Α. Μ. Α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, Υπόθεση αρ.3407/23, 7/5/2025
print
Τίτλος:
Α. Μ. Α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, Υπόθεση αρ.3407/23, 7/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.3407/23

 

7 Μαΐου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Α. Μ. Α.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως

Κα Ι. Χαραλάμπους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση                          

Κα S. HABIB– μεταφράστρια για πιστή μετάφραση από Αραβικά σε Ελληνικά και αντίστροφα            

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η προσφυγή του αιτητή στρέφεται κατά της απόφασης της Υπηρεσίας ημ.31/07/23, δια της οποίας απορρίφθηκε ως σιωπηρώς αποσυρθείσα η επίδικη στην παρούσα αίτηση διεθνούς προστασίας.

Σημειώνεται ότι, εκτός όπου ρητά αναφέρεται άλλως, οι αναφορές σε ερυθρά πιο κάτω νοείται ότι αφορούν τον ΔΦ F02-00137.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο των σχετικών Διοικητικών Φάκελων που κατατέθηκαν στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, ο αιτητής κατάγεται από το Ιράκ, εισήλθε στη Δημοκρατία παρατύπως, μέσω θαλάσσης, τον Φεβρουάριο 2002 και υπέβαλε 1η αίτηση διεθνούς προστασίας στις 23/03/02 (ερ.26, 38).

Στις 18/12/02 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός διεθνούς προστασίας, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του με τη βοήθεια διερμηνέα (ερ.33-55). Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση (ερ.56-63) και στις 08/08/05 η Υπηρεσία αποφάσισε να μην παραχωρήσει στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας αλλά παραχώρησε σ’ αυτόν καθεστώς προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους μέχρι τις 31/12/05. Προς τούτο ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία επιδόθηκε δια χειρός και στην μητρική του γλώσσα (ερ.66-70).

Στις 04/08/06 παραχωρήθηκε στον αιτητή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και επιδόθηκε δια χειρός επιστολή ενημέρωσης προς τούτο, και στην μητρική του γλώσσα την ίδια μέρα (ερ.74-76).

Έκτοτε φαίνεται να ανανεωνόταν άδεια διαμονής του αιτητή στη Δημοκρατία σε τακτά χρονικά διαστήματα (ερ.81-115), μέχρι που, κατόπιν σχετικής εισήγησης (ερ.116-120), το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που απολάμβανε ο αιτητής έπαυσε, λόγω μεταβολής των συνθηκών στη χώρα καταγωγής, στις 23/12/11 (ερ.120). Ετοιμάστηκε ως προς τα ως άνω σχετική επιστολή ενημέρωσης για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία επιδόθηκε δια χειρός στον αιτητή (και στην μητρική του γλώσσα) στις 12/01/12 (ερ.122-123).

Στις 12/01/12 (αυθημερόν της λήψης της επιστολής δια της οποίας ενημερώθηκε για την παύση του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας που μέχρι τότε απολάμβανε) ο αιτητής υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων (ερ.127), η οποία όμως, λόγω της εντωμεταξύ παύσης της λειτουργίας της ΑΑΠ, προωθήθηκε στους καθ’ ων η αίτηση για εξέταση της (ερ.24, ΔΦ RA12–00245).

Στις 05/07/23, 06/07/23 και 07/07/23 έγιναν από τους καθ' ων η αίτηση προσπάθειες επικοινωνίας με τον αιτητή προκειμένου να διευθετηθεί η προσέλευση του σε συνέντευξη, στα πλαίσια της ως άνω ιεραρχικής προσφυγής ημ.12/01/12 (ερ.141). Σημειώνεται ότι οι ως άνω προσπάθειες έγιναν τηλεφωνικώς, στον δοθέντα αριθμό τηλεφώνου του αιτητή, που είναι ο ίδιος που είχε δοθεί από τον αιτητή ήδη από το 2002 (ερ.25), είχε επιβεβαιωθεί από τον ίδιο τον αιτητή το 2012 (ερ.6, ΔΦ RA12–00245) και είναι ο ίδιος με τον αριθμό που αναγράφεται στην παρούσα προσφυγή, χωρίς εντούτοις να καταστεί δυνατή η επικοινωνία (ερ.141). Ακολούθως στάλθηκε ταχυδρομικώς στον αιτητής επιτολή δια της οποίας καλούνταν σε συνέντευξη στις 27/07/23, στη διεύθυνση που είναι η ίδια με την διεύθυνση που αναγράφει ο ίδιος ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή.

Συνεπεία της μη ανταπόκρισης του αιτητή στα ως άνω, στις 28/07/23 έγινε εισήγηση για απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής και κλείσιμο του φακέλου του αιτητή, δυνάμει του αρ.16Β του περί Προσφύγων Νόμου, πράγμα που έγινε στις 31/07/23 (ερ.145-149). Την ίδια μέρα ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία στάλθηκε ταχυδρομικώς (ερ.150-151). Σημειώνεται ότι στο ερ.151 (σημ.11) καταγράφεται ότι η ως άνω επιστολή ταχυδρομήθηκε στον αιτητή τον Σεπτέμβριο 2023, συγκεκριμένα στις 07/09/23 (βλ. σφραγίδα στο κάτω μέρος του ερ.151), στη διεύθυνση που αναγράφεται και στην παρούσα προσφυγή.

Επί της παρούσης προσφυγής ο αιτητής αναφέρει ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του καθώς δεν έχει κανέναν εκεί, αφού έχουν αποβιώσει όλοι, ως αναφέρει.

Στη γραπτή αγόρευση, αφότου του εξηγήθηκε ότι η επίδικη απόφαση αφορά απόρριψη λόγω σιωπηρής απόσυρσης, για τον λόγο ότι ο αιτητής δεν είχε ανταποκριθεί στις κλήσεις που του έγιναν αλλά και σε επιστολή δια της οποίας και καλούνταν σε συνέντευξη στα πλαίσια της επίδικης ιεραρχικής προσφυγής, ανέφερε ότι «το λάθος έγινε από την πλευρά της Υπηρεσίας Ασύλου στέλνοντας τα έγγραφα σε λάθος διεύθυνση» και επανέλαβε τα όσα αναφέρει επί της προσφυγής, προσθέτοντας ότι διαμένει εδώ και 22 χρόνια στην Κύπρο.

Οι καθ’ ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ’ όλα νόμιμη και σημειώνουν ότι ουδέν ετέθη στο Δικαστήριο που να ανατρέπει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού, δεδομένης της μη ανταπόκρισης του αιτητής σε συνεχείς κλήσεις για συνέντευξη προκειμένου να εξεταστεί η επίδικη αίτηση, δεν θα μπορούσε παρά να απορριφθεί αυτή ως σιωπηρώς αποσυρθείσα στη βάση της οικείας νομοθεσίας, όπερ και εγένετο εν προκειμένω.  Αναφέρουν δε ότι οι κλήσεις αλλά και η σχετική επιστολή έγιναν/στάλθηκε στον ορθό αριθμό τηλεφώνου και διεύθυνση.

Σημειώνω προτού προχωρήσω ότι η προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση των καθ’ ων η αίτηση δεν περιλαμβάνεται στις απαριθμούμενες στο αρ.11 (4) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018). Στο  αρ.11 (4) (γ) (iv) γίνεται αναφορά σε απόφαση δια της οποίας υπάρχει άρνηση από την Αρχή να αρχίσει εκ νέου εξέταση αίτηση που διακόπηκε με βάση το αρ.16Β και όχι, ως η παρούσα, της απόφασης να διακοπεί η εξέταση της αίτησης και αυτή να απορριφθεί ως σιωπηρώς αποσυρθείσα. Η προσβαλλόμενη λοιπόν απόφαση δεν περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις που το Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας να «προβαίνει σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής […] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν» [βλ. αρ.11 (3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018)].

Συνεπώς η εξέταση της παρούσης περιορίζεται σε έλεγχο νομιμότητας και μόνον, στη βάση του περιεχομένου του Φάκελου.

Αναφορικά με το νομικό πλαίσιο σημειώνω τα εξής.

Το άρ.16Β (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) προνοεί ότι η Υπηρεσία Ασύλου «δύναται να θεωρεί ότι ο αιτητής, σιωπηρά, έχει αποσύρει την αίτηση του όταν διαπιστώνει ότι δεν παρέστη στην προσωπική συνέντευξη […] εκτός εάν ο αιτητής αποδείξει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος ότι αυτό οφείλεται σε συνθήκες ανεξάρτητες από τη θέλησή του∙».  

Εν προκειμένω, δεδομένου ότι, ως και ανωτέρω αναφέρω, έγιναν προσπάθειες από τους καθ’ ων η αίτηση να επικοινωνήσουν με τον αιτητή τηλεφωνικώς, στον αριθμό που εξ ανέκαθεν είχε δηλώσει ο αιτητής και ο οποίος είναι ταυτόσημος με τον επί της προσφυγής αναγραφόμενο, προκειμένου να διευθετηθεί συνέντευξη αλλά και απέστειλαν επιστολή ταχυδρομικώς, στη διεύθυνση που είναι η ίδια με την επί της προσφυγής αναγραφόμενη, θεωρώ πως νομίμως θεώρησαν ότι «ο αιτητής, σιωπηρά, έχει αποσύρει την αίτηση του» και δια τούτο νομίμως εφάρμοσαν κατ’ αναλογία τις διατάξεις του αρ.16Β (1) (i), απορρίπτοντας ως σιωπηρώς αποσυρθείσα την επίδικη ιεραρχική προσφυγή.

Ουδέν ετέθη ενώπιον μου που να δημιουργεί αμφιβολίες για την ορθότητα της διεύθυνσης αποστολής της επιστολής, δια της οποίας ενημερώθηκε ο αιτητής για τη συνέντευξη στα πλαίσια της επίδικης αίτησης, και την ορθότητα του αριθμού τηλεφώνου, στον οποίο οι καθ’ ων η αίτηση είχαν καλέσει τον αιτητή προκειμένου να διευθετηθεί η συνέντευξη. Οι όποιοι δε ισχυρισμοί του αιτητή επί της αγόρευσης του περί αποστολής της επιστολής σε λανθασμένη διεύθυνση διαψεύδονται από τα ενώπιον μου στοιχεία και παραμένουν αίολοι και παντελώς ατεκμηρίωτοι.

Ουδέν λοιπόν ετέθη ενώπιον μου στα πλαίσια της παρούσης που να ανατρέπει τα ως άνω, τα οποία και, αναπόφευκτα, σφραγίζουν την τύχη της προσφυγής.

Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι, ως ορθώς σημειώνουν σχετικώς και στην αγόρευση τους οι καθ’ ων η αίτηση, ο αιτητής είχε δικαίωμα «να ζητήσει από την Υπηρεσία Ασύλου επανάνοιγμα του φακέλου του και επανεξέταση της υπόθεσής του», βάσει του αρ.16Ε του Νόμου, εντός 9 μηνών αφότου έλαβε γνώση της επίδικης απόφασης, του ειπώθηκε άλλωστε και στα πλαίσια της συνδεδεμένης με την παρούσα αιτήσεως νομικής αρωγής, αλλά ουδέν εν τέλει έπραξε ο αιτητής.

Για τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €800 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο