
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 3664/2024
28 Μαΐου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ι.Ν.Μ. από τη Λ.Κ. του Κονγκό και τώρα στο Παραλίμνι
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας, ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ
Καθ’ ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Χ. Παφίτη (κα) για Α. Λαζάρου (κα), Δικηγόροι για Αιτήτρια.
Ε. Ιωάννου (κα) για Α. Φιλίππου (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Η Αιτήτρια παρούσα.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 28/08/24 (κοινοποιήθηκε αυθημερόν) με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να της αναγνωρίζεται προσφυγικό καθεστώς ή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η Αιτήτρια, υπήκοος Λαϊκής Δημοκρατίας του Κογκό (στο εξής «ΛΔΚ»), υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 19/07/22, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στις 06/08/24 και στις 08/08/24 συντάχθηκε η έκθεση/εισήγηση και ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 08/08/24, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η συνήγορος της Αιτήτριας υιοθέτησε τους λόγους για τους οποίους υποβλήθηκε αίτημα ασύλου, περιόρισε τους λόγους ακύρωσης στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και αναιτιολόγητα, αποσύρθηκαν ρητά οι υπόλοιποι ισχυρισμοί συμπεριλαμβανομένων και αυτών για αναρμοδιότητα του οργάνου που έλαβε την απόφαση.
Οι Καθ' ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, τονίζοντας ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και είναι δεόντως αιτιολογημένη.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρεί σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς έλλειψης δέουσας έρευνας και ανεπαρκούς αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης πράξης στη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»), λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το γεγονός ότι οι υπόλοιποι ισχυρισμοί αποσύρθηκαν ρητώς από την συνήγορο της Αιτήτριας.
Μετά τη διενέργεια σχετικής συνέντευξης, ο λειτουργός εξετάζοντας τα όσα λέχθηκαν σε αυτήν, εντόπισε και αξιολόγησε τρείς συνολικά ισχυρισμούς της. Αποδέχθηκε τον ισχυρισμό περί των προσωπικών στοιχείων, του προφίλ και της χώρας καταγωγής της (ερυθρά 107-106 ΔΦ), απέρριψε όμως τον δεύτερο ισχυρισμό της. Στη σχετική έκθεση/ εισήγηση καταγράφηκε η έλλειψη επαρκών πληροφοριών και λεπτομερειών στα λεγόμενά της. Ειδικότερα, η Αιτήτρια για τον ισχυριζόμενο φόβο της λόγω απειλών από την αδελφή του συζύγου της παρατηρήθηκε αντίφαση μεταξύ των δηλώσεων της στην αρχική αίτηση με αυτά που παρουσίασε στη συνέντευξη της αναφορικά με τον φορέα δίωξης, δεν ήτο ικανή να παραθέσει ένα επαρκές συμπαγές αφήγημα με τις απαραίτητες λεπτομέρειες που θα ήτο αναμενόμενο λόγω της φύσης των ισχυρισμών της και γενικά κατέληξε ο λειτουργός ότι ο ισχυρισμός της βρίθει από στοιχεία μη ευλογοφάνειας και ανεπαρκούς πληροφοριών και αντιφάσεων (ερυθρό 106-105 ΔΦ). Την ίδια κατάληξη είχε και ο τρίτος ισχυρισμός της σε σχέση με το ότι υπήρξε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης καθότι και επί αυτού δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει επαρκείς και ικανοποιητικές δηλώσεις λόγω του μη ευλογοφανούς αφηγήματος της. Ειδικότερα όπως διαπιστώνεται από τον λειτουργό θα αναμενόταν να διατηρήσει μία συνοχή στις απαντήσεις της και στα βιώματα της, παρατηρήθηκαν δε εκτενείς αντιφάσεις μεταξύ του αιτήματος της και αυτών που ανέφερε κατά την συνέντευξη, ούτε με τις απαντήσεις της κατάφερε να διευκρινίσει λόγους που να δικαιολογούν τις διαφορές των δηλώσεων από την αρχική της αίτηση μεταξύ αυτών που ανέφερε κατά την συνέντευξη.
Από την έκθεση/εισήγηση προκύπτει ότι η έρευνα του λειτουργού ήτο ενδελεχής και επεκτάθηκε σε όλα τα στοιχεία που προσκομίστηκαν από την Αιτήτρια (Βλέπε Nicolaou v. Minister of Interior a.ο. (1974) 3 C.L.R. 189, Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Motorways Ltd ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447, Χαράλαμπος Κύπρου Χωματένος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 102/09, 14/03/13 και Logicom Public Ltd v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών κ.α., Α.Ε. Αρ. 153/2009, ημερ.14/01/14). Σε αντίθεση με τους ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς της συνηγόρου της Αιτήτριας, υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών δηλώσεων του αιτήματος σε συνάρτηση και με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης όπου αυτό ήταν απαραίτητο και εφικτό. Μετά από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας της Αιτήτριας, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων μόνο[1] διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία επί αυτού του σημείου του αιτήματός της, δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου της, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[2], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Στο αφήγημα της Αιτήτριας προκύπτουν δηλώσεις από τις οποίες έλειπαν βιωματικά στοιχεία, συνοχή και λεπτομέρεια που να τεκμηρίωναν προσωπική εμπλοκή και δίωξη. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής της, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς της με επαρκή λεπτομέρεια. (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, επίσης, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ούτε σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του λειτουργού για αριθμό ζητημάτων ήταν ικανή να παράσχει ικανοποιητικές απαντήσεις[3] αλλά ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης της σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν έπεισε για το υπαρκτό οιασδήποτε μορφής δίωξης (Άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023,(Ν.6(Ι)/2000) αλλά ούτε έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις της ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας της είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα 3Α και 3Β του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Σημειώνεται ότι ούτε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία υπέδειξε σημεία επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών της. Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι ορθή, καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις της Αιτήτριας δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
Ως προς το εάν η περίπτωση της εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται (ερυθρά 103-101 ΔΦ). Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[4] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης (ερυθρό 100 ΔΦ) επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή της Αιτήτριας δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Σημειώνεται ότι, η ίδια σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησής της ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα της, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ανευρέθηκε ότι δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην Κινσάσα, αλλά μόνον στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ [5], ενώ από τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) προκύπτει ότι τα περιστατικά ασφαλείας που αφορούν συνολικά την περιοχή Ngaba, Mont Amba της Κινσάσα παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα[6] (ως και τα συμπεράσματα του λειτουργού), έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μην μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας. Ως εκ τούτου, παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών της περιστάσεων για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης[7].
Ούτε διαπιστώνω από τα ενώπιον μου στοιχεία ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ούτε η Αιτήτρια υποδεικνύει τότε (αλλά ούτε τώρα μέσω της προσφυγής της) τί δεν λήφθηκε υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου το οποίο έπρεπε να ληφθεί υπόψη ή όχι κατά την έκδοση της απόφασης (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε.Aρ.3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 05/06/2002, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η δε επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου της Αιτήτριας ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων της Αιτήτριας, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να της αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλέπε Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023
[2] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/09.
[3] EYAA, Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System, Judicial Analysis 2nd Edition, February 2023, σελ.122-123
[4] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.
[5] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo/ UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό/ HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021/ UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021/ USAID, Democratic Republic of the Congo – Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022.
[6] ACLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2024, τα πιο πρόσφατα δεδομένα κατά το διάστημα 18/05/24 – 22/05/25 καταδεικνύουν 93 περιστατικά ασφαλείας με 226 ανθρώπινες απώλειες γενικότερα σε όλη την επαρχία. Εξ’ αυτών, τα 6 κωδικοποιήθηκαν ως μάχες (18 απώλειες), τα 55 ως διαμαρτυρίες (0 απώλειες), τα 19 ως εξεγέρσεις (203 απώλειες), τα 13 ως βία κατά αμάχων (19 απώλειες), https://acleddata.com/explorer/
[7] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας»
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο