
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.2817/23
29 Μαΐου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
J. E.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κα Ρ. Μαλεκκίδου, Δικηγόρος για Αιτητή
Κα Α. Αναστασιάδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία επιδόθηκε δια χειρός στις 28/07/23, με επιστολή ίδιας ημερομηνίας, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, ως άκυρης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος (Αιτητικό Α) και απόφαση «επί της ουσίας του αιτήματος […] για διεθνή προστασία […] η οποία να αντικαθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση» (Αιτητικό Β).
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από τη Λ. Δ. του Κονγκό (στο εξής ΛΔΚ), εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 03/01/21 και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στις 11/03/21 (ερ.1-3, 9-11, 22).
Στις 21/07/23 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.14-22). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση (ερ.40-50) και στις 26/07/23 η Υπηρεσία αποφάσισε να μην παραχωρηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας.
Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία επιδόθηκε στις 28/07/23 και του μεταφράστηκε σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν (ερ.54, 3).
Επί της αιτήσεως ασύλου ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας μιας σφαγής που έγινε στο χωρίο του. Περαιτέρω, ως αναφέρει, «[είναι] ζωντανός και γι’ αυτό τον λόγο [ήρθε] αναζητώντας άσυλο σ’ αυτή τη σπουδαία και όμορφη […] χώρα».
Στη συνέντευξη ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε και διέμενε στην Κινσάσα όταν ήταν μικρός, έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του στο Kisagani και το 2020 επέστρεψε και διέμενε στην Κινσάσα μέχρι που έφυγε από τη χώρα τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, όταν και μετέβη με φοιτητική «θεώρηση εισόδου» στα κατεχόμενα, απ’ όπου ένα μήνα μετά την είσοδο του, τον Ιανουάριο 2021, ήρθε στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας. Δεν γνώρισε την μητέρα καθώς αυτή απεβίωσε όταν ο αιτητής ήταν μικρός, ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε και έκανε ένα παιδί και όταν ο πατέρας του απεβίωσε «όλοι τράβηξαν τον δρόμο τους» και δεν γνωρίζει τίποτε για την υπόλοιπη οικογένεια του, ως ανέφερε ο αιτητής. Ο αιτητής ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση του, δεν έχει εργαστεί ποτέ στη ζωή του, όμως έπαιζε ποδόσφαιρο, ενίοτε επί πληρωμή.
Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του ο αιτητής ανέφερε ότι, όταν βρισκόταν στην πολιτεία Goma, έλαβε εκεί χώρα σφαγή από τους Outhi στη Ρουάντα, οι οποίοι, ως ανέφερε, πήγαν στο χωρίο του και «σχεδόν τους σκότωσαν όλους», όταν ο ίδιος ήταν «νέος», και προσπάθησαν να «γίνει μέρος τους», όταν όμως ο αιτητής αρνήθηκε τον χτύπησαν με ένα όπλο και έχει ουλές στο πρόσωπο απ’ αυτό. Τότε ο αιτητής έχασε τις αισθήσεις του και λιποθύμησε και όταν συνήλθε βρήκε τον εαυτό του σε νοσοκομείο, όπου τον περιέθαλψαν. Μετά απ’ αυτό το συμβάν η ζωή του ήταν «πολύ δύσκολη», άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο για την ομάδα Dauphin Noir, προσπάθησε να οργανώσει τον εαυτό του, ήταν πολύ δύσκολο γιατί έχασε τον πατέρα και την μητριά του και γι’ αυτό προσπάθησε να «[κτίσει] την αυτοπεποίθηση» του και να παίξει ποδόσφαιρο. Μετά γνώρισε ένα ιερέα ο οποίος του είπε να φύγει από τη Gomaκαι να πάει πίσω στο Kisagani και του έδωσε χρήματα να το πράξει. Στο Kisagani άρχισε και πάλι να παίζει ποδόσφαιρο, ο προπονητής του ήταν Έλληνας, ονόματι Σπύρος και αυτός ήταν που τον βοήθησε να έρθει «εδώ» (σ.σ. εννοεί στα κατεχόμενα).
Ερωτώμενος αν υπάρχουν άλλοι λόγοι που ήρθε στη Δημοκρατία ο αιτητής ανέφερε πως ήρθε για να φτιάξει τη ζωή του και γι’ αυτό ζητά άσυλο, για να παίξει ποδόσφαιρο, καθώς, ως ανέφερε, είναι πολύ καλός ποδοσφαιριστής. Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής ανέφερε ότι ζήτησε διεθνή προστασία για «μια καλύτερη ζωή». Ερωτώμενος σχετικά με το κατ’ ισχυρισμό συμβάν της σφαγής, το τοποθέτησε το 2018, αναφέροντας ότι ήταν μια μέρα όπως όλες τις άλλες, ήταν με ένα φίλο του σε μια κοινότητα της Goma την οποία όμως δεν θυμάται, επέστρεψε για να δει την οικογένεια του και έξω από το σπίτι του συνάντησε κάποιους Outhi, η οποίοι τον ανάγκασαν δια της βίας να ενταχθεί στην ομάδα του. Ο ίδιος αντιστάθηκε και όταν προσπάθησε να διαφύγει τον «άρπαξαν και [τον] έδεσαν» και ένας εξ αυτών τον χτύπησε με ένα όπλο και έχασε τις αισθήσεις του, ακολούθως συνήλθε σε νοσοκομείο, όπου τον περιέθαλψαν και τότε άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο και «[πήρε] τη ζωή στα χέρια» του. Ερωτώμενος για τη σφαγή ανέφερε ότι δεν ήταν εκεί όμως όταν έφτασε βρήκε τα πτώματα. Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής ανέφερε ότι δεν γνωρίζει ποιοι ενεπλάκησαν στο συμβάν, ανέφερε ότι αυτό έγινε λόγω μιας μάχης στην περιοχή ανάμεσα στη Ρουάντα και την Goma και ότι εκεί είναι «εμπόλεμη περιοχή». Ερωτώμενος πως το συμβάν που αναφέρει σχετίζεται με τον ίδιο ο αιτητής ανέφερε ότι είχε μεγάλες απώλειες για τον ίδιο, καθώς έχασε τον φίλο του και ο ίδιος έχει ουλές στο μέτωπο και είδε «πολλά πτώματα», εκ του οποίου έχει «μεγάλα ψυχολογικά προβλήματα», τα οποία τον τραυμάτισαν. Ερωτώμενος αν συνέβη κάτι στον ίδιο έκτοτε και μέχρι να φύγει από τη χώρα (τον Δεκέμβριο 2020) ο αιτητής απάντησε αρνητικά. Ερωτώμενος γιατί δεν πήγε κάπου αλλού στη χώρα, ο αιτητής ανέφερε ότι παντού η ζωή είναι δύσκολη και «δεν [έχει] κανέναν, ούτε η αστυνομία δεν μπορεί να [τον] βοηθήσει».
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα όσα ανέφερε ο αιτητής, εντόπισαν και αξιολόγησαν τρείς ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.
1. Ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπο διαμονής του αιτητή
2. Ισχυριζόμενος φόβος δίωξης από ομάδα Outhi από τη Ρουάντα, λόγω μαζικής σφαγής στο Lumumba Commune, στο Goma State
3. Για λόγους οικονομικού περιεχομένου
Εκ των ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο και 3ο ισχυρισμό, απέρριψαν δε τον 2ο ισχυρισμό, καθότι κρίθηκε ότι το αφήγημα του αιτητή στερούνταν εσωτερικής και εξωτερικής συνοχής.
Επί του 2ου ως άνω ουσιώδους ισχυρισμού, ως κρίθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής πρόβαλε γενικόλογους, ασαφείς και ασυνεπείς ισχυρισμούς, στερούμενους ευλογοφάνειας, υπέπεσε σε ανακρίβειες, δεν υπήρξε συγκεκριμένος και λεπτομερής αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του και υπέπεσε σε αρκετές αντιφάσεις. Πιο συγκεκριμένα, ως κρίθηκε, ο αιτητής δεν έδωσε την παραμικρή λεπτομέρεια ή βιωματικό στοιχείο αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό σφαγή, στα πλαίσια της οποίας προσεγγίστηκε από ομάδα Outhi, τι συνέβη, πως ακριβώς βρέθηκε στο νοσοκομείο, τι απέγινε τελικά η οικογένεια του, γιατί δεν προσπάθησε να πάει κάπου αλλού και για ποιο λόγο και πότε ακριβώς συνέβησαν τα όσα αναφέρει. Περαιτέρω αξιολογήθηκε αρνητικά ότι, ως ο ίδιος ανέφερε, ουδέν συνέβη έκτοτε στον αιτητή αλλά και το ότι ουδόλως προσπάθησε, ακόμα και αν υποτεθεί ότι γίνονταν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί του περί κινδύνου, να μετοικήσει αλλού εντός της χώρας καταγωγής, προκειμένου να είναι ασφαλής.
Σε σχέση με την εξωτερική συνοχή του ως άνω ισχυρισμού εντοπίστηκε σε διαθέσιμες πληροφορίες ότι η κοινότητα Lumumba, όπου κατ’ ισχυρισμό του ιδίου διέμενε ο αιτητής κατά τον χρόνο που έλαβε χώρα η ισχυριζόμενη σφαγή, βρίσκεται σε άλλη πολιτεία της χώρας και όχι στην πολιτεία Goma, όπου τοποθέτησε ο αιτητής το συμβάν.
Συνεπεία των ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν έχει στοιχειοθετηθεί ούτε η εξωτερική αξιοπιστία και, δεδομένης της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού, απέρριψαν ως αναξιόπιστο τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή.
Κατά συνέπεια, ήταν εκ των ως άνω κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση, κατόπιν αποτίμησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (Κινσάσα) σε συνάρτηση με το προφίλ του αιτητή, ότι δεν υφίσταται εύλογος βαθμός πιθανότητας να υποβληθεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του. Αναφορικά ειδικώς με το άρθρο 15 (γ) της Οδηγίας [αρ.19 (2) (γ) του Νόμου], κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν υφίσταται κίνδυνο να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης βίας.
Συνεπεία των ανωτέρω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη.
Στην αγόρευση που καταχωρήθηκε το μόνο που αναφέρει η συνήγορος του αιτητή είναι ότι η επίδικη απόφαση είναι προϊόν μη επαρκούς έρευνας και δεν αιτιολογείται και επί τούτου σημειώνει ότι δεν λήφθηκαν δεόντως υπόψη και δεν εξετάστηκαν δεόντως τα όσα ο αιτητής ανέφερε περί «μαζικής σφαγής στο Lumumba Commune, στο Kinshasa State», ισχυρισμό που επανέλαβε κατά τις διευκρινήσεις.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή έχει δεόντως δικογραφηθεί και ουδείς αναπτύσσεται επαρκώς και δια τούτο θα πρέπει να απορριφθούν άπαντες ως ανεπίδεκτοι δικαστικής κρίσης, στη βάση σχετικής νομολογίας. Περαιτέρω αναφέρουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, δόθηκε δεόντως ευκαιρία στον αιτητή να αναφέρει όσα επιθυμούσε κατά τη συνέντευξη, λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα της υπόθεσης, η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή, εδράζεται επί ορθών ευρημάτων σε σχέση με την αξιοπιστία των ισχυρισμών του και – σε κάθε περίπτωση - δεν συντρέχει ανάγκη διεθνούς προστασίας, παραπέμποντας προς επίρρωση των ως άνω σε πλήθος αποφάσεων του Δ.Δ.Δ.Π..
Δεδομένου ότι άπαντες οι λοιποί ισχυρισμοί του αιτητή, οι οποίοι ομολογουμένως μόνο ακροθιγώς αναπτύσσονται, συμπλέκονται με την ορθότητα της προσβαλλόμενης εδώ απόφασης, προχωρώ με επί της ουσίας εξέταση της παρούσης, εξ υπαρχής και επί όλων των ενώπιον μου στοιχείων (βλ. Έφεση κατά απόφασης Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.107/2023, Q. B. T. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).
Προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου ισχυρισμών του αιτητή.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «Όπως προαναφέρθηκε, οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Ενόψει των ως άνω θα συμφωνήσω με το σύνολο των ευρημάτων και της κατάληξης των καθ’ ων η αίτηση επί του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή καθώς τα λεγόμενα του παρουσιάζουν ουσιώδη, ανυπέρβλητα κενά, καίριες ελλείψεις επί όλων των πτυχών τους και απουσιάζει απ’ αυτούς κάθε ψήγμα χρονική συνέπειας, εκ των οποίων διαβρώνεται αναπόφευκτα η συνολική αξιοπιστία των δηλώσεων του. Το όλο αφήγημα βρίθει κενών και αντιφάσεων και σε κανένα σημείο των λεγομένων του ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει την παραμικρή βιωματική λεπτομέρεια, ελλείψεις που θεωρώ ως καθοριστικές για την συνολική συνοχή του αφηγήματος του.
Ενδεικτικά θα σημειώσω ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει τελικώς ούτε το ελάχιστο από όσα θα ήταν ευλόγως αναμενόμενο να είναι σε θέση να παραθέσει, τόσο αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό σφαγή στην Goma, τι έγινε, πως βίωσε ο ίδιος τα όσα έλαβαν χώρα, που βρισκόταν, πως κατέληξε στο νοσοκομείο, τι έκανε τα 3 έτη μέχρι να φύγει από τη χώρα μετά το κατ’ ισχυρισμό συμβάν και το τι απέγινε η οικογένεια του. Επί όλων τούτων ο αιτητής αποκρινόταν στις πολλές ερωτήσεις που του έγιναν μονολεκτικά, ασαφώς, γενικόλογα, χωρίς να προσθέτει τίποτε στην αρχική του όλως γενική περιγραφή του κατ’ ισχυρισμό συμβάντος, ως κατά την ελεύθερη αφήγηση του είχε αναφέρει.
Δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του αιτητή περί πολιτικού προβλήματος που αντιμετωπίζει δεν θεωρώ ότι ήταν απαραίτητη η αναζήτηση πληροφορίων αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του. Σχετικώς, στο εγχειρίδιο του EASO για την «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», 2018, σελ.132, αναφέρεται, η αναζήτηση ΠΧΚ «ενδέχεται να μην είναι απαραίτητ[η] σε περίπτωση αρνητικής διαπίστωσης περί της αξιοπιστίας βάσει καταφανούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής ή μη ικανοποιητικής επεξήγησης αποκλίσεων ή παραλλαγών σε ό,τι αφορά τα ουσιώδη στοιχεία μιας αίτησης ή, ακόμη περισσότερο, σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής ως απαράδεκτης.». Παρά τούτο οι καθ’ ων η αίτηση προχώρησαν σε έρευνα σε διαθέσιμες πηγές, τα οποία φαίνεται να έρχονται σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του ότι η Lumumba Commune βρίσκεται στη Goma.
Δεδομένων όσων πιο πάνω εξηγώ δεν έχω τίποτε να προσθέσω στα όσα επί τούτου καταγράφουν οι καθ’ ων η αίτηση στα ερ.45-46, τα οποία καταγράφονται και πιο πάνω και τα οποία δεν κρίνω σκόπιμο να επαναλάβω εδώ. Πολύ απλά, κανένα σημείο του αφηγήματος του αιτητή δεν περιέχει – ούτε στο ελάχιστο - πλήρη, συνεκτική, ευλογοφανή παράθεση σημείων και λεπτομερειών, που θα ήταν απίθανο να προσέξει ή να είναι σε θέση να ανακαλέσει άτομο το οποίο δεν είχε βιώσει την εμπειρία που παραθέτει. Ουδέν άλλο χρήζει να ειπωθεί εν προκειμένω, ενόψει της σημαντικά τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, πέραν του να σημειώσω ότι τυχόν αποδοχή του ισχυρισμού θα συνιστούσε θεωρώ αφελή, ανεπιφύλαχτη αποδοχή ενός ισχυρισμού που στερείται σε όλη του την έκταση, καταφανώς και εξόφθαλμα, κάθε ψήγματος συνοχής.
Τα ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση επί της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του αιτητή και η κατάληξη επί της επίδικης αιτήσεως ήταν απολύτως εύλογα, προϊόν δέουσας έρευνας όλων των ενώπιον τους στοιχείων και ορθά επί της ουσίας. Η δε επίδικη απόφαση είναι θεωρώ πλήρως αιτιολογημένη.
Ενόψει των ως άνω απομένει εν προκειμένω μια αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Κινσάσα) σε επικαιροποιημένη βάση.
Έκθεση του 2021 του portal RULAC σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Κινσάσα, αναφέρει ότι «[η] Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον ένοπλων ομάδων στις περιοχές Ituri, Kasai και Kivu, ενώ δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ένοπλων ομάδων στην Κινσάσα».[1] Σε σχέση με την Κινσάσα δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν δράση ενόπλων φορέων και την ύπαρξη κάποιας σύγκρουσης.[2]
Στη βάση δεδομένων ACLED, για την περίοδο από 23/05/24 ως 23/05/25, καταγράφηκαν συνολικά 87 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία υπήρξαν 234 ανθρώπινες απώλειες, εκ των οποίων 5 μάχες (με 14 ανθρώπινες απώλειες), 12 περιστατικά βίας κατά αμάχων (με 17 ανθρώπινες απώλειες), 54 διαδηλώσεις (χωρίς ανθρώπινες απώλειες) και 16 εξεγέρσεις (με 203 ανθρώπινες απώλειες) ενώ δεν καταγράφεται κανένα περιστατικό απομακρυσμένης βίας.[3] Ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Κινσάσα ανέρχεται σήμερα περί τα 17 εκατομμύρια κατοίκων. [4]
Στη βάση των ως άνω είναι κατάληξη μου ότι δεν δεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή της κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί.[5] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, C-901/19 CF and DN ημ.10/06/21).
Έπεται λοιπόν ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
Ενόψει των ως άνω διαπιστώσεων μου, δεδομένου και του ότι, ως και οι καθ’ ων η αίτηση ευστόχως σημείωσαν κατά τις διευκρινήσεις, στην επίδικη απόφαση δεν σωρεύεται και απόφαση επιστροφής, ουδέν άλλο χρήζει να εξεταστεί εν προκειμένω.
Τα ανωτέρω σφραγίζουν την τύχη της προσφυγής.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο σε www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/07/2024)
[2] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/, καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html, USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf, και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/07/2024)
[3] Προσαρμοσμένη έρευνα στο στην βάση ACLED Explorer, ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/, βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Explosions/Remote violence/ Violence against civilians / Riots / Protests), Custom Date Range: 23/05/2024 - 23/05/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of the Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa, [ημ. 28/05/25]
[4] Macrotrends.net, Kinshasa population, 2024, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/20853/kinshasa/population,
[5] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο