
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 353/2024
08 Μαΐου, 2025
[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C.M.
από Καμερούν
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας,
μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείο Εσωτερικών
Καθ' ων η αίτηση
Δικηγόρος για Αιτήτρια: Ζ. Ποντίκη για Αλ Τάχερ Μπενέτη και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
Δικηγόρος για Καθ’ ων η αίτηση: Σ. Πιτσιλλίδου (κα) για Θ. Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Ex Tempore)
Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου το ζήτημα της ενεργοποίησης ή μη της ρήτρας απόρριψης, η οποία είχε τεθεί κατά την τελευταία δικάσιμο της 4ης Φεβρουαρίου 2025, λόγω μη καταχώρισης της γραπτής αγόρευσης της Αιτήτριας, λαμβανομένης υπόψη και της μη αντίρρησης των Καθ’ ων η αίτηση στην παραχώρηση εκ νέου χρόνου προς τούτο.
Το Δικαστήριο, εξετάζοντας την παρούσα υπόθεση υπό το φως των πραγματικών περιστατικών και δεδομένων που προκύπτουν από τον δικαστικό φάκελο και της εφαρμοστέας νομολογίας, καταλήγει ότι η ενεργοποίηση της εν λόγω ρήτρας απόρριψης, την οποία το ίδιο έθεσε στις 04.02.2025, είναι επιβεβλημένη εκ των συνθηκών.
Τούτο καθώς φρονώ ότι η συμπεριφορά της Αιτήτριας και των συνηγόρων της χαρακτηρίζεται από συνεχή και επαναλαμβανόμενη περιφρόνηση προς τις σαφείς οδηγίες του Δικαστηρίου επηρεάζοντας κατά τον τρόπο αυτό την ομαλή διαχείριση της υπόθεσης, χωρίς να παραβιάζονται οι θεμελιώδεις αρχές της δίκαιης διαδικασίας και της εύρυθμης απονομής δικαιοσύνης.
Ειδικότερα, ως προκύπτει από τον δικαστικό φάκελο, η Ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση καταχωρίστηκε στις 19.07.2024 και από τότε, παρά τις επανειλημμένες ευκαιρίες συμμόρφωσης, η Αιτήτρια παρέλειψε να καταχωρίσει τη γραπτή της αγόρευση εντός των προθεσμιών που καθορίστηκαν. Το Δικαστήριο, επιδεικνύοντας υπέρμετρη επιείκεια, παραχώρησε διαδοχικές παρατάσεις – με τελευταία εκείνη της 4ης Φεβρουαρίου 2025- συνοδευόμενη από ρητή ρήτρα απόρριψης σε περίπτωση νέας παράλειψης. Επισημαίνεται ότι προηγουμένως, ήτοι στις 02.10.2024 έδωσε εκ νέου χρόνο έξι (6) εβδομάδων για καταχώριση της αγόρευσης επισημαίνοντας ότι θα είναι για τελευταία φορά, ορίζοντας την υπόθεση για οδηγίες στις 04.02.2025 και δίδοντας παράλληλα και χρόνο έξι (6) εβδομάδων για τη γραπτή αγόρευση των Καθ’ ων η αίτηση, αλλά και δύο (2) εβδομάδων μετέπειτα, για την απαντητική αγόρευση της Αιτήτριας. Ο χρόνος αυτός παρήλθε άπρακτος χωρίς καμία συμμόρφωση από την Αιτήτρια, οπόταν στις 04.02.2025 το Δικαστήριο εξαντλώντας την επιείκεια του έδωσε εκ νέου χρόνο τεσσέρων (4) εβδομάδων στην Αιτήτρια για καταχώριση της γραπτής της αγόρευσης θέτοντας ρήτρα απόρριψης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.
Ακολούθως, μόλις χθες, και μάλιστα μετά την πάροδο πλέον του ενός μηνός από τη λήξη της τελευταίας προθεσμίας — η οποία εξέπνευσε στις 19.03.2025 — οι συνήγοροι της Αιτήτριας απέστειλαν ηλεκτρονικό μήνυμα, χωρίς οποιοδήποτε αποδεικτικό έγγραφο (ιατρικό ή άλλο), προβάλλοντας αφενός λόγους ασθένειας της Αιτήτριας και αφετέρου την εντύπωση ότι η αγόρευση είχε ήδη καταχωριστεί από τον Νοέμβριο του 2024. Η αναφορά αυτή κρίνεται αβάσιμη και προδήλως ανακριβής, καθόσον, σύμφωνα με τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, μεσολάβησε μεταγενέστερη δικάσιμος — αυτή της 4ης Φεβρουαρίου 2025 — κατά την οποία παραχωρήθηκε νέα προθεσμία και τέθηκε ρητώς ρήτρα απόρριψης, γεγονός που αναιρεί ευθέως τον ισχυρισμό αυτό. Είναι πρόδηλο ότι η Αιτήτρια γνώριζε ή, τουλάχιστον, όφειλε να αντιληφθεί ήδη από τις 04.02.2025, βάσει των ρητών και σαφών οδηγιών του Δικαστηρίου, ότι η αγόρευσή της δεν είχε καταχωριστεί.
Επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο δεν δύναται να συνεχίσει τη διαδικασία με τρόπο που να εξαρτάται αποκλειστικά από την ετοιμότητα ή αμέλεια της Αιτήτριας ή των νομικών της εκπροσώπων. Η συνεχής καθυστέρηση και αδιαφορία πλήττει ευθέως την αρχή της δίκαιης δίκης και της αποτελεσματικής απονομής δικαιοσύνης.
Η νομολογία είναι απολύτως σαφής επί του ζητήματος αυτού. Στην Κούρτης[1], κρίθηκε ότι η χωρίς επαρκή λόγο παράλειψη συμμόρφωσης προς τις οδηγίες του Δικαστηρίου συνιστά λόγο απόρριψης προσφυγής. Η παράταση των διαδικασιών επ’ αόριστον λόγω αδράνειας ενός διαδίκου δημιουργεί ανασφάλεια και καταστρατηγεί τα δικαιώματα των άλλων διαδίκων.
Επιπλέον, στην Βαρδιάνος[2] - η οποία επιβεβαιώθηκε και στη Δρουσιώτης[3]- διατυπώνεται με σαφήνεια ότι ούτε το λάθος, ούτε η αμέλεια συνηγόρου μπορούν να δικαιολογήσουν υπέρβαση δικονομικών προθεσμιών. Σημειώνεται πρόσθετα ότι η δικονομική πειθαρχία, ήτοι η έγκαιρη και συνεπής συμμόρφωση με τις οδηγίες του Δικαστηρίου και τους δικονομικούς κανόνες, συνιστά θεμελιώδη πυλώνα της ορθής απονομής της δικαιοσύνης.
Είναι αυτονόητο ότι το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη, όπως προστατεύεται από το Άρθρο 30(2) του Συντάγματος, είναι θεμελιώδες, αλλά όχι απόλυτο καθώς υπόκειται σε περιορισμούς αναγκαίους για τη διασφάλιση της εύρυθμης απονομής δικαιοσύνης. Η πολλαπλή παραβίαση των οδηγιών του Δικαστηρίου από την Αιτήτρια συνιστά κατάχρηση αυτού του δικαιώματος και δικαιολογεί την απόρριψη της προσφυγής λόγω μη προώθησης.
Τούτο, καθώς η συμπεριφορά της Αίτητριας και των συνηγόρων της, ενισχύει την εικόνα γενικευμένης αδιαφορίας και περιφρόνησης προς τις διαδικασίες, θέτοντας εν αμφιβόλω τον ίδιο τον σεβασμό προς το Δικαστήριο.
Δεν θεωρώ, τέλος, ότι με την απόρριψη της παρούσας προσφυγής θίγεται εν προκειμένω η αρχή της μη επαναπροώθησης καθότι η Αιτήτρια διατηρεί - σε κάθε περίπτωση - κάθε δικαίωμα να προσβάλει, μεταξύ άλλων και στη βάση αυτή, το όποιο διάταγμα απέλασης ήθελε εκδοθεί, ως συνέπεια απώλειας της ιδιότητας του αιτητή ασύλου, ως αποτέλεσμα απόρριψης της προσφυγής της. Ως έχει πολύ προσφάτως επισημανθεί από το Εφετείο κατά την άσκηση της Αναθεωρητικής του λειτουργίας στην (-έμφαση και υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):
«Σημειώνεται ότι η εκτέλεση απόφασης (της Υπηρεσίας Ασύλου, εν προκειμένω) για απόρριψη αίτησης διεθνούς προστασίας δεν έχει αφ' εαυτής ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση του αιτητή από τη Δημοκρατία και είναι έτσι καταρχήν συμβατή με την Αρχή της μη επαναπροώθησης και το προρρηθέν Άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (απόφαση ΔΕΕ ημερ. 19.6.2018 στην Υπόθεση C-181/16 Gnandi, σκέψη 55), αφού η απομάκρυνσή του υλοποιείται με μεταγενέστερη διοικητική πράξη, ήτοι το διάταγμα απέλασης/απόφασης επιστροφής. Θεωρούμε ότι κατ' αναλογία το ίδιο ισχύει και για τη δικαστική απόφαση με την οποία απορρίπτεται δικαστική προσφυγή του αιτητή διεθνούς προστασίας ή/και η υπ' αυτού υποβληθείσα αίτηση επαναφοράς».
Υπο το φως των προλεχθέντων, καταλήγω ότι η ενεργοποίηση της ρήτρας απόρριψης είναι επιβεβλημένη. Η Αιτήτρια και οι συνήγοροι της είχαν σαφή και επαρκή προειδοποίηση σχετικά με τις συνέπειες της μη έγκαιρης συμμόρφωσης με τις σαφείς οδηγίες του Δικαστηρίου και παρά ταύτα δεν προέβησαν σε καμία ενέργεια για να αποτρέψουν αυτή την εξέλιξη.
Ενόψει των όσων προανέφερα, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €300 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτης (1997) 1 Α.Α.Δ. 941
[2] Βαρδιάνος ν. Richards (1998) 1 Α.Α.Δ. 698
[3] Εύης Δρουσιώτης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, αρ. 1483/13, ημερ. 07.08.2015
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο