E.B.N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1240/2024, 11/6/2025
print
Τίτλος:
E.B.N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1240/2024, 11/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 1240/2024

 

11 Ιουνίου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

E.B.N. (Αρ. Διαβατηρίου ΑΑ1xxxxx/Αρ. Αλλοδαπού: 581xxxxxx) από το Καμερούν και τώρα στην οδό xxx xxx xxx, xxx, Πάφος

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                               Καθ' ων η Αίτηση

 

Ραφαήλ Χρυσάνθου (κος) για Γιαβάση Χριστόφη ΔΕΠΕ,  Δικηγόρος για τον Αιτητή

Θεοχαρία Παπανικολάου(κα) Α. Αναστασιαδη (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση

Ο Αιτητής είναι παρών.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο Αιτητής αιτείται δήλωσης  του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 29/02/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 14/03/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000  και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος.

 

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

O Αιτητής έχει την ιθαγένεια του Καμερούν. Ο Αιτητής συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 09/05/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις Ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας Περιοχές. Στις 11/05/2022 ο Αιτητής παρέλαβε τη Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας από το ΚΕΠΥ Πουρνάρα. Στις 07/02/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της E.U.A.A. Στις 22/02/2024, αρμόδιος λειτουργός της E.U.A.A. ετοίμασε Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σε σχέση με τη συνέντευξη του Αιτητή. Στις 29/02/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος αρμόδιος Λειτουργός να εκτελεί τα καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή και την επιστροφή του στο Καμερούν, δυνάμει των σχετικών άρθρων του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Στις 14/03/2024 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν. Ακολούθως στις 10/04/2024, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ).

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Δια της συνηγόρου του και της αίτησης ακυρώσεως, ο Αιτητής, πρόβαλε πλείονες συνολικά νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα.

Κατά τις Διευκρινίσεις (04.02.2025) προωθήθηκε ως λόγος ακύρωσης μόνον η έλλειψη επαρκούς και/ή δέουσας έρευνας .

Τα σημεία τα οποία εγείρει ο συνήγορος του Αιτητή στην ΓΑΑ και παρουσιάζουν έναν ελάχιστο βαθμό εξειδίκευσης στα περιστατικά της υπό κρίση υπόθεσης και δεν δικογραφούνται  είναι τα εξής:

  • Έχει γίνει αποδεκτό ότι είναι σύνηθες φαινόμενο στην χώρα του Αιτητή, αλλά και συγκεκριμένα στην πόλη στην οποία διαμένει, ότι η άσκηση μαγείας έναντι άλλου προσώπου τιμωρείται ποινικά. Επομένως στην χώρα του αιτητή είναι μια πρακτική η οποία κατά τεκμήριο ασκείται. Ο αιτητής επηρεάστηκε από την άσκηση μαγείας εναντίον του και αυτός ήταν ένας λόγος για τον οποίο αναγκάστηκε να φύγει από την χώρα του.
  • Επιπλέον έχει γίνει αποδεκτό ότι στο Καμερούν υπάρχουν συνεχείς διαφωνίες που αφορούν την ιδιοκτησία γης. Ο αιτητής έχει γίνει στόχος των θείων του λόγω της περιουσίας την οποία του κληροδότησε ο πατέρας του. Ειδικότερα στις χώρες της Αφρικής, όπου τα επίπεδα ανέχειας είναι σε ψηλό επίπεδο, είναι σύνηθες φαινόμενο να προσπαθεί κάποιος να εξέλθει της ανέχειας αυτής με το να πάρει δια της βίας περιουσίες, έτσι ώστε να τις εκμεταλλευτεί. Τέλος, είναι παραδεκτό γεγονός ότι υπάρχουν συγκρούσεις ενόπλων στην πόλη Yaoundé στην οποία διέμενε ο Αιτητής, οι οποίες αφορούν συγκρούσεις σχετικά με ακίνητη ιδιοκτησία. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει ποιος βρίσκεται πίσω από τις επιθέσεις τις οποίες υπέστη ο Αιτητής από τους θείους του και αν κάποιος άλλος βρίσκεται πίσω από τους θείους του ή αν αυτοί ενεργούν αυτόβουλα.
  • Οι καθ΄ ων η αίτηση περιορισμένα εξέτασαν τους ισχυρισμούς του Αιτητή κάνοντας σε αυτόν συγκεκριμένες ερωτήσεις, κατευθύνοντας τη συνέντευξη εκεί που ήθελαν χωρίς να καλύψουν το ευρύ φάσμα των ερωτήσεων που προβλεπόταν και χωρίς να κάνουν οποιαδήποτε πραγματική και ουσιώδη έρευνα.
  • Ο Αιτητής υπέδειξε και τραυματισμούς στα χέρια του από την επίθεση την οποία δέχτηκε, το οποίο όμως δεν αναφέρεται στην έκθεση του εξεταστή. Περαιτέρω, ο Αιτητής ήταν πρόθυμος να αναφέρει περισσότερες λεπτομέρειες αν αυτές του ζητούνταν.
  • Σε πολλά σημεία της συνέντευξης, ο Αιτητής διεκόπη από τον εξεταστή με την αναφορά ότι αυτά που αναφέρει 'δεν είναι σχετικά’ με αποτέλεσμα να προσπαθεί ο Αιτητής να είναι όσο πιο σύντομος και περιεκτικός είναι δυνατόν.
  • Ο Αιτητής ανέφερε ότι είχε στην κατοχή του βιντεοσκοπημένο υλικό από διάφορες συναντήσεις της οικογένειας του, όπου φαινόταν και αναφερόταν ο κίνδυνος για την ζωή του από τα άνω συγγενικά του πρόσωπα, και τα οποία ο εξεταστής του είπε ότι δεν χρειάζεται να του τα δείξει.
  • Ο Αιτητής επίσης ανέφερε ότι υπήρχαν ιατρικές εξετάσεις μετά την απαγωγή του καθότι κατά την απαγωγή του χτύπησε στο κεφάλι και στα χέρια. Τα στοιχεία αυτά  βρίσκονται στην χώρα του, αλλά υπάρχουν. Το μικρό δάκτυλο του Αιτητή στο ένα το χέρι, ακόμη και σήμερα δεν έχει πλήρη λειτουργία. Ο Αιτητής ανέφερε αυτό στην συνέντευξη του αλλά ούτε και αυτό αναφέρεται στην έκθεση και συνεπώς δεν λήφθηκε υπόψιν και ούτε έγιναν περαιτέρω διευκρινιστικές ερωτήσεις.

Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση αντιτείνει με τη δική της γραπτή αγόρευση ότι, οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο Αιτητής προκειμένου να στηρίξει το επίδικο αίτημα του ήταν γενικοί και αόριστοι, χωρίς καμιά απολύτως εξειδίκευση, ενώ δεν μπόρεσε να καταδείξει οποιοδήποτε φορέα δίωξης στη χώρα του. Είναι η θέση των Καθ' ων η Αίτηση ότι κανένας από τους ισχυρισμούς του Αιτητή δεν ευσταθεί, και οι Καθ' ων η Αίτηση ενήργησαν καλόπιστα κάτω από τις συγκεκριμένες περιστάσεις της παρούσας, και σύμφωνα πάντα με το Νόμο και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου. Παράλληλα, αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltdv. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.

Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).

Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα  προσφυγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο του Αιτητή:

Κατά την καταγραφή:

Ο Αιτητής δήλωσε ότι έχει την ιθαγένεια του Cameroon και γεννήθηκε στην Yaoundé. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι χριστιανός. Ως προς το ταξίδι του δήλωσε ότι εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των Μη Ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία Περιοχών στις 08/04/2022. Η μητρική του γλώσσα είναι τα γαλλικά.

Ως προς το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι μετά το θάνατο του πατέρα του άρχισε να δέχεται απειλές θανάτου, καθώς επίσης μυστικιστικές (mystical) και σωματικές επιθέσεις από μέλη της πατρικής του οικογένειας. Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε τους τελευταίους μήνες, ενώ επίσης απήχθη. Όταν αφέθηκε ελεύθερος η μητέρα του, οι αδερφές του και ο ίδιος αποφάσισαν ότι έπρεπε να φύγει από τη χώρα προκειμένου να γλιτώσει (μετάφραση στα ερυθρά 15-13 δ.φ.).

Κατά την πρωτοβάθμια συνέντευξη ,ως προς την εθνοτική του καταγωγή, δήλωσε ότι είναι Bamileke (ερυθρό 42 δ.φ.).

Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2014. Ακολούθως σπούδασε κτηνίατρος σε μια τεχνική σχολή στην Marwa στην Far North Περιοχή του Καμερούν, απ’ όπου αποφοίτησε τον Αύγουστο του 2015. Στη συνέχεια ξεκίνησε σπουδές στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου της Yaoundé, ωστόσο δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τις σπουδές του (ερυθρό 41 δ.φ.).

Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι o πατέρας του αποβίωσε τον Μάιο του 2021. Η μητέρα του και οι 7 αδερφές του διαμένουν στο Καμερούν. Έχει μία κόρη 13 μηνών, η οποία βρίσκεται στο Καμερούν με την μητέρα της (ερυθρό 41 δ.φ.).

Ως προς το επαγγελματικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι εργαζόταν ως βοηθός κτηνιάτρου στην Yaoundé, από το 2016 έως το 2022 (ερυθρό 40 δ.φ.).

Ως προς τον τόπο καταγωγής του, δήλωσε ότι μεγάλωσε και ζούσε όλη του τη ζωή στην Yaoundé πλην των δύο ετών (2013-2015) που έζησε στην Marwa (περιοχή Far North) (ερυθρό 40 δ.φ.).

Ως προς το ταξίδι του, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 28/03/2022 και εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 08/04/2022 (ερυθρό 39 δ.φ.).

Ερωτηθείς για ποιο λόγο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεχόταν απειλές κατά της ζωής του από μέλη της πατρικής του οικογένειας, και συγκεκριμένα από τρία πρόσωπα – δύο άνδρες και μία γυναίκα – αδέλφια του πατέρα του. Όπως ανέφερε, παλαιότερα ήταν επτά αδέλφια, ενώ τώρα ζουν οι τρεις, οι οποίοι κατοικούν μεταξύ Bazou, Yaoundé και Lum. Ο πατέρας του ήταν επιχειρηματίας και είχε εμπιστοσύνη στους αδελφούς του. Ωστόσο, όταν ο πατέρας του αρρώστησε το 2018, οι θείοι του ξεκίνησαν, σύμφωνα με τον Αιτητή, να επιδεικνύουν εχθρική συμπεριφορά.

Ο Αιτητής διευκρίνισε ότι τότε ήταν ακόμη νέος και εργαζόταν, οπότε δεν έδινε ιδιαίτερη προσοχή στην κατάσταση του πατέρα του. Όταν ο πατέρας του εισήχθη στο νοσοκομείο την 1η Απριλίου (ενν. 2021), ο Αιτητής απευθύνθηκε στους θείους του για οικονομική υποστήριξη, καθώς εκείνοι συμμετείχαν στη δουλειά του πατέρα του. Μετά τον θάνατο του πατέρα του στις 2 Μαΐου (ενν. 2021), οι εντάσεις κορυφώθηκαν. Ο Αιτητής δήλωσε ότι, σύμφωνα με την παράδοση, όταν πεθαίνει ο πατέρας, ο γιος γίνεται υπεύθυνος της οικογένειας. Οι θείοι του άρχισαν να τον μισούν και να τον παρενοχλούν. Ειδικότερα, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του είχε στην ιδιοκτησία του 11 αγροτεμάχια και μετά το θάνατο του, ο Αιτητής προσπάθησε να χρησιμοποιήσει ένα από αυτά προκειμένου να ξεκινήσει να χτίσει ένα ίδρυμα (foundation). Οι συγγενείς του ωστόσο κατέστρεψαν ό,τι είχε ξεκινήσει εκεί. Ακολούθως, στις 20 Μαΐου, όταν πήγε για να κατασκευάσει τον τάφο του πατέρα του στο σημείο των αγροτεμαχίων που ο ίδιος ο πατέρας του του είχε υποδείξει, οι συγγενείς του απέτρεψαν την ταφή εκεί απειλώντας μάλιστα τον Αιτητή, ότι αν συνεχίσει, θα τον αποτελειώσουν. Περαιτέρω, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατά την περίοδο των τελετών της κηδείας, από 27 έως 29 Μαΐου (ενν. 2021), δηλητηριάστηκε, γεγονός που αποτέλεσε την αφετηρία σοβαρών προβλημάτων υγείας. Από τότε άρχισε να έχει εφιάλτες και να βλέπει στον ύπνο του ότι τρέχει. Ανέφερε πως όταν κοιμόταν στο πατρικό του σπίτι, είχε κατ’ επανάληψη τέτοια όνειρα.

Τέλος, ο Αιτητής επεσήμανε ότι κάθε Νοέμβριο λαμβάνει χώρα μια οικογενειακή συνάντηση προκειμένου να επιλυθούν διάφορα ζητήματα που ανακύπτουν. Η συνάντηση διήρκεσε μέχρι τις 2 π.μ., ωστόσο ο Αιτητής αποχώρησε προτού ολοκληρωθεί. Όπως περιέγραψε, τον απήγαγαν δύο άνδρες, οι οποίοι επέβαιναν σε μοτοσικλέτες και τον μετέφεραν σε μια θαμνώδη περιοχή του χωριού. Ο ένας εκ των δραστών, σύμφωνα με τον Αιτητή, τον αναγνώρισε επειδή στο παρελθόν του είχε δώσει συμβουλές για τα ζώα του. Τότε οι δύο άνδρες του αποκάλυψαν ότι η απαγωγή είχε σχεδιαστεί από το θείο και τη θεία του και τον άφησαν στην άκρη ενός δρόμου. Το πρωί η μητέρα του τον μετέφερε σε κλινική. Εξαιτίας της σοβαρότητας της κατάστασης, ο ίδιος και οι αδερφές του θεώρησαν πως η παραμονή του στη χώρα εγκυμονεί σοβαρό κίνδυνο και αποφασίστηκε ότι θα ήταν καλύτερο να εγκαταλείψει το Καμερούν (ερυθρό 38 δ.φ.).Κατόπιν ερωτήσεων, ο Αιτητής διευκρίνισε ότι η σύγκρουση με τους συγγενείς του ξεκίνησε όταν έδειξε ενδιαφέρον για τα περιουσιακά στοιχεία του πατέρα του. Δήλωσε ότι εκείνοι δεν επιθυμούσαν να ασχοληθεί με τα περιουσιακά στοιχεία και γι’ αυτό τον επιτέθηκαν με πνευματικά μέσα, τον δηλητηρίασαν και τον απήγαγαν. Ερωτηθείς αν ο λόγος της σύγκρουσης ήταν η διεκδίκηση της περιουσίας του πατέρα του, απάντησε καταφατικά, δηλώνοντας ότι οι συγγενείς του ήθελαν να τα πάρουν όλα. Ως προς την περιουσία του πατέρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του ήταν σημαντικός επιχειρηματίας και διέθετε καταστήματα, αγροτεμάχια στο χωριό και οικόπεδα στη Yaoundé, καθώς και ένα σπίτι. Ανέφερε επίσης ότι ο πατέρας του είχε τρία ταξί. Μερικά από τα οικόπεδα που βρίσκονται στη Yaoundé είναι στο όνομα του Αιτητή, ενώ άλλα όχι (ερυθρό 37 δ.φ.).

Ως προς τον ισχυρισμό του ότι δηλητηριάστηκε , ο Αιτητής ανέφερε ότι αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια της τελετής για την κηδεία του πατέρα του. Όπως εξήγησε, μετά από κατανάλωση φαγητού και ποτού, άρχισε να αισθάνεται αδιαθεσία και παρουσίασε συμπτώματα όπως έμετο με αίμα, διάρροια και απώλεια βάρους. Δήλωσε ότι άρχισε «παραδοσιακή» θεραπεία με τη βοήθεια ενός φίλου της μητέρας του και η κατάστασή του βελτιώθηκε έπειτα από μία ή δύο εβδομάδες. Μετά την παρέλευση μίας εβδομάδας, επέστρεψε στην Yaoundé και συνέχισε εκεί τη θεραπεία του. Ερωτηθείς αν κάποιος άλλος παρουσίασε τα ίδια συμπτώματα, απάντησε αρνητικά. Διευκρίνισε ότι δεν επισκέφθηκε γιατρό, καθώς η μητέρα του θεώρησε ότι πρόκειται για δηλητηρίαση και του έδωσε παραδοσιακή θεραπεία. Προσέθεσε ότι η μητέρα του συμβουλεύτηκε έναν παραδοσιακό θεραπευτή, ο οποίος επιβεβαίωσε ότι επρόκειτο για δηλητηρίαση (ερυθρό 36 δ.φ.). Ερωτηθείς ποιος τον δηλητηρίασε, απάντησε ότι δεν είδε, αλλά υποψιάζεται τους θείους του επειδή επέδειξαν ύποπτη συμπεριφορά και επειδή ο «παραδοσιακός» ιατρός επιβεβαίωσε μέσω οράματος ότι πράγματι αυτοί βρίσκονταν πίσω από την δηλητηρίασή του (ερυθρό 36 δ.φ.).

Στα πλαίσια ερωτήσεων για την απαγωγή του, ο Αιτητής περιέγραψε ότι η απαγωγή έλαβε χώρα στις 20 Νοεμβρίου, μετά οικογενειακή την συνάντηση. Όπως ανέφερε, γύρω στις 2 π.μ., όταν αποχώρησε για να μεταβεί στο σπίτι του ξαδέρφου του, δύο άνδρες με μοτοσικλέτες τον πλησίασαν και τον απήγαγαν υπό την απειλή μαχαιριών. Τον μετέφεραν σε θαμνώδη περιοχή και τον οδήγησαν σε μικρή καλύβα φτιαγμένη από χόρτα, μέσα σε χωράφι. Εκεί τον χτύπησαν, έψαξαν τις τσέπες του, του πήραν χρήματα και κινητό, ενώ επίσης τον ρωτούσαν για ποιο λόγο ενοχλεί τη θεία του και το θείο του. Τελικά ωστόσο ο ένας εκ των δραστών αναγνώρισε τον Αιτητή, ο οποίος παλαιότερα (2020) τον είχε βοηθήσει δίνοντάς του συμβουλές για τα ζώα του. Ακολούθως, ο συγκεκριμένος άνδρας βγήκε έξω από την καλύβα μαζί με το συνεργό του και τον έπεισε να αφήσουν ελεύθερο τον Αιτητή. Πράγματι οι δύο άνδρες τον ανέβασαν στη μηχανή και τον «έριξαν» σε ένα σημείο κοντά σε ένα σχολείο. Καθώς ο δρόμος ήταν κακός, ο Αιτητής τραυματίστηκε από την πτώση. Ο Αιτητής έμεινε συνολικά στην καλύβα περίπου 1,5 με δύο ώρες, καθώς ο αρχικός σκοπός ήταν να τον σκοτώσουν (ερυθρά 36-35 δ.φ.).

Ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία, δήλωσε ότι οι θείοι του έχουν ισχυρές διασυνδέσεις και ότι στην Καμερούν, όταν άνθρωποι με εξουσία εμπλέκονται, δεν υπάρχει κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα (ερυθρό 36 δ.φ.).

Ερωτηθείς αν μίλησε ποτέ με τον θείο ή τη θεία του για την απαγωγή, απάντησε αρνητικά. Ανέφερε ωστόσο ότι η μητέρα του τους προειδοποίησε να σταματήσουν να ενοχλούν τον γιο της. Εκείνοι της απάντησαν ότι οφείλει να προσέχει τον Αιτητή, επειδή είναι μοναχογιός της (ερυθρό 35 δ.φ.).

Ερωτηθείς σχετικά με τις πνευματικές επιθέσεις, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν μπορούσε να κοιμηθεί και έβλεπε στον ύπνο του ότι τον κυνηγούν. Αυτές οι εμπειρίες ξεκίνησαν το 2020 και συνεχίστηκαν μέχρι την αναχώρησή του από το Καμερούν. Ανέφερε ότι τα όνειρα εμφανίζονταν όταν κοιμόταν στο πατρικό του στο χωριό και ακόμα και στο σπίτι του ξαδέρφου του. Δήλωσε ότι οι υπεύθυνοι για αυτά ήταν ο θείος και η θεία του, και αιτιολόγησε την πεποίθησή του λέγοντας ότι του έλεγαν: «Θα σου δείξουμε». Σύμφωνα με τον ίδιο, στην Αφρική όταν κάποιος σου λέει αυτή τη φράση, θεωρείται πολύ επικίνδυνο. Ερωτηθείς αν συνεχίζει να έχει παρόμοια όνειρα στην Κύπρο, απάντησε αρνητικά, λέγοντας ότι κοιμάται πολύ καλά. Εξήγησε ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι είναι μακριά, και ότι σύμφωνα με όσα του έχει πει η μητέρα του, οι πνευματικές επιθέσεις δεν μπορούν να τον φτάσουν, επειδή τον χωρίζει από αυτές το νερό (ερυθρά 35-34 δ.φ.).

Ερωτηθείς ποιος έχει σήμερα την περιουσία του πατέρα του, ο Αιτητής ανέφερε ότι στο χωριό χρησιμοποιεί ένα μέρος της γης μια γυναίκα από το κοινοβούλιο, αλλά δεν γνωρίζει τί συμφωνία έχει γίνει. Η οικογενειακή οικία στο χωριό είναι εγκαταλελειμμένη. Η γη στην οποία θα ενταφιαζόταν ο πατέρας του έχει καταληφθεί (ενν. από τους θείους του). 4 καταστήματα στην Yaoundé τα διαχειρίζεται ένας από τους αδελφούς του πατέρα του, ενώ δύο τα διαχειρίζεται η μητέρα του. Τα έσοδα από τα ταξί πάνε επίσης στη μητέρα του. Τα υπόλοιπα αγροτεμάχια είναι στο όνομα του Αιτητή. Ερωτηθείς αν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας για τη γη στο χωριό την οποία έχουν ιδιοποιηθεί οι συγγενείς του, απάντησε αρνητικά (ερυθρό 34 δ.φ.).

Ερωτηθείς αν έχει αντιμετωπίσει προβλήματα κάποιο άλλο μέλος της οικογένειάς του, ο Αιτητής απάντησε ότι οι αδελφές του δεν έχουν δεχθεί κάποια αντίστοιχη παρενόχληση και ότι η μητέρα του έχει δεχθεί προσβολές (ερυθρό 35 δ.φ.).

Ερωτηθείς πόσο διάστημα μεσολάβησε μεταξύ της απαγωγής και της εξόδου του από τη χώρα, ο Αιτητής απάντησε ότι πέρασαν 3-4 μήνες (ερυθρό 35 δ.φ.).

Ερωτηθείς αν θα μπορούσε να επιστρέψει στο Καμερούν και να εγκατασταθεί σε άλλη πόλη, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, αναφέροντας τις διασυνδέσεις και την επιρροή των συγγενών του, καθώς και ότι η μητέρα του θα καταρρεύσει αν τον δει πίσω στη χώρα. Ειδικότερα για την πόλη Douala, ανέφερε ότι είχε μείνει εκεί στο παρελθόν, στο σπίτι του μεγαλύτερου αδελφού του πατέρα του, αλλά δεν ένιωθε άνετα καθώς συνέχιζε να έχει εφιάλτες (ερυθρό 34 δ.φ.).

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής τριών (3) ουσιωδών ισχυρισμών:

Ο/η αρμόδιος λειτουργός διέκρινε 3 ουσιώδεις ισχυρισμούς.

Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τα στοιχεία ταυτότητας, το εν γένει προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο γέννησης και συνήθους διαμονής (Yaoundé) του Αιτητή (εκ παραδρομής αναφέρεται και η Douala. (ερ.44))και έγινε δεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού. Περαιτέρω λήφθηκε υπ’ όψιν ότι ο Αιτητής παρέδωσε το διαβατήριο του.

Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τις δηλώσεις του Αιτητή ότι ο θείος του και η θεία του τον διώκουν από το 2021 εξαιτίας της πατρικής περιουσίας. Υπό το σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο/η λειτουργός έκανε τις εξής επισημάνσεις: αρχικά, κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομερείς και συνεκτικές πληροφορίες αναφορικά με την ισχυριζόμενη δηλητηρίασή του από το θείο του και τη θεία του, ενώ επίσης παρείχε μη συνεκτικές απαντήσεις αναφορικά με το πώς γνωρίζει ότι δηλητηριάστηκε δεδομένου ότι δεν έλαβε ιατρική διάγνωση και πώς γνωρίζει ότι υπαίτιοι για την κατ’ ισχυρισμόν δηλητηρίασή του είναι οι θείοι του. Ακολούθως, ο/η λειτουργός επεσήμανε ότι ο Αιτητής δεν παρείχε ικανοποιητικές λεπτομέρειες για την ισχυριζόμενη απαγωγή του, ότι δεν περιέγραψε επαρκώς το χώρο της κράτησής του, ότι δεν εξήγησε σαφώς πώς ο δεύτερος δράσης πείστηκε να αφήσουν ελεύθερο τον Αιτητή, ενώ τέλος δεν εξήγησε σαφώς και με ευλογοφάνεια για ποιο λόγο δεν κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία. Τέλος, ο/η λειτουργός σχολίασε ότι ο Αιτητής δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με τις πνευματικές επιθέσεις σε βάρος του (spiritual attacks), παρείχε μια μη συνεκτική απάντηση αναφορικά με το πώς γνωρίζει ότι υπαίτιοι των πνευματικών επιθέσεων είναι οι θείοι του και υπήρξε επίσης μη συνεκτικός στην εξήγηση που παρείχε περί του γιατί οι εν λόγω επιθέσεις έχουν σταματήσει.

Υπό το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο/η λειτουργός παρέπεμψε αρχικά σε μια έκθεση του Human Rights and Legal Research Center (2023), η οποία επιβεβαιώνει ότι η μαγεία αποτελεί σύνηθες φαινόμενο στο Καμερούν και καταγράφει ότι το ποινικό δίκαιο αναγνωρίζει την ύπαρξη της μαγείας ως πρακτικής και τιμωρεί την «άσκησή» της. Ακολούθως, ο/η λειτουργός παρέπεμψε σε μία πηγή σύμφωνα με την οποία μια γνωστή μορφή κτηματικής διαφοράς στο Καμερούν, και ειδικά στις πόλεις Yaoundé και Douala, είναι η διαμάχη μεταξύ ομάδας εντόπιων κατοίκων και νεοεισερχόμενων κατοίκων. Περαιτέρω, παρέπεμψε σε μια ακόμα πηγή η οποία αναφέρει ότι οι κτηματικές διαφορές επιλύονται συνήθως σε τοπικό επίπεδο και ότι οι διαφορές μεταξύ εθιμικού και γραπτού δικαίου επηρεάζουν συχνά τις πιο φτωχές και ευάλωτες οικογένειες που καταλήγουν να χάνουν τα δικαιώματά τους επί της γης.

Καταληκτικά, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι έχει τεκμηριωθεί η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, αλλά όχι η εσωτερική αξιοπιστία αυτού και έκρινε ότι ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

Ακολούθως, ο/η αρμόδιος/α λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού. Αρχικά κατέγραψε ότι πρόκειται άνδρα 33 ετών, αγγλόφωνο, άγαμος,  με καλή υγεία, μορφωμένο, χωρίς δείκτες ευαλωτότητας και με τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής την πόλη Yaoundé. Εκ παραδρομής αναφέρεται και η Douala.(ερ. 44)

Ως προς την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι η Yaounde δεν επηρεάζεται άμεσα από την Κρίση των Αγγλοφώνων, αλλά μόνον εμμέσως. Παρέπεμψε σχετικά σε έκθεση της Garda (2021). Περαιτέρω, παρέπεμψε σε έκθεση του Freedom House (2021) η οποία αφορά τις συχνές απαγορεύσεις διαδηλώσεων διαμαρτυρίας στην Yaoundé.

Καταληκτικά, ο/η λειτουργός έκρινε ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι υπάρχει εύλογος βαθμός πιθανότητας o Αιτητής να υποστεί μεταχείριση ισοδυναμούσα με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη Yaoundé λόγω της τρέχουσας κατάστασης ασφαλείας.

Υπό το σκέλος της νομικής ανάλυσης, ο/η λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικού καθεστώτος, καθώς λαμβανομένων υπ΄ όψιν των δηλώσεων του Αιτητή, του προσωπικού του προφίλ και της εκτίμησης κινδύνου, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο Αιτητής δεν έχει βάσιμο φόβο δίωξης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Yaoundé για κανέναν από τους λόγους που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000.

Αντιστοίχως, ο/η λειτουργός κατέληξε ότι βάσει των δηλώσεων του Αιτητή, του προφίλ του και της εκτίμησης κινδύνου δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000 για τη χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας.

Ειδικά ως προς τος εδάφιο (γ) ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι με βάση το προφίλ και τις ατομικές περιστάσεις του Αιτητή, ήτοι ότι πρόκειται για έναν νεαρό ανύπαντρο άνδρα, χωρίς ιατρικά προβλήματα και χωρίς άλλες σημαντικές προσωπικές περιστάσεις που θα μπορούσαν να τον θέσουν σε υψηλότερο κίνδυνο να στοχοποιηθεί από οποιοδήποτε από τα μέρη της σύγκρουσης, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί εύλογα ότι θα διατρέξει πραγματικό κίνδυνο ως πολίτης λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας, σε περίπτωση επιστροφής του στην πόλη Yaoundé του Καμερούν.

Τέλος, ο/η λειτουργός κατέληξε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη Yaoundé ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά παράβαση του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και/ή της αρχής της μη επαναπροώθησης.

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:

 Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου και του δευτέρου ουσιώδους ισχυρισμού, οι οποίοι και αφορούν την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή.

Ομοίως βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των λοιπών υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή  και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[1]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ.  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Για τους ίδιους δε λόγους, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2)(β) του Νόμου για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Όσον αφορά στην τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον Καμερούν, τον Σεπτέμβριο του 2024, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ανέφερε ότι «το Καμερούν αντιμετωπίζει μια πολυδιάστατη ανθρωπιστική κρίση που προκαλείται από τη σύγκρουση, τη διακοινοτική βία και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής»[2]. Οι πηγές ανέφεραν ότι το Καμερούν συνεχίζει να επηρεάζεται από δύο μεγάλες συγκρούσεις: τη σύγκρουση του λεκανοπεδίου της Λίμνης Τσαντ στην περιοχή του Άπω Βορά και την εσωτερική κρίση στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν (NWSW)[3].

Ομοίως το RULAC επιβεβαιώνει ότι το Καμερούν «εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη (NIAC) εναντίον της Boko Haram στην περιοχή Far North και εναντίον αριθμού ομάδων αγγλόφωνων αποσχιστών, οι οποίες διαμάχονται εναντίον της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών στις περιφέρειες Northwest και Southwest»[4].

Ωστόσο, η Yaoundé, πόλη που αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής, δεν ανήκει στις ως άνω περιφέρειες. Σημειώνεται συναφώς ως προς την κατάσταση ασφαλείας στην περιφέρεια Centre του Καμερούν, όπου υπάγεται και η πόλη Yaoundé, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED,ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, στη διάρκεια ενός έτους (Past year of ACLED Data) και συγκεκριμένα από τις 23.05.2024 έως τις 25.05.2025 στην επαρχία Centre του Καμερούν, σημειώθηκαν συνολικά 5 περιστατικά ασφαλείας (3 συνδεόμενοι θάνατοι), εκ των οποίων 4 κωδικοποιήθηκαν ως περιστατικά βίας κατά αμάχων (2 συνδεόμενοι θάνατοι) και 1 ως περιστατικό αναταραχών (1 συνδεόμενος θάνατος)[5]. Εξ’ αυτών, 3 περιστατικά βίας κατά αμάχων (2 συνδεόμενοι θάνατοι) και τo 1 περιστατικό αναταραχών (1 συνδεόμενος θάνατος) έλαβαν χώρα στην Yaoundé.

Ο εκτιμώμενος πληθυσμός της Yaoundé ανέρχεται στους 2.765.600 κατοίκους σύμφωνα με εκτίμηση του 2015[6].

Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, κρίνω ότι ο Αιτητής δεν έχει κάποιο προσωπικό χαρακτηριστικό που να αυξάνει το ρίσκο του. Πρόκειται για άνδρα νεαρής ηλικίας, υγιή, αρκούντως πεπαιδευμένο, πλήρως ικανό προς εργασία, με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα του, ο οποίος έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην περιοχή καταγωγής του, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στην περιοχή καταγωγής του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη και ως εκ τούτου δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής  του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου.

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με  1300 € έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

                              

 

 

 

Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2025). 

[2] UNHCR, Fact Sheet; UNHCR Cameroon Refugee; July 2024, 10 September 2024, https://data.unhcr.org/en/documents/download/111089, p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025). 

[3] European Commission, Cameroon, last updated 25 November 2024, url; UNOCHA, Cameroon Humanitarian Needs Overview 2024, 14 April 2024, https://reliefweb.int/attachments/32c8a7cb-5dac-4c5f-92ec-f232a7bed6d0/CMR_HNO_2024_EN_20240123_v2%20%281%29.pdf, p. 9 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025).

[4] Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights - RULAC: Rule of Law in Armed Conflicts, Non-international Armed Conflicts in Cameroon, Last updated: 12th January 2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025). 

[5] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ με συναφή παραμετροποίηση


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο