
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 104/25
05 Ιουνίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
1. Κ.Κ. ARCXXX,
2. Κ.N.J. (ανήλικος) από Ινδία και τώρα Λευκωσία
Αιτητών
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Ζ. Ποντίκη (κα) για Αλταχέρ Μπενέτης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για τους Αιτητές.
Λ. Γιάγκου (κα) για Ι. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή οι Αιτητές προσβάλλουν την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 16/12/24, τους κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητούν απόφαση του Δικαστηρίου για την παραχώρηση σε αυτούς καθεστώτος πρόσφυγα ή δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας και/ή ότι αν επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής θα παραβιαστεί το άρθρο 2 ή 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η Αιτήτρια 1, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 07/10/24, στις 04/11/24 διεξήχθη η συνέντευξή της και στις 18/11/24 ετοιμάστηκε σχετική έκθεση/εισήγηση και ακολούθησε στις 26/11/24 απορριπτική απόφαση από εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου ακροαματική διαδικασία η δικηγόρος των Αιτητών περιόρισε τους λόγους ακύρωσης σε έλλειψη δέουσας έρευνας της αρμόδιας αρχής κατά την εξέταση του αιτήματος ασύλου.
Οι Καθ' ων η Αίτηση, σε απάντηση των εν λόγω ισχυρισμών υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, αναφέροντας ότι οι Αιτητές απέτυχαν να τεκμηριώσουν ότι αντιμετωπίζουν δίωξη στη χώρα καταγωγής και/ή δεν ενέπιπταν στο καθεστώς πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(Ι)/2018), προχωρεί σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος της Αιτήτριας 1 και του Αιτητή 2 σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς έλλειψης δέουσας έρευνας στη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»).
Όπως προκύπτει από την έκθεση/εισήγηση ο λειτουργός-εξεταστής αποδέχτηκε τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας 1 και Αιτητή 2, τη χώρα καταγωγής και την ταυτότητά όπως αποδέχθηκε και τους ισχυρισμούς οικονομικού περιεχομένου αλλά και την διακοπή των οικογενειακών δεσμών της στη χώρα της λόγω του γάμου της με άλλου δόγματος σύντροφο της και αλλαγής της θρησκείας της. Όπως ορθά καταγράφει ο λειτουργός δεν παρουσιάστηκαν στοιχεία που να υποστηρίζουν ύπαρξη απειλής ή δίωξης λόγω της θρησκείας ενώ όπως ο λειτουργός κατέληξε και οι δηλώσεις της ιδίας δεν υποδεικνύουν δίωξη ή σοβαρή βλάβη επί τούτου (ερυθρά 16-13 ΔΦ). Οι λόγοι δε που προβλήθηκαν από αυτοί στηρίζονται κυρίως στις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει με την επιστροφή της ήτοι αποδοχής της οικογενείας της, οικονομικά προβλήματα και ότι θα χρειαστεί να ξεκινήσουν την ζωή τους από την αρχή, επιβεβαίωσε δε ότι είναι ψευδής η δήλωση της ότι κινδυνεύει με την επιστροφή της. (ερυθρά 61-59 ΔΦ). Από συνολική δε αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας της Αιτήτριας 1, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων[1] διαπιστώνω ότι αυτή τεκμηριώνεται. (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, βλέπε επίσης, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν έχει όμως υποδείξει η ίδια με τις αιτιάσεις της ότι θα αντιμετωπίζει αντικειμενικό φόβο δίωξης και/ή κατά την επιστροφή της ότι θα αντιμετωπίσει οποιαδήποτε πράξη δίωξης ή σοβαρής βλάβης και/ή ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας της είτε από άλλους φορείς δίωξης (συμπεριλαμβανομένης της οικογένειας της) (Βλέπε Άρθρα 3Α και 3Β του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Καθίσταται, επίσης, σαφές από όλες τις περιστάσεις της, όπως περιγράφονται ανωτέρω, ότι δεν υπάρχει βάσιμος φόβος και/ή μελλοντοσταφής κίνδυνος δίωξης της από οποιονδήποτε φορέα[2]. Επομένως, λόγω έλλειψης τόσο του υποκειμενικού όσο και του αντικειμενικού στοιχείου φόβου δίωξης η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις της Αιτήτριας που έγιναν αποδεκτές δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
Ούτε η περίπτωση της εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτήν του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηρίωνε την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβαλλόταν σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης (Άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000) ο λειτουργός σημείωσε ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης δεν παρατηρούνταν συνθήκες ενόπλων συγκρούσεων στην περιοχή της Αιτήτριας 1 και συνεπώς, δεν αναμενόταν ότι θα αντιμετώπιζε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την επιστροφή της. Επί αυτού του σημείο λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του με την τελευταία Κ.Δ.Π. 145/2025 ορίζει την χώρα καταγωγής της Αιτήτριας 1 ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας και δεν τεκμηριώθηκε με οποιοδήποτε τρόπο ότι η χώρα δεν είναι ασφαλής ειδικά για την περίπτωση της. Επί τούτου σημειώνεται ότι έγινε και αξιολόγηση και των περιστάσεων που αφορούν το ανήλικο τέκνο (Αιτητή 2) της Αιτήτριας 1. Ο λειτουργός – εξεταστής αξιολογώντας την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας 1 και του Αιτητή 2 βάσει των συνθηκών που επικρατούν στην εν λόγω περιοχή σε συνδυασμό με τις προσωπικές περιστάσεις τους την Ασφάλεια, Ευημερία, Ανάπτυξη και/ή το Βέλτιστο Συμφέρον του Αιτητή 2 καταγράφηκε ότι δεν δικαιούνται καθεστώς πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας και καθίσταται ασφαλής η επιστροφή τους. Ούτε προσκομίστηκαν στοιχεία είτε στην αίτηση διεθνούς προστασίας είτε μέσω της προσφυγής που να επηρεάζουν προσωπικά το βέλτιστο συμφέρον του Αιτητή 2 (ερυθρά 59-56 ΔΦ).
Δεν διαπιστώνω, συνεπώς, από τα ενώπιον μου στοιχεία ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε.Aρ.3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 05/06/2002, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η δε επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου της Αιτήτριας 1 ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων τόσο της Αιτήτριας 1 όσο και του ανήλικου τέκνου της (Αιτητής 2), όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να τους αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας 1 και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλέπε Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000)
[2] Βλέπε EASO «Δικαστική Ανάλυση του (2018) Προϋποθέσεις Χορήγησης Διεθνούς Προστασίας (Οδηγία 95/2011/ΕΕ)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο