D.E.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.3603/2022, 27/5/2025
print
Τίτλος:
D.E.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.3603/2022, 27/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.3603/2022

27 Μαΐου, 2025

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

D.E.A.,

από Καμερούν

                                               Αιτητή

                                    

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου,

                                                           Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόροι για Αιτητή: Γιώτα Μιλτιάδους & Συνεργάτες ΔΕΠΕ

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Θ. Παπανικολάου (κα) για Α. Φιλίππου (κος), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 09.11.2021, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, το οποίο εγκατέλειψε στις 05.10.2017 και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών, στις 13.11.2017 χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα. Στις 20.11.2017 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας και ακολούθως, στις 03.07.2020 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της EASO (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός») , ο οποίος υπέβαλε στις 05.11.2021 Εισηγητική Έκθεση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 09.11.2021 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 06.06.2022 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 29.11.2021. Αυτήν την απόφαση αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Εξειδικεύοντας και περιορίζοντας στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, τους εγειρόμενους στην προσφυγή λόγους ακυρώσεως, ο Αιτητής υποστηρίζει αρχικώς , δια των συνηγόρων του,  ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει καθότι ο διερμηνέας που συμμετείχε στη διαδικασία παρατήρησε πως ο Λειτουργός δεν κατέγραφε επακριβώς τα όσα δήλωνε ο Αιτητής ενώπιόν του, ενώ όταν τονίστηκε αυτή του η παράλειψη ο Λειτουργός ισχυρίστηκε ότι θα καταγραφούν σε μεταγενέστερο στάδιο, πράγμα που ωστόσο δεν συνέβη. Εν συνεχεία οι συνήγοροι του Αιτητή παραθέτουν εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την αντιμετώπιση στο Καμερούν όσων εμπλέκονται σε δραστηριότητες κατά της Κυβέρνησης της χώρας καταλήγοντας πως ο Αιτητής, λόγω της συμμετοχής του στο SCNC εντάσσεται στα πρόσωπα που αντιμετωπίζουν κίνδυνο από την Κυβέρνηση του Καμερούν, ενώ ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται και λόγω της συμμετοχής του στην οργάνωση “Southern Cameroons Community” στη Δημοκρατία. Τονίζεται δε ότι οι όποιες αντιφάσεις και ασυνέπειες του Αιτητή δεν διερευνήθηκαν από το Λειτουργό, με αποτέλεσμα να κριθεί αυτός ως αναξιόπιστος χωρίς να δοθούν οι απαραίτητες διευκρινήσεις από τον Αιτητή. Επισημαίνεται ότι ο Αιτητής διώκεται στη χώρα καταγωγής του ως μέλος ακτιβιστικής οργάνωσης, στην οποία χρεώνονται εξεγέρσεις κατά της κυβέρνησης, υποκίνηση σε παράνομες συγκεντρώσεις, συνομωσία κατά της πατρίδας του. Είναι σε κάθε περίπτωση η θέση του Αιτητή ότι θα έπρεπε να του χορηγηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας λόγω της ένοπλης σύρραξης που υπάρχει στο αγγλόφωνο κομμάτι του Καμερούν, καθώς το στοιχείο αυτό δεν διερευνήθηκε επαρκώς από το Λειτουργό κατά τη συγγραφή της έκθεσης – εισήγησής του. Καταλήγει δε πως η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη υπό καθεστώς πλάνης, ενώ η αιτιολογία δεν ήταν επαρκής.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, εξετάζοντας και αντικρούοντας έναν έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών στοιχείων της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας εφαρμόζοντας τον Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη. Ισχυρίζονται περαιτέρω, ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν αποσείουν το βάρος απόδειξης, το οποίο ο ίδιος φέρει στους ώμους του, τόσο ως προς τους λόγους ακυρώσεως που προωθεί με την προσφυγή του, όσο και προς την ύπαρξη βάσιμου φόβου δίωξης βάσει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου ή πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου Νόμου. 

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Επί του λόγου ακυρώσεως για κατ' ισχυρισμόν παράλειψη καταγραφής με ακρίβεια των λεχθέντων του Αιτητή

 

Ο Αιτητής προβάλλει με γενικό και αόριστο τρόπο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελής, επειδή – κατά τους ισχυρισμούς του – ο διερμηνέας που συμμετείχε στη διαδικασία διαπίστωσε ότι ο Λειτουργός δεν κατέγραφε επακριβώς όσα δήλωνε ο Αιτητής ενώπιόν του. Όταν δε επισημάνθηκε η εν λόγω παράλειψη, ο Λειτουργός φέρεται να ανέφερε ότι οι δηλώσεις θα καταγράφονταν σε μεταγενέστερο στάδιο, γεγονός το οποίο, σύμφωνα με τον Αιτητή, δεν συνέβη. Πέραν της γενικής αυτής αναφοράς, δεν τίθεται περαιτέρω τεκμηρίωση ενώπιόν μου, ούτε προωθείται ο ισχυρισμός με επαρκή επιχειρηματολογία ικανή να επιτρέψει τον δικαστικό του έλεγχο αλλά ούτε και έχουν τεθεί ενώπιόν μου αυτά που ο Αιτητής εξέθεσε και, κατ’ ισχυρισμόν, δεν καταγράφηκαν. Σε κάθε περίπτωση, ο εν λόγω ισχυρισμός είναι αλυσιτελής, καθότι ο Αιτητής άσκησε προσφυγή και έχει τη δυνατότητα να εκθέσει ενώπιον του Δικαστηρίου πλήρως τους ισχυρισμούς του.

 

Επί της ουσίας της προσφυγής σε συνάρτηση και με την κατ' ισχυρισμό έλλειψη δέουσας έρευνας

 

Έχοντας εξετάσει τους λοιπούς λόγους ακυρώσεως που προωθεί δια της αγόρευσης του ο Αιτητής, διαπιστώνω ότι ουσιαστικά αυτοί περιστρέφονται γύρω από τη θέση περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Οι ισχυρισμοί αυτοί του Αιτητή, ως έχουν διατυπωθεί είναι άμεσα διαπλεκόμενοι με την ουσία της υπόθεσης του, την οποία εν πάση περιπτώσει οφείλει το παρόν Δικαστήριο να ελέγξει ενόψει και της υποχρέωσης που έχει να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας όσο και της ουσιαστικής ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[1].

 

Θα προχωρήσω συνεπώς να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτής, σε συνάρτηση και με τους ισχυρισμούς αυτούς.

 

Επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση.[2]

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, εξετάζοντας όλα τα ουσιώδη στοιχεία και πραγματικά περιστατικά που οι Καθ' ων η αίτηση είχαν ενώπιόν τους.

 

Ειδικότερα, παρατηρώ ότι ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για πολιτικούς λόγους (βλ. ερ. 4 του Δ.Φ.).

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του ενώπιον του Λειτουργoύ, ο Αιτητής ανέφερε σχετικά με τα προσωπικά του στοιχεία ότι είναι υπήκοος του Καμερούν με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής την πόλη Kumba της περιοχής Southwest, ενώ έχει ζήσει ανά διαστήματα και σε άλλες περιοχές της χώρας ήτοι στην Bamenda, το Mamfe, την Buea και το Limbe. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος και πατέρας δύο ανήλικων τέκνων, τα οποία διαβιούν υπό την επιμέλεια της μητέρας του Αιτητή στο Καμερούν. Παράλληλα, ισχυρίστηκε ότι έχει υπό την επιμέλειά του και το ανήλικο τέκνο της αδερφής του η οποία έχει αποβιώσει με την ανιψιά του να βρίσκεται επίσης στο Καμερούν υπό την επιμέλεια της μητέρας του. Ο πατέρας του έχει αποβιώσει, η μητέρα του διαμένει στο Καμερούν σε κάποιες θαμνώδεις περιοχές στην Mamfe, ενώ τα αδέρφια του, δε γνωρίζει, ως δήλωσε, που βρίσκονται. Ως προς το εκπαιδευτικό του επίπεδο ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι είναι απόφοιτος πανεπιστημίου, έχοντας σπουδάσει Διοίκηση Επιχειρήσεων, ενώ ως προς την επαγγελματική του ιδιότητα ο Αιτητής προέβαλε ότι έχει εργαστεί σε διάφορες θέσεις εργασίας στο Καμερούν  (βλ. ερυθρά 64 – 60 του Δ.Φ.).

 

Αναφορικά με την ουσία του αιτήματός του,  ο Αιτητής ισχυρίστηκε κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησής του (βλ. ερυθρά 59/2X, 58/1X – 5X του Δ.Φ.) ότι ο κύριος λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του είναι λόγω του ότι ήταν ακτιβιστής και μέλος του Southern Cameroon National Council (στο εξής αναφερόμενο ως «SCNC»). Με την ιδιότητά του αυτή δήλωσε ότι μαχόταν κατά της περιθωριοποίησης των αγγλόφωνων καμερουνέζων και της επίτευξης ενός καλύτερου επίπεδου διαβίωσης γι’ αυτούς. Ως ισχυρίστηκε, κατά τις διαδηλώσεις της 1ης Οκτωβρίου του 2017 ο κρατικός στρατός τους πυροβόλησε και συνέλαβε πολλά άτομα, μεταξύ των οποίων βρισκόταν και ο ίδιος. Εξήγησε ότι μετά από τη σύλληψή του μεταφέρθηκε στα κρατητήρια ωστόσο ο δικηγόρος του και κάποιοι ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων μεσολάβησαν και αφέθηκε ελεύθερος. Επιστρέφοντας ωστόσο στην οικία του, ισχυρίστηκε ότι είδε τις κρατικές δυνάμεις να έρχονται και, σύμφωνα με τον ίδιο, θεώρησε ότι στόχος τους ήταν η εξόντωσή του καθώς αρκετοί από τους φίλους του είχαν ήδη πυροβοληθεί. Υποστήριξε περαιτέρω ότι καταζητείται από την Κυβέρνηση της χώρας καθώς και πως έχει κατηγορηθεί για τρομοκρατία. Για την κατηγορία αυτή δήλωσε ότι υπάρχει ένταλμα εις βάρος του.

 

Κληθείς να εξηγήσει τι θεωρεί ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, ο Αιτητής υποστήριξε ότι είτε θα χάσει τη ζωή του είτε θα φυλακιστεί (βλ. ερυθρά 49 του Δ.Φ.). Κατά το στάδιο περαιτέρω διερευνητικών ερωτήσεων που του τέθηκαν από το Λειτουργό, ο Αιτητής αποσαφήνισε ότι είχε συλληφθεί πολλές φορές, περί τις 4 – 5, είτε στα πλαίσια διαδηλώσεων διαμαρτυρίας είτε όταν μοίραζε φυλλάδια ευαισθητοποίησης του κόσμου στους δρόμους  (βλ. ερυθρά 58/6Χ, 56 του Δ.Φ.). Ζητήθηκε από τον Αιτητή να εξηγήσει λεπτομερώς την πρώτη φορά που συνελήφθη, και ο Αιτητής υποστήριξε ότι αυτό συνέβη τον Δεκέμβριο του 2016, και ενώ ο ίδιος ήταν στον δρόμο για ευαισθητοποίηση του κόσμου, η  αστυνομία του είπε ότι είναι παράνομο να μιλάει για το SCNC και, καθώς λογομαχούσαν, ισχυρίστηκε ότι δέχθηκε σωματική βία από τις αρχές προσκόμιζοντας και σχετικό ιατρικό έγγραφο- και μεταφέρθηκε σε κράτηση. Εκεί, ως ο Αιτητής υποστήριξε, ήταν σε κακή κατάσταση υγείας και μέσω του δικηγόρου του και υπαλλήλων του Ο.Η.Ε. αφέθηκε ελεύθερος και πήγε στο νοσοκομείο. Έκτοτε δήλωσε ότι έγινε στόχος για τον στρατό, ο οποίος ερχόταν στην οικία του, ενώ πήραν και τους γονείς του οι οποίοι ήταν επίσης μέλη του SCNC (βλ. ερυθρά 57/1Χ του Δ.Φ.). Ζητήθηκε από τον Αιτητή να περιγράψει το μέρος στο οποίο κρατήθηκε, με τον ίδιο να δηλώνει ότι βρισκόταν υπό κράτηση στον αστυνομικό σταθμό της Kumba και περιέγραψε τον εξωτερικό χώρο καθώς και τη διαδρομή έως το κελί του, το οποίο περιέγραψε ως πολύ σκοτεινό και ότι έμοιαζε σαν μακρύς διάδρομος, με μία τουαλέτα πλησίον της εισόδου (βλ. ερυθρά 57/2Χ, 56/1Χ του Δ.Φ.).  

 

Ακολούθως ζητήθηκε από τον Αιτητή να περιγράψει τη διαδήλωση της 1ης Οκτωβρίου 2017, με τον ίδιον να εξηγεί αρχικώς οι διαδηλώσεις συνέβαιναν και πριν την ημερομηνία αυτή ενώ ως προς τη συγκεκριμένη ημέρα, προέβαλε πως επρόκειτο για μία ειρηνική διαμαρτυρία ωστόσο η Κυβέρνηση έδωσε εντολή στον στρατό να επέμβει. Ο στρατός τότε ξεκίνησε να πυροβολεί και να σκοτώνει κόσμο, ανάμεσά τους και έναν φίλο του Αιτητή ο οποίος πυροβολήθηκε μπροστά του. Ακολούθως ο Αιτητής δήλωσε ότι τέθηκε εκ νέου σε κράτηση (βλ. ερυθρά 56/2Χ, 3Χ του Δ.Φ.). Σημειώνεται, επίσης, ότι ο Αιτητής αναφέρθηκε εκτενώς στην γενική κατάσταση που επικρατούσε την περίοδο εκείνη στο αγγλόφωνο Καμερούν.

 

Ζητήθηκε ακολούθως από τον Αιτητή να αναφερθεί στην τελευταία φορά που συνελήφθη, με τον ίδιο να περιγράφει ότι την ημέρα εκείνη είχε βγει για διαμαρτυρία η οποία κατέληξε σε λογομαχία και συμπλοκή με την αστυνομία. Καθώς δε το SCNC είχε κριθεί παράνομη οργάνωση, ο Αιτητής συνελήφθη και κακοποιήθηκε σωματικά, ως δήλωσε, ενώ παρέμεινε στη φυλακή για διάστημα 4 ημερών και αφέθηκε ελεύθερος έπειτα από παρέμβαση του δικηγόρου του και ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κατέληξε στο ότι τράπηκε σε φυγή την ίδια ημέρα (βλ. ερυθρά 55 2Χ, 3Χ του Δ.Φ.). Ως προς τις συνθήκες κράτησής του, ο Αιτητής προέβαλε ότι αυτές ήταν άσχημες, πως δεχόταν σωματική βία και ότι έχει ακόμα σημάδια από την κακομεταχείριση που υπέστη. Ταυτόχρονα περιέγραψε και ορισμένα περιστατικά σωματικής βίας που δέχθηκε (βλ. ερυθρά 54/1Χ του Δ.Φ.). Προσέθεσε ότι σε μία τυπική μέρα βρισκόταν δεμένος με χειροπέδες, δεν είχε φαγητό και νερό, πονούσε και έκλαιγε (βλ. ερυθρά 54/2Χ του Δ.Φ.). Σχετικά με τις συνθήκες απελευθέρωσής του, ο Αιτητής εξήγησε ότι ήρθε στο κελί του ο δικηγόρος του μαζί με απεσταλμένους  του Ο.Η.Ε. και τον μετέφεραν στο νοσοκομείο (βλ. ερυθρά 54/3Χ του Δ.Φ.).

 

Ως προς τις υπόλοιπες συλλήψεις του, κληθείς να αναφερθεί σε αυτές, ο Αιτητής υποστήριξε ότι έλαβαν χώρα όταν ήταν στον δρόμο για ευαισθητοποίηση του κόσμου μοιράζοντας φυλλάδια. Τότε συλλαμβάνονταν καθώς το SCNC είχε κηρυχθεί παράνομο (βλ. ερυθρά 54/4Χ, 53/1Χ του Δ.Φ.).

 

Ο Αιτητής κλήθηκε να αναφερθεί, επίσης, στο πως παρακινήθηκε να γίνει μέλος του SCNC και περιέγραψε ότι πριν γίνει μέλος παρακολουθούσε σχετικές συναντήσεις, λέγοντας πως στην πρώτη συνάντηση του SCNC πήγε μαζί με τον πατέρα του, όπου και γνώρισε άλλα μέλη της οργάνωσης και ενημερώθηκε για τους σκοπούς της. Έκτοτε, καθώς πίστεψε τα όσα άκουσε, ξεκίνησε να μοιράζει φυλλάδια στους δρόμους και να ενημερώνει τους πολίτες και να παρακολουθεί συναντήσεις (βλ. ερυθρά 53/3Χ του Δ.Φ.). Σχετικά με το ποιος ήταν ο ρόλος του ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν είχε κάποια συγκεκριμένη θέση και πως απλώς συμμετείχε στην ευαισθητοποίηση (βλ. ερυθρά 53/4Χ του Δ.Φ.). Ζητήθηκε να εξηγήσει τι έλεγε ακριβώς στους πολίτες με τον Αιτητή να δηλώνει πως αναφερόταν στον πλούτο που έχει η χώρα τους, στον πολιτισμό τους και στις διακρίσεις που υφίστανται από τη γαλλόφωνη διοίκηση (βλ. ερυθρά 52/2Χ του Δ.Φ.).

 

Επιβεβαιώθηκε, περαιτέρω, από τον Αιτητή ότι βρίσκεται ακόμα σε επικοινωνία με τα μέλη του SCNC, και πως ενημερώνεται από αυτούς πως πολλά άτομα χάνουν τη ζωή τους σε καθημερινή βάση, ανάμεσά τους και ακτιβιστές, και ότι λόγω αυτού συμμετέχει ενεργά από την Κύπρο στην προσπάθειά τους για ανεξαρτησία. Προσέθεσε ότι μέσω των δραστηριοτήτων τους επιδιώκουν να πληροφορηθεί ο κόσμος ως προς το τι συμβαίνει στο νότιο Καμερούν και διοργανώνουν σχετικές συναντήσεις (βλ. ερυθρά 52/3Χ, 51/1X του Δ.Φ.).

 

Ζητήθηκε στη συνέχεια από τον Αιτητή να εξηγήσει την εμπλοκή εργαζομένων του Ο.Η.Ε. στην απελευθέρωσή του με τον ίδιο να δηλώνει ότι ήταν μέλος τους, αποσαφηνίζοντας ωστόσο εν συνεχεία ότι δεν αναφέρεται στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών αλλά σε μία οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων με τα αρχικά HRDG στην οποία ήταν μέλος (βλ. ερυθρά 51/3Χ, 50/ 1Χ, 2Χ του Δ.Φ.). Υποστήριξε περαιτέρω πως ξεκίνησε να συμμετέχει το 2015 και πως στόχος της οργάνωσης ήταν η ενδυνάμωση των πολιτών καθώς και η ενημέρωσή τους για τα δικαιώματά τους και τις παραβιάσεις τους. Εξήγησε δε ότι βοηθούσαν τους πολίτες όταν είχαν πρόβλημα και εξασφάλιζαν ότι δεν θα χρησιμοποιούνταν βία (βλ. ερυθρά 49/2Χ, 48/1Χ του Δ.Φ.).

 

Ερωτηθείς ως προς το τι συνέβη με τον πατέρα του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ήταν μέλος του SCNC πριν από χρόνια και πως, αφού ο στρατός πήρε τον πατέρα του, κανένας δεν ξέρει που βρίσκεται και τον θεωρούν νεκρό (βλ. ερυθρά 50/3Χ του Δ.Φ.). Αναφορικά δε με την αιτία θανάτου της αδερφής του, ο Αιτητής προέβαλε ότι πυροβολήθηκε από τον στρατό και έχασε τη ζωή της όταν ήρθαν να συλλάβουν τον ίδιο στις 4 Οκτωβρίου (βλ. ερυθρά 49 1Χ του Δ.Φ.).

Ερωτηθείς ως προς το εάν θα μπορούσε να εγκατασταθεί σε άλλη περιοχή του Καμερούν ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, λέγοντας πως δεν θεωρεί κάτι τέτοιο εφικτό καθώς δε θα μπορούσε να κρυφτεί από τους ανθρώπους που τον ψάχνουν (βλ. ερυθρά 49 του Δ.Φ.).

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του παρατηρώ ότι ο Λειτουργός,  εντόπισε και εξέτασε συνολικά πέντε ουσιώδεις ισχυρισμούς:

 

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός καθότι κρίθηκε πως στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία των λεγομένων του Αιτητή.

 

Ομοίως, και o δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή ο οποίος αφορούσε την συμμετοχή και ένταξη του Αιτητή στο Southern Cameroons National Council (SCNC) κρίθηκε αποδεκτός από το Λειτουργό. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο Λειτουργός τόνισε ότι ο Αιτητής ήταν ξεκάθαρος και λεπτομερής όσον αφορά το τι στηρίζει το SCNC, αλλά και αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν. Περαιτέρω, επισημάνθηκε πως αναφέρθηκε συγκεκριμένα στο πως ξεκίνησε να συμμετέχει σε δρώμενα του SCNC, στη διαδικασία του να γίνει μέλος, και στα καθήκοντα που είχε εντός του SCNC. Σημειώθηκε δε από το Λειτουργό ότι ο Αιτητής δήλωσε με ακρίβεια τα όσα έλεγε στους πολίτες προκειμένου αυτοί να ευαισθητοποιηθούν. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο Λειτουργός σημείωσε ότι ο Αιτητής προσκόμισε υποστηρικτικά έγγραφα τα οποία στοιχειοθετούν την εξωτερική αξιοπιστία του συγκεκριμένου ισχυρισμού. Τα έγγραφα αυτά συνίστανται σε κάρτα μέλους του SCNC, εκδοθείσας στις 26.07.2015 (ερ. 43 του δ.φ.), σε έγγραφο βεβαίωσης της ιδιότητας μέλους του SCNC (ερ. 72 του δ.φ.), καθώς και σε ένορκη βεβαίωση του SCNC αναφορικά με τον ακτιβισμό του Αιτητή εντός του SCNC (ερ. 68).

 

Ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορούσε το ότι ο Αιτητής συνελήφθη, τέθηκε υπό κράτηση και βασανίστηκε από τις αρχές του Καμερούν λόγω της συμμετοχής του σε διαμαρτυρίες.[3] Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός απορρίφθηκε καθώς ο Λειτουργός έκρινε ότι δεν πληρούνταν η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία.

 

Ειδικότερα, επισημάνθηκε ότι ο Αιτητής αναφέρθηκε με τρόπο συγκεκριμένο στο πως κορυφώθηκε η κρίση στις αγγλόφωνες περιοχές κατά την 01.10.2017 οπότε και πραγματοποιήθηκε διαδήλωση η οποία ξεκίνησε ειρηνικά έως ότου επενέβη ο στρατός. Προχώρησε στην αξιολόγησή του υποστηρίζοντας πως ο Αιτητής υπήρξε γενικόλογος στην συμπεριφορά που δέχτηκαν από τον καμερουνέζικο στρατό όσοι πολεμούσαν για τον σκοπό [ενν. της ανεξαρτησίας του αγγλόφωνου τμήματος], ωστόσο σημείωσε ότι ο Αιτητής αναφέρθηκε με λεπτομέρεια και συνοχή στην διαδήλωση στην οποία συμμετείχε, τοποθετώντας την χρονικά και εξηγώντας με βιωματικό τρόπο το τι ακριβώς έλαβε χώρα σε αυτή. Όσο δε αφορά την τελευταία φορά που συνελήφθη από τις αρχές της χώρας του, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής περιέγραψε με τρόπο λεπτομερή τόσο τη μεταχείριση που δέχθηκε όσο και τη στιγμή της σύλληψής του αυτή καθαυτή. Ιδιαίτερα ως προς τις συνθήκες κράτησής του, ο λειτουργός αξιολόγησε τις δηλώσεις του Αιτητή ως ακριβείς και περιγραφικές, ενώ σημειώθηκε περαιτέρω πως ο Αιτητής υπήρξε ξεκάθαρος και εισέφερε σημαντικές λεπτομέρειες αναφορικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες αφέθηκε ελεύθερος, ήτοι μέσω της παρέμβασης του δικηγόρου του και ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Περαιτέρω, ξεκάθαρος κρίθηκε επίσης από τον Λειτουργού και σχετικά με το ότι καταζητείται από την Κυβέρνηση και πως έχει εκδοθεί εις βάρος του ένταλμα με κατηγορίες τρομοκρατίας.

 

Αναφορικά ωστόσο με τις υπόλοιπες φορές που ο Αιτητής υποστήριξε ότι συνελήφθη, ο Λειτουργός υποστήριξε ότι ο Αιτητής δεν υπήρξε εξίσου ξεκάθαρος και πως δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς λεπτομέρειες ούτε ορθή χρονολογική σειρά των γεγονότων. Αντιφατικά κρίθηκαν και τα όσα δήλωσε ο Αιτητής αναφορικά με τον πατέρα του καθώς, αφενός μεν δήλωσε ότι είναι νεκρός αφετέρου δε υποστήριξε ότι αγνοείται και, συνεπώς, τον θεωρούν νεκρό. Σχετικά δε με τις συνθήκες κράτησής του [σημείωση: ο λειτουργός αναφέρεται στις συνθήκες κράτησης του Αιτητή κατά την πρώτη φορά που υποστήριξε ότι συνελήφθη, ήτοι το 2016] ο Λειτουργός σημείωσε πως ο Αιτητής ήταν μεν σε θέση να δώσει λεπτομερείς πληροφορίες για το κελί στο οποίο κρατήθηκε και, εν γένει, να περιγράψει επαρκώς τον χώρο κράτησης, ωστόσο δεν υπήρξε εξίσου ξεκάθαρος όσον αφορά τη χρονολογική σειρά των περιστατικών σύλληψης και κράτησής του. Τονίστηκε ότι ο Αιτητής υποστήριξε πως είχε τεθεί υπό κράτηση μεταξύ 01.10 και 04.10, χωρίς να μπορεί να αναφερθεί ξεκάθαρα στα γεγονότα αυτά και πως έφυγε από τη χώρα καταγωγής του αμέσως την επόμενη ημέρα, ήτοι στις 05.10, πράγμα μη εύλογο δεδομένου ότι λόγω της προγενέστερης κράτησής του δεν ήταν σε θέση να ταξιδέψει. Επιπροσθέτως, ο Λειτουργός εντόπισε και αντίφαση στα λεγόμενα του Αιτητή καθώς, αφενός μεν είχε αρχικώς υποστηρίξει ότι την τελευταία φορά που συνελήφθη τέθηκε υπό κράτηση για διάστημα τεσσάρων ημερών, αφετέρου δε σε μεταγενέστερο σημείο της συνέντευξης προέβαλε ότι συνελήφθη στις 4 Οκτωβρίου για διάστημα μίας ημέρας. Ως προς τις υπόλοιπες φορές που υποστήριξε ότι συνελήφθη, ο Λειτουργός τόνισε πως τα λεγόμενα του Αιτητή υπήρξαν επαναλαμβανόμενα και μη συγκεκριμένα. Καταλήγοντας επί της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο Λειτουργός τόνισε πως ναι μεν τα λεγόμενα του Αιτητή υπήρξαν συγκεκριμένα όσον αφορά την περιγραφή του χώρου κράτησης, ωστόσο δε μπορεί να στοιχειοθετηθεί η εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του λόγω του ότι ο Αιτητής δεν κατέστη εφικτό να αναφερθεί στα γεγονότα με ορθή χρονολογική σειρά, ενώ παρατηρήθηκαν αντιφάσεις σε σχέση με τον πατέρα του και με την σύλληψή του από την 01.10 έως τις 04.10 προτού φύγει από το Καμερούν.

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ο Λειτουργός προχώρησε αρχικώς σε αξιολόγηση των εγγράφων που προσκόμισε ο Αιτητής ενώπιόν του:

 

-          Αναφορικά με την νομαρχιακή εντολή (prefectorial order – ερυθρό 40 του Δ.Φ.), εκδοθείσα στις 27.10.2017 και η οποία διατάσσει τη σύλληψη του Αιτητή ο λειτουργός EASO έκρινε ότι δε μπορεί να στοιχειοθετηθεί η αυθεντικότητα του εγγράφου, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη πως το έγγραφο αυτό εκδόθηκε αφότου ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Περαιτέρω, δεδομένου ότι ο Αιτητής υποστήριξε πως είχε ήδη συλληφθεί και τεθεί υπό κράτηση για τον συγκεκριμένο λόγο προτού φύγει από το Καμερούν, είναι αντιφατικό κατά τον λειτουργό να ζητείται η εκ νέου σύλληψή του για τον ίδιο λόγο.

 

-          Ως προς το ιατρικό έγγραφο, εκδοθέν από το Νοσοκομείο της Kumba στις 23.12.2016 (ερυθρό 41 του Δ.Φ.), ο Λειτουργός κατέληξε πως δε μπορεί να εξακριβωθεί η γνησιότητα του εγγράφου ωστόσο μπορεί να γίνει αποδεκτό πως ο Αιτητής συμμετείχε στις διαδηλώσεις στο αγγλόφωνο κομμάτι του Καμερούν το 2016, εντούτοις σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου του Αιτητή συμμετείχε, συνελήφθη και κακοποιήθηκε σωματικά σε διαδήλωση της 01.10.2017. Συνεπώς, υπάρχει αντίφαση με το προσκομισθέν έγγραφο.

 

-          Σε σχέση με τη δήλωση του δικηγόρου του Αιτητή, ημερομηνίας 24.11.2017 (βλ. ερυθρά 71 – 69 του Δ.Φ.), ο Λειτουργός σημείωσε αρχικά ότι δε μπορεί να εξακριβωθεί η αυθεντικότητα του εν λόγω εγγράφου. Περαιτέρω, τόνισε ότι υπάρχουν αντιφάσεις σε σχέση με τα λεγόμενα του Αιτητή, καθώς στη δήλωση του δικηγόρου του αναφέρονται πράγματα, όπως για παρέμβαση των γονέων του Αιτητή και για εισβολή του στρατού στην οικία του Αιτητή και σύλληψη των γονέων του, τα οποία δεν προβλήθηκαν από τον Αιτητή κατά τη συνέντευξή του. Τέλος, δεν αναφέρεται στη δήλωση το δικηγόρου του ότι ο πατέρας του Αιτητή αγνοείται ή έχει αποβιώσει.

 

Περαιτέρω, ο Λειτουργός παρέθεσε πληθώρα εξωτερικών πηγών πληροφόρησης οι οποίες δήλωσε πως επιβεβαιώνουν τα λεγόμενα του Αιτητή σχετικά με παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που λαμβάνουν χώρα από τις αρχές του Καμερούν στην περιοχή Southwest.

 

Καταληκτικά, ο Λειτουργός συμπέρανε πως μπορεί να γίνει δεκτή η πιθανότητα να συμμετείχε ο Αιτητής στις διαδηλώσεις. Ωστόσο, λόγω της μη συνεκτικής χρονολογικής σειράς παράθεσης των γεγονότων και των αντιφάσεων που εντοπίστηκαν, και ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη το γράμμα του δικηγόρου του Αιτητή,  η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού δε μπορεί να στοιχειοθετηθεί.

 

Ο τέταρτος ουσιώδης ισχυρισμός, ήτοι ότι ο Αιτητής ήταν μέλος σε οργανισμό ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έγινε αποδεκτός από το Λειτουργό. Αξιολογώντας τις δηλώσεις του Αιτητή, ο Λειτουργός κατέληξε πως ο Αιτητής υπήρξε ξεκάθαρος ως προς το σε ποιον οργανισμό ακριβώς ήταν μέλος, ενώ ήταν σε θέση να αναφερθεί συγκεκριμένα τόσο στους στόχους του οργανισμού όσο και συγκεκριμένα στη δική του θέση εντός του οργανισμού. Προχωρώντας στην εξέταση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, ο Λειτουργός τόνισε ότι ο Αιτητής προσκόμισε την κάρτα μέλους του, η οποία εκδόθηκε στις 14.05.2015 καθώς και βεβαίωση μέλους εκδοθείσα από την οργάνωση HRDG στις 20.11.2017 (βλ. ερυθρά 73. 42 του Δ.Φ.).. Τέλος, εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαίωσαν την ύπαρξη του οργανισμού HRDG.

 

Τέλος και ο πέμπτος ισχυρισμός του Αιτητή, ήτοι ότι έχει αναμειχθεί στην κοινότητα του Νοτίου Καμερούν στην Κύπρο, έγινε επίσης αποδεκτός από το Λειτουργό, καθώς κρίθηκε πως ο Αιτητής υπήρξε συνεκτικός και ξεκάθαρος στα λεγόμενά του αναφορικά με τη συμβολή του στην κοινότητα των πολιτών από το Νότιο Καμερούν στην Κύπρο. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, επισημάνθηκε πως ο Αιτητής προσκόμισε φωτογραφίες από διαμαρτυρία που διοργανώθηκε στην Κύπρο (βλ. ερυθρά 78 του Δ.Φ.), ενώ έρευνα του Λειτουργού σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαίωσε ότι η συγκεκριμένη διαμαρτυρία έλαβε χώρα στη Δημοκρατία. Τέλος, ο Λειτουργός εντόπισε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (facebook) φωτογραφία και βίντεο από τη διαμαρτυρία στα οποία απεικονίζεται και ο Αιτητής.

 

Προχωρώντας στο στάδιο της αξιολόγησης κινδύνου, ο Λειτουργός εκτίμησε το μελλοντοστραφές ρίσκο του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη βάση των τεσσάρων ισχυρισμών που έγιναν αποδεκτοί. Όσον αφορά τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο Λειτουργός εξέτασε τη γενική κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, δίνοντας έμφαση στην περιοχή Southwest. Παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σύμφωνα με τις οποίες επιβεβαιώνεται η τεταμένη κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή καθώς και η πληθώρα παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 

Προχωρώντας στην εξέταση του μελλοντοστραφούς ρίσκου του Αιτητή όσον αφορά τους υπόλοιπους αποδεκτούς ισχυρισμούς, ο Λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σύμφωνα με τις οποίες επιβεβαιώνεται ότι τα άτομα που είναι μέλη του SCNC, ιδιαίτερα εάν επιβεβαιωθεί πως έχουν ρόλο εντός του οργανισμού, ενδέχεται να στοχοποιηθούν από τις αρχές του Καμερούν. Συνεχίζοντας, ωστόσο, την ανάλυσή του, ο Λειτουργός κατέληξε πως ο Αιτητής δεν είχε υψηλόβαθμη θέση εντός του SCNC, ενώ τις φορές που φυλακίστηκε αφέθηκε ελεύθερος σχεδόν άμεσα. Όσον αφορά τον ακτιβισμό του στη Δημοκρατία, ο Λειτουργός τόνισε πως δεν ανευρέθηκαν εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που να υποδεικνύουν μελλοντικό ρίσκο του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν. Ομοίως, το ίδιο έκρινε ο Λειτουργός και σχετικά με τη συμμετοχή του Αιτητή στον οργανισμό HRDG.

 

Συνεχίζοντας δε στο στάδιο της νομικής ανάλυσης, ο Λειτουργός κατέληξε στο ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής του στο προσφυγικό καθεστώς. Όσον αφορά το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας ο Λειτουργός κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα ήτοι στο ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Ειδικότερα, παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή Southwest καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως τα επίπεδα αδιάκριτης βίας στην περιοχή δεν είναι τόσο υψηλά ούτως ώστε ένας άμαχος να κινδυνεύει απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας του στην περιοχή. Παράλληλα, οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή δεν επαρκούν ούτως ώστε να στοιχειοθετηθεί ότι θα κινδυνεύσει λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως.

 

Κατόπιν των ανωτέρω, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία, καθώς κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951. Ως προς τη συμπληρωματική προστασία, ο λειτουργός της EASO έκρινε ότι στο Καμερούν δεν επικρατούν συνθήκες ένοπλης σύρραξης ή αδιάκριτης βίας σε τέτοια ένταση ούτως ώστε να προκύπτει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του αιτητή.

 

 

 

 

Η ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΕΛΕΓΧΟΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΑΛΛΟΜΕΝΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

 

Αξιολογώντας λοιπόν  τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/Εισήγηση του Λειτουργού της EASO όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

 

(α) Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός – Προσωπικά στοιχεία


Αρχικά συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι λόγω του ότι οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται ως σαφείς,  δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου, ενώ οι δηλώσεις του επιβεβαιώθηκαν και από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης στις οποίες προσέτρεξε ο Λειτουργός.

 

(β)  Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή - συμμετοχή και ένταξη του Αιτητή στο Southern Cameroons National Council (SCNC)

 

Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του, είναι και η δική μου κρίση ότι η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού είναι ικανοποιητική. Ο Αιτητής περιγράφει με επαρκή σαφήνεια και χρονολογική συνέπεια την ένταξή του στο κίνημα SCNC, αναφέροντας ότι εντάχθηκε το 2015 με πρωτοβουλία του πατέρα του, ο οποίος ήταν ήδη μέλος και ότι αποφάσισε να ενταχθεί ως αποτέλεσμα του βιωματικού του αδιεξόδου να εξασφαλίσει εργασία, παρότι διέθετε πανεπιστημιακή μόρφωση. Ανέφερε ότι αρχικά παρακολουθούσε συναντήσεις του SCNC και μετέπειτα εντάχθηκε πιο ενεργά, αναλαμβάνοντας ρόλο στην ευαισθητοποίηση του πληθυσμού, μέσω διανομής φυλλαδίων, συμμετοχής σε συναντήσεις και ενημέρωσης πολιτών, ιδίως των νέων, για τα αιτήματα του κινήματος και τη μακροχρόνια καταπίεση του αγγλόφωνου πληθυσμού από τη γαλλόφωνη κυβέρνηση του Καμερούν. Οι περιγραφές του δεν παρουσιάζουν εσωτερικές αντιφάσεις και συνοδεύονται από αναφορές σε πρόσωπα και περιοχές που συνάδουν με την πραγματικότητα του κινήματος. Η γλώσσα του είναι συναισθηματικά φορτισμένη και δεν παραπέμπει σε μηχανική ή κατασκευασμένη αφήγηση.

 

Η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ενισχύεται περαιτέρω από τα υποστηρικτικά έγγραφα που ο Αιτητής προσκόμισε: κάρτα μέλους του SCNC (βλ. ερ. 43 του δ.φ.), βεβαίωση ιδιότητας μέλους (βλ.ερ. 72), καθώς και ένορκη δήλωση περί του ακτιβισμού του στο κίνημα (βλ. ερ. 68-67 του δ.φ.). Τα έγγραφα αυτά φέρουν ημερομηνίες και περιεχόμενο που εναρμονίζεται με την αφήγηση του Αιτητή. Η χρονολογική σύμπτωση ανάμεσα στην ημερομηνία έκδοσης της κάρτας και το δηλωθέν χρονικό σημείο ένταξης προσδίδει ιδιαίτερη αποδεικτική αξία. Δεν παρουσιάζονται βάσιμες ενδείξεις ότι τα έγγραφα αυτά είναι κατασκευασμένα ή αναξιόπιστα και λαμβάνοντας υπόψη τη θετική αξιολόγηση αυτών από την Υπηρεσία Ασύλου, δεν κρίνω απαραίτητη την επιπλέον ενασχόλησή μου.

 

Με βάση τη συνεκτίμηση της εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας, ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι είναι μέλος του SCNC πρέπει να γίνει αποδεκτός. Η αφήγηση είναι πειστική, στοιχειοθετείται επαρκώς και υποστηρίζεται από τεκμηριωτικά έγγραφα. Δεν εντοπίζονται ουσιώδεις αντιφάσεις που να θέτουν σε αμφισβήτηση το γεγονός αυτό.

 

(γ)  Ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή - περί σύλληψης, κράτησης και βασανιστηρίων από τις αρχές του Καμερούν λόγω συμμετοχής του σε διαδηλώσεις

 

Η εσωτερική αξιοπιστία

 

Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι υπήρξε θύμα σύλληψης, κράτησης και βασανιστηρίων από τις αρχές του Καμερούν, ως συνέπεια της πολιτικής του δράσης και της συμμετοχής του σε ειρηνικές διαδηλώσεις που διοργανώθηκαν στο πλαίσιο του κινήματος για τα δικαιώματα του αγγλόφωνου πληθυσμού της χώρας. Όπως ανέφερε, υπήρξε στόχος των αρχών ήδη από το 2016, χρονιά κατά την οποία συνελήφθη για πρώτη φορά, τον Δεκέμβριο, ξυλοκοπήθηκε από στρατιώτες και νοσηλεύτηκε λόγω των τραυμάτων του. Εν συνεχεία, όπως ισχυρίστηκε, υπέστη άλλες τρεις ή τέσσερις σύντομες συλλήψεις ή κρατήσεις κατά το διάστημα 2016–2017, σε περιόδους αυξημένης έντασης, χωρίς πάντως να μπορεί να προσδιορίσει με σαφήνεια τον χρόνο, τον τόπο και τις ακριβείς συνθήκες καθεμιάς. Η σημαντικότερη σύλληψη, κατά τον ίδιο, έλαβε χώρα περί την 1η Οκτωβρίου 2017, ημερομηνία κατά την οποία είχαν λάβει χώρα μαζικές διαδηλώσεις υπέρ της ανεξαρτησίας του Southern Cameroons. Ο Αιτητής ανέφερε ότι συμμετείχε ενεργά στη διαδήλωση, τόσο ως μέλος του Southern Cameroons National Council (SCNC) όσο και ως υποστηρικτής της Human Rights Defence Group (HRDG). Κατά την καταστολή της διαδήλωσης από στρατιωτικές δυνάμεις, όπως περιέγραψε, συνελήφθη, ενώ μέλη της οικογένειάς του στοχοποιήθηκαν, με αποκορύφωμα τον θάνατο της αδελφής του και την εξαφάνιση της μητέρας του. Ο ίδιος υπέστη, όπως ισχυρίστηκε, βασανιστήρια, σωματική κακοποίηση με ματσέτες και μπότες, στέρηση τροφής και νερού και μακρά κράτηση χωρίς καμία νομική διαδικασία.

 

Επισημαίνεται ότι, όπως προέκυψε από την ανάλυση του Λειτουργού αναφορικά με την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού αυτού, η οποία παρατέθηκε ανωτέρω, τα περισσότερα ευρήματα του είναι θετικά ως προς την αξιοπιστία. Παρά ταύτα ο ισχυρισμός απορρίπτεται λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας στα λεγόμενα του Αιτητή χωρίς να αποσαφηνίζεται τι ήταν το κρίσιμο που οδήγησε τον ισχυρισμό σε απόρριψη από τη στιγμή που τα ευρήματα αξιοπιστίας είναι ιδιαιτέρως πολλά. Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα το γεγονός πως παρά την απόρριψη του ισχυρισμού του αυτού, ωστόσο κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο Λειτουργός λαμβάνει υπόψη τον ισχυρισμό αυτό, ωσάν να τον αποδέχθηκε, καταλήγοντας πως ο Αιτητής δεν είχε υψηλόβαθμη θέση εντός του SCNC, ενώ τις φορές που φυλακίστηκε αφέθηκε ελεύθερος σχεδόν άμεσα.

 

Παρατηρώ πρόσθετα πως, ο Λειτουργός, κατά την αξιολόγηση του ισχυρισμού του Αιτητή περί συλλήψεων και βασανιστηρίων, παρέλειψε να διαχωρίσει και να αξιολογήσει μεμονωμένα τα επιμέρους περιστατικά που περιέγραψε ο Αιτητής, μολονότι ορισμένοι από τους επιμέρους ισχυρισμούς του είχαν κριθεί ως αξιόπιστοι. Συγκεκριμένα, από την ίδια τη συνέντευξη και την έκθεση του Λειτουργού προκύπτει ότι το περιστατικό της σύλληψης και κακοποίησης τον Δεκέμβριο του 2016, καθώς και η εν γένει συμμετοχή του Αιτητή σε διαδηλώσεις, έγιναν δεκτά ως αληθή ή τουλάχιστον πιθανώς βάσιμα, ενισχυόμενα μάλιστα από σχετικό ιατρικό έγγραφο και τη συναισθηματικά αυθεντική αφήγηση. Παρά ταύτα, ο Λειτουργός προχώρησε σε συνολική απόρριψη του ισχυρισμού περί συλλήψεων, αντιμετωπίζοντάς τον ως ενιαίο και αδιαίρετο αφήγημα, χωρίς να προβεί στη δέουσα επιμέρους αξιολόγηση κάθε περιστατικού, όπως επιβάλλεται από τις αρχές της εξατομικευμένης και αναλυτικής εξέτασης του φακέλου, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη την αποδοχή επιμέρους στοιχείων του ισχυρισμού του Αιτητή.

 

Συνεπώς, ο Λειτουργός υπέπεσε σε σφάλμα ουσίας και μεθοδολογίας, αποτυγχάνοντας να εφαρμόσει την αρχή της διακριτής και σταθμισμένης αξιολόγησης, γεγονός που υπονομεύει τη νομιμότητα και την τεκμηρίωση της απορριπτικής κρίσης.

 

Ωστόσο, το παρόν Δικαστήριο, εξετάζοντας το σύνολο των ισχυρισμών του Αιτητή και λαμβάνοντας υπόψη τόσο τα εσωτερικά στοιχεία της αφήγησής του , κρίνει ότι δεν είναι αναγκαίος ο αυστηρός διαχωρισμός των επιμέρους ισχυρισμών, καθώς η ενιαία αξιολόγησή τους οδηγεί ούτως ή άλλως, ως αναλυτικά θα επεξηγηθεί, σε θετική κρίση περί της αξιοπιστίας του βασικού πυρήνα του ισχυρισμού. Η συνοχή, η συναισθηματική αυθεντικότητα, η ενίσχυση μέσω εγγράφων και η συμφωνία με την πραγματικότητα της χώρας καταγωγής συντελούν στην ολοκληρωμένη και επαρκώς τεκμηριωμένη εκτίμηση ότι ο Αιτητής πράγματι υπήρξε στόχος κρατικής δίωξης λόγω της πολιτικής του δράσης. Επομένως, η αξιολόγηση των ισχυρισμών του ως ενιαίο και συνεκτικό αφήγημα δεν συνιστά μεθοδολογική πλημμέλεια, αλλά ενδείκνυται υπό τις παρούσες περιστάσεις, καθώς καταλήγει σε ευνοϊκό συμπέρασμα υπέρ της αξιοπιστίας του Αιτητή.

 

Ειδικότερα, αξιολογώντας την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή καταδεικνύεται ένας αφηγηματικός κορμός που, παρά τις επιμέρους ασυνέπειες και αδυναμίες, εμφανίζεται συναισθηματικά αυθεντικός, λογικά συνεπής και εν γένει συμβατός με τη γενική εικόνα της κατάστασης στη χώρα καταγωγής. Ο Αιτητής περιέγραψε με λεπτομέρεια και αυθορμητισμό τα περιστατικά που φέρεται να βίωσε, αποτυπώνοντας προσωπική βιωματική εμπειρία, ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση και συγκινησιακή συμμετοχή. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, κατέθεσε συγκεκριμένα περιστατικά, όπως τη συμμετοχή του σε ειρηνικές διαδηλώσεις υπέρ της ανεξαρτησίας του Southern Cameroons, τη στρατιωτική εισβολή στο σπίτι του, τον θάνατο της αδελφής του, την εξαφάνιση της μητέρας του και τις κακοποιήσεις που υπέστη από κρατικούς δρώντες.

 

Ο Aιτητής περιγράφει εκτενώς τις εμπειρίες του κράτησης και βασανιστηρίων από τις αρχές του Καμερούν, παρουσιάζοντας ένα αφήγημα με έντονο βιωματικό χαρακτήρα, που διατρέχεται από συνέπεια, επαναληπτικότητα και συναισθηματική ένταση. Οι αφηγήσεις του δεν είναι αφηρημένες ή γενικές, αλλά περιέχουν λεπτομερείς περιγραφές τόπων, τρόπων σύλληψης, σωματικής βίας, καθώς και της συναισθηματικής του κατάστασης πριν, κατά και μετά τα περιστατικά.

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο Αιτητής αναφέρει ότι συνελήφθη για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2016, όταν συμμετείχε σε δραστηριότητες ευαισθητοποίησης του πληθυσμού υπέρ των δικαιωμάτων των αγγλόφωνων Καμερουνέζων. Όπως δηλώνει, τον πλησίασε η αστυνομία την ώρα που μιλούσε στο κοινό και άρχισαν να του φωνάζουν ότι δεν έχει το δικαίωμα να μιλάει. Αναφέρει ότι τον χτύπησαν, τον έσυραν στο έδαφος και τον μετέφεραν στο στρατόπεδο. Εκεί, τον κράτησαν χωρίς φροντίδα, χωρίς φαγητό ή νερό, με έντονο πόνο στο σώμα του. Εμφανίζει ουλές και τραύματα, τα οποία δείχνει στον Λειτουργό, προσκομίζοντας και ιατρικό πιστοποιητικό (το οποίο παρατίθεται και αξιολογείται στη συνέχεια). Περιγράφει με σαφήνεια το περιβάλλον κράτησης του, αναφερόμενος στη διάταξη των κελιών, στην ύπαρξη σκοτεινών διαδρόμων και στις συνθήκες διαβίωσης.

 

Εν συνεχεία, περιγράφει τη συμμετοχή του σε διαδήλωση την 1η Οκτωβρίου 2017, κατά την οποία ο στρατός πυροβόλησε κατά των διαδηλωτών. Ο Αιτητής αναφέρει ότι είδε φίλους του να σκοτώνονται μπροστά στα μάτια του, ενώ ο ίδιος συνελήφθη, ξυλοκοπήθηκε με ραβδιά και κοντάκια όπλων, χτυπήθηκε στο κεφάλι και στο σώμα, ενώ όταν προσπάθησε να μετακινηθεί, τον ποδοπάτησαν. Η αφήγησή του είναι απολύτως περιγραφική· δεν περιορίζεται στη γενική αναφορά της βίας, αλλά περιγράφει τη στάση του σώματός του, τα αντικείμενα που χρησιμοποιήθηκαν (ματσέτες, καρέκλες, μπότες), ακόμη και τη θέση του μέσα στο κελί.

 

Η αφήγηση του είναι χαρακτηριστική και βιωματική: «(…) when they started stubbled on us, beaten us, brutalize us. I have bruises,  had blood coming out of my face. They drag me on the ground(...)” (βλ. ερ. 55/2X) «(…) they were using machete (…) They were making you sit on the ground, putting a chair on your chest and your leg would be straight, not able to move and they would wipe your legs, I have cuts on my leg, machete cute. When you try to move your leg they beat you, they punch you in your body, in your head. And you are handcuffed, you cannot move» (βλ. ερ. 54/1Χ), «(…) it was really like hell. I was on the floor, my hands cuffed, my body was in pain, I was crying, they just throw me there like a pig» (βλ. ερ. 64/2Χ). Τα λεγόμενά του είναι βιωματικά, ειπωμένα με προσωπική χροιά και αίσθηση χρονικότητας που ενισχύει τη γνησιότητα των ισχυρισμών του.

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο Λειτουργός καταγράφει επανειλημμένα ενδείξεις συναισθηματικής φόρτισης. Στο ερ. 57 σημειώνεται ότι ο Αιτητής είναι αναστατωμένος, καλύπτει το πρόσωπό του και δηλώνει ότι απλώς συγκινείται επειδή θυμάται παλιές στιγμές και βιώματα. Στο ερ. 56, ο Λειτουργός καταγράφει ότι ο Αιτητής είναι και πάλι αναστατωμένος, καλύπτει ξανά το πρόσωπό του όταν αναφέρεται στον θάνατο φίλου του μπροστά στα μάτια του. Όπως προκύπτει από το ερ. 51, η συναισθηματική του κατάσταση κορυφώνεται: ο Αιτητής κλαίει, αφαιρεί τα ακουστικά του και δεν μπορεί να μιλήσει καθαρά λόγω της συγκίνησης. Ο Λειτουργός αναγκάζεται να διακόψει προσωρινά τη συνέντευξη. Οι παρατηρήσεις αυτές τεκμηριώνουν όχι μόνο την ψυχολογική φόρτιση του Αιτητή αλλά και την αυθεντικότητα του βιώματός του, καθώς το συναισθηματικό του ξέσπασμα δεν έρχεται εμβόλιμα, αλλά συνδέεται με συγκεκριμένες αναφορές σε οικογενειακά τραύματα και τραυματικές εμπειρίες.

 

Ο Αιτητής περιγράφει επίσης την τύχη των μελών της οικογένειάς του: αναφέρει ότι η αδελφή του σκοτώθηκε από πυρά στρατιωτών μέσα στο σπίτι τους, ενώ η μητέρα του εξαφανίστηκε κατά την προσπάθεια να διαφύγει με τα παιδιά. Ο πατέρας του, επίσης ακτιβιστής, αγνοείται εδώ και καιρό και θεωρείται νεκρός. Οι μαρτυρίες αυτές προβάλλονται με έντονο συναισθηματικό φορτίο και προσωπικό πόνο. Δεν είναι αποστασιοποιημένες ή υπερβολικές· αντίθετα, εντάσσονται ομαλά στο γενικότερο πλαίσιο αφήγησης και τεκμηριώνουν την απώλεια, τον φόβο και την αίσθηση διαρκούς απειλής.

 

Η βιωματικότητα της αφήγησης είναι εμφανής τόσο στον τρόπο με τον οποίο περιγράφονται τα γεγονότα όσο και στον τόνο με τον οποίο αποδίδονται. Ο Αιτητής επανέρχεται συνεχώς στα ίδια σημεία, με συνέπεια και λεπτομέρεια, χωρίς ουσιώδεις αντιφάσεις ή ανακολουθίες. Η φυσική ένδειξη ουλών, καθώς και η συναισθηματική αντίδραση που καταγράφεται αντικειμενικά από το Λειτουργό, συνηγορούν υπέρ της αξιοπιστίας του Αιτητή και επιβεβαιώνουν ότι οι ισχυρισμοί του δεν αποτελούν απλή αφήγηση γεγονότων, αλλά βαθύ βίωμα ενός ατόμου που υπέστη επανειλημμένη κρατική βία και απώλεια.

 

Το αφήγημα του Αιτητή περιλαμβάνει περιγραφή συνολικά πέντε περιστατικών κράτησης. Η πρώτη σύλληψη τοποθετείται χρονικά τον Δεκέμβριο του 2016 και συνδέεται με περιστατικό βασανισμού και μεταφοράς του στο νοσοκομείο, γεγονός που ενισχύεται και από σχετική ιατρική βεβαίωση που προσκόμισε, η οποία αξιολογείται στη συνέχεια. Αναφέρεται, επίσης, σε τρεις έως τέσσερις επόμενες σύντομες κρατήσεις, τις οποίες δεν μπορεί να χρονολογήσει ή περιγράψει επακριβώς, αλλά εντάσσει στο γενικότερο κλίμα στοχοποίησης λόγω της πολιτικής του δράσης. Η τελευταία και σοβαρότερη κράτηση, η οποία φέρεται να έλαβε χώρα την 1η Οκτωβρίου 2017 (ή, όπως ανέφερε εναλλακτικά, κατά τη διάρκεια της νύχτας που οδηγούσε στη 2α Οκτωβρίου), αποτελεί το πιο κεντρικό και δραματικό σημείο της αφήγησης.

 

Παρότι διαπιστώνονται ορισμένες ασάφειες και αντιφάσεις, όπως η αβεβαιότητα ως προς την ακριβή ημερομηνία της σύλληψης ή οι αντιφατικές δηλώσεις για την κατάσταση του πατέρα του (νεκρός, κρατούμενος ή εξαφανισμένος), οι αποκλίσεις αυτές δεν φαίνεται να πλήττουν τη συνοχή του βασικού αφηγήματος. Η ψυχολογική επιβάρυνση, η φύση των τραυματικών εμπειριών και οι γενικές συνθήκες υπό τις οποίες έλαβαν χώρα τα καταγγελλόμενα γεγονότα επαρκούν για  να αιτιολογήσουν τα κενά ή τις μικρές χρονικές ανακρίβειες, σύμφωνα και με τον σχετικό Οδηγό της EUAA [4].

 

Η αφήγηση του Αιτητή παραμένει σταθερή και λογικά συνεπής, χωρίς να παρουσιάζει σημεία κατασκευής ή υπερβολής και δεν επιδιώκει να αποσιωπήσει λεπτομέρειες που ενδεχομένως να τον έθεταν σε δυσμενή θέση, γεγονός που ενισχύει περαιτέρω την εντύπωση ειλικρίνειας. Καταλήγω συνεπώς ότι ο ισχυρισμός αυτός του Αιτητή είναι εσωτερικά αξιόπιστος.

 

Η εξωτερική αξιοπιστία

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού αυτού, ο Αιτητής προσκόμισε τα ακόλουθα έγγραφα: 

 

·         Αντίγραφο της υπ’ αριθμ. 0764/2017 Διαταγής της επαρχίας (Prefectorial Order), με ημερομηνία έκδοσης 27.10.2017 (βλ. ερ. 40)

 

·         Αντίγραφο της από 23.12.2016 Ιατρικής Γνωμάτευσης (βλ. ερ. 41)

 

·         Αντίγραφο δήλωσης του δικηγόρου του Αιτητή, ονόματι Aba Nelson, ημερομηνίας 24.11.2017 (βλ. ερυθρά 71 – 69 του Δ.Φ.),

 

Αναφορικά με την αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων, η Δικαστική Ανάλυση της EASO (2018) επισημαίνει ότι δεν υπάρχει γενικός ορισμός του όρου «αποδεικτικά στοιχεία» στο δίκαιο της ΕΕ, ούτε στην ΟΕΑΑ ούτε στην ΟΔΑ. Το άρθρο 4(2) της ΟΕΑΑ αναφέρει ότι τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη περιλαμβάνουν τις δηλώσεις του αιτητή και έγγραφα που έχει στη διάθεσή του, χωρίς να αποκλείεται η συνυπολογισμός και άλλων αποδεικτικών μέσων βάσει της νομολογίας του ΔΕΕ[5].

 

Η αξιολόγηση δεν μπορεί να γίνεται μηχανιστικά αλλά πρέπει να προσαρμόζεται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά κάθε υπόθεσης, λαμβάνοντας υπόψη τις εγγυήσεις του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.[6] Ενδεικτικά, στην J.K. και λοιποί κατά Σουηδίας[7] (ΕΔΔΑ), αναγνωρίζεται ότι συχνά απαιτείται να αναγνωρίζεται στους αιτητές το ευεργέτημα της αμφιβολίας, ενώ στην M.M., C-277/11[8], (ΔΕΕ) υπογραμμίζεται ότι ο αιτητής φέρει το βάρος παροχής εύλογων εξηγήσεων για τυχόν ανακρίβειες.

 

Η EUAA παρατηρεί ότι κατά την εκτίμηση εγγράφων πρέπει να συνεκτιμώνται η συνάφεια, ο τύπος, το περιεχόμενο, η προέλευση και ο συντάκτης τους[9]. Ειδικότερα, στην AO κατά Refugee Appeals Tribunal & ors[10] (Ιρλανδία), διευκρινίζεται ότι δεν υφίσταται γενική υποχρέωση των αποφαινόμενων αρχών να επαληθεύουν τη γνησιότητα κάθε εγγράφου, εκτός αν αυτό είναι κρίσιμο υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης. Ειδικότερα, επισημαίνεται ότι:

 

«[...] ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων δεν υποχρεούται κατά γενικό κανόνα να διενεργήσει ο ίδιος έρευνες για να πιστοποιήσει τη γνησιότητα ενός εγγράφου το οποίο επικαλείται αιτών διεθνή προστασία, παρότι ενδέχεται να συντρέχουν ειδικές περιστάσεις υπό τις οποίες αυτό να είναι όντως αναγκαίο. Παρότι προκύπτει σαφώς από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Singh κατά Βελγίου[11] ότι τα συμβαλλόμενα κράτη ενδέχεται να υπέχουν τέτοιου είδους υποχρέωση σε συγκεκριμένες υποθέσεις στις οποίες η γνησιότητα των εγγράφων είναι κρίσιμης σημασίας και οι συνέπειες για τους προσφεύγοντες είναι δυνητικά σοβαρές, δεν υφίσταται, ωστόσο, σχετικός γενικός κανόνας"».

 

Αντίστοιχα, στην Singh κατά Βελγίου (ΕΔΔΑ) το Δικαστήριο δεν καθιέρωσε γενικό κανόνα επαλήθευσης εγγράφων, αλλά επισήμανε την ανάγκη διερεύνησης μόνον όπου τα σχετικά έγγραφα είναι ουσιώδη και οι συνέπειες δυνητικά σοβαρές[12].

 

Τέλος, η EUAA υπογραμμίζει ότι η αξιολόγηση εγγράφων δεν πρέπει να γίνεται αποκομμένα, αλλά στο πλαίσιο όλων των αποδεικτικών στοιχείων, ενώ πριν από κάθε αρνητική κρίση, ο αιτητής πρέπει να έχει την ευκαιρία να σχολιάσει ή να δώσει εξηγήσεις.[13]

 

Λαμβάνοντας καθοδήγηση από τα ως άνω, προχωρώ στην αξιολόγηση των κρίσιμων αυτών εγγράφων:

 

(i) Σχετικά με το έγγραφο με τίτλο “Prefectorial Order” ημερομηνίας 27.10.2017 που προσκομίστηκε από τον Αιτητή και το οποίο κάνει αναφορά σε εντολή για σύλληψή του:

 

Το έγγραφο αυτό φαίνεται να είναι «νομαρχιακή διαταγή» ή «διοικητική εντολή από Νομάρχη» (prefectorial order) συγκεκριμένα από το Senior Divisional Officer for Meme Division, που φέρει τον τίτλο Knight of the National Order of Valour. Αφορά διοικητική κράτηση ατόμων, μεταξύ των οποίων εντοπίζεται και το όνομα του Αιτητή, με την αιτιολογία ότι κατηγορούνται για συμμετοχή σε αποσχιστική δράση, παρακίνηση σε εξέγερση, παράνομη συγκέντρωση, κυκλοφορία ανατρεπτικών εγγράφων, συνωμοσία και υποκίνηση εχθρότητας κατά της πατρίδας.

 

Προς αξιολόγηση του εγγράφου αυτού, σκόπιμο κρίνεται να παρατεθούν οι γενικοί κανόνες που ισχύουν για τα εντάλματα συλλήψεως στο Καμερούν. Σύμφωνα, συνεπώς, με τον κώδικα Ποινικής Δικονομίας του Καμερούν Νόμος 2005/007 της 27ης Ιουλίου 2005 προβλέπεται στα Αρ. 18 - 19:

 

Άρθρο 18 — (1) Το ένταλμα σύλληψης είναι η εντολή που δίνεται σε αξιωματικό της δικαστικής αστυνομίας να αναζητήσει κατηγορούμενο ή καταδικασθέντα και να τον παραπέμψει ενώπιον μιας από τις δικαστικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 12.

 

(2) Όταν ο κατηγορούμενος ή ο καταδικασθείς βρίσκεται σε φυγή, ο ανακριτής ή το πρωτοβάθμιο δικαστήριο μπορεί να εκδώσει ένταλμα σύλληψης εναντίον του, εάν το εν λόγω αδίκημα τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή.

 

(3) Όταν ο κατηγορούμενος ή ο καταδικασθείς διαμένει εκτός της εθνικής επικράτειας και δεν συμμορφώνεται με την κλήση του δικαστηρίου, ο ανακριτής ή το πρωτοβάθμιο μπορεί να επιδικάσει το ένταλμα σύλληψης εάν το αδίκημα τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή τουλάχιστον έξι (6) μηνών ή σε περίπτωση καταδίκης για την ίδια ποινή. Όποιος συλλαμβάνεται δυνάμει εντάλματος σύλληψης παραπέμπεται χωρίς καθυστέρηση ενώπιον του ανακριτή ή του προέδρου του δικαστηρίου που το εξέδωσε.[14]

 

Άρθρο 19 (1) Ο συλληφθείς βάσει εντάλματος σύλληψης οδηγείται χωρίς καθυστέρηση ενώπιον του ανακριτή ή του προέδρου του δικαστηρίου που το εξέδωσε, ο οποίος μπορεί με ένα έγγραφο (‘mainlevée’) να αφεθεί ελεύθερος, εάν (σ.σ. το πρόσωπο αυτό) παρέχει μία από τις εγγυήσεις που προβλέπονται στο αρ. 246 (g).

 

(2) (α) Σε αντίθετη περίπτωση, οδηγείται αμέσως στη φυλακή που αναγράφεται στο ένταλμα, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

 

β) Εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την κράτηση του προσώπου αυτού, θα οδηγηθεί για ανάκριση στον ανακριτή ή, κατά περίπτωση, στην επόμενη συνεδρίαση (σ.σ. θα οδηγηθεί ενώπιον)  του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που εξέδωσε το ένταλμα σύλληψης.

 

(3) Ο ανακριτής ή το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αποφασίζει για την κράτηση υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 221 και 222.

 

(4) Εάν το πρόσωπο συλληφθεί εκτός της κατά τόπον αρμοδιότητας του ανακριτή ή του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου που εξέδωσε το ένταλμα, οδηγείται αμέσως ενώπιον του Εισαγγελέα του τόπου σύλληψης, ο οποίος ενημερώνει αμέσως τον ανακριτή ή τον πρόεδρο του δικαστηρίου που εξέδωσε το ένταλμα για την σύλληψη και ζητά τη μεταφορά του συλληφθέντα.[15]

 

Σύμφωνα με το Camerlex.com, τη μεγαλύτερη βάση δικαστικών δεδομένων του Καμερούν, η οποία λειτουργεί σε εθελοντική βάση, τα εντάλματα σύλληψης εκδίδονται ως περιγράφουν τα άρθρα 18-19 του κώδικα Ποινικής Δικονομίας και επιπροσθέτως, αναφέρεται ότι «Εάν το άτομο για το οποίο έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης δεν μπορεί να βρεθεί μετά από προσεκτική έρευνα, αντίγραφο του εν λόγω εντάλματος κοινοποιείται στην τελευταία γνωστή κατοικία του ή στον αρχηγό του χωριού ή της περιφέρειας. Συντάσσεται έκθεση των διαδικασιών που εκτελέστηκαν και αποστέλλεται στον συντάκτη της εντολής. Ο αξιωματικός της δικαστικής αστυνομίας που είναι επιφορτισμένος με την εκτέλεση του εντάλματος σύλληψης έχει την έκθεσή του επικυρωμένη από το πρωτότυπο του εντάλματος υπογεγραμμένη είτε από τον προϊστάμενο της διοικητικής περιφέρειας, τον δήμαρχο είτε από τον προϊστάμενο του χωριού ή της περιφέρειας του τόπου κατοικίας ή τελευταία γνωστή κατοικία, και αφήνει ένα αντίγραφο για δημοσίευση.[16]

 

Σε παλαιότερη έκθεση του 2008 από την γερμανική SFHSchweizerische Flüchtlingshilfe αναφορικά με την αξιολόγηση της αυθεντικότητας ενός εντάλματος σύλληψης, σημειώνεται ως προς την πρόσβαση στα εντάλματα σύλληψης ότι με βάση πληροφορίες από τον Akere Muna, πρώην πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Καμερούν και νυν προέδρου του τμήματος Διεθνούς Διαφάνειας του Καμερούν, οι άνθρωποι κατά των οποίων εκδίδεται ένταλμα σύλληψης ή ένταλμα έρευνας, δεν λαμβάνουν ούτε το πρωτότυπο έγγραφο ούτε αντίγραφό του. Το ένταλμα σύλληψης εμφανίζεται μόνο από την αστυνομία. Όποιος αποφυλακιστεί, ωστόσο, λαμβάνει μια αρχική επιβεβαίωση αποφυλάκισης. Ο νέος κώδικας ποινικής δικονομίας του Καμερούν, ο οποίος ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 2005 και ισχύει από τον Ιανουάριο του 2007, ορίζει επίσης ότι πρέπει να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης αλλά να μην παραδοθεί.[17]

 

Ως προς το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο στο Καμερούν, προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

·          Σύμφωνα με Έκθεση του Υπουργείο Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S. Department of State) για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Καμερούν για το έτος 2019, ο νόμος επιτρέπει τη διοικητική κράτηση χωρίς απαγγελία κατηγορίας για ανανεώσιμες περιόδους 15 ημερών από διοικητικές αρχές, όπως περιφερειάρχες και άλλους κρατικούς αξιωματούχους σε θέσεις διοίκησης. [18]

 

·         Ειδικότερα, σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ του νόμου 54/19.12.1990 σχετικά με την τήρηση του νόμου και της τάξης οι διοικητικές αρχές μπορούν, ανά πάσα στιγμή και ανάλογα με τις περιστάσεις, να λάβουν τα εξής μέτρα στο πλαίσιο της διατήρησης της δημόσιας τάξης:

 

-          να ελέγχουν την κίνηση προσώπων και αγαθών

-          να επιτάσσουν πρόσωπα και αγαθά σύμφωνα με τον νόμο,

-          να επιτάσσουν την αστυνομία και τη χωροφυλακή για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της τάξης,

-          να κρατούν άτομα για ανανεώσιμη περίοδο 15 ημερών για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας.[19]

 

Αναφορικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας και τις αυθαίρετες συλλήψεις, εντοπίζονται τα ακόλουθα:  

 

·         Η αστυνομία, η χωροφυλακή, η BIR (Ειδική Ταξιαρχία Επέμβασης) και άλλες κρατικές αρχές φέρεται να συνέχισαν να συλλαμβάνουν και να κρατούν άτομα αυθαίρετα, συχνά για παρατεταμένες περιόδους χωρίς απαγγελία κατηγοριών ή δίκη και κάποιες φορές χωρίς δυνατότητα επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Συνεχίστηκε επίσης η πρακτική των «συλλήψεων Παρασκευής», κατά την οποία άτομα που συλλαμβάνονταν Παρασκευή κρατούνταν τουλάχιστον μέχρι τη Δευτέρα, εκτός εάν πλήρωναν χρηματικό ποσό (δωροδοκία).

 

·         Σύμφωνα με αξιόπιστες αναφορές ότι οι αρχές κρατούσαν υπόπτους, τόσο στο πλαίσιο της αγγλόφωνης κρίσης όσο και της μετεκλογικής κρίσης, για μεγάλα χρονικά διαστήματα χωρίς να τους ενημερώνουν για τις κατηγορίες. Για παράδειγμα, στις 8 Αυγούστου, η ΜΚΟ Human is Right ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια επίσκεψής της στις Κεντρικές Φυλακές της Μπουέα τον Ιούλιο, εντόπισε έναν ανήλικο που βρισκόταν υπό προσωρινή κράτηση από το 2017. Ο ανήλικος ήταν 14 ετών κατά τη σύλληψή του και κρατείτο χωρίς δίκη για περίπου δύο χρόνια. Μέχρι τον Οκτώβριο, το Ανώτερο Δικαστήριο του Φάκο δεν είχε ακόμη εξετάσει την υπόθεση.[20]

Αναφορικά με τον εκδότη του εγγράφου, σύμφωνα με έγκυρες πηγές πληροφόρησης ο υπογράφον Chamberlain Ntou'ou Ndong διορίστηκε ως Νομάρχης (Senior Divisional Officer - SDO) του Meme Division στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν τον Σεπτέμβριο του 2017.[21]

 

Αξιολόγωντας λοιπόν το προσκομισθέν έγγραφο με αριθμό 0761/2017 , παρατηρώ ότι αυτό φέρει την υπογραφή του διοικητικού υπαλλήλου Ntou’ou Ndong Chamberlin, τότε Senior Divisional Officer (SDO) για το Meme Division του Καμερούν και φαίνεται να συνιστά διοικητική διαταγή κράτησης προσώπων, μεταξύ των οποίων φέρεται να περιλαμβάνεται και ο Αιτητής. Η αξιολόγηση του εγγράφου αυτού υπό το πρίσμα των διαθέσιμων εξωτερικών πηγών καταδεικνύει ότι αυτό μπορεί να θεωρηθεί αυθεντικό και να ενισχύσει την εξωτερική αξιοπιστία του σχετικού ισχυρισμού.

 

Καταρχάς, από την εξωτερική του μορφή, το έγγραφο φέρει όλα τα αναμενόμενα στοιχεία επίσημου διοικητικού εγγράφου του Καμερούν: αριθμό πρωτοκόλλου, ημερομηνία έκδοσης, αναφορά στη σχετική νομοθεσία, ονομαστική καταγραφή των εμπλεκομένων, σαφή διατακτικό και επίσημη σφραγίδα της αρμόδιας διοικητικής αρχής. Η υπογραφή του Ntou’ou Ndong Chamberlin ως Senior Divisional Officer αντιστοιχεί σε επαληθευμένες πληροφορίες από ανεξάρτητες πηγές, σύμφωνα με τις οποίες ο εν λόγω αξιωματούχος διορίστηκε πράγματι σε αυτή τη θέση τον Σεπτέμβριο του 2017. Η χρονολογική αντιστοίχιση μεταξύ ημερομηνίας έκδοσης του εγγράφου (27 Οκτωβρίου 2017) και της θητείας του εν λόγω SDO ενισχύει την αυθεντικότητά του.

 

Το περιεχόμενο του εγγράφου ανταποκρίνεται σε γνωστές πρακτικές της δημόσιας διοίκησης του Καμερούν, οι οποίες τεκμηριώνονται από εξωτερικές πηγές όπως η Έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Καμερούν (2019), καθώς και από έγκυρες ΜΚΟ, μεταξύ των οποίων η Human is Right και η Schweizerische Flüchtlingshilfe (SFH). Σύμφωνα με τις πηγές αυτές, διοικητικές αρχές, όπως οι Prefects και οι Senior Divisional Officers, διαθέτουν τη δυνατότητα να εκδίδουν διατάγματα διοικητικής κράτησης για περιόδους δεκαπέντε ημερών, ανανεώσιμες, χωρίς την ανάγκη προηγούμενης δικαστικής εντολής. Τα διατάγματα αυτά αφορούν, μεταξύ άλλων, καταστάσεις όπου διακυβεύεται η δημόσια τάξη ή η ασφάλεια, και ακολουθούν τυποποιημένη διοικητική διαδικασία, η οποία δεν εξασφαλίζει αυτομάτως πρόσβαση των κρατουμένων ενώπιον δικαστικής αρχής. Οι καταγγελίες αυθαίρετων κρατήσεων, συχνά με πολιτικά ή αποσχιστικά κίνητρα, είναι συχνές και τεκμηριώνονται επαρκώς από ανεξάρτητες πηγές.

 

Αν και η εν λόγω διαταγή δεν αποτελεί ένταλμα σύλληψης με την έννοια των άρθρων 18 και 19 του Καμερούνιου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας —καθώς δεν εκδόθηκε από δικαστική αρχή και δεν προβλέπει παρουσίαση του συλληφθέντος ενώπιον δικαστηρίου— αυτό δεν αντιφάσκει με τη διοικητική πρακτική που ισχύει στο πλαίσιο του Νόμου 54/1990. Ο νόμος αυτός, επιτρέπει στις διοικητικές αρχές τη λήψη μέτρων για τη διατήρηση της τάξης, περιλαμβανομένης της κράτησης προσώπων για ανανεώσιμες περιόδους δεκαπέντε ημερών, χωρίς προηγούμενη δικαστική έγκριση. Το εξεταζόμενο έγγραφο ευθυγραμμίζεται πλήρως με αυτή τη μορφή διοικητικής πράξης.

 

Επιπλέον, ο μαζικός χαρακτήρας της διαταγής, που αφορά πολλά πρόσωπα ταυτοχρόνως, συνάδει με τεκμηριωμένες πρακτικές που εφαρμόστηκαν στο πλαίσιο της λεγόμενης «αγγλόφωνης κρίσης» του Καμερούν, κατά την οποία καταγράφηκαν συλλήψεις πολιτών που συνδέονταν ή θεωρήθηκαν ότι συνδέονταν με αποσχιστικά κινήματα ή συμμετείχαν σε ειρηνικές διαδηλώσεις. Οι αναφερόμενες κατηγορίες στο έγγραφο, όπως "circulation of subversive documents" και "inciting rebellion", απαντώνται συστηματικά σε διοικητικές διαταγές κράτησης της περιόδου εκείνης, γεγονός που ενισχύει περαιτέρω τη συμβατότητα του περιεχομένου του εγγράφου με τη γνωστή διοικητική πρακτική.

 

Συνεπώς, το εν λόγω έγγραφο, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι το όνομα του Αιτητή περιλαμβάνεται μεταξύ των προσώπων που αναφέρονται σε αυτό, μπορεί να γίνει δεκτό ότι τεκμηριώνει την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του περί έκδοσης εντάλματος κράτησης του μετά την αναχώρηση του από το Καμερούν. Η ύπαρξη τέτοιου εγγράφου αποτελεί σοβαρή ένδειξη ότι υπήρξε κινητοποίηση κρατικής καταστολής εναντίον του, στο πλαίσιο μιας γενικευμένης πρακτικής παραβίασης εγγυήσεων κράτους δικαίου και αυθαιρεσίας, όπως αυτή έχει τεκμηριωθεί από πλήθος ανεξάρτητων πηγών. Για τον λόγο αυτό, η επίκληση και κατάθεση του εγγράφου αυτού ενισχύει σημαντικά την πειστικότητα του ισχυρισμού του Αιτητή και δικαιολογεί την αποδοχή του ως στοιχείου που θεμελιώνει την εξωτερική αξιοπιστία της αφήγησής του.

 

(ii) Αναφορικά με την ιατρική γνωμάτευση (medical report) την οποία προσκόμισε ο Αιτητής (βλ. ερ. 41 του δ.φ.), παρατηρώ ότι ο Λειτουργός κατέληξε

πως δεν μπορεί να εξακριβωθεί η γνησιότητά της, ενώ έκρινε ότι το περιεχόμενό της δεν συνάδει με την κατάθεση του Αιτητή, εφόσον αυτός ανέφερε συμμετοχή, σύλληψη και κακοποίηση στο πλαίσιο των διαδηλώσεων της 01.10.2017, ενώ η γνωμάτευση φέρει ημερομηνία Δεκεμβρίου 2016. Ωστόσο, προκύπτει από τη συνέντευξη ότι ο Αιτητής είχε ρητά αναφερθεί σε προγενέστερη σύλληψη και βασανισμό κατά τον Δεκέμβριο του 2016, για τον οποίο νοσηλεύτηκε, και ότι κατέθεσε σχετικό έγγραφο (βλ. ερ. 57 του δ.φ.), δηλώνοντας ότι του το απέστειλε ο δικηγόρος του από το Καμερούν. Συνεπώς, η κρίση του Λειτουργού περί αντίφασης μεταξύ ισχυρισμών και εγγράφου είναι εσφαλμένη.

 

Προχωρώντας σε περαιτέρω αξιολόγηση του εγγράφου, παρατηρώ ότι αυτό εκδόθηκε από το Kumba District Hospital, αφορά πρόσωπο με τα στοιχεία του Αιτητή και καταγράφει τραυματισμούς συμβατούς με ξυλοδαρμό και κακοποίηση ("all allegedly due to assault"), όπως πληγές στα πέλματα, εκδορές και κατάγματα. Φέρει σφραγίδα του Υπουργείου Υγείας, υπογραφή ιατρού, είναι δίγλωσσο (γαλλικά–αγγλικά), φέρει αριθμό πρωτοκόλλου και διατυπώνεται με τρόπο σύμφωνο με την πρακτική δημόσιων νοσοκομείων στο Καμερούν, ενισχύοντας την αυθεντικότητά του.

 

Πρόσθετα, το έγγραφο συνάδει με την αφήγηση του Αιτητή, ο οποίος περιέγραψε με έντονη συναισθηματική φόρτιση τη μεταφορά του στο νοσοκομείο μετά από σκληρή κακοποίηση από στρατιώτες. Αν και δεν ανέφερε με ακρίβεια το όνομα του νοσοκομείου, αυτό δεν αναιρεί την αξιοπιστία του ισχυρισμού, ιδίως ενόψει των περιστάσεων.

 

Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τις τις Κατευθυντήριες Γραμμές της EUAA για την αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων, oi ιατρικές γνωματεύσεις δεν έχουν σκοπό να τεκμηριώσουν το ιστορικό γεγονός καθαυτό, αλλά να περιγράψουν την ιατρική κατάσταση του αιτητή όπως αυτή παρατηρείται από τον επαγγελματία υγείας, ενδεχομένως σε συσχετισμό με την αναφερόμενη αιτία. Η γνωμάτευση επομένως δεν αποδεικνύει την ταυτότητα του δράστη ή τις ακριβείς συνθήκες της επίθεσης, αλλά η καταγραφή των σωματικών κακώσεων μπορεί να προσδώσει σημαντική ενισχυτική αξία στην αξιοπιστία του ισχυρισμού, εφόσον η ιατρική περιγραφή συμφωνεί με την αφήγηση του αιτητή.

 

Στην παρούσα υπόθεση, η αφήγηση του Αιτητή για τα γεγονότα του Δεκεμβρίου 2016, όπως καταγράφηκε στη συνέντευξη (συμπεριλαμβανομένης της συναισθηματικής του κατάρρευσης), είναι συνεπής με τα ιατρικά ευρήματα. Η ταύτιση του χρονικού πλαισίου, της αιτίας τραυματισμού και των σωματικών συμπτωμάτων ενισχύει σημαντικά την εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία της κατάθεσής του.

Top of Form

(iii) Αντίγραφο δήλωσης του δικηγόρου του Αιτητή, ημερομηνίας 24.11.2017 (βλ. ερυθρά 71 – 69 του Δ.Φ.),

 

Η ένορκη δήλωση του δικηγόρου του Αιτητή, ημερομηνίας 24 Νοεμβρίου 2017, φέρει τα τυπικά γνωρίσματα επίσημου εγγράφου (υπογραφή, ημερομηνία, σφραγίδα) και περιλαμβάνει ουσιώδεις πληροφορίες για τη στοχοποίηση μελών του SCNC, καθώς και για τη δίωξη του ίδιου του Αιτητή. Αν και η ιδιότητα του δηλούντος ως πληρεξουσίου του Αιτητή εγείρει ερωτήματα ως προς την αντικειμενικότητα της μαρτυρίας, αυτό δεν καθιστά το έγγραφο αυτομάτως αναξιόπιστο. Η δήλωση μπορεί να αξιολογηθεί επικουρικά, στο μέτρο που συνάδει με λοιπά στοιχεία του φακέλου και την κατάθεση του Αιτητή.

 

Έχοντας λοιπόν εξετάσει την ένορκη αυτή δήλωση, παρατηρώ ότι αυτή ευθυγραμμίζεται με τον βασικό πυρήνα των ισχυρισμών του Αιτητή περί πολιτικής του δράσης, ύπαρξης εντάλματος και ανάγκης διαφυγής. Δεν διαπιστώνονται ευθείες αντιφάσεις σε σχέση με τα όσα ο Αιτητής ανέφερε στη συνέντευξή του, αν και παρατηρούνται ορισμένες παραλείψεις, όπως η μη αναφορά της νοσηλείας του ή λεπτομερειών για τα βασανιστήρια. Ωστόσο, αυτές οι ελλείψεις δεν αναιρούν τη γενική συμβατότητα με την αφήγηση του Αιτητή. Συνεπώς, η ένορκη δήλωση μπορεί να ληφθεί υπόψη ως ενισχυτικό στοιχείο αξιοπιστίας, εντός του συνολικού αποδεικτικού πλαισίου.

 

Κατά συνέπεια, καταλήγω ότι η δήλωση του δικηγόρου είναι ουσιωδώς συμβατή με τη συνέντευξη του αιτητή, δεν παρουσιάζει εσωτερικές αντιφάσεις και μπορεί να λειτουργήσει επικουρικά στην ενίσχυση της αξιοπιστίας του, υπό την επιφύλαξη των ελλείψεων που σημειώθηκαν.

 

Προς αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή, ανέτρεξα πρόσθετα και σε πηγές πληροφόρησης από τις οποίες ανέκυψαν τα ακόλουθα:

 

Bottom of Form

 

Αναφορικά με τη δίωξη των μελών του SCNC από την Κυβέρνηση του Καμερούν, η πιο πρόσφατη έρευνα που κάνει αναφορά σε δίωξη των υποστηρικτών της ομάδας είναι της Human Rights Watch η οποία δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2022 και σημειώνει ότι είκοσι τέσσερα άτομα ισχυρίστηκαν ότι διώχθηκαν από τις αρχές, πλήρως ή εν μέρει λόγω της πολιτικής τους άποψης. Ισχυρίστηκαν ότι υποστήριξαν ή συμμετείχαν σε ειρηνικές διαδηλώσεις, συναντήσεις ή άλλες δραστηριότητες που εκφράζουν την αντίθεσή τους στην κυβέρνηση, στην αντιληπτή περιθωριοποίηση των αγγλόφωνων περιοχών ή σε καταχρήσεις των δυνάμεων ασφαλείας. Εννέα είπαν ότι ήταν μέλη ή υποστηρικτές του Εθνικού Συμβουλίου του Νότιου Καμερούν (SCNC) και οι οποίοι συμμετείχαν στο συντονισμό ειρηνικών διαδηλώσεων. Σε απάντηση στις διαμαρτυρίες ή τις πολιτικές δραστηριότητές τους, ισχυρίστηκαν ότι οι δυνάμεις ασφαλείας τους επιτέθηκαν, αυθαίρετα συνελήφθησαν και κρατήθηκαν, βασανίστηκαν, βιάστηκαν ή κακοποιήθηκαν, τραυμάτισαν μέλη των οικογενειών τους ή έκαψαν τα σπίτια ή τις επιχειρήσεις τους. Αρκετές από τις εν λόγω αρχές τους κατηγόρησαν για εμπλοκή με αυτονομιστικές ομάδες.[22]

 

Σημειώνεται ότι οι εν λόγω πληροφορίες αφορούν κυρίως την περίοδο που έλαβαν χώρα τα όσα ισχυρίστηκε ο Αιτητής ενώπιον του λειτουργού. Παρά την έρευνα που διεξήχθη σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης δεν ανευρέθηκαν πιο πρόσφατες πληροφορίες αναφορικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα μέλη του SCNC. Για τον λόγο αυτό θα παρατεθούν κατωτέρω πληροφορίες σχετικά με την αντιμετώπιση γενικώς των ακτιβιστών και των διαδηλωτών στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν.

 

Αναφορικά με την αντιμετώπιση διαδηλωτών και ακτιβιστών στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν:

 

·         Σύμφωνα με έκθεση του 2023 της Βελγικής CEDOCA, «παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διαπράττονται τόσο από ένοπλες ομάδες όσο και από κυβερνητικές δυνάμεις. Οι αυτονομιστές ήταν υπεύθυνοι για ανθρωποκτονίες, απαγωγές, εκβιασμό και εκφοβισμό. Οι δυνάμεις του Καμερούν κατηγορούνται ότι διεξήγαγαν τιμωρητικές επιχειρήσεις με τη μορφή επιδρομών σε χωριά, βασανιστηρίων, λεηλασιών, εξωδικαστικών εκτελέσεων καθώς και αυθαίρετων συλλήψεων και κρατήσεων. Οι δράστες των παραβιάσεων παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ατιμώρητοι ακόμη και αν οι αρχές του Καμερούν έχουν αναγνωρίσει τις ευθύνες του στρατού σε ορισμένες παραβιάσεις. Οι δυνάμεις άμυνας και ασφαλείας πραγματοποιούν εκστρατεία αντιποίνων εναντίον εκείνων που, σύμφωνα με αυτές, υποστηρίζουν τους ένοπλους μαχητές. [...] Η βία επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στις αγγλόφωνες περιοχές και είναι πιο έντονη στα βορειοδυτικά παρά στα νοτιοδυτικά. Οι αγροτικές περιοχές επηρεάζονται περισσότερο από τα αστικά κέντρα, θεωρούνται ασφαλέστερες. Ωστόσο, οι πόλεις επηρεάζονται από τη βία με απρόβλεπτους τρόπους. Εάν το επίκεντρο της βίας βρίσκεται στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές, μερικά περιστατικά ασφαλείας έχουν καταγραφεί εκτός των αγγλόφωνων περιοχών, σε περιοχές που συνορεύουν με τη Δυτική περιοχή».[23]

 

·         Σύμφωνα με το COI Query της EUAA που δημοσιεύτηκε το Μάρτιο του 2024 «πολλές πηγές έχουν αναφέρει ότι άμαχοι έχουν κατηγορηθεί για συμμετοχή στην αυτονομιστική δράση και αυτό φέρεται να έχει οδηγήσει σε αντίποινα από τις κυβερνητικές δυνάμεις.[24] Μια κοινή δήλωση από οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που δημοσιεύθηκε από τη Διεθνή Αμνηστία (AI) τον Νοέμβριο του 2023 επιβεβαίωσε ότι μαρτυρίες ανέφεραν πως κυβερνητικοί στρατιώτες, κατηγορώντας αμάχους για τη συμμετοχή τους με τους αυτονομιστές, έβαλαν φωτιά σε σπίτια και διέπραξαν σεξουαλική βία, «σε αντίποινα για επιθέσεις των αυτονομιστών εναντίον τους».[25] Η ίδια πηγή περιέγραψε ότι, «σε απάντηση» στη δράση ένοπλων αυτονομιστών, οι κυβερνητικές δυνάμεις «αντέδρασαν με περαιτέρω παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συλλαμβάνοντας και κρατώντας αυθαίρετα άτομα που κατηγορούνται ότι είναι ένοπλοι αυτονομιστές ή ότι τους υποστηρίζουν».[26] Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, «εκατοντάδες άτομα έχουν συλληφθεί, διωχθεί ή δικαστεί ενώπιον στρατιωτικών δικαστηρίων, των οποίων η δικαιοδοσία θα πρέπει να περιορίζεται σε στρατιωτικά αδικήματα, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα για την προστασία» και «πολλοί κατηγορούμενοι έχουν περάσει πάνω από ένα έτος στη φυλακή χωρίς πρόσβαση σε δικαστή».[27] Η Διεθνής Αμνηστία σημείωσε επίσης την «έλλειψη διαφάνειας στη δικαστική διαδικασία που ακολουθείται, γεγονός που δημιουργεί φόβους για ατιμωρησία και αφήνει την πλειοψηφία των θυμάτων χωρίς δικαιοσύνη»[28]».[29]

 

·         Ως προς την ελευθερία έκφρασης, η Freedom House, σε μια έκθεση που καλύπτει το 2022, περιέγραψε ότι «οι αγγλόφωνοι ακτιβιστές έχουν αντιμετωπίσει παρενόχληση, βία και συλλήψεις για τις δραστηριότητές τους».[30] Έκθεση του 2024 της Freedom House αναφέρει για την ελευθερία έκφρασης ότι η  δημόσια κριτική στην κυβέρνηση και η συμμετοχή σε κόμματα της αντιπολίτευσης μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στην επαγγελματική ανέλιξη. Γενικά, οι Καμερουνέζοι αποφεύγουν να συζητούν ευαίσθητα πολιτικά ζητήματα φοβούμενοι αντίποινα. Τέτοια θέματα περιλαμβάνουν την πιθανή επιστροφή σε ένα ομοσπονδιακό σύστημα που θα παρείχε στις αγγλόφωνες περιοχές μεγαλύτερη αυτονομία.[31]

 

·          Σε έκθεση του Φεβρουαρίου 2024, το R2P ανέφερε ότι ο αγγλόφωνος πληθυσμός στοχοποιήθηκε λόγω της πολιτιστικής του ταυτότητας.[32] Η ίδια πηγή πρόσθεσε ότι «οι εθνοτικές κοινότητες στοχοποιούνται συχνά για την υποτιθέμενη συνεργασία τους με οποιαδήποτε πλευρά της σύγκρουσης».[33] Η Ομάδα Έρευνας για τη Σύγκρουση στο Καμερούν του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ανέφερε τον Ιούνιο του 2023 ότι η κράτηση μελών της οικογένειας των φερόμενων αυτονομιστών μαχητών, συγκεκριμένα συζύγων, είχε γίνει «ανησυχητική τάση», όπου το «φερόμενο "έγκλημα"» αυτών των μελών της οικογένειας είναι το ότι είναι συγγενείς ενός υπόπτου, κάτι που δεν έχει νομική βάση.[34] Η ίδια έκθεση σημείωσε τον Ιούνιο του 2023 ότι οι στρατιώτες του BIR συνέλαβαν μια γυναίκα επειδή ήταν σύζυγος ενός αυτονομιστή στρατηγού.[35]

 

Ως προκύπτει από τα ανωτέρω, Οι αναφορές από διεθνείς και περιφερειακές πηγές, όπως η Human Rights Watch, η Διεθνής Αμνηστία, η Freedom House, η EUAA, το CEDOCA και η Ομάδα Έρευνας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, σκιαγραφούν με σαφήνεια ένα πλαίσιο γενικευμένης καταστολής, αυθαίρετης βίας και τιμωρητικών πρακτικών από τις δυνάμεις ασφαλείας του Καμερούν κατά των υποστηρικτών του κινήματος ανεξαρτησίας του Southern Cameroons.

 

Συγκεκριμένα, η έκθεση της Human Rights Watch (2022) κάνει ρητή αναφορά σε διώξεις μελών και υποστηρικτών του SCNC, οι οποίοι συμμετείχαν σε ειρηνικές διαδηλώσεις και για τους οποίους αναφέρεται ότι βασανίστηκαν, κακοποιήθηκαν, συνελήφθησαν, είδαν συγγενείς τους να πλήττονται ή να εξαφανίζονται και σπίτια να καίγονται. Αυτή η εικόνα αντανακλά σχεδόν επακριβώς το αφήγημα του αιτητή, τόσο αναφορικά με τη φύση της δίωξης όσο και με τις επιπτώσεις στην οικογένειά του (φόνος αδελφής, εξαφάνιση μητέρας και συγγενών, βασανιστήρια στον ίδιο).

 

Η CEDOCA (2023) και το R2P (2024) επιβεβαιώνουν ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις διεξάγουν επιχειρήσεις αντιποίνων στις αγγλόφωνες περιοχές, στοχοποιώντας όχι μόνο μέλη ένοπλων ομάδων, αλλά και άτομα που απλώς εκφράζουν υποστήριξη σε αυτονομιστικά αιτήματα. Αναφέρεται ρητά ότι η υποστήριξη ή η συμμετοχή σε διαδηλώσεις μπορεί να θεωρηθεί από τις αρχές ως ένδειξη τρομοκρατικής δράσης, με αποτέλεσμα αυθαίρετες συλλήψεις, κράτηση χωρίς δίκαιη δίκη, ή και βία.

 

Το COI Query της EUAA (Μάρτιος 2024) τεκμηριώνει με λεπτομέρεια ότι ακόμη και φερόμενοι υποστηρικτές ή συγγενείς υπόπτων στοχοποιούνται από τις αρχές, κρατούνται αυθαίρετα, βασανίζονται και παραπέμπονται σε στρατοδικεία χωρίς τις εγγυήσεις του φυσικού δικαστή. Η περιγραφή αυτής της πρακτικής ενισχύει καθοριστικά την αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή ότι κρατήθηκε χωρίς νόμιμη διαδικασία, υπέστη βασανιστήρια και έλαβε ιατρική φροντίδα μετά από απώλεια αισθήσεων.

 

Επιπλέον, η έκθεση της Freedom House (2024) καταγράφει ότι η δημόσια κριτική κατά της κυβέρνησης ή η υποστήριξη αυτονομιστικών ιδεών – ακόμη και σε ειρηνικό πλαίσιο – επιφέρει σοβαρές συνέπειες, από κοινωνικό αποκλεισμό έως κρατική στοχοποίηση. Ειδικότερα, οι αγγλόφωνοι ακτιβιστές βιώνουν βία, συλλήψεις και παρενόχληση, γεγονός που συνδέεται άμεσα με την περίπτωση του αιτητή.

Η ακρίβεια της περιγραφής του Αιτητή ως προς τις συνθήκες κράτησης και τη βία που υπέστη είναι εντυπωσιακά ευθυγραμμισμένη με τις πρακτικές που περιγράφονται στις ανωτέρω πηγές. Η χρήση ματσέτας, δεσίματος άκρων, κλωτσιών με μπότες, η στέρηση φαγητού και νερού, η απουσία δίκης και η μεταφορά σε νοσοκομείο – όλα έχουν καταγραφεί ως συνηθισμένες πρακτικές των αρχών ασφαλείας κατά πολιτικά ενεργών προσώπων.

 

Τέλος, οι γεωγραφικές και χρονικές αναφορές που παρέχει ο Αιτητής είναι συμβατές με την καταγεγραμμένη ένταση της βίας στη νότια–δυτική αγγλόφωνη περιοχή κατά το φθινόπωρο του 2017. Η 1η Οκτωβρίου 2017 αποτελεί ημερομηνία–ορόσημο στη σύγκρουση, όπως αναφέρεται σε πληθώρα εκθέσεων, με μαζικές διαδηλώσεις και καταστολή από το στρατό, γεγονός που προσδίδει ιστορική ακρίβεια στο ισχυριζόμενο χρονικό πλαίσιο των γεγονότων.

 

Καταληκτικό Συμπέρασμα ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό:

 

Ενόψει των πιο πάνω, καταλήγω ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι συνελήφθη, κρατήθηκε και υπέστη βασανιστήρια από τις αρχές του Καμερούν λόγω της συμμετοχής του σε διαδηλώσεις υπέρ της αυτονομίας των αγγλόφωνων περιοχών, στο πλαίσιο της δράσης του με το SCNC, εμφανίζει υψηλό βαθμό εξωτερικής αξιοπιστίας. Οι πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής που αντλούνται από ανεξάρτητες και αξιόπιστες πηγές επιβεβαιώνουν τη στοχοποίηση ατόμων με παρόμοιο προφίλ —δηλαδή υποστηρικτών ή μελών του SCNC και συμμετεχόντων σε σχετικές διαδηλώσεις, ιδίως το 2017— μέσω αυθαίρετων συλλήψεων, βασανιστηρίων και σοβαρών παραβιάσεων της σωματικής τους ακεραιότητας ή της προσωπικής τους ελευθερίας.

 

Η συμβατότητα των ισχυρισμών του Αιτητή με τη γενική εικόνα που επικρατεί στη χώρα καταγωγής, σε συνδυασμό με τη χρονολογική ακρίβεια, την τοπική συνάφεια και τη φύση της καταγγελλόμενης μεταχείρισης, υποστηρίζουν την εξωτερική πειστικότητα της αφήγησής του. Ταυτόχρονα, τα προσκομισθέντα έγγραφα —διοικητική διαταγή κράτησης, ιατρική γνωμάτευση και ένορκη δήλωση του δικηγόρου του— φέρουν εξωτερικά χαρακτηριστικά γνησιότητας και συνάδουν με τις πρακτικές κρατικής καταστολής στο Καμερούν. Τα έγγραφα αυτά ενισχύουν περαιτέρω την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του και λειτουργούν συμπληρωματικά ως επιβεβαιωτικά τεκμήρια.

 

Ενόψει των ανωτέρω και υπό το φως της ήδη διαπιστωθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας, η συνολική αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του βασικού ισχυρισμού του Αιτητή κρίνεται θετική και πλήρως τεκμηριωμένη. Ο ισχυρισμός του εμφανίζει συνοχή, λογική συνέπεια και τεκμηριώνεται επαρκώς μέσω διασταυρωμένων πηγών και συμβατών εγγράφων, στοιχείο που ενισχύει ουσιωδώς τη γενική αξιολόγηση της ανάγκης διεθνούς προστασίας.

 

(δ) Aναφορικά με τoν τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό του, ήτοι τη συμμετοχή του στην οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων Human Rights Defence Group (HRDG)

 

Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι είναι μέλος της οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων Human Rights Defence Group (HRDG) από το Καμερούν, μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης που – σύμφωνα με τα λεγόμενά του – έχει στόχο την προστασία των πολιτών από κακομεταχείριση, παραβιάσεις δικαιωμάτων, βασανιστήρια και αυθαιρεσίες των αρχών. Ο ίδιος περιέγραψε ότι εντάχθηκε στην οργάνωση επειδή ήθελε να βοηθήσει τους συνανθρώπους του να γνωρίσουν τα δικαιώματά τους και να αισθανθούν ότι έχουν αξία, ιδίως στον αγγλόφωνο πληθυσμό του Καμερούν, ο οποίος υφίσταται – κατά τους ισχυρισμούς του – ιστορική και συστημική περιθωριοποίηση.

 

Κατά την εξέτασή του, ο Αιτητής ανέφερε ότι συμμετείχε ενεργά στην οργάνωση με αποστολές «ευαισθητοποίησης» του κόσμου, δίνοντας πρακτικά παραδείγματα βοήθειας: σε περιπτώσεις που κάποιοι είχαν πρόβλημα, οι ίδιοι παρενέβαιναν για βοήθεια και για αποφυγή της βίας, ενώ συγκροτούσαν και ομάδες διάσωσης. Περιέγραψε, επίσης, ότι η οργάνωση λειτουργεί σε όλο το εθνικό έδαφος, έχει συγκεκριμένο αριθμό μελών και συμμετοχή σε νομική υπεράσπιση προσώπων που συλλαμβάνονται αυθαίρετα. Επισήμανε ότι λόγω των δραστηριοτήτων αυτών, η οργάνωση συχνά θεωρείται εχθρική από την κυβέρνηση.

 

Η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού αξιολογήθηκε ως θετική από το Λειτουργό ασύλου. Με την αξιολόγηση αυτή συμφωνώ καθώς ο Αιτητής παρουσίασε συνεκτικές, σαφείς και κατανοητές πληροφορίες για τον σκοπό της οργάνωσης, τις δραστηριότητες στις οποίες συμμετείχε, καθώς και το είδος των αποστολών που εκτελούσε. Παρότι ο Αιτητής δεν προσδιόρισε συγκεκριμένη επίσημη θέση εντός της οργάνωσης, περιέγραψε με ακρίβεια το ρόλο του στην ενημέρωση πολιτών και στη βοήθεια ανθρώπων που υφίσταντο αυθαιρεσίες. Οι περιγραφές του ενισχύονται από συναισθηματικό τόνο και πραγματολογική συνέπεια.

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία, ο Αιτητής προσκόμισε κάρτα μέλους της HRDG με ημερομηνία έκδοσης 14.05.2015, καθώς και βεβαίωση ιδιότητας μέλους από το παράρτημα της οργάνωσης στη νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, ημερομηνίας 20.11.2017. Τα έγγραφα αυτά, παρότι δεν συνοδεύονται από πρόσθετες ανεξάρτητες πηγές, κρίθηκαν από το Λειτουργό ως επαρκή για την τεκμηρίωση της βασικής υλικής σχέσης με την οργάνωση. Ο Αιτητής, κατά την κρίση του λειτουργού, ανταποκρίθηκε στις ερωτήσεις με συνέπεια και επάρκεια, επιβεβαιώνοντας τη βασική του σύνδεση με την HRDG.

 

Ενόψει των πιο πάνω, ο ισχυρισμός αυτός του Αιτητή γίνεται αποδεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος.

 

(ε) Aναφορικά με τoν πέμπτο ουσιώδη ισχυρισμό του, ήτοι τη συμμετοχή του στη Southern Cameroons Community (SCC) στην Κύπρο

 

Ο αιτητής προέβαλε ως πρόσθετο ισχυρισμό τη συμμετοχή του, μετά την άφιξή του στην Κύπρο, στην οργάνωση της διασποράς Southern Cameroons Community (SCC). Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, στην Κύπρο εξακολουθεί να είναι ενεργό μέλος της κοινότητας, κατέχοντας μάλιστα ρόλο Γραμματέα (Secretary), ενώ συμμετέχει σε διαδηλώσεις, δημόσιες εκστρατείες και ενημερωτικές δράσεις, στόχος των οποίων είναι η ευαισθητοποίηση της διεθνούς κοινότητας για την κατάσταση στο αγγλόφωνο Καμερούν και η ανάδειξη των αιτημάτων ανεξαρτησίας του Southern Cameroons.

 

Κατά την προφορική του συνέντευξη, ο Αιτητής περιέγραψε με σαφήνεια και εσωτερική συνέπεια τη φύση των δράσεων στις οποίες μετείχε, τις θεματικές των δημόσιων τοποθετήσεων, καθώς και το συναισθηματικό αντίκτυπο που είχε πάνω του η απώλεια μελών της οικογένειάς του, γεγονός που – όπως ανέφερε – τον παρακίνησε να συνεχίσει την ενεργό ανάμειξή του από την Κύπρο. Τόνισε επανειλημμένα ότι «δεν ήρθαμε εδώ επειδή θέλαμε να φύγουμε, αγαπάμε την πατρίδα μας και θέλουμε να επιστρέψουμε» και ότι οι δράσεις τους έχουν ειρηνικό και ενημερωτικό χαρακτήρα.

 

Ο ισχυρισμός αυτός συνοδεύτηκε από τεκμήρια εξωτερικής αξιοπιστίας, μεταξύ των οποίων και φωτογραφίες του ίδιου του Αιτητή κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων στην Κύπρο, που οργανώθηκαν από τη Southern Cameroons Community (βλ. σχετική αναφορά στη σελίδα 106 του φακέλου). Οι φωτογραφίες αυτές, που φέρονται να απεικονίζουν τον Αιτητή με πανό και ενδύματα της κοινότητας, τεκμηριώνουν επαρκώς τη συμμετοχή του σε δημόσιες δράσεις, ενισχύοντας την αξιοπιστία των ισχυρισμών του.

 

Ο Λειτουργός αποδέχθηκε το υλικό γεγονός αυτό, κρίνοντας ότι η συμμετοχή του αιτητή στην SCC Κύπρου είναι επαρκώς αποδεδειγμένη τόσο σε επίπεδο εσωτερικής συνέπειας και πληρότητας, όσο και σε επίπεδο εξωτερικής τεκμηρίωσης. Έχοντας εξετάσει λεπτομερώς την αιτιολόγηση του Λειτουργού αλλά και τα όσα ισχυρίστηκε ο Αιτητής κατά τη συνέντευξή του, δεν βρίσκω λόγο διαφοροποίησής μου και συνεπώς και ο ισχυρισμός αυτός του Αιτητή γίνεται αποδεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος.

Bottom of Form

 

Νομική εκτίμηση της εκπλήρωσης των ουσιαστικών προϋποθέσεων για τη χορήγηση διεθνούς προστασίας

 

Έχοντας πλέον αξιολογήσει τα αποδεικτικά στοιχεία που έχω ενώπιόν μου και εξακριβώσει τα πραγματικά περιστατικά που περιβάλλουν την υπό εξέταση υπόθεση, προχωρώ στην νομική αξιολόγηση των προϋποθέσεων χορήγησης διεθνούς προστασίας και κατά πόσο αυτές πληρούνται στην υπό εξέταση υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι κρίνω σκόπιμο όπως παρατεθούν συγκεντρωτικά:

1.    Ταυτότητα και χώρα καταγωγής του Αιτητή

2.    Συμμετοχή και ένταξη του Αιτητή στο Southern Cameroons National Council (SCNC)

3.    Σύλληψη, κράτηση και βασανιστήρια από τις αρχές του Καμερούν λόγω συμμετοχής του σε διαδηλώσεις

4.    Συμμετοχή του στην οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων Human Rights Defence Group (HRDG)

5.    Συμμετοχή του στη Southern Cameroons Community (SCC) στην Κύπρο

 

Χρήσιμη είναι η επαναφορά στην μνήμη των προνοιών του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου δυνάμει του οποίου: 

 

«3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεωνείναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5».

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει γίνει ήδη αποδεκτό πως ο Αιτητής είναι υπήκοος Καμερούν και ότι βρίσκεται εκτός της χώρας ιθαγένειάς του αναζητώντας διεθνή προστασία στην Κυπριακή Δημοκρατία, απομένει να εξεταστεί κατά πόσο συντρέχουν τα λοιπά σωρευτικά στοιχεία που τίθενται στο άρθρο 3 πιο πάνω.

 

Υπάρχει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή;- Εκτίμηση κινδύνου

 

 

Το πρώτο κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο υφίσταται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν. Η νομική αυτή προϋπόθεση περιλαμβάνει τόσο ένα υποκειμενικό όσο και ένα αντικειμενικό στοιχείο, τα οποία πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά.

 

Ως προς το υποκειμενικό στοιχείο, ο Αιτητής εξέφρασε με σαφήνεια τον φόβο του ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, κινδυνεύει να συλληφθεί, να κρατηθεί αυθαίρετα και να υποστεί βασανιστήρια, λόγω της προηγούμενης συμμετοχής του στο Southern Cameroons National Council (SCNC), της δραστηριοποίησής του στην οργάνωση Human Rights Defence Group (HRDG), καθώς και λόγω της δημόσιας παρουσίας και συμμετοχής του στην κοινότητα διασποράς Southern Cameroons Community στην Κύπρο. Η ένταση και η σταθερότητα του φόβου που εκφράζεται, σε συνδυασμό με τον συναισθηματικά φορτισμένο και προσωπικό τόνο της κατάθεσής του, αποτυπώνουν έναν πραγματικό και ειλικρινή φόβο για τη ζωή και την ασφάλειά του. Συνεπώς, πληρούται η υποκειμενική διάσταση του φόβου.

 

Ως προς το αντικειμενικό στοιχείο, εξετάζεται αν ο φόβος του Αιτητή είναι εύλογος υπό το πρίσμα των πραγματικών περιστατικών που έχουν ήδη λάβει χώρα, καθώς και ενόψει της γενικής κατάστασης στη χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής περιέγραψε με συνέπεια τις δραστηριότητές του με το SCNC και τη HRDG, τη συμμετοχή του σε διαδηλώσεις, τη σύλληψή του, τις συνθήκες κράτησης και τα βασανιστήρια που υπέστη, ενώ προσκόμισε σχετικά αποδεικτικά έγγραφα, μεταξύ των οποίων διοικητική διαταγή σύλληψης και ιατρική γνωμάτευση. Η συνοχή της αφήγησής του, η ύπαρξη αποδεικτικών στοιχείων και η συμβατότητα των γεγονότων με την κατάσταση στη χώρα καταγωγής, όπως αυτή περιγράφεται από ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης (Human Rights Watch, CEDOCA, EUAA), ενισχύουν την αντικειμενική αξιοπιστία των ισχυρισμών του.

 

Ιδίως η στοχοποίησή του από τις αρχές του Καμερούν, όπως αποτυπώνεται στη διοικητική διαταγή που φέρει το όνομά του, και η προηγούμενη κράτησή του, καθιστούν εύλογη την πιθανότητα επανάληψης πράξεων δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του. Σύμφωνα με τις ως άνω πηγές, οι αρχές του Καμερούν εξακολουθούν να διώκουν πολιτικά ενεργούς πολίτες, ιδίως υποστηρικτές του SCNC και πρόσωπα που συμμετείχαν σε διαδηλώσεις υπέρ της ανεξαρτησίας των αγγλόφωνων περιοχών.

 

Η έννοια του βάσιμου φόβου προϋποθέτει, ότι το άτομο δεν είναι αναγκαίο να αποδείξει με απόλυτη βεβαιότητα πως θα υποστεί δίωξη, αλλά αρκεί να καταδειχθεί ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο. Εφόσον η επιστροφή του προσώπου ενδέχεται να έχει ως συνέπεια τη συνέχιση ή επανάληψη παραβιάσεων των δικαιωμάτων του, ο φόβος θεωρείται αντικειμενικά δικαιολογημένος.

 

Καταλήγω συνεπώς ότι στην υπό κρίση περίπτωση συντρέχουν τα πραγματικά και νομικά δεδομένα που στοιχειοθετούν την ύπαρξη βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξης του Αιτητή, κατά την έννοια του προσφυγικού δικαίου. Η συνολική εκτίμηση του κινδύνου –ως μελλοντοστραφής αξιολόγηση των πιθανοτήτων επανάληψης πράξεων δίωξης– επιβεβαιώνει ότι, σε περίπτωση επιστροφής του, ο Αιτητής κινδυνεύει σοβαρά να υποστεί εκ νέου αυθαίρετη σύλληψη, βασανιστήρια ή άλλες πράξεις δίωξης από κρατικούς δρώντες, λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων και της προηγούμενης δράσης του.

 

Συνιστά η μεταχείριση την οποίαν αναμένεται να υποστεί ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων «πράξη δίωξης»;

 

Κατά το άρθρο 3Γ του Περί Προσφύγων Νόμου, πράξεις δίωξης θεωρούνται εκείνες που είναι αρκούντως σοβαρές, ώστε λόγω της φύσης ή της επανάληψής τους να συνιστούν σοβαρή παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως αυτών από τα οποία δεν επιτρέπεται παρέκκλιση σύμφωνα με το άρθρο 15(2) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, η μεταχείριση που έχει ήδη υποστεί ο Αιτητής και εκείνη που εύλογα αναμένεται να υποστεί σε περίπτωση επιστροφής του, εμπίπτουν στην έννοια της πράξης δίωξης. Ο Αιτητής έχει καταθέσει ότι υπέστη συλλήψεις, αυθαίρετη κράτηση και βασανιστήρια από κρατικούς δρώντες, τα οποία περιέγραψε με λεπτομέρεια και αυθεντικότητα: σωματική κακοποίηση με χρήση ματσέτας και γκλοπ, στέρηση τροφής και νερού, καθώς και κράτηση χωρίς νομική διαδικασία. Τα γεγονότα αυτά συνιστούν σοβαρές παραβιάσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της σωματικής ακεραιότητας, και τεκμηριώνονται από προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία, μεταξύ των οποίων ιατρική γνωμάτευση και διοικητική διαταγή σύλληψης.

 

Η ως άνω μεταχείριση φαίνεται να συνδέεται άμεσα με τη συμμετοχή του στο Southern Cameroons National Council (SCNC), καθώς και με την εν γένει πολιτική του δραστηριότητα, όπως περιγράφηκε αναλυτικά. Ο πολιτικός του ακτιβισμός και η δημόσια ταύτισή του με ένα κίνημα που επιδιώκει την αυτονομία των αγγλόφωνων περιοχών του Καμερούν τον έχουν καταστήσει στόχο των κρατικών αρχών. Επομένως, η μεταχείριση που έχει ήδη υποστεί, καθώς και ο εύλογος φόβος επανάληψής της, ανάγονται σε λόγους πολιτικών πεποιθήσεων.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 9 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και την πάγια νομολογία, βασανιστήρια, σωματική κακοποίηση, αυθαίρετη κράτηση και σοβαρές παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων, συνιστούν πράξεις δίωξης όταν συνδέονται αιτιωδώς με έναν από τους λόγους της Σύμβασης της Γενεύης. Η περίπτωση του Αιτητή πληροί αυτό το κριτήριο, καθώς η στοχοποίησή του από τις αρχές βασίζεται στον πολιτικό του προσανατολισμό και τη δράση του εντός ενός συγκεκριμένου κινήματος.

 

Συνεπώς, η μεταχείριση την οποίαν ήδη υπέστη και την οποίαν αναμένεται να υποστεί σε περίπτωση επιστροφής του, λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων, συνιστά πράξη δίωξης κατά την έννοια του εφαρμοστέου προσφυγικού δικαίου.

 

Εκτίμηση μελλοντικού κινδύνου- Κατάσταση στο Καμερούν

 

Για την πλήρη αξιολόγηση του αντικειμενικού φόβου δίωξης, απαιτείται η συνεκτίμηση πρόσφατων και αξιόπιστων πληροφοριών για την κατάσταση στη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Ως έχει παρατεθεί ανωτέρω, σύμφωνα με πληθώρα ανεξάρτητων πηγών, όπως η Human Rights Watch, η Amnesty International, το US Department of State και το CEDOCA, προκύπτει ότι οι αρχές του Καμερούν συνεχίζουν να καταστέλλουν βίαια τις αποσχιστικές δραστηριότητες στις αγγλόφωνες περιοχές και να στοχοποιούν πρόσωπα που σχετίζονται ή θεωρούνται ότι σχετίζονται με οργανώσεις όπως το SCNC.

Καταγράφονται με συνέπεια σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων αυθαίρετες συλλήψεις, βασανιστήρια, εξαφανίσεις και εξωδικαστικές εκτελέσεις από τις δυνάμεις ασφαλείας. Η συμμετοχή του Αιτητή στο SCNC και η προηγούμενη σύλληψή του από τις αρχές, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη πολιτική του δραστηριότητα μέσω της Human Rights Defence Group και της διασπορικής οργάνωσης Southern Cameroons Community, τον καθιστούν πρόσωπο με εξατομικευμένο προφίλ κινδύνου. Επιπλέον, η ύπαρξη σε ισχύ διοικητικής διαταγής κράτησής του και η καταγραφή των προσωπικών του στοιχείων από τις αρχές, επιβεβαιώνουν ότι έχει ήδη στοχοποιηθεί.

 

Η γενικότερη κατάσταση στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν παραμένει έκρυθμη και επικίνδυνη. Όπως επισημαίνεται σε πρόσφατες εκθέσεις της EUAA και της Amnesty International, το κράτος προβαίνει συστηματικά σε αυθαίρετες συλλήψεις και βασανιστήρια, ενώ σε πολλές περιπτώσεις τα άτομα που εκφράζουν αντικαθεστωτικές απόψεις οδηγούνται ενώπιον στρατιωτικών δικαστηρίων, ακόμη και για ειρηνικές πράξεις διαμαρτυρίας. Η χρήση της δικαστικής εξουσίας ως μέσου καταστολής, η απουσία ανεξάρτητων ένδικων μέσων και η πλήρης ασυδοσία των δυνάμεων ασφαλείας υποδηλώνουν τη γενικευμένη κατάλυση του κράτους δικαίου.

 

Αναφορικά με προφίλ επιστρεφόντων που ενδέχεται να τεθούν σε κίνδυνο, έχοντας ανατρέξει σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

·         Το Γραφείο του Βελγίου για τους Πρόσφυγες και τους Απάτριδες (CEDOCA) παραπέμπει σε πληροφορίες από ιδιωτική πηγή οι οποίες αποκτήθηκαν στις 2 Μαΐου 2022, η οποία διευκρίνισε ότι «αυτά (σ.σ. τα προφίλ) περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται, σε ηγέτες κομμάτων της αντιπολίτευσης και/ή τα ενεργά μέλη τους με αντικαθεστωτική δράση. Άλλα άτομα χρησιμοποιούν επίσης τα έγγραφα αυτών των πολιτικών κομμάτων για να ζητήσουν άσυλο και σχηματίζουν μια πολύ αρνητική πολιτική εικόνα της χώρας στη διασπορά για να ευνοήσουν τις αιτήσεις ασύλου τους. Δεν ανήκουν, ωστόσο, όλα τα αγγλόφωνα άτομα σε αυτό το προφίλ. Αυτοί που αντιμετωπίζουν δυσκολίες είναι οι ηγέτες του αποσχιστικού κινήματος και οι υποστηρικτές και χορηγοί που ζουν στο εξωτερικό. Για τους περισσότερους από αυτούς υπάρχουν τα προσωπικά στοιχεία στη βάση δεδομένων της κυβέρνησης του Καμερούν.[36]

 

·         Το Human Rights Watch διεξήγαγε έρευνα αναφορικά με την επιστροφή ορισμένων καμερουνέζων που είχαν αιτηθεί άσυλο στις ΗΠΑ οι είχαν εγκαταλείψει το Καμερούν μεταξύ 2017 και 2020 για λόγους που συνδέονται με την κρίση στις αγγλόφωνες περιοχές. Η έρευνα του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έδειξε ότι πολλοί είχαν αξιόπιστες αιτήσεις ασύλου, αλλά οι ανησυχίες σχετικά με τη δέουσα διαδικασία, οι ανακρίβειες σχετικά με τη διαπίστωση γεγονότων και άλλα ζητήματα συνέβαλαν σε άδικες αποφάσεις για άσυλο. Η έλλειψη αμεροληψίας από τους δικαστές μετανάστευσης των ΗΠΑ –οι οποίοι αποτελούν μέρος της εκτελεστικής εξουσίας, όχι της ανεξάρτητης δικαιοσύνης– φάνηκε να παίζει κάποιο ρόλο. Σχεδόν όλοι οι απελαθέντες Καμερουνέζοι που ερωτήθηκαν – 35 από τους 41 – τοποθετήθηκαν σε δικαστές με ποσοστά άρνησης ασύλου 10 έως 30 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από τον εθνικό μέσο όρο. Η Υπηρεσία Μετανάστευσης και Τελωνείων των ΗΠΑ απέτυχε επίσης να προστατεύσει τα εμπιστευτικά έγγραφα ασύλου κατά τις απελάσεις, οδηγώντας σε κατάσχεση εγγράφων και τιμωρία από τις αρχές του Καμερούν.. Μεταξύ 2019 και 2021, η αστυνομία του Καμερούν, οι χωροφύλακες, το στρατιωτικό προσωπικό και άλλοι αξιωματούχοι συνέλαβαν ή φυλάκισαν τουλάχιστον 39 άτομα που απελάθηκαν από τις ΗΠΑ. Οι αρχές κράτησαν πολλούς χωρίς δίκαιη διαδικασία ή υπό απάνθρωπες συνθήκες, για περιόδους που κυμαίνονταν από ημέρες έως μήνες.[37]

 

Η ανάλυση των ως άνω δεδομένων καταδεικνύει ότι ο Αιτητής, ως πολιτικά ενεργό μέλος οργανώσεων που επιδιώκουν την αυτοδιάθεση των αγγλόφωνων περιοχών, ο οποίος έχει ήδη υποστεί διώξεις και φέρει τεκμηριωμένο προφίλ στοχοποίησης, παραμένει σε διαρκή, ατομικά εξατομικευμένη και σοβαρή διακινδύνευση. Επομένως, σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, υφίσταται εύλογη πιθανότητα επανάληψης των πράξεων δίωξης εις βάρος του.

 

Λόγοι δίωξης – Ανάγονται σε κάποιον από τους πέντε λόγους του άρθρου 3;

 

Οι πράξεις δίωξης που καταγγέλλει ο Αιτητής εντάσσονται σαφώς στους περιοριστικά αναφερόμενους λόγους του άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης και του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής υπέστη βασανιστήρια, αυθαίρετη κράτηση και απειλές για τη ζωή και την ασφάλειά του, εξαιτίας της συμμετοχής του στο Southern Cameroons National Council (SCNC), της εμπλοκής του στην οργάνωση Human Rights Defence Group, καθώς και της δημόσιας δράσης του υπέρ της αυτοδιάθεσης των αγγλόφωνων περιοχών του Καμερούν.

 

Οι ενέργειές του αποτελούν σαφή έκφραση πολιτικής πεποίθησης. Η συμμετοχή σε ειρηνικές εκδηλώσεις, η διάδοση απόψεων υπέρ της ανεξαρτησίας των αγγλόφωνων περιοχών και η εμπλοκή του σε σχετική διασπορική οργάνωση καταδεικνύουν πολιτικό προσανατολισμό που αντιτίθεται στις κρατικές πολιτικές και τον καθιστά ευάλωτο σε στοχοποίηση από τις Αρχές. Η δίωξη που υπέστη και η διακινδύνευση που αντιμετωπίζει επομένως ανάγονται σε λόγο πολιτικής πεποίθησης.

 

Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 3Δ(1)(ε) του ίδιου Νόμου, η έννοια των πολιτικών πεποιθήσεων περιλαμβάνει και την υποστήριξη απόψεων επί ζητημάτων που σχετίζονται με τους φορείς δίωξης και τις πολιτικές τους, ανεξαρτήτως του αν αυτές οι απόψεις εκδηλώθηκαν ενεργά. Εν προκειμένω, ο Αιτητής όχι μόνο εκδήλωσε ενεργά τις απόψεις του μέσω πολιτικής δράσης, αλλά και υπέστη επανειλημμένα στοχοποίηση από τις αρχές λόγω αυτών.

 

Επομένως, η σύνδεση μεταξύ της δίωξης που υπέστη και των λόγων που αναγνωρίζει η Σύμβαση της Γενεύης είναι σαφής. Οι ενέργειες των κρατικών αρχών εις βάρος του Αιτητή δεν ήταν αυθαίρετες ή τυχαίες, αλλά προκλήθηκαν από τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Ως εκ τούτου, πληρούται το σωρευτικό κριτήριο του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου και τεκμηριώνεται επαρκώς η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των πράξεων δίωξης και των προστατευόμενων λόγων.

 

Υπάρχει υπεύθυνος φορέας δίωξης;

 

Η επόμενη προϋπόθεση που πρέπει να εξεταστεί είναι η ύπαρξη υπεύθυνου φορέα δίωξης, σύμφωνα με το άρθρο 3Α του Περί Προσφύγων Νόμου. Στο εν λόγω άρθρο προβλέπεται ότι ως φορέας δίωξης μπορεί να θεωρηθεί: (α) το ίδιο το κράτος· (β) ομάδες ή οργανώσεις που ελέγχουν το κράτος ή ουσιώδες μέρος του εδάφους του· και (γ) μη κρατικοί φορείς, εφόσον οι προαναφερόμενοι δεν είναι σε θέση ή δεν επιθυμούν να παράσχουν προστασία.

 

Στην παρούσα περίπτωση, δεν τίθεται ζήτημα εμπλοκής μη κρατικών φορέων ή ανεπαρκούς προστασίας. Οι πράξεις δίωξης που καταγγέλλει ο Αιτητής προέρχονται απευθείας από κρατικούς δρώντες: τις δυνάμεις ασφαλείας του Καμερούν, όπως η αστυνομία, η στρατιωτική χωροφυλακή (gendarmerie) και οι διοικητικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των Senior Divisional Officers, οι οποίοι φέρουν εξουσία έκδοσης ενταλμάτων κράτησης χωρίς προηγούμενη δικαστική διαδικασία.

 

Οι Αρχές του Καμερούν έχουν επιδείξει συστηματική πρακτική καταστολής έναντι όσων θεωρούνται μέλη ή υποστηρικτές αποσχιστικών κινημάτων, όπως το SCNC. Ο Αιτητής υπέστη βασανιστήρια και αυθαίρετη κράτηση από τα χέρια αυτών των αρχών, γεγονότα τα οποία τεκμηριώνονται με έγγραφα που προσκόμισε (ιατρικές γνωματεύσεις, διαταγή σύλληψης) και επιβεβαιώνονται από ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης.

 

Συνεπώς, διαπιστώνεται ότι ο υπεύθυνος φορέας δίωξης είναι το ίδιο το κράτος του Καμερούν, μέσω των επίσημων μηχανισμών επιβολής της τάξης και διοίκησης. Η δίωξη του Αιτητή φέρει επίσημο χαρακτήρα, απορρέει από τις κρατικές δομές και ασκείται από δρώντες με θεσμική εξουσία, στοιχείο που πληροί πλήρως τις απαιτήσεις του νόμου αναφορικά με την ταυτότητα του φορέα δίωξης.

 

Δυνατότητα εγχώριας προστασίας - Υπάρχει αποτελεσματική και διαρκής προστασία κατά των πράξεων δίωξης στην χώρα καταγωγής του Αιτητή;

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3Β(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, προστασία μπορεί να παρέχεται από το ίδιο το κράτος ή από ομάδες ή οργανώσεις που ελέγχουν το κράτος ή ουσιώδες μέρος του εδάφους του, υπό την προϋπόθεση ότι επιθυμούν να προσφέρουν προστασία σύμφωνα με το εδάφιο (2) και είναι σε θέση να το πράξουν. Το εδάφιο (2) διευκρινίζει ότι η προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης πρέπει να είναι αποτελεσματική και μη προσωρινή· απαιτείται δηλαδή η ύπαρξη ενός αποτελεσματικού νομικού συστήματος που να διασφαλίζει την ποινική δίωξη και τον κολασμό των δραστών των πράξεων δίωξης, καθώς και η πραγματική πρόσβαση του αιτητή σε αυτή την προστασία.

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 27 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (έμφαση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ο αιτών θα πρέπει να έχει όντως πρόσβαση στην εγχώρια προστασία κατά δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε τμήμα της χώρας καταγωγής όπου μπορεί νόμιμα και με ασφάλεια να ταξιδέψει, να γίνει δεκτός και να μπορεί λογικά να αναμένεται να εγκατασταθεί. Στις περιπτώσεις που το κράτος ή τα όργανα του κράτους είναι οι υπεύθυνοι της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι δεν παρέχεται ουσιαστική προστασία στον αιτούντα.»

 

Στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής υπέστη διώξεις και βασανιστήρια από κρατικούς φορείς, και ειδικότερα από την αστυνομία, τη στρατιωτική χωροφυλακή και διοικητικές αρχές του Καμερούν. Οι ίδιες οι αρχές του κράτους είναι υπεύθυνες για τις αυθαίρετες συλλήψεις, την κακομεταχείριση και την έκδοση διαταγών σύλληψης χωρίς δικαστική διαδικασία. Επιπλέον, οι ανεξάρτητες εκθέσεις επιβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει προσβάσιμο, ανεξάρτητο και αποτελεσματικό σύστημα απονομής δικαιοσύνης. Η χρήση στρατιωτικών δικαστηρίων για πολίτες, η ατιμωρησία και η θεσμική καταστολή ειρηνικών ακτιβιστών αποτελούν ενδείξεις πλήρους αποτυχίας του κράτους να εγγυηθεί έστω και στοιχειώδη προστασία έναντι των πράξεων δίωξης.

 

Δεδομένου ότι ο ίδιος ο υπεύθυνος φορέας δίωξης είναι το κράτος, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι αυτό μπορεί ταυτόχρονα να προσφέρει στον Αιτητή ουσιαστική, διαρκή και αποτελεσματική προστασία. Η ύπαρξη διαταγής σύλληψης εις βάρος του, η προηγούμενη κράτησή του και τα βασανιστήρια που υπέστη επιβεβαιώνουν ότι αποτελεί πρόσωπο στοχοποιημένο από τις αρχές και, επομένως, κάθε συνεπώς δεν μπορεί να θεμελιωθεί προσδοκία παροχής προστασίας από το ίδιο το κράτος.

 

Κατά συνέπεια, κρίνεται ότι στη χώρα καταγωγής του Αιτητή δεν υφίσταται αποτελεσματική και διαρκής προστασία από τις πράξεις δίωξης που τον απειλούν.

 

Υπάρχει δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασης;

 

Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 12Γ(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, η εσωτερική μετεγκατάσταση δύναται να εξεταστεί ως εναλλακτική στη χορήγηση διεθνούς προστασίας, μόνο εφόσον υπάρχει τμήμα της χώρας ιθαγένειας του Αιτητή στο οποίο δεν υφίσταται βάσιμος φόβος δίωξης ή πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης, ή όπου ο αιτητής έχει πρόσβαση σε αποτελεσματική και διαρκή προστασία και μπορεί να ταξιδέψει, να γίνει δεκτός και να εγκατασταθεί εκεί με ασφάλεια και νομιμότητα. 

 

Στην προκειμένη περίπτωση, ο φορέας δίωξης είναι κρατικός και, επομένως, η απειλή που αντιμετωπίζει ο Αιτητής εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια του Καμερούν. Οι πράξεις δίωξης που υπέστη –σύλληψη, κράτηση, βασανιστήρια και έκδοση διαταγής σύλληψης από διοικητικές αρχές– δεν σχετίζονται με τοπικό ή περιφερειακό παράγοντα, αλλά με την ίδια τη φύση της πολιτικής του δράσης υπέρ της αυτοδιάθεσης των αγγλόφωνων περιοχών, η οποία αντίκειται στις κρατικές πολιτικές. 

 

Η νομολογία, καθώς και οι κατευθυντήριες γραμμές της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), επισημαίνουν ότι όταν η δίωξη προέρχεται από κρατικό φορέα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υφίσταται εσωτερική εναλλακτική λύση μετεγκατάστασης, εκτός αν αποδεικνύεται σαφώς το αντίθετο. Τέτοια απόδειξη δεν προσκομίστηκε εν προκειμένω. Αντιθέτως, τα στοιχεία της υπόθεσης –συμπεριλαμβανομένης της ισχύουσας διαταγής σύλληψης, της τεκμηριωμένης στοχοποίησης του Αιτητή και της δημόσιας πολιτικής του δράσης τόσο εντός όσο και εκτός Καμερούν– συνηγορούν στο ότι η δίωξη είναι εξατομικευμένη, συνεχής και γεωγραφικά ανεξάρτητη.

 

Η εσωτερική μετεγκατάσταση δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε εφικτή ούτε λογικά αναμενόμενη. Ο Αιτητής είναι αναγνωρίσιμο πρόσωπο για τις Αρχές και η στοχοποίησή του δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένη περιοχή· αντιθέτως, επεκτείνεται σε όλη τη χώρα, ιδίως λόγω της γενικευμένης επιτήρησης των πολιτικά ενεργών προσώπων και της χρήσης μηχανισμών καταγραφής και δίωξης με εθνική εμβέλεια.

 

Συνεπώς, δεν υφίσταται πραγματική δυνατότητα ασφαλούς, νόμιμης και βιώσιμης εσωτερικής μετεγκατάστασης του Αιτητή εντός του Καμερούν.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Κατόπιν των ανωτέρω, καταλήγω ότι ο Αιτητής δικαιούται να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας καθώς στο πρόσωπό της συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

Ως εκ των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται δυνάμει του άρθρου 146(4)(δ) του Συντάγματος και του άρθρου 11(3)(β) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου (Ν. 73(Ι)/18) και ο Αιτητής αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου

 

Επιδικάζονται €1200 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του Αιτητή και εναντίον των Καθ' ων η αίτηση.

 

 

ΕΡήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).

[2] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).

 

[4] Practical Guide on Evidence and Risk Assessment EUAA, January 2024, σελ. 75-80, εντοπίζεται στον ακόλουθο σύνδεσμο: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2024-01/Practical-Guide-Evidence-Risk-Assessment.pdf

[5] ΕΑΣΟ (2018) Δικαστική Ανάλυση: Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/PG%20Evidence%20Assessment%20-%20EL.pdf σελ. 19 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22/11/2023)

[6] ΔΕΕ, A, B και C, ό.π. υποσημείωση 13, σκέψη 54. Βλ. επίσης τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 18ης Δεκεμβρίου 2000, όπως εκδόθηκε το 2007 (ΕΕ C 326 της 26.10.2012, σ. 391) (έναρξη ισχύος: 1η Δεκεμβρίου 2009).

[7] ΕΔΔΑ, J.K. και λοιποί κατά Σουηδίας, ό.π. υποσημείωση 20, σκέψη 93. Βλ. υποσημείωση 236 ανωτέρω όπου παρατίθεται το πλήρες κείμενο της εν λόγω σκέψης, διαθέσιμο σε: https://hudoc.echr.coe.int/eng#{%22tabview%22:[%22document%22],%22itemid%22:[%22001-165442%22]}

[8]ΔΕΕ, Μ.Μ, υπόθεση C‑277/11, υποσημείωση 82, σκέψη 88, διαθέσιμο σε: https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=130241&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=302563

[9]ΕΑΣΟ (2018) Δικαστική Ανάλυση: Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/PG%20Evidence%20Assessment%20-%20EL.pdf  σελ. 105 επ.

[10]Court of Appeal (Εφετείο) (Ιρλανδία), απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2017, AO κατά Refugee Appeals Tribunal & ors [2017] IECA 51, σκέψη 45, διαθέσιμο σεhttps://www.courts.ie/judgments

[11]ΕΔΔΑ, απόφαση της 2ας Οκτωβρίου 2012, Singh και λοιποί κατά Βελγίου, προσφυγή αριθ. 33210/11, διαθέσιμο σεhttps://hudoc.echr.coe.int/eng#{%22itemid%22:[%22001-113660%22]}

[12] Βλ. ΕΔΔΑ, A.A. κατά Ελβετίας, ό.π. υποσημείωση 317, σκέψη 61. Το Court of Appeal (Αγγλία και Ουαλία, Ηνωμένο Βασίλειο) έχει επίσης αποφανθεί ότι δεν υφίσταται γενική υποχρέωση διερεύνησης παρότι μπορεί να προκύψει τέτοιου είδους υποχρέωση σε συγκεκριμένες υποθέσεις: Court of Appeal (Αγγλία και Ουαλία, Ηνωμένο Βασίλειο), απόφαση της 18ης Ιουλίου 2014, PJ (Σρι Λάνκα) κατά Secretary of State for the Home Department[2014] EWCA Civ 1011, σκέψεις 30-32· Court of Appeal (Αγγλία και Ουαλία, Ηνωμένο Βασίλειο), απόφαση της 22ας Μαρτίου 2016, MA (Μπανγκλαντές) κατά Secretary of State for the Home Department[2016] EWCA Civ 173.

[13]ΕΑΣΟ (2018) Δικαστική Ανάλυση: Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/PG%20Evidence%20Assessment%20-%20EL.pdf σελ. 107-108

[14] Journal Officiel de la République du Cameroun portant Code de Procédure αPénale N°2005/007 27 Juillet 2005, https://www.ilo.org/dyn/natlex/docs/ELECTRONIC/71813/89563/F-236841017/CMR-71813.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

 

[15] Έditions JuriAfrica, CODE DE PROCÉDURE PÉNAL AU CAMEROUN, Loi N°2005/007 du 27 Juillet 2005 portant Code de Procédure Pénale, https://www.juriafrica.com/lex/art-19-code-procedure-penal-cameroun-21277.htmn (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[16] Camerlex.com, Le mandat d’arret, 26 Décembre 2010, https://www.camerlex.com/le-mandat-d-arret-160/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[17] SFH – Schweizerische Flüchtlingshilfe (Author): Überprüfung der Echtheit eines Haftbefehls, 25 September 2008
https://www.ecoi.net/en/file/local/1002649/1504_1228301698_haftbefehl.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[18] U.S. Department of State. 2019 Country Reports on Human Rights Practices: Cameroon. March 2020, διαθέσιμο σε: https://www.state.gov/reports/2019-country-reports-on-human-rights-practices/cameroon/ (ημερομηνία τελευταίας προβολής 16/5/2025)

[19] CYRILLA, Law No. 90/054 of 19 December 1990 on the Maintenance of Law and Order, διαθέσιμο σε: https://cyrilla.org/en/entity/t9aqfjdv2qh (ημερομηνία τελευταίας προβολής 16/5/2025)

[20] U.S. Department of State. 2019 Country Reports on Human Rights Practices: Cameroon. March 2020, διαθέσιμο σε: https://www.state.gov/reports/2019-country-reports-on-human-rights-practices/cameroon/ (ημερομηνία τελευταίας προβολής 16/5/2025)

[21] The Guardian Post,  Meme SDO bags int’l awards for bravery in fight against insecurity, 5 August 2024, διαθέσιμο σε:  https://theguardianpostcameroon.com/post/3677/fr/meme-sdo-bags-intl-awards-for-bravery-in-fight-insecurity (ημερομηνία τελευταίας προβολής 16/5/2025)

[22] HRW – Human Rights Watch (Author): “How Can You Throw Us Back?”; Asylum Seekers Abused in the US and Deported to Harm in Cameroon, 10 February 2022 https://www.ecoi.net/en/file/local/2068956/us_cameroon0222_web.pdf (ημερoμηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025).

 

[23] Belgium, Cedoca, COI Focus: Régions anglophones: situation sécuritaire 20 February 2023, https://www.cgvs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20230220.pdf , p. 37 (ημερoμηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025).

[24] AI, Joint Declaration: Cameroon's Universal Periodic Review provides an Opportunity to call on the Cameroon Authorities to protect Human Rights in the Anglophone Regions, 13 November 2023, available at: chrome-extension://efaidnbmnnnibpcajpcglclefindmkaj/https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2023/11/AFR1774082023ENGLISH.pdf, p. 1; R2P, Cameroon, 29 February 2024, available at: https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερoμηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025).

[25] AI, Joint Declaration: Cameroon's Universal Periodic Review provides an Opportunity to call on the Cameroon Authorities to protect Human Rights in the Anglophone Regions, 13 November 2023, available at: https://www.amnesty.org/en/documents/afr17/7408/2023/en/ , p. 1 (ημερoμηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025).

[26] AI, Joint Declaration: Cameroon's Universal Periodic Review provides an Opportunity to call on the Cameroon Authorities to protect Human Rights in the Anglophone Regions, 13 November 2023, available at: https://www.amnesty.org/en/documents/afr17/7408/2023/en/ , p. 1 (ημερoμηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025).

[27] AI, Joint Declaration: Cameroon's Universal Periodic Review provides an Opportunity to call on the Cameroon Authorities to protect Human Rights in the Anglophone Regions, 13 November 2023, available at: https://www.amnesty.org/en/documents/afr17/7408/2023/en/ , p. 1 (ημερoμηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025).

[28] AI, Joint Declaration: Cameroon's Universal Periodic Review provides an Opportunity to call on the Cameroon Authorities to protect Human Rights in the Anglophone Regions, 13 November 2023, available at: https://www.amnesty.org/en/documents/afr17/7408/2023/en/ , p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[29] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Cameroon; Treatment of individuals perceived as separatists by the state [Q20-2024], 4 March 2024

https://www.ecoi.net/en/file/local/2105170/2024_03_EUAA_COI_Query_Response_Q20_Treatment_of_Individuals_Perceived_as_Separatists_by_the_State_Cameroon.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[30] Freedom House, Freedom in the World 2023 – Cameroon, 2023, available at: https://freedomhouse.org/country/cameroon/freedom-world/2023 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[31] Freedom House: Freedom in the World 2024 - Cameroon, 2024
 https://www.ecoi.net/en/document/2115512.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[32] R2P, Cameroon, 29 February 2024, available at: https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[33] R2P, Cameroon, 29 February 2024, available at: https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[34] University of Oxford, Cameroon Conflict Human Rights Report 2022/23 - From January 2021 to April 2023, 15 June 2023, available at: https://ohrh.law.ox.ac.uk/wp-content/uploads/2023/06/Cameroon-Conflict-Human-Rights-Report-2022_23.pdf , p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[35] University of Oxford, Cameroon Conflict Human Rights Report 2022/23 - From January 2021 to April 2023, 15 June 2023, available at: https://ohrh.law.ox.ac.uk/wp-content/uploads/2023/06/Cameroon-Conflict-Human-Rights-Report-2022_23.pdf , p. 11 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

 

[36] CGRS-CEDOCA – Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit (Author): Cameroun; Le traitement réservé par les autorités nationales à leurs ressortissants de retour dans le pays, 16 May 2022

https://www.ecoi.net/en/file/local/2085324/coi_focus_cameroun._le_traitement_reserve_par_les_autorites_nationales_a_leurs_ressortissants_de_retour_dans_le_pays_20220516.pdf σελ. 15 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

[37] Human Rights Watch (2022), ‘US: Deported Cameroonian Asylum Seekers Suffer Serious Harm’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: US: Deported Cameroonian Asylum Seekers Suffer Serious Harm | Human Rights Watch (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/03/2025)

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο