
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: ΝΑ 119/24
19 Ιουνίου, 2025
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν.165(Ι)/2002)
Ρ.Ι.Ο.
Αιτήτρια
Η Αιτήτρια εμφανίζεται προσωπικά
Α. Αναστασιάδη (κα) για Κ. Μιχαηλίδη (κα), για Γενικό Εισαγγελέα
[Παρούσα η κα Ζωή Αγαπίου, για πιστή μετάφραση από Ελληνικά σε Αγγλικά και αντίστροφα]
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Η Αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα αίτηση για παροχή προς αυτόν δωρεάν νομικής αρωγής έτσι ώστε να της δοθεί η δυνατότητα να διορίσει δικηγόρο, προκειμένου να προωθήσει προσφυγή κατά της νομιμότητας της απόφασης η οποία της κοινοποιήθηκε στις 21/05/24, σύμφωνα με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για διεθνή προστασία.
Σύμφωνα με τα γεγονότα που παρατίθενται στο Σημείωμα που έχει καταχωρηθεί εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα και υποστηρίζεται από σχετικά Παραρτήματα, η Αιτήτρια είναι υπήκοος του Καμερούν και συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας την 01/11/2021, αφού εισήλθε παρατύπως στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές.
Στις 14/02/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας και στις 29/04/2024 ετοιμάστηκε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, αναφορικά με την απόρριψη του αιτήματος της Αιτήτριας. Η εν λόγω Έκθεση - Εισήγηση εγκρίθηκε στις 30/04/2024.
Στις 21/05/2024, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την Έκθεση- Εισήγηση, η οποία παραδόθηκε στην Αιτήτρια αυθημερόν.
Στις 18/06/2024, η Αιτήτρια καταχώρησε αίτηση ακυρώσεως κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερ. 30/04/2024 καθώς και την υπό κρίση αίτηση για παραχώρηση δωρεάν νομικής αρωγής.
Η εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα ανέφερε μέσω του γραπτού της σημειώματος ότι δεν πληρείται η προϋπόθεση ύπαρξης πιθανότητας πραγματικής επιτυχίας της προσφυγής σύμφωνα με την παράγραφο (ββ) του εδαφίου 2 του άρθρου 6Β του Νόμου 165(Ι)/2002, και ως εκ τούτου η παρούσα αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002 ως τροποποιήθηκε, δωρεάν νομική αρωγή παρέχεται στις διαδικασίες που αναφέρονται στα άρθρα 4-6γ του Νόμου. Η κρίσιμη διάταξη του Νόμου Περί Νομικής Αρωγής είναι το άρθρο 6Β, εδάφιο 2, παράγραφος (α) το οποίο προβλέπει τα ακόλουθα:
«(6Β)(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -
(α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊστάμενου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, (.)»
Tο ανωτέρω άρθρο, ωστόσο, προβλέπει τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
1. Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
2. Κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας.
Νοείται ότι σε αυτή την περίπτωση, η διάταξη που αφορά στις πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας εφαρμόζεται χωρίς να περιορίζεται αυθαίρετα η παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.
Το Δικαστήριο έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια να αποφασίσει κατά πόσο η προσφυγή της Αιτήτριας έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Τούτο χωρίς να αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής που έχει καταχωρήσει η Αιτήτρια. Τονίζεται πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης δεν επηρεάζει την τελική απόφαση επί της προσφυγής.
Έχω μελετήσει προσεκτικά την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου και την εισηγητική έκθεση που ετοιμάστηκε από τον αρμόδιο λειτουργό και λαμβάνω επίσης υπόψιν μου τα όσα η ίδια η Αιτήτρια ανέφερε κατά την διάρκεια της παρούσας διαδικασίας ενώπιον Δικαστηρίου.
Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια στην αίτησή της για διεθνή προστασία κατέγραψε ότι είχε συλληφθεί από τον κυβερνητικό στρατό ή την αστυνομία («government military or police») ενόψει του ότι παρείχε περίθαλψη και φρόντισε κάποιο πρόσωπο ως νοσοκόμα. Η ζωή της είχε τεθεί σε κίνδυνο και είχε κακοποιηθεί σεξουαλικά.
Κατά το στάδιο της συνέντευξής της, ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Muyuka που συνιστά και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της. Είναι Χριστιανή στο θρήσκευμα και η μητρική της γλώσσα είναι η αγγλική.
Ως προς την οικογενειακή της κατάσταση, η Αιτήτρια δήλωσε ότι έχει μία ανήλικη κόρη που ζει στην Buea στο Καμερούν, μαζί με κάποιο φιλικό της πρόσωπο, ο πατέρας της οποίας είχε σκοτωθεί από τους Ambazonians το 2020. Διατηρεί συχνή επαφή με την κόρη της, η οποία φοιτά σε σχολείο στο Καμερούν και την στηρίζει οικονομικά ο αδελφός της Αιτήτριας. Έχει επίσης και έναν ανήλικο υιό, τον οποίο απέκτησε με ομοεθνή της στην Κυπριακή Δημοκρατία και η αίτηση ασύλου του οποίου έχει απορριφθεί. Ο πατέρας της Αιτήτριας έχει αποβιώσει, η μητέρα της ζει στην πόλη Muyuka και έχει επίσης και δύο αδελφούς εν ζωή, με τους οποίους διατηρεί επαφή. Είχε επίσης ακόμη έναν αδελφό, ο οποίος σκοτώθηκε από τον στρατό του 2021.
Τον Ιούνιο του 2016 απέκτησε δίπλωμα από σχολή που βρίσκεται στην πόλη Mamfe στη χώρα καταγωγής της με ειδίκευση ως προσωπικό υγείας («diploma for health personnel») και εργαζόταν για περίοδο δύο ετών (ήτοι 2020-2021) σε νοσοκομείο που βρίσκεται στην πόλη Muyuka.
Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια, κατά την ελεύθερη αφήγησή της, δήλωσε ότι στις 26/04/2021 ενόσω εργαζόταν στο νοσοκομείο παριέθαλψε κάποιο πρόσωπο που είχε τραυματιστεί κατά την ανταλλαγή πυρών ανάμεσα στους Ambazonians και την αστυνομία. Κατά την επιστροφή της στο σπίτι, την είχαν σταματήσει στο δρόμο πέντε στρατιωτικοί, και αφού την ρώτησαν σχετικά τους επιβεβαίωσε ότι αυτή ήταν που φρόντισε τον τραυματία. Την ίδια ημέρα, στις 23/04/2021, η Αιτήτρια συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση από την αστυνομία για το λόγο ότι παρείχε φροντίδα σε πρόσωπο που ανήκε στους Ambazonians και στις 02/05/2021 αφέθηκε ελεύθερη με τη βοήθεια κάποιου δικηγόρου που είχε διορίσει η μητέρα της και μετά το εν λόγω περιστατικό, είχε χάσει και την εργασία της. Επιπρόσθετα, στις 04/07/2021 στρατιωτικοί επισκέφθηκαν την οικία της αναζητώντας τον μεγαλύτερο αδελφό της και ενόψει της δήλωσή της ότι δεν γνωρίζει που βρίσκεται, η Αιτήτρια συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση προκειμένου να παρουσιαστεί ο μεγαλύτερος αδελφός της. Κατόπιν επέμβασης του δικηγόρου της, που τους είχε υποσχεθεί ότι θα βοηθήσει να εντοπίσουν τον αδελφό της Αιτήτριας, η τελευταία αφέθηκε ελεύθερη στις 15/08/2021. Δύο ημέρες αργότερα, στις 17/08/2021, η Αιτήτρια βρήκε μπροστά από την οικία της μία τσάντα στην οποία, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, βρισκόταν το πτώμα του αδελφού της. Όταν ο δικηγόρος της, ενημέρωσε σχετικά την αστυνομία, του ανέφεραν ότι σε περίπτωση που δεν εμφανιστεί ζωντανός ο αδελφός της, θα προβούν στη σύλληψη της Αιτήτριας. Ως εκ τούτου, η δικηγόρος της Αιτήτριας την συμβούλευσε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της.
Ερωτηθείσα ποιες θα είναι οι συνέπειες σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, δήλωσε ότι θα φυλακιστεί γιατί παρείχε φροντίδα σε πρόσωπο που ανήκει στους «Aba» και επειδή ο αδελφός της συνιστούμε μέλος αυτών, με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι και η ίδια συνεργάζεται με αυτούς. Από τότε που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, επιβεβαίωσε ότι δεν έχει συμβεί οτιδήποτε. Δεν θεωρεί ότι θα μπορούσε να ζήσει με ασφάλεια σε κάποια άλλη περιοχή, για το λόγο ότι καταζητείται από την αστυνομία στη χώρα καταγωγής της.
Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου διαχώρισε και αξιολόγησε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς της Αιτήτριας:
1) Ταυτότητα, προσωπικά στοιχεία, χώρα καταγωγής και περιοχή διαμονής της Αιτήτριας προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της.
Έγινε αποδεκτός, καθώς η Αιτήτρια κρίθηκε ικανοποιητικά αξιόπιστη ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της.
2) Ισχυριζόμενη αναζήτηση της Αιτήτριας από το στρατό εξαιτίας της ενασχόλησής της με τον τομέα υγείας.
Ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε λόγω μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής της αξιοπιστίας, καθώς διαπιστώθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε ζητήματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός της και υπέπεσε και σε αντιφάσεις.
Ειδικότερα, εντοπίστηκαν αντιφατικές αναφορές στα λεγόμενά της σε σχέση με το πότε έλαβε χώρα το περιστατικό στο νοσοκομείο, καθώς αρχικά ανέφερε ότι αυτό έλαβε χώρα στις 26/04/2021, ενώ μετέπειτα δήλωσε ότι αυτό έλαβε χώρα στις 23/04/2021.
Όσον αφορά το εν λόγω περιστατικό, διαπιστώθηκε ότι απέτυχε να παραθέσει επαρκείς πληροφορίες και επιπρόσθετα ισχυρίστηκε αφενός ότι δεν είχε ζητήσει τα στοιχεία των προσώπων που είχαν επισκεφθεί το νοσοκομείο γιατί δεν δικαιούτο να προβεί σε κάτι τέτοιο, αλλά αφετέρου την ίδια στιγμή γνώριζε ότι ανήκαν στους Ambazonians γιατί οπλοφορούσαν και δεν φορούσαν στολή. Επιπρόσθετα, ενώ ισχυρίστηκε ότι στοχοποιήθηκε γιατί περιέθαλψε και παρείχε φροντίδα σε μέλος των Ambazonians, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πως περιήλθε εις γνώση του στρατού η εν λόγω πληροφορία.
Επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε έλλειψη ευλογοφάνειας στα λεγόμενά της για το λόγο ότι ενώ ανέφερε ότι συνάδελφοί της που είχαν εμπλοκή σε παρόμοιο περιστατικό είχαν συλληφθεί και εντέλει πέθαναν στη φυλακή, σε διευκρινιστική ερώτηση πως γνώριζε κάτι τέτοιο, δήλωσε ότι ήταν από πληροφορίες που είχε ακούσει. Ως προς το σημείο αυτό, σημειώθηκε ότι ευλόγως αναμενόταν από την ίδια να γνωρίζει προσωπικά για το τι είχε λάβει χώρα στο χώρο εργασίας της.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ενόψει του ότι όσα ανέφερε η Αιτήτρια αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός της, ο αρμόδιος λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την περαιτέρω ανάλυση σε εξωτερικές πηγές και ως εκ τούτου εισηγήθηκε την απόρριψη του ισχυρισμού.
Η Αιτήτρια κατά την ακρόαση της παρούσας αίτησης σε ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν από το Δικαστήριο δήλωσε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της γιατί αναζητείτο και αναφερόμενη στο περιστατικό που έλαβε χώρα στο νοσοκομείο που εργαζόταν, δήλωσε ότι κατά την επιστροφή της στο σπίτι της, την πλησίασε η αστυνομία ρωτώντας την αν ήταν αυτή που περιέθαλψε τον τραυματία που επισκέφθηκε το νοσοκομείο που εργαζόταν και αφού τους το επιβεβαίωσε, την συνέλαβαν και την μετέφεραν στον αστυνομικό σταθμό. Αφότου διορίστηκε δικηγόρος και ενόψει του ότι δεν υπήρχε ένταλμα σύλληψης εναντίον της, αφέθηκε ελεύθερη με εγγύηση. Δύο εβδομάδες αργότερα, την επισκέφθηκαν κατηγορώντας την ότι συνεργάζεται με τους αποσχιστές και την συνέλαβαν εκ νέου, έστω και εάν η ίδια αρνήθηκε την εν λόγω κατηγορία αναφέροντας ότι φρόντισε στα πλαίσια των καθηκόντων της κάποιο πρόσωπο που αιμορραγούσε.
Η ίδια θεωρεί ότι κινδυνεύει σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, καθώς οι φωτογραφίες της είχαν αναρτηθεί παντού γιατί συνεργαζόταν με τους αποσχιστές. Ως δήλωσε, λειτουργοί υγείας που εργάζονται σε κρατικά νοσοκομεία κινδυνεύουν σε περίπτωση που παρείχαν φροντίδα σε μέλος των Ambazonians και αναφερόμενη στο περιστατικό που βίωσε, ανέφερε ότι δεν μπορούσε να αρνηθεί να περιθάλψει τον τραυματία γιατί μετέβησαν στο νοσοκομείο οπλοφορώντας, ως η πρακτική που ακολουθούν άλλωστε οι Ambazonians γιατί γνωρίζουν ότι δεν επιτρέπει η κυβέρνηση σε νοσοκόμες να παρέχουν φροντίδα σε μέλη τους.
Επιπρόσθετα, κληθείσα να σχολιάσει την αντιφατική της δήλωση ότι ουδέποτε συνελήφθη στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι είχε ήδη δηλώσει ότι συνελήφθη τρεις φορές. Η τρίτη φορά που συνελήφθη, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, ήταν όταν την επισκέφθηκαν αναζητώντας τον αδελφό της και ρωτώντας την κατά πόσον συνεργαζόταν με τους αποσχιστές. Ενόψει του ότι οι φωτογραφίες της είχαν αναρτηθεί παντού ως καταζητούμενο πρόσωπο και σύμφωνα με τα λεγόμενα του δικηγόρου της η ζωή της βρισκόταν σε κίνδυνο, με τη βοήθεια του τελευταίου, εγκατέλειψε τη χώρα της, οποίος ετοίμασε άλλωστε και τα σχετικά έγγραφα για το ταξίδι της.
Οι Καθ' ων η Αίτηση επανέλαβαν ότι δεν υπάρχουν πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής της Αιτήτριας, αναφέροντας επιπρόσθετα ότι στη συνέντευξή της η τελευταία επικαλέστηκε ότι διώκεται από τον στρατό και όχι από την αστυνομία. Επιπρόσθετα, σε ειδική ερώτηση που της υποβλήθηκε απάντησε ότι δεν είχε συλληφθεί αλλά ούτε είχε τεθεί υπό κράτηση στη χώρα καταγωγής της, και ότι οι αρχές της χώρας της θα της επιτρέψουν να επιστρέψει σε αυτή, ενώ παρά τους ισχυρισμούς της περί φόβου δίωξης της, προκύπτει ότι χρησιμοποιώντας το διαβατήριο της, εγκατέλειψε τη χώρα της χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα.
Έχοντας εξετάσει τα πιο πάνω, επισημαίνω ότι πράγματι η Αιτήτρια εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής της, ως προκύπτει άλλωστε και από την σχετική σφραγίδα που εντοπίζεται στο αντίγραφο του διαβατηρίου της, έστω και εάν όπως ισχυρίζεται αναζητείτο από τις αρχές της χώρας της.
Στα αρχικά στάδια της συνέντευξής της δήλωσε ότι ζούσε μόνη της στην πόλη Muyuka, ωστόσο σε μετέπειτα στάδιο αναφέρει ότι όταν την επισκέφθηκαν στρατιωτικοί στην οικία της αναζητώντας τον αδελφό της, βρισκόταν στο σπίτι μαζί με την μητέρα της. Όταν κλήθηκε να σχολιάσει την προηγούμενη αντιφατική της δήλωση, ανέφερε ότι όταν έλαβε χώρα το εν λόγω περιστατικό είχε μετακομίσει και ζούσε μαζί με την μητέρα της.
Σε σχετική ερώτηση που της υποβλήθηκε η Αιτήτρια δήλωσε ότι ουδέποτε συνελήφθη ή φυλακίστηκε στη χώρα καταγωγής της. Ωστόσο στα επόμενα στάδια της συνέντευξής της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση δύο φορές σε σχέση με το περιστατικό που έλαβε χώρα στο νοσοκομείο αλλά και για το περιστατικό που έλαβε χώρα στην οικία της όταν αναζητείτο από τον στρατό ο αδελφός της αντίστοιχα. Πλην όμως, κατά την επ’ ακροατηρίω διαδικασία, η Αιτήτρια αναφέρθηκε και σε τρίτο περιστατικό σύλληψής της.
Επιπρόσθετα, από τα λεγόμενα της Αιτήτριας δεν είναι ξεκάθαρο με ποια από τις αρχές αντιμετώπιζε προβλήματα, καθώς σε ορισμένα σημεία αναφέρεται σε στρατιωτικούς και σε άλλα σημεία σε αστυνομία. Ειδικότερα, ενώ στην ελεύθερη αφήγησή της αναφέρει αρχικά ότι ενόσω επέστρεφε στο σπίτι της, την είχαν σταματήσει πέντε στρατιωτικοί, αναφερόμενη στο ίδιο συμβάν, δήλωσε αμέσως μετά ότι η αστυνομία την είχε σταματήσει και προέβη στη σύλληψή της. Κατά το στάδιο ακρόασης της παρούσας, η Αιτήτρια ανέφερε ότι την ημέρα που επέστρεφε στο σπίτι της μετά το περιστατικό στο νοσοκομείο, μέλη της αστυνομίας την είχαν πλησιάσει και την μετέφεραν στον αστυνομικό σταθμό. Επιπρόσθετα, ακόμα και σε σχέση με το περιστατικό της επίσκεψης στην οικία της, αναφέρει μεν στην ελεύθερη αφήγησή της ότι στρατιωτικοί μετέβησαν σε αυτήν, πλην αμέσως μετά αναφέρει ότι ο δικηγόρος της ενημέρωσε την αστυνομία αναφορικά με το θάνατο του αδελφού της, που του είχαν αναφέρει ότι θα προβούν στη σύλληψή της εάν δεν εμφανιστεί ζωντανός ο αδελφός της. Άλλωστε, επισημαίνεται ότι κατόπιν σχετικής διευκρινιστικής ερώτησης, η Αιτήτρια επιβεβαίωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα της γιατί αναζητείται από τον στρατό, ενώ στο τελευταίο στάδιο της συνέντευξής της δήλωσε ότι δεν θεωρεί ότι θα μπορούσε να ζήσει με ασφάλεια σε κάποια άλλη περιοχή στη χώρα καταγωγής της γιατί καταζητείται από την αστυνομία.
Ενώ στο αρχικό στάδιο της συνέντευξής της επιβεβαίωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της γιατί είχε φροντίσει στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων της τραυματία που συνιστούσε μέλος των Ambazonians/Αba και ενώ από τα λεγόμενα της κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της προκύπτει πως η σύλληψή της για το εν λόγω περιστατικό αλλά και μετέπειτα για την κατ’ ισχυρισμόν εμπλοκή του αδελφού της στους Ambazonians δεν φαίνεται να παρουσιάζουν κάποια σύνδεση μεταξύ τους, ως επιβεβαίωσε άλλωστε και η ίδια, στο τέλος της συνέντευξής της αναφέρει ότι πιστεύει ότι θα συλληφθεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα της λόγω του ότι παρείχε φροντίδα σε μέλος των Ambazonians και επειδή ο αδελφός της ήταν μέλος αυτών, με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι συνεργάζεται με τους Ambazonians.
Επιπρόσθετα, η πληροφορία ότι αναρτήθηκαν φωτογραφίες προς αναζήτησή της, τέθηκε για πρώτη φορά κατά την ακρόαση της αίτησης και όχι κατά τη συνέντευξη της.
Για τους λόγους αυτούς και έχοντας υπόψη ότι βάσει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, ο αιτητής έχει το βάρος να καταδείξει ότι έχει πραγματικές πιθανότητες να εκδοθεί δικαστική απόφαση υπέρ του και χωρίς να αποφασίζεται οριστικά το αποτέλεσμα της προσφυγής που έχει καταχωρήσει (Tarrago Durgo Man v Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 278/09, ημερ. 15/7/09, Nacira Baghour and Maged Ahmad Odeh, Υπόθ. Αρ. 10/12, ημερ. 28/3/12), κρίνω στη βάση των ενώπιον μου στοιχείων πως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφυγή που καταχώρησε η Αιτήτρια έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας αφού εκ πρώτης όψεως επιβεβαιώνονται οι αντιφατικές της αναφορές οι οποίες οδήγησαν τον λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου να την κρίνει αναξιόπιστη, συμπέρασμα το οποίο αποτέλεσε και τη βάση για αξιολόγηση του αιτήματος της. Ως εκ τούτου η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα. Επαναλαμβάνω ότι η Αιτήτρια έχει το δικαίωμα, αν επιθυμεί, να προωθήσει την προσφυγή που ήδη έχει καταχωρήσει με δικά του έξοδα.
Τα έξοδα των μεταφραστών καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο