
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 2976/2024
5 Μαΐου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C.I.
Αιτητού
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.........
A. Παυλίδης (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Ι. Χαραλάμπους (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 25.4.2024 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος). Με την παρούσα προσφυγή στρέφεται επίσης κατά της απόφασης επιστροφής του.
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία. Περί τις 10.11.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 22.4.2024, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό, ο οποίος υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή και επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του. Στις 25.4.2024, η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση και η συνακόλουθη απόφαση επιστροφής του στην Νιγηρία αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, προωθεί ότι λανθασμένως απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, υποστηρίζοντας ότι οι προσωπικές του περιστάσεις, και ειδικότερα ο ισχυρισμός του ότι διώκεται από συγγενικό του πρόσωπο το οποίο διεκδικεί την περιουσία του αποβιώσαντος πατέρα του Αιτητή, δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Υποστηρίζει συναφώς ότι λανθασμένως ο υπό αναφορά ισχυρισμός του απορρίφθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση. Να σημειωθεί ότι ο Αιτητής δεν προσκόμισε προς υποστήριξη των θέσεων του οποιαδήποτε περαιτέρω μαρτυρία.
3. Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της ορθότητας της επίδικης πράξης και επισημαίνουν ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ήταν προϊόν δέουσας έρευνας. Παραπέμπουν στους ισχυρισμούς του Αιτητή κατά τη διοικητική διαδικασία και στην αξιολόγησή τους, επισημαίνοντας ότι αυτός υπήρξε αναξιόπιστος ως προς τον πυρήνα του αιτήματός του και ότι η διαδικασία που πραγματοποιήθηκε ήταν η δέουσα. Παραπέμπουν προς τούτο στα ευρήματά τους όπως καταγράφονται στην έκθεση εισήγηση, η οποία αποτελεί την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Τέλος, υποστηρίζουν ότι οι περιστάσεις του Αιτητή, το προφίλ σε συνάρτηση με τον τόπο διαμονής του, δεν δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
To νομικό πλαίσιο
4. Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης».
5. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
6. Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ' ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
7. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
8. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
9. Είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί εκ προοιμίου αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100]
10. Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).
11. Εν προκειμένω, ο Αιτητής κατά την καταγραφή της αίτησής του για άσυλο ισχυρίστηκε ότι κινδυνεύει από τους συγγενείς του πατέρα του, οι οποίοι επιθυμούν να τον σκοτώσουν ούτως ώστε να μην κληρονομήσει την πατρώα περιουσία.
12. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ισχυρίστηκε ότι κατάγεται από το Benin City, της πολιτείας Edo (γεννηθείς το 2003), ωστόσο, ως τόπο συνήθους διαμονής του δήλωσε το Lagos εφόσον διέμενε εκεί για 16 έτη, προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του απεβίωσε και η μητέρα του τους είχε εγκαταλείψει όταν ο Αιτητής ήταν 3 ετών. Η μητέρα του διαμένει στην Ιταλία και ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι διατηρεί επαφή μαζί της. Μεγάλωσε με την γιαγιά και τις θείες του στο Lagos, ενώ και ο θείος του ο οποίος διαμένει στο Ηνωμένο Βασίλειο υποστήριζε οικονομικά την οικογένεια. Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, ισχυρίστηκε ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και προτού εγκαταλείψει την χώρα του τύγχανε εκπαίδευσης ως κομμωτής. Ερωτηθείς πως χρηματοδότησε το ταξίδι του στην Δημοκρατία, ισχυρίστηκε ότι ο θείος του διευθέτησε το ταξίδι.
13. Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ισχυρίστηκε ότι όταν ήταν τριών ετών ο πατέρας του δολοφονήθηκε από τον αδερφό του για περιουσιακές διαφορές. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι οι συγγενείς του πατέρα του ήθελαν να σκοτώσουν και τον ίδιο, καθότι θα ήταν ο κληρονόμος του πατέρα του. Κατά τις δηλώσεις του, ο θείος του έστειλε δολοφόνους για να τον σκοτώσουν όταν ήταν 3 ετών εξ ου και αναγκάστηκε να φυγαδευτεί από το Benin City και να μετακομίσει στο Lagos. Ενόσω βρισκόταν στο Lagos κρυβόταν, ωστόσο, ο θείος του κατάφερε να τον εντοπίσει και προσπάθησε ξανά να τον δολοφονήσει. Κατόπιν, εγκατέλειψε το Lagos για να επιστρέψει στο Benin City και να περάσει τους τελευταίους 7 μήνες πριν εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του οριστικά τον Οκτώβριο του 2022.
14. Ακολούθως, τέθηκαν διευκρινιστικά ερωτήματα στον Αιτητή. Μεταξύ άλλων, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο θείος που τον καταδιώκει βρίσκεται στην Ιταλία καθώς και ότι εντόπισε τον Αιτητή στο Lagos, μέσω ενός συγγενούς του περί το 2018 ή 2019. Ειδικότερα, η θεία του είχε λάβει ένα τηλεφώνημα από κάποιον, ο οποίος ισχυριζόταν ότι ήταν συγγενής του Αιτητή, ο οποίος τον αναζητούσε για να του δώσει κάτι. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, αυτό το τηλεφώνημα αφορούσε σε μαύρη μαγεία και αν ανταποκρινόταν σε αυτό το τηλεφώνημα θα είχε σοβαρές επιπτώσεις. Τότε ο Αιτητής αντιλήφθηκε ότι κινδύνευε και ως αποτέλεσμα εγκατέλειψε το Lagos και επέστρεψε στο Benin City περί το 2022. Ερωτηθείς περαιτέρω εάν η περιουσία χρησιμοποιείται σήμερα ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Κληθείς να διευκρινίσει τι θα του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη Νιγηρία, δήλωσε ότι δεν διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο στο Lagos, ενώ στο Benin City θα είναι ευκολότερο να τον εντοπίσουν.
15. Κατά τη διοικητική διαδικασία, ο Αιτητής προσκόμισε έγγραφο το οποίο τιτλοφορείται «Application for Building Plot» (βλ. ερ. 47 του δ.φ.), όπου στο πάνω μέρος αυτού αναφέρεται το όνομα «G.I.», το οποίο φέρεται ως το όνομα του θανούντος πατέρα του Αιτητή. Ως αιτητής, στην εν λόγω αίτηση υπογράφει πρόσωπο που φέρει το μικρό όνομά του Αιτητή «G.». Επιπλέον, ο Αιτητής προσκόμισε πιστοποιητικό φοίτησης εκδοθέν το 2020, όπου αναγράφεται η βαθμολογία του, η ημερομηνία γέννησής του και το όνομά του (βλ. ερ. 50 του δ.φ.). Τέλος, ο Αιτητής προσκόμισε έγγραφο – κοινοποίηση του θανάτου του πατέρα του, όπου καταγράφεται ως χρόνος θανάτου ο Νοέμβριος του 2006 και ως ηλικία του αποβιώσαντος τα 28 έτη (βλ. ερ. 46 του δ.φ.).
16. Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.: Ο πρώτος αφορά στην ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία προφίλ του Αιτητή και ο δεύτερος στις ισχυριζόμενες απειλές και επιθέσεις από το θείο του, με σκοπό να παρακρατήσουν την περιουσία του πατέρα του Αιτητή.
17. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς οι συναφείς δηλώσεις του κρίθηκαν ως επαρκώς λεπτομερείς και συνεκτικές και ότι βρίσκονται σε συμφωνία με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
18. Αντίθετα, ο δεύτερος ισχυρισμός του έτυχε απόρριψης. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες, ενώ εντοπίστηκαν αντιφάσεις και έλλειψη συνοχής σε επιμέρους αναφορές του. Ειδικότερα, αναφορικά με την δολοφονία του πατέρα του, η οποία και αποτελεί την γενεσιουργό αιτία της δίωξης του κατά τους Καθ’ ων η Αίτηση, ο Αιτητής, παρά το νεαρό της ηλικίας του όταν κατ’ ισχυρισμό έλαβε χώρα το κρίσιμο γεγονός, εύλογα αναμενόταν κατά τους ίδιους να γνωρίζει ο Αιτητής ορισμένες λεπτομέρειες για το γεγονός που σημάδεψε τη ζωή του και τις οποίες θα μπορούσε να διασφαλίσει από τα συγγενικά του πρόσωπα (Ο Αιτητής δεν μπορούσε να προσδιορίσει με ακρίβεια το δολοφόνο του πατέρα του, τους εμπλεκόμενους στο περιστατικό, τον τρόπο δολοφονίας του και ούτε εάν ο θείος του, τον οποίο ο Αιτητής θεωρεί ως τον ηθικό αυτουργό βρισκόταν κατά το χρόνο της δολοφονίας στη Νιγηρία. Ακόμη, ένα άλλο σημείο αντίφασης αποτελεί ο ισχυρισμός του ότι η περιουσία δεν είχε μεταβιβαστεί σε κανέναν επειδή απαιτείται η υπογραφή του πατέρα του, ενώ σε άλλο σημείο δήλωσε ότι η γιαγιά του ανέφερε στο πλαίσιο τραπεζικών διαδικασιών ότι ο γιος της και πατέρας του Αιτητή δεν έχει απογόνους ούτως ώστε να μην μεταβιβαστεί η περιουσία σε κανέναν. Έτι περαιτέρω, παρουσιάστηκε αντιφατικός καθ’ ότι δήλωσε πως η διαφιλονικούμενη περιουσία δεν χρησιμοποιείται από κανέναν παρά το γεγονός ότι αποτελεί τον λόγο δίωξης του, ενώ δεν απάντησε με ικανοποιητικό τρόπο το ερώτημα ως προς το γιατί ο θείος του ακόμη να τον καταδιώκει εφόσον δεν χρησιμοποιεί την περιουσία. Ως αποτέλεσμα, κατά τους Καθ’ ων η Αίτηση, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε εύλογο φόβο δίωξης. Επιπλέον, ο Αιτητής δεν παρείχε ικανοποιητικές και εύλογες λεπτομέρειες αναφορικά με το ότι ο θείος του σκόπευε να χρησιμοποιήσει μαύρη μαγεία εναντίον του, δεδομένου ότι η συζήτηση που διημείφθη στο τηλεφώνημα που είχε λάβει δεν χαρακτηριζόταν από κάποια παραδοξότητα. Κατόπιν διευκρινιστικών ερωτημάτων δε, ο Αιτητής δεν γνώριζε εάν πραγματοποιήθηκε κάποια καινούρια απόπειρα επικοινωνίας με το εν λόγω πρόσωπο παρά το γεγονός ότι συνέχισε να παραμένει με την θεία του για 3 έτη αργότερα, δεν γνώριζε επακριβώς πότε είχε λάβει χώρα το τηλεφώνημα, ενώ υπέπεσε και σε αντιφάσεις αναφορικά με το εάν γνώριζε την ταυτότητα του προσώπου ή όχι. Επιπρόσθετα, εντοπίστηκαν χρονικές ασάφειες αναφορικά με το θέμα της παραμονής του στο Lagos, καθότι δήλωσε ότι παρέμεινε εκεί μέχρι να ολοκληρώσει το σχολείο, ωστόσο, σε άλλο σημείο της συνέντευξης ανέφερε ότι παρέμεινε εκεί για να τύχει εκπαίδευσης. Τα εν λόγω γεγονότα, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι και οι συγγενείς του πατέρα του διέμεναν στο Lagos κατά τους Καθ’ ων η Αίτηση, υποβαθμίζουν τους ισχυρισμούς του Αιτητή ότι διατρέχει κίνδυνο. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να επεξηγήσει τους λόγους για τους οποίους δεν κατήγγειλε το περιστατικό στην Αστυνομία, εφόσον η απάντηση του ότι δεν μπορούσε να δωροδοκήσει τους Αστυνομικούς, δεν κρίθηκε ικανοποιητική. Επιπλέον, του επισημάνθηκε η δήλωση του σε προηγούμενο στάδιο ότι η θεία που τον μεγάλωσε ήταν υψηλά ιστάμενο στέλεχος της αστυνομίας. Διαφοροποιώντας τους ισχυρισμούς του, δήλωσε ότι το πλάνο της οικογένειας ήταν όπως κρύψουν τον Αιτητή και πως η οικογένεια του δεν βοηθά τους συγγενείς. Τέλος, τέθηκε το ερώτημα στον Αιτητή τι ακριβώς θα μπορούσε να καταγγείλει εφόσον δεν είχε στοιχειοθετηθεί οποιοδήποτε αδίκημα στο τηλεφώνημα που δέχθηκε, ο Αιτητής απάντησε με ασάφειες, κατά τους Καθ’ ων η Αίτηση, αφού απλώς ανέφερε ότι πως πάντα κρυβόταν.
19. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή, οι Καθ’ ων η Αίτηση αξιολόγησαν τα προσκομισθέντα από τον Αιτητή έγγραφα. Το ένα από τα δυο έγγραφα ονομάζεται ‘Application for Building Plot’ και φέρει ημερομηνία 17 Απριλίου 1975 και έχει ως αποστολέα τον πατέρας του Αιτητή σύμφωνα με ισχυρισμούς του τελευταίου. Ο Αιτητής δήλωσε ότι το συγκεκριμένο έγγραφο, του το παρείχε ο αρχηγός της κοινότητας γύρω στο 2020 – 2021 , ο οποίος του είχε αναφέρει ότι αυτή είναι η περιουσία του πατέρα του. Το δεύτερο αφορούσε σε αντίγραφο ανακήρυξης θανάτου του Courage Greg Irabor Ihonba, σε ηλικία 28 ετών τον Νοέμβριο του 2006. Κατά την αξιολόγηση των Καθ’ ων η Αίτηση, το πρώτο έγγραφο δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό. Ειδικότερα, αφορά σε αίτηση ανέγερσης οικήματος το 1975, ωστόσο, η ημερομηνία γέννησης του πατέρα του Αιτητή εκτιμήθηκε να είναι από το 1977 – 1979 λαμβάνοντας υπόψη ότι απεβίωσε το 2006 σε ηλικία 28 ετών. Έτι περαιτέρω, ο Αιτητής δεν έκανε οποιαδήποτε αναφορά σε περιουσία που κληρονόμησε ο πατέρας του, ούτε και δήλωσε ότι ο αποστολέας στο έγγραφο αφορά κάποιον άλλο συγγενή του πατέρα του. Αναφορικά με το δεύτερο έγγραφο, ήτοι την ανακήρυξη θανάτου, δεν καταγράφει την αιτία θανάτου του προσώπου στο οποίο αφορά, ούτε τη σχέση του εν λόγω προσώπου με τον Αιτητή.
20. Ακόμη, οι Καθ’ ων η Αίτηση ανέτρεξαν σε πληροφορίες αναφορικά με την παρεχόμενη προστασία από το κράτος, αναφέροντας εν τέλει ότι ο Αιτητής δεν εμπίπτει σε κανένα από τα προφίλ τα οποία δεν θα μπορούσαν να τύχουν αποτελεσματικής προστασίας από το κράτος. Επιπρόσθετα, λήφθηκε υπόψη το γεγονός ότι η θεία του Αιτητή ήταν υψηλά ιστάμενο στέλεχος της αστυνομίας, κατά τη δήλωσή του. Ως εκ των ανωτέρω, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολο του.
21. Στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου, στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, βάσει των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής και δη στην περιοχή τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή ήτοι την Benin City στην πολιτεία Edo σε συνάρτηση με τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώθηκε πως δεν υφίσταται κίνδυνος δίωξης του Αιτητή ή κίνδυνος δίωξης ή κίνδυνος σοβαρής βλάβης του σε περίπτωση επιστροφής του σε αυτήν.
22. Προχωρώντας, τέλος, στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.
23. Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιαδήποτε νέα μαρτυρία, ούτε ειδικώς απαντά στα επιμέρους ευρήματα των Καθ’ ων η αίτηση. Παραπέμποντας στις δηλώσεις του κατά τη συνέντευξη υποστηρίζει ότι λανθασμένως κρίθηκε ως αναξιόπιστος αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του. Υποστηρίζει δε ότι δικαιούται συμπληρωματικής προστασίας αφενός, εξαιτίας της δίωξής του από το θείο του και αφετέρου εξαιτίας της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα του.
24. Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιον μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, δέον να απομονωθούν καταρχάς οι ουσιώδεις ισχυρισμοί του Αιτητή προς αξιολόγηση. Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό αυτός αφορά στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής, τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του. Συντάσσομαι με την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού του καθώς, όπως επισημαίνουν οι Καθ’ ων η αίτηση, ο Αιτητής υπήρξε σαφής και συνεκτικός στις σχετικές αναφορές του, οι οποίες ως προς τους τόπους διαμονής του επιβεβαιώνονται και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, στις οποίες παραπέμπουν. Επιπλέον, τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή επιβεβαιώνονται τόσο από το διαβατήριο και εν μέρει από το πιστοποιητικό φοίτησής του που προσκόμισε (βλ. ερ. 50 του δ.φ.). Ειδικώς ως προς τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του ο Αιτητής ανέφερε ότι σε ηλικία τεσσάρων ετών και για 16 έτη, εγκαταστάθηκε στο Lagos με τις θείες του, από τη μητρική ρίζα και τα παιδιά τους (βλ. ερ. 42 και 41 του δ.φ.). Επτά μήνες προτού εγκαταλείψει τη χώρα του, ο Αιτητής επέστρεψε στο Benin στη γιαγιά του, όπου επί τρεις μήνες λάμβανε εκπαίδευση ως κουρέας. Καίτοι ο Αιτητής συνδέει τη μετάβασή του στο Benin το 2022 με το απειλητικό τηλεφώνημα που έλαβε περί το 2018/ 2019 εντούτοις, δεν είναι σαφές κατά πόσο η μετάβασή του εκεί είχε μόνιμο χαρακτήρα. Το γεγονός ότι κατά την εκεί παραμονή του λάμβανε εκπαίδευση ως κουρέας αποτελούν ένδειξη, δεδομένης της καταγωγής του από το εν λόγω μέρος και των οικογενειακών δεσμών που διατηρεί στην περιοχή, ότι η μετάβασή εκεί είχε μόνιμο χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, η περιοχή Benin θεωρείται ως τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής. To Lagos εξακολουθεί ωστόσο να παραμένει μια εύλογη καταρχήν περιοχή για την επιστροφή του καθώς εκεί μεγάλωσε και διέμενε μέχρι και επτά μήνες προτού εγκαταλείψει τη χώρα του, διατηρώντας και εκεί οικογενειακό δίκτυο.
25. Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό περί των φερόμενων απειλών και επιθέσεων από το θείο του με σκοπό να σφετεριστούν τη περιουσία του πατέρα του, διαπιστώνονται τα εξής. Ως προς τα επιμέρους γεγονότα που συνθέτουν τον εν λόγω ισχυρισμό, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του δολοφονήθηκε, όταν ο ίδιος ήταν 3 ετών, από συγγενικά του πρόσωπα και ειδικότερα, από το θείο του Αιτητή, ο οποίος διαμένει στην Ιταλία (βλ. ερ. 35 του δ.φ.). Γενικά, οι συγγενείς του πατέρα του έκαναν ενέργειες να σφετεριστούν την περιούσια του πατέρα του Αιτητή (βλ. ερ. 35 και 34 του δ.φ.). Ο Αιτητής ανέφερε ένα περιστατικό όπου κατά την κηδεία του πατέρα του Αιτητή οι παρευρισκόμενοι άρχισαν να τσακώνονται και να τον αναζητούν, ενώ ο θείος του έστειλε εκεί γκάνγκστερς (κατά την ελεύθερή του αφήγηση -ερ. 36 του δ.φ.- ο Αιτητής ανέφερε ότι ο θείος του έστειλε τα εν λόγω πρόσωπα με σκοπό να τον σκοτώσουν). Η γιαγιά του Αιτητή τον φυγάδευσε από τη σκηνή, αφήνοντας πίσω τις δύο οικογένειες τη μητρική και την πατρική να διαπληκτίζονται. Ακολούθως, η γιαγιά του Αιτητή τον μετέφερε στο Lagos, όπου μεγάλωσε με θείες του από τη μητρική ρίζα. Ως δεύτερο περιστατικό συναρτώμενο με την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από το θείο του, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε ένα τηλεφώνημα που έλαβε περί το 2018 με 2019. Μεταξύ του τηλεφωνήματος και του θανάτου του πατέρα του το 2006 δεν μεσολάβησε οποιοδήποτε άλλο περιστατικό συναφές με την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από το θείο του. Αναφορικά με το περιστατικό του τηλεφωνήματος, ο Αιτητής ανέφερε ότι δέχτηκε τηλεφώνημα στο σπίτι της θείας του, από συγγενείς του πατέρα του οι οποίοι διαμένουν στο Lagos. Ως προς το περιεχόμενο της συνομιλίας, ο Αιτητής ανέφερε ότι το πρόσωπο αυτό αυτοπροσδιορίστηκε ως ο θείος του από το Lagos που ήθελε να του δώσει κάτι. Αμέσως ο Αιτητής τερμάτισε το τηλεφώνημα. Ο Αιτητής ανέφερε εξάλλου ότι φοβάται ότι θα του κάνουν μαύρη μαγεία. Ο Αιτητής ανέφερε ότι αφότου αντιλήφθηκε ότι γνωρίζουν που βρίσκεται στο Lagos έφυγε για το Benin, περίπου το 2020 (βλ. ερ. 37 σημείο 6χ του δ.φ.).
26. Αξιολογώντας τα ενώπιόν μου δεδομένα, ο Αιτητής υπήρξε γενικόλογος ως προς τις περιστάσεις θανάτου του πατέρα. Η αναφορά του περί δολοφονίας του από το θείο και αδελφό του τελευταίου δεν συναρτάται με κάποια άλλα δεδομένα, όπως οι περιστάσεις του θανάτου του πατέρα του (τρόπος και συνθήκες δολοφονίας, βλ. ερ. 35). Καίτοι ο Αιτητής ήταν νήπιο εκείνη την περίοδο, εύλογα θα αναμενόταν να γνωρίζει περαιτέρω λεπτομέρειες για το εν λόγω γεγονός ένεκα της σοβαρότητάς του, όντας πλέον ενήλικας. O Αιτητής βασίζεται, εκ της θέσεως του σε αναφορές και πεποιθήσεις τρίτων, οι οποίες δεν μπορούν αντικειμενικά να επιβεβαιωθούν. Το υπό αναφορά εύρημα δεν είναι καταλυτικής φύσεως, ωστόσο λαμβάνεται υπόψη.
27. Ακολούθως ως προς το περιστατικό που έλαβε χώρα κατά την κηδεία του πατέρα του Αιτητή, ο τελευταίος καίτοι παρόν ήταν νήπιο. Η πεποίθηση του Αιτητή ότι ο θείος του και η οικογένειά του έστειλαν δολοφόνους για να τον φονεύσουν για να λάβουν την πατρική περιουσία και σε αυτή την περίπτωση εδράζεται σε αφηγήσεις τρίτων (βλ. ερ. 38 σημείο 1Χ του δ.φ.). Κατά τη λεπτομερέστερη περιγραφή του περιστατικού (βλ. ερ. 35 και 34 του δ.φ.), παρά το ότι ο Αιτητής δηλώνει ότι θυμάται τα πάντα καθαρά, αυτό δεν κρίνεται εύλογο δεδομένης της ηλικίας του, ήταν μόλις τριών ετών. Μάλιστα, από το περιγραφόμενο περιστατικό δεν προκύπτει συγκεκριμένη ενέργεια κατά της σωματικής του ακεραιότητας αλλά διεκδίκηση της φύλαξής του από εκατέρωθεν τις πλευρές (βλ. ερ. 35 του δ.φ., τέλος της σελίδας «…when everyone started fighting just to look for me»).
28. Ως προς το δεύτερο περιστατικό αυτό αποδίδεται επίσης με γενικότητα, καθώς πέραν της αναφοράς ενός άγνωστου για τον Αιτητή προσώπου, το οποίο αυτοσυστήθηκε τηλεφωνικώς ως ο θείος του από το Lagos, ο οποίος θέλει να του δώσει κάτι, δεν προκύπτει οτιδήποτε ως προς το περιεχόμενο της συνομιλίας του. Η εν λόγω αναφορά δεν περιλαμβάνει καμία ευθεία απειλή. Εξάλλου, ο φόβος του Αιτητή ότι τον εντόπισαν προκειμένου να τον βλάψουν βασίζεται σε προσωπική του πεποίθηση εξαιτίας των όσων ο ίδιος ισχυρίζεται ότι προηγήθηκαν προ ετών. Ωστόσο, το εν λόγω τηλεφώνημα αποτέλεσε ένα μεμονωμένο περιστατικό. Πριν από αυτό παρήλθε χρονικό διάστημα 13 έως 14 ετών κατά το οποίο τίποτα δεν συνέβη στον Αιτητή ούτε και μετά όταν ο Αιτητής εξακολουθούσε να παραμένει στην ίδια περιοχή για διάστημα περί τα τρία έτη υπήρξε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια εναντίον του. Σημειώνεται στο σημείο αυτό η αντίφαση που εντοπίζεται στις δηλώσεις καθώς ο Αιτητής ανέφερε ότι παρέμεινε στο Lagos επί τρία έτη μετά από το εν λόγω τηλεφώνημα (βλ. ερ. 36, σημείο 11Χ του δ.φ.), ενώ σε άλλο σημείο της συνέντευξής του δήλωσε ότι αντιλαμβανόμενος ότι ήξεραν που βρισκόταν έφυγε για το Benin περίπου το 2020 (βλ. ερ. 37 του δ.φ.). Σε έτερο σημείο της συνέντευξής του ότι μετά τη δεκαεξαετή παραμονή του στο Lagos επέστρεψε στο Benin όπου παρέμεινε επί επτά μήνες και ακολούθως ήρθε στη Δημοκρατία. Ερωτηθείς στο ίδιο σημείο τι έκανε επί επτά μήνες στο Benin ανέφερε ότι εκπαιδευόταν ως κουρέας (βλ. ερ. 42, σημεία 1χ και 2χ του δ.φ.). Πέραν της αναφερόμενης χρονικής αντίφασης ως προς το διάστημα παραμονής του στο Lagos μετά το τηλεφώνημα (3 ή ένα εώς δύο έτη ανάλογα, καθώς δεν προσδιορίζει εάν το τηλεφώνημα έλαβε χώρα το 2018 ή το 2019), η πάροδος σημαντικού χρόνου που διέρρευσε από το κατ’ ισχυρισμό τηλεφώνημα, κατά το οποίο εξακολουθούσε να παραμένει στο Lagos συνεχίζοντας την εκπαίδευσή του, δεικνύουν τα εξής. Καταρχάς, δεδομένου ότι δεν υπήρξε κάποια ενέργεια εναντίον του προκύπτει ότι δεν επαληθεύονται οι πεποιθήσεις του περί δίωξής, διότι εάν αυτή ήταν η πρόθεση του κατ’ ισχυρισμό διώκτη του θα λάμβανε κάποιες ενέργειες τόσο πριν όσο και μετά το τηλεφώνημα όπου διαπιστώθηκε ο τόπος διαμονής του. Επιπλέον, η επιλογή του Αιτητή να παραμένει στο Lagos ευλόγως δεν παραπέμπει σε άτομο το οποίο βρίσκεται υπό δίωξη, ιδίως δεδομένης της δυνατότητάς του να διαμείνει άμεσα στη γιαγιά του στο Benin, στον τόπο καταγωγής του. Αντίθετα, ο Αιτητής τόσο στο Lagos όσο και αργότερα στο Benin συνέχιζε την εκπαίδευσή του, την ακαδημαϊκή και την επαγγελματική. Ακολούθως, καίτοι η ακόλουθη επισήμανση, τέμνει και την αξιολόγηση κινδύνου που ενδεχομένως να διατρέχει ο Αιτητής, η απουσία οποιουδήποτε συγκεκριμένου περιστατικού το οποίο να έχει αντικειμενικά τα γνωρίσματα απειλής κατά της σωματικής του ακεραιότητας από τον κατ’ ισχυρισμό φορέα δίωξής του επί δεκαεννέα έτη, δεν δικαιολογούν και εξ αυτού του λόγου τον ισχυρισμό του περί απειλών και δίωξής του από το θείο του ένεκα ενδοοικογενειακών περιουσιακών διεκδικήσεων. Η δε αναφορά του σε μαύρη μαγεία παραμένει έωλη χωρίς οποιοδήποτε αντικειμενικό έρεισμα, δεδομένης και της μη ύπαρξης οποιασδήποτε άμεσης σχέσης με την πατρική του οικογένεια που να δικαιολογεί κάποια γνώση. Από τις αναφορές του, ο ίδιος ουδέποτε ήρθε όλο αυτό το διάστημα άμεση επαφή με τον κατ’ ισχυρισμό φορέα δίωξής του. Η υπό διεκδίκηση περιουσία φαίνεται ότι βρίσκεται στο Benin (βλ. ερ. 37 του δ.φ.), παραμένοντας αναξιοποίητη και δεν έλαβε όπως ανέφερε οποιεσδήποτε ενέργειες προς διεκδίκηση της περιουσίας καθώς ως ανέφερε δεν διαθέτει επαρκείς οικονομικούς πόρους. Ο Αιτητής δεν αναφέρει ως λόγους μη διεκδίκησής της περιουσίας του την οικονομική του κατάσταση και όχι τέρους λόγους, όπως για παράδειγμα φόβο δίωξής του στο Lagos. Επιπλέον, ερωτηθείς σε έτερο σημείο ως προς τους λόγους που αποφάσισε να επιστρέψει στο Benin ανέφερε ότι ήθελε να μείνε με την γιαγιά του, η οποία ήταν μόνη της. Ερωτηθείς ως προς τις συνέπειες επιστροφή στη χώρα του ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν έχει κάποιο στη χώρα του και ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στο Βenin αργά ή γρήγορα θα πληροφορηθούν, εννοώντας οι συγγενείς του πατέρα ότι επέστρεψε στη χώρα του. Υπό το φως των ανωτέρω, δε θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή περί απειλών και επιθέσεων από το θείο του για περιουσιακούς λόγους.
29. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, αναφορικά με το έγγραφο της φερόμενης ανακοίνωσης θανάτου του πατέρα του Αιτητή (βλ. ερ. 46 του δ.φ.), αυτή αξιολογούμενη ελεύθερα, δεν μπορεί να επιβεβαιώσει αφ’ εαυτής χωρίς άλλο δεδομένο ότι αφορά στον πατέρα του Αιτητή καθώς το όνομα πατρός δεν προκύπτει από κάποια έτερη πηγή. Παρατηρείται, ωστόσο, ότι μέρος του ονόματος του εικονιζόμενου προσώπου είναι κοινό με το επίθετο Αιτητή. Ομοίως η χρονολογία θανάτου και η ηλικία του εικονιζόμενου προσώπου φαίνεται να ταυτίζονται με τις αναφορές του Αιτητή ως προς το χρόνο θανάτου του πατέρα του. Εντούτοις, καθώς ούτε η αιτία θανάτου του εικονιζόμενου προσώπου μπορεί να επιβεβαιωθεί, το εν λόγω έγγραφο από μόνο του έχει μειωμένη αποδεικτική αξία και δεν μπορεί να συνεισφέρει ουσιωδώς στον ισχυρισμό του Αιτητή περί απειλών και δίωξής του από το θείο του. Ως προς το έγγραφο που αναφέρεται στην υπό διεκδίκηση περιουσία, δεν μπορεί να εξακριβωθεί η γνησιότητά του και εκτιμάται επίσης ελεύθερα. Παρατηρείται ότι η χρονολογία που φαίνεται σε διάφορα σημεία του εγγράφου, ήτοι 1975, με αναφορά στο φερόμενο όνομα του πατέρα του Αιτητή, έρχονται σε αντίθεση με τη ανακοίνωση θανάτου του πατέρα του και τη δήλωση του Αιτητή ότι αυτός απεβίωσε σε ηλικία 28 ετών το 2006 (από την οποία συνάγεται ως χρονολογία γέννησής του το έτος το 1978).
30. Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου που τυχόν αντιμετωπίζει ο Αιτητής και στην στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή ως αναλύεται ανωτέρω, επισημαίνονται τα κάτωθι: Ως προς τα στοιχεία του προφίλ του, ο Αιτητής δεν προβάλλει οποιοδήποτε υποκειμενικό φόβο, και επιπλέον, δεν προκύπτει οποισδήποτε κίνδυνος ένεκα της θρησκεία του Αιτητή, καθώς σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για τη Θρησκευτική Ελευθερία στη Νιγηρία για το 2023, o χριστιανισμός είναι η δεύτερη δημοφιλέστερη θρησκεία συνολικά στη χώρα με ποσοστό 48,1%.[1]
31. Εξετάζονται στη συνέχεια και αξιολογούνται εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία, όπου διαπιστώθηκαν τα κάτωθι: Σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province).[2]
32. Η Boko Haram δρα στις πολιτείες Borno, Yobe, και Adamawa. Το 2019, παρατηρήθηκε αναζωπύρωση και κλιμάκωση της κρίσης της Boko Haram σε ολόκληρη τη βορειοανατολική Νιγηρία και από το 2019 επεκτάθηκε στη βορειοδυτική Νιγηρία με επιθέσεις που έλαβαν χώρα στην Kaduna, Katsina, Sokoto και Zamfara.[3] Ο στρατιωτικός εξοπλισμός και ο οπλισμός της Boko Haram περιλαμβάνει AK47, αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, χειροβομβίδες, όλμους, βόμβες βενζίνης και οχήματα Hilux. Επιπλέον, έχει αναφερθεί ότι χρησιμοποιεί χειροβομβίδες με ρουκέτες και ενδέχεται να έχει τη δυνατότητα κατασκευής όπλων. Οι εν λόγω συγκρούσεις περιορίζονται στις εν λόγω περιοχές της χώρας και δεν εκτείνονται στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή, την πολιτεία Edo αλλά ούτε και στην πολιτεία Lagos.
33. Οι κύριοι παράγοντες των συγκρούσεων και των ζητημάτων ασφάλειας στην πολιτεία Edo είναι η εγκληματική βία, οι συγκρούσεις μεταξύ συμμοριών/αδελφοτήτων, οι συγκρούσεις μεταξύ κτηνοτρόφων και αγροτών για διαφορές γης, η αυτοδικία από πολιτοφυλακές επαγρύπνησης/εκδίκησης, οι αναταραχές που λαμβάνουν χώρα σε συνθήκες όχλου, οι βίαιες διαμαρτυρίες/διαδηλώσεις και οι επιχειρήσεις καταστολής των διαδηλώσεων που είναι γνωστές ως #EndSars, σύμφωνα με πλήθος πηγών μεταξύ των οποίων και η International Crisis Group.[4] Εξ αυτών, το βασικότερο ζήτημα ασφάλειας στο κρατίδιο Edo το έτος 2020 ήταν η εγκληματικότητα. Η εγκληματική βία περιλάμβανε κυρίως ένοπλες ληστείες, απαγωγές, λιντσαρίσματα όχλου, καθώς επίσης συγκρούσεις μεταξύ εγκληματιών και προσωπικού ασφαλείας.[5]
34. Σημειώνεται ότι, η πόλη του Benin, η πρωτεύουσα της πολιτείας Edo, εξακολουθεί να είναι ένας σημαντικός κόμβος εμπορίας ανθρώπων στην Αφρική, αλλά οι αυξημένες προσπάθειες επιβολής μπορεί να έχουν κάνει ορισμένα κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων να μετατοπίσουν το ενδιαφέρον τους σε άλλες περιοχές της νότιας Νιγηρίας.[6]
35. Σύμφωνα με τις πληροφορίες από την πλατφόρμα ACLED, ειδικότερα για την περίοδο πολιτεία Edo για την περίοδο 27.04.2024 – 25.04.25 καταγράφηκαν 162 περιστατικά βίας με αποτέλεσμα τον θάνατο 163 ανθρώπων. Από αυτά τα περιστατικά τα 65 αφορούσαν σε βία κατά των πολιτών (62 απώλειες), 77 σε μάχες (81 απώλειες), 20 εξεγέρσεις (20 απώλειες).[7] O συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Edo εκτιμάται περί τα 4.7 εκατομμύρια.[8]
36. Με βάση τα ανωτέρω αριθμητικά και ποσοτικά δεδομένα δεν οποιοσδήποτε κίνδυνος για τον Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην εν λόγω περιοχή, με την οποία είναι εξοικειωμένος καθώς είναι ο τόπος καταγωγής του, στο οποίο παρέμεινε χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα για σημαντικό χρονικό διάστημα προτού αναχωρήσει από τη χώρα του και στον οποίο διατηρούσε οικογενειακούς δεσμούς. Επικουρικώς επισημαίνεται ότι ο Αιτητής δεν παρουσιάζει οποιαδήποτε σημεία ευαλωτότητας, καθώς πρόκειται για νέο, υγιή, μονήρη άνδρα, ικανό προς εργασία, όπου λαμβάνει στην πόλη Benin επαγγελματική εκπαίδευσης, ο οποίος διατηρεί οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο εντός και εκτός της χώρας καταγωγής του (μητέρα, γιαγιά, ξαδέλφια, θείο και θείες, η μητέρα του και ο πατριός τον συνέδραμαν μάλιστα στην εκπαίδευσή του και ο θείος του τον συνέδραμε στο ταξίδι του στη Δημοκρατία, βλ. ερ. 41 του δ.φ.) και χωρίς οποιοδήποτε σημείο ευαλωτότητας ή περιστατικό παρελθούσας δίωξης, καθώς ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του δεν έγινε αποδεκτός.
37. Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, καταλήγω βάσει όλων των ανωτέρω και από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά.
38. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
39. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].
40. Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, δηλαδή στην πόλη Benin, ένεκα ένοπλης σύρραξης ο βαθμός μάλιστα της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].
41. Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».
42. Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43). Στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή δεν λαμβάνει χώρα ένοπλη σύρραξη.
43. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
44. Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».
45. Επί τη βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, όπως αναλύθηκαν ανωτέρω, σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Εdo, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί αυτός θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου[9]. Αλλά και όλως επικουρικώς των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός είναι, σε κάθε περίπτωση, νέος, ενήλικας άνδρας, μορφωμένος, ικανός προς εργασία, ο οποίος είναι εξοικειωμένος εν λόγω περιοχή, κατέχοντας συνεπώς επαρκής γνώση επ' αυτής. Να σημειωθεί πως ο Αιτητής διαθέτει υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του.
46. Παράλληλα, ο Αιτητής δεν προβάλλει και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει οποιοδήποτε ζήτημα, που να συναρτάται με την επικείμενη επιστροφή του σε συνάρτηση με την αρχή της μη επαναπροώθησης, το οποίο να μην εξετάστηκε ήδη ανωτέρω.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] USDOS - U.S. Department of State, 2023 Report on International Religious Freedom: Nigeria, 30.6.2024, διαθέσιμο σε: https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/nigeria/ (τελευταία ημερομηνία πρόσβασης 7.3.2025)
[2] https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 3.5.2025)
[3]Country of Origin Information, Nigeria, security Situation (Ιούνιος 2021),
https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf , σελ. 32, (ημερομηνία τελευταία πρόσβασης 3.5.2025)
[4] PIND, Niger Delta Annual Conflict Report: January – December 2020, 9 February 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://pindfoundation.org/niger-delta-annual-conflict-report-january-december-2020/, σελ. 1-10; International Crisis Group, Crisis Watch, Tracking Conflict Worldwide, Nigeria, January 2020 – December 2020, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location%5B%5D=28&date_range=custom&from_month=01&from_year=2020&to_month=12&to_year=2020 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 30.4.2025)
[5] https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2024-07/2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 30.4.2025)
[6] USDOL – US Department of Labor (Author): 2022 Findings on the Worst Forms of Child Labor: Nigeria, 26 September 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2098534.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 30.04.2025.)
[7] ACLED, Με παραμέτρους αναζήτησης: ‘Political Violence – Past year of ACLED data – Nigeria – Edo’, https://acleddata.com/explorer/ , ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 3.5.2025)
[8] Nigeria: Administrative Division (States and Local Government Areas) - Population Statistics, Charts and Map (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.05.2025)
[9] Αξιολογώντας τα ως άνω δεδομένα συμφωνώ με το συμπέρασμα του Οδηγού Χώρας (Country Guidance) της Νιγηρίας, εκδοθέντος από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), ο οποίος δεν αποτελεί δεσμευτικό κείμενο, οφείλει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψιν από τα κράτη-μέλη EASO, 'Country Guidance: Nigeria' (2021), σελ. 129, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf (τελευταία ημ. πρόσβασης 21.2.2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο