
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 5123/2022
30 Μάϊου, 2025
[Ε.ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 Συντάγματος
Μεταξύ:
G.F.K.,
από Καμερούν
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Δικηγόρος για Αιτητή: Ελ. Ιωακειμίδου (κα), για Μ. Μπαγιαζίδου (κα)
Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Αφρ. Αναστασιάδη (κα), για Λ. Βελίκοβα (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 06.07.2022, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για άσυλο, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).
Ο Αιτητής κατάγεται από τo Καμερούν, το οποίον εγκατέλειψε στις 19.02.2019 και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών, υποβάλλοντας αίτηση ασύλου στις 25.02.2019. Στις 15.03.2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EUAA, πρώην EASO, στο εξής αναφερόμενη ως «ΕUAA») ο οποίος υπέβαλε στις 27.04.2022 Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 06.07.2022 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 11.08.2022 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 08.08.2022. Την απόφαση αυτή αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής προέβαλε, μέσω της συνηγόρου, στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στη προώθηση του λόγου ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
Από την πλευρά τους, οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται ότι η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις Διεθνείς Συμβάσεις, τις διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, των Κανονισμών και των Γενικών αρχών του Διοικητικού Δικαίου, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση, κατ' εφαρμογή των αρχών του Διοικητικού Δικαίου και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη.
Αξιολόγηση εκατέρωθεν ισχυρισμών και καταληκτικά συμπεράσματα
Καταρχάς, επισημαίνω ότι ο ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσας έρευνας, συναρτάται και διασυνδέεται με την ίδια την ουσία της υπόθεσης και ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[1], θα προχωρήσω στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης, σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό αυτόν.
Επί τούτου, επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στο πλαίσιο ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[2].
Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Στο πλαίσιο της υποβληθείσας αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του πολέμου, προσθέτοντας ότι ξέφυγε από τα χέρια του στρατού πού ήθελε να τον δολοφονήσει (ερυθρό 1 του δ.φ.)
Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε στο χωριό Mbingo της κοινότητας Belo (βορειοδυτικά) και ότι η πόλη Bamenda που βρίσκεται επίσης στη βορειοδυτική περιοχή, αποτελεί τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του στη χώρα (ερυθρό 60/4Χ-5Χ, 1Χ του δ.φ.) Ως οι ισχυρισμοί του, η μητέρα του απεβίωσε ενώ αγνοεί την τύχη του πατέρα του. Ταυτόχρονα, πρόσθεσε ότι έχει πέντε αδερφές, εκ των οποίων η μία πέθανε, μία άλλη διαβιεί στο Ηνωμένο Βασίλειο και οι υπόλοιπες τρεις δεν γνωρίζει που βρίσκονται. Πρόσθεσε επίσης πως έχει και έναν αδερφό ο οποίος βρίσκεται στην Κύπρο επίσης ως αιτητής διεθνούς προστασίας. (ερυθρά 62/3Χ, 61/1Χ του δ.φ.) Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι έλαβε εκπαίδευση για 14 έτη και ότι φοίτησε σε κολλέγιο εκπαίδευσης δασκάλων στη Bamenda, ενώ ως προς την εργασιακή του εμπειρία, δήλωσε ότι από το 2017 μέχρι και τη στιγμή που έφυγε από τη χώρα, εργαζόταν ως πωλητής φαγητού, αναψυκτικών και τσιμέντου (ερυθρά 62/2Χ, 60/3Χ του δ.φ.)
Ως προς την ουσία του αιτήματός του και τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι έπραξε αυτό καθώς η ζωή του βρισκόταν σε πραγματικό κίνδυνο και έφυγε προκειμένου να γλιτώσει από την επικείμενη εκτέλεσή του. Ως επεξήγησε, στο Καμερούν υπήρχε μία συνεχιζόμενη κρίση την οποία ο ίδιος δεν υποστήριζε, όμως την υποστήριζε η μητέρα του η οποία συνελήφθη από τις ένοπλες δυνάμεις και δολοφονήθηκε. Εξήγησε στη συνέχεια ότι συνέλαβαν και τον ίδιο και τον ανέκριναν αναφορικά με το που βρήκε η μητέρα του τα χρήματα με τα οποία χρηματοδοτούσε τους αποσχιστές, με τον ίδιο να δηλώνει ότι δεν έχει ιδέα περί τούτου (ερυθρό 58/2Χ του δ.φ.)
Ο Αιτητής ανέφερε, επιπλέον, ότι οι αποσχιστές τού ζήτησαν να προβεί σε ανάληψη μετρητών έναν τραπεζικό λογαριασμό που διατηρούσε η μητέρα του, με τον ίδιο να δηλώνει άγνοια. Την 21.11.2018, ενώ βρισκόταν στον χώρο εργασίας του, συνελήφθη από ένοπλους άνδρες και μεταφέρθηκε σε αστυνομικό σταθμό, όπου υπέστη σωματική κακοποίηση και υποβλήθηκε σε ανάκριση, κατά την οποία του ζητήθηκαν πληροφορίες αναφορικά με τη μητέρα του, τη φερόμενη υποστήριξή της προς τους αποσχιστές, καθώς και την προέλευση των χρηματικών ποσών που, κατά τους ίδιους, εκείνη τους παρείχε.
Η κράτησή του διήρκεσε έως τις 15.01.2019, οπότε και μεταφέρθηκε, μαζί με δύο ακόμη άτομα – αγνώστων λοιπών στοιχείων –, με σκοπό την εκτέλεσή τους. Στο σημείο όπου οδηγήθηκαν βρίσκονταν πέντε στρατιώτες, ένας οδηγός, καθώς και δύο ένοπλοι στρατιώτες με καλυμμένα πρόσωπα· ο ένας κρατούσε φωτογραφική μηχανή και ο άλλος χαρτοφύλακα. Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι τότε δήλωσε στους στρατιώτες ότι θα τους αποκάλυπτε την αλήθεια. Κατόπιν τούτου, μεταφέρθηκε στο πίσω μέρος ενός φορτηγού, όπου φέρεται να εκτελέστηκαν τα δύο άλλα άτομα. Στη συνέχεια, του τοποθετήθηκαν χειροπέδες και εξαναγκάστηκε να τους συνοδεύσει σε απομακρυσμένο σημείο, όπου σκόπευαν να απορρίψουν τα πτώματα. Κατά την άφιξή τους, ο Αιτητής υποστηρίζει ότι η αναστάτωση που προκλήθηκε από τη συγκέντρωση και τις αντιδράσεις πολιτών κατά των στρατιωτών, του επέτρεψε να διαφύγει (ερυθρό 58/2Χ-5Χ του δ.φ.)
Κατά τη διερεύνηση των ισχυρισμών του μέσω της υποβολής περαιτέρω ερωτήσεων από το Λειτουργό της EUAA (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός») και σε ερώτηση για το τι θεωρεί ότι θα του συνέβαινε σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, ο Αιτητής απάντησε ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να χάσει τη ζωή του, καθότι, κατά τους ισχυρισμούς του, συνεχίζει να καταζητείται από τους αποσχιστές. Ανέφερε επίσης ότι τόσο η κατοικία του όσο και η επιχείρησή του καταστράφηκαν (βλ. ερυθρό 57/1Χ του δ.φ.).
Ο Αιτητής ανέφερε ότι αγνοούσε το χρόνο σύλληψης της μητέρας του από τον στρατό, καθώς είχε να τη δει δύο ημέρες και το κινητό της τηλέφωνο παρέμενε απενεργοποιημένο (βλ. ερυθρό 58/6Χ του δ.φ.). Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, πληροφορήθηκε για τη σύλληψή της από φήμες που κυκλοφορούσαν στην κοινότητα, κατά τις οποίες στρατιωτικό φορτηγό φέρεται να άφησε το πτώμα της κοντά στον κόμβο όπου βρίσκεται το νοσοκομείο, πλησίον σημείου που, κατά τους ισχυρισμούς του, χρησιμοποιείτο για την ταφή δολοφονημένων ατόμων (βλ. ερυθρά 57/4Χ, 56/6Χ του δ.φ.).
Σε ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν σχετικά με τον θάνατό της και τη δράση της εν γένει, απάντησε ότι, κατά την εκτίμησή του, η μητέρα του απεβίωσε στις 21.09.2018. Υποστήριξε ότι ουδέποτε του είχε αναφέρει ότι παρείχε οικονομική ενίσχυση στους αποσχιστές, ενώ δήλωσε άγνοια ως προς την προέλευση των χρηματικών ποσών που εκείνη φέρεται να τους εκχωρούσε (βλ. ερυθρό 56/1Χ, 2Χ, 3Χ και 7Χ του δ.φ.).
Ο Αιτητής ανέφερε ότι οι αποσχιστές τού είπαν πως η μητέρα του διατηρούσε τραπεζικό λογαριασμό και ότι όφειλε να προβεί σε ανάληψη χρημάτων, τα οποία στη συνέχεια θα έπρεπε να τους παραδώσει (βλ. ερυθρό 57/3Χ του δ.φ.). Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, είχε δύο συναντήσεις μαζί τους: κατά την πρώτη, του ζήτησαν να κάνει ανάληψη του ως άνω χρηματικού ποσού από τον λογαριασμό της μητέρας του προκειμένου να τους το παραδώσει, ενώ κατά τη δεύτερη τον απείλησαν (βλ. ερυθρό 56 4Χ του δ.φ.).
Όταν ερωτήθηκε για τον χρόνο κατά τον οποίο τον προσέγγισαν για την εν λόγω απαίτηση, απάντησε ότι αυτό συνέβη περί τις 15.10.2018, επισημαίνοντας ότι η σύλληψή του ακολούθησε περίπου τρεις εβδομάδες αργότερα (βλ. ερυθρό 56/5Χ του δ.φ.).
Αναφορικά με τη σύλληψή του από στρατιωτικές δυνάμεις, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι, όταν οι στρατιώτες εισήλθαν στο κατάστημά του, τους ρώτησε εάν διέθεταν ένταλμα σύλληψης (βλ. ερυθρό 55 2Χ του δ.φ.). Ακολούθως, τον μετέφεραν στο αστυνομικό τμήμα της Bamenda, όπου τον τοποθέτησαν σε ένα κελί (βλ. ερυθρά 55/3Χ και 4Χ του δ.φ.). Κατά τη διάρκεια της κράτησής του, όπως ανέφερε, του παρεχόταν φαγητό μία φορά ημερησίως, ενώ υπέστη σωματική κακοποίηση και του απευθύνονταν ερωτήσεις σχετικά με την προέλευση των χρημάτων που, κατά τους ισχυρισμούς των αρχών, η μητέρα του εκχωρούσε στους αποσχιστές (βλ. ερυθρό 55/5Χ του δ.φ.).
Αναφορικά με την ημέρα της, κατά τους ισχυρισμούς του, απόπειρας εκτέλεσής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι μεταφέρθηκε με όχημα μαζί με δύο ακόμη άτομα, τα οποία φορούσαν μάσκες. Ο ίδιος δεν γνώριζε τον λόγο για τον οποίο δεν του φόρεσαν μάσκα, κάτι που απέδωσε στο γεγονός ότι δεν κατανοούσε τη γλώσσα τους. Ωστόσο, κατά την αντίληψή του, τα δύο αυτά άτομα ήταν αποσχιστές (βλ. ερυθρό 54/2Χ–3Χ του δ.φ.).
Δήλωσε ότι αγνοούσε τον ακριβή προορισμό της μεταφοράς, ωστόσο υπέθετε ότι επρόκειτο για τοπική τοποθεσία στην Bamenda. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, προτού φτάσουν στον τόπο της εκτέλεσης, τους δήλωσε ότι θα τους αποκάλυπτε την πλήρη αλήθεια αναφορικά με τη μητέρα του, με αποτέλεσμα εκείνοι να του απαντήσουν ότι θα τον επέστρεφαν στο γραφείο και θα ενημέρωναν σχετικά τον ανώτερό τους (βλ. ερυθρό 54/4Χ).
Μετά την εκτέλεση των άλλων δύο ατόμων, και ενώ τον σημάδευαν με όπλο, του είπαν ότι του δινόταν μια τελευταία ευκαιρία για να πει την αλήθεια (βλ. ερυθρά 54/5Χ–6Χ του δ.φ.).
Αναφορικά με την απόδρασή του, ο Αιτητής ανέφερε ότι κατά την επιστροφή τους, το όχημα στο οποίο επέβαινε μαζί με τους στρατιώτες σταμάτησε σε κόμβο πλησίον του νοσοκομείου, με σκοπό να απορρίψουν τα πτώματα των δύο ατόμων που είχαν προηγουμένως εκτελέσει. Στο σημείο εκείνο, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, προκλήθηκε ένταση και αναταραχή μεταξύ των στρατιωτών και πολιτών που βρίσκονταν στην περιοχή, γεγονός που του έδωσε την ευκαιρία να διαφύγει (βλ. ερυθρά 54/7Χ, 8Χ και 53/1Χ του δ.φ.).
Κατόπιν της απόδρασής του, ο Αιτητής υποστήριξε ότι μετέβη στο χωριό Santa και στη συνέχεια στην πόλη Bafoussam, όπου τον εντόπισε η αδελφή του. Μαζί μετέβησαν σε οικία φιλικού προσώπου στη Douala, στην οποία διέμεινε κατά το χρονικό διάστημα από 16.01.2019 έως 19.02.2019 (βλ. ερυθρά 53/2Χ–4Χ του δ.φ.).
Ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι δε γνώριζε για τυχόν εξελίξεις στην υπόθεσή του, αφού δεν διατηρούσε επαφές και δεν μπορούσε να ρωτήσει για την υπόθεσή του. Πρόσθεσε ότι η αδερφή του απεβίωσε επειδή δέχθηκε πυροβολισμό ενώ οδηγούσε (ερυθρό 53/6Χ του δ.φ.).
Ο Λειτουργός υπέβαλε στον Αιτητή ερωτήσεις αναφορικά με τα έγγραφα που προσκόμισε προς επίρρωση των ισχυρισμών του, με τον ίδιο να δηλώνει πως οι φωτογραφίες που προσκομίστηκαν του εστάλησαν ηλεκτρονικώς από φίλο του, καθώς, όπως ισχυρίστηκε, κυκλοφορούσαν ευρέως στην πόλη. Αναφορικά με τις φωτογραφίες στις οποίες απεικονίζονταν στρατιώτες, ανέφερε ότι το τρίτο άτομο που εμφανιζόταν σε αυτές ήταν ο ίδιος. Συμπλήρωσε ότι, σύμφωνα με τον φίλο του, οι εν λόγω φωτογραφίες είχαν δημοσιευθεί από μέσα μαζικής ενημέρωσης και κυβερνητικές εφημερίδες, συνοδευόμενες από αναφορές ότι ο Αιτητής είχε δραπετεύσει και ότι επρόκειτο για ένα από τα άτομα που χρηματοδοτούσαν τους αποσχιστές (βλ. ερυθρά 53 7Χ και 52 1Χ του δ.φ.).
Τέλος, ερωτηθείς σχετικά, δήλωσε ότι δεν γνώριζε εάν εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης εις βάρος του.
Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση
Προχωρώντας στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του από τους Καθ’ ων η αίτηση, διαφαίνεται ότι ο Λειτουργός εντόπισε και εξέτασε συνολικά τρεις ισχυρισμούς:
Ο πρώτος όσον αφορά την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής έγινε αποδεκτός, αφού στοιχειοθέτηθηκε η εσωτερική και η εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή.
Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορούσε το ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε το Καμερούν επειδή αναζητείτο από τους αποσχιστές. Ο ισχυρισμός αυτός δεν έγινε αποδεκτός καθώς ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει πληροφορίες που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματός του και ότι οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις που του τέθηκαν ήταν ασαφείς, αόριστες και ανακριβείς. Επισήμανε ότι ο Αιτητής ανέφερε γενικά και αόριστα ότι η μητέρα του συνελήφθη από τις ένοπλες δυνάμεις και αυτό λόγω της κρίσης που επικρατούσε στη χώρα. Ομοίως, μη ξεκάθαρες ήταν και οι απαντήσεις του για την μετά του θανάτου της προσέγγισή του από τους αποσχιστές ώστε να τους δώσει χρήματα (ερυθρά 58/2Χ - 3Χ, 57/3Χ του δ.φ.). Συγκεκριμένα, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν γνώριζε πληροφορίες για την οικονομική βοήθεια που η μητέρα του προσέφερε στους αποσχιστές, ούτε για το πως είχε εξασφαλίσει τα χρήματα που κατ’ ισχυρισμόν τους εκχωρούσε (ερυθρό 56/1Χ-3Χ του δ.φ.) Περαιτέρω, και σχετικά με τις δυο φορές τις οποίες τον προσέγγισαν για να προβεί σε ανάληψη χρημάτων, ο Αιτητής δεν υπήρξε ξεκάθαρος και συγκεκριμένος στα λεγόμενά του (ερυθρά 56/4Χ-5Χ του δ.φ.). Εν σχέση με τη δολοφονία της μητέρας του, ο Αιτητής δεν μπόρεσε να παραθέσει με σιγουριά την ημερομηνία θανάτου της ενώ δεν γνώριζε τον τρόπο με τον οποίο την σκότωσαν (ερυθρό 56/6Χ του δ.φ.).
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού αυτού, o Λειτουργός ανατρέχοντας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης παρέθεσε πληροφορίες γενικού περιεχομένου για την κρίση στο αγγλόφωνο κομμάτι του Καμερούν, καθώς και αναφορικά με τη δράση των αυτονομιστών στην περιοχή. Ωστόσο, συνεπεία της αδυναμίας του Αιτητή να παραθέσει συγκεκριμένες και λεπτομερείς πληροφορίες, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε (ερυθρά 85 - 83 του δ.φ.)
Ο τρίτος ισχυρισμός του Αιτητή αφορούσε τον ισχυριζόμενο κίνδυνο που αντιμετώπιζε λόγω του ότι καταζητείτο από τον στρατό, γεγονός το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς του, αποτέλεσε τον λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε το Καμερούν. Ωστόσο, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει πληροφορίες που να αγγίζουν τον πυρήνα του αιτήματός του, ενώ οι απαντήσεις που παρείχε χαρακτηρίστηκαν ως ασαφείς, αόριστες και μη συνεκτικές. Επιπλέον, δεν στάθηκε επαρκώς λεπτομερής κατά τις αναφορές του στη φερόμενη ημερομηνία της σύλληψής του (βλ. ερυθρό 55/2Χ του δ.φ.).
Περαιτέρω, διαπιστώθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με επαρκή σαφήνεια τις συνθήκες της καθημερινότητάς του κατά την κράτησή του, η οποία φέρεται να διήρκεσε από τον Νοέμβριο του 2018 έως τον Ιανουάριο του 2019 (βλ. ερυθρά 55 4Χ–6Χ του δ.φ.). Επιπροσθέτως, οι δηλώσεις του αναφορικά με την 15.01.2019, ημερομηνία κατά την οποία – κατά τους ισχυρισμούς του – επρόκειτο να εκτελεστεί από τον στρατό, παρουσίαζαν σημαντικές αοριστίες, ιδίως ως προς το σημείο στο οποίο οδηγήθηκε για τον σκοπό αυτό (βλ. ερυθρά 58/4Χ–5Χ και 54/2Χ του δ.φ.).
Ομοίως, κρίθηκαν ως μη συνεκτικοί οι ισχυρισμοί του ότι η ζωή του σώθηκε επειδή υποσχέθηκε στους στρατιώτες να τους αποκαλύψει την αλήθεια για τη μητέρα του και την προέλευση των χρημάτων (βλ. ερυθρό 54/5Χ του δ.φ.). Ελλιπής σε συνέπεια κρίθηκε και η εξήγησή του για τον λόγο που, σε αντίθεση με τους δύο συγκρατούμενούς του οι οποίοι φέρεται να εκτελέστηκαν την ίδια ημέρα, έτυχε διαφορετικής μεταχείρισης (βλ. ερυθρό 54/3Χ του δ.φ.).
Τέλος, οι απαντήσεις του αναφορικά με τον τρόπο απόδρασής του κρίθηκαν ανεπαρκώς σαφείς και συγκεκριμένες, ενώ από αυτές απουσίαζαν κρίσιμες λεπτομέρειες και στοιχειώδης συνοχή (βλ. ερυθρά 58/5Χ και 54/7Χ του δ.φ.).
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του σχετικού ισχυρισμού, ο Λειτουργός σημείωσε ότι ο Αιτητής προσκόμισε ορισμένα φωτοαντίγραφα ενώπιόν του. Ειδικότερα, προσκομίστηκαν αντίγραφα φωτογραφιών που, κατά τους ισχυρισμούς του Αιτητή, απεικόνιζαν το σπίτι και το κατάστημά του σε κατεστραμμένη κατάσταση, φωτογραφίες αφισών με την ένδειξη «καταζητείται» και τη μορφή του ιδίου, καθώς και φωτογραφίες που φέρονταν να απεικονίζουν έναν άνδρα ο οποίος, όπως ανέφερε, παραδόθηκε και βασανίστηκε από στρατιώτες σε ορεινή περιοχή.
Ο Λειτουργός επεσήμανε ότι, όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να παράσχει περισσότερες λεπτομέρειες για τις φωτογραφίες, εκείνος απάντησε αόριστα, λέγοντας ότι του τις απέστειλε φίλος του μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Αν και ο Αιτητής δήλωσε ότι το πρόσωπο που απεικονιζόταν στις φωτογραφίες με τους στρατιώτες ήταν ο ίδιος, το πρόσωπο του απεικονιζόμενου δεν διακρινόταν καθαρά, γεγονός που δεν επέτρεψε την ταυτοποίησή του και, κατά συνέπεια, την τεκμηρίωση του ισχυρισμού.
Περαιτέρω, παρατηρήθηκε ασυνέπεια στον ισχυρισμό του Αιτητή ότι δεν γνώριζε εάν είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εις βάρος του, ο οποίος αντέφασκε με την ταυτόχρονη δήλωσή του ότι φίλος του τού μετέφερε πως οι αφίσες με την ένδειξη «καταζητείται» κυκλοφορούσαν ευρέως στην πόλη. Η αυθεντικότητα των εν λόγω αφισών δεν κατέστη δυνατόν να επιβεβαιωθεί, καθώς παρόμοια γραφιστικά πλαίσια ήταν διαθέσιμα στο διαδίκτυο, ενώ τα φόντα στις προσκομισθείσες φωτογραφίες παρουσίαζαν ασυνέπειες και αποκλίσεις.
Τέλος, αναφορικά με τα αντίγραφα φωτογραφιών που φέρονταν να απεικονίζουν την καταστροφή της περιουσίας του, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει πληροφορίες για το ποιος και πότε προέβη στην καταστροφή αυτή (βλ. ερυθρά 82–81 του δ.φ.).
Προχωρώντας στο στάδιο της αξιολόγησης κινδύνου, ο Λειτουργός εκτίμησε το μελλοντοστραφές ρίσκο του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών του στοιχείων, ήτοι του μοναδικού ισχυρισμού που έγινε αποδεκτός από το λειτουργό. Σχετικώς, παρατέθηκαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, καταλήγοντας στο ότι ο Αιτητής, στην περίπτωση της εκεί επιστροφής του, θα υπήρχε εύλογη πιθανότητα να υφίστατο συμπεριφορά που να ισοδυναμούσε με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. (ερυθρά 81 – 80 του δ.φ.)
Κατά τη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις υπαγωγής του στο προσφυγικό καθεστώς αλλά ούτε και της συμπληρωματικής προστασίας. Ειδικότερα, αφότου παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή Northwest κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα επίπεδα αδιάκριτης βίας στην περιοχή δεν ήταν τόσο υψηλά ούτως ώστε ένας άμαχος να κινδύνευε απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας του στην περιοχή. Παράλληλα, οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή δεν επαρκούσαν ούτως ώστε να στοιχειοθετείτο ότι θα κινδύνευε λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως. (ερυθρά 80 – 76 του δ.φ)
Η εκτίμηση του Δικαστηρίου
Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του Λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:
Αρχικά συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι λόγω του ότι οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται ως σαφείς, δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου, ενώ οι δηλώσεις του επιβεβαιώθηκαν και από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης στις οποίες προσέτρεξε ο λειτουργός ασύλου.
Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε το Καμερούν επειδή αναζητείτο από τους αποσχιστές, συμφωνώ και συντάσσομαι με την αξιολόγηση του λειτουργού της EUAA περί έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή, την οποίαν κρίνω ως ορθή και τεκμηριωμένη. Πράγματι, η αφήγηση του Αιτητή χαρακτηρίζεται από ουσιώδεις ασάφειες, γενικόλογες αναφορές και μη επαρκείς απαντήσεις, γεγονός που καθιστά αδύνατο τον σχηματισμό πεποίθησης ως προς την αληθοφάνεια των γεγονότων που επικαλείται.
Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι οι αυτονομιστές τον καταδίωκαν επειδή η μητέρα του, εν αγνοία του, χρηματοδοτούσε τις δραστηριότητές τους. Υποστήριξε ότι του ζητήθηκε να αποσύρει χρήματα από τραπεζικό λογαριασμό στο όνομα της μητέρας του και να τους τα παραδώσει. Όμως, οι σχετικές δηλώσεις του χαρακτηρίζονται από ουσιώδεις ασάφειες και έλλειψη συνέπειας. Συγκεκριμένα, η χρονική ακολουθία των γεγονότων είναι θολή, καθώς αρχικά δηλώνει πως συνελήφθη από το στρατό επειδή αρνήθηκε να βοηθήσει τους αυτονομιστές, ενώ αλλού αναφέρει ότι δέχθηκε απειλές εκ μέρους τους μετά τον θάνατο της μητέρας του. Αυτή η μετατόπιση της αφήγησης υπονομεύει την αξιοπιστία του, καθώς δεν προκύπτει με σαφήνεια αν οι αυτονομιστές τον καταδίωξαν ενώ η μητέρα του ήταν εν ζωή ή αφού σκοτώθηκε. Επιπλέον, ενώ υποστηρίζει ότι η μητέρα του στήριζε ενεργά τους αυτονομιστές, δεν παρέχει καμία συγκεκριμένη ένδειξη για το πώς το γνώριζε αυτό. Αρκείται να δηλώσει ότι "δεν του έλεγε τίποτα για να τον προστατεύσει", μια απάντηση που ελλείψει επιβεβαιωτικών στοιχείων δεν μπορεί να θεωρηθεί πειστική.
Ο Λειτουργός σημειώνει επίσης την απουσία συνοχής στην αφήγηση ως προς τον τρόπο με τον οποίο οι αυτονομιστές τον προσέγγισαν. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής αναφέρει δύο περιστατικά (με χρονική αναφορά στο περίπου, περί τα μέσα Οκτωβρίου 2018), χωρίς όμως να περιγράφει με λεπτομέρεια ποιος τον απείλησε, πού έγινε η συνάντηση, πώς ήρθε σε επαφή μαζί τους και πώς εκείνοι γνώριζαν για τον τραπεζικό λογαριασμό της μητέρας του. Όλα αυτά συνιστούν ουσιώδη κενά σε μια αφήγηση που θα ανέμενε κανείς να είναι φορτισμένη, συγκεκριμένη και σαφής, ιδίως αν πράγματι είχε δεχθεί τέτοιο υπαρξιακό κίνδυνο.
Επιπλέον, η εσωτερική ανακολουθία του Αιτητή δεν εντοπίζεται μόνο στο αφηγηματικό επίπεδο, αλλά και στη γενικότερη αδυναμία του να εξηγήσει με επαρκή πληρότητα την εμπλοκή του στο περιστατικό: δεν γνωρίζει τον αριθμό λογαριασμού, δεν γνωρίζει πώς χρηματοδοτούνταν η μητέρα του, δεν διευκρινίζει πώς αποκόμισε την πληροφορία ότι πράγματι στήριζε αυτονομιστές, ούτε εάν υπήρξαν απειλές κατά τη διάρκεια ή μετά τον θάνατό της.
Πέραν όμως των ζητημάτων που εντόπισε ο Λειτουργός, υπάρχουν και άλλα κρίσιμα σημεία που εντείνουν την αναξιοπιστία της αφήγησης. Πρώτον, ο Αιτητής αναφέρει ότι η μητέρα του δεχόταν συχνά επισκέψεις από τους αυτονομιστές στο σπίτι, χωρίς όμως να αναφέρει ούτε ένα όνομα, περιγραφή, επανάληψη των περιστατικών ή οποιαδήποτε άλλη πληροφορία που να καθιστά την αφήγηση συγκεκριμένη. Το γεγονός ότι δεν θυμάται τίποτε απολύτως για ανθρώπους που ισχυρίζεται ότι επισκέπτονταν επανειλημμένα το σπίτι του με σκοπό τη χρηματοδότηση ένοπλης δράσης, δημιουργεί αμφιβολίες όχι απλώς ως προς την ακρίβεια αλλά και ως προς τη βασιμότητα του ισχυρισμού.
Δεύτερον, ο Αιτητής δεν εξηγεί επαρκώς γιατί, ενώ οι αυτονομιστές τον θεωρούσαν "ουδέτερο", τον εμπιστεύτηκαν αρκετά ώστε να του ζητήσουν να αποσύρει χρήματα για λογαριασμό τους. Η στάση τους παρουσιάζεται αμφίσημη: από τη μία, τον απειλούν ότι θα τον θεωρήσουν συνεργάτη των εχθρών τους αν δεν αποσύρει τα χρήματα· από την άλλη, του αναθέτουν μια τόσο κρίσιμη και ευαίσθητη αποστολή. Η εσωτερική αυτή αντίφαση καθιστά την αφήγηση ελάχιστα πειστική, καθώς δεν διαφαίνεται σαφές κίνητρο ή λογική συνέπεια στη συμπεριφορά των αυτονομιστών.
Τρίτον, παρά τη σοβαρότητα των γεγονότων που περιγράφει, ο Αιτητής δεν προσκόμισε ούτε ένα ανεξάρτητο στοιχείο για να επιβεβαιώσει την ύπαρξη ή τις ενέργειες των φερόμενων διωκτών του. Καμία αναφορά σε καταγγελία, καμία προσπάθεια αναζήτησης βοήθειας, καμία έγγραφη ή φωτογραφική τεκμηρίωση του τραπεζικού λογαριασμού, του περιβάλλοντος της μητέρας του ή των προσώπων που φέρεται να εμπλέκονταν. Το γεγονός ότι ισχυρίζεται ότι η μητέρα του συμμετείχε σε χρηματοδότηση ενόπλων οργανώσεων — κάτι που θα μπορούσε να είχε αποτυπωθεί σε κάποιο έγγραφο, μήνυμα ή αποδεικτικό συναλλαγής — χωρίς να καταθέσει τίποτα σχετικό, υποσκάπτει περαιτέρω την αξιοπιστία του.
Αντιφάσεις εντοπίζονται τέλος και σε σχέση με τα όσα ο Αιτητής κατέγραψε στην υποβληθείσα αίτησή του για άσυλο. Ειδικότερα, ενώ στην αίτηση κατέγραψε ότι εγκατέλειψε το Καμερούν λόγω της εμπόλεμης κατάστασης προσθέτοντας ότι ξέφυγε από τα χέρια του στρατού πού ήθελε να τον δολοφονήσει, στη συνέντευξη πρόσθεσε ακόμη ένα φορέα δίωξης, ισχυριζόμενος ότι διωκόταν και από τους αποσχιστές (ερυθρά 1, 58/3Χ, 57/2Χ-3Χ, 56/1Χ-7Χ του δ.φ.)
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού του Αιτητή, δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού αυτού εκ της αοριστίας, της γενικότητας και της αντιφατικότητας που χαρακτηρίζει το αφήγημα του Αιτητή δεν προκύπτει ανάγκη για εξέταση της εξωτερικής τους συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Επί τούτου, σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο εγχειρίδιο της EASO (νυν EUAA), Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System[3], σελ.169 όπου διαλαμβάνονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:
«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds.»
Βλέπε σχετικώς και τα όσα αναφέρθηκαν επί του ζητήματος τούτου στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην FERDINAND EBELE EWELUKWA v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023, 31.10.2024.
Ενόψει των πιο πάνω, ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή απορρίπτεται ως εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστος.
Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε το Καμερούν λόγω του ότι καταζητείτο από το στρατό, συμφωνώ και συντάσσομαι με την αξιολόγηση του Λειτουργού περί έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή, την οποίαν κρίνω ως ορθή και τεκμηριωμένη. Πράγματι, η αφήγηση του Αιτητή χαρακτηρίζεται από γενικές, αόριστες, ασαφείς αναφορές αλλά και μη συνεκτικές απαντήσεις, γεγονός που καθιστά αδύνατο τον σχηματισμό πεποίθησης ως προς την αληθοφάνεια των γεγονότων που επικαλείται.
Πρόσθετα των όσων επισημάνθηκαν από τον Λειτουργό, κρίνω σκόπιμο να αναδείξω ορισμένες ακόμη ελλείψεις που εντοπίζονται στο αφήγημα του Αιτητή. Ειδικότερα, παρατηρείται ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως ο στρατός συνέλαβε και δολοφόνησε τη μητέρα του λόγω της στήριξής της προς τους αποσχιστές, χωρίς ωστόσο να εξηγεί ούτε το ιδεολογικό της υπόβαθρο ούτε τις συγκεκριμένες πράξεις της που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν μια τέτοια κατηγορία. Οι αναφορές του παραμένουν γενικόλογες και κενές ουσιαστικού περιεχομένου, χωρίς αναφορά σε πρόσωπα, γεγονότα ή ενέργειες που να συνδέουν τη μητέρα του με στοχευμένη δίωξη (ερυθρό 58/2x του δ.φ.).
Αντίστοιχη ασάφεια παρατηρείται και ως προς τον λόγο της δικής του σύλληψης. Ο Αιτητής δεν παρέχει συγκεκριμένο ή αξιόπιστο πλαίσιο γύρω από την αιτία για την οποία συνελήφθη από τον στρατό. Το μόνο που επικαλείται είναι ότι του υποβλήθηκαν ερωτήσεις αναφορικά με την πηγή των χρημάτων της μητέρας του, μέσω των οποίων, κατά τους στρατιώτες, χρηματοδοτούνταν οι αποσχιστές (ερυθρά 58/2x και 55/5x του δ.φ.). Δεν αναφέρει εάν υπήρχε ένταλμα, καταγγελία, ή προηγούμενη κλήση από αρχές, και δεν παρέχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο για την κράτησή του, παρότι αυτή – σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του – διήρκεσε σχεδόν δύο μήνες και συνοδεύτηκε από βασανιστήρια.
Ιδιαίτερα προβληματική είναι και η αφήγησή του σχετικά με την απόπειρα εκτέλεσής του. Ο Αιτητής αναφέρει ότι, ενώ μεταφέρθηκε με δύο συγκρατούμενούς του σε απομονωμένο σημείο για εκτέλεση, οι άλλοι δύο εκτελέστηκαν, ενώ ο ίδιος επέζησε διότι – κατά τα λεγόμενά του – είπε στους στρατιώτες ότι θα τους έλεγε την "αλήθεια" για τη μητέρα του. Η εξήγηση αυτή είναι εξόφθαλμα μη ευλογοφανής, καθότι δεν συνάδει με τη σοβαρότητα και την αμετάκλητη φύση μιας διαδικασίας εκτέλεσης. Η απόφαση για θανάτωση κρατουμένων δεν είναι δυνατό να αναιρεθεί στιγμιαία και αβίαστα από μία απλή δήλωση προθυμίας για συνεργασία (ερυθρό 54/5x–6x του δ.φ.).
Επιπλέον, δεν έχει καμία λογική το γεγονός ότι οι στρατιώτες φέρονται να έβαλαν μάσκες στους άλλους δύο κρατουμένους και όχι στον ίδιο, χωρίς να δίνεται καμία πειστική εξήγηση για την διαφορετική μεταχείριση. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι εκείνοι μιλούσαν γαλλικά και δεν τους καταλάβαινε, πλην όμως ούτε τούτο δικαιολογεί την εξαίρεσή του από μια διαδικασία που φαίνεται να ακολουθούσε συγκεκριμένο πρότυπο (ερυθρό 54/2x–3x του δ.φ.).
Ακόμη, η περιγραφή της διαφυγής του – ενώ ήταν χειροδεμένος – κατά τη διάρκεια μιας υποτιθέμενης εξέγερσης του πλήθους έξω από το νοσοκομείο, είναι εξίσου ασαφής και μη πειστική. Ο Αιτητής δεν εξηγεί πώς κατάφερε να αποδεσμευτεί και να διαφύγει, πού κρύφτηκε, πώς οι στρατιώτες δεν τον καταδίωξαν, και πώς κατάφερε να φτάσει με ασφάλεια σε άλλη περιοχή. Δεν παρέχονται πληροφορίες ούτε για το ποιοι ήταν οι «εξεγερμένοι», ούτε για το αν υπήρξαν τραυματισμοί, ούτε αν αναφέρθηκε πουθενά το περιστατικό.
Η όλη αφήγησή του χαρακτηρίζεται από γενικευμένες εκφράσεις, έλλειψη χρονικής και τοπικής ακρίβειας, καθώς και από αφηγηματικά στοιχεία που φαντάζουν υπερβολικά ή σεναριακά. Κατά τούτο φρονώ πως δεν έχει στοιχειοθετηθεί η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, το Δικαστήριο διεξήγαγε ανεξάρτητη έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τη δράση του στρατού ακολούθως της κλιμάκωσης της αναταραχής στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν στα τέλη του 2016, από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:
· Διαδικτυακό άρθρο του διεθνούς μη κυβερνητικού οργανισμού Human Rights Watch (HRW) - δημοσιεύθηκε στις 19.07.2018 - σχετικά με τις δολοφονίες και τις καταστροφές στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, καταγράφει ότι η βία και η αναταραχή στις εν προκειμένω περιοχές κλιμακώθηκαν στα τέλη του 2016, όταν δικηγόροι και εκπαιδευτικοί προέβησαν σε απεργίες και διαδηλώσεις με σκοπό το σεβασμό των εκεί αγγλόφωνων εκπαιδευτικών και δικαστικών συστημάτων.[4]
· Αν και στις αρχές του 2017, η κυβέρνηση του Καμερούν, διαπραγματεύτηκε με τους δικηγόρους και τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών, εντούτοις οι δυνάμεις ασφαλείας της, συνέχισαν να καταπνίγουν τους αγγλόφωνους διαδηλωτές.[5]
· Διαδικτυακή έκθεση της παγκόσμιας οργάνωσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα Amnesty International (11.06.2018), εν σχέση με τις αγγλόφωνες περιοχές που καταλήφθηκαν από θανατηφόρα βία, αναφέρει ότι ο στρατός απάντησε στις κινητοποιήσεις προβαίνοντας σε αυθαίρετες συλλήψεις, βασανιστήρια, παράνομες δολοφονίες και καταστροφές περιουσιών.[6]
· Μέσα από τις επιχειρήσεις ασφαλείας, υπήρξε σωρεία αυθαίρετων συλλήψεων αλλά και βασανισμών κατά τα διαστήματα των κρατήσεων σε παράνομους χώρους κράτησης. Αρκετά άτομα μεταξύ των οποίων και ανήλικοι, δήλωσαν ότι αφότου συνελήφθησαν από το στρατό, οδηγήθηκαν στην απομόνωση και εκεί βασανίστηκαν για να ομολογήσουν, δηλαδή για να παραδεχτούν ότι υποστήριξαν τους αποσχιστές.[7]
Σύμφωνα με τις ανωτέρω πληροφορίες επιβεβαιώνεται ότι το περιβάλλον στο οποίο ο Αιτητής τοποθετεί τους ισχυρισμούς του είναι πράγματι ένα ιστορικά και κοινωνικοπολιτικά επιβεβαιωμένο περιβάλλον αυθαιρεσίας και κρατικής βίας. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ισχυρισμός ότι πολίτες συνελήφθησαν και βασανίστηκαν επειδή θεωρήθηκαν ύποπτοι για υποστήριξη των αποσχιστών, βρίσκεται σε γενικές γραμμές σε συμφωνία με το πληροφοριακό υλικό για τη χώρα καταγωγής.
Ωστόσο, η εξωτερική αξιοπιστία δεν επαρκεί από μόνη της για την αποδοχή του πραγματικού ισχυρισμού, αλλά προϋποθέτει να υπάρχει και ατομική σύνδεση του Αιτητή με την εν λόγω γενικευμένη πρακτική. Ενώ οι ανεξάρτητες πηγές επιβεβαιώνουν ότι πράξεις όπως αυτές που περιγράφει ο Αιτητής (σύλληψη, κράτηση, βασανιστήρια) όντως διαπράχθηκαν από τον στρατό κατά πολιτών στις αγγλόφωνες περιοχές, ο Αιτητής δεν έχει προσκομίσει πειστικά στοιχεία ή επαρκώς συνεπή αφήγηση που να συσχετίζει την ατομική του περίπτωση με το ως άνω πρότυπο δίωξης.
Η εν λόγω διαπίστωση καθιστά σαφές ότι, αν και οι ισχυρισμοί του Αιτητή είναι καταρχήν συμβατοί με το εξωτερικό πληροφοριακό υλικό (external COI), εντούτοις η αποτυχία του να τεκμηριώσει επαρκώς την ατομική του εμπλοκή και να εξηγήσει με πειστικότητα τη στοχοποίησή του από τον στρατό, εμποδίζει την αποδοχή του υλικού πραγματικού γεγονότος ως αξιόπιστου. Η εξωτερική αξιοπιστία ενισχύει τη γενική αποδοχή ότι ο στρατός διαπράττει παραβιάσεις, αλλά δεν αρκεί για να καταστήσει αξιόπιστη μια ασαφή, αντιφατική και εσωτερικά προβληματική αφήγηση, όπως αυτή που παρείχε ο Αιτητής.
Ως προς τα έγγραφα τα οποία προσκόμισε ο Αιτητής κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία, με σκοπό να υποστηρίξει τον ισχυρισμό ότι διωκόταν από το στρατό, υιοθετώ την ανάλυση του Λειτουργού, την οποίαν κρίνω ως ορθή και τεκμηριωμένη. Ο Λειτουργός κατόπιν εξέτασης της συμβατότητας τους με τις δηλώσεις του Αιτητή, διεξήγαγε έρευνα, όπου αυτή ήταν εφικτή αφ’ ης στιγμής επρόκειτο για φωτοαντίγραφα, για να διαπιστώσει αν το περιεχόμενο τους συνάδει με τις πληροφορίες από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και κατέλεξε, ορθώς, στο ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του. Ακόμη και οι φωτογραφίες που υπέβαλε κρίθηκε πως δεν επαρκούν για την επιβεβαίωση των ισχυρισμών του, καθώς ούτε το πρόσωπο του εικονιζόμενου αναγνωρίζεται με βεβαιότητα, ούτε το περιβάλλον προσφέρει ασφαλές πλαίσιο ταυτοποίησης.
Καταλήγω συνεπώς ότι ο τρίτος αυτός ισχυρισμός του Αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και αυτός απορρίπτεται για τους λόγους που έχουν ανωτέρω επεξηγηθεί.
Υπό το φως των όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, αλλά και των σχετικών διατάξεων του Νόμου, κρίνω ότι ορθά οι Καθ΄ ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και ότι η περίπτωσή του δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:
«το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»
Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβη» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :
(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή
(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή
(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).
Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[8] ότι συνιστούν:
«(…) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (βλ. σκέψη 43 της απόφασης)
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[9], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Όπως επίσης διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[10] :
«33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.
36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».
37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.
38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.
39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[11] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του, ήτοι την πόλη Bamenda της περιοχής Northwest του Καμερούν, από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:
· H ιστοσελίδα RULAC, πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα[12], κρίνοντας με κριτήρια διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου[13], αναφέρει ότι το κράτος εμπλέκεται σε διεθνή ένοπλη σύρραξη κατά της Boko Haram στον Άπω Βορρά (Far North), ενώ στις βορειοδυτικές (στο εξής ΒΔ) και στις νοτιοδυτικές (στο εξής ΝΔ) περιοχές, αγγλόφωνες αποσχιστικές ομάδες μάχονται κατά της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία της περιοχής. [14]
· Από τα τέλη του 2017, οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας εμπλέκονται σε ένοπλες συγκρούσεις με αριθμό ομάδων αποσχιστών που δρουν στις ΒΔ και ΝΔ περιοχές. Ως τέτοιες αποσχιστικές ομάδες αναφέρονται ιδίως, μεταξύ άλλων, η Ambazonia Governing Council (AGC) και η Interim Government of Ambazonia (IG) καθώς και οι στρατιωτικές πτέρυγες αυτών.[15] Αντιμαχόμενες δυνάμεις στην αγγλόφωνη κρίση συνιστούν δυνάμεις ασφαλείας του Καμερούν και ένοπλες αποσχιστικές ομάδες. Σύμφωνα με τη RULAC, το επίπεδο συνεργασίας μεταξύ των αποσχιστικών δυνάμεων, παραμένει ασαφές, όπως εξάλλου και η δομή τους.[16] Η αναφορά της μη Κυβερνητικής Οργάνωσης Human Rights Watch για το 2023, για τις χρησιμοποιούμενες τακτικές, μεθόδους, μέσα και όπλα πολέμου, επισημαίνει ότι οι δυνάμεις ασφαλείας αποκρίθηκαν στις επιθέσεις των αυτονομιστών με επιχειρήσεις, οι οποίες «συχνά αποτύγχαναν να προστατεύσουν τους πολίτες ή τους στόχευσαν ευθέως».[17] Η ίδια πηγή καταγράφει περιστάσεις στις οποίες τα θύματα βρήκαν το θάνατο όταν διέφευγαν της μάχης, ενώ «στρατιωτικές επιδρομές κατά καταχρηστικό τρόπο και δολοφονίες πολιτών ενδέχεται να πραγματοποιήθηκαν σε βάρος ιδιωτών για τους οποίους υπήρχαν υποψίες ότι συνιστούν αποσχιστές ή σε αντίποινα για επιθέσεις έναντι στρατιωτικών θέσεων».[18] Βάσει αναφοράς της Διεθνούς Αμνηστίας του 2023, η ευθύνη για τα εγκλήματα σε βάρος του τοπικού πληθυσμού στις αγγλόφωνες περιοχές, όπως δολοφονίες, απαγωγές, βασανισμούς και καταστροφές κατοικιών αποδόθηκε στους αποσχιστές. Οι τελευταίοι, στοχοποιούσαν πρόσωπα τα οποία υποπτεύονταν για συνεργασία με τις δυνάμεις άμυνας και ασφαλείας, καθώς και πρόσωπα τα οποία κατηγορούνταν ότι δε συμμορφώθηκαν με εντολές τις οποίες εκείνοι προσπάθησαν να επιβάλουν.[19] Αναφορικά με τα χρησιμοποιούμενα όπλα, και ειδικά ως προς τη χρήση εκρηκτικών μηχανισμών οι οποίοι εκ φύσεως είναι δυνατό να επιφέρουν απώλειες αμάχων, οι πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής υποδείκνυαν και εξακολουθούν να υποδεικνύουν την τάση αύξησης των επιθέσεων με τέτοια μέσα εκ μέρους των αυτονομιστών με στόχο τις δυνάμεις ασφαλείας από τις αρχές του έτους 2021, με αμάχους επίσης να αποβιώνουν κατά τη διάρκεια των επιθέσεων αυτών. [20]
· Η έκθεση του OCHA - δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο του 2025 - για την κατάσταση στις ΒΔ και ΝΔ περιοχές, αναφέρει ότι οι εν προκειμένω περιοχές, εξακολουθούν να δέχονται σοβαρό πλήγμα και αυτό ένεκα της εκεί επικρατούσας ένοπλης βίας και ανασφάλειας. Παράγοντες που φαίνεται να επηρεάζουν τον άμαχο πληθυσμό αποτελούν: η παράνομη φορολόγηση, οι περιορισμοί στις μετακινήσεις, τα παράνομα σημεία ελέγχου, οι απαγωγές για λύτρα, οι στοχευμένες δολοφονίες, οι εμπρησμοί σπιτιών και η δύσκολη πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες, ιδίως στις πιο απομακρυσμένες περιοχές.[21]
· Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων της ACLED (“Armed Conflict Location and Event Data Project”) για το διάστημα από 18.05.2024 έως 16.05.2025, στη βορειοδυτική περιφέρεια καταγράφηκαν 1,035 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 372 ανθρώπων. Αναλυτικότερα, έχουν καταγραφεί, 13 εξεγέρσεις/ταραχές (riots) με 5 ανθρώπινες απώλειες, 15 διαμαρτυρίες (protests) με 2 ανθρώπινες απώλειες, 494 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (violence against civilians) με 148 ανθρώπινες απώλειες, 21 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (expl./remote violence) με 17 ανθρώπινες απώλειες, 294 στρατηγικές εξελίξεις (strategic developments) με 5 ανθρώπινες απώλειες και 198 μάχες (battles) με 195 ανθρώπινες απώλειες.[22] Επίσης, στην πόλη Bamenda, βάσει της βάσης ACLED κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, καταγράφηκαν 20 μάχες με 21 ανθρώπινες απώλειες, 2 διαμαρτυρίες με καμία ανθρώπινη απώλεια, 24 στρατηγικές εξελίξεις με καμία ανθρώπινη απώλεια, 6 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία με 3 ανθρώπινες απώλειες, 2 εξεγέρσεις/ταραχές με καμία ανθρώπινη απώλεια και 41 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών με 30 ανθρώπινες απώλειες.[23] Σημειωτέον δε, ότι ο πληθυσμός της βορειοδυτικής περιφέρειας καταγράφεται στους 1.968.600 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση του 2015[24] και της Bamenda σε 393,835.[25]
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι στην ευρύτερη Northwest Region, όπου βρίσκεται γεωγραφικά ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, πράγματι λαμβάνει χώρα εσωτερική ένοπλη σύρραξη, με τη συμμετοχή οργανωμένων ένοπλων ομάδων και κρατικών δυνάμεων, κατά την έννοια της Diakité. Ειδικότερα, σύμφωνα με την σκέψη 28 της απόφασης του ΔΕΕ στην υπόθεση Diakite, C‑285/12, ημερ. 30.1.2014 «Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους».
Λαμβάνοντας υπόψιν τον αριθμό των καταγεγραμμένων περιστατικών ασφαλείας και των εξ αυτών θανάτων που καταγράφηκαν στην εν λόγω περιφέρεια κατά τους τελευταίους 12 μήνες, ως αυτά καταγράφονται ανωτέρω, συγκριτικά με το μέγεθος του πληθυσμού και συνδυαστικά με τη φύση των επιθέσεων και του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται, προκύπτει ότι η αδιάκριτη βία λόγω της ως άνω σύρραξης στην εν λόγω (ευρύτερη) περιοχή, φθάνει σε σχετικά μεγάλο βαθμό. Λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη, τα αντίστοιχα στοιχεία που αφορούν τα περιστατικά βίας και θανάτων που καταγράφηκαν συγκεκριμένα στην πόλη Bamenda (όπου αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής), συγκριτικά με τον αριθμό των κατοίκων και τη φύση των επιθέσεων, δεν προκύπτει ότι η αδιάκριτη βία εξικνείται σε τέτοιο επίπεδο ώστε μόνη η παρουσία του Αιτητή εκεί να τον θέσει αντιμέτωπο με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου [26].
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις τoυ Αιτητή, ως αυτές ήδη αναλύθηκαν ανωτέρω, παρατηρώ ότι αυτός είναι ενήλικας, υγιής, μορφωμένος, ικανός προς εργασία και με προηγούμενη εργασιακή εμπειρία, χωρίς να παρουσιάζει θέματα ευαλωτότητας- κάποιο χαρακτηριστικό ή στοιχείο που να συμβάλλει με οποιοδήποτε τρόπο στην επίταση του κινδύνου να υποστεί σοβαρή βλάβη.
Επομένως, από τα όσα έχουν αναλυθεί ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι στη πόλη Bamenda, την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται, βάσει και της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, ως παρατέθηκε ανωτέρω, ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ στις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité.
Πρόσθετα, δεν προκύπτει αδυναμία ασφαλούς πρόσβασης του Αιτητή στην εν λόγω περιοχή. Παρά τους κατά τόπους περιορισμούς στη μετακίνηση και την ύπαρξη σημείων ελέγχου – τόσο από δυνάμεις ασφαλείας όσο και από αποσχιστές[27] – δεν τεκμαίρεται ότι οι οδικές αρτηρίες είναι αποκομμένες ή ότι η πρόσβαση στην Bamenda είναι πρακτικά αδύνατη. Ελλείψει ειδικής ένδειξης για προσωπική στοχοποίηση ή απαγόρευση κυκλοφορίας που να συνδέεται με το προφίλ του Αιτητή, δεν συντρέχει λόγος να θεωρηθεί η πρόσβαση μη εφικτή ή η επιστροφή του ανέφικτη. Ομοίως, ο Αιτητής δεν επικαλέστηκε, ούτε προέκυψε, ότι φέρει οποιοδήποτε στοιχείο (όπως ηλικία, κατάσταση υγείας, αναπηρία ή άλλα χαρακτηριστικά ευαλωτότητας) που να καθιστούν την κατάστασή του ιδιαίτερη και να εντείνουν την έκθεσή του σε σοβαρό κίνδυνος. Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής δεν θα είναι σε θέση να καταφθάσει στον τόπο συνήθους διαμονής του εξαιτίας της ύπαρξης ένοπλης σύγκρουσης στην ευρύτερη περιοχή.
Συνεπώς, κρίνοντας στη βάση της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, όπως ερμηνεύθηκε από τις αποφάσεις Elgafaji, Diakité και CF/DN, δεν τεκμαίρεται ότι πληρούνται οι σωρευτικές προϋποθέσεις για παροχή επικουρικής προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Ο Αιτητής δεν εκτίθεται σε τέτοιο βαθμό γενικευμένης και αδιακρίτως ασκούμενης βίας στην πόλη Bamenda ώστε, λόγω της παρουσίας του και μόνον, να θεμελιώνεται πραγματικός και εξατομικευμένος κίνδυνος σοβαρής βλάβης. Δεν συντρέχει κατά τούτο περίπτωση υπαγωγής του Αιτητή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στη βάση του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων (άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου) και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου).
Ενόψει των ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του Αιτητή.
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, N. 73(I)/2018
[2] Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010
[3] Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System' (2023), 136 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 08.11.2024)
[4] HRW, “ Cameroon: Killings Destruction in Anglophone Regions ”, 19.07.2018, διαθέσιμο σε: https://www.hrw.org/news/2018/07/19/cameroon-killings-destruction-anglophone-regions (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 23/05/2025).
[5] Ibid αριθμός 4
[6] ΑΙ, “ Cameroon: Anglophone regions gripped by deadly violence ”, 11.06.2018, διαθέσιμο σε: https://www.amnestyusa.org/reports/cameroon-anglophone-regions-gripped-by-deadly-violence/#:~:text=Armed%20separatists%20in%20Cameroon%20%E2%80%99s%20Anglophone%20regions%20have,keeps%20getting%20more%20deadly%2C%20Amnesty%20International%20said%20today. (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 23/05/2025).
[7] Ibid αριθμός 6
[8] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland
[9] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011
[10] Απόφαση στην υπόθεση C465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ;κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009
[11] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).
[12] ULAC, 'About RULAC' (2022), διαθέσιμο σε www.rulac.org/, (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[13] RULAC, 'About RULAC' (2022), διαθέσιμο σε www.rulac.org/about#collapse2accord, (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[14] RULAC, 'Cameroon' (2021), διαθέσιμο σε www.rulac.org/browse/countries/cameroon, (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[15] RULAC, 'Cameroon' (2021), διαθέσιμο σε www.rulac.org/browse/countries/cameroon#collapse1accord, (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[16] RULAC, διαθέσιμο σε Non-international Armed Conflicts in Cameroon | Rulac (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[17] HRW, 'World Report 2024- Cameroon' (2024), υπό Abuses by Government Forces διαθέσιμο σε www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/cameroon (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[18] Όπ. π.
[19] AI, 'WITH OR AGAINST US PEOPLE OF THE NORTH-WEST REGION OF CAMEROON CAUGHT BETWEEN THE ARMY, ARMED SEPARATISTS AND MILITIAS' (2023), 24, διαθέσιμο σε www.ecoi.net/en/file/local/2094320/AFR1768382023ENGLISH.pdf (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[20] CGVS/CGRA (Belgium), 'COI Focus CAMEROUN Régions anglophones : situation sécuritaire' (2023), 16 διαθέσιμο σε www.cgrs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20230220.pdf (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[21] OCHA, ‘CAMEROON: North-West and South-West Situation Report No 73’ (January 2025) διαθέσιμο σε https://reliefweb.int/report/cameroon/cameroon-north-west-and-south-west-situation-report-no73-january-2025 (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[22] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα Explorer , με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 18/05/2024 – 16/05/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Violence against civilians / Riots / Protests / Battles/ Expl./Remote Violence/ Strategic Developments και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon - Nord-Ouest) (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[23] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα Explorer , με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 18/05/2024 – 16/05/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Violence against civilians / Battles/ Protests/ Riots/ Expl./Remote Violence/ Strategic Developments και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon - Nord-Ouest - Bamenda) (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[24] CITY POPULATION, Africa: Cameroon - Nord-Ouest διαθέσιμο σε https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6823 (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[25] WORLD POPULATION REVIEW, Africa: Cameroon – Nord-Ouest – Bamenda διαθέσιμο σε https://worldpopulationreview.com/cities/cameroon (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26/05/2025)
[26] Βλ. σχετικώς και απόφαση της αδελφής μου Δικαστή, Κ. Κλεάνθους στην RNA ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 586/23, 30.08.2024
[27] USDOS, 2023 Country Reports on Human Rights Practices: Cameroon, April 22, 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/cameroon/ (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 26.05.2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο