
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ. 1041/2023
30 Ιουνίου 2025
[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
U. A. C.
Αιτητή
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας και/ή μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
Θ. Γεωργίου (κα) για Χρ. Χριστοδουλίδη (κος) Δικηγόρος για Αιτητή
Κ. Κοτζία (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερ. 20/02/2023 η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 08/03/2023 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης, αντισυνταγματικής, στερούμενης νομικού αποτελέσματος και είναι αποτέλεσμα πλάνης περί των γεγονότων, κακής εφαρμογής του νόμου και/η ερμηνείας και/ή είναι πλήρως αναιτιολόγητη.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής, ενήλικας υπήκοος Νιγηρίας και στις 30/03/2022 υπέβαλε αίτηση χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Στις 03/02/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ακολούθως, στις 09/02/2023, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου υπέβαλε σχετική Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου για απόρριψη της αίτησης ασύλου του αιτητή η οποία εγκρίθηκε στις 20/02/2023. Στις 08/03/2023, η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε σχετική επιστολή ενημέρωσης περί της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή αυθημερόν, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου σε γλώσσα κατανοητή για τον αιτητή.
Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Ο συνήγορος του Αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης επί της αιτήσεως ακυρώσεως (προσφυγής) προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει περιόρισε στην γραπτή του αγόρευση και διατήρησε μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα και την μη επαρκή αιτιολογία.
Οι καθ΄ ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.
Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του αιτητή ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.
Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).
Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.
Στο πλαίσιο του εντύπου της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του ότι η αστυνομία και ο στρατός τον αναζητάει επειδή υποστηρίζει την Biafra (βλ. ερ. 1 του Δ.Φ.).
Κατά τη διάρκεια της προσωπικής του συνέντευξης, ο αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από την πολιτεία Anambra της Νιγηρίας, τόπο που αποτελεί και το συνήθη τόπο διαμονής του στη χώρα καταγωγής του πριν από την αναχώρησή του όπου συγκεκριμένα διέμενε στο χωριό Mbosi στην περιφέρεια Ihiala της πολιτείας Anambra (βλ. ερ. 31 του Δ.Φ.). Ο αιτητής είναι Χριστιανός, άγαμος και άτεκνος. Aφού αποφοίτησε από το σχολείο το 2017 παρακολούθησε κάποια μαθήματα για να μάθει να επιδιορθώνει ηλεκτρονικές συσκευές, όπως κινητά τηλέφωνα, εργαζόταν στη χώρα καταγωγής του έως τον Ιούνιο του 2021 και δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα υγείας (βλ. ερ. 30, 31 & 33 του Δ.Φ.). Σε σχέση με την οικογένειά του ανέφερε πως στη χώρα καταγωγής του έχει μόνο τη γιαγιά του και την προγιαγιά του, τις οποίες στηρίζει οικονομικά η αδελφή του, η οποία διαβιεί στην Ιταλία, επίσης εκεί διαβιεί και ο αδελφός του (βλ. ερ. 31 του Δ.Φ.). Και τα δύο του αδέλφια μετακόμισαν στην Ιταλία, σύμφωνα με τις δηλώσεις του αιτητή, και έχει επικοινωνία μαζί τους (βλ. ερ. 31 του Δ.Φ.).
Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής δήλωσε πως διώκεται ως μέλος της IPOB (βλ. ερ. 29 του Δ.Φ.). Πιο συγκεκριμένα, ανέφερε πως πρόκειται για μία οργάνωση που μάχεται για τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους από την υπόλοιπη Νιγηρία και πως δέχθηκαν επίθεση στα πλαίσια μίας ειρηνικής διαδήλωσής τους από το στρατό με πυροβολισμούς (βλ. ερ. 29 του Δ.Φ.). Έκτοτε και ενώ συνελήφθη ο αρχηγός τους, για τα μέλη της IPOB ίσχυσε μία απαγόρευση κυκλοφορίας τις Δευτέρες και έκτοτε κατηγορήθηκαν για περιστατικά βίας και δολοφονίες που διαπράχθηκαν από κάποια άγνωστη ομάδα κατά τη διάρκεια της ανωτέρω απαγόρευσης. Επίσης, ο αιτητής έχασε ένα φίλο στο πλαίσιο αυτής της σύγκρουσης που δολοφονήθηκε από το στρατό στις 25/09/2021 και έτσι ο ίδιος αποφάσισε να διαφύγει από τη χώρα καταγωγής του (βλ. ερ. 29 του Δ.Φ.). Ο αιτητής κατά την ελεύθερή του αφήγηση ανέφερε πως ένεκα των γεγονότων με το στρατό η οργάνωση IPOB είχε δημιουργήσει μία ομάδα φρουράς για την προστασία των μελών της και των οικογενειών της με την ονομασία “Eastern Security Network (ESN)” (βλ. ερ. 29 του Δ.Φ.).
Ο αιτητής, ερωτηθείς σχετικά, διευκρίνισε πως διέμεινε στην πολιτεία Lagos για πολύ μικρό χρονικό διάστημα έως την έκδοση του διαβατηρίου του στις 31/12/2021 και έπειτα επέστρεψε στην πολιτεία Anambra έως την αναχώρησή του στις 07/02/2022 (βλ. ερ. 28 του Δ.Φ.). Διευκρίνισε περαιτέρω πως δε διέμενε στην οικία του αλλά σε διάφορα μέρη στην πολιτεία Anambra ώστε να είναι ασφαλής και πως αναγκάστηκε να ευρίσκεται εκεί παρά τον κίνδυνο καθότι δεν είχε σε ποιο άλλο μέρος να διαμείνει έως την οριστική του αναχώρηση από τη χώρα καταγωγής του (βλ. ερ. 28 του Δ.Φ.).
Την σημαία της οργάνωσης την περιέγραψε ως κόκκινη και μαύρη με έναν ανατελλόμενο ήλιο επάνω στο μαύρο, ενώ κληθείς να την ερμηνεύσει δήλωσε πως γνωρίζει μόνο πως ο ανατελλόμενος ήλιος συμβολίζει πως και οι ίδιοι μία ημέρα θα αναγεννηθούν (βλ. ερ. 27 – 12Χ & 26 – 1Χ του Δ.Φ.). Πρόσθεσε ότι το σύνθημά τους είναι «ενότητα» και «ειρήνη», διαμένουν κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Νιγηρίας και συγκεκριμένα στις πολιτείες Portharcourt, Anambra, Enugu, Imo, Awko Ibom, Edo και Delta (βλ. ερ. 26 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς ξανά ποιες εθνοτικές ομάδες αποτελούν την Biafra ανέφερε τους Igbo, τους Χριστιανούς και τους “voudou people” (βλ. ερ. 26 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς ο αιτητής δήλωσε πως ήταν επίσης μέλη της οργάνωσης τα ξαδέλφια του, η αδελφή της γιαγιάς του και τα τέκνα αυτής (βλ. ερ. 26 του Δ.Φ.).
Ο ίδιος είναι μέλος της Biafra από τον Ιανουάριο του 2013, όπως επίσης μέλη είναι τα αδέλφια του και η μητέρα του, ωστόσο η κάρτα μέλους του ευρίσκεται στη Νιγηρία και κλήθηκε να την υποβάλει ηλεκτρονικά αφού δήλωσε πως υπάρχει πιθανότητα να του αποσταλεί (βλ. ερ. 28 & 27 του Δ.Φ.). Αναφορικά με την κάρτα μέλους της Biafra δήλωσε πως την εξέδωσε στις 28/07/2015 δίνοντας μόνο το όνομα και την ημερομηνία γέννησής του στον προαναφερθέντα αποθανόντα φίλο του, ο οποίος του την εξέδωσε (βλ. ερ. 27 του Δ.Φ.). Αναφορικά με τα μέλη της εν λόγω οργάνωσης ο αιτητής δήλωσε πως δεν είναι όλα στοχοποιημένα παρά μόνο όσοι δηλώνουν ανοιχτά αυτή τους την ιδιότητα (βλ. ερ. 27 του Δ.Φ.). Επιπρόσθετα, και όσον αφορά τον ίδιο προσωπικά δήλωσε πως έχει έλθει αντιμέτωπος με το νιγηριανό στρατό κατά τη διάρκεια διαδήλωσης, ωστόσο εκείνοι δε γνώριζαν την ταυτότητά του και ποτέ ο ίδιος προσωπικά δεν βίωσε οποιοδήποτε περιστατικό εναντίον του από το στρατό (βλ. ερ. 27 του Δ.Φ.).
Όταν ο αιτητής ερωτήθηκε αναφορικά με πιθανές αποδείξεις που θα μπορούσε να παρουσιάσει προς υποστήριξη της δίωξής του από το στρατό της Νιγηρίας, δήλωσε ότι μπορεί μέσω του φίλου του να εξασφαλίσει βίντεο από την οικία του όπου ο στρατός είχε μεταβεί και είχε δημιουργήσει σημάδια από πυροβολισμούς (βλ. ερ. 25 του Δ.Φ.). Κληθείς να αποσαφηνίσει για ποιο λόγο νωρίτερα είχε δηλώσει πως δεν έχει βιώσει τίποτα προσωπικά από το στρατό, ο αιτητής δήλωσε ότι δεν είχε αναφερθεί στο περιστατικό προηγουμένως καθότι τώρα του ζητήθηκε να παράσχει αποδείξεις σχετικά με τη δίωξή του (βλ. ερ. 25 του Δ.Φ.).
Σε σχετική ερώτηση ο αιτητής δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του καθότι φοβάται το νιγηριανό στρατό, παρά το ότι δεν έχει βιώσει κάτι ο ίδιος προσωπικά, απλώς και μόνο επειδή είναι μέλος της Biafra (βλ. ερ. 26 του Δ.Φ.). Αναφορικά με τη δήλωσή του σε σχέση με την καταγραφή στην αίτηση πως είχε «χάσει» έναν αδελφό δήλωσε ότι πρόκειται για τον προαναφερθέντα φίλο του (βλ. ερ. 25 του Δ.Φ.).
Ως προς την ιδιότητά του ως μέλος ο αιτητής κλήθηκε να απαντήσει σε διευκρινιστικά ερωτήματα. Ως εκ τούτου δήλωσε ότι από το 2013 οπότε έγινε μέλος το καθήκον του ήταν να βεβαιώνεται πως θα έχουν την ελευθερία που αξίζει στους ίδιους και τις επόμενες γενεές (βλ. ερ. 25 του Δ.Φ.). Περαιτέρω, αναφορικά με τη διαδικασία για να είναι ο ίδιος μέλος δήλωσε ότι έπρεπε να παρευρίσκεται στις συναντήσεις, πως οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει μέλος της οργάνωσης εάν υπακούει τους κανόνες και ότι πάντα έχει τη στήριξη των υπολοίπων μελών (“brothers”), ωστόσο στη συνέχεια δήλωσε πως δεν είχε συγκεκριμένες αρμοδιότητες ως μέλος αλλά συμμετείχε εθελοντικά στην ομάδα ασφαλείας “ESN” που είχαν δημιουργήσει (βλ. ερ. 25 του Δ.Φ.). Σε σχετική ερώτηση για το διάστημα που ήταν μέλος της IPOB δήλωσε πως ήταν μέλος της από το 2013 έως τον Ιούνιο-Ιούλιο 2021 που εισήχθη στην “ESN” και όταν διέφυγε από τη Νιγηρία διέκοψε κάθε δεσμό με την ομάδα ασφαλείας αλλά εξακολουθεί να είναι μέλος της IPOB (βλ. ερ. 25 του Δ.Φ.).
Αναφορικά με τη δήλωσή του ότι αναγκάστηκε να διαμένει σε διαφορετικά μέρη για να μην τον εντοπίσουν κλήθηκε να αναφέρει με ποιο τρόπο συντηρούσε τον εαυτό του κατ’ εκείνο το διάστημα και ο ίδιος αρχικά ανέφερε πως πρόσεχε τον εαυτό του και δεν πεινούσε συχνά, ωστόσο σε επόμενη ερώτηση του λειτουργού ο αιτητής δήλωσε πως μερικές φορές κυκλοφορούσε για να αγοράσει φαγητό ή να ζητήσει βοήθεια από γνωστούς (βλ. ερ. 24 του Δ.Φ.). Στη συνέχεια απαντώντας σε σχετικά ερωτήματα ανέφερε ότι διέμενε στο φίλο του ή σε κάποιο ξενοδοχείο, καθώς και ότι λάμβανε οικονομική βοήθεια από τα αδέλφια του (βλ. ερ. 24 του Δ.Φ.).
Κληθείς να εξηγήσει γιατί ενώ είχε εκδοθεί το διαβατήριό του δεν διέφυγε αμέσως ο αιτητής δήλωσε πως περίμενε τα χαρτιά του και ότι η πτήση του αναβλήθηκε από τον Ιανουάριο του 2022 για τον Φεβρουάριο του 2022 (βλ. ερ. 24 του Δ.Φ.). Όταν ερωτήθηκε πως κατόρθωσε να ταξιδέψει νόμιμα αφού διωκόταν από τις αρχές της χώρας ανέφερε πως γνώριζε τον υπεύθυνο, τον οποίο χρημάτισε, και έδειξε το διαβατήριό του μόνο κατά την επιβίβασή του (βλ. ερ. 24 του Δ.Φ.). Σχετικά με τυχόν εκδοθέν ένταλμα σύλληψης εναντίον του, απάντησε ότι υπάρχει διαφθορά στη χώρα του και δεν χρειάζεται το ένταλμα για να διωχθεί (βλ. ερ. 24 του Δ.Φ.). Επίσης, δήλωσε ότι η γιαγιά και η προγιαγιά του δεν διώκονται καθότι δεν είναι άνδρες (βλ. ερ. 24 του Δ.Φ.). Τέλος, κληθείς ο αιτητής να εξηγήσει το γεγονός ότι οι δηλώσεις του είναι αντιφατικές σε σχέση με τις εξωτερικές πληροφόρησης αναφορικά με τα όσα ανέφερε, ο ίδιος παρέμεινε αρχικά σιωπηλός και έπειτα δήλωσε πως μάλλον τα εξήγησε με διαφορετικό τρόπο (βλ. ερ. 24 του Δ.Φ.).
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός, αξιολογώντας τα όσα ο αιτητής δήλωσε στην συνέντευξη του, κατηγοριοποίησε τους ισχυρισμούς του ως εξής: 1) Ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του αιτητή, 2) Ισχυριζόμενη ιδιότητα του αιτητή ως μέλος της οργάνωσης IPOB και 3) Ισχυριζόμενος φόβος δίωξης του αιτητή από τις νιγηριανές στρατιωτικές αρχές εξαιτίας της ιδιότητάς του ως μέλος της οργάνωσης IPOB.
Αναφορικά με τον πρώτο ισχυρισμό, ο λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του αιτητή υπήρξαν εσωτερικά αξιόπιστες, και καθώς ο αιτητής προσκόμισε το διαβατήριο από τη χώρα καταγωγής του αλλά και καθώς τα όσα ανέφερε επιβεβαιώνονται από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ο ισχυρισμός έγινε αποδεκτό.
Αντίθετα, ως προς το δεύτερο ισχυρισμό, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αιτητή χαρακτηρίζονται από ασάφεια και ανεπάρκεια πληροφοριών. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει ορθά το όνομα του ιδρυτή της οργάνωσης αλλά ούτε και την ημερομηνία κατά την οποία αυτός αποφάσισε την ίδρυσή της. Επίσης, λανθασμένα ανέφερε πως η οργάνωση ιδρύθηκε το 1967. Επίσης, λανθασμένα ανέφερε το όνομα του επικεφαλής της διεύθυνσης του κράτους της IPOB ως επίσης και το όνομα του αρχηγού της οργάνωσης. Περαιτέρω, ενώ ο αιτητής ήταν σε θέση να αποτυπώσει σε χαρτί τα χρώματα της σημαίας της οργάνωσης δεν ήταν σε θέση να δηλώσει τι συμβολίζει η σημαία με ακρίβεια καθότι δήλωσε πως το μόνο το οποίο γνωρίζει είναι πως ο ανατελλόμενος ήλιος συμβολίζει πως και οι ίδιοι θα αναγεννηθούν. Ασαφή χαρακτήρισε ο αρμόδιος λειτουργός τη δήλωση του αιτητή αναφορικά με το αν η οργάνωση υποστηρίζεται από άλλες χώρες. Επίσης, με ασάφεια ο αιτητής δήλωσε ότι οι εθνικές ομάδες που συγκαταλέγονται στην οργάνωση είναι οι Igbo, οι “voudou people” και οι χριστιανοί. Ακολούθως, ως τονίζει ο αρμόδιος λειτουργός, ο αιτητής και πάλι λανθασμένα ανέφερε πως το σύνθημα της οργάνωσης είναι “Unity and Peace”. Ως επισήμανε ο αρμόδιος λειτουργός, οι ισχυρισμοί του αιτούντος, αναφορικά με το γεγονός ότι υπήρξε μέλος της εν λόγω οργάνωσης από το 2013, δεν είναι ευλογοφανείς. Πιο αναλυτικά, είναι αδύνατον ο αιτητής, να υπήρξε μέλος της οργάνωσης IPOB από το 2013, λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω οργάνωση ιδρύθηκε ένα χρόνο αργότερα, και συγκεκριμένα το 2014. Γενικά και με ασάφεια αναφέρθηκε και σε σχέση με την διαδικασία που ακολούθησε για να γίνει μέλος της εν λόγω οργάνωσης. Αναφορικά με τις ευθύνες του στην οργάνωση ο αιτητής δήλωσε με γενικότητα ότι δεν είχε ευθύνες και ο ίδιος εθελοντικά συμμετείχε στην ομάδα ασφαλείας ESN και πρόσθεσε πως όσοι είναι μέλη της IPOB και της ESN στοχοποιούνται από την αστυνομία και το στρατό. Ο αρμόδιος λειτουργός διαπίστωσε αντίφαση όταν ο αιτητής δήλωσε πως έχει κάρτα μέλους από τις 28/07/2015, ενώ προηγουμένως είχε δηλώσει πως είναι μέλος από το 2013. Ο αιτητής μετά από προθεσμία που του δόθηκε παρέδωσε στους Καθ’ ων οι αίτηση κάρτα μέλους της οργάνωσης ωστόσο δεν επιβεβαιώθηκε από το λειτουργό η αυθεντικότητά της από εξωτερικές πηγές. Σε αυτό το σημείο ο λειτουργός σημειώνει ότι οι δηλώσεις του αιτητή περί ένταξης του στην οργάνωση το 2013 δεν ευσταθούν καθότι η οργάνωση ιδρύθηκε μεταγενέστερα το 2014. Ομοίως ο λειτουργός στην εισηγητική του έκθεση κατέγραψε πως ο ισχυρισμός του αιτητή πως για να λάβει την κάρτα μέλους χρειάστηκε μόνο να δώσει το όνομα και την ημερομηνία γέννησής του δεν επιβεβαιώνεται από εξωτερικές πηγές. O αιτητής υπήρξε ασαφής σχετικά με τα κίνητρά του για να ενταχθεί στην προαναφερθείσα οργάνωση αναφέροντας ένα γεγονός, το οποίο παρακολούθησε μέσω βίντεο, περί το 2012 – 2013 αναφορικά με 500 μέλη, συμπεριλαμβανομένων παιδιών, που διαδήλωναν και την επίθεση που δέχθηκαν από το στρατό και την αστυνομία. Τέλος, ο λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πολλές από τις δηλώσεις του αιτητή είναι αντιφατικές με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ενώ κληθείς να αποσαφηνίσει το λόγο που δεν ήταν σε θέση να παράσχει καίριες λεπτομέρειες για την οργάνωση ο ίδιος δήλωσε πως ενδέχεται ο τρόπος που τα περιέγραψε να ήταν διαφορετικός.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός ανέφερε ότι όσα ανέφερε ο αιτητής είναι τα μοναδικά τεκμήρια των ισχυρισμών του και στη συνέχεια παρέθεσε πηγές που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη αντιφάσεων με τα λεγόμενά του. Πιο συγκεκριμένα, επιβεβαιώθηκε πως η οργάνωση ιδρύθηκε το 2014, τα ονόματα στα οποία αναφέρθηκε ο αιτητής ισχυριζόμενος ότι πρόκειται για τον ιδρυτή και άλλα διοικητικά μέλη της οργάνωσης είναι λανθασμένα, καθώς επίσης και ότι στην εν λόγω οργάνωση συγκαταλέγονται συνολικά 25 επαρχίες. Περαιτέρω, εντοπίστηκε ότι η σημαία της οργάνωσης αποτελείται από τρία χρώματα, μαύρο, κόκκινο και πράσινο, και έναν χρυσό ήλιο που ανατέλλει πάνω σε μία χρυσή μπάρα, καθώς επίσης και ο συμβολισμός αυτών. Εν σχέση με το σύνθημα της IPOB οι εξωτερικές πηγές αναφέρουν ότι περιλαμβάνεται και η λέξη “Freedom”. Τέλος, σχετικά με την διαδικασία εγγραφής μέλους η επίσημη ιστοσελίδα της οργάνωσης υπάρχει φόρμα για αίτηση εγγραφής και απαιτείται το ποσό των Ν200 καθώς και αυθεντική υπογραφής του αιτούντος. Όσον αφορά την κάρτα μέλους που προσκόμισε ο αιτητής ο λειτουργός σημειώνει ότι αυτή προσκομίστηκε μετά τη λήξη της προθεσμίας που του είχε δοθεί, ήτοι 09/02/2023 αντί για 06/02/2023. Παράλληλα, εντοπίζονται πολλές αντιφάσεις σε σύγκριση με άλλες κάρτες μέλους οι οποίες εντοπίστηκαν στο διαδίκτυο και με τις οποίες συγκρίθηκε η προσκομισθείσα όσον αφορά τον τρόπο γραφής των πληροφοριών, την αναγραφή της λέξης Biafra ως χωρά αντί για Νιγηρία, η ημερομηνία έκδοσης είναι προγενέστερη της χρονολογίας ίδρυσης της οργάνωσης, ενώ εντοπίστηκε στο διαδίκτυο κάρτα με τον ίδιο συριακό αριθμό κάτι που δεν είναι ευλογοφανές. Ενόψει όλων των ανωτέρω ο ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.
Ακολούθως, αξιολογήθηκε από το λειτουργό ο τρίτος ισχυρισμός. Ως προς την εσωτερική του αξιοπιστία κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αιτητή δεν είχαν επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες, είχαν χρονικές αντιφάσεις, ασάφειες και έλλειψη ευλογοφάνειας. Ειδικότερα, μη ευλογοφανείς κρίθηκαν οι δηλώσεις του αιτητή αναφορικά με τον τόπο διαμονής του μετά τα γεγονότα του 2017 και του 2021, καθώς δήλωσε πως παρέμεινε στην πολιτεία Lagos έως την έκδοση του διαβατηρίου του στις 31/12/2021 και έπειτα επέστρεψε στην Anambra διαμένοντας σε διαφορετικά σημεία για να μην τον εντοπίσουν. Ερωτηθείς διευκρινιστικά ως προς αυτό το σημείο ανέφερε πως αναγκάστηκε να επιστρέψει καθώς δεν είχε που αλλού να διαμείνει, ενώ μη ικανοποιητικά δήλωσε ότι διέμενε σε ένα θαμνώδες χωριό όπου δεν υπάρχουν αστυνομικές και στρατιωτικές αρχές. Επίσης, εντοπίζεται αντίφαση αναφορικά με τον ισχυρισμό του ότι δεν είχε διαμείνει οπουδήποτε αλλού πέραν του χωριού του, αφού δήλωσε ότι διέμενε σε διαφορετικές τοπικές αρχές των πολιτειών Anambra και Imo δηλώνοντας πως κατά τον Ιούνιο ή Ιούλιο του 2021 διέμενε στο χωριό Awo στην πολιτεία Imo. Όταν του επισημάνθηκε η εν λόγω αντίφαση ο αιτητής δήλωσε γενικά και με ασάφεια πως έχει διαμείνει σε πολλά μέρη κοντά στη γενέτειρά του. Αντιφατικά και πάλι ο αιτητής αρχικά είχε δηλώσει πως όλοι οι Biafra διώκονται στη συνέχεια ανέφερε πως διώκονται μόνο όσοι δηλώνουν δημόσια ότι ανήκουν στην οργάνωση. Επίσης σε αντίφαση με τον ισχυρισμό του ότι διώκεται από τις αρχές της χώρας του έρχεται η δήλωσή του σε διευκρινιστικές ερωτήσεις ότι ο νιγηριανός στρατός δε γνωρίζει ποιος είναι ούτε είχε ποτέ επικοινωνία με τον ίδιο. Ως σοβαρή παράλειψη χαρακτηρίστηκε από το λειτουργό το γεγονός ότι ο αιτητής όταν ερωτήθηκε αναφορικά με τυχόν αποδεικτικά στοιχεία για την δίωξή του απάντησε πως μπορεί να ζητήσει από κάποιο φίλο του να βιντεοσκοπήσει την οικία του στη Νιγηρία ώστε το οποίο φέρει σφαίρες από επίθεση που πραγματοποίησε ο στρατός αναζητώντας τον, αφού προηγουμένως είχε αναφέρει πως δεν είχε ποτέ κανένα περιστατικό εναντίον του από το στρατό. Ερωτηθείς σχετικά με αυτή την αντίφαση ο αιτητής έδωσε ασαφή και μη επαρκή απάντηση λέγοντας ότι το ανέφερε σε εκείνο το χρονικό σημείο επειδή του ζητήθηκε από το λειτουργό κάποια απόδειξη σχετικά με τη δίωξή του (βλ. ερ. 25 – 6Χ του Δ.Φ.). Επιπρόσθετες αντιφάσεις εντοπίστηκαν στις δηλώσεις του αιτητή αναφορικά με τον τρόπο που συντηρούσε τον εαυτό κατά το διάστημα που κρυβόταν. Συγκεκριμένα, ο αιτητής αρχικά ανέφερε ότι πρόσεχε τον εαυτό του και πως δεν ένιωθε πάντα πείνα, στη συνέχεια δήλωσε ότι κάποιες φορές έβγαινε για να αγοράσει φαγητό και να ζητήσει βοήθεια από γνωστούς τους και έπειτα ανέφερε πως κάποιες φορές έμενε σε ξενοδοχείο ή στην οικία του φίλου του και τον βοηθούσαν τα αδέλφια του που ευρίσκονται στην Ιταλία. Ο αιτητής ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν διέφυγε νωρίτερα από τη χώρα καταγωγής του παρά το ότι είχε εκδοθεί το διαβατήριό του δήλωσε με γενικότητα και ασάφεια ότι ανέμενε τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και πως η πτήση του αναβλήθηκε από τον Ιανουάριο έως τον Φεβρουάριο. Παρά τον ισχυρισμό ότι διώκεται από τις αρχές της χώρας καταγωγής του ο αιτητής δήλωσε πως ταξίδεψε νόμιμα με το διαβατήριό του και κληθείς να εξηγήσει αυτή του τη δήλωση ο ίδιος ανέφερε με γενικότητα και ασάφεια ότι εάν κάποιος επιθυμεί να αναχωρήσει διαπραγματεύεται με πρόσωπα που έχουν εξουσία για να τον βοηθήσουν. Αυτές του οι δηλώσεις χαρακτηρίστηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό ως μη ευλογοφανείς λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι εδιώκετο. Ο ισχυρισμός του αιτητή ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει καθότι θα τον σκοτώσουν και δεν είναι σε θέση να μετεγκατασταθεί είναι αντιφατικός με τις προγενέστερες δηλώσεις του ότι διέμενε σε διαφορετικές περιοχές ενόσω κρυβόταν χωρίς να του συμβεί κάτι που τον έθετε σε κίνδυνο. Κληθείς να επεξηγήσει την προαναφερθείσα αντίφαση ο αιτητής δήλωσε ότι μετακινούνταν κατά τη διάρκεια της νύχτας και έτσι δεν τον εντόπιζαν. Ο αιτητής απέφυγε να απαντήσει κατά πόσον υπάρχει εναντίον του ένταλμα σύλληψης στη χώρα καταγωγής του αναφέροντας με γενικότητα πως το σύστημα στην Νιγηρία διαφέρει από αυτό της Κύπρου, δεν υπακούουν σε κανόνες και δε χρειάζονται ένταλμα σύλληψης και ανέφερε ως παράδειγμα τον ηγέτη της οργάνωσης ο οποίος με δικαστική απόφαση έπρεπε να έχει αφεθεί ελεύθερος κάτι το οποίο δεν έχει εφαρμοστεί ακόμη. Τέλος, ο λειτουργός έκρινε ως μη ικανοποιητική τη δήλωση του αιτητή πως η οικογένειά του, ήτοι η γιαγιά του και η προγιαγιά του που ευρίσκονται στη Νιγηρία, δεν διώκονται καθώς είναι γυναίκες και οι αρχές διώκουν μόνο τους άνδρες, θα αναμένετο να διώκεται η οικογένειά του.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός παρέθεσε εξωτερικές πηγές αναφορικά με την ομάδα ασφαλείας που ιδρύθηκε από την οργάνωση IPOB ονόματι Eastern Security Network (ESN) επιβεβαιώνοντας την ίδρυσή της. Ωστόσο ενόψει του ότι η γενεσιουργός αιτία της ισχυριζόμενης δίωξης του αιτητή, ήτοι ότι είναι μέλος της εν λόγω οργάνωσης, έχει απορριφθεί δεν είναι δυνατό να γίνει αποδεκτή η δίωξή τους από τις αρχές της χώρας καταγωγής του λόγω της ιδιότητάς του ως μέλος καθότι οι δύο ισχυρισμοί συνδέονται άρρηκτα. Τα ανωτέρω σε συνδυασμό με τη μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής του αξιοπιστίας και σε αυτό τον ισχυρισμό οδήγησαν στην απόρριψη του παρόντος ισχυρισμού του.
Ενόψει των ανωτέρω ευρημάτων, λαμβανομένου υπόψη και του προφίλ του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, μιας και δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης συνδεόμενος με την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, στο άρθρο 10 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, δυνάμει του άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, στη βάση πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση που επικρατούσε στο Νιγηρία, και συγκεκριμένα στον τελευταίο τόπο διαμονής του αιτητή στην πολιτεία Anambra, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου), καθότι δεν διαπιστώθηκε ότι υπάρχει λόγος να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή ως άμαχος πολίτης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του.
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, δεν διαπιστώνω μη διενέργεια δέουσας έρευνας από μέρους της Διοίκησης και ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί μη επαρκούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι δεν διαπιστώνω παραβίαση του αρ.26 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(I)/1999). Εν αντιθέσει, στην βάση των σχετικών με τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας διατάξεων, παρατηρώ ότι στην σχετική Έκθεση του αρμόδιου λειτουργού όσο και στην απόφαση των καθ' ων η αίτηση αναφέρονται επαρκώς οι λόγοι, νομικοί και πραγματικοί, για τους οποίους απορρίφθηκε η επίδικη αίτηση ασύλου. Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018) και ενόψει τούτου να κρίνω αν ορθά το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του Αιτητή.
Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του Αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθ’ όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός υπέπεσε σε πολλές ασάφειες, αντιφάσεις και ανακρίβειες, οι οποίες πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του.
Ορθώς λοιπόν θεωρώ κρίθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση, ότι τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγόμενων του αιτητή, αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε ανωτέρω σχετικά με τον ισχυρισμό του περί της ιδιότητάς του ως μέλος της οργάνωσης IPOB και τον έτερο ισχυρισμό του ότι διώκεται από τις αρχές της χώρας καταγωγής του λόγω της ιδιότητάς του ως μέλος της εν λόγω οργάνωσης.
Εν προκειμένω, παρατηρώ ότι οι δηλώσεις του αιτητή σε σχέση με τον δεύτερο ισχυρισμό του, που απορρίφθηκε, ήταν αντιφατικές, γενικόλογες και αόριστες, χωρίς να παραπέμπουν σε πρόσωπο που εξιστορεί ιδία βιώματα, αλλά ούτε μπορούν να δικαιολογηθούν από το προφίλ του αιτητή. Ειδικότερα, ο αιτητής αν και παρέθεσε πληροφορίες αναφορικά με την οργάνωση IPOB, στην οποία ισχυρίστηκε ότι είναι μέλος, όπως το όνομα της οργάνωσης και του ιδρυτή, άλλων διοικητικών μελών και ηγετών της, το έτος ίδρυσης, το σκοπό και τη σημαία της οργάνωσης, τους υποστηρικτές της, την περιοχή όπου αυτή δραστηριοποιείται, τις εθνοτικές ομάδες που συμπεριλαμβάνονται στην εν λόγω οργάνωση, το σύνθημά της, τη διάλεκτο που χρησιμοποιούν, τις διαδικασίες ένταξης και εγγραφής των μελών της, καθώς και το έτος εγγραφής του, εν τούτοις οι δηλώσεις του είναι γενικές και ασαφείς χωρίς να βρίσκουν αντίκρισμα σε πληροφορίες που αντλούνται από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, όπως αυτές θα καταγραφούν κατωτέρω. Περαιτέρω, ο αιτητής ερωτηθείς αναφορικά με τη σημαία ανέφερε μόνο τον ήλιο και δύο από τα τρία της χρώματα, το μαύρο και το κόκκινο, και δεν ήταν σε θέση να δηλώσει ποιος είναι ο συμβολισμός πίσω από το σχεδιασμό της, αφού αναφέρθηκε μόνο στον ήλιο αναφέροντας ότι αυτός συμβολίζει πως κάποια μέρα θα αναγεννηθούν και οι ίδιοι. Αντίφαση διαπιστώνεται μεταξύ της δήλωσης του αιτητή πως έγινε μέλος της οργάνωσης το 2013 και της μεταγενέστερης δήλωσής του πως η κάρτας μέλους του εκδόθηκε 28/07/2015. Ασαφής και χωρίς ευλογοφάνεια παρουσιάζεται και η δήλωση του αιτητή αναφορικά με τα κίνητρά του να ενταχθεί στην ομάδα, διότι αναφέρθηκε σε ένα γεγονός που παρακολούθησε μέσω βίντεο περί το 2012 – 2013 όπου είδε περί τα 500 μέλη της οργάνωσης να διαδηλώνουν και να δέχονται επίθεση από το στρατό και την αστυνομία ενώ στη σκηνή υπήρχαν και παιδιά. Κληθείς ο αιτητής να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο υπέπεσε σε αριθμό αντιφάσεων και δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες για την οργάνωση στην οποία κατά τον ισχυρισμό του ήταν μέλος, ο ίδιος δήλωσε πως ενδεχομένως οι περιγραφές του να έγιναν με διαφορετικό τρόπο αποτυγχάνοντας έτσι να αποσαφηνίσει τις ελλείψεις στην αφήγησή του. Επομένως, ορθώς θεωρώ κρίθηκε ότι τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγόμενων του αναφορικά με τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς. Οι απαντήσεις του στερούνταν εμφανώς εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και περιείχαν αρκετές ελλείψεις, αντιφάσεις και ασυνέπειες όσον αφορά την οργάνωση IPOB ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται.
Σύμφωνα με άρθρο του BBC, ιδρύθηκε το 2012 από δύο άτομα που ανήκαν στην εθνοτική ομάδα των Igbo με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, τους Nnamdi Kanu και Uche Mefor, ως ειρηνικό κίνημα. Εντούτοις, δημιουργήθηκε και μια ένοπλη πτέρυγα, το Eastern Security Network (ESN), στη νοτιοανατολική Νιγηρία το 2020, λέγοντας ότι αυτό συνέβη για να υπερασπιστούν τους Igbos. Ωστόσο, οι επικριτές λένε ότι η ένοπλη πτέρυγα χρησιμοποιεί βία και έχει προκαλέσει τεράστια δεινά. Η κυβέρνηση της Νιγηρίας απαγόρευσε την IPOB και ένα δικαστήριο την έχει χαρακτηρίσει ως «τρομοκρατική οργάνωση». Οι επικριτές της Κυβέρνησης λένε ότι η προσπάθεια καταστροφής της ομάδας μέσω της στρατιωτικής βίας έχει προσθέσει στον πόνο των αμάχων που έχουν δει τα χωριά τους να δέχονται επίθεση από στρατεύματα, και νεαρούς άνδρες να κρατούνται ή να σκοτώνονται απλώς με την υποψία ότι είναι υποστηρικτές του κινήματος. Οι επιθέσεις σε όλη την περιοχή από ένοπλους άνδρες, τους οποίους οι υπηρεσίες ασφαλείας της Νιγηρίας συνδέουν με την ομάδα, οδήγησαν στη δολοφονία εκατοντάδων πολιτών και μελών των δυνάμεων ασφαλείας από την έναρξη της βίας το 2020.[1] Η βία έχει πάρει τη μορφή συγκρούσεων με χρήση όπλων και η IPOB έχει επίσης κατηγορηθεί για επιθέσεις εναντίον αστυνομικών τμημάτων.[2] O ιδρυτής της εν λόγω οργάνωσης είναι Odumegwu Ojukwu.[3] Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα της οργάνωσης η εν λόγω οργάνωση δραστηριοποιείται σε 25 διαφορετικές πολιτείες της χώρας, ήτοι στις Agbor, Asaba, Aba, Owerri, Umuahia, Orlu, Ikot Ekpene, Uyo, Eket, Ogoja, Calabar, Enugu, Oji-River, Awka, Onitsha, Nnewi, Okigwe, Annang, Abakiliki, Yenegoa, Warri, Ahoada, Ugheli, Degema και Port-Harcourt.[4]
Συναφώς, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι σύμφωνα με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης πολλές από τις δηλώσεις του αιτητή δεν επιβεβαιώνονται ούτε από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τόσο την έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του αιτητή, και στην χαμηλή αποδεικτική ισχύ της προσκομισθείσας από τον ίδιο κάρτας μέλους, ως έχει αναλυθεί από τον αρμόδιο λειτουργό, ανάλυση με την οποία συμφωνώ και παρέλκει η επανάληψη της, κρίνω ότι ορθώς ο ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός ως αξιόπιστος. Θα συμφωνήσω με την αξιολόγηση στην οποία έχει προβεί ο αρμόδιος λειτουργός ως καταγράφεται στην έκθεση – εισήγηση και με τα σημεία που εντόπισε περί του να καταλήξει σε εύρημα περί της μη αξιοπιστίας του αιτητή, και επομένως παρέλκει η όποια επανάληψη τους.
Σε σχέση με τον τρίτο ισχυρισμό του αιτητή παρατηρώ ότι οι δηλώσεις του αιτητή δεν παρείχαν επαρκείς λεπτομέρειες, χαρακτηρίζονται από ασάφειες, χρονικές και πραγματικές αντιφάσεις και έλλειψη ευλογοφάνειας. Ο αιτητής δεν κατόρθωσε να παρέχει τέτοιες πληροφορίες που να αποδίδουν βιωματικό χαρακτήρα σε όσα δήλωσε. Πιο συγκεκριμένα, μη ευλογοφανείς είναι οι δηλώσεις του αιτητή σε σχέση με τον τόπο διαμονής του, αφού ανέφερε πως διέμενε στην πολιτεία Lagos έως την 31/12/2021, όποτε εκδόθηκε τι διαβατήριό του, και έπειτα επέστρεψε στην Anambra παρά το ότι διωκόταν επειδή δεν είχε που αλλού να διαμείνει, αλλά διέμενε σε διαφορετικές τοποθεσίες για να μην τον εντοπίσουν. Μη ικανοποιητική ήταν και η εξήγησή του αναφορικά με το ότι διέμενε σε θαμνώδη περιοχή όπου δεν υπήρχαν ούτε αστυνομικές ούτε στρατιωτικές αρχές. Η πιο πάνω δήλωση έρχεται σε αντίφαση με τις προηγούμενες δηλώσεις του πως δεν είχε διαμείνει πουθενά αλλού εκτός από το χωριό του στην πολιτεία Anambra καθότι περαιτέρω δήλωσε πως διέμενε σε διαφορετικές περιοχές των πολιτειών Anambra και Imo. Ακόμη μία αντίφαση εντοπίζεται στην αρχική δήλωση του αιτητή ότι όλοι οι Biafra διώκονται και στην ακόλουθη δήλωσή του ότι διώκονται μόνο όσοι δηλώνουν δημόσια την υποστήριξή τους στην οργάνωση. Επίσης, ο αιτητής δήλωσε, αντιφατικά ότι διώκεται από το στρατό της Νιγηρίας, παρότι ως δήλωσε ο νιγηριανός στρατός δεν γνωρίζει την ταυτότητά του ούτε ο ίδιος έχει βιώσει κάποιο περιστατικό εναντίον του προσωπικά. Επίσης, δεν κρίνεται εύλογο το γεγονός ότι ο αιτητής δεν είχε αναφέρει σε προηγούμενο στάδιο της συνέντευξής του ότι ο στρατός είχε επιτεθεί στην οικία του με πυροβολισμούς παρά μόνο όταν ερωτήθηκε εάν έχει κάποια απόδειξη της δίωξής του οπότε δήλωσε ότι μπορεί ο φίλος του να εξασφαλίσει σχετικό βίντεο από την οικία του. Την ίδια στιγμή η εν λόγω δήλωσή του έρχεται σε αντίφαση με τις προηγούμενες δηλώσεις του ότι ο ίδιος δεν είχε δεχθεί ποτέ καμία προσωπική επίθεση από το στρατό και κληθείς να επεξηγήσει την αντίφαση ανέφερε μη επαρκώς πως ο λόγος που δεν το έπραξε ήταν καθώς δεν του είχε ζητηθεί να παρέχει αποδείξεις έως τότε. Αντιφάσεις εντοπίζονται, επίσης, και στις αναφορές του σχετικά με τον τρόπο που συντηρούνταν κατά το διάστημα που κρυβόταν. Ειδικότερα, ο αιτητής αρχικά δήλωσε ότι πρόσεχε τον εαυτό του ενώ δεν πεινούσε συχνά, ακολούθως ανέφερε ότι μερικές φορές κυκλοφορούσε είτε για να αγοράσει φαγητό είτε για να ζητήσει βοήθεια από γνωστούς του και τέλος ανέφερε πως λάμβανε οικονομική βοήθεια από τα αδέλφια του στην Ιταλία. Οι δηλώσεις του αιτητή ότι δεν αναχώρησε νωρίτερα από τη χώρα καταγωγής του καθώς περίμενε τα έγγραφά του και έπειτα η πτήση του αναβλήθηκε από τον Ιανουάριο για τον Φεβρουάριο του 2022 ήταν γενικές και ασαφείς, καθώς και μη ευλογοφανείς αφού κατά την ελεύθερη αφήγησή του είχε δηλώσει πως είχε λάβει την απόφαση να αναχωρήσει, αφού διωκόταν, ήδη από τον Σεπτέμβριο του. Επίσης, η δήλωση του αιτητή ότι ταξίδεψε νόμιμα παρά τη δίωξή του δεν είναι εύλογη και κληθείς να επεξηγήσει ανέφερε με γενικότητα ότι το γεγονός πως χρημάτισε τον υπεύθυνο που ήταν γνωστός του και είχε λευκό ποινικό μητρώο τον βοήθησε ώστε να επιδείξει το διαβατήριό του μόνο κατά την επιβίβασή του ενώ δήλωσε αυτό είναι κάτι συμβαίνει εάν το πρόσωπο που θέλει να αναχωρήσει διαπραγματευτεί με κάποιον άτομο εξουσίας. Ο αιτητής δεν απάντησε με σαφήνεια εάν εκκρεμεί εναντίον του ένταλμα σύλληψης καθώς ανέφερε μόνο ότι το σύστημα στην Νιγηρία διαφέρει από αυτό της Κύπρου, δεν υπακούουν σε κανόνες και δε χρειάζονται ένταλμα σύλληψης για να τον διώξουν.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του αιτητή το Δικαστήριο κρίνει ότι λόγω της προσωπικής φύσης των ισχυρισμών του αιτητή επί του παρόντος ισχυρισμού δεν είναι απαραίτητη η περαιτέρω έρευνα σε εξωτερικές ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης. Ενόψει της έλλειψης της εσωτερικής αξιοπιστίας του αιτητή ο τρίτος ισχυρισμός κρίνεται αναξιόπιστος.
Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι καθ' ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.
Συνακόλουθα ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανέναν ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων, εξευτελιστικής ή απάνθρωπης μεταχείρισης ή τιμωρίας, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), (β) του Περί Προσφύγων Νόμου.
Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, ο αιτητής, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπουν, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί στην πολιτεία Anambra η οποία έχει γίνει δεκτό ότι αποτελεί τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του.
Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας σύμφωνα με το διαδραστικό χάρτη του RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και Ισλαμικού Κράτους (Islamic State in West Africa Province/ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη διεθνής ένοπλη σύγκρουση μεταξύ του Ισλαμικού Κράτους (ISWAP) και της Boko Haram. Από το 2014, η πολυεθνική ομάδα που δημιουργήθηκε (Multinational Joint Task Force) - η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, τον Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία- έχει παρέμβει προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[5]
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 22/06/2024 - 20/06/2025, σημειώθηκαν στην πολιτεία Anambra 166 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 201 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 65 περιστατικά συνίσταντο σε μάχες (115 θάνατοι), 72 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (74 θάνατοι), 12 ήταν περιστατικά ταραχών (12 θάνατοι), 1 ήταν περιστατικό έκρηξης χωρίς καμία ανθρώπινη απώλεια και 16 περιστατικά καταγράφηκαν ως διαμαρτυρίες χωρίς καμία ανθρώπινη απώλεια.[6] Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις που έλαβαν χώρα το έτος 2022, ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Anambra ανέρχετο σε 5.953.500 κατοίκους.[7]
Εκ των ανωτέρω πληροφοριών καθίσταται σαφές ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (201 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι στην πολιτεία Anambra επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων στα πλαίσια οιασδήποτε εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης. Συνεπώς, δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για κάποιον πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά από συνθήκες οι οποίες εμπίπτουν στις πρόνοιες του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ στην πολιτεία Anambra.
To ανωτέρω συμπέρασμα ενισχύεται και από το γεγονός ότι με βάσει το συγκριτικό χάρτη που αναφέρεται στο Σημείωμα Καθοδήγησης της EUAA για τη Νιγηρία το 2021, η πολιτεία Anambra εντάσσεται στις πολιτείες επί τις οποίες ένας άμαχος δεν αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο να επηρεαστεί κατά τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[8], εν προκειμένω του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Κατά συνέπεια, η πολιτεία Anambra της Νιγηρίας, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, δεν φαίνεται να πλήττεται από συγκρούσεις και περιστατικά βίας τα οποία πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε νομολογιακά στις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ[9]. Πέραν τούτου, λαμβάνοντας υπόψιν και το προσωπικό προφίλ του αιτητή, διαπιστώνω ότι απουσιάζουν ιδιαίτερες επιβαρυντικές περιστάσεις, δεδομένου ότι ο αιτητής συνιστά ενήλικα, υγιή, αρτιμελή άνδρα, διαθέτον υψηλό μορφωτικό επίπεδο και οικογενειακό υποστηρικτικό περιβάλλον στην χώρα καταγωγής του, ήτοι τη γιαγιά και την προγιαγιά του. Συμπερασματικά, δεν κρίνω ότι ανακύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πολιτεία Anambra.
Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο δίωξης ή σοβαρής βλάβης και ορθώς η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.
Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 145/2025, δυνάμει της οποίας η Νιγηρία περιλαμβάνεται στον κατάλογο των χωρών με τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας. Ο αιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).
Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] BBC (January 2023), “Biafra quest fuels Nigeria conflict: Too scared to marry and bury bodies”, https://www.bbc.com/news/world-africa-64110852?at_medium=RSS&at_campaign=KARANGA (Ημερομηνία Πρόσβασης 01/04/2025)
[2] European Union Agency for Asylum (2021), “Country guidance: Nigeria”, https://euaa.europa.eu/publications/country-guidance-nigeria , σελ.54 (Ημερομηνία Πρόσβασης 01/04/2025)
[3]Encyclopaedia Britannica, ‘Biafra, secessionist state, Nigeria’, https://www.britannica.com/place/Biafra (Ημερομηνία Πρόσβασης 01/04/2025)
[4] Indigenous People of Biafra, About us: IPOB Stories, https://www.ipob.org/about-us (Ημερομηνία Πρόσβασης 01/04/2025)
[5] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, Τελευταία Ενημέρωση: 02.03.2023 https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria [Ημερομηνία Πρόσβασης: 30/06/2025]
[6] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests DATE RANGE: 22/06/2024 - 20/06/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Anambra) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 30/06/2025]
[7] City Population, Africa: Nigeria: Anambra State, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA004__anambra/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 30/06/2025]
[8] EUAA, Country Guidance, Nigeria, 2021, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf, σελ. 31, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31/03/2025]
[9] ΔΕΕ, C-465/07, Meki Elgafali και Noor Elgafali κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/2/2009, διαθέσιμη σε
https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/HTML/?uri=CELEX:62007CJ0465&from=EN και ΔΕΕ, C-285/12, Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ,ημερομηνίας 30/01/2014, διαθέσιμη σε https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=EE88B568A1B6F9256073AA14860957BE?text=&docid=147061&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=2520886 (Ημερομηνία Πρόσβασης 01/04/2025).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο