρχή τη μη χειροτέρευσης της θέσεως του αιτητή αναγνωρίζεται, τόσο από τη νομολογία όσο και από τη βιβλιογραφία (βλ. Cyprus Cement Co. v. Republic (1980) 3 C.L.R 69, 76, υποθ.αρ. 11/2003, Ανδρέας Δημοσθένους v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 13/2/2004, Δαγτόγλου «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Έκτη έκδοση, σελίδες 638,639) και στόχο έχει ο αιτητής να μην διατρέχει τον κίνδυνο να βρεθεί σε χειρότερη θέση ή να τροποποιηθεί το μέρος της απόφασης που επιβεβαιώνει τις δηλώσεις του και συμβάλλει θετικά στην εικόνα της αξιοπιστίας του.
Δεν θα επαναλάβω λεπτομέρειες που αφορούν τους ισχυρισμούς του αιτητή, εφόσον αυτοί έγιναν αποδεκτοί στο σύνολό τους. Προχωρώ ακολούθως στην αξιολόγηση κινδύνου που ενδεχομένως θα αντιμετωπίσει ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του (την πόλη Benin City, πολιτεία Edo), λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς και το φόβο του, όπως αυτός εκφράστηκε εκ μέρους του αιτητή.
Καταρχάς, προς τούτο, διεξήγαγα έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από τις οποίες προκύπτουν τα ακόλουθα: Σε σχετικά δημοσιεύματα, εντοπίζονται αναφορές ότι για αρκετό καιρό η Special Anti-Robbery Squad (SARS) της Νιγηρίας κατηγορείτο για παρενόχληση, παράνομες συλλήψεις, βασανιστήρια, ακόμη και δολοφονίες. Βέβαια το πρόβλημα της αστυνομικής βαρβαρότητας («police brutality») δεν προέρχεται μόνο από την εν λόγω μονάδα, καθώς η αστυνομία της Νιγηρίας [Nigeria Police Force (NPF)] είναι υπεύθυνη για εκατοντάδες εξωδικαστικές εκτελέσεις, άλλες παράνομες δολοφονίες και αναγκαστικές εξαφανίσεις.[1] Μάλιστα, πρόσωπα που υπηρετούσαν στη μονάδα SARS φέρεται να στόχευαν και να προέβαιναν σε συλλήψεις εναντίον νεαρών ανδρών για κυβερνοέγκλημα («cybercrime») ή για διαδικτυακές απάτες («online fraudsters»), έχοντας ως απόδειξη απλώς και μόνο το γεγονός ότι είχαν στην κατοχή τους φορητό υπολογιστή ή κινητό τηλέφωνο («smartphone») και ακολούθως απαιτούσαν υπερβολικά τέλη εγγύησης για να τους αφήσουν ελεύθερους.[2]
Σε έτερη πηγή, εντοπίζεται αναφορά ότι η χρήση φορητού υπολογιστή και συγκεκριμένης μάρκας κινητού τηλεφώνου, η οδήγηση καινούργιων σπορ αυτοκινήτων ή η ενδυμασία με συγκεκριμένα είδη ρούχων, συνιστούσαν λόγους για τους οποίους νεαροί άνδρες μπορούσαν να τεθούν υπό κράτηση.[3] Σύμφωνα με δημοσίευμα στην ιστοσελίδα της αστυνομίας της Νιγηρίας, η Special Anti-Robbery Squad (SARS) έχει διαλυθεί στις 11 Οκτωβρίου του 2020 και δεν λειτουργεί πλέον.[4] Σύμφωνα με άρθρο της Διεθνούς Αμνηστίας που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2024, οι αστυνομικές φρικαλεότητες συνεχίζονται 4 χρόνια μετά τις ούτω καλούμενες διαμαρτυρίες #EndSARS εναντίον της Special Anti-Robbery Squad (SARS), που είχαν ως στόχο τη διάλυσή της.[5] Στο εν λόγω άρθρο, αναφέρεται ότι υπάρχουν αναφορές για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την αστυνομία σε ολόκληρη τη Νιγηρία, συμπεριλαμβανομένων της παράνομης κράτησης, εκβιασμών, βασανιστηρίων, σεξουαλικής βίας και σε ορισμένες περιπτώσεις, εξωδικαστικών εκτελέσεων.[6]
Τον Δεκέμβριο του 2024, ο επικεφαλής της αστυνομίας της Νιγηρίας εξέδωσε οδηγία με την οποία απαγορεύονται οι αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις νεαρών προσώπων και ο έλεγχος των κινητών τους τηλεφώνων στα σημεία ελέγχου από αστυνομικούς σε ολόκληρη τη χώρα και αναφέρεται ότι θα τιμωρούνται όσοι παραβιάζουν την εν λόγω οδηγία.[7] Επιπρόσθετα, με αφορμή το γεγονός ότι ένα νεαρό πρόσωπο πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε από ομάδα περιπολίας της αστυνομίας στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας τον Μάρτιο του 2025, σε αναφορά της Διεθνούς Αμνηστίας για το εν λόγω περιστατικό, σημειώθηκε ότι για δεκαετίες, η αστυνομία της Νιγηρίας στοχοποιούσε τους νέους με απόλυτη αδιαφορία για το κράτος δικαίου και παρά τις πολλαπλές δεσμεύσεις για μεταρρυθμίσεις, η αστυνομία στη Νιγηρία συνεχίζει να δημιουργεί ένα κλίμα φόβου και διαφθοράς.[8]
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εύλογης πιθανολόγησης πραγμάτωσης του εκπεφρασμένου φόβου του αιτητή ότι ενδεχομένως να είναι δέκτης παρόμοιων περιστατικών βίας εκ μέρους των αστυνομικών αρχών της χώρας του εξαιτίας και του νεαρού της ηλικίας του σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Benin City, όπου ευλόγως αναμένεται να εγκατασταθεί σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, θα πρέπει να αναφερθούν τα ακόλουθα. Από το σύνολο των ενώπιον μου στοιχείων και στη βάση των σχετικών αποδεκτών ουσιωδών ισχυρισμών, προκύπτει αφενός ότι ο αιτητής είχε βιώσει τρία περιστατικά παρενόχλησης από τις αστυνομικές αρχές της χώρας καταγωγής του και ήταν δέκτης μικρής κλίμακας βίας χωρίς ωστόσο να έχει υποστεί κάποια σοβαρή βλάβη, πλην όμως από τα στοιχεία και τις πληροφορίες που παρέθεσε φαίνεται να προκύπτει ότι αυτά συνιστούν τυχαία περιστατικά και ουδόλως υποδεικνύουν προσωπική στοχοποίηση εναντίον του, με τη διαπίστωση του αρμόδιου λειτουργού που καταγράφεται στην Έκθεση-Εισήγηση, καθώς κάτι τέτοιο δεν συνιστά παράγοντα που συνηγορεί αποκλειστικά προς την εν λόγω διαπίστωση.
Άλλωστε, ως ο ίδιος επιβεβαίωσε, πέραν των τριών περιστατικών στα οποία αναφέρθηκε, δεν είχε αντιμετωπίσει οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα με τις αστυνομικές αρχές της χώρας καταγωγής του, ενώ το τελευταίο περιστατικό στο οποίο αναφέρθηκε, προκύπτει να έλαβε χώρα όταν είχε ήδη διευθετήσει το ταξίδι του και όδευε προς το αεροδρόμιο για να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του. Προς επίρρωση τούτου, ουδόλως παραγνωρίζεται το γεγονός ότι ερωτηθείς ο αιτητής κατά πόσον θα μπορούσε να ζήσει με ασφάλεια σε κάποια άλλη περιοχή, δήλωσε ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του επειδή το φαινόμενο της αστυνομικής βίας υπάρχει σε ολόκληρη τη χώρα, δήλωση που υποδηλώνει ότι η ανασφάλεια που νιώθει ανάγεται σε μία γενικευμένη κατάσταση.
Σε κάθε περίπτωση, τα περιστατικά με τους αστυνομικούς στα οποία αναφέρθηκε και τα οποία έχουν γίνει αποδεκτά υποδεικνύουν ότι αποτέλεσαν μεμονωμένα περιστατικά και δεν ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς πράξεων που θα υποδείκνυαν στοχοποίηση του αιτητή ή θα αποτελούσαν ενδείξεις κινδύνου του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, μετά από τέσσερα χρόνια. Λαμβάνεται επίσης υπόψη ότι από το 2019 που έλαβε χώρα το πρώτο περιστατικό παρήλθε σημαντικό χρονικό διάστημα μέχρι το 2021 που αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ενώ παρά την ύπαρξη κάποιων περιστατικών παρενόχλησης από τις αστυνομικές αρχές εναντίον του, εντούτοις, ουδεμία ένδειξη, στοιχείο και/ή πληροφορία υφιστάμενης, συνεχόμενης, αληθούς, πραγματικής και έμπρακτης στοχοποίησης του αιτητή από αυτές για συγκεκριμένο λόγο φαίνεται να υφίσταται εναντίον του.
Επιπρόσθετα, σε σχέση με τις ως άνω παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, εντοπίζονται αφενός πληροφορίες που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη φαινομένων αστυνομικής βίας στη χώρα καταγωγής του αιτητή ακόμη και εναντίον νεαρών προσώπων, πλην όμως αυτό από μόνο του δεν επαρκεί για να αποδείξει ότι τα περιστατικά παρενόχλησης των οποίων ήταν δέκτης ο αιτητής συνδέονται με τις τακτικές της αστυνομίας και την στοχοποίηση νεαρών προσώπων αναφορικά με τους ισχυρισμούς που προωθεί σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός του.
Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής […]».
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).
Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης στο σύνολό της, κρίνω ότι δεν υπάρχει κάποιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Κατά συνέπεια, προκύπτει πως ορθά αποφασίστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που στοιχειοθετούν δικαιολογημένο φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχω αναλύσει ανωτέρω, ορθά κρίθηκε από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου ότι δεν στοιχειοθετούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6(Ι)/2000, για να παρασχεθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Ο αρμόδιος λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί ότι ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του βρίσκεται στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας, διεξήγαγε έρευνα για την κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω τοποθεσία, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι κατά το διάστημα από τις 02/05/2024 έως τις 02/05/2025 στην πολιτεία Edo, καταγράφηκαν 222 περιστατικά ασφαλείας και 166 θάνατοι, εκ των οποίων 48 διαμαρτυρίες (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 26 εξεγέρσεις (20 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 76 μάχες (82 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 72 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (64 απώλειες ανθρώπινων ζωών). Συγκεκριμένα στην πόλη Benin City που βρίσκεται στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας και η οποία συνιστά την περιοχή καταγωγής και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, την ίδια περίοδο αναφοράς, καταγράφηκαν 83 περιστατικά ασφαλείας και 46 θάνατοι, εκ των οποίων 29 διαμαρτυρίες (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 9 εξεγέρσεις (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 32 μάχες (38 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 13 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (8 απώλειες ανθρώπινων ζωών).[9] Ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Edo ανέρχεται σε 4,777,000 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2022.[10]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή όπου αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, υγιής, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 191/2024, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα.
Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, διεξήγαγαν τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα. Συνεπώς, ο ισχυρισμός των ευπαίδευτων συνηγόρων του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απορρίπτεται στο σύνολό του.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αποφασίζοντος οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] AlJazeera, ‘#EndSARS: Nigeria says Special Anti-Robbery Squad dissolved’ (11 October 2020) διαθέσιμο σε https://www.aljazeera.com/news/2020/10/11/endsars-nigeria-dissolves-special-anti-robbery-squad; AlJazeera, ‘Nigeria’s SARS: A brief history of the Special Anti-Robbery Squad’ (22 October 2020) διαθέσιμο σε https://www.aljazeera.com/features/2020/10/22/sars-a-brief-history-of-a-rogue-unit
[2] AlJazeera, ‘Nigeria’s SARS: A brief history of the Special Anti-Robbery Squad’ (22 October 2020) διαθέσιμο σε https://www.aljazeera.com/features/2020/10/22/sars-a-brief-history-of-a-rogue-unit
[3] Harvard International Review, ‘Police Brutality in Nigeria and the #EndSARS Movement’ (27 January 2021) διαθέσιμο σε https://hir.harvard.edu/police-brutality-in-nigeria-and-the-endsars-movement/
[4] Nigeria Police Force, ‘DISCLAIMER: SARS REMAINS DISSOLVED -FPRO’ (12 February 2025) διαθέσιμο σε https://www.npf.gov.ng/news/details/580
[5] Amnesty International, ‘Nigeria: Rampant police atrocities continue 4-years after #EndSARS protests’ (20 October 2024) διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org.ng/2024/10/20/nigeria-rampant-police-atrocities-continue-4-years-after-endsars-protests/
[6] Ibid
[7] Favour Olekanma, ‘IGP bans phone searching, harassment of youths by Police’ (17 December 2024) δημοσιευθέν σε Daily Post και διαθέσιμο σε https://dailypost.ng/2024/12/17/igp-bans-phone-searches-harassment-of-youths-by-police/; Sahara Reporters, ‘Inspector-General Egbetokun Bans Nigerian Police From Arbitrary Arrests, Detention Of Youths, Collection, Checking Of Phones’ (17 December 2024) διαθέσιμο σε https://saharareporters.com/2024/12/17/inspector-general-egbetokun-bans-nigerian-police-arbitrary-arrests-detention-youths#google_vignette
[8] Sola Richards, ‘Amnesty International condemns police killing of Edo teenager, seeks justice’ (14 March 2025) δημοσιευθέν σε The Guardian Nigeria News και διαθέσιμο σε https://guardian.ng/news/amnesty-international-condemns-police-killing-of-edo-teenager-seeks-justice/
[9] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 02/05/2024 – 02/05/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Edo, Location: Benin City]
[10] City Population https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (Nigeria – Edo State)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο