Β.Ο.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3398/23, 14/5/2025
print
Τίτλος:
Β.Ο.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3398/23, 14/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ. 3398/23

 

14 Μαΐου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

 

Β.Ο.A.

 

Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                                         Καθ' ων η αίτηση

 

....................

 

Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Βαλέρια Παπαδοπούλου, Δικηγόρος για τον αιτητή

 

Έλενα Ιωάννου για Θεοχάρια Παπανικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 12/08/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω:  Ο αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 16/05/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές.  Ο αιτητής παρέλαβε αυθημερόν βεβαίωση υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας.

 

Στις 09/08/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 10/08/2023 ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού υιοθέτησε την Έκθεση - Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού απέρριψε το αίτημα του αιτητή στις 12/08/2023.

 

Η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε στις 25/08/2023 απορριπτική του αιτήματος του αιτητή επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου της από διερμηνέα. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της προαναφερόμενης απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος που εκπροσωπεί τον αιτητή με την Γραπτή της Αγόρευση, εισηγείται πως το αρμόδιο όργανο δεν διεξήγαγε τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση αντιτείνει πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή, νόμιμη, αιτιολογημένη και αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής εφαρμογής της νομοθεσίας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. 

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ να εξετάσω τους ισχυρισμούς που προωθεί ο αιτητής περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.

 

Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε πως γεννήθηκε σε μια παραδοσιακή οικογένεια πιστών και ο πατέρας του ήταν αρχιερέας («chief priest»). Όπως ανέφερε, ασπάστηκε τον χριστιανισμό και όταν το πληροφορήθηκε η οικογένεια του τον θεώρησαν εχθρό και άρχισαν να τον απειλούν ότι θα τον σκοτώσουν εάν δεν επέστρεφε στην παραδοσιακή λατρεία. Γι’ αυτό το λόγο μετακόμισε στην Abuja, όπου πίστευε ότι θα ήταν ασφαλής, αλλά συνέχισε να λαμβάνει απειλές ότι θα τον απαγάγουν. Κατέφυγε στην εκκλησία και ανέφερε στον πάστορα το πρόβλημα του, ο οποίος ήταν πρόθυμος να τον βοηθήσει. Πρόσθεσε, ότι όταν ο πατέρας του θα απεβίωσε θα έπρεπε να αναλάβει τη θέση του, κάτι που ο ίδιος δεν επιθυμούσε. Ο πάστορας προέβη σε όλες τις διευθετήσεις και τον βοήθησε οικονομικά για να πραγματοποιήσει το ταξίδι του στην Κυπριακή Δημοκρατία. Τέλος, ισχυρίστηκε ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του διότι η οικογένεια του είτε θα τον σκοτώσει είτε θα τον αναγκάσει να είναι ενάντια στην πίστη του (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου). 

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι κατάγεται από τη Νιγηρία, και ανέφερε πως η περιοχή καταγωγής του είναι η πολιτεία River, αλλά από το έτος 2016 διέμενε στη πόλη Abuja. Ανέφερε πρόσθετα πως ο πατέρας του απεβίωσε στις 25/12/2013 και η μητέρα του διαμένει στην πολιτεία River. Ο αιτητής ανέφερε πως ομιλεί τη γλώσσα Igbo και την Αγγλική γλώσσα. Είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και σε σχέση με το επαγγελματικό του υπόβαθρο δήλωσε ότι μετά τη φοίτηση του βοηθούσε τη μητέρα του στο αγρόκτημα και για περίοδο 6 μηνών εργαζόταν σε μπαρ (ερυθρά 27-χ2,χ3, 26-χ1,χ3-χ7, 25-χ1 του διοικητικού φακέλου).

 

Επιπρόσθετα, κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του ανέφερε πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του διότι, μετά τον θάνατο του πατέρα του, τον κάλεσαν προκειμένου να αναλάβει ως αρχιερέας.  Ο αιτητής αρνήθηκε τη θέση αυτή και άρχισαν να απειλούν την ζωή του και ότι θα τον θυσιάσουν στους θεούς και αποφάσισε να μετοικήσει στη Abuja. Μετά από δυο έτη τον απείλησαν τηλεφωνικώς πως αν δεν αναλάβει τη θέση του αρχιερέα θα τον θυσιάσουν. Στην Abuja γνώρισε ένα πάστορα και με την οικονομική βοήθειά του εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 25-χ5 του διοικητικού φακέλου). Κατόπιν διευκρινιστικών ερωτήσεων ισχυρίστηκε ότι τέσσερις μήνες μετά τον θάνατο του πατέρα του, περί τον Μάιο του 2014, γηραιότεροι της κοινότητας και άλλοι παραδοσιακοί αρχιερείς από το χωριό του πατέρα του στη πολιτεία Abia, τον κάλεσαν τηλεφωνικώς να επισκεφθεί το χωριό για να προβούν σε τελετουργικό χειροτονίας αλλά ο αιτητής αρνήθηκε (ερυθρό 24-χ2-χ4 του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με τα προβλήματα που αντιμετώπιζε από τα συγκεκριμένα άτομα δήλωσε ότι τον απειλούσαν τηλεφωνικώς και όταν μετοίκησε στην Abuja το 2016 τον απειλούσαν ότι θα τον απαγάγουν και θα τον θυσιάσουν στους θεούς διότι αρνήθηκε να υπηρετήσει τους θεούς του πατέρα του (ερυθρό 24-χ5 του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής ισχυρίστηκε πως από το 2014, όταν αρνήθηκε να αναλάβει τη θέση του πατέρα του άρχισε να λαμβάνει τηλεφωνικές απειλές, το ίδιο και μετά την εγκατάσταση του στη Abuja το 2016. Ερωτηθείς εάν του συνέβη οτιδήποτε κατά την παραμονή του στην πολιτεία River και ακολούθως στην πολιτεία Abuja, απάντησε αρνητικά (ερυθρό 23-χ1-χ6 του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με το πατέρα του, δήλωσε ότι έγινε αρχιερέας όταν ο αιτητής ήταν μικρός και διέμενε στην πολιτεία Abia, επισκεπτόταν τον αιτητή και τη μητέρα του στη πολιτεία River και τα καθήκοντα του ήταν να συμβουλεύεται το πνεύμα των θεών για διάφορα προβλήματα (ερυθρό 23 του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής ανέφερε ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του και μέχρι την αναχώρηση του από τη Νιγηρία κανείς δεν ανέλαβε τα καθήκοντα αρχιερέα.  Όταν κλήθηκε να αναφέρει για ποιο λόγο αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του επτά χρόνια μετά, ενώ λάμβανε μόνο λεκτικές απειλές, δήλωσε ότι οι απειλές έγιναν χειρότερες όταν του ανέφεραν ότι θα τον απαγάγουν και θα τον θυσιάσουν (ερυθρό 22-χ2 του διοικητικού φακέλου). Επιπλέον, ερωτηθείς ποιες θα είναι οι συνέπειες σε περίπτωση επιστροφής του, δήλωσε πως εάν τον δουν θα τον σκοτώσουν.

 

Στη βάση των ανωτέρω προβαλλόμενων ισχυρισμών, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην Έκθεση-Εισήγησή του σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.  Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του αιτητή και ο δεύτερος αφορά τα ισχυριζόμενα προβλήματα μετά από άρνηση διαδοχής αρχηγικού τίτλου. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθότι ο λειτουργός έκρινε ότι πληρείται τόσο η εσωτερική, όσο και η εξωτερική αξιοπιστία των προβληθέντων ισχυρισμών, ενώ ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου, καθώς ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει και να παραθέσει  επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματός του, εφόσον υπέπεσε σε ασάφειες κατά το αφήγημά του. Ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε με λεπτομέρεια στην Έκθεση-Εισήγησή του τις ανεπάρκειες του αφηγήματος του αιτητή. 

 

Προχωρώντας στη διερεύνηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του δεύτερου ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε έρευνα αναφορικά με τους αρχηγικούς τίτλους, τα καθήκοντα τους καθώς και τη διαδοχή αρχηγού. Ωστόσο, ενόψει της έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του αιτητή, ο ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.

 

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς, δηλαδή τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του αιτητή έκρινε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα σε περίπτωση που ο αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Πρόσθεσε πως ο αιτητής είναι νεαρός άνδρας, υγιής, άγαμος, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και με υποστηρικτικό δίκτυο. Στη συνέχεια, διεξήγαγε έρευνα σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι η Νιγηρία, τόπος καταγωγής και συνήθους διαμονής του είναι ασφαλής, αφού βεβαίως εξέτασε την κατάσταση ασφαλείας στην πόλη Αbuja, που αναμένεται ο αιτητής να επιστρέψει.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε πως οι λόγοι που ώθησαν τον αιτητή να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του δεν θεμελιώνουν φόβο δίωξης, λόγω του προσωπικού του προφίλ. Ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα έρευνας για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του αιτητή, συγκεκριμένα στην πόλη Αbuja,  κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, κατέληξε πως δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τη συνήγορό του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση. 

 

Με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος ορθά έγινε αποδεκτός, δεν θεωρώ αναγκαίο να ασχοληθώ εφόσον ούτως ή άλλως δεν αμφισβητήθηκε. Ακολούθως, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου περί αναξιοπιστίας του αιτητή ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό. Ειδικότερα, όπως ορθώς επισημαίνεται στην Έκθεση-Εισήγηση του λειτουργού, ο αιτητής δεν παρέθεσε επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες για τις απειλές που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε από τους γηραιούς και άλλους παραδοσιακούς αρχιερείς. Πρόσθετα δεν έδωσε λεπτομερή περιγραφή, ούτε ουσιαστική πληροφορία σχετικά με τους γηραιούς και άλλους παραδοσιακούς αρχιερείς όταν του ζήτησαν να αναλάβει τη θέση του πατέρα του. Παρατηρούνται αντιφατικές δηλώσεις σχετικά με το εάν συνάντησε ή όχι τους γηραιούς και άλλους παραδοσιακούς αρχιερείς. Αρχικά ανέφερε ότι του τηλεφώνησαν προκειμένου να επισκεφθεί το χωριό, ώστε να προβεί σε τελετουργικό, δηλώνοντας ότι αρνήθηκε την ίδια ημέρα, ενώ στη συνέχεια δήλωσε ότι τους επισκέφθηκε την επόμενη ημέρα και τους ανέφερε ότι θα το σκεφτεί (ερυθρό 24-χ2,χ3 του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του απεβίωσε στις 25/12/2013 και ήταν αρχιερέας στην πολιτεία Abia, ενώ εκείνη την περίοδο ο αιτητής και η μητέρα του διέμεναν στην πολιτεία River. Ως εκ τούτου, προκύπτει ότι ο συνήθης τόπος διαμονής του αιτητή ήταν σε διαφορετική περιοχή από εκείνη στην οποία βρίσκονταν τα πρόσωπα από τα οποία ισχυρίζεται ότι λάμβανε τηλεφωνικές απειλές. Επιπλέον, από τον Μάιο του 2014, όταν αρνήθηκε τη θέση του πατέρα του,  η θέση παρέμεινε κενή μέχρι και το 2021, όταν ο αιτητής αναχώρησε από τη χώρα. Κληθείς να εξηγήσει, ο αιτητής ανέφερε ότι δεν υπήρχε κάποιο άλλο άτομο να καταλάβει τη θέση, διότι ανέμεναν τον ίδιο, απάντηση που δεν κρίνεται ευλογοφανής. Περαιτέρω, ο αιτητής αναφέρθηκε σε τηλεφωνικές απειλές, ισχυριζόμενος ότι θα τον απαγάγουν και θα τον θυσιάσουν, χωρίς να παρέχει περαιτέρω λεπτομέρειες για τις εν λόγω απειλές και χωρίς να αναφέρεται σε οποιοδήποτε άλλο περιστατικό.

 

Τέλος, σημειώνεται ότι ο αιτητής εγκατέλειψε τον τόπο καταγωγής του και μετέβη στην πόλη Abuja τρία χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα του, και δύο περίπου χρόνια μετά τις κατ' ισχυρισμό τηλεφωνικές απειλές που δέχθηκε από τους γηραιούς και άλλους παραδοσιακούς αρχιερείς, γεγονός που αποδεικνύει ότι δεν διέτρεχε κάποιο άμεσο προσωπικό κίνδυνο λόγω της άρνησής του να διαδεχθεί τον πατέρα του στη θέση του αρχιερέα μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα του. Επιπρόσθετα, διέμενε στη πόλη Abuja από το 2016 μέχρι και το 2021, όταν ο αιτητής αναχώρησε από τη χώρα καταγωγής του, ισχυριζόμενος ότι συνέχισε να λαμβάνει τηλεφωνικές απειλές, χωρίς ωστόσο να του συμβεί οτιδήποτε συγκεκριμένο (ερυθρό 23-χ4,χ5 του διοικητικού φακέλου).

 

Επιπρόσθετα, στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να παραθέσω και ορισμένες αντιφάσεις που έχουν εντοπιστεί στα λεγόμενα του αιτητή, οι οποίες αδιαμφισβήτητα πλήττουν τη γενικότερη αξιοπιστία των δηλώσεών του. Στην αίτησή του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ο αιτητής ανέφερε ότι δεχόταν απειλές εναντίον της ζωής του από την οικογένεια του επειδή ασπάστηκε τον χριστιανισμό, προσθέτοντας πως όταν αποβιώσει ο πατέρας του θα πρέπει να αναλάβει τη θέση του και δεν το επιθυμεί. Εντούτοις, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του δεν αναφέρθηκε σε απειλές από την οικογένεια του δηλώνοντας μάλιστα, ότι και η μητέρα του είναι χριστιανή, ενώ αντίφαση εντοπίζεται και ως προς το εάν πράγματι απεβίωσε ο πατέρας του όταν αποχώρησε από τη πολιτεία River και μετοίκησε στην πόλη Abuja.

 

Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, προκύπτουν αρκετές ασυνέπειες και μη ευλογοφανείς δηλώσεις στο αφήγημα του αιτητή, οι οποίες αναντίλεκτα πλήττουν την γενικότερη αξιοπιστία των δηλώσεών του.  Τόσο οι ισχυρισμοί του, όσο και οι εξηγήσεις που έδωσε στις ασυνέπειες που προέκυψαν, χαρακτηρίζονται από γενικότητα και έλλειψη συνοχής.  Κατά συνέπεια, κρίνω, όπως και οι καθ' ων η αίτηση, ότι δεν στοιχειοθετείται η εσωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή. Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, συμπληρωματικά της έρευνας που διεξήγαγε ο λειτουργός, διεξήγαγα έρευνα εκ της οποίας διαπιστώνονται τα ακόλουθα:

 

Σε  έκθεση της EUAA του 2017 αναφέρεται ότι πριν τον Ισλαμισμό και τον Χριστιανισμό, οι λαοί της Νιγηρίας είχαν δικές τους παραδοσιακές θρησκείες, οι οποίες ναι μεν ήταν διαφορετικές από κοινότητα σε κοινότητα, αλλά είχαν και κάποια κοινά χαρακτηριστικά, όπως για παράδειγμα ότι λάτρευαν περισσότερους από έναν θεούς και πίστευαν σε υπερφυσικές δυνάμεις, που επιδίδονταν σε καλές πράξεις αλλά και τιμωρούσαν όταν παραβιάζονταν έθιμα και ταμπού. Οι πνευματικοί αρχηγοί αυτών των παραδοσιακών θρησκειών είναι μεσολαβητές με τον αθέατο κόσμο και παρέχουν θεραπείες τόσο με την έννοια της θεραπείας από ασθένειες όσο και με την μορφή τελετουργιών και φυλαχτών για προστασία από επιβλαβείς επιθέσεις από υπερφυσικές δυνάμεις. Η πνευματική δύναμη συνδέεται συχνά με άτομα που κληρονόμησαν αυτές τις δυνάμεις από τους προγόνους τους ή με συγκεκριμένα επαγγέλματα (σιδηρουργοί) ή άτομα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πνευματικοί ηγέτες και άτομα με εξουσία οργανώνονται σε μυστικές κοινωνίες (με την έννοια ότι το να μιλάει κανείς ανοιχτά σχετικά με το τι συμβαίνει σε αυτές τις κοινωνίες είναι ταμπού εκτός από τους εμπλεκόμενους) αλλά η ύπαρξή τους είναι κοινώς γνωστή.[1]

 

Εντοπίστηκαν επίσης παλαιότερες αναφορές περί συλλήψεων ειδωλολατρών που οδηγήθηκαν στα αρμόδια δικαστήρια μετά από καταγγελίες Χριστιανών ότι έκαναν ανθρωποθυσίες ενώ βρέθηκαν στην κατοχή τους 32 κρανία.[2]  Αναφορικά με την άρνηση κάποιου να αναλάβει τον ρόλο του ιερέα δεν υπάρχουν επιβεβαιωμένα περιστατικά για τα άτομα που αρνήθηκαν, να αντιμετώπισαν κάποιου είδους απειλές ή βία. Περαιτέρω, δεν είναι σύνηθες για κάποιον στην Νιγηρία να αρνηθεί τέτοιου είδους ρόλο, καθότι θεωρείται άρνηση ανάληψης θέσης εξουσίας και κύρους, αλλά ακόμη κι αν κάποιος αρνηθεί για θρησκευτικούς λόγους, υπάρχουν άλλοι οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια και είναι πρόθυμοι να αναλάβουν τον ρόλο ιερέα ή θρησκευτικού ηγέτη σε παραδοσιακές θρησκείες της Νιγηρίας γενικότερα.[3] 

 

Με βάση απάντηση του IRB σχετικά με τις συνέπειες άρνησης του τίτλου αρχιερέα, στις νότιες και κεντρικές περιοχές της Νιγηρίας, η λαϊκή πεποίθηση που είναι ευρέως διαδεδομένη είναι ότι το επάγγελμα του αρχιερέα δεν μπορεί να αποκτηθεί, να διδαχθεί, να μεταδοθεί ή να κληρονομηθεί, αφού τις περισσότερες φορές αποκτάται αυτόματα μετά από προφητεία και χρησμό, ενώ ένα άτομο θα μπορούσε να γίνει αρχιερέας ή σαμάνος (shaman) κληρονομικά, με τον ρόλο του παραδοσιακού ιερέα να μεταβιβάζεται συχνότερα από γενιά σε γενιά.

 

Σχετικά με τον τρόπο επιλογής αρχιερέων αναφέρεται ότι η πρώτη προϋπόθεση είναι ότι ο υποψήφιος πρέπει να συνδέεται με τη συγκεκριμένη θεότητα ιστορικά και γενεαλογικά, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, η επιλογή καθορίζεται από τη θεότητα μέσω μαντείας, είτε άμεσης προσωπικής έμπνευσης. Σε άλλες περιπτώσεις, ο υποψήφιος επιλέγεται σύμφωνα με ένα πλαίσιο διαδοχής βάσει ιερατικής συγγένειας ή της ιδιότητας μέλους ενός χωριού ή μιας φυλής. Η ίδια πηγή αναφέρει πως δεν τίθεται το ερώτημα κατά πόσο ο τίτλος δύναται να απορριφθεί, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις τοπικές πεποιθήσεις, ο τίτλος αυτός δεν προσφέρεται από ανθρώπους, αλλά γίνεται αυτόματα αποδεκτός, καθότι στις περισσότερες περιπτώσεις χορηγείται από τους θεούς πολύ πριν από τη γέννηση του ατόμου. Μία από τις συνέπειες αυτής της άρνησης μπορεί να είναι η μόνιμη απώλεια αυτού του τίτλου στην οικογενειακή γραμμή διαδοχής ή αναγκαστική εκδίωξη από την κοινότητα σε πιο σοβαρές περιπτώσεις.

 

Όταν ο τίτλος είναι κληρονομικός το πρόσωπο αυτό οφείλει να αποδεχθεί την προσφορά αλλά, αν για κάποιο λόγο αρνηθεί, η κοινότητα δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να εξεύρει αντικαταστάτη. Σε μια τέτοια περίπτωση, η κοινότητα θα αφήσει στην εκάστοτε θεότητα να αποφασίσει, παρόλο που υπάρχουν αναφορές για περιπτώσεις όπου τέτοια άτομα έχουν συστηματικά αποκλειστεί από τις εκδηλώσεις της κοινότητας. Η έκθεση αναφέρει ότι παρόλο που ο τίτλος του αρχιερέα εξακολουθεί να είναι "ανεκτός", εντούτοις στην πράξη είναι παράνομο, καθώς ορισμένες από τις αρμοδιότητές τους απαγορεύονται από τη νομοθεσία της Νιγηρίας, όπως η μαγεία, η δίκη με δοκιμασία και οι πρακτικές που σχετίζονται με Juju.[4]

 

Με βάση τα ανωτέρω, επιβεβαιώνεται η θέση του αρχιερέα στις παραδοσιακές θρησκείες και τις κοινότητες στη Νιγηρία. Ωστόσο, όπως καταγράφεται, η διαδοχή της θέσης, αν και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι κληρονομική, συνήθως τα άτομα δεν αρνούνται να την αποδεχθούν καθότι είναι ένδειξη κύρους, εξουσίας και τυγχάνει μεγάλου σεβασμού από την κοινότητα. Επισημαίνεται μάλιστα, ότι σε περίπτωση άρνησης θα υπήρχαν αρκετά άλλα πρόσωπα που θα είχαν τα προσόντα και θα ήταν πρόθυμοι να αναλάβουν.

 

Ο ισχυρισμός του αιτητή, ότι η θέση παραμένει μέχρι την ημερομηνία αποχώρησης του από τη χώρα καταγωγής του κενή, δεν βρίσκει έρεισμα στις εξωτερικές πήγες πληροφόρησης, εφόσον διαφαίνεται ότι με ευκολία θα μπορούσε να βρεθεί κάποιο άτομο προς πλήρωσή της. Ούτε προκύπτει κάποια αρνητική συνέπεια σε περίπτωση άρνησης διαδοχής της θέσης, πέρα από τη μόνιμη απώλεια αυτού του τίτλου στην οικογενειακή γραμμή διαδοχής ή την αναγκαστική εκδίωξη από την κοινότητα σε πιο σοβαρές περιπτώσεις. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω πληροφορίες, καθώς και το ότι ο αιτητής κατά την αφήγησή του προέβη σε ασυνεπείς και χωρίς επαρκή λεπτομέρεια δηλώσεις, ο ισχυρισμός απορρίπτεται, λόγω μη στοιχειοθέτησης του.

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):  «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (βλ. παράγραφοι 37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει πως ο αιτητής είχε αρκετές ευκαιρίες κατά το στάδιο της συνέντευξής του να αναπτύξει με κάθε λεπτομέρεια τον πυρήνα του αιτήματός του και να θεμελιώσει το φόβο δίωξης στο πρόσωπό του από τον κατ' ισχυρισμό φορέα δίωξής του στη χώρα καταγωγής του.  Ο αιτητής ούτε στην ενώπιόν μου διαδικασία που είχε τη δυνατότητα να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του, να διευκρινίσει τις ασυνέπειες και τις ανακρίβειες των δηλώσεων του με το ορθό δικονομικό διάβημα, έθεσε ενώπιον μου οποιοδήποτε στοιχείο.  Κατά συνέπεια, ενόψει των προβαλλόμενων ισχυρισμών δεν θα μπορούσε να παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.

 

Πρόσθετα, ορθά κρίθηκε από τον δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί ότι ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του επρόκειτο για την πρωτεύουσα της Νιγηρίας, την πόλη Abuja διεξήγαγε έρευνα για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω περιοχή, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.  Ωστόσο υπό το φως των ανωτέρω και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, για σκοπούς πληρότητας θα διεξάγω περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην πόλη Abuja όπου o αιτητής μετοίκησε το 2016 και διέμενε μέχρι την αναχώρησή του, το 2021.

 

Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι κατά το διάστημα από τις 09/05/2024 έως 09/05/2025 στο Federal Capital Territory εντός του οποίου βρίσκεται η πόλη Abuja, καταγράφηκαν συνολικά 245 περιστατικά ασφαλείας και 98 απώλειες ζωών, εκ των οποίων 114 διαμαρτυρίες (1 απώλεια ανθρώπινης ζωής), 39 εξεγέρσεις (32 απώλειες ανθρώπινης ζωής), 24 μάχες (22 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 67 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (41 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 1 έκρηξη/απομακρυσμένη βία (2 απώλειες ανθρώπινης ζωής).[5] Επίσης, στην Abuja, πόλη συνήθους διαμονής του αιτητή, σύμφωνα με την βάση δεδομένων ACLED κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, καταγράφηκαν συνολικά 98 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως συνέπεια μία ανθρώπινη απώλεια. Τα περιστατικά αυτά αφορούν 84 διαδηλώσεις, 3 ταραχές και 11 περιστατικά χρήσης βίας εναντίον των πολιτών με μία ανθρώπινη απώλεια.[6] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός του Federal Capital Territory ανέρχεται σε 3,067,500[7] και της πόλης Abuja στα 2,690,000[8] σύμφωνα με την πρόσφατη εκτίμηση που έγινε το 2022.

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής, με στοιχειώδη εκπαίδευση, πλήρως ικανός προς εργασία και χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό/οικογενειακό πλαίσιο στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του  δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 191/2024, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική  μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, ούτε ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.


Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών 
(1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βΒλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα.

 

Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, δεν είχαν υποχρέωση να προβούν σε οποιαδήποτε εξειδικευμένη έρευνα, αλλά διεξήγαγαν τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα, εκδίδοντας με τον τρόπο αυτό απόφαση εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.  Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

Η συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται πως η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται επαρκούς αιτιολογίας κατά παράβαση του άρθρου 26 του Ν.158(Ι)/1999.  Η αιτιολόγηση των αποφάσεων της διοίκησης είναι επιβεβλημένη για να μπορεί το Δικαστήριο να ελέγξει εάν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με το Νόμο και για να παρέχεται η δυνατότητα να αντιληφθεί το Δικαστήριο που βασίστηκε το αρμόδιο όργανο για να καταλήξει στην απόφασή του (Γρηγορόπουλος κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, (1997) 4 ΑΑΔ 1414). 

 

Μέσα από την αιτιολογία του οργάνου θα πρέπει να διαφαίνεται ο συλλογισμός του, ο οποίος οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση ή τουλάχιστον να υπάρχουν στοιχεία στον φάκελο της υπόθεσης που να μπορούν να συμπληρώσουν την αιτιολογία της απόφασης του αρμόδιου οργάνου (βλ. Στέφανος Φράγκου v. Κυπριακή Δημοκρατίας, (1998) 3ΑΑΔ 270).

 

Η αιτιολογία της απόφασης του διοικητικού οργάνου συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου (άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371).  Η δυνατότητα αυτή υπάρχει όταν τα στοιχεία που βρίσκονται στο φάκελο του Δικαστηρίου συνδέονται με την απόφαση και αποκαλύπτουν τους λόγους που οδήγησαν στην προσβαλλόμενη απόφαση. 

 

Από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου, μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την προσβαλλόμενη απόφαση και ούτως ή άλλως διαφαίνεται η αιτιολογία της απόφασης και από το κείμενό της (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνύδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97).  Συνεπώς, από όσα έχω επεξηγήσει ανωτέρω προκύπτει ότι, το αρμόδιο όργανο έλαβε δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση και ως εκ τούτου ο προβαλλόμενος ισχυρισμός απορρίπτεται.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια και υπήρξε η δέουσα έρευνα και αιτιολόγηση εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι  απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας. 

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.

 

  

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1]  EASO, Country of Origin Report, Nigeria Country Focus, σ. 52

https://www.ecoi.net/en/file/local/1400411/90_1496729214_easo-country-focus-nigeria-june2017.pdf

[2]  ACCORD - Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: a-6232 (ACC-NGA-6232), 1 August 2008, https://www.ecoi.net/en/document/1152544.html

[3]  EASO, Country of Origin Report, Nigeria Country Focus, June 2017, σ. 61

https://www.ecoi.net/en/file/local/1400411/90_1496729214_easo-country-focus-nigeria-june2017.pdf

 

[4]  IRB - Immigration and Refugee Board of Canada - Nigeria: Consequences for a person refusing a chief priest or a shaman [also called fetish priest] title for which they have been selected in south and central Nigeria; state protection (2019-October 2021), 12 November 2021, https://www.ecoi.net/en/document/2066541.html

 

[5] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 09.05.2024 – 09.05.2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Federal Capital Territory)

[6] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: : 09.05.2024 – 09.05.2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Federal Capital Territory, Location: Abuja)

[7] City Population, Federal Capital Territory, διαθέσιμο σε: https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA015__federal_capital_territory/

[8] City Population, Nigeria, Abuja διαθέσιμο σεhttps://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο