
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
28 Μαΐου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Α. M. M. από Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό,{ ΑRC…}.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Ειρήνη Ραφαήλ (κα), για Μ. Ραφαήλ ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον Αιτητή
Αιγ. Κίτσιου (κα) για Θεοχαρία Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση
Ο Αιτητής είναι παρών (Παρών ο διερμηνέας κος Frangiskos Liangky για πιστή μετάφραση από Lingala σε Ελληνικά και αντίστροφα)
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο Αιτητής αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 21/06/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 12/07/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στον Αιτητή καθεστώς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.) και στις 01/11/2022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 02/05/2024 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (Ο.Ε.Ε.Α. – αγγλ. E.U.A.A.), ο οποίος στις 11/06/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Ακολούθως, στις 21/06/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Στις 12/07/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στον Αιτητή. Στις 12/08/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής, δια της δικηγόρου του, προβάλει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με την Γραπτή Αγόρευση. Η συνήγορος του Αιτητή δια της αγόρευσης προβάλλει ως λόγους ακυρώσεως τους εξής:
1) Η Αναρμοδιότητα του Διοικητικού Οργάνου και/ή προσώπου που εξέδωσε την ατομική διοικητική απόφαση.
2) Η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση και/ή οποιεσδήποτε προπαρασκευαστικές και/ή ενδιάμεσες αυτής πράξεις των Καθ' ων η Αίτηση, είναι αντίθετες και/ή παράνομες και/ή προσκρούουν και/ή παραβιάζουν και/ή αντίκεινται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον Περί Προσφύγων Νόμο του 2000 (6(1)/2000) και τον Περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο του 1999 (158 (1)/1999).
3) Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται έρευνας και/ή της δέουσας και/ή επαρκούς έρευνας.
4) Η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση ελήφθη χωρίς να ληφθούν υπόψη και/ή να διερευνηθούν και/ή να διερευνηθούν δεόντως τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης και/ή οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή και/ή χωρίς να εξεταστεί κατάλληλα αν διατρέχει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης αν επιστρέψει στην χώρα προέλευσής του και συγκεκριμένα στην Kinshasa και/ή και/ή αν έχει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα του και συγκεκριμένα στην Kinshasa θα υποστεί δίωξη, λόγω της συμμετοχής του στη θρησκευτική ομάδα Bundu Dia Kongo (BDK).
5) Η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει νομικά καθότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 46 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο του 1999 (158(1)/1999) και/ή στηρίχθηκε σε πραγματικά γεγονότα και/ή στοιχεία που είναι εξ αντικείμενα ανύπαρκτα και/ή οι Καθ’ ων παρέλειψαν να λάβουν υπόψη τους ουσιώδη πραγματικά γεγονότα και/ή έλαβαν υπόψη τους ανύπαρκτες νομικές προϋποθέσεις και/ή καταστάσεις, ενεργώντας με πλάνη περί τα πράγματα.
6) H προσβαλλόμενη απόφαση και/ή οποιεσδήποτε προπαρασκευαστικές και/ή ενδιάμεσες αυτής πράξεις στερούνται οποιαδήποτε αιτιολογίας και/ή δέουσας και/ή επαρκούς αιτιολογίας και ιδίως σε σχέση με την απόφαση να μην παραχωρηθεί στον Αιτητή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Οι Καθ' ων η αίτηση μέσω της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου τους, υποβάλλουν ότι οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει ο Αιτητής μέσω της προσφυγής του δεν εγείρονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 και για αυτόν τον λόγο δεν μπορούν να εξεταστούν. Επίσης, υποστηρίζουν ότι η ανάπτυξη νομικών ισχυρισμών στο πλαίσιο της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή δεν ακολουθεί τον Κανονισμό 6 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, που επιτάσσει όπως κάθε γραπτή αγόρευση χωρίζεται ευκρινώς σε ανάλογες παραγράφους, μια για κάθε νομικό σημείο, το οποίο θα αναφέρεται συνοπτικά. Το Δικαστήριο σημειώνει ότι ο προαναφερόμενος Κανονισμός 6, δεν επιτάσσει τα όσα αναφέρουν οι Καθ' ων η Αίτηση, αλλά αφορά το χρονικό διάστημα που οφείλουν να καταχωρηθούν οι Γραπτές Αγορεύσεις. Η υποχρέωση όπως κάθε γραπτή αγόρευση χωρίζεται ευκρινώς σε ανάλογες παραγράφους, μια για κάθε νομικό σημείο, το οποίο θα αναφέρεται συνοπτικά, προβλέπεται από τον Κανονισμό 7. Επιπρόσθετα, οι Καθ΄ ων η Αίτηση ισχυρίζονται ότι ο Αιτητής προβαίνει σε αόριστη παράθεση των λόγων ακυρώσεως και δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών του που θεμελιώνουν το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να του αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Οι Καθ΄ ων η Αίτηση αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση έχει ληφθεί από αρμόδιο όργανο, ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση, χωρίς να εμφιλοχωρήσει καμία πλάνη στη λήψη της και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Κατά συνέπεια, εισηγούνται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Με την απαντητική της αγόρευση η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει ότι έχει συμμορφωθεί δεόντως με την δικονομική απαίτηση του Κανονισμού 7 και εμμένει στους νομικούς λόγους περί αναρμοδιότητας του οργάνου και έλλειψης αιτιολογίας. Περαιτέρω, είναι θέση της ότι είναι λανθασμένη η αξιολόγηση της εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή που οδήγησε την Διοίκηση να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται το ουσιώδες γεγονός ότι ο Αιτητής ακολουθεί τη θρησκεία BDK («Ουσιώδες Γεγονός 2»). Εάν η Διοίκηση αποδεχόταν ότι ο Αιτητής ακολουθούσε τη θρησκεία BDK, τότε θα επέκτεινε και την έρευνά του σε σχέση με πρόσφατα συμβάντα στην περιοχή Kinshasa αναφορικά με τα πρόσωπα που ανασπάζονται την εν λόγω θρησκεία και τους ειδικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα μέλη της ομάδας αυτής. Τέλος, είναι θέση της ότι οι Καθ’ ων παρέλειψαν να εξετάσουν το κατά πόσον ο Αιτητής θα διατρέξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής (σωματικής) βλάβης σε περίπτωση επιστροφής στην χώρα καταγωγής του.
Κατά τις διευκρινίσεις ημερομηνίας 20/03/2024 η συνήγορος του Αιτητή απέσυρε τον λόγο ακύρωσης περί αναρμοδιότητας οργάνου και κατά τα λοιπά υιοθέτησε και προώθησε τους λοιπούς λόγους ακυρώσεως ως εκτίθενται στην γραπτή της αγόρευση.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:
«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).
Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.
Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).
Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο του Αιτητή, αυτός είναι ενήλικας από την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.).
Στην αίτησή του για διεθνή προστασία ισχυρίστηκε (σε ελεύθερη μετάφραση): «Στις 08/08/2021 στη χώρα μου, μετά τον θάνατο του πατέρα μου, η οικογένεια του πατέρα μου ήρθε να διώξει εμένα και τον αδερφό μου, ο οποίος βρίσκεται στην Αφρική, από το σπίτι επειδή, όπως είπαν, σκοτώσαμε τον πατέρα μας εξασκώντας τη θρησκεία μας, την Εκκλησία των Μαύρων. Υπεστήκαμε βασανιστήρια σε τέτοιο βαθμό που ήθελαν ακόμη και να μας πάρουν τη ζωή. Έγινα παιδί του δρόμου για κάποιο διάστημα και μας αναζητούσαν για να μας σκοτώσουν. Γι’ αυτό έφυγα από τη χώρα, γιατί δεν αισθάνομαι ασφαλής και κινδυνεύω να χάσω τη ζωή μου». (ερ. 13 δ.φ. σε μετάφραση).
Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι έχει κονγκολέζικη καταγωγή, προερχόμενος από την πόλη Kinshasa, η οποία αποτελεί τόσο τόπο γέννησης όσο και τελευταίας συνήθους διαμονή του. Περαιτέρω, δήλωσε πως ανήκει στην εθνική ομάδα Mu – Ngala και ασπάζεται την θρησκεία Bundu Dia Kongo (BDK) από την ηλικία των 10 ετών. Όσον αφορά στο εκπαιδευτικό και επαγγελματικό του υπόβαθρο, είναι απόφοιτος του Πανεπιστημίου ISG στον κλάδο του IT Management και έχει εργαστεί ως φρουρός για ένα έτος στο GSA. Σε σχέση με την οικογένειά του, δήλωσε πως έχει τέσσερεις αδερφούς, ένας εκ των οποίων διαμένει στην Kenya, ενώ δεν γνωρίζει οποιεσδήποτε πληροφορίες για τους υπόλοιπους τρεις και σχετικά με τους γονείς του, δήλωσε ότι η μητέρα του απεβίωσε τον Ιούνιο του 2021 και ο πατέρας του απεβίωσε στις 01/08/2021. Σήμερα είναι νυμφευμένος με την Djodjo Mulumba Byby η οποία διαμένει στην Κυπριακή Δημοκρατία υπό το καθεστώς αιτήτριας παραχώρησης διεθνούς προστασίας και έχουν αποκτήσει ένα παιδί (ερ. 47-49 δ.φ.).
Αναφορικά με τους κατ’ ιδίαν λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης προέβαλε ότι έφυγε λόγω δίωξης από τους συγγενείς του πατέρα του, οι οποίοι τον κατηγόρησαν ότι προκάλεσε τον θάνατο του πατέρα του εξαιτίας της θρησκευτικής του πίστης στη Vuvuamu Bundu Dia Kongo. Μετά τον θάνατο του πατέρα του στις 08/08/2021, οι συγγενείς του πατέρα του κατηγόρησαν αυτόν και τον αδελφό του ότι με τις θρησκευτικές τους πρακτικές προκάλεσαν τον θάνατο. Ως αποτέλεσμα, τον έδιωξαν βίαια από το σπίτι της οικογένειας, τον βασάνισαν και προσπάθησαν να τον σκοτώσουν. Κατόπιν, δήλωσε πως έμεινε άστεγος και ζούσε στους δρόμους, διαρκώς φοβούμενος για τη ζωή του. Περαιτέρω, ο Αιτητής περιέγραψε ένα συγκεκριμένο περιστατικό όπου απήχθη μέρα μεσημέρι από δύο άτομα με στολές αστυνομικών, οι οποίοι τον μετέφεραν σε ένα κτίριο, όπου υπέστη σοβαρά βασανιστήρια. Ανέφερε ότι μεταξύ των δραστών του κατά τα βασανιστήρια παρούσα ήταν και η θεία του, από την πλευρά του πατέρα του, ονόματι Simon. Κατά τη διάρκεια των βασανιστηρίων, τον έκαψαν, τον χαράκωσαν με μαχαίρι και του έμπηξαν κατσαβίδι στο πόδι, αλλά τελικά η θεία του παρενέβη έπειτα από ένα τηλεφώνημα, λέγοντας στους υπολοίπους να μην τον σκοτώσουν, γιατί οι συγγενείς της μητέρας του τον αναζητούσαν. Έτσι, τον άφησαν αναίσθητο, και αργότερα βρέθηκε από ιερείς μπροστά από την εκκλησία Charles Luanga στην Bandalungwa, οι οποίοι τον μετέφεραν στο νοσοκομείο. Αφού ανάρρωσε, οι ιερείς επικοινώνησαν με τη μητέρα του και προσπάθησαν να καταγγείλουν την υπόθεση στην τοπική αστυνομία. Ωστόσο, οι αστυνομικοί αρνήθηκαν να παρέμβουν, λέγοντας ότι πρόκειται για οικογενειακή υπόθεση και ότι ο θείος του Αιτητή είναι υψηλόβαθμος κρατικός αξιωματούχος (Πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου), πράγμα που καθιστούσε την υπόθεση πολύ ευαίσθητη. Οι ιερείς αρνήθηκαν να αποκαλύψουν το που βρίσκεται ο Αιτητής και προσπάθησαν, μαζί με τη μητέρα του, να βρουν τρόπο για να φύγει από τη χώρα (ερ. 45-46 δ.φ.).
Ο Αιτητής πρόσθεσε ότι η θρησκεία του δεν γίνεται αποδεκτή στη χώρα του και ότι το κράτος στοχοποιεί την ομάδα του με συλλήψεις και δολοφονίες κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων. Φοβάται διώξεις τόσο από την οικογένεια του πατέρα του όσο και από τις κρατικές αρχές. Δήλωσε επίσης ότι έχουν σκοτώσει μέλη της θρησκείας του, συμπεριλαμβανομένου του ηγέτη Muanda Nsemi, και ότι η επιστροφή του θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη ζωή του λόγω αυτών των απειλών (ερ. 45 δ.φ.).
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δόθηκε η ευκαιρία στον Αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής του. Ο Αιτητής ανέφερε ότι, παρόλο που οι γιατροί απέδωσαν τον θάνατο του πατέρα του σε υψηλή αρτηριακή πίεση, οι συγγενείς από την πλευρά του πατέρα του τον κατηγόρησαν πως εκείνος ευθύνεται για τον θάνατο, ισχυριζόμενοι ότι άσκησε μαγεία μέσω της θρησκείας του. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, και συγκεκριμένα στις 08/08/2021, μια εβδομάδα μετά το περιστατικό, η θεία του, ονόματι Simon, επισκέφθηκε το σπίτι του μαζί με τον αδελφό της και άλλους συγγενείς για να πενθήσουν. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, άρχισαν να τον κακοποιούν σωματικά, φωνάζοντας του μπροστά σε άλλους παρευρισκόμενους ότι ευθύνεται για τον θάνατο του πατέρα του λόγω μαγείας. Ο Αιτητής εξήγησε ότι κατά τη διάρκεια του περιστατικού, οι συγγενείς του τον χτυπούσαν με καρέκλες που βρίσκονταν στο σπίτι, μέχρι που κάποιοι παρόντες επενέβησαν για να τον υπερασπιστούν, καθώς υπήρξε έντονος θόρυβος που ενδεχομένως να προκαλούσε δημόσια αναστάτωση. Μια εβδομάδα αργότερα, όπως ανέφερε, οι ίδιοι συγγενείς επέστρεψαν στο σπίτι και τον υπέβαλαν ξανά σε ξυλοδαρμό, προτού τον διώξουν από την οικία. Δεν μπόρεσε να αμυνθεί, καθώς ένιωθε φόβο και αδυναμία, ενώ δεν υπήρχε κανείς άλλος παρών για να τον στηρίξει. Παράλληλα, τόνισε ότι λόγω σεβασμού προς τους συγγενείς του πατέρα του, δεν μπόρεσε να αντιδράσει. Έκτοτε ισχυρίστηκε πως έμεινε άστεγος. Δεν αναζήτησε βοήθεια από τους συγγενείς της μητέρας του που ζούσαν στην επαρχία Bakongo, τόσο λόγω οικονομικής αδυναμίας όσο και λόγω της δυσκολίας πρόσβασης, καθώς δεν υπήρχε απευθείας συγκοινωνία μεταξύ Kinshasa και Bakongo. Κατά την περίοδο που ζούσε στον δρόμο, ένα απόγευμα απήχθη από ένοπλους αστυνομικούς, οι οποίοι τον επιβίβασαν σε ένα μαύρο αυτοκίνητο και τον μετέφεραν σε μια εγκαταλελειμμένη οικία. Εκεί, όπως περιέγραψε, οι αστυνομικοί τον υπέβαλαν σε σοβαρά βασανιστήρια τον χτυπούσαν, τον τραυμάτισαν με μαχαίρι και του προκάλεσαν τραύμα στον μηρό με κατσαβίδι. Ανάμεσα στους δράστες ήταν και η θεία του. Κάποια στιγμή, η θεία του δέχθηκε τηλεφώνημα από συγγενείς της μητέρας του, οι οποίοι την παρακαλούσαν να μην τον σκοτώσουν. Παρ' όλα αυτά, τα βασανιστήρια συνεχίστηκαν μέχρι που έχασε τις αισθήσεις του. Όταν συνήλθε, διαπίστωσε ότι είχε μεταφερθεί σε εκκλησία όπου του προσφέρθηκε βοήθεια από τους ιερείς. Ο Αιτητής πιστεύει ότι σώθηκε επειδή η θεία του έπεισε τους υπόλοιπους να μην τον σκοτώσουν, καθώς τον αναζητούσαν οι συγγενείς της μητέρας του (ερ. 39-45 δ.φ.).
Τέλος, τέθηκαν στον Αιτητή ερωτήσεις αναφορικά με την θρησκεία του. Ο Αιτητής δήλωσε ότι ξεκίνησε να ακολουθεί τη θρησκεία Bundu Dia Kongo (BDK) σε ηλικία 10 ετών, αφού ήρθε σε επαφή με πιστούς ενώ περνούσε χρόνο στην περιοχή Bakongo, οι οποίοι του μίλησαν για τις διδασκαλίες του προφήτη τους, Mfumu Kibangu. Αν και αρχικά μεγάλωσε ως καθολικός, επέλεξε να ακολουθήσει τη BDK επειδή πίστευε ότι πρόκειται για μια θρησκεία που εκφράζει την αλήθεια και συμφωνεί με τις αξίες του. Εξήγησε ότι η BDK, η οποία ιδρύθηκε από τον Muanda Nsemi το 1969, αρχικά αναγνωριζόταν επίσημα από το κράτος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, αλλά το 2017 απαγορεύτηκε από την κυβέρνηση, όταν ο πνευματικός της ηγέτης άσκησε δημόσια κριτική στον τότε πρόεδρο Kabila για διαφθορά και κοινωνικές ανισότητες. Ο Muanda Nsemi, ο οποίος ήταν επίσης μέλος του κοινοβουλίου, συνελήφθη, διέφυγε υπό μυστηριώδεις συνθήκες και στη συνέχεια συνελήφθη εκ νέου κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του προέδρου Felix Tshisekedi, μετά από την οποία φέρεται να δολοφονήθηκε. Ο Αιτητής ανέφερε ότι από τότε που απαγορεύτηκε η BDK, μέλη και υποστηρικτές της θρησκείας στοχοποιούνται από πολίτες και την αστυνομία, οι οποίοι τους κατηγορούν για μαύρη μαγεία. Τόνισε ότι οι άνθρωποι ζουν με τον φόβο μήπως αναγνωριστούν ως μέλη της BDK, καθώς αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σύλληψη ή ακόμη και σε θάνατο, και πως ο διωγμός αυτός συνεχίζεται μέχρι και σήμερα (ερ. 37-38 δ.φ.).
Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής τριών (3) ουσιωδών ισχυρισμών:
Ουσιώδες γεγονός 1: Η ταυτότητα, το προφίλ και η χώρα προέλευσης του Αιτητή
Ουσιώδες γεγονός 2: Ο Αιτητής ακολουθεί τη θρησκεία Bundu Dia Kongo (BDK)
Ουσιώδες γεγονός 3: Οι συγγενείς του Αιτητή από την πλευρά του πατέρα του τον κατηγόρησαν για το θάνατο του πατέρα του, τον εκδίωξαν από το σπίτι και τον απήγαγαν.
Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε αποδεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία του Αιτητή εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο του, το οποίο προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ασπάζεται την θρησκεία BDK, οι Καθ’ ων έκριναν ότι ο Αιτητής δεν παρείχε επαρκώς λεπτομερείς, σαφείς ή συγκεκριμένες πληροφορίες αναφορικά με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις και τις εμπειρίες του με την εκκλησία Bundu Dia Kongo (BDK). Αν και δήλωσε ότι άρχισε να ασκεί τη θρησκεία σε ηλικία 10 ετών, δεν κατάφερε να εξηγήσει ξεκάθαρα τους λόγους ή τα συναισθηματικά κίνητρα πίσω από αυτή την πρώιμη αλλαγή θρησκείας. Οι περιγραφές του για τη θρησκεία και τον πνευματικό της ηγέτη, Muanda Nsemi, ήταν ασαφείς και επαναλαμβανόμενες, χωρίς συγκεκριμένες λεπτομέρειες για τα πιστεύω, τις πρακτικές ή τη δομή της εκκλησίας. Όταν ρωτήθηκε για την απαγόρευση της BDK από το κράτος το 2017, ο Αιτητής έδωσε μια γενικόλογη και ασαφή απάντηση, αναφέροντας μόνο την πολιτική κριτική του ηγέτη τους χωρίς να τεκμηριώσει πώς αυτό οδήγησε σε διώξεις. Δήλωσε ότι δεν υπέστη προσωπική βλάβη λόγω της θρησκευτικής του ταυτότητας, αλλά εξέφρασε φόβο ότι θα στοχοποιηθεί αν επιστρέψει στη χώρα του, χωρίς ωστόσο να υποστηρίξει τον ισχυρισμό του με συγκεκριμένα περιστατικά ή απειλές.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία οι Καθ΄ ων ανέτρεξαν σε πηγές πληροφόρησης από τις οποίες επιβεβαιώθηκε η θρησκεία και η μετέπειτα απαγόρευσή της από την Κυβέρνηση της Λ.Δ.Κ. Συγκεκριμένα, ανευρέθη ότι μεταξύ 13 και 24 Απριλίου 2020, οι δυνάμεις ασφαλείας εξαπέλυσαν καταστολή κατά της BDK σε πολλές πόλεις του Kongo Central και στην Κινσάσα. Στις 22 Απριλίου, σε επιδρομή της αστυνομίας στο Songololo υπήρξαν θάνατοι, ενώ στις 24 Απριλίου, σε επιδρομή στην κατοικία του Nsemi (επικεφαλής της Εκκλησίας) στην Κινσάσα, σκοτώθηκαν 33 άτομα και ο ίδιος συνελήφθη και κατόπιν μεταφέρθηκε σε ψυχιατρικό κέντρο, όπου διαγνώστηκε με «ψυχική διαταραχή από επαναλαμβανόμενο στρες». Πηγές ανέφεραν ότι ο Nsemi πέθανε από άγνωστη ασθένεια τον Οκτώβριο του 2023.
Ωστόσο, δεδομένης της έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας στο πρόσωπο του Αιτητή και της αδυναμίας τους να παράσχει επαρκείς και σαφείς ισχυρισμούς, οι δηλώσεις του δεν αρκούν για να θεμελιώσουν θρησκευτική δίωξη στο πρόσωπό του. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
Ομοίως, απόρριψης έτυχε και ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι κατηγορήθηκε από την οικογένεια του πατέρα του για τον θάνατο του, λόγω της θρησκείας που ακολουθεί. Παρότι οι γιατροί ανέφεραν πως ο θάνατος προήλθε από υπέρταση, η οικογένεια τον κατηγόρησε ότι χρησιμοποίησε «μαύρη μαγεία». Ωστόσο, οι δηλώσεις του ήταν ασαφείς και χωρίς επαρκείς λεπτομέρειες ή συνέπεια. Κατά την περιγραφή του περιστατικού όπου τον βασάνισαν και τον έδιωξαν από το σπίτι, ο Αιτητής δεν παρείχε συγκεκριμένα στοιχεία και υπήρχαν ασυνέπειες στις ημερομηνίες και τα γεγονότα που ανέφερε. Επίσης, οι απαντήσεις του σχετικά με τη βία που υπέστη ήταν γενικόλογες και αντιφατικές (π.χ. ότι υπήρχαν μάρτυρες που τους εμπόδισαν, αλλά ταυτόχρονα τον χτυπούσαν με καρέκλες) και δεν κατέστη σαφές ποιος συμμετείχε ή πώς εξελίχθηκε η αποβολή του από την κατοικία. Περαιτέρω, ο Αιτητής ανέφερε ότι έζησε στον δρόμο και απήχθη από δύο αστυνομικούς, αλλά απέτυχε να προσδιορίσει την ακριβή ημερομηνία και τον τόπο ή να δώσει σαφείς λεπτομέρειες του περιστατικού. Περιέγραψε πράξεις βασανιστηρίων υπό την παρουσία της θεία του, χωρίς όμως να είναι πειστικός ή συνεπής. Επίσης, δεν τεκμηρίωσε επαρκώς γιατί δεν προσπάθησε να ζητήσει βοήθεια από την οικογένεια της μητέρας του, ενώ υπήρχαν και αντιφάσεις στις αποστάσεις που περιέγραψε.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, οι Καθ’ ων αξιολόγησαν τις φωτογραφίες που υπέβαλε και έκριναν ότι δεν παρέχουν σαφή τεκμηρίωση των ισχυρισμών του. Τα πρόσωπα δεν διακρίνονται καθαρά, και η σχέση τους με τα δηλωθέντα περιστατικά δεν είναι αποδεδειγμένη. Επιπλέον, είναι θέση των Καθ’ ων ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμες εξωτερικές πηγές για επιβεβαίωση του περιγραφόμενου περιστατικού, το οποίο αποτιμήθηκε ως ιδιωτικής φύσης. Κατά συνέπεια, το σχετικό ουσιώδες πραγματικό γεγονός απορρίφθηκε.
Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Kinshasa. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας η οποία επικρατεί στην Kinshasa.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.
Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Λ.Δ.Κ. δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Kinshasa, περιοχή στην οποία ο Αιτητής αναμένεται να επιστρέψει, δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:
Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή.
Ομοίως βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των λοιπών υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.
Το Δικαστήριο προχώρησε σε έρευνα αναφορικά με την θρησκεία BDK και τις διώξεις των μελών της, από την οποία ανευρέθησαν τα κάτωθι:
Η απάντηση σε ερώτημα COI που ετοίμασε και δημοσίευσε η EUAA τον Μάρτιο του 2024 και αφορά την περίοδο Ιανουαρίου 2019-Μαρτίου 2024 για το Bundu Dia Kongo παραπέμπει σε πληροφορίες του Παρατηρητηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (HRW) του 2020 καθώς και σε άρθρο του BBC του 2020, σύμφωνα με τις οποίες «το Bundu dia Kongo (BDK), που στα Kikongo σημαίνει «Η Εκκλησία ή η Συνέλευση του Κονγκό», ιδρύθηκε από τον Zacharie Badienglis, γνωστός και ως Ne Muanda Nsemi («το δημιουργικό πνεύμα»), το 1969[1] και έγινε επίσημο το 1986[2]. Το BDK είναι ένα αυτονομιστικό και πολιτικοθρησκευτικό κίνημα, γνωστό και ως Bundu dia Mayala.[3] Ο Nsemi ισχυρίζεται ότι έλαβε μια αποκάλυψη από τον «Αρχάγγελο του Κονγκό»[4]».[5]
Ως προς την δίωξη, φυλάκιση, και απόδραση του αρχηγού Ne Muanda Nsemi, σύμφωνα με τη διαδικτυακή έκδοση του Financial Tribune, την Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017 η αστυνομία πραγματοποίησε επίθεση εναντίον της οικίας του Nsemi στην περιοχή Ma Campagne District, όπου ζει ο Ne Muanda Nsemi και εξαπέλυσε πυρομαχικά και δακρυγόνα εναντίον των οπαδών του[6]. Σύμφωνα με το Federal Office for Migration and Asylum της Γερμανίας, μετά από επεισόδια διάρκειας τριών εβδομάδων ανάμεσα σε ένοπλους οπαδούς του Nsemi και στην αστυνομία, κατά τη διάρκεια των οποίων η οικία του σχεδόν καταστράφηκε ολοσχερώς, ο Nsemi συνελήφθη στις 3 Μαρτίου 2017 στην Κινσάσα για το αδίκημα της προσβολής του επικεφαλής του κράτους, για τον σχηματισμό ένοπλης ομάδας, την πρόκληση φυλετικού μίσους, τη διενέργεια απαγωγών και την παράνομη κατοχή όπλων. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στην ίδια πηγή, νωρίς το πρωί της 17ης Μαΐου 2017, περίπου 50 υποστηρικτές του Bundu Dia Mayala party (BDM) επιτέθηκαν στην κεντρική φυλακή Makala στην Κινσάσα και απελευθέρωσαν τον ηγέτη τους Ne Muanda Nsemi, που είναι μέλος του κοινοβουλίου[7].
Τα ως άνω επιβεβαιώνονται και από την έκθεση του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών για την Αποστολή Σταθεροποίησης στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, στις 17 Μαΐου 2017 όταν διενεργήθηκε επίθεση εναντίον της κεντρικής φυλακής Makala στην Κινσάσα, σύμφωνα με πληροφορίες από υποστηρικτές του πολιτικού κόμματος Bundu Dia Mayala, ο ηγέτης του κόμματος, Ne Muanda Nsemi, απέδρασε μαζί με χιλιάδες φυλακισμένους[8]. Το γεγονός της απόδρασής του Ne Muanda Nsemi επιβεβαιώνεται και από το ειδησεογραφικό δίκτυο Al Jazeera στις 17 Μαΐου 2017[9].
Ως προς την αντιμετώπιση του κόμματος και του αρχηγού του στην ΛΔΚ, η απάντηση σε COI query της EUAA αναφέρει ότι «σύμφωνα με δημοσίευμα του BBC το έτος 2020 ο Nsemi θεωρείται ένα «αγκάθι στο πλευρό» του πολιτικού κατεστημένου της ΛΔΚ.[10] Το BDK «πρεσβεύει την επιστροφή στην αφρικανική αυθεντικότητα και βασίζει τις διδασκαλίες του σε οράματα που αποκαλύφθηκαν στον Nsemi από τα πνεύματα του λαού του»[11]. Το BBC ανέφερε ότι η BDK επιδιώκει να «αναβιώσει το αρχαίο βασίλειο του Κονγκό»[12] και να εκστρατεύσει για την αποκατάσταση μιας «μοναρχίας» σε μέρη της ΛΔ του Κονγκό, της Μπραζαβίλ, της Αγκόλα και της Γκαμπόν.[13] Το BDK υποστηρίζει επίσης μεγαλύτερη αυτονομία για την Επαρχία Kongo Central και, σύμφωνα με τον Nsemi, ο λαός του Bakongo είναι «καταπιεσμένος» και έχει περιορισμένη πρόσβαση σε υψηλές θέσεις, ακόμη και στην επαρχία καταγωγής του [Kongo Central], σύμφωνα με την ως άνω έκθεση της HRW. Το BDK ζητά την απέλαση όσων δεν είναι Μπακόνγκο από την κεντρική επαρχία του Κονγκό.[14] Η επαρχιακή κυβέρνηση χαρακτήρισε την BDK ως «τρομοκρατική οργάνωση» το 2008.[15]
Τα ως άνω για το έτος 2020 επιβεβαιώνονται από πρόσφατη έκθεση της International Crisis Group του Σεπτεμβρίου του 2023 αναφέρει ότι το 2020, η αστυνομία εξαπέλυσε επίθεση σε χώρους λατρείας του θρησκευτικού-πολιτικού κινήματος Bundu dia Kongo του Ne Muanda Nsemi, σκοτώνοντας τουλάχιστον 55 ανθρώπους στην κεντρική επαρχία του Κονγκό και στην Κινσάσα και έβαλε φωτιά στις εκκλησίες της ομάδας. Κανένα μέλος των δυνάμεων ασφαλείας δεν έχει κληθεί να απολογηθεί για το περιστατικό.[16] Επιπλέον, έκθεση της Freedom House που δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2022 για το έτος 2021 σημείωσε ότι η κυβέρνηση χρησιμοποίησε βία για να καταστείλει το θρησκευτικό κίνημα Bundu dia Kongo.[17]
Ωστόσο, αντιθέτως, έκθεση του Danish Immigration Service που δημοσιεύτηκε το 2022 αναφέρει ότι οι οπαδοί των λεγόμενων «αφρικανικών» ή «παραδοσιακών» εκκλησιών, όπως μεταξύ άλλων η BDK δεν υφίστανται διακρίσεις στην Κινσάσα. Οι εκκλησίες λειτουργούν ανεμπόδιστα, με την επιφύλαξη του σεβασμού των νόμων της Λαϊκής Δημοκρατίας.[18]
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.
Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.
Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[19]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ. υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".
Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.
Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την Kinshasa, πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC[20], μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Γενεύης, η κατάσταση στην Kinshasa, την πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό, δεν κατατάσσεται ως ένοπλη σύγκρουση σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Το RULAC παρακολουθεί και κατατάσσει τις ένοπλες συγκρούσεις με βάση αυστηρά νομικά κριτήρια και δεν αναφέρει την Κινσάσα ως περιοχή που βιώνει τέτοια σύγκρουση.
Πρόσφατες πηγές πληροφόρησης καταγράφουν πως η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ. του Κονγκό με παραπάνω από 120 ένοπλες ομάδες να είναι ακόμη ενεργές στις ανατολικές επαρχίες (Ituri, North Kivu, South Kivu, Tanganyika)[21], και με περιστατικά ανασφάλειας και διακοινοτικής βίας να συνεχίζουν να λαμβάνουν χώρα στην δυτική επαρχία Mai-Ndombe και μεταξύ των κοινοτήτων στην ανατολική περιοχή Katanga[22]. Παρόλο που οι μεγάλης κλίμακας ένοπλες συγκρούσεις εντοπίζονται κυρίως στο ανατολικό τμήμα της χώρας, στις αγροτικές περιοχές της ευρύτερης επαρχίας Kinshasa (χωρίς να πλήττεται η πόλη της Κινσάσα) καταγράφηκε η παρουσία της νεοσύστατης ένοπλης παραστρατιωτικής ομάδας (militia) Mobondo (που απαρτίζεται από μέλη της κοινότητας Yaka) η οποία δραστηριοποιείται κυρίως στα δυτικά της χώρας στο πλαίσιο των διακοινοτικών συγκρούσεων επί της γης μεταξύ των κοινοτήτων Yaka και Teke που ξέσπασαν στην περιοχή Kwamouth (Mai-Ndombe) το 2022 και σταδιακά εξαπλώθηκαν και σε άλλες περιοχές της χώρας[23]. Στην επαρχία της Kinshasa βάσει των δεδομένων της πλατφόρμας ACLED καταγράφηκαν 5 περιστατικά στη διάρκεια ενός έτους (06/04/2024 - 04/04/2025) με φορέα δράσης την παραστρατιωτική ομάδα Mobondo. Τα περιστατικά αυτά κωδικοποιήθηκαν ως εξής: 5 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (8 θάνατοι) και 2 μάχες (12 θάνατοι) [24].
Για λόγους πληρότητας της έρευνας, θα παρατεθούν τα πιο πρόσφατα ποσοτικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που σημειώθηκαν στην Κινσάσα κατά το τελευταίο έτος. Με βάση, συνεπώς, τα όσα ανευρέθηκαν στο ACLED, κατά το διάστημα 04/05/2024 – 02/05/2025 σημειώθηκαν στην Κινσάσα 92 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 240 απώλειες. Εξ’ αυτών, 13 κωδικοποιήθηκαν ως βία κατά αμάχων (19 απώλειες), 19 ως εξεγέρσεις (203 απώλειες), 6 ως μάχες (18 απώλειες) και 54 ως διαμαρτυρίες (0 απώλειες).[25] Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της επαρχίας Κινσάσα υπολογίζεται ότι κατά το 2020 ανερχόταν σε 14.565.700 κατοίκους.[26]
Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην Kinshasa δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους.
Δεδομένων των πιο πάνω, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.
Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή συνήθους διαμονής του, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στην Kinshasa ο Αιτητής θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).
Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτητή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις.
Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] HRW, DR Congo: Bloody Crackdown on Political Religious Group, 19 May 2020, https://www.hrw.org/news/2020/05/19/dr-congo-bloody-crackdown-political-religious-group (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[2] BBC, DR Congo's 'prophet' leader of Bundu Dia Kongo arrested, 24 April 2020, https://www.bbc.com/news/world-africa-52416043 ; Jeune Afrique, RDC : dix choses à savoir sur Ne Muanda Nsemi, le chef de la secte Bundu dia Kongo, 1 May 2020, https://www.jeuneafrique.com/938027/politique/rdc-dix-choses-a-savoir-sur-ne-muanda-nsemi-le-chef-de-la-secte-bundu-dia-kongo/ ((ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[3] HRW, DR Congo: Bloody Crackdown on Political Religious Group, 19 May 2020, https://www.hrw.org/news/2020/05/19/dr-congo-bloody-crackdown-political-religious-group ; Crisis24, DRC: Religious followers clash with security forces in Boma (Kongo-Central) April 15, 16 April 2020, https://crisis24.garda.com/alerts/2020/04/drc-religious-followers-clash-with-security-forces-in-boma-kongo-central-april-15 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[4] BBC, DR Congo's 'prophet' leader of Bundu Dia Kongo arrested, 24 April 2020, https://www.bbc.com/news/world-africa-52416043 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/07/2024).
[5] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Democratic Republic of the Congo; The Bundu dia Kongo (BDK) movement, including recruitment practices and prevalence of pressure to join the BDK movement; treatment by BDK members and consequences for individuals refusing to join; availability of state protection [Q25-2024], 14 March 2024 https://www.ecoi.net/en/file/local/2106184/2024_03_EUAA_COI_Query_Response_Q25_Democratic_Republic_of_Congo_DRC_Bundu_dia_Kongo_movement.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[6]Financial Tribune, Congo Police Open Fire on Opposition Group, 14 February 2017, available at: https://financialtribune.com/articles/international/59563/congo-police-open-fire-on-opposition-group (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[7] Germany: Federal Office for Migration and Asylum, Information Centre Asylum and Migration Briefing Notes (22 May 2017), 22 May 2017, available at: http://www.refworld.org/docid/594243164.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[8] UN Security Council, Report of the Secretary-General on the United Nations Organization Stabilization Mission in the Democratic Republic of the Congo, 30 June 2017, S/2017/565, available at: http://www.refworld.org/docid/596346854.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[9] Al Jazeera, BDK leader Ne Muanda Nsemi flees after DRC jailbreak, 17 May 2017, available at: BDK leader Ne Muanda Nsemi flees after DRC jailbreak | News | Al Jazeera (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/07/2024).
[10] BBC, DR Congo's 'prophet' leader of Bundu Dia Kongo arrested, 24 April 2020, https://www.bbc.com/news/world-africa-52416043 ; Reuters, DR Congo police arrest leader of separatist cult after deadly clashes, 25 April 2020, https://www.reuters.com/article/idUSKCN2261ZA/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[11] HRW, DR Congo: Bloody Crackdown on Political Religious Group, 19 May 2020, https://www.hrw.org/news/2020/05/19/dr-congo-bloody-crackdown-political-religious-group (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[12] BBC, DR Congo's 'prophet' leader of Bundu Dia Kongo arrested, 24 April 2020, https://www.bbc.com/news/world-africa-52416043 ; HRW, DR Congo: Bloody Crackdown on Political Religious Group, 19 May 2020, https://www.hrw.org/news/2020/05/19/dr-congo-bloody-crackdown-political-religious-group (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[13] BBC, DR Congo's 'prophet' leader of Bundu Dia Kongo arrested, 24 April 2020, https://www.bbc.com/news/world-africa-52416043 ; Jeune Afrique, RDC : dix choses à savoir sur Ne Muanda Nsemi, le chef de la secte Bundu dia Kongo, 1 May 2020, https://www.jeuneafrique.com/938027/politique/rdc-dix-choses-a-savoir-sur-ne-muanda-nsemi-le-chef-de-la-secte-bundu-dia-kongo/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[14] BBC, DR Congo's 'prophet' leader of Bundu Dia Kongo arrested, 24 April 2020, https://www.bbc.com/news/world-africa-52416043 ; HRW, DR Congo: Bloody Crackdown on Political Religious Group, 19 May 2020, https://www.hrw.org/news/2020/05/19/dr-congo-bloody-crackdown-political-religious-group (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[15] HRW, DR Congo: Bloody Crackdown on Political Religious Group, 19 May 2020, https://www.hrw.org/news/2020/05/19/dr-congo-bloody-crackdown-political-religious-group (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[16] International Crisis Group: Massacre in Goma Clouds DR Congo’s Elections and UN Mission’s Future, 15 September 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2098303.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[17] Freedom House: Freedom in the World 2022 - Democratic Republic of the Congo, 24 February 2022 https://www.ecoi.net/en/document/2074606.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[18] DIS - Danish Immigration Service: Democratic Republic of the Congo; Socioeconomic conditions in Kinshasa , October 2022 https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 51 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/05/2025).
[19] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2025).
[20] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[21] Al Jazeera, Five key issues at stake in the DR Congo's crucial election, 11 December 2023, https://www.aljazeera.com/news/2023/12/11/five-key-issues-at-stake-in-the-dr-congos-crucial-election ; HRW, World Report 2023 - Democratic Republic of Congo, 12 January 2023, https://www.hrw.org/world-report/2023/country-chapters/democratic-republic-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[22] HRW - Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Democratic Republic of Congo, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103189.html, HRW - Human Rights Watch (Author): DR Congo: Second Term Should Focus on Rights, 6 March 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2105320.html , International Crisis Group's Crisis Watch, Conflict in focus, DRC, January 2024, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/february-alerts-and-january-trends-2024#democratic-republic-of-congo UN Security Council (Author): Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2023/990], 30 December 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[23] New Humanitarian (The), Conflict in western DRC simmers unnoticed amid rebel gains in the East, 12 February 2024, https://www.thenewhumanitarian.org/news-feature/2024/02/12/conflict-western-drc-democratic-republic-of-the-congo-amid-rebel-gains-east ; Africa News, Kinshasa conflict: one soldier and four militiamen killed, 12/05/2023, https://www.africanews.com/2023/05/12/kinshasa-conflict-one-soldier-and-four-militiamen-killed// (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[24] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/#1714654904371-01f34ad7-b1ac (βλ. Πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 06/04/2024 - 04/04/2025 Past Year of ACLED Data, Event Category: Political Violence (Battles, Explosions/ Remote Violence, Violence against Civilians, Excessive force against protesters and Mob Violence), Region of Interest: Africa, Country of Interest: Democratic Republic of Congo, Admin1 Unit of Interest: Kinshasa, Actor: Mobondo militia) ( ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[25], ΑCLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/, Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 04/05/2024 – 02/05/2025 past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – DRC – Kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
[26] City Population, Democratic Republic of the Congo: Regions, Major cities and Towns – Population Statistics, Maps, Charts, Weather and Wed Information- Kinshasa, διαθέσιμο σε: https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/05/2025).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο