
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ. 7878/2021
30 Μαΐου 2025
[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
D. C. M. M.
Αιτητής
Και
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η Αίτηση
Κ. Μάρκου (κος) για Αλεξάνδρου και Μάρκου, Δικηγόροι για τον Αιτητή
Θ. Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την προσφυγή του ο Αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 23/10/2021 η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή την 01/11/2021 και δια της οποίας αφενός μεν απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, αφετέρου δε διατάχθηκε η επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του, ως άκυρη και/ή παράνομη και/ή αντισυνταγματική και/ή στερούμενη νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ’ ων η Αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινίσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο Αιτητής είναι ενήλικας υπήκοος της Δημοκρατίας του Κογκό (Congo Brazzaville) και εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των κατεχόμενων περιοχών στις 17/04/2021. Την 01/09/2021 συμπλήρωσε αίτηση χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 08/10/2021 και στις 13/10/2021 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου υπέβαλε σχετική Έκθεση - Εισήγηση στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 23/10/2021. Αυθημερόν, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου ενέκρινε την πιο πάνω εισήγηση για απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας. Στις 23/10/2021 η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε σχετική επιστολή ενημέρωσης περί της απόρριψης του αιτήματος του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή την 01/11/2021, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου σε γλώσσα κατανοητή για τον Αιτητή, ήτοι τη Γαλλική.
Στις 19/11/2021 ο Αιτητής καταχώρισε αυτοπροσώπως, την παρούσα προσφυγή, δηλώνοντας ότι στη χώρα καταγωγής του κινδυνεύει η ζωή του λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων.
Στις 15/03/2022 ο Αιτητής κατόπιν διορισμού δικηγόρων, καταχώρησε αίτηση τροποποίησης της παρούσας προσφυγής. Η αίτηση τροποποίησης έγινε δεκτή από το παρόν Δικαστήριο κατόπιν της σύμφωνης γνώμης των Καθ’ ων η αίτηση και στις 16/03/2022 εκδόθηκε διάταγμα τροποποίησης. Στις 29/03/2022 καταχωρήθηκε η τροποποιηθείσα προσφυγή.
Δια του εισαγωγικού τους δικογράφου, οι συνήγοροι του Αιτητή προωθούν αορίστως πλήθος νομικών ισχυρισμών προς ακύρωση της προσβαλλόμενης, οι οποίοι ωστόσο δεν προωθούνται στο σύνολό τους δια της γραπτής τους αγόρευσης.
Με την Γραπτή Αγόρευση, δια των συνηγόρων του, ο Αιτητής προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης. Ειδικότερα, αποτελεί θέση του Αιτητή ότι το αποφασίζον όργανο, κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δεν είχε ενώπιον του επίσημη μετάφραση της αίτησης ασύλου και του ερωτηματολογίου του Δουβλίνου, σε αντίθεση με τις ρητές και ξεκάθαρες πρόνοιες του Ν. 6(Ι)/2000 και/ή του Ν. 158(Ι)/1999, έτσι ώστε να διερευνήσει δεόντως τους λόγους για τους οποίους ο Αιτητής αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του.
Ακολούθως, οι συνήγοροι του Αιτητή εγείρουν το θέμα της απόφασης επιστροφής. Ειδικότερα, οι συνήγοροι του Αιτητή στρέφονται εναντίον της απόφασης επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της προσβαλλόμενης και προωθώντας ότι οι Καθ’ ων η αίτηση τελούσαν υπό καθεστώς πλάνης περί το Νόμο, αφού εξέδωσαν απόφαση επιστροφής του, παραγνωρίζοντας ότι ο Αιτητής θεωρείται αιτητής ασύλου για την περίοδο τριάντα (30) ημερών από την ημέρα λήψης της προβαλλόμενης, κατά την οποία διατηρεί δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατά παράβαση των άρθρων 4 και 8 του περί Προσφύγων Νόμου και της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ. Προσθέτουν δε ότι η απόφαση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του στερείται πραγματικής και/ή νομικής βάσης, καθώς δεν αναφέρεται στο άρθρο 18ΟΗ του Κεφ. 105, το οποίο έχει νομικό έρεισμα και δικαιοδοσία και/ή εξουσία για έκδοση απόφασης επιστροφής. Τέλος, αναφέρουν ότι οι Καθ’ ων η αίτηση υπέπεσαν σε σοβαρή πλάνη, αποφασίζοντας την επιστροφή του Αιτητή στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό και όχι στη Δημοκρατία του Κογκό, χώρα καταγωγής του Αιτητή.
Περαιτέρω, οι δικηγόροι του Αιτητή, αντιτάσσουν ότι το αποφασίζον πρόσωπο, ήτοι ο κος Αγρότης δεν ήτο δεόντως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο να εκδώσει απόφαση επιστροφής βάσει του Κεφ. 105, ενώ απουσιάζουν παντελώς τα πραγματικά και νομικά γεγονότα πάνω στα οποία βάσισε αυτήν του την απόφαση. Συνεπώς, το αποφασίζον πρόσωπο εξέδωσε παράνομα και/ή παράτυπα απόφαση επιστροφής εναντίον του Αιτητή. Συγκεκριμένα, οι συνήγοροι του Αιτητή προωθούν ότι ο κος Ανδρέας Αγρότης εξουσιοδοτήθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και όχι από τον Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο (Κ. 105).
Παράλληλα, οι συνήγοροι του Αιτητή υποστηρίζουν ότι ο λειτουργός που διεξήγαγε τη συνέντευξη και ακολούθως προέβη σε σύνταξη της Έκθεσης-Εισήγησης δεν προκύπτει να είχε οποιαδήποτε εξουσιοδότηση περί τούτου και/ή να είναι δεόντως καταρτισμένος και/ή προσοντούχος.
Προσθέτουν επίσης ότι ο Αιτητής στερήθηκε του δικαιώματος να του παρασχεθεί βοήθεια από εγγεγραμμένο και/ή αναγνωρισμένο από τις αρχές της Δημοκρατίας διερμηνέα και/ή μεταφραστή, γεγονός το οποίο είχε ως αποτέλεσμα ο διερμηνέας που επιλέγηκε κατά τη συνέντευξη του Αιτητή να είναι μη ικανός και ως εκ τούτου να μη εξασφαλίστηκε η δέουσα επικοινωνία ανάμεσα σε εκείνον και τον Αιτητή έτσι ώστε να αποτυπωθούν με ακρίβεια τα όσα ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης.
Προς επίρρωση του ισχυρισμού περί μη διεξαγωγή δέουσας και/ή εξατομικευμένης έρευνας ο συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν εξέτασαν κατά πόσον η χώρα καταγωγής του αιτητή είναι ασφαλής από αξιόπιστες και ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης.
Περαιτέρω, προβάλλεται ο ισχυρισμός περί ελλιπούς αιτιολογίας. Είναι η θέση του Αιτητή, ότι το σώμα της προσβαλλόμενης απόφασης δεν αποτελεί την προσήκουσα, σαφή, ειδική, ορισμένη, και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.
Στη συνέχεια οι συνήγοροι του Αιτητή προωθούν ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα ακρόασης του Αιτητή (άρθρο 43(1) του Ν. 158(Ι)/99). Ειδικότερα, οι συνήγοροι του Αιτητή προωθούν ότι το δικαίωμα ακρόασης είναι συνδεδεμένο με τη δέουσα έρευνα και την αιτιολογία της προσβαλλόμενης, εν προκειμένω όμως και δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δυσμενής για τον Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση δεν άκουσαν και δεν στάθμισαν το σύνολο των στοιχείων που είχαν ενώπιόν τους, στερώντας από τον Αιτητή το δικαίωμα της ακρόασης.
Κατά το τελικό στάδιο της γραπτής τους αγόρευσης, οι συνήγοροι του Αιτητή αναλύουν τους ισχυρισμούς περί κατάχρησης εξουσίας και/ή κακής και/ή πεπλανημένης εξουσίας, παραβίαση των αρχών παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της εμπιστοσύνης του διοικούμενου από τη διοίκηση.
Ο συνήγορος της Δημοκρατίας, μέσω της δικής του αγόρευσης προωθεί ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ’ ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, καθώς και ότι η επίδικη απόφαση είναι πλήρως και ορθώς αιτιολογημένη κατά τρόπο που να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Ισχυρίζεται ότι οι λόγοι ακυρώσεως που προβάλλει ο Αιτητής δια της καταχωρισθείσας προσφυγής δεν εγείρονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 6 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962, αφού η ανάπτυξη των νομικών ισχυρισμών στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή δεν ακολουθεί τον Κανονισμό 6 των περί Λειτουργίας του Δ.Δ.Δ.Π. Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, καθότι οι συνήγοροι του Αιτητή προβαίνουν απλά σε μια αόριστη παράθεση κάποιων λόγων ακύρωσης από την οποία ωστόσο, δεν προκύπτει οιοδήποτε μεμπτό σημείο, όσον αφορά τις πράξεις και/ή ενέργειες των Καθ’ ων η αίτηση.
Προχωρώντας ακολούθως στη αντίκρουση των νομικών ισχυρισμών που προώθησαν οι συνήγοροι του Αιτητή και ως προς την έλλειψη της πλήρους μετάφρασης του αιτήματος του Αιτητή, ο συνήγορος της Δημοκρατίας υποστηρίζει ότι οι συνήγοροι του Αιτητή δεν αναπτύσσουν σε κανένα σημείο της γραπτής τους αγόρευσης ποιο είναι το στοιχείο και/ή πόρισμα και/ή ισχυρισμός ο οποίος καταγράφεται στην αρχική αίτηση του Αιτητή και το οποίο δεν του δόθηκε η δυνατότητα να παρουσιάζει κατά τη διάρκεια των δύο προφορικών του συνεντεύξεων.
Ως προς την απόφαση επιστροφής και ως προς την αναρμοδιότητα του αποφασίζοντος οργάνου, καθώς και την αμφισβήτηση της νομικής βάσης της απόφασης επιστροφής του Αιτητή, ο συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση εγείρει ότι ο κος Αγρότης έχει εξουσιοδοτηθεί από τον Υπουργό όπως εκτελεί καθήκοντα προϊσταμένου, γεγονός που έχει κριθεί άλλωστε νομολογιακά, ενώ ως προς την απόφαση επιστροφής υποστηρίζει ότι στη βάση του άρθρου 13(1) του περί Προσφύγων Νόμου, ο Προϊστάμενος έχει τη δυνατότητα όπως απορρίψει την αίτηση του εκάστοτε αιτητή/τριας και να εκδώσει απόφαση επιστροφής του/της στη χώρα καταγωγής του/της. Αναφορικά με την καταγραφή που έγινε, ήτοι Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό και όχι Δημοκρατία του Κογκό υποστηρίζει ότι πρόκειται για καταγραφή που έγινε εκ παραδρομής.
Σε σχέση με τους λόγους ακύρωσης γύρω από την έλλειψη δέουσας έρευνας εκ μέρους της διοίκησης λόγω της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζει ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να θεμελιώσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης ή σοβαρής βλάβης και ως εκ τούτου ο υπό εξέταση ισχυρισμός θα πρέπει ομοίως να απορριφθεί.
Ως προς τον ισχυρισμό των συνηγόρων του Αιτητή γύρω από την ελλιπή αιτιολογία της προσβαλλομένης, ο συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση προωθεί ότι όλες οι ενέργειες των Καθ’ ων η αίτηση είναι αιτιολογημένες κατά τρόπο που καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος, ενώ οι Καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν εύλογα, εντός των πλαισίων της διακριτικής τους ευχέρειας και εξέτασαν πλήρως την αίτηση του Αιτητή.
Αναφορικά δε με τον λόγο ακύρωσης γύρω από τη στέρηση του δικαιώματος ακρόασης του Αιτητή, ο συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση παραπέμπει στις δύο προφορικές συνεντεύξεις του Αιτητή και προωθεί όπως ο εν λόγω ισχυρισμός απορριφθεί ως προδήλως αβάσιμος.
Ως προς τους λόγους ακύρωσης, τέλος, γύρω από κατάχρηση και/ή κακή και/ή πεπλανημένη άσκηση εξουσίας, την παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς τη διοίκηση, ο συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζει ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί δεν έχουν εξειδικευτεί και ως εκ τούτου θα πρέπει να απορριφθούν ως αόριστοι.
Στη συνέχεια, ο αιτητής δια του συνηγόρου του, προέβη στην καταχώρηση Απαντητικής Γραπτής Αγόρευσης απαντώντας στους ισχυρισμούς των Καθ’ ων η αίτηση, επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά τους ισχυρισμούς του.
Οι Καθ’ ων η αίτηση, με τη συμπληρωματική τους γραπτή αγόρευση, αντικρούουν τους λόγους περί αναρμοδιότητας του διοικητικού οργάνου που εξέδωσε την απορριπτική απόφαση και προβάλλουν ότι μία εκ των αρμοδιοτήτων του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργού είναι και η έκδοση απόφασης επιστροφής.
Στην απαντητική συμπληρωματική τους γραπτή αγόρευση, οι συνήγοροι του Αιτητή υιοθετούν και επαναλαμβάνουν τους νομικούς ισχυρισμούς που προέβαλαν στη γραπτή τους αγόρευση εστιάζοντας στο θέμα της αναρμοδιότητας και στην απόφαση επιστροφής.
Κατά την ακρόαση ημερομηνίας 20/11/2024, ο συνήγορος του Αιτητή προσκόμισε στο Δικαστήριο έκθεση από εξωτερική πηγή πληροφόρησης (USDS, Republic of the Congo 2021: Human Rights Report).
Έχω εξετάσει προσεκτικά τις εκατέρωθεν θέσεις και των δύο πλευρών, υπό το φως του περιεχομένου του οικείου διοικητικού φακέλου και, γενικότερα, όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, τα οποία αποτέλεσαν το υπόβαθρο για προώθηση των εκατέρωθεν θέσεων.
Σε σχέση με τον ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας του οργάνου που έκδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση ήτοι την απόφαση επιστροφής, θα εξεταστεί από το παρόν Δικαστήριο, κατά προτεραιότητα, καθότι σύμφωνα με την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η αρμοδιότητα του οργάνου αποτελεί ζήτημα δημοσίας τάξεως που μπορεί να εξετάσει αυτεπάγγελτα το Δικαστήριο (βλ. σχετικά Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314, Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 255).
Η εκχώρηση εξουσιών που από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σε λειτουργούς είναι καθ’ όλα νόμιμη και έχει πολλάκις κριθεί νομολογιακά.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Περί Προσφύγων Νόμου, όπου δίνεται η έννοια του Προϊσταμένου (παραθέτω αυτολεξεί): "Προϊστάμενος" σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·»
Σύμφωνα με τον περί Εκχωρήσεως της ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμος του 1962 (Ν. 23/1962), άρθρο 3(2)( η υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου) «(2) Οσάκις δυvάμει Νόμoυ ή διoικητικής πράξεως γεvoμέvης κατ' εξoυσιoδότησιv Νόμoυ Υπoυργός τις ή Αvεξάρτητoς τις Αξιωματoύχoς της Δημoκρατίας ή ετέρα αρχή εv τη Δημoκρατία κέκτηται εξoυσίας εvασκήσεως oιωvδήπoτε εξoυσιώv απoρρεoυσώv εκ τιvoς Νόμoυ, o τoιoύτoς Υπoυργός, Αvεξάρτητoς Αξιωματoύχoς ή αρχή, εκτός εάv διά Νόμoυ ρητώς απαγoρεύεται τoύτo, δύvαται vα εξoυσιoδoτήση εγγράφως oιovδήπoτε πρόσωπov κατέχov αρμoδίαv τιvά θέσιv εις αρμoδίαv υπηρεσίαv εμπίπτoυσαv εvτός της δικαιoδoσίας τoυ τoιoύτoυ Υπoυργoύ, Αvεξαρτήτoυ Αξιωματoύχoυ ή αρχής, όπως εvασκή τας τoιαύτας εξoυσίας εκ μέρoυς τoυ τoιoύτoυ Υπoυργoύ, Αvεξαρτήτoυ Αξιωματoύχoυ ή αρχής, υπό τoιoύτoυς όρoυς, εξαιρέσεις και επιφυλάξεις ως o Υπoυργός, Αvεξάρτητoς Αξιωματoύχoς ή αρχή ήθελεv εv τη τoιαύτη εξoυσιoδoτήσει καθoρίσει.»
Ως διαπιστώνω από τον διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε, η Έκθεση-Εισήγηση συντάχθηκε από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Άσυλου. Ακολούθως, εξετάστηκε, και η εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου εγκρίθηκε και υπογράφτηκε από τον κ. Ανδρέα Αγρότη, Διοικητικό Λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος έχει εξουσιοδοτηθεί γι’ αυτό από τον Υπουργό Εσωτερικών (βλ. ερυθρό 54 του Διοικητικού Φακέλου). Η επίδικη απόφαση λήφθηκε με την έγκριση της Έκθεσης- Εισήγησης από τον αρμόδιο λειτουργό κ. Αγρότη. Ειδικότερα, ως μπορεί να διαπιστωθεί από την Έκθεση- Εισήγηση, υπάρχει σχετική σφραγίδα στο εμπροσθόφυλλο της η οποία αναφέρει «Υπηρεσία Ασύλου. Η εισήγηση σας για απόρριψη της αίτησης ασύλου εγκρίνεται», η σφραγίδα με το όνομα του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργού να εκτελεί τα καθήκοντα του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, κ. Αγρότη, η μονογραφή του και η ημερομηνία λήψης της απόφασης ( ερυθρό 52 του Δ.Φ.).
Ως εκ τούτου φαίνεται καθαρά ότι το πρόσωπο που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση ήταν ο κ. Αγρότης, ο οποίος ήταν εξουσιοδοτημένος περί τούτου από τον Υπουργό Εσωτερικών με βάση την επιστολή ημερομηνίας 24/02/2021 που είναι κατατεθειμένη στον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης (βλ. ερυθρό 54 του Διοικητικού Φακέλου).
Συνακόλουθα, ο νόμιμα εξουσιοδοτημένος λειτουργός που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση, προχώρησε και έκδωσε και την απόφαση επιστροφής του αιτούντος ως ρητά προνοείται στο άρθρο 13 (2) (δ) και 18 (7Β) (Α1) αντίστοιχα του Περί Προσφύγων Νόμου, μιας και ως προβλέπεται εκεί η απόφαση επιστροφής αποτελεί ‘αναπόσπαστο τμήμα της απορριπτικής απόφασης’ και ‘ενσωματώνεται’ σ’ αυτήν.
Ειδικότερα, στο άρθρο 13 του Περί Προσφύγων Νόμου, αναφέρεται (η υπογράμμιση και επισήμανση του παρόντος Δικαστηρίου):
« 13.-(1) Κατά την κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων, ο αρμόδιος λειτουργός εξετάζει την αίτηση και προβαίνει σε προσωπική συνέντευξη του αιτητή, εκτός στις περιπτώσεις όπου τέτοια συνέντευξη δυνατό να έχει ήδη πραγματοποιηθεί δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 12Δ.
(2) Ο Προϊστάμενος, μετά την εξέταση της έκθεσης του αρμόδιου λειτουργού, δύναται, με απόφασή του:
(α) Να αναγνωρίσει τον αιτητή ως πρόσφυγα·
(β) να αναγνωρίσει στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας·
(γ) [Διαγράφηκε]·
(δ) να απορρίψει την αίτηση και εκδώσει απόφαση επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή διάταγμα απέλασης, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτής, δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου:
Νοείται ότι, η εκτέλεση της απόφασης επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή του διατάγματος απέλασης τελεί υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 4 και 8.
[…]».
Στο άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου αναφέρεται (η υπογράμμιση και επισήμανση του παρόντος Δικαστηρίου):
« […]
(7Β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος απορρίπτει αίτηση, αναφορικά με το καθεστώς πρόσφυγα ή/και το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας -
(α) Αναφέρει στην απόφασή του τους πραγματικούς και νομικούς λόγους της απόρριψης,
(α1) διατάσσει την επιστροφή και/ή απομάκρυνση και/ή απέλαση του αιτητή, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της απόφασης του Προϊσταμένου, δυνάμει των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, εφόσον δε υφίσταται ήδη σε ισχύ άλλη απόφαση επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή απέλασης, θεωρείται ότι η εν λόγω απόφαση ενσωματώνεται στην απορριπτική απόφαση και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής, και
(β) ενημερώνει διά της απόφασής του τον αιτητή περί του δικαιώματός του να προσφύγει κατά της απόφασης στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για τη φύση και μορφή αυτής της προσφυγής και για την προθεσμία άσκησής της σύμφωνα με το εν λόγω Άρθρο.
[…]».
Περαιτέρω, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι η εξουσιοδότηση που παραχωρήθηκε στην Προϊστάμενη της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 10/11/2020 (βλ. ερυθρό 53 του Δ.Φ.) από τον Υπουργό Εσωτερικών περιλαμβάνει και τις εξουσίες τις οποίες παρέχουν τα άρθρα 18 ΟΗ και 18ΟΘ του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105). Παραθέτω αυτολεξεί « […] εξουσιοδοτώ την [..] Προϊστάμενη της Υπηρεσίας Ασύλου, να ασκεί εκ μέρους μου τις εξουσίες τις οποίες μου παρέχουν τα άρθρα 18ΟΗ και 18ΟΘ του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105), όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.».
Να σημειωθεί ότι το άρθρο 18ΟΗ του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105) αφορά την απόφαση επιστροφής και ενόψει τούτου δόθηκε ρητώς η εξουσία στην Προϊστάμενη της Υπηρεσίας Ασύλου να αποφασίζει και να εκδίδει τις αποφάσεις επιστροφής.
Συνακόλουθα, η εξουσιοδότηση που παραχωρήθηκε στον λειτουργό κ. Αγρότη ημερομηνίας 24/02/2021 παραχωρεί το δικαίωμα στον εν λόγω λειτουργό να ασκεί όλα τα καθήκοντα του/ης Προϊσταμένου/ης της Υπηρεσίας Ασύλου. Παραθέτω αυτολεξεί: « [...] Κατόπιν των ανωτέρω, εξουσιοδοτώ τον κο Αντρέα Αγρότη, Διοικητικό Λειτουργό αορίστου χρόνου στην Υπηρεσία Ασύλου για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου, περιλαμβανομένης της έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας. [...]».
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, καταλήγω ότι ο κ. Αγρότης είχε ρητή εξουσιοδότηση να εκδώσει την απόφαση επιστροφής, καθότι του εκχωρήθηκε ρητώς το δικαίωμα να ασκεί όλες τις εξουσίες της Προϊσταμένης της Υπηρεσίας Ασύλου, μεταξύ των οποίων και των αποφάσεων επιστροφής δυνάμει του Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105) – μιας και η εν λόγω εξουσία παραχωρήθηκε ρητώς στην ίδια την Προϊστάμενη της Υπηρεσίας Ασύλου από τον ίδιο τον Υπουργό (βλ. εξουσιοδότηση ερυθρό 53 ημερομηνίας 10/11/2020), ως παραθέτω ανωτέρω, εξουσία η οποία δόθηκε συνακόλουθα και στον κ. Αγρότη στη βάση της μετέπειτα εκδοθείσας εξουσιοδότησης ημερομηνίας 24/02/2021 (βλ. εξουσιοδότηση ερυθρό 54), όπου στην εν λόγω πέραν της γενικής εξουσιοδότησης που παραχωρείται στον εν λόγω λειτουργό για άσκηση όλων των καθηκόντων της Προϊσταμένης, παραχωρείται και ειδικότερη εξουσιοδότηση ‘έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας’, όπου ως αναφέρθηκε ανωτέρω οι αποφάσεις επιστροφής ενσωματώνονται σε αυτές και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος τους.
Συνεπώς, καταλήγω ότι κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης ο κ. Αγρότης είχε αρμοδιότητα και ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένος να το πράξει τούτο.
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως απαράδεκτος.
Περαιτέρω, προχωρώ να εξετάσω τα ζητήματα που ανακύπτουν σύμφωνα με τους συνήγορους του Αιτητή όσον αφορά την νομιμότητα της απόφασης επιστροφής.
Όσον αφορά την νομική βάση της απόφασης επιστροφής, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι η εν λόγω έχει ήδη αναφερθεί ανωτέρω και παρέλκει η επανάληψη της.
Επί του ισχυρισμού ότι ο Αιτητής εξακολουθούσε να θεωρείται αιτητής διεθνούς προστασίας, και ενόψει τούτου, δεν θα έπρεπε να εκδοθεί απόφαση επιστροφής, συντάσσομαι με την θέση της αδελφής μου δικαστού Κ. Κλεάνθους, στα πλαίσια της υπόθεσης JLM ν. Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 8494/21, 16/4/2024, στην οποία αναφέρεται ότι το ενωσιακό δίκαιο επιτρέπει την παράλληλη έκδοση απόφασης επί αιτήματος διεθνούς προστασίας και απόφασης επιστροφής, εάν και εφόσον υπάρχει αναστολή της εν λόγω απόφασης μέχρι την πάροδο της προθεσμίας ασκήσεως προσφυγής ή εάν και εφόσον ασκηθεί προσφυγή, μέχρι την έκδοση δικαστικής απόφασης, νοουμένου επίσης ότι διασφαλίζονται τα δικαιώματα του αιτητή ως αιτούντος διεθνούς προστασίας. Παραθέτω κατωτέρω το σχετικό απόσπασμα το οποίο υιοθετώ:
« […]
86. Σχετικά με τον ισχυρισμό περί νομιμοποίησης των Καθ' ων η αίτηση να προβούν σε έκδοση απόφασης επιστροφής, ενόψει της ιδιότητας της Αιτήτριας ως Αιτήτριας ασύλου , επισημαίνεται ότι βάσει του άρθρου 18 (7Β) (α1) του Περί Προσφύγων Νόμου (η υπογράμμιση είναι δική μου), έπειτα από την τροποποίηση με τον 142(I)/ 2020 Τροποποιητικό Νόμο «(7Β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος απορρίπτει αίτηση, αναφορικά με το καθεστώς πρόσφυγα ή/και το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας - [.](α1) διατάσσει την επιστροφή και/ή απομάκρυνση και/ή απέλαση του αιτητή, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της απόφασης του Προϊσταμένου, δυνάμει των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, εφόσον δε υφίσταται ήδη σε ισχύ άλλη απόφαση επιστροφής και/ή απομάκρυνσης και/ή απέλασης, θεωρείται ότι η εν λόγω απόφαση ενσωματώνεται στην απορριπτική απόφαση και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος αυτής, [.]».
87. Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται η ορθότητα της εναρμόνισης και των εθνικών εναρμονιστικών διατάξεων, οι οποίες είναι αυτές που έχουν άμεση ισχύ καταρχήν και όχι οι διατάξεις της Οδηγίας 2013/32. (Βλ. Α.Ε. Αρ. 56/2010, Sigma Radio T.V. Public v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, ημερ. 3.4.2015, Α.Ε. Αρ. 156/2012, Mustafa Haghilo v. Γενικού Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών, ημερ. 27/2/2018, Έφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ. 81/19, xxx Alabdala v. Δημοκρατίας, ημερ. 20.7.2021 ECLI:CY:AD:2021:A330, Απόφαση του του ΔΕΕ, της 13ης Νοεμβρίου 1990, C-106/89, Marleasing S.A, σκέψη 8).
88. Το ΔΕΕ εξάλλου στην απόφαση Gnandi (απόφαση στην υπόθεση C-181/16, Gnandi, ημερ. 19.6.2018, ECLI:EU:C:2018:465) εξετάζοντας νομοθεσία κράτους- μέλους η οποία χορηγούσε αρμοδιότητα έκδοσης απόφασης επιστροφής ήδη από την απόρριψη αίτησης παροχής καθεστώτος διεθνούς προστασίας από την αρμόδια αρχή, έκρινε ότι:
«Η οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και τις διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, ερμηνευόμενη σε συνδυασμό με την οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου, της 1ης Δεκεμβρίου 2005, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα, και με γνώμονα την αρχή της μη επαναπροωθήσεως και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής, που κατοχυρώνονται με το άρθρο 18, το άρθρο 19, παράγραφος 2, και το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει σε αυτήν η έκδοση αποφάσεως περί επιστροφής, βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/115, εις βάρος υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος υπέβαλε αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, ήδη από της εκ μέρους της υπεύθυνης αρχής απορρίψεως της αιτήσεως αυτής ή μαζί με αυτήν στο πλαίσιο της ιδίας διοικητικής πράξεως και, ως εκ τούτου, πριν από την εκδίκαση της ένδικης προσφυγής κατά της απορρίψεως αυτής, υπό την προϋπόθεση, μεταξύ άλλων, ότι το οικείο κράτος μέλος διασφαλίζει την αναστολή του συνόλου των εννόμων αποτελεσμάτων της αποφάσεως επιστροφής εν αναμονή της εκδικάσεως της προσφυγής αυτής, ότι ο αιτών αυτός δύναται, κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, να απολαύει των δικαιωμάτων που παρέχονται βάσει της οδηγίας 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, και να προβάλει οποιαδήποτε μεταβολή των περιστάσεων η οποία επήλθε κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως αυτής περί επιστροφής και η οποία δύναται να έχει ουσιώδη σημασία για την εκτίμηση της καταστάσεως του ενδιαφερομένου βάσει της οδηγίας 2008/115, ιδίως δε του άρθρου της 5, στοιχεία των οποίων η διακρίβωση απόκειται στο εθνικό δικαστήριο.».
89. Λαμβάνοντας υπόψιν την αναστολή της απόφασης επιστροφής και της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης μέχρι την έκδοση απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, την οποία η Αιτήτρια πληροφορήθηκε (ερ. 50 διοικητικού φακέλου), ότι δεν λαμβάνει χώρα επίκληση οποιασδήποτε στέρησης των δικαιωμάτων της ως αιτούσας άσυλου, καθώς και την αρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου όπως αυτή καθορίζεται από το άρθρο 11(1)(α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, δεν είναι δυνατό παρά να κριθεί ότι ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου προέβη σε έκδοση της απόφασης επιστροφής δρώντας σε συμφωνία με τον περί Προσφύγων Νόμο και το πρωτογενές και παράγωγο ενωσιακό δίκαιο.
[…]».
Επομένως, σύμφωνα με τα πιο πάνω λεχθέντα, εμφαίνεται ξεκάθαρα ότι ο αρμόδιος λειτουργός έκδωσε την απόφαση επιστροφής σύμφωνα με το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο, συμμορφούμενος με τις επιταγές του καθότι ως μπορεί να διαπιστωθεί από την επιστολή ημερομηνίας 23/10/2021 (βλ. ερυθρό 56 του Διοικητικού Φακέλου), ο Αιτητής ενημερώθηκε δεόντως περί του ότι η απόφαση επιστροφής του και η οικειοθελής αναχώρησή του αναστέλλονται είτε μέχρι την λήξη της χρονικής περιόδου που τίθεται για προσβολή της προσβαλλόμενης απόφασης, σε περίπτωση που δεν καταχωρηθεί σχετική προσφυγή στο αρμόδιο δικαστήριο είτε με την έκδοση δικαστικής απόφασης από το ΔΔΔΠ όπου απορρίπτεται η προσφυγή. Πρόσθετα, δεν προβλήθηκε από τον συνήγορο του αιτητή οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι έχει λάβει χώρα οποιαδήποτε στέρηση των δικαιωμάτων του Αιτητή εν αναμονή της εκδικάσεως της προσφυγής αυτής, ούτως ώστε να χωρούσε επίκληση τέτοιου είδους ισχυρισμού.
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Ο συνήγορος του αιτητή προβάλει επίσης ότι οι Καθ’ ων η αίτηση υπέπεσαν σε σοβαρή πλάνη, αποφασίζοντας την επιστροφή του Αιτητή στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό και όχι στη Δημοκρατία του Κογκό, χώρα καταγωγής του Αιτητή. Εν αντιθέσει, η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση προβάλει ότι πρόκειται για καταγραφή που έγινε εκ παραδρομής και/ή λανθασμένα.
Σ’ αυτό το σημείο κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι τόσο από το περιεχόμενο των συνεντεύξεων του αιτητή όσο και από την έκθεση – εισήγηση προκύπτει ξεκάθαρα ότι χώρα καταγωγής του αιτητή είναι η Δημοκρατία του Κογκό, εξου και ο εν λόγω ισχυρισμός περί του τόπου καταγωγής του αιτητή έγινε αποδεκτός από τον αρμόδιο λειτουργό και η όλη εξέταση της υπόθεσης του εξετάστηκε με αυτό ως δεδομένο. Πρόσθετα, ως μπορεί να διαπιστωθεί από το περιεχόμενο της έκθεσης εισήγησης, η αξιολόγηση κινδύνου του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του, έγινε όσον αφορά την Δημοκρατία του Κογκό και όχι την Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό ( βλ. σχετικά ερυθρό 45 του Δ.Φ.).
Πρόσθετα, κρίνω ότι η εν λόγω λανθασμένη καταγραφή, δεν επιφέρει οποιεσδήποτε συνέπειες στο πρόσωπο του αιτητή, μιας και εμφαίνεται ξεκάθαρα ότι η αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του αιτητή έγινε όσον αφορά την χώρα καταγωγής του και το εν λόγω τυπογραφικό λάθος και/ή λανθασμένη καταγραφή, δεν επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο τα δικαιώματα του αιτητή. Η ύπαρξη οποιασδήποτε τυπικής πλημμέλειας δεν καθιστά αυτοδικαίως ακυρωτέα την απόφαση εφόσον προκύπτει, ως έχει αναφερθεί και ανωτέρω, ότι η εξέταση της υπόθεσης έγινε στη βάση των πραγματικών και ορθών γεγονότων που αφορούν τον αιτητή.
Ενόψει των ως έχουν αναφερθεί ανωτέρω, καταλήγω ότι προκύπτει από όλα τα στοιχεία της υπό κρίση υπόθεσης, ότι η καταγραφή στο ερυθρό 52 της έκθεσης εισήγησης περί επιστροφής του αιτητή στην ΛΔΚ και όχι στην Δημοκρατία του Κογκό, πρόκειται για τυπογραφικό λάθος και/ή λανθασμένη καταγραφή, που έγινε ως εμφαίνεται και ως προβάλει η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση εκ παραδρομής, και όχι για λάθος που θέτει με οποιοδήποτε τρόπο εν αμφιβόλω την υπόσταση και το κύρος της διοικητικής πράξης. Επομένως, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό περί του ότι το αποφασίζον όργανο δεν είχε ενώπιον του τις μεταφράσεις της αρχικής αίτησης ασύλου και του ερωτηματολογίου του Δουβλίνου, με συνέπεια να μην ληφθούν υπόψη ουσιώδη στοιχεία, γεγονότα και ισχυρισμοί του Αιτητή.
Ο Αιτητής είχε την δυνατότητα να προβάλει τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του κατά την διάρκεια των δύο συνεντεύξεών του, όπου ερωτήθηκε επακριβώς περί τούτου, επομένως δεν εμφαίνεται με ποιο τρόπο η έλλειψη μετάφρασης, ως ισχυρίζονται οι συνήγοροι του Αιτητή, επενέργησε στο να στερηθούν τα όποια δικαιώματα του Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης του για άσυλο. Θα συμφωνήσω με τους Καθ’ ων η αίτηση και της σχετικής τους επιχειρηματολογίας, ότι δεν ενυπάρχει σε κανένα σημείο της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή τι ήταν εκείνο το στοιχείο και/ή πόρισμα και/ή ισχυρισμός ο οποίος καταγράφεται στην αρχική αίτηση του Αιτητή και το οποίο δεν δόθηκε η δυνατότητα στον Αιτητή να παρουσιάσει κατά τη διάρκεια των δύο προφορικών του συνεντεύξεων.
Ως εκ τούτου, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Σχετικά με τον ισχυρισμό ότι ο λειτουργός που διεξήγαγε τις προφορικές συνεντεύξεις του Αιτητή δεν είχε την απαιτούμενη κατάρτιση ή προσόντα, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι από πουθενά δεν προκύπτει η μη κατάρτιση του εν λόγω λειτουργού και εν πάση περιπτώσει σε κανένα σημείο της συνέντευξης του ο Αιτητής δεν παραπονέθηκε ή αμφισβήτησε με οποιοδήποτε τρόπο την όλη διαδικασία.
Ως προς τον ισχυρισμό ότι το πρόσωπο αυτό δεν έχει εξουσιοδοτηθεί από τον αρμόδιο Υπουργό για να διεξάγει συνεντεύξεις και να συντάξει Έκθεση-Εισήγηση, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι δεν προκύπτει τέτοια προϋπόθεση από τον Περί Προσφύγων Νόμο μιας και ως προβλέπεται στο ερμηνευτικό άρθρο 2(1) του ανωτέρω νόμου, ως αρμόδιος λειτουργός ορίζεται «[…] λειτουργός ο οποίος υπηρετεί στην Υπηρεσία Ασύλου και έχει τύχει ειδικής εκπαίδευσης σε θέματα ασύλου και συμπληρωματικής προστασίας·».
Περαιτέρω, προς ενίσχυση των πιο πάνω αναφερθέντων, δεν έχει προσκομιστεί από μέρους των συνηγόρων του Αιτητή μαρτυρία προς απόδειξη του εν λόγω ισχυρισμού ή έχουν προβεί σε οποιοδήποτε δικονομικό διάβημα για να τον αποδείξουν και ενόψει τούτου ο εν λόγω απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Ως προς τον ισχυρισμό περί αποστέρησης του δικαιώματος παροχής διερμηνείας στον Αιτητή και περί αμφισβήτησης των προσόντων του διερμηνέα που βρισκόταν κατά τη διεξαγωγή της συνέντευξης, παρατηρώ ότι ούτε ο εν λόγω ισχυρισμός ευσταθεί. Όπως προκύπτει από τα πρακτικό των συνεντεύξεων, παραχωρήθηκε στον Αιτητή το δικαίωμα της δωρεάν βοήθειας διερμηνέα, με γλώσσα επικοινωνίας την Γαλλική κατά τη διάρκεια και των δύο συνεντεύξεων (βλ. ερυθρά 33, 24, 23 και 10 του Δ.Φ.).
Ως διαπιστώνω, ο Αιτητής διαβεβαίωσε τον αρμόδιο λειτουργό στην αρχή της πρώτης συνέντευξης ότι καταλαβαίνει τον διερμηνέα, ενώ του επισημάνθηκε ότι σε περίπτωση που αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία σε σχέση με την κατανόηση και την επικοινωνία σε οποιοδήποτε στάδιο της συνέντευξης, να ενημερώσει σχετικά για να του δοθούν περαιτέρω διευκρινίσεις και επεξηγήσεις (βλ. ερυθρό 22 του Δ.Φ.).
Πρόσθετα, ουδέν στοιχείο παρουσιάστηκε από το συνήγορο του Αιτητή περί της ανικανότητας του διερμηνέα όπως επίσης σε κανένα δικονομικό διάβημα έχει προβεί περί τούτου.
Τούτων δοθέντων, ο πιο πάνω ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Ως προς τον ισχυρισμό περί παραβίασης του δικαιώματος ακρόασης του Αιτητή, παρατηρώ ότι και πάλι αυτός εγείρεται με γενικότητα και αοριστία. Σημειώνω ότι ο Αιτητής κλήθηκε σε δύο προφορικές συνεντεύξεις (στις 08/10/2021 και στις 13/10/2021), στο πλαίσιο των οποίων του δόθηκε η δυνατότητα και η ευκαιρία να αφηγηθεί την ιστορία του, να περιγράψει τα βιώματά του και να εκθέσει τους ισχυρισμούς του προς υποστήριξη του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου, δεν καταδεικνύεται οποιαδήποτε παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης, ως εκ τούτου ο συγκεκριμένος ισχυρισμός απορρίπτεται.
Εξετάζοντας τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση, αρχικά κρίνω σημαντικό να αναφερθεί ότι η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).
Ενόψει των πιο πάνω νομολογιακών κατευθυντήριων και στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του Αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και ορθώς αποφάσισε να απορρίψει το αίτημα του Αιτητή.
Στο πλαίσιο του εντύπου της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή κινδυνεύει η ζωή του λόγω δίωξης από την προσωπική παραστρατιωτική ομάδα του Denis Sassou Nguesso (βλ. ερ. 1 και μετάφραση αυτού ερ. 70 Δ.Φ.).
Στο πλαίσιο των προφορικών του συνεντεύξεων και σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε το 1992 στην πόλη Madingou της περιοχής Bouenza και μετέβη σε μικρή ηλικία στην Brazzaville, στη γειτονιά Makelekele την οποία δήλωσε ως τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. Σε σχέση με την πατρική του οικογένεια, ο Αιτητής δήλωσε ότι οι γονείς του απεβίωσαν το 1997 κατά τη διάρκεια του πολέμου και δεν έχει αδέρφια. Πρόσθεσε πως υιοθετήθηκε από μία οικογένεια και ένα χρόνο αργότερα βρήκε την πατρική του γιαγιά με την οποία μεγάλωσε και η οποία απεβίωσε το 2015. Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του και ως προς την εργασιακή του εμπειρία δήλωσε ότι εργάστηκε ως οδηγός από το 2012 μέχρι την αναχώρησή του.
Κατά την ελεύθερη αφήγησή του ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι κινδυνεύει η ζωή του, καθότι διώκεται από την πολιτοφυλακή του προέδρου Denis Sassou, επειδή υποστήριξε την υποψηφιότητα του Mokoko Jean Marie στις προεδρικές εκλογές του 2016. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο νυν πρόεδρος δεν αποδέχτηκε τα αποτελέσματα των εκλογών, σύμφωνα με τα οποία είχε κερδίσει ο Mokoko Jean Marie και παρέμεινε στην εξουσία. Ως εκ τούτου προέβησαν σε διαμαρτυρία στις 30/03/2016 συνεπεία της οποίας δέχτηκαν επίθεση από την αστυνομία και τον στρατό του προέδρου Denis Sassou. Στη συνέχεια, ισχυρίστηκε ότι στις 05/06/2016 διοργάνωσαν διαμαρτυρία για τη σύλληψη του Jean-Marie Mokoko και στις 06/06/2016, ήρθαν στο σπίτι του, τον κτύπησαν και απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν εάν δεν σταματούσε κάθε πολιτική δραστηριότητα. Τότε αναγκάστηκε, ως δήλωσε να σταματήσει και ενημέρωσε όλους όπως σταματήσουν μέχρι το 2021, χρονολογία κατά την οποία θα έληγε η θητεία του προέδρου Denis Sassou.
Ο Αιτητής αναφέρθηκε και σε περιστατικό σύλληψής του στις 05/11/2015, λόγω του ότι δεν υποστήριξε την τροποποίηση του Συντάγματος σε δημοψήφισμα που έλαβε χώρα στις 25/10/2015. Σε διερευνητικά ερωτήματα ο Αιτητής δήλωσε ότι συμμετείχε σε διαμαρτυρία στις 25/10/2015 και συνελήφθη μαζί με άλλα 10-12 άτομα στις 05/11/2015 επειδή κατηγορήθηκε για αντιπαράθεση με το καθεστώς και φυλακίστηκε στη φυλακή “Prison de Madingon” από όπου αφέθηκε ελεύθερος μετά από ένα περίπου μήνα. Ερωτηθείς για τον τρόπο απελευθέρωσής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ένας πολιτικός και συγκεκριμένα ο πρωθυπουργός του πρώην προέδρου της χώρας και νομικός σύμβουλος του νυν προέδρου, βοήθησε στην απελευθέρωσή τους. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι κατά τη διάρκεια της διαμαρτυρίας κατά της τροποποίησης του Συντάγματος, ο ίδιος και άλλοι έκαψαν δημόσια κτίρια, μεταξύ άλλων το σπίτι του υπουργού και το σπίτι του βουλευτή.
Κατά την περίοδο των εκλογών του 2021, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι άτομα του προέδρου ήρθαν σπίτι του, του είπαν να αφήσει τον πρόεδρο να κυβερνήσει και του προσέφεραν χρήματα για να εργαστεί μαζί τους. Αρχικά ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι αρνήθηκε την προσφορά τους, αλλά όταν τον επισκέφθηκαν ξανά μετά από μία εβδομάδα, αποδέχτηκε. Εντούτοις, όταν ήρθε η περίοδος των εκλογών (Μάρτιος του 2021), ισχυρίστηκε ότι υποστήριξε τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης Guy Bruce Parfait Kolélas, παρακινώντας τον κόσμο να τον ψηφίσει. Στις 05/03/2021 ο Αιτητής ανέφερε ότι υπήρξε μία έντονη διαφωνία μεταξύ τους και μεταξύ των υποστηρικτών του Sassou και όταν έληξε, υπέβαλαν αναφορά/καταγγελία εναντίον τους (“they reported this”). Κάποιοι στη γειτονιά του, ως ανέφερε, τον προειδοποίησαν ότι θα τον αναζητήσουν και ως εκ τούτου με την βοήθεια του θείου του αναχώρησε από τη χώρα του.
Ως προς την πολιτική του δραστηριοποίηση, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν μέλος, αλλά υποστηρικτής και για ένα μήνα συμμετείχε στην οργάνωση της προεκλογικής εκστρατείας, διαδίδοντας τη φιλοσοφία του κόμματος για αλλαγή στη χώρα και για ένα καλύτερο μέλλον για την νεολαία.
Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι η ζωή του κινδυνεύει, καθότι άτομα του νυν προέδρου τον αναζητούν λόγω των πολιτικών του δραστηριοτήτων.
Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου αξιολογώντας τα όσα ο Αιτητής δήλωσε στις συνεντεύξεις του, διέκρινε κατά την Έκθεσή-Εισήγησή του δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά τα στοιχεία του προσωπικού προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή. Ο εν λόγω ισχυρισμός έγινε αποδεκτός αφού οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ως σαφείς και συνεκτικές, επιβεβαιώθηκαν δε από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και/ή χαρτογράφησης.
Ως δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός κρίθηκαν οι δηλώσεις του Αιτητή γύρω από το φόβο δίωξης από άνδρες του προέδρου Dennis Sassou υπό τη μορφή απειλών, λόγω της συμμετοχής του σε προεκλογική εκστρατεία ως υποστηρικτής του υποψηφίου Guy Brice Parfait Kolelas. Ως προς την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας των αντίστοιχων δηλώσεων του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματός του, ενώ παρατηρήθηκαν στις δηλώσεις του αντιφάσεις και ασάφειες. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής αρχικά δήλωσε αόριστα πως τον Ιανουάριο του 2021, οι άντρες του προέδρου Dennis Sassou τον επισκέφθηκαν στην οικία του και του είπαν να αφήσει τον πρόεδρο ήσυχο να διοικήσει την χώρα. Ο λειτουργός κατέγραψε ότι παρατηρείται έλλειψη ευλογοφάνειας στον ισχυρισμό του αφού δεν προανέφερε ότι με κάποιο τρόπο ενοχλούσε ή εμπόδιζε τον πρόεδρο να διοικήσει. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι του πρόσφεραν χρήματα για εργαστεί γι’ αυτούς και αρνήθηκε, ενώ μια εβδομάδα αργότερα τον επισκέφθηκαν εκ νέου ρωτώντας τον εάν σκέφτηκε την πρότασή τους. Ο Αιτητής δήλωσε ότι γνωρίζοντας τους άντρες του Sassou και τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν, δέχτηκε την πρότασή τους αλλά υποστήριξε τον Guy Brice Parfait Kolelas. Στη συμπληρωματική του συνέντευξη ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι τον επισκέφθηκαν τον Φεβρουάριο και κληθείς να διευκρινίσει την αντίφαση με την προηγούμενη δήλωσή του ότι τον επισκέφθηκαν τον Ιανουάριο, απάντησε ότι τον επισκέφθηκαν και τους δύο μήνες. Ο λειτουργός έκρινε ότι θα αναμενόταν από τον Αιτητή να είναι σαφής αναφορικά με το πότε δέχτηκε την επίσκεψη.
Επιπλέον, κληθείς να διευκρινίσει τον λόγο που επισκέφτηκαν αυτόν και όχι κάποιον άλλον, δεν έδωσε ικανοποιητική απάντηση δηλώνοντας ότι είναι δυνατή προσωπικότητα και ότι όταν θέλει κάτι το κάνει. Ο Αιτητής δεν έδωσε συγκεκριμένο λόγο για τον οποίο τα άτομα αυτά προσέγγισαν τον ίδιο για να εργαστεί γι’ αυτούς, καθότι δεν τεκμηρίωσε υψηλό πολιτικό προφίλ.
Ως προς τη δράση του υποστηρίζοντας τον Guy Brice Parfait Kolelas, ο Αιτητής δεν έδωσε σαφείς απαντήσεις, αναφέροντας ότι παρακινούσε τον κόσμο να τον ψηφίσει και κληθείς να εξηγήσει τον όρο υποστηρικτής (“supporter”), δήλωσε ότι «διέδιδε το μήνυμα». Όταν του ζητήθηκε να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες για τη δράση του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ήταν διοργανωτής και χρησιμοποιούσε τηλεβόα για να συγκεντρώσει το πλήθος. Ως ανέφερε ο Αιτητής η δράση του περιορίστηκε στις 05/03/2021, ημέρα κατά την οποία είχαν φυλλάδια και επικολλούσαν αφίσες. Εντούτοις δεν ήταν σε θέση να αναφέρει τι αναγραφόταν στα φυλλάδια και στις αφίσες, ισχυριζόμενος αόριστα ότι δεν πρόλαβε να τα διαβάσει διότι τους ζήτησαν να τα κατεβάσουν. Σε ερώτηση του λειτουργού να διευκρινίσει τον λόγο που ως διοργανωτής δεν γνώριζε τι ανέγραφαν τα φυλλάδια και οι αφίσες, η απάντηση του Αιτητή κρίθηκε μη ευλογοφανής, καθότι ισχυρίστηκε ότι απαγορεύεται να πάρουν τα φυλλάδια και τις αφίσες πριν την έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας. Αναμενόταν, ως επεσήμανε ο λειτουργός, να δώσει επαρκείς και λεπτομερείς απαντήσεις όσον αφορά την εμπλοκή του ως υποστηρικτής του συγκεκριμένου υποψήφιου και ως διοργανωτής της ισχυριζόμενης εκστρατείας, καθώς και να γνωρίζει το περιεχόμενο των φυλλαδίων και των αφισών.
Επιπρόσθετα, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε περιστατικό το οποίο έλαβε χώρα στις 05/03/2021 και κατά το οποίο είχαν μια διαφωνία με τους υποστηρικτές του Sassou, με αποτέλεσμα να καταγγελθούν από τους εν λόγω υποστηρικτές. Ερωτηθείς από τον λειτουργό σχετικά με το περιεχόμενο της διαφωνίας, ο Αιτητής απάντησε αόριστα ότι είπαν στους υποστηρικτές του Sassou “This time we won't allow you to win as you did before”. Ερωτηθείς εκ νέου κατά την συμπληρωματική συνέντευξη για το περιεχόμενο της διαφωνίας, ο Αιτητής απάντησε ότι απείλησαν τους υποστηρικτές του Sassou ότι θα χρησιμοποιήσουν όπλα. Κληθείς να εξηγήσει τις απειλές αυτές, ο Αιτητής ανέφερε ότι οι υποστηρικτές του Sassou ξεκίνησαν πρώτοι, λέγοντάς τους να κατεβάσουν τις αφίσες. Ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε ότι θα αναμενόταν από τον Αιτητή να παρέχει ολοκληρωμένες και ικανοποιητικές περιγραφές σχετικά με το περιεχόμενο της διαφωνίας, εξαιτίας της οποίας ισχυρίζεται ότι προέκυψε η αναζήτησή του.
Κληθείς να αναφέρει πώς γνωρίζει ότι τον αναζητούν, ο Αιτητής απάντησε αόριστα ότι κάποιοι υποστηρικτές του προέδρου Sassou που μένουν στην γειτονιά του, τον ενημέρωσαν, ενώ στη συνέχεια υπέπεσε σε αντίφαση, αναφέροντας ότι ανάμεσα στους υποστηρικτές του Sassou υπήρχε ένας φίλος του, ο οποίος του έστειλε μήνυμα ενημερώνοντάς τον να φύγει, επειδή επρόκειτο να τον απαγάγουν το βράδυ. Πρόσθεσε ότι ο φίλος του αυτός έστειλε και σε άλλους μήνυμα, ενώ σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή, απήγαγαν αυτούς που δεν κατάφεραν να φύγουν. Ερωτηθείς σχετικά με το πως γνωρίζει ότι απήγαγαν αυτούς που έμειναν πίσω, απάντησε χωρίς συνοχή ότι υπήρχαν τηλεφωνήματα στη γειτονιά στα οποία ανέφεραν πόσα άτομα πήραν. Κληθείς να αναφέρει πού βρισκόταν ο ίδιος, απάντησε ότι ήταν στο Sadelmi. Ως κατέγραψε ο λειτουργός, αναμενόταν από τον Αιτητή να δώσει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το γεγονός της αναζήτησής του και της απαγωγής ατόμων στην περιοχή του.
Ο Αιτητής ισχυρίστηκε στην αρχική του συνέντευξη ότι όταν ενημερώθηκε ότι θα τον αναζητήσουν, τηλεφώνησε στον θείο του και όταν του περιέγραψε τι συνέβη, τον έστειλε στο βουνό Sadelmi, όπου έμενε ένας φίλος του θείου του. Εντούτοις, στη συμπληρωματική του συνέντευξη, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι καθοδόν προς το Sadelmi πέρασε και από το σπίτι του θείου του. Ακολούθως, διαφοροποίησε τον ισχυρισμό του αναφέροντας ότι στο Sadelmi βρισκόταν ένας δικός του φίλος.
Σχετικά με την έκδοση του διαβατηρίου του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε στην αρχική του συνέντευξη ότι προέβη σε ανανέωσή του τον Ιανουάριο του 2021 επειδή ήθελε να ψηφίσει στις εκλογές του Μαρτίου, ενώ όταν ρωτήθηκε κατά πόσο ψήφισε, απάντησε αρνητικά. Εντούτοις, στην συμπληρωματική του συνέντευξη, δήλωσε ότι προέβη σε ανανέωση του διαβατηρίου του για να βρίσκεται σε ετοιμότητα. Κληθείς να διευκρινίσει, απάντησε με ασάφεια ότι από το 2016 γνώριζε ότι ο Sassou θα επανεκλεγόταν πρόεδρος και ήθελε να είναι προετοιμασμένος. Οι δηλώσεις του Αιτητής κρίθηκαν ως αντιφατικές και μη ευλογοφανείς, καθότι προέβαλε διαφορετικούς λόγους για την έκδοση του διαβατηρίου του.
Αναφορικά με την αναχώρησή του από τη χώρα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μετέβη στην Kinshasa διασχίζοντας τον ποταμό Congo με βάρκα, αναφέροντας ότι αναχώρησε από την οικία του. Ο λειτουργός εντόπισε αντίφαση στις δηλώσεις του Αιτητή, αφού είχε αναφέρει ότι βρισκόταν στο Sadelmi και όχι στην οικία του.
Τέλος, ερωτηθείς από τον αρμόδιο λειτουργό σχετικά με την σφραγίδα που υπάρχει στο διαβατήριο του με ημερομηνία 05/03/2021 από την πρεσβεία της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κογκό στην Brazzaville (βλ. ερυθρό 39 του Δ.Φ.), ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μετά την διαφωνία στις 5 Μαρτίου προέβησαν στην ενέργεια αυτή για να είναι προετοιμασμένοι. Κληθείς να εξηγήσει για ποιο λόγο δεν το ανέφερε προηγουμένως, δεν έδωσε ικανοποιητική απάντηση, ισχυριζόμενος ότι αποτάθηκε στον θείο του, ο οποίος του εξήγησε τι έπρεπε να πράξει. Αναμενόταν, ως σημείωσε ο λειτουργός, ο Αιτητής να περιγράψει επαρκώς τις ενέργειες και τις πράξεις του στις οποίες προέβη μετά το περιστατικό το οποίο αποτέλεσε την αφορμή να εγκαταλείψει τη χώρα του.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι τα όσα ανέφερε ο Αιτητής στη συνέντευξή του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Σε πηγές πληροφόρησης που ανέτρεξε ο λειτουργός διαπιστώθηκε ότι οι προεδρικές εκλογές διεξήχθησαν στις 21 Μαρτίου 2021 και όχι στις 27 Μαρτίου όπως ισχυρίστηκε ο Αιτητής, ενώ επιβεβαιώθηκε ότι η προεκλογική εκστρατεία ξεκίνησε στις 05/03/2021. Περαιτέρω επιβεβαιώθηκε ότι ο Dennis Sassou βρίσκεται στην προεδρία για σχεδόν 40 χρόνια και ότι η κυβέρνησή του θέτει υπό κράτηση μέλη των αντιπολιτευτικών ομάδων. (βλ. ερυθρά έρευνας 43-40 και 38-36 του Δ.Φ.).
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς πληροφορίες ώστε να τεκμηριώσει τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του από τους υποστηρικτές και την ομάδα του προέδρου Dennis Sassou, λόγω της συμμετοχής του ως διοργανωτής της προεκλογικής εκστρατείας του Guy Brice Parfait Kolelas, ενώ οι απαντήσεις του χαρακτηρίζονται από ασάφειες, αντιφάσεις και έλλειψη ευλογοφάνειας. Ως εκ τούτου δεν έκανε αποδεκτό τον εν λόγω ουσιώδη ισχυρισμό.
Αξιολογώντας ακολούθως τον κίνδυνο που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του και προχωρώντας στη νομική ανάλυση στη βάση του μοναδικού ισχυρισμού που έγινε αποδεκτός, ήτοι των στοιχείων του προσωπικού προφίλ και της χώρας καταγωγής του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί της προϋποθέσεις χορήγησης προσφυγικού καθεστώς, αφού δεν στοιχειοθετήθηκε ευλόγως βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Δημοκρατία του Κογκό, συνδεόμενος με την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική του γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, στο άρθρο 10 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου.
Περαιτέρω, και όσον αφορά την πιθανή εκχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας προς τον Αιτητή, ο λειτουργός κατέληξε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπό του, καθότι δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν υπέρ του ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη Δημοκρατία του Κογκό, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, δυνάμει του άρθρου 15(α) και της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2) (α) του περί Προσφύγων Νόμου), ούτε κίνδυνο να αντιμετωπίσει βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, δυνάμει του άρθρου 15 (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19 (2) (β) του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και κίνδυνο σοβαρής βλάβης ως άμαχος, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας στα πλαίσια εσωτερικής ή εξωτερικής σύγκρουσης, δυνάμει του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Παρατηρείται ωστόσο, ότι τόσο κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης κινδύνου, όσο και της νομικής ανάλυσης, ο αρμόδιος λειτουργός δεν προέβη σε οποιαδήποτε έρευνα αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την Brazzaville, γεγονός που καθιστά το συγκεκριμένο σκέλος της απόφασης αναιτιολόγητο. Στη συγκεκριμένη ωστόσο έρευνα θα προβεί το παρόν Δικαστήριο βάσει και της παρεχόμενης εκ του Νόμου δικαιοδοσίας του.
Ανεξαρτήτως της ως άνω κατάληξής μου, θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018).
Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση του συνόλου των ενώπιόν μου στοιχείων στη βάση και της εκ του Νόμου παρεχόμενης δικαιοδοσίας, αρχικά συντάσσομαι με το ότι ο πρώτος ισχυρισμός όσον αφορά τα στοιχεία του προσωπικού προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ορθώς έγινε αποδεκτός από τους Καθ’ ων η αίτηση αφού δεν έχουν προκύψει στοιχεία που να συνηγορούν υπέρ του αντιθέτου.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή γύρω από τον ισχυρισμό ότι διώκεται από άτομα του προέδρου Sassou λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων και συγκεκριμένα λόγω της συμμετοχής του στην προεκλογική εκστρατεία του Guy Brice Parfait Kolelas, συμφωνώ με τους Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής έδωσε γενικόλογες, αντιφατικές, ασαφείς και μη ευλογοφανείς απαντήσεις σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν σχετικά με τον πυρήνα του αιτήματός του, περιορίστηκε σε λακωνικές και αόριστες αποκρίσεις, χωρίς να παραθέτει λεπτομέρειες και συγκεκριμένες περιγραφές για τα περιστατικά που αφηγήθηκε. Οι ανεπαρκείς και ασαφείς απαντήσεις του Αιτητή δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικής φύσης γεγονότα. Ο Αιτητής καθ’ όλη την αφήγησή του αναφέρθηκε στην υποστήριξή του προς διάφορους υποψηφίους της αντιπολίτευσης, χωρίς να είναι σε θέση να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις για τη δράση του ή για τις πολιτικές του απόψεις, αναφέρθηκε συγκεχυμένα σε διάφορα περιστατικά από το 2015 έως το 2016 χωρίς την απαιτούμενη λεπτομέρεια και χωρίς χρονολογική συνέπεια στην αφήγησή του. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες και πληροφορίες στο βαθμό που θα αναμένετο από ένα άτομο το οποίο συμμετείχε ενεργά σε προεκλογική εκστρατεία. Δεν γνώριζε τι ανέγραφαν τα φυλλάδια και οι αφίσες για τα οποία ήταν ο ίδιος υπεύθυνος και δεν ήταν σε θέση να αναφερθεί στα σλόγκαν του υποψηφίου που υποστήριζε, ενώ οι εξηγήσεις που παρείχε για την αδυναμία του να απαντήσει δεν κρίνονται ικανοποιητικές και ευλογοφανείς. Αξιοσημείωτο είναι ότι ενώ ισχυρίστηκε ότι συμμετείχε στην προεκλογική εκστρατεία, ανέφερε ότι οι εκλογές διεξήχθησαν στις 27 Μαρτίου του 2021, ενώ πηγές στις οποίες ανέτρεξε το Δικαστήριο, επιβεβαιώνουν την έρευνα του αρμόδιου λειτουργού, βάσει της οποίας οι εκλογές διεξήχθησαν στις 21 Μαρτίου[1]. Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσαφηνίσει με ποιο τρόπο ειδοποιήθηκε ότι τον αναζητούν, ενώ υπέπεσε σε αντιφάσεις και ως προς τις ενέργειες στις οποίες προέβη μετά την διαφωνία που προέκυψε στις 05/03/2021 με τους υποστηρικτές του προέδρου Sassou και την κατ’ ισχυρισμό καταγγελία εναντίον τους. Ερωτήματα εγείρονται επίσης για τον λόγο για τον οποίο ο Αιτητής προέβη στην έκδοση διαβατηρίου τον Ιανουάριο του 2021.
Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι δηλώσεις του Αιτητή για την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από άτομα του προέδρου λόγω της πολιτικής του δραστηριοποίησης, δεν θεμελιώνουν την εσωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, το Δικαστήριο προχώρησε σε σχετική έρευνα ως προς την πολιτική κατάσταση στο Κογκό και στη μεταχείριση των ατόμων που υποστηρίζουν αντιπολιτευτικές ομάδες. Έκθεση του Freedom House η οποία καλύπτει γεγονότα του 2023 αναφέρει ότι ο πρόεδρος Denis Sassou Nguesso διατήρησε σχεδόν αδιάλειπτα την εξουσία για πάνω από 40 χρόνια καταπνίγοντας αυστηρά την αντιπολίτευση. Η διαφθορά και οι δεκαετίες πολιτικής αστάθειας συνέβαλαν σε χαμηλές οικονομικές επιδόσεις και στα υψηλά επίπεδα φτώχειας. Υπάρχουν συχνές αναφορές για καταχρήσεις από τις δυνάμεις ασφαλείας, οι οποίες σπάνια διερευνώνται. Ενώ λειτουργούν διάφορα μέσα ενημέρωσης, η ανεξάρτητη κάλυψη περιορίζεται από την εκτεταμένη λογοκρισία και την επιρροή των ιδιοκτητών που συμμαχούν με την κυβέρνηση. Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) που ασχολούνται με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη διακυβέρνηση εξετάζουν τις κρατικές καταχρήσεις, αλλά αυτολογοκρίνονται επίσης για να αποφύγουν αντίποινα. Οι βουλευτικές εκλογές του 2022 μποϊκοταρίστηκαν από αρκετά κόμματα της αντιπολίτευσης, εν μέσω αξιόπιστων ισχυρισμών ότι η ψηφοφορία θα ήταν νοθευμένη. Το Εργατικό Κόμμα του Sassou Nguesso στο Κονγκό (PCT) διεκδίκησε 112 έδρες στην Εθνοσυνέλευση και οι σύμμαχοί του κέρδισαν 12 έδρες. Οι ομάδες της αντιπολίτευσης UPADS και Ένωση Ανθρωπιστών Δημοκρατών-YUKI (UDH-YUKI) κέρδισαν από 7. Οι ομάδες της αντιπολίτευσης ισχυρίστηκαν ότι οι εκλογές ήταν νοθευμένες. Τον Αύγουστο του 2023 εκλέχθηκαν νέοι γερουσιαστές από τους δημοτικούς και τους επαρχιακούς συμβούλους. Το κυβερνών PCT διεκδίκησε 52 έδρες, οι σύμμαχοί του κέρδισαν 12, και ανεξάρτητοι υποψήφιοι κέρδισαν 7. Μόνο ένα μέλος της αντιπολίτευσης εξελέγη, η Élisabeth Mapaha της UPADS. Ο Pierre Ngolo, πρώην γενικός γραμματέας του PCT, επανεξελέγη πρόεδρος της Γερουσίας. Σχετικά με την ελευθερία πολιτικής έκφρασης, η έκθεση αναφέρει ότι υπάρχουν πολιτικές ομάδες, αλλά η κυβέρνηση καταστέλλει όσες δεν συντάσσονται με το κυβερνών κόμμα PCT, διώκοντας τους ηγέτες τους. Οι δύο σημαντικότεροι αντίπαλοι του Sassou Nguesso στις προεδρικές εκλογές του 2016, ο στρατηγός εν αποστρατεία Jean-Marie Michel Mokoko και ο André Okombi Salissa, έλαβαν ποινές φυλάκισης μετά τις εκλογές. Το 2018, ο Mokoko καταδικάστηκε σε κάθειρξη 20 ετών για απειλή κατά της κρατικής ασφάλειας. Το 2019, ο Okombi Salissa, ο οποίος ήταν επικεφαλής του αντιπολιτευόμενου συνασπισμού Πρωτοβουλία για τη Δημοκρατία στο Κογκό, καταδικάστηκε σε 20 χρόνια καταναγκαστικής εργασίας για την ίδια κατηγορία. Τον Μάρτιο του 2021, o Sassou εξασφάλισε την τέταρτη προεδρική θητεία του από τότε που επέστρεψε στην εξουσία το 1997, λαμβάνοντας το 88,4% των ψήφων. Οι εκλογές σημαδεύτηκαν από περιορισμούς στο δικαίωμα του συνέρχεσθαι, κλείσιμο του διαδικτύου, εκφοβισμό και μποϊκοτάζ από την αντιπολίτευση UPADS. Ο ανθυποψήφιος του Guy Brice Parfait Kolélas, ο οποίος πέθανε από COVID-19 αμέσως μετά τις εκλογές, κέρδισε το 8%.[2]
Έκθεση του Immigration and Refugee Board του Καναδά, σχετικά με την μεταχείριση των πολιτικών αντιπάλων κατά την περίοδο του δημοψηφίσματος του Οκτωβρίου 2015 αναφέρει ότι μεταξύ 17 και 21 Οκτωβρίου 2015, οι δυνάμεις επιβολής του νόμου πυροβόλησαν με πυρομαχικά εναντίον διαδηλωτών που διαμαρτύρονταν κατά του προτεινόμενου νέου συντάγματος, σκοτώνοντας τουλάχιστον πέντε άτομα στη Brazzaville και την Pointe Noire και τραυματίζοντας δεκάδες άλλους. Σύμφωνα με άλλες πηγές στις οποίες παραπέμπει η έκθεση, μεταξύ 17 και 21 Οκτωβρίου 2015, αστυνομικοί των αρχών επιβολής του νόμου στη Brazzaville και την Pointe Noire σκότωσαν τουλάχιστον 35 άτομα που φέρονται να συμμετείχαν ή να βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση από διαδηλώσεις κατά του συνταγματικού δημοψηφίσματος. Σχετικά με τη μεταχείριση των πολιτικών αντιπάλων κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών του Μαρτίου 2016, πηγές στις οποίες ανέτρεξε το IRB αναφέρουν ότι μετά τις εκλογές, η σύλληψη και η κράτηση πολιτικών αντιπάλων και των βοηθών τους έγινε η κύρια στρατηγική εκφοβισμού στο Κογκό. Ομοίως, η Διεθνής Αμνηστία αναφέρει ότι το συνταγματικό δημοψήφισμα του Οκτωβρίου 2015 και οι προεδρικές εκλογές του Μαρτίου 2016, οι οποίες αμφισβητήθηκαν έντονα τόσο από την αντιπολίτευση όσο και από τη διεθνή κοινότητα, οδήγησαν τις αρχές σε ένα κύμα συλλήψεων υποστηρικτών της αντιπολίτευσης και απαγόρευσης των ειρηνικών διαδηλώσεων.[3]
Έκθεση του BTI για την περίοδο 01/02/2021 έως 31/01/2023 αναφέρει ότι η διαφθορά στον στενό κύκλο του προέδρου παραμένει μια σημαντική ανησυχία, ενώ η κυβέρνηση προσπαθεί να καταστείλει ακτιβιστές, δημοσιογράφους, ΜΚΟ και αντιπολιτευόμενους, καθώς παραμένει επικεντρωμένη στη διατήρηση του καθεστώτος του Sassou Nguesso. Οι συμπεριφορές αυτές έχουν ενθαρρυνθεί από την επανεκλογή του Sassou Nguesso το 2021 και τις επακόλουθες νομοθετικές νίκες του 2022 για το κυβερνών κόμμα PCT. Αυτό έγινε εφικτό σε μεγάλο βαθμό από τις συνταγματικές αλλαγές του 2015, οι οποίες εξάλειψαν το όριο ηλικίας και τον περιορισμό στον αριθμό θητειών του προέδρου. Πολιτικά κόμματα και προσωπικότητες της αντιπολίτευσης μποϊκοτάρισαν τις εκλογές του 2021, ενώ οι υποψήφιοι πρόεδροι του 2016 Jean-Mari Mokoko και Andre Okombi Salissa παραμένουν στη φυλακή από το 2018 και το 2019 αντίστοιχα. Ο βασικός αντίπαλος του προέδρου στις εκλογές του 2021, ο Guy Brice Parfait Kolelas, απεβίωσε από COVID-19 μια ημέρα μετά τις εκλογές. Παρόλο που οι εσωτερικές εντάσεις καταλάγιασαν κατά την περίοδο αναφοράς, υπάρχουν περιπτώσεις καταστολών κατά στελεχών της αντιπολίτευσης, δημοσιογράφων και ΜΚΟ, οι οποίες καταδεικνύουν τις συνεχιζόμενες προσπάθειες του καθεστώτος να χρησιμοποιεί βία, φυλάκιση, βασανιστήρια και άλλα μέσα για την καταστολή της διαφωνίας και τη διατήρηση του ελέγχου.[4]
Αν και ορισμένες αναφορές του Αιτητή βρίσκουν μεν έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες, ωστόσο ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει με συνοχή και με επαρκή λεπτομέρεια τον πυρήνα του αιτήματός του, ούτε να παρέχει μία λεπτομερή αφήγηση που να παραπέμπει σε προσωπικά βιώματα, με αποτέλεσμα να κρίνεται ότι οι δηλώσεις του πηγάζουν από ευρέως γνωστές πληροφορίες για τη χώρα του και όχι από βιωματική εμπειρία. Διαπιστώνεται από την αφήγηση του Αιτητή ότι περιορίστηκε σε γενικές αναφορές περί στοχοποίησής του, χωρίς να περιγράψει συγκεκριμένα περιστατικά ή γεγονότα που να αποδεικνύουν ή να καθιστούν εύλογο το συμπέρασμα ότι θα τίθετο η ζωή του σε κίνδυνο από άτομα του προέδρου της χώρας λόγω της πολιτικής του δραστηριοποίησης. Αντίθετα, βασίστηκε σε γενικούς φόβους και εικασίες για την ασφάλειά του. Παρόλο που ισχυρίστηκε ότι συμμετείχε σε διαδηλώσεις και υποστήριζε υποψηφίους της αντιπολίτευσης, σε διερευνητικά ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο του στην προεκλογική εκστρατεία, ο Αιτητής δεν μπόρεσε να παράσχει σαφείς πληροφορίες για το περιεχόμενο των φυλλαδίων και των αφισών που ανέλαβε να διανείμει, δεν ήταν σε θέση να αναπτύξει τις πολιτικές θέσεις του υποψηφίου που υποστήριζε, ενώ δεν γνώριζε ούτε τα σλόγκαν της εκστρατείας. Η αδυναμία του να στοιχειοθετήσει την πολιτική του δράση και την επακόλουθη αναζήτησή του εξαιτίας της υπονομεύει την αξιοπιστία του. Ακόμη κι αν γινόταν αποδεκτός ο ρόλος του ως υποστηρικτή υποψηφίου της αντιπολίτευσης, στη βάση των ισχυρισμών του Αιτητή κατά τη διάρκεια των δύο προφορικών του συνεντεύξεων, ως αυτοί αναλύθηκαν ανωτέρω, διαπιστώνεται πως ο ίδιος πρόκειται για ένα χαμηλού προφίλ μέλος και διαφαίνεται ότι αυτός δεν εμπίπτει σε κατηγορίες προσώπων υψηλού κινδύνου που θα ενέπιπταν στους στόχους πολιτικών επιθέσεων.
Δεδομένου ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του έχουν ήδη απορριφθεί από το παρόν Δικαστήριο στο σύνολό τους, κρίνω ότι ελλείψει οιασδήποτε παρελθούσας πράξης δίωξης, αλλά και οιασδήποτε πραγματικής, προσωπικής και τρέχουσας απειλής εις βάρος του από οιοδήποτε φορέα, κρατικό ή μη, σε περίπτωση επιστροφής του στην Brazzaville, ο εκπεφρασμένος φόβος του Αιτητή περί του ότι θα κινδυνεύσει από άτομα του προέδρου λόγω της πολιτικής του δράσης, δεν κρίνεται ως βάσιμος και δικαιολογημένος και ενόψει τούτου απορρίπτεται ως μη αξιόπιστος.
Στη βάση των ανωτέρω συμπερασμάτων, διαπιστώνω ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο Αιτητής δεν στοιχειοθέτησε κανένα απολύτως ισχυρισμό επί του οποίου θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξής του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasa, ο οποίος θα ενέπιπτε στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του Αιτητή, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.
Συνακόλουθα, ελλείψει οιασδήποτε πραγματικής, προσωπικής και υφιστάμενης απειλής εις βάρος του, δεν προκύπτουν στοιχεία εκ των οποίων θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Brazzaville, o Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, προκειμένου να κριθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπό του, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του Περί προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, δεν ανέκυψε οιοσδήποτε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας εις βάρος του Αιτητή, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, δυνάμει του άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του Περί Προσφύγων Νόμου.
Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του και δη στην Brazzaville, θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπουν, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης προς εξέταση της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί στην Brazzaville, πόλη η οποία αποτελεί τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή στη Δημοκρατία του Κογκό και προορισμός επί του οποίου ευλόγως αναμένεται να εγκατασταθεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής.
Εκ της διεξαχθείσας έρευνας προέκυψε ότι η Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC[5], μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Γενεύης, στη Δημοκρατία του Κονγκό γενικότερα και ειδικότερα στην πρωτεύουσα Brazzaville, δεν παρατηρείται ένοπλη σύγκρουση σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο.
Ωστόσο, για λόγους πληρότητας της έρευνας, θα παρατεθούν τα πιο πρόσφατα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED. Στη διάρκεια ενός έτους και συγκεκριμένα το διάστημα από τις 18/05/2024 έως τις 16/05/2025 στην Brazzaville της Δημοκρατίας του Κογκό καταγράφηκαν 6 περιστατικά ασφαλείας χωρίς απώλειες ανθρώπινων ζωών. Τα 6 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 4 διαμαρτυρίες (protests), 1 περιστατικό έκρηξης/απομακρυσμένης βίας (explosions/remote violence) και 1 εξέγερση (riots).[6] Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της Brazzaville υπολογίζεται εκτιμήθηκε για το 2025 σε 2.813.000 κατοίκους.[7] Σημειώνεται επίσης ότι εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας ενήλικας, υγιής, ικανοποιητικού μορφωτικού επιπέδου, ικανός προς εργασία (εργαζόταν από το 2012 έως την αναχώρησή του ως οδηγός) και χωρίς ενδείξεις ευαλωτότητας.
Ως προς τους λόγους ακύρωσης, τέλος, γύρω από κατάχρηση και/ή κακή και/ή πεπλανημένη άσκηση εξουσίας, την παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς τη διοίκηση, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι οι λόγοι ακυρώσεως προβάλλονται από τους συνήγορους του Αιτητή αόριστα και γενικά (βλ. Κυπριακή Δημοκρατία ν. Svetlana Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598). Οι Καθ’ ων η αίτηση, κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών στοιχείων της υπόθεσης εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εφάρμοσαν τον Νόμο σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που το επέτρεπαν. Η απόφασή τους αυτή ήταν πλήρως και δεόντως αιτιολογημένη, σύμφωνη με τον Νόμο και τα στοιχεία της υπόθεσης.
Ως εκ τούτου, απορρίπτω τους ισχυρισμούς του Αιτητή ως γενικούς και αόριστους. Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του Αιτητή.
Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] USDoS, Republic of the Congo 2021, Human Rights Report
https://www.state.gov/wp-content/uploads/2022/02/313615_CONGO-REP-2021-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf
[2] Freedom House, Freedom in the World 2024 - Republic of the Congo
[3] Immigration and Refugee Board of Canada, Republic of the Congo: Treatment of political opponents by the authorities (2015-April 2019) 12 April 2019, COG106274.FE
https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=457786
[4] BTI 2024 Country Report, Republic of Congo, σ. 3
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105836/country_report_2024_COG.pdf
[6]ΑCLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/
(Πλατφόρμα ACLED-Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA (20/04/2024-18/04/2025), ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, REGION: Africa, COUNTRY: Republic of Congo, ADMIN: Brazzaville)
[7] Macrotrends, Brazzaville - Congo
https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/20848/brazzaville/population
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο