
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ. 5171/2022
23 Μαΐου 2025
[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
M.V.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
Κ.Κουπαρή για Κ. Κουπαρή και Α. Πλιάκα, Δικηγόροι Αιτητή
A. Δημητριάδη(κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερ. 01/07/2022 η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 11/08/2022 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης, αντισυνταγματικής και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής, ενήλικας υπήκοος Καμερούν, αφού εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία, υπέβαλε αίτηση χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 08/10/2017.
Στις 21/04/2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (εφεξής: Ε.Υ.Υ.Α.). Ακολούθως, στις 26/05/2022, ο αρμόδιος λειτουργός υπέβαλε σχετική Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου για απόρριψη της αίτησης ασύλου του αιτητή, η οποία εγκρίθηκε την 01/07/2022. Στις 08/08/2022, η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε σχετική επιστολή ενημέρωσης περί της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 11/08/2022, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου σε γλώσσα κατανοητή για τον αιτητή.
Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Οι συνήγοροι του αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και διατήρησε μόνο τους λόγους ακύρωσης που αφορούν την μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας. Ενόψει των δηλώσεων της ευπαίδευτης συνηγόρου του αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από τους λόγους ακύρωσης που αφορούν τη μη δέουσα έρευνα των Καθ΄ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.
Οι καθ΄ ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.
Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε η συνήγορος του αιτητή ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.
Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).
Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.
Στο πλαίσιο του εντύπου της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του διότι αστυνομικοί τον αναζητούσαν για να τον σκοτώσουν. Πιο συγκεκριμένα, δήλωσε ότι ήταν αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας των γονιών του, οι οποίοι πυροβολήθηκαν από τον σωματοφύλακα τους και αστυνομικούς. Δήλωσε ότι οι γονείς του σκοτώθηκαν εξαιτίας του αγώνα απόσχισης που διεξάγεται στο Καμερούν (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της προσωπικής συνέντευξης, ο αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στη Ngongsamba του Καμερούν, όπου διέμενε μέχρι την ηλικία των τριών ετών και ακολούθως εγκαταστάθηκαν στη πόλη Ndu, τόπο που αποτελεί και το συνήθη τόπο διαμονής του στη χώρα καταγωγής του (βλ.ερ. 57 του Δ.Φ.). Ο αιτητής είναι άγαμος και άτεκνος, απόφοιτος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και χαίρει υγείας. Ο πατέρας του απεβίωσε στις 2/10/2017, η μητέρα του διαβιεί στη Νιγηρία από τον Οκτώβριο του 2017 και δεν έχει αδέλφια (βλ.ερ.58 του δ.φ.)
Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του, M. F. Y., ήταν πολιτικός του κόμματος SDF, δήμαρχος της πόλης Ndu και στις 30 Σεπτεμβρίου 2017 πήγε σε ένα ραδιοφωνικό σταθμό καλώντας τον κόσμο να διαδηλώσει για την αδικία στο νότιο Καμερούν. Όταν επέστρεψε ο πατέρας του στην οικία τους, ήρθαν στρατιωτικοί και του επιτέθηκαν, τον βασάνισαν και τον ψέκασαν με χημικά. Ο Αιτητής ήταν παρών, έφυγε τρέχοντας για να ζητήσει βοήθεια από γείτονες, όταν επέστρεψαν στην οικία του ο πατέρας του ήταν ξαπλωμένος και τον μετέφεραν σε ένα ιατρικό κέντρο. Ο αιτητής δήλωσε ότι καθυστέρησαν την μεταφορά του σε νοσοκομείο διότι δεν ήθελαν να τον βοηθήσουν και στις 2 Οκτωβρίου ο πατέρας του απεβίωσε. Ο Αιτητής, κατά την επιστροφή του στην οικία του, δήλωσε ότι δέχθηκε επίθεση από το στρατό στο δρόμο. Ισχυρίστηκε ότι ο στρατός τον κυνήγησε, τον χτύπησε στο κεφάλι, άρχισε να φωνάζει και κάποιοι γείτονες τον έσωσαν και τον μετέφεραν στο νοσοκομείο. Οι φίλοι και οι θείες του τον βοήθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του διότι ήταν στόχος. (βλ. ερ. 54 του Δ.Φ.) Κατά την υποβολή διευκρινιστικών ερωτήσεων, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του ήταν σημαντικό στέλεχος του κόμματος SDF στη περιοχή τους και πολιτικά ενεργός, αγωνιζόταν για ίσα δικαιώματα, για τη δικαιοσύνη, ειρήνη και ανάπτυξη, προέβαινε σε πολιτιστικές και κομματικές συναντήσεις και χρησιμοποιούσε τα μέσα ενημέρωσης για να διαδίδει τις θέσεις του. Ο Αιτητής δήλωσε ότι ο ίδιος δεν συμμετείχε σε συναντήσεις, πρόσθεσε ότι όταν ο πατέρας εξέθετε τον εαυτό του στο κοινό, αυτό ήταν επιζήμιο για την οικογένεια του (βλ.ερ. 50, 49 του Δ.Φ.). Ανέφερε ότι άρχισαν να παρακολουθούν τον πατέρα του κατά ή περί το 2017 όταν τον συνέλαβαν για λίγες ώρες λόγω του κηρύγματος του (βλ.ερ. 49 του Δ.Φ.). Αναφορικά με τη συμμετοχή του πατέρα του σε ραδιοφωνική εκπομπή στις 30/09/2017, δήλωσε ότι προσπαθούσε να κινητοποιήσει τον κόσμο για την 1η Οκτωβρίου, για να αγωνιστούν για την ελευθερία. Κληθείς να περιγράψει το περιστατικό επίθεσης που δέχθηκε ο πατέρας του, δήλωσε ότι 3 με 4 στρατιωτικοί εισήλθαν με τη βία εντός της οικίας του, μεταξύ των οποίων αναγνώρισε την φωνή του σωματοφύλακα του πατέρα του, μιλούσαν γαλλικά και άρχισαν να χτυπούν τον πατέρα του στο κεφάλι και στο στήθος. Δήλωσε ότι τον κυνήγησαν, αλλά διέφυγε από τη πίσω πόρτα, πήγε στους γείτονες του και όταν έφυγαν οι στρατιωτικοί από την οικία του βρήκαν τον πατέρα του (βλ.ερ. 47 του Δ.Φ.) . Επισημάνθηκε στον αιτητή ότι στην αίτηση του κατέγραψε ότι ο σωματοφύλακας και αστυνομικοί πυροβόλησαν τους γονείς του, ενώ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του δέχθηκε επίθεση, τον χτύπησαν και του έριξαν χημικά δηλώνοντας ότι δεν γνώριζε τη διαδικασία όταν ήρθε, ήταν νευρικός και ότι το έγραψε για να το κάνει σοβαρό.
Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του είχε ένα προσωπικό σωματοφύλακα, ο οποίος εκείνη την ημέρα βρισκόταν σε άλλη οικία του πατέρα του (βλ.ερ.45 του Δ.Φ.), και ένα σωματοφύλακα, ο οποίος στάλθηκε από τη κυβέρνηση για να προστατεύει την οικία τους και τον πατέρα του και ως ισχυρίστηκε ο Αιτητής ήταν κατάσκοπος και αυτός που αποκάλυψε το τόπο διαμονής του πατέρα του αιτητή (βλ.ερ.44, 46 του Δ.Φ.). Ο Αιτητής αναφέρθηκε και σε ένα περιστατικό που προηγήθηκε της επίθεσης στο πατέρα του. Δήλωσε ότι ο πατέρας του είχε δυο οικίες στο χωριό και στρατιωτικοί περικύκλωσαν το χωριό, επιτέθηκαν με δακρυγόνα, αλλά ο πατέρας του κατάφερε να διαφύγει (βλ.ερ. 45 του Δ.Φ.). Αναφορικά με την επίθεση που δέχθηκε ο αιτητής από την αστυνομία, μετά την μεταφορά του πατέρα του στο νοσοκομείο, δήλωσε ότι ενώ επέστρεφε στην οικία του για να λάβει τα προσωπικά έγγραφα του πατέρα του, του επιτέθηκαν και άρχισαν να τον χτυπούν και οι γείτονες τον βοήθησαν μεταφέροντας τον στο νοσοκομείο (βλ.ερ. 43 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς τι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, ισχυρίστηκε ότι θα συμμετάσχει στον αγώνα για ελευθερία, όπως ο πατέρα του, προσθέτοντας ότι εάν η θεία του δεν του έλεγε να διαφύγει, θα έμενε για να αγωνιστεί (βλ.ερ. 40 του Δ.Φ.).
Αναφορικά με τον πρώτο ισχυρισμό, ο λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του αιτητή υπήρξαν εσωτερικά αξιόπιστες, ενώ επιβεβαιώνονται και από εξωτερικές πηγές, κάνοντας τον ισχυρισμό αποδεκτό.
Αντίθετα, ως προς το δεύτερο ισχυρισμό, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αιτητή χαρακτηρίζονται από ασάφεια, αοριστία και ανεπάρκεια πληροφοριών. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής παρείχε ανεπαρκείς και γενικές πληροφορίες σχετικά με τον ρόλο του πατέρα του στο κόμμα SDF, κρίνοντας ως αόριστες τις δηλώσεις του ότι ο πατέρας του ήταν μαχητής της ελευθερίας, κήρυττε την ειρήνη και την δικαιοσύνη για όλους. Επιφανειακές και γενικές κρίθηκαν οι δηλώσεις του σχετικά με τους τρόπους που αγωνιζόταν ο πατέρας του για δικαιοσύνη, ειρήνη, αναφέροντας μόνο ότι ο πατέρας του έκανε πολιτιστικές και κομματικές συναντήσεις και χρησιμοποιούσε τα μέσα για τη διάδοση των ειδήσεων. Δεν παρείχε λεπτομέρειες σχετικά με το κόμμα και τις πολιτικές πεποιθήσεις του πατέρα του, ενώ οι απαντήσεις του σχετικά με το κόμμα αντικατοπτρίζουν επιφανειακή μόνο γνώση της ιστορίας του κόμματος, των διακριτικών, του στόχου και της ηγεσίας. Περαιτέρω, δεν παρείχε σαφή χρονοδιαγράμματα για τη εμπλοκή του πατέρα του με τις αρχές της χώρας του, που οδήγησαν σε σύλληψη του. Επιπλέον, οι δηλώσεις του αναφορικά με τη θέση και τον ρόλο του πατέρα του στο κόμμα SDF ήταν ιδιαίτερα ασαφείς και κρίθηκαν ανεπαρκείς. Συγκεκριμένα, όταν ρωτήθηκε για τον ακριβή ρόλο του πατέρα του στο κόμμα, απάντησε ότι νόμιζε ότι ο πατέρας του ήταν εκπρόσωπος και του δόθηκε θέση ευθύνης, δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες σχετικά με την πολιτική καριέρα του πατέρα του και δεν γνώριζε την χρονική περίοδο που ο πατέρας του αναδείχθηκε στο κόμμα και διεξήγαγε εκστρατεία για να γίνει δήμαρχός του Ndu. Δεν ήταν σε θέση να παράσχει ονόματα ή τους ρόλους άλλων, ντόπιων, μελών του κόμματος.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, παρατέθηκαν πηγές αναφορικά με την αναταραχή που υπάρχει στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν καθώς και εξωτερικές πηγές που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη του πολιτικού M. F. Y., ωστόσο, ο αρμόδιος λειτουργός επισήμανε ότι δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί ότι το εν λόγω πρόσωπο είναι ο πατέρας του αιτητή και ενόψει της έλλειψης της εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του αιτητή, ο ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.
Ως προς τον τρίτο ισχυρισμό, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αιτητή χαρακτηρίζονται από ανεπάρκεια και έλλειψη λεπτομερειών. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι οι πληροφορίες που παρείχε ο αιτητής σχετικά με την επίθεση στην οικία του ήταν γενικές και αόριστες, δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με επάρκεια τους άνδρες που εισέβαλαν, ενώ ως μη ικανοποιητικές κρίθηκαν οι αναφορές του σχετικά με το πως διέφυγε όταν τον είδαν οι εισβολείς. Δεν παρείχε ικανοποιητική εξήγηση όσον αφορά την αντίφαση που παρατηρήθηκε στις δηλώσεις του κατά την υποβολή του αιτήματος του και των αναφορών του κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του. Μη λεπτομερείς κρίθηκαν οι περιγραφές του, πως επέστρεψε στην οικία του μετά την επίθεση και πως καθυστέρησε η μεταφορά του πατέρα του από ένα ιατρικό κέντρο σε ένα κατάλληλο νοσοκομείο. Οι δηλώσεις του αναφορικά με τον προσωπικό σωματοφύλακα του πατέρα του, ο οποίος δεν ήταν παρών διότι είχε προηγηθεί άλλη επίθεση εναντίον του πατέρα του δυο εβδομάδες πριν την επίθεση, κρίθηκαν ανεπαρκείς και μη ικανοποιητικές. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, πηγές αναφέρονται στον M. F. Y., ο οποίος ως αναφέρεται, απεβίωσε στις 02/10/2017, μετά από επίθεση δυο ένστολων στην οικία του. Ωστόσο, λόγω του ότι ο αιτητής περιόρισε τον εαυτό του να παρουσιάσει γεγονότα με επιφανειακό και ασαφή τρόπο, που είναι εύκολα προσβάσιμα σε οποιονδήποτε, δεν μπόρεσε να εδραιώσει την εσωτερική του αξιοπιστία σχετικά με την ταυτότητα του πατέρα του και τη δική του εμπλοκή στα προαναφερθέντα γεγονότα και ο ισχυρισμός του απορρίφθηκε.
Ως προς τον τέταρτο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι οι απαντήσεις του αιτητή αναφορικά με την επίθεση που δέχθηκε στερούνται ουσιαστικών λεπτομερειών και δεν μπορούν να συνδεθούν με προσωπικές εμπειρίες. Δεν έδωσε επαρκείς εξηγήσεις ως προς το πώς ακριβώς διασώθηκε, αναφέροντας ότι τον άκουσαν οι γείτονες να φωνάζει. Όσον αφορά την φυγή του από τη χώρα καταγωγής του, δήλωσε ότι διέφυγε εύκολα από το χωριό και διέσχισε τα σύνορα με την Νιγηρία, χωρίς να αντιμετωπίσει οιονδήποτε πρόβλημα. Ερωτηθείς πως η διέλευση του ήταν εύκολη, εφόσον αναζητείτο από τις αρχές της χώρας καταγωγής του απάντησε ότι τότε το ζήτημα δεν ήταν σοβαρό, δεν είχαν μοιραστεί τις φωτογραφίες του στα σύνορα (βλ.ερ. 40 του Δ.Φ.). Οι απαντήσεις του στις διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν δεν ήταν λεπτομερείς και συγκεκριμένες, ενώ οι δηλώσεις του ήταν επιφανειακές και ασαφείς, χωρίς να εξηγεί τον ισχυρισμό ότι στοχοποιήθηκε από τις αρχές του Καμερούν. Κατά την εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο αρμόδιος λειτουργός δεν παρέθεσε εξωτερικές πηγές, καθώς θεώρησε ότι τα όσα ανέφερε ο Αιτητής αποτελούν ιδιωτικής φύσεως περιστατικά. Δεδομένου ότι η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή δεν κατοχυρώθηκε, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον υπό εξέταση ισχυρισμό ως μη αξιόπιστο.
Κατά την αξιολόγηση του κινδύνου που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο Αιτητής στα πλαίσια των ισχυρισμών που έγιναν δεκτοί, ήτοι τα προσωπικά του στοιχεία, ο λειτουργός έκρινε ότι υπάρχει εύλογος βαθμός πιθανότητας να θεωρηθεί ότι ο Αιτητής μπορεί να υποβληθεί σε μεταχείριση που θα μπορούσε να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη πόλη Ndu, της Βορειοδυτικής περιοχής του Καμερούν, παραθέτοντας πληροφορίες που αφορούν στην γενική κατάσταση ασφαλείας στις βορειοδυτικές περιοχές.
Ενόψει των ανωτέρω ευρημάτων, λαμβανομένου υπόψη και του προφίλ του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, μιας και δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης συνδεόμενος με την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, στο άρθρο 10 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, δυνάμει του άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, στη βάση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση που επικρατούσε στη βορειοδυτική περιοχή, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου), καθότι δεν διαπιστώθηκε ότι υπάρχει λόγος να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή ως άμαχος πολίτης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του.
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, δεν διαπιστώνω μη διενέργεια δέουσας έρευνας από μέρους της Διοίκησης και ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.
Θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018) και ενόψει τούτου να κρίνω αν ορθά το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του αιτητή.
Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθόλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός υπέπεσε σε πολλές ασάφειες και ανακρίβειες, οι οποίες πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του.
Εν προκειμένω παρατηρώ, ότι οι δηλώσεις του αιτητή σε σχέση με τον πρώτο και δεύτερο απορριφθέντα ισχυρισμό, ήτοι της ιδιότητας του πατέρα του ως πολιτικού και ακτιβιστή στο Καμερούν καθώς και της επίθεσης που δέχθηκε ο πατέρας του από ομάδα αστυνομικών στην οικία τους, που είχε ως αποτέλεσμα να αποβιώσει μετά από δυο ημέρες λόγω μη έγκαιρης μεταφοράς του στο νοσοκομείο, ήταν γενικόλογες και αόριστες καθότι δεν ήταν σε θέση να περιγράψει το εν λόγω περιστατικό, παρά τις ευκαιρίες που του είχαν δοθεί, έτσι ώστε να μπορεί να γίνει αποδεκτή η αξιοπιστία του Αιτητή. Παρατηρώ, ότι οι δηλώσεις του αναφορικά με το ρόλο και τη δράση του πατέρα του ως πολιτικού αλλά και δημάρχου ήταν περιορισμένες και επιφανειακές και δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές πληροφορίες ως προς τη στοχοποίηση του πατέρα του από τις αρχές της χώρας καταγωγής του. Αντιθέτως, προβάλλει ότι το καθεστώς του παρείχε σωματοφύλακα για την προστασία του. Επιπλέον, παρατηρώ ότι οι δηλώσεις του αιτητή ήταν γενικές χωρίς την απαιτούμενη τεκμηρίωση και δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με επαρκείς, συνεκτικές και συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με την επίθεση που δέχθηκε ο πατέρας του στην οικία του, όπου ήταν και ο ίδιος παρών, την μεταφορά του σε ιατρικό κέντρο αλλά και την αδυναμία μεταφοράς του πατέρα του σε νοσοκομείο. Κατόπιν έρευνας του παρόντος Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, οι οποίες είναι οι ίδιες που ανευρέθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό, επιβεβαιώνεται η ύπαρξή του πολιτικού M. F. Y., αλλά και το αφήγημα του ως προς τις συνθήκες θανάτου του, ωστόσο λόγω έλλειψης προσωπικών εγγράφων του αιτητή δεν δύναται να επιβεβαιωθεί η σχέση του με το εν λόγω πρόσωπο και λόγω της έλλειψης της εσωτερικής του αξιοπιστίας, οι ισχυρισμοί του δεν τεκμηριώνονται.
Ως προς τον τρίτο απορριφθέντα ισχυρισμό του αιτητή, αναφορικά με την επίθεση που δέχθηκε από στρατιωτικούς, εμφανίστηκε ασαφής και αόριστος, χωρίς την επάρκεια πληροφοριών που εύλογα αναμένετο να είχε παρά τις επανειλημμένες ερωτήσεις που του τέθηκαν από το λειτουργό, ενώ επίσης δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με επαρκή στοιχεία τον ισχυρισμό του ότι διατρέχει μελλοντικό κίνδυνο. Σε σχετική ερώτηση του αρμόδιο λειτουργού, ο αιτητής παραδέχθηκε ότι δεν θα εγκατέλειπε τη χώρα καταγωγής του εάν δεν του έλεγε η θεία του (βλ.ερ. 40 του Δ.Φ.).
Τέλος, κρίνω ότι η αντίφαση κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του σε σχέση με την υποβληθείσα αίτηση ασύλου του, ήτοι ότι οι γονείς του δολοφονήθηκαν από τον σωματοφύλακα τους και αστυνομικούς, θέτει εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων του αναφορικά με τον βασικό ισχυρισμό, ο οποίος αφορά τον πυρήνα του αιτήματός του. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω ισχυρισμοί του αιτητή δεν μπορούν να γίνουν δεκτοί.
Επομένως, ορθώς θεωρώ κρίθηκε ότι τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγόμενων του αναφορικά με τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς. Οι απαντήσεις του στερούνταν εμφανώς εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και περιείχαν αρκετές ελλείψεις, ασυνέπειες όσον αφορά την επίθεση και τον κίνδυνο που ισχυρίστηκε ο αιτητής ότι διατρέχει ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται. Οι ισχυρισμοί του αιτητή που αφορούν την ισχυριζόμενη στοχοποίηση του από τις αρχές της χώρας καταγωγής του είναι γενικοί, αόριστοι και δεν προβάλλονται με επαρκή λεπτομέρεια για να μπορούν να κριθούν και ευλογοφανείς.
Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.
Συνακόλουθα, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 19 του Περί προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, δεν επικαλέστηκε πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας στην χώρα καταγωγής του, δυνάμει του άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του Περί Προσφύγων Νόμου.
Πρόσθετα, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του ο αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, θα πρέπει το Δικαστήριο να διαπιστώσει αν στην περιοχή καταγωγής του αιτητή υφίσταται 1) ένοπλη σύρραξη και εάν και εφόσον υφίσταται τότε 2) να διαπιστώσει αν στην εν λόγω περιοχή υπάρχει αδιάκριτη άσκηση βίας σε βαθμό τόσο υψηλό ώστε ο αιτητής να διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη ως άμαχος πολίτης. Παράλληλα το δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει τυχόν ειδικό κίνδυνο που διατρέχει ο αιτητής από την ατομική του κατάσταση και τυχόν προσωπικές περιστάσεις σε συνδυασμό με τις συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας (σε μικρότερο βαθμό), σύμφωνα με την αναπροσαρμοσμένη κλίμακα που καθορίστηκε στην απόφαση Elgafaji[1] του ΔΕΕ. Σύμφωνα με το Εγχειρίδιο του ΕΑΣΟ – Δικαστική Ανάλυση, σχετικά με την ανάλυση του άρθρου 15 (γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ «Βάσει του άρθρου 15 στοιχείο γ), ένα πρόσωπο που διατρέχει γενικό κίνδυνο δεν αποκλείεται να διατρέχει και ειδικό κίνδυνο, και το αντίστροφο. Πράγματι, το ΔΕΕ διατύπωσε την έννοια της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, σύμφωνα με την οποία: «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας (Elgafaji, σκέψη 39· Diakité, σκέψη 31). Το αντίστροφο ισχύει επίσης: κατ’ εξαίρεση, ο βαθμός βίας μπορεί να είναι τόσο υψηλός ώστε ένας άμαχος να διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας του στο έδαφος της επηρεαζόμενης χώρας ή περιοχής (σκέψη 43). Το ΔΕΕ έκρινε ότι η ερμηνεία αυτή δεν αντέβαινε στην [τότε] αιτιολογική σκέψη 26 της οδηγίας, καθώς το γράμμα αυτής προβλέπει το ενδεχόμενο μιας τέτοιας εξαιρετικής κατάστασης (59)…»[2]
Επομένως, εξετάζοντας την πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 15 (γ) του κατά πόσον υφίσταται ένοπλη σύρραξη στο Καμερούν και την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή, αξίζει να αναφερθούν τα κατωτέρω.
Το Καμερούν είναι πλειοψηφικά μια γαλλόφωνη χώρα και οι βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του, αποτελούνται από Αγγλόφωνους, οι οποίοι διαμαρτύρονται ότι η Κυβέρνηση σκόπιμα τους έχει απομονώσει και περιθωριοποιήσει.[3] Οι Αγγλόφωνοι συγκεντρώνονται κυρίως σε δύο δυτικές περιοχές, τη Βορειοδυτική και τη Νοτιοδυτική Περιφέρεια, όπου μετά το τέλος της αποικιακής περιόδου στην Αφρική ενσωματώθηκαν στο γαλλόφωνο κράτος πριν από πολλές δεκαετίες.[4]
Ο Αγγλόφωνος πληθυσμός ξεκίνησε ως ένα κίνημα διαμαρτυρίας το 2016 με αιτήματα για πλήρη ανεξαρτησία από τον γαλλόφωνο πληθυσμό αλλά παρ΄ όλα αυτά εκφυλίστηκε σε συγκρούσεις με την Κυβέρνηση, μετά την καταστολή των διαδηλώσεων από αυτήν. Από αυτές τις συγκρούσεις, έχουν σκοτωθεί έκτοτε χιλιάδες άτομα – 3000 σε αριθμό - πάνω από 900000 άτομα εγκατέλειψαν τις οικίες τους, και περίπου 800000 παιδιά παρέμειναν εκτός σχολείου. Ο στρατός έχει κατηγορηθεί για εκτεταμένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σε μικρότερο βαθμό, παρόμοια ευθύνη φέρουν και οι διάφορες αυτονομιστικές δυνάμεις των Αγγλόφωνων που αγωνίζονται για μια ανεξάρτητη «Αμπαζόνια».[5]
Σύμφωνα με έκθεση του Human Rights Watch, η οποία αφορά τα γεγονότα για το έτος 2023, ένοπλες ομάδες και κυβερνητικές δυνάμεις συνέχισαν τη διάπραξη παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων παράνομων δολοφονιών, στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και στην περιοχή του Άπω Βορρά. Η βία στις δύο αγγλόφωνες βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές συνεχίστηκε για έκτη χρονιά, παρά το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Paul Biya δήλωσε τον Ιανουάριο ότι πολλές ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες είχαν παραδοθεί και ότι η απειλή που αποτελούσαν είχε μειωθεί σημαντικά. Μέχρι τα μέσα του έτους, υπήρχαν πάνω από 638.000 εσωτερικά εκτοπισμένοι στις αγγλόφωνες περιοχές και τουλάχιστον 1,7 εκατομμύρια άνθρωποι χρειάστηκαν ανθρωπιστική βοήθεια. Άμαχοι αντιμετώπισαν δολοφονίες και απαγωγές από ένοπλες ισλαμιστικές ομάδες στην περιοχή του Άπω Βορρά, συμπεριλαμβανομένης της Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Οι αυτονομιστές μαχητές συνέχισαν να στοχεύουν αμάχους, αναγκάζοντας τους να μείνουν κλεισμένοι στα σπίτια τους και εξαπολύοντας επιθέσεις γύρω από μεγάλα γεγονότα, όπως των εκλογών και καθώς του ανοίγματος των σχολείων την περίοδο του Σεπτεμβρίου. Οι δυνάμεις ασφαλείας απάντησαν στις αυτονομιστικές επιθέσεις, αποτυχαίνοντας συχνά να προστατεύσουν τους αμάχους σε όλες τις αγγλόφωνες περιοχές»[6].
Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση για την χώρα στην ιστοσελίδα του ACAPS αναφέρεται πως το Καμερούν βιώνει διάφορες κρίσεις εντός της χώρας. Οι μακροχρόνιες δυσαρέσκειες της αγγλόφωνης κοινότητας στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές, μετά από δεκαετίες περιθωριοποίησης των μειονοτικών αγγλόφωνων περιοχών από τη γαλλόφωνη Κυβέρνηση, κλιμακώθηκαν σε εκτεταμένες διαμαρτυρίες και απεργίες στα τέλη του 2016. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση διαφορετικών αυτονομιστικών να φωνάζουν/διαδηλώνουν υπέρ της αυτοαποκαλούμενης Δημοκρατίας της Ambazonias στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά. Οι συγκρούσεις μεταξύ του στρατού και των αυτονομιστικών δυνάμεων έχουν εντείνει την ανασφάλεια στις ανωτέρω περιοχές, οδηγώντας 638.400 ανθρώπους σε εκτοπισμό στο εσωτερικό της χώρας και 64.000 σε αναζήτηση καταφυγίου στη γειτονική Νιγηρία μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 2024. Επίσης, η εξέγερση της Boko Haram στα βορειοανατολικά της Νιγηρίας έχει επίσης εξαπλωθεί στην περιοχή του Άπω Βορρά (extreme Nord), όπου 120.869 Νιγηριανοί πρόσφυγες έχουν καταφύγει στον Άπω Βορρά του Καμερούν, ενώ η βία από την Boko Haram και το Ισλαμικό Κράτος έχει εκτοπίσει εσωτερικά περισσότερους από 453.600 ανθρώπους[7].
Επομένως στην βάση των πιο πάνω διαπιστώνεται ότι υφίσταται εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο Καμερούν, η πρώτη και αναγκαία προϋπόθεση για την εφαρμογή του άρθρου 15 στοιχείο γ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Παράλληλα όμως θα πρέπει να υφίσταται και αδιάκριτη βία σε τέτοιο υψηλό βαθμό - όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτων των προσωπικών τους περιστάσεων, ως ένας γενικότερος κίνδυνος βλάβης κατά αμάχου – που η απλή παρουσία αμάχου στην περιοχή θα συνιστά πραγματικό κίνδυνο να υποστεί ουσιώδη βλάβη. Στη σκέψη 30 της απόφασης Diakité, το ΔΕΕ επισήμανε τα εξής: «Επιπλέον, επιβάλλεται η υπόμνηση ότι η ύπαρξη εσωτερικής ένοπλης συρράξεως μπορεί να συνεπάγεται την παροχή της επικουρικής προστασίας μόνο στο μέτρο που οι συγκρούσεις μεταξύ των τακτικών δυνάμεων ενός κράτους και ενός ή περισσοτέρων ενόπλων ομάδων ή μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ενόπλων ομάδων θεωρούνται κατ’ εξαίρεση ότι συνεπάγονται σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του αιτούντος την επικουρική προστασία, υπό την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γ), της οδηγίας 2004/83, διότι ο βαθμός της αδιάκριτης ασκήσεως βίας που τις χαρακτηρίζει είναι τόσο μεγάλος ώστε υπάρχουν σοβαροί και βάσιμοι λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να υποστεί την εν λόγω απειλή (βλέπε, υπό την έννοια αυτή, Elgafaji, σκέψη 43)»[8].
Στη σκέψη 35 της απόφασης Elgafaji, το Δικαστήριο ανάφερε το εξής: «Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ’, της οδηγίας»[9].
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πρόσφατες έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν όσον αφορά την Αγγλόφωνη κρίση στις Αγγλόφωνες περιοχές και συγκεκριμένα στη Βορειοδυτική περιοχή του Καμερούν, όπου ανήκει γεωγραφικά η πόλη Ndu, η οποία θεωρείται το τελευταίο μέρος συνήθους διαμονής του Αιτητή, για να διαπιστώσει κατά πόσον υφίσταται αδιάκριτη βία κατά των αμάχων λόγω εσωτερικής ή διεθνούς σύρραξης εκεί και εάν ναι, να διερευνηθούν τα επίπεδα στα οποία ανέρχεται η έντασή της.
Οι δείκτες του ACAPS όσον αφορά το επίπεδο σοβαρότητας της κατάστασης που συνδέονται με την Αγγλόφωνη Κρίση στο Καμερούν (τελευταία ενημέρωση 29/04/2025) την κατατάσσουν σε υψηλά επίπεδα[10].
Περαιτέρω, σύμφωνα με ποσοτικά δεδομένα από την βάση δεδομένων ACLED σε σχέση με τη Βορειοδυτική Περιφέρεια (Nord-Ouest Region) στην οποία υπάγεται η πόλη Ndu, περιοχή συνήθους διαμονής τoυ Αιτητή, κατά το χρονικό διάστημα 18/05/2024 έως και 16/05/2025 καταγράφηκαν στην ανωτέρω βάση δεδομένων 741 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 367 απώλειες. Εξ αυτών τα 198 κωδικοποιήθηκαν ως μάχες (195 θάνατοι), τα 494 ως περιστατικά βίας κατά των αμάχων (148 θάνατοι), τα 21 ως περιστατικά απομακρυσμένης βίας/εκρήξεων (17 θάνατοι), τα 13 ως εξεγέρσεις (5 θάνατοι) και τα 15 ως διαμαρτυρίες (2 θύματα).[11]
Στη πόλη Ndu ωστόσο, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, όπου και αναμένεται να επιστρέψει, την ανωτέρω χρονική περίοδο (18/05/2024 έως και 16/05/2025) καταγράφηκαν μόνο 20 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία οδήγησαν σε 8 απώλειες. Εξ αυτών τα 15 κωδικοποιήθηκαν ως περιστατικά βίας κατά αμάχων (3 θάνατοι), 4 ως μάχες (5 θάνατοι) και 1 ως διαμαρτυρία (χωρίς θύματα).[12]
Δεδομένου δε ότι ο συνολικός πληθυσμός της Βορειοδυτικής περιοχής του Καμερούν ανέρχεται σε 1.968.600 κατοίκους, σύμφωνα με καταμέτρηση που έλαβε χώρα το έτος 2015,[13] καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός περιστατικών στην εν λόγω περιοχή που θα επιστρέψει ο αιτητής δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας.
Συμπερασματικά, το Δικαστήριο κρίνει ότι αν και τα επίπεδα αδιακρίτως ασκούμενης βίας στη Βορειοδυτική περιφέρεια του Καμερούν καταγράφονται υψηλά λόγω της εσωτερικής ένοπλης σύρραξης που λαμβάνει χώρα εκεί στα πλαίσια της Αγγλόφωνης κρίσης, η πόλη Ndu, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή στον οποίο ευλόγως αναμένεται να εγκατασταθεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, δεν πλήττεται από συγκρούσεις τέτοιας έντασης και συχνότητας που θα μπορούσε να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, ο Αιτητής θα κινδύνευε αποκλειστικά λόγω της φυσικής του παρουσίας εκεί σε συνάρτηση με την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας.
Λαμβάνοντας επίσης υπόψη την απουσία ιδιαίτερων επιβαρυντικών περιστάσεων στο προφίλ του αιτητή εφαρμόζοντας την «αναπροσαρμοζόμενη κλίμακα», το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στις πρόνοιες του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου και άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, καθώς η φύση, η ένταση και η έκταση της σύγκρουσης στη πόλη Ndu, μαζί με το ατομικό προφίλ του Αιτητή δεν συνηγορούν υπέρ του ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής του εκεί.
Κατ’ αρχήν, αξίζει να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (International Organization for Migration- IOM) έχουν θέσει σε εφαρμογή ένα κοινό πρόγραμμα το οποίο διευκολύνει την εθελούσια επιστροφή Καμερουνέζων πολιτών στη χώρα καταγωγής τους, καθώς επίσης παρέχει υποστήριξη στους επιστραφέντες με στόχο την ομαλή επανένταξή τους στη ζωή του Cameroon (επαγγελματικός προσανατολισμός, πρακτική εκπαίδευση, εκθέσεις ενημέρωσης για επαγγελματικά θέματα και θέσεις εργασίας, συνεδρίες συμβουλευτικής).[14] Βασικοί μέτοχοι στο πρόγραμμα εντός του Cameroon είναι το Υπουργείο Εξωτερικών Σχέσεων (Ministry of External Relations), η Γενική Διεύθυνση Εθνικής Ασφάλειας (General Direction for National Security), το Υπουργείο Δημόσιας Υγείας (Ministry of Public Health), το Υπουργείο Κοινωνικών Θεμάτων (Ministry of Social Affairs), το Υπουργείο Νεότητας και Πολιτικής Αγωγής (Ministry of Youth and Civic Education), καθώς και η Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας (Direction of Civil Protection) του Υπουργείου Εδαφικής Διοίκησης (Ministry of Territorial Administration)[15]. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει ο IOM από τον Ιούνιο του 2017 έως το 2021 έλαβαν βοήθεια κατά την εθελούσια επιστροφή τους και τη διαδικασία επανένταξής τους 5.450 Καμερουνέζοι πολίτες.[16]
Βάσει των ανωτέρω πληροφορίων περί εμπλοκής του ΙΟΜ στην διαδικασία εθελούσιας επιστροφής και του μεγάλου αριθμού των Καμερουνέζων που έχουν ωφεληθεί από το πρόγραμμα, προκύπτει ότι σε ένα γενικό πλαίσιο η επιστροφή στο Καμερούν δεν είναι αδύνατη και αφ’ εαυτής επικίνδυνη για ένα άμαχο πολίτη να επιστρέψει στη χώρα.
Η Ndu που ανήκει γεωγραφικά στην Βορειοδυτική περιοχή του Καμερούν, την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή διαμονής του Αιτητή βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του ως παρατέθηκε ανωτέρω, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται, βάσει και της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του αιτητή και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, ως παρατέθηκε ανωτέρω, ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε από τις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ, ως αναφέρθηκαν ανωτέρω. Λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαίτερες του περιστάσεις, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στη πόλη Ndu, της Βορειοδυτικής περιοχής του Καμερούν.
Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό και τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι η περίπτωση του αιτητή δεν εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα ως ορίζονται στα άρθρα 3-3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου, εφόσον ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιο από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3(1) του πιο πάνω Νόμου. Συνακόλουθα, ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανένα ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται, και ούτε προκύπτει (ως αναλύθηκε ανωτέρω), ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ώστε να του δοθεί συμπληρωματική προστασία. Επομένως, κρίνω ότι ορθώς κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ότι δεν μπορούσε να της παρασχεθεί ούτε προσφυγικό καθεστώς αλλά ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή. Κρίνω ότι η επίδικη πράξη είναι ορθή.
Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] ΔΕΕ, C-465/07, Meki Elgafali και Noor Elgafali κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/2/2009, διαθέσιμη σε
https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:62007CJ0465&from=EN
[2] EASO, (EUAA, European Union Agency for Asylum), Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ), Δικαστική Ανάλυση (2014), σελ. 28, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
[3] R. Maxwell Bone, ‘Ahead of peace talks, a who’s who of Cameroon’s separatist movements’, in The New Humanitarian, 08/07/2020, διαθέσιμο σε https://www.thenewhumanitarian.org/analysis/2020/07/08/Cameroon-Ambazonia-conflict-peace-whos-who.
[4] AFP, ‘Cameroon Anglophone separatist leader get life sentence: Lawyers’, 20/08/2019, in Al Jazeera, διαθέσιμο σε https://www.aljazeera.com/news/2019/8/20/cameroon-anglophone-separatist-leader-gets-life-sentence-lawyers .
[5] R. Maxwell Bone, ‘Ahead of peace talks, a who’s who of Cameroon’s separatist movements’, in The New Humanitarian, 08/07/2020, διαθέσιμο σε https://www.thenewhumanitarian.org/analysis/2020/07/08/Cameroon-Ambazonia-conflict-peace-whos-who.
[6] Human Rights Watch, ‘Cameroon - Events of 2023’, World Report 2024, n.d., διαθέσιμο σε: https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/cameroon.
[7] ACAPS, Country analysis, CAMEROON, February 2024, https://www.acaps.org/en/countries/cameroon# .
[8] ΔΕΕ, C-285/12, Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ,ημερομηνίας 30/01/2014, διαθέσιμη σε https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=EE88B568A1B6F9256073AA14860957BE?text=&docid=147061&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=2520886
[9] ΔΕΕ, C-465/07, Meki Elgafali και Noor Elgafali κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/2/2009
[10] Assessment Capacities Project/ACAPS, ‘Cameroon, Current Crises in Cameroon’, CMR003 – Anglophone Crisis, last updated 29/04/2025, διαθέσιμο σε https://www.acaps.org/en/countries/cameroon (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/04/2025).
[11]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 18.05.2025 – 15.05.2025, REGION: Africa, COUNTRY: CAMEROON , ADMIN UNIT: Nord-Ouest) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 22/05/2025]
[12] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 18.05.2025 – 15.05.2025, REGION: Africa, COUNTRY: CAMEROON , ADMIN UNIT: Nord-Ouest, LOCATION: Ndu) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 22/05/2025]
[13] City Population, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6823 (Cameroon – North-West) (ημερομηνίας πρόσβασης 23/05/2025).
[14] ΙΟΜ, ‘Areas of Work, Reintegration’, n.d., διαθέσιμο σε https://www.migrationjointinitiative.org/reintegration (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23/05/2025)
[15] ΙΟΜ, ‘Reintegration for Migrants Returning to Cameroon’, Info sheet, n.d., διαθέσιμο σε https://www.migrationjointinitiative.org/sites/g/files/tmzbdl261/files/files/pdf/eutf-infosheet-cameroun-en-spreads_0.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23/05/2025)
[16] ΙΟΜ, ‘Migrant Return and Reintegration: Complex, Challenging, Crucial’, n.d., διαθέσιμο σε https://storyteller.iom.int/stories/migrant-return-and-reintegration-complex-challenging-crucial (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23/05/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο