Ν. Κ. Μ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1886/23, 20/6/2025
print
Τίτλος:
Ν. Κ. Μ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1886/23, 20/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.: 1886/23

 

20 Ιουνίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

Ν. Κ. Μ.

Αιτητού

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

.........

 

 

Ο Αιτητής είναι παρών

 

Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Α. Αναστασιάδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Ρ. Ευαγγέλου (κος) για διερμηνεία από την ελληνική στη γαλλική και αντίστροφα

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 31.3.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022. Επιπλέον αιτείται την έκδοση νέας πράξης με την οποία να χορηγείται στον Αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας ή/και συμπληρωματικής προστασίας.

Γεγονότα

1.            Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: η Λ.Δ.Κ.). Περί τις 8.6.2021, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 13.2.2023 και στις 6.3.2023 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις του Αιτητή από λειτουργό, ο οποίος υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 31.3.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 26.5.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.            Ο Αιτητής δια της συνηγόρου του κατά την ακροαματική διαδικασία προώθησε ως λόγους προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας και παραβίαση των άρθρων 9 και 15 του περί Προσφύγων Νόμου εξαιτίας της μη παραπομπής του σε ιατρική και ψυχολογική εξέταση. Υποστηρίζει περαιτέρω, ότι ο Αιτητής παρά το ότι αναφέρθηκε σε τραύματα και βασανιστήρια εντούτοις οι ισχυρισμοί του αυτοί δεν αξιολογήθηκαν. Επίσης υποστηρίζει ότι λανθασμένα κρίθηκε ως μη αξιόπιστος αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του, αναφορικά με επίθεση που δέχτηκε σε επιχείρηση την οποία αυτός κληρονόμησε από τον πατέρα του. Εξάλλου προωθεί ότι λανθασμένως δεν αξιολογήθηκε ως ανεξάρτητος ισχυρισμός οι επιθέσεις από τη συμμορία των «Kulunas» και επιπλέον υποστηρίζει ότι δεν αξιολογήθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση τα έγγραφα που προσκόμισε ο Αιτητής.

 

3.            Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της ορθότητας της επίδικης πράξης και επισημαίνουν ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση είναι προϊόν δέουσας έρευνας. Υποβάλλουν ότι οι λόγοι προσφυγής δεν εγέρθηκαν συμφώνως με τον Κανονισμό 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Οι Καθ’ ων υποστηρίζουν ακόμα ότι ορθώς ο Αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος. Υποστηρίζουν δε επικουρικώς ότι ακόμα και εάν ήθελε κριθεί αποδεκτός ο ισχυρισμός του, αυτός αφορά σε ιδιωτικής φύσεως διαφορά σε σχέση με την οποία θα μπορούσε να αναζητήσει την προστασία των αρχών της χώρα καταγωγής του.

 

Το νομικό πλαίσιο

4.            Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης.».

 

5.            Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:

 

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν.».

 

6.            Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.            Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις υπαγωγής στον ορισμό του πρόσφυγα.

 

8.            Το άρθρο 15 του περί Προσφύγων Νόμου τιτλοφορείται ως «Ιατρική και ψυχολογική εξέταση αιτητή» και προβλέπει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία παραπομπής αιτούντος σε ιατρικές εξετάσεις.

 

9.            Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Κατάληξη

1.             Ως προς τον προωθούμενο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021·Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

10.         Εν προκειμένω, ο Αιτητής στο έντυπο καταγραφής της αίτησής του για άσυλο αναφέρει ότι ο πατέρας του δημιούργησε μια εταιρεία αεροπορικών, οδικών και ποτάμιων μεταφορών («a company of air, road and river transport»). Πριν από το θάνατό του, ανέθεσε στον Αιτητή τη διαχείριση του πρακτορείο («agency») “UDEMA” («Union for the Development of Maniema»). Όταν ο πατέρας του Αιτητή απεβίωσε, η οικογένειά του τον πίεζε να εκποιήσει τον οργανισμό με αποτέλεσμα ο Αιτητής να καταστεί δέκτης απειλών για απαγωγή και το γραφείο του λεηλατήθηκε. Ο Αιτητής παρά το ότι προσπάθησε να ανταπεξέλθει, δέχτηκε για δεύτερη φορά απειλές κατά της ζωής του με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει τη χώρα του (βλ. ερ. 1 και μετάφραση αυτού ερ. 11 του Διοικητικού Φακέλου, στο εξής: «Δ.Φ.»).

 

11.         Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος της Λ.Δ.Κ. γεννηθείς το 1993 στην πόλη Kindu της περιοχής (commune) Kasuka, της Λ.Δ.Κ. Ο Αιτητής για εκπαιδευτικούς λόγους βρισκόταν για τρία χρόνια στην Uganda. Τελευταίος τόπος διαμονής του πριν εγκαταλείψει την χώρα του, ήταν η πόλη Kinshasa. Ως προς το θρήσκευμά του, δήλωσε ότι είναι Χριστιανός, ενώ ως προς την εθνοτική του καταγωγή ότι είναι μέλος της ομάδας των Bangu-Bangu, ομιλεί τη γαλλική γλώσσα, καθώς και την λινγκάλα και σουαχίλι. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε ότι είναι άγαμος κι άτεκνος, έχει όμως υπό την φροντίδα του την ανιψιά του, η οποία βρίσκεται στην Kinshasa. Oι γονείς του έχουν αποβιώσει, ο μεν πατέρας του το 2015 και η μητέρα του το 2019, έχει 4 αδερφούς και 5 αδερφές με τους οποίους δεν διατηρεί επικοινωνία και δεν γνωρίζει που διαμένουν. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο, ισχυρίστηκε ότι είναι απόφοιτος πανεπιστημίου της Uganda, με πτυχίο στην Πληροφορική και Τεχνολογία («Information and Technology»). Στην χώρα του ο Αιτητής εργαζόταν στον οργανισμό «Union for the Development of Maniema», από το 2015 ως επόπτης και από το 2019 μέχρι το 2021 ως νομικός αντιπρόσωπος.

 

12.         Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησής του, αναφέρθηκε σε οικογενειακά προβλήματα. Ειδικότερα, δήλωσε ότι τα προβλήματα σχετίζονταν με το πρακτορείο/οργανισμό που κατείχαν και που ίδρυσε ο πατέρας του. Ο πατέρας του Αιτητή ήταν σοβαρά άρρωστος, ωστόσο, προτού αποβιώσει ανέθεσε στον Αιτητή τη διεύθυνση του πρακτορείου/οργανισμού τους. Όταν ξέσπασαν προβλήματα στη χώρα, το 2020, τα μέλη της οικογένειας του Αιτητή (τα αδέρφια του) επιθυμούσαν να εκποιηθεί το πρακτορείο και να μοιραστούν τα χρήματα. Ο Αιτητής πρότεινε στα αδέρφια του να εργαστούν σε άλλα υποκαταστήματα του πρακτορείου σε άλλες επαρχίες όπως στη Maniema, Kisangani, Goma και Bukavu, ωστόσο αυτοί δεν συμφώνησαν και επέμεναν στην πώληση. Εξαιτίας της δικής του επιμονής και άρνησης για την πώληση, ο Αιτητής δεχόταν απειλές, με αποκορύφωμα τη δηλητηρίαση και τον θάνατο της μικρής του αδελφής. Ο Αιτητής συνεχίζει την αφήγησή του αναφέροντας ότι δύο φορές μετά τον θάνατο της αδερφής του, ληστές επιτέθηκαν στο πρακτορείο και το λεηλάτησαν με αποτέλεσμα ακολούθως να κατηγορηθούν στην αστυνομία από πελάτες, για την απώλεια των δεμάτων τους. Συμφωνήθηκε όπως το πρακτορείο αποζημιώσει τους πελάτες και εξαιτίας της σοβαρότητας της κατάστασης, ο Αιτητής επικοινώνησε με έναν φίλο του πατέρα του, ο οποίος είχε επαφές με την αστυνομία για να ζητήσει συνδρομή. Κατόρθωσαν να καθυστερήσουν την ημερομηνία αποπληρωμής του χρέους, κερδίζοντας επιπλέον χρόνο από 4 μήνες σε 8 μήνες, κάτι που τους επέτρεψε να εξασφαλίσουν τα χρήματα. Μετά τις δύο ληστείες, ο Αιτητής αναφέρθηκε και σε τρίτο περιστατικό κατά το οποίο σε επίθεση στο πρακτορείο/οργανισμό, αυτό πυρπολήθηκε. Στη συνέχεια, ο Αιτητής δήλωσε ότι επισκέφθηκε τον φίλο του πατέρα του στο Matadi, ο οποίος ήταν εκπρόσωπος της εκκλησίας Kimbanguist, με σκοπό να ζητήσει οικονομική βοήθεια. Ο Αιτητής έλαβε χρηματική βοήθεια σε μετρητά και ακολούθως ληστές τον επισκέφθηκαν στο σπίτι του, τον απήγαγαν και τον κράτησαν επί τρεις ημέρες μέχρι να αποκαλύψει την τοποθεσία που είχε φυλαγμένα τα χρήματα. Λόγω των απειλών και των κτυπημάτων που δέχτηκε, ο Αιτητής αναγκάστηκε να τους αποκαλύψει που είναι τα χρήματα και αφού τα έλαβαν τον άφησαν ελεύθερο. Ακολούθως, ανέφερε ότι βρέθηκε σε αδιέξοδο, καθώς έπρεπε να αποζημιώσει τους πελάτες και να εξοφλήσει τη χρηματοδότηση από την εκκλησία. Ο Αιτητής μετέβηκε στη περιοχή Matadi για να ζητήσει βοήθεια από τον φίλο του πατέρα του, ο οποίος τον συμβούλευσε να εγκαταλείψει την χώρα. Αν και ήταν δύσκολο για τον Αιτητή να προβεί σε έκδοση διαβατηρίου στην Kinshasa, αφού εκεί θα τον εντόπιζαν, εν τέλει επέστρεψε στην Kinshasa, διαμένοντας σε ξενοδοχείο για να μην εντοπιστεί, ωστόσο, τα αδέρφια του τον βρήκαν και τον απείλησαν. Με την βοήθεια του φίλου του πατέρα του, ο Αιτητής ετοίμασε τα ταξιδιωτικά έγγραφά του και εγκατέλειψε την χώρα (βλ. ερ. 31σημεία 1χ-2χ και 30 σημείο 1χ του Δ.Φ.).

 

13.         Διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα υποβλήθηκαν στον Αιτητή αναφορικά με το πρακτορείο/οργανισμό τους, τη θέση που κατείχε σε αυτόν, τη διαδοχή μετά τον θάνατο του πατέρα του αλλά και τις απειλές, τις ληστείες, τον εμπρησμό και την απαγωγή του. Στο πλαίσιο αυτό, αρχικά ο Αιτητής εξήγησε ότι το πρακτορείο σχετιζόταν με μεταφορές, και πως κατείχαν υποκαταστήματα σε διάφορες επαρχίες (βλ. ερ. 30 σημείο 3χ του Δ.Φ.). Ο Αιτητής ανέφερε ότι αν και η επιχείρηση είναι οικογενειακή και τα ονόματα των αδερφών του είναι καταγεγραμμένα, εντούτοις αυτός είναι ο μόνος κληρονόμος (βλ. ερ. 29 σημεία 1χ-2χ του Δ.Φ.). Σχετικά με τις απειλές στις οποίες αναφέρθηκε, εξήγησε ότι αυτές ήταν τηλεφωνικές και ακολούθως έλαβε και γραπτές και εν τέλει κατέληξε να δέχεται και σωματικές επιθέσεις. Αργότερα, ο Αιτητής κατάλαβε ότι οι απειλές προέρχονταν από τα αδέρφια του, τοποθετώντας τις χρονικά περί το τέλος του 2019 (βλ. ερ. 29 σημείο 2χ του Δ. Φ.). Ο Αιτητής αναφέρθηκε επιπρόσθετα στις περιπτώσεις που του επιτέθηκαν και τον βασάνισαν (βλ. ερ. 28 σημεία 1χ-2χ του Δ.Φ.). Σε σχέση με τις ληστείες, κατά τις οποίες ληστές είτε κατέστρεφαν τα πακέτα είτε τα έκλεβαν, ο Αιτητής ανέφερε ότι το γραφείο τους λεηλατήθηκε δύο φορές με την πρώτη να είναι τον Αύγουστο 2019 και τη δεύτερη τον Μάρτιο 2020. Ο Αιτητής ανέφερε ότι το τρίτο περιστατικό, τον Δεκέμβριο 2020 αφορούσε εμπρησμό του καταστήματος τους στην Kinshasa (βλ. ερ. 28 σημείο 3χ και ερ. 27 σημείο 1χ του Δ. Φ.). Ως προς την απαγωγή του, ανέφερε ότι χρονικά συνέβη τον Ιούνιο 2020 καθώς ο Αιτητής βρισκόταν στο σπίτι του στη περιοχή Limete στην Kinshasa. Ανέφερε ότι δεν γνωρίζει πού τον μετέφεραν καθότι τα μάτια του ήταν δεμένα και παρέμεινε κρατούμενος για τρεις μέρες υποβαλλόμενος σε βασανιστήρια μέχρι την στιγμή που τους αποκάλυψε που βρίσκονται τα χρήματα οπόταν και αφέθηκε ελεύθερος, διαπιστώνοντας ότι βρισκόταν κάπου κοντά στο αεροδρόμιο Ndjili (βλ. ερ. 27 σημείο 2χ και 26 σημείο 1χ του του Δ.Φ.). Ερωτηθείς σχετικά με τις απειλές που δέχτηκε από τα αδέρφια του ευρισκόμενος στο ξενοδοχείο, δήλωσε ότι αυτό συνέβη τον Μάρτιο 2021. Ως προς το αν υπέβαλε καταγγελία στις αρχές, ο Αιτητής ανέφερε ότι στη χώρα του για να υποβληθεί καταγγελία η οποία να προχωρήσει πρέπει κάποιος να έχει επαφές με την αστυνομία∙ ωστόσο, το πρόσωπο που γνώριζε ο Αιτητής δεν επιθυμούσε να μεσολαβήσει. Τέλος, ο Αιτητής δήλωσε ότι οι απειλές που έλαβε δεν ήταν μόνο από την οικογένειά του αλλά και από πελάτες μετά την απώλεια των αντικειμένων τους (βλ. ερ. 26 σημείο 2χ του Δ.Φ.).

 

14.         Αναφορικά με το τι φοβάται σε περίπτωση που επιστρέψει στην χώρα του, ο Αιτητής ανέφερε ότι πριν την εγκαταλείψει, όλα τα μέλη της οικογένειάς του δήλωσαν ότι θα τον σκοτώσουν. Πρόσθεσε ότι μετά το χρέος που δημιουργήθηκε, τα αδέρφια του τον κατηγόρησαν ότι αυτός ευθύνεται για την καταστροφή της οικογενειακής επιχείρησης ως επίσης ανέφερε ότι ανησυχεί και για την απώλεια των πακέτων των πελατών αλλά και τις απειλές (βλ. ερ. 30 σημείο 2χ του Δ.Φ.).

 

15.         Κατά τη διοικητική διαδικασία, ο Αιτητής προσκόμισε τα ακόλουθα έγγραφα:

 

·         Αντίγραφο Πρακτικών Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης που συγκλήθηκε στο Kindu από τον Πρόεδρο της «Udema», ημερ. 12.4.2017, (βλ. ερ. 73-69 [αντίγραφο], ερ. 103-99 μετάφραση του Δ.Φ.)

[Copy of Minutes of the Extraordinary General Assembly of Udema convened in Kindu by the President of the Board of Directors this Wednesday 12/04/2017]

 

·         Αντίγραφο Καταστατικού της Ένωσης για την Ανάπτυξη της Maniema «UDEMA» A.S.B.L, Φεβρουάριος 2009 (βλ. ερ. 68-58 του Δ.Φ.)

[Copy of Statute of the Union for the Development of Maniema "UDEMA" A.S.B.L, February 2009],

 

·         Αντίγραφο Εσωτερικού Κανονισμού της Ένωσης για την Ανάπτυξη της Maniema  «UDEMA» A.S.B.L, Φεβρουάριος 2009 (βλ. ερ. 57-49 και μετάφραση ερ. 98-97 του Δ.Φ.)

[Copy of «Internal Regulations of the Union for the Development of Maniema "UDEMA" A.S.B.L., February 2009],

 

·         Αντίγραφο της υπουργικής απόφασης υπ' αριθμ. 050/CAB/MIN/J&DH/2012 της 25/05/2012 με την οποία χορηγείται νομική προσωπικότητα στον Μη Κερδοσκοπικό, Μη Ομολογιακό Σύλλογο με την επωνυμία «Ένωση για την Ανάπτυξη της Maniema» (βλ. ερ. 48-45, και μετάφραση, ερ. 96-94 του Δ.Φ.).

[Copy of Ministerial Decree No. 050/CAB/MIN/J&DH/2012 of 25/05/2012 granting legal personality to the Non-Profit, Non-Confessional Association called "Union for the Development of Maniema"].

 

·         Αντίγραφο Απόδειξης Αρ. Φ.92/13/660 με ημερομηνία 05/03/2011 (βλ. ερ.45 και ερ. 93 μετάφραση),

[Copy of Acknowledgement of Receipt No. F.92/13/660 dated 03/05/2011],

 

·         Αντίγραφο Επιστολής της Monique Likele Batiwelo με θέμα "Εγγραφή του ASBL σας", έγινε στην Κινσάσα στις 22/10/2023 (βλ. ερ. 44 και ερ. 92 μετάφραση του Δ.Φ.),

[Copy of Letter by Monique Likele Batiwelo with subject "Registration of your ASBL", done in Kinshasa on 22/10/2023]

 

·         Αντίγραφο της Εγκριτικής Απόφασης της Υπηρεσίας Air Cargo No. 01/2010/410.10/DIV.T/MMA/2010 που χορηγήθηκε στην Ένωση για την Ανάπτυξη της Maniema "UDEMA/ASBL" με ημερομηνία 7.1.2010 (βλ. ερ. 43 και ερ. 91 μετάφραση του Δ.Φ.)

[Copy of Approval Decision of Air Cargo Agency No. 01/2010/410.10/DIV.T/MMA/2010 granted to the Union for the Development of Maniema "UDEMA/ASBL" dated 07/01/2010],

 

·         Αντίγραφο ειδοποίησης του Προϊσταμένου του Επαρχιακού Τμήματος Δικαιοσύνης και του Γενικού Εισαγγελέα, Mpoyo Benga Katoto Antoine, Προϊστάμενος του Τμήματος, ημερομηνίας 24/12/2009, που έγινε στο Kindu (βλ. ερ. 42 και μετάφραση ερ. 90).

[Copy of Notification by the Head of the Provincial Division of Justice and General Attorney, Mpoyo Benga Katoto Antoine, Head of Division, dated 24/12/2009, done in Kindu],

 

·         Αντίγραφο Επαρχιακής Διαταγής Αρ. 01/176/CAB/GB-MMA/2009 της 23/12/2009 που χορηγεί προσωρινή άδεια στη μη κερδοσκοπική ένωση που ονομάζεται Union for the Development of Maniema UDEMA/ASBL (βλ. Ερ. 41-39 και μετάφραση ερ. RED 89-87 του Δ.Φ.)

Copy of Provincial Order No. 01/176/CAB/GB-MMA/2009 of 23/12/2009 granting provisional authorisation to the non-profit association called Union for the Development of Maniema UDEMA/ASBL (RED 89-87 translation, RED 41-39 copy of original).

 

16.         Κατά τη δεύτερη συνέντευξή του, στις 6.3.2023 και μετά την προσκόμιση των ανωτέρω εγγράφων, υποβλήθηκαν στον Αιτητή συμπληρωματικά σχετικά ερωτήματα αναφορικά με την οικογενειακή επιχείρηση και τα προσκομισθέντα έγγραφα. Ειδικότερα, ανέφερε ότι η εταιρεία ιδρύθηκε το 2007 από τον πατέρα του ονόματι «B.K.» (βλ. ερ. 84 σημείο 3χ του Δ.Φ.). Ο Αιτητής επανέλαβε ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του, ανέλαβε ως διευθυντής της(βλ. ερ. 83 σημείο 1χ του Δ.Φ.), ωστόσο ερωτηθείς αν αυτός ήταν ο κληρονόμος της επιχείρησης, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν αντιλαμβάνεται την ερώτηση περί κληρονομίας. Ερωτηθείς εκ νέου ποιος ήταν ο νόμιμος κάτοχος της επιχείρησης ο Αιτητής απάντησε ότι ήταν ο ίδιος καθότι υπάρχει έγγραφο το οποίο το αποδεικνύει (βλ. ερ. 83 σημείο 2χ του Δ.Φ.). Ακολούθως, ο Αιτητής απάντησε σε ερωτήματα που αφορούσαν τα προσκομισθέντα έγγραφα, τα οποία αφορούν στην εταιρεία.

 

17.         Αξιολογώντας τις πιο πάνω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς o πρώτος σχετικά με την ταυτότητα, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή και ο δεύτερος, που αποτελεί και τον πυρήνα του αιτήματός του, ήτοι ότι κληρονόμησε το πρακτορείο εμπορευμάτων, από τον πατέρα του, το οποίο δέχθηκε επίθεση, και ότι δέχθηκε απειλές από τα αδέλφια του επειδή επιθυμούσαν την εκποίηση του πρακτορείου.

 

18.         Ο πρώτος ισχυρισμός του Αιτητή έγινε αποδεκτός, καθώς οι πληροφορίες που έδωσε ήταν συνεκτικές και δεδομένου ότι ο Αιτητής παρέδωσε στην υπηρεσία ασύλου το διαβατήριό του, το οποίο επιβεβαίωνε την εθνικότητα και τον τόπο γέννησής του, ενώ οι δηλώσεις του σχετικά με την περιοχή καταγωγής του επιβεβαιώνονταν από εξωτερικές πηγές

 

19.         Αντίθετα, ο δεύτερος ισχυρισμός του απορρίφθηκε. Αν και κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής παρείχε λεπτομέρειες ως προς το πρακτορείο μεταφορών, εντούτοις οι δηλώσεις του για τα επιμέρους ζητήματα κρίθηκαν ως γενικές και μη συγκεκριμένες, εντοπίζοντας σε κάποια σημεία των δηλώσεών του αντιφάσεις. Ειδικότερα, οι δηλώσεις του αναφορικά με την κληρονομική διαδοχή του πρακτορείου, κρίθηκαν ως μη συγκεκριμένες και αόριστες. Ακολούθως, ο Αιτητής αν και ανέφερε ότι τα αδέρφια του είναι εγγεγραμμένα ως ιδιοκτήτες του πρακτορείου, ανέφερε ότι δεν κληρονόμησαν τίποτα, («were listed as owners of the agency, but they did not inherit anything»). Ως προς τις ισχυριζόμενες απειλές, κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι οι αναφορές του ήταν γενικές και μη συγκεκριμένες, αφού όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να αναφέρει πόσες φορές δέχτηκε απειλές και από ποιον δεν ήταν σε θέση να απαντήσει, είτε αποφεύγοντας την απάντηση, είτε αλλάζοντας το θέμα της συζήτησης, αναφερόμενος ότι δέχτηκε σωματική επίθεση όταν εξερχόμενος από το γραφείο του του επιτέθηκαν μασκοφόροι, χωρίς όμως να είναι σε θέση να παρέχει λεπτομέρειες των περιστατικών ούτε των τραυμάτων που ισχυρίστηκε ότι υπέστη. Σε σχέση με τις ισχυριζόμενες ληστείες, ήτοι τον Αύγουστο 2019 και το Μάρτιο 2020, κρίθηκε ομοίως ότι ο Αιτητής υπήρξε γενικόλογος και ως προς τον εμπρησμό τον Αύγουστο 2020, ο Αιτητής απλά ανέφερε ότι το κατάστημα στην Kinshasa, κάηκε ολοσχερώς. Όσον αφορά στην ισχυριζόμενη απαγωγή του τον Ιούνιο 2020, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν παρείχε λεπτομέρειες ως προς τους απαγωγείς του, ή που τον οδήγησαν χωρίς να είναι σε θέση να αναφερθεί με περισσότερες λεπτομέρειες για την κράτηση αλλά και τα βασανιστήρια που υπέστη μέχρι που αναγκάστηκε να τους αποκαλύψει που είχε τα χρήματα. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση αξιολόγησαν τα έγγραφα τα οποία υπέβαλε ο Αιτητής και συνδυαστικά μαζί με τις δηλώσεις του οι οποίες δεν ήταν συγκεκριμένες ούτε λεπτομερείς κατέληξαν να απορρίψουν τον ισχυρισμό.

 

20.         Προβαίνοντας σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι ότι πρόκειται για υπήκοο της Λ.Δ.Κ. με περιοχή τελευταίας συνήθους διαμονής την πόλη Kinshasa, νεαρό μορφωμένο, που ομιλεί την γαλλική, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας, οι Καθ' ων η αίτηση αξιολογώντας την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα του και στη βάση επικαιροποιημένων πηγών έκριναν ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να αντιμετωπίσει δίωξη ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

21.         Προχωρώντας τέλος, στη νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

22.         Κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ο Αιτητής δια της συνηγόρου του, επανέλαβε τον ισχυρισμό του περί έλλειψης δέουσας έρευνας, υποστηρίζοντας επιπλέον ότι ο Αιτητής δικαιούται συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(β) του περί Προσφύγων Νόμου. Επιπρόσθετα, η συνήγορος του Αιτητή ισχυρίστηκε ότι δεν εξετάστηκε ο ισχυρισμός ότι ενδεχομένως η συμμορία των «Kulunas» να ήταν οι δράστες των επιθέσεων και απειλών κατόπιν οδηγιών των μελών της οικογένειας.

 

23.         Στο πλαίσιο της de novo και ex nunc αξιολόγησης των ισχυρισμών του Αιτητή, από το παρόν Δικαστήριο συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ' ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά του στοιχεία και τον τόπο συνήθους διαμονής στη χώρα καταγωγής του, καθώς υπήρξε συνεκτικός ως προς τις δηλώσεις του και αυτά επιβεβαιώνονται από το διαβατήριο που προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

24.         Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή περί του γεγονότος ότι αυτός κληρονόμησε από τον πατέρα του την οικογενειακή επιχείρηση μεταφορών και των απειλών που δεχόταν από τα αδέλφια του εξαιτίας της άρνησής του να προχωρήσει στην εκποίησή της όπως επιθυμούσαν τα αδέλφια του παρατηρούνται τα εξής. Ο εν λόγω ισχυρισμός θα μπορούσε να εξεταστεί στο πλαίσιο επιμέρους ουσιωδών ισχυρισμών. Ωστόσο εξαιτίας του γεγονότος ότι κατά τον Αιτητή τα επιμέρους περιστατικά αποτελούν περισσότερες εκδηλώσεις της δίωξής του από τα αδέλφια του, κρίνεται σκόπιμο όλα τα ανωτέρω να συνεξεταστούν λόγω της σύνδεσής τους και του εν τέλει τελικού ευρήματος περί αναξιοπιστίας όλων των επιμέρους εκφάνσεων του εν λόγω ισχυρισμού. Αρχικώς, να σημειωθεί ότι σε σχέση με τον εν λόγω ισχυρισμό, ο Αιτητής εκφράζοντας τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα του δήλωσε ότι οι λόγοι είναι οικογενειακής φύσεως ενώ ταυτόχρονα δέχεται απειλές από πρόσωπα που απώλεσαν τα δέματά τους. Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι όλη η οικογένειά του απειλεί να τον σκοτώσει και ότι μετά τα προβλήματα που αντιμετώπισε στην επιχείρησή του και τα χρέη ήταν στο σημείο αυτό που η οικογένεια τον θεώρησε ως υπεύθυνο για την καταστροφή της επιχείρησης. Όπως ορθώς επισημαίνουν οι Καθ’ ων η αίτηση, οι αναφορές του Αιτητή ως προς τις φερόμενες απειλές εναντίον του υπήρξαν εξαιρετικά γενικόλογες. Ο Αιτητής παρά το γεγονός ότι του υποβλήθηκαν ανοικτού τύπου ερωτήματα δεν ήταν σε θέση να αναφερθεί με σαφήνεια στο περιεχόμενο των απειλών, ούτε να προσδιορίσει τα πρόσωπα που τον απειλούσαν και ως εκ τούτου, δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει με συνεκτικό τρόπο τους λόγους για τους οποίους απέδιδε τις εν λόγω απειλές στα πρόσωπα της οικογένειάς του. Το μόνο που αναφέρει και πάλι με γενικότητα είναι το γεγονός ότι η μικρή του αδελφή, η οποία ήταν και η γραμματέας του υπήρξε θύμα υπαίτιας δηλητηρίασης και απεβίωσε. Το γεγονός αυτό αποδίδει ο Αιτητής κατά την ελεύθερή του αφήγηση, στα μέλη της οικογένειας του, στο πλαίσιο των πιέσεων που δεχόταν για εκποίηση της επιχείρησης. Ο Αιτητής ανέφερε απλώς ότι συνειδητοποίησε πως πίσω από τις απειλές ήταν η οικογένεια του όταν τους είδε μπροστά από το ξενοδοχείο που κρυβόταν περί το Μάρτιο του 2021 λίγο προτού εγκαταλείψει τη χώρα. Αλλά και ως προς αυτό το σημείο, της συνάντησής του με τα αδέλφια του στο ξενοδοχείο, τα γεγονότα παρουσιάζονται από τον Αιτητή με έλλειψη βιωματικής λεπτομέρειας. Αξιοσημείωτο δε είναι ότι ενώ ο Αιτητής τοποθετεί χρονικά την έναρξη των απειλών περί τα τέλη του 2019 ανέφερε ότι συνειδητοποίησε την εμπλοκή των αδελφών του το Μάρτιο του 2021 όταν τους είδε έξω από το ξενοδοχείο (βλ. ερ. 29 του Δ.Φ.), δεδομένο που δεν κρίνεται ως εύλογο αλλά ταυτόχρονα είναι και αντιφατικό καθώς ο ίδιος προηγουμένως απέδιδε στα μέλη της οικογένειάς του τις απειλές που δεχόταν συμπεριλαμβανομένου του θανάτου της μικρής αδελφής του. Εξάλλου, ενώ κατά την καταγραφή της αίτησής του ο Αιτητής φαίνεται να αποδίδει όλα τα γεγονότα επίθεσης και των απειλών στα μέλη της οικογένειάς του, στο πλαίσιο της πίεσης που του εξασκούσαν για να εκποιήσει την επιχείρηση (άλλωστε αυτό προκύπτει και από τον εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή περί κινδύνου που κατ’ ισχυρισμό διατρέχει από την οικογένειά του αλλά και ανησυχία από τους απογοητευμένους πελάτες που απώλεσαν δέματα) κατά την ελεύθερή του αφήγηση στη συνέντευξη διαφοροποιεί αυτή του την πεποίθηση. Διαφοροποιώντας, λοιπόν, το αφήγημά του κατά τη συνέντευξή του, οι επιθέσεις και ο εμπρησμός στο υποστατικό της επιχείρησης παρουσιάζονται ως γεγονότα παράλληλα και ανεξάρτητα, για τα οποία κατηγορήθηκε ο ίδιος από τους συγγενείς του ότι οδήγησαν στην καταστροφή της επιχείρησης που αρνούνταν να εκποιήσει και πλέον δεν λειτουργεί. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι κατά την καταγραφή της αίτησής του, ο Αιτητής ουδέποτε αναφέρθηκε στο κρίσιμο συμβάν της φερόμενης απαγωγής του αλλά αντίθετα έκανε λόγο σε «απειλές απαγωγής». Ενώ αντίθετα κατά τη συνέντευξή του αναφέρθηκε σε τριήμερη απαγωγή του. Παρατηρείται σχετικά με το γεγονός της απαγωγής, ότι οι αναφορές του Αιτητής δεν χαρακτηρίζονται από βιωματικής φύσεως λεπτομέρεια ένεκα των γενικής φύσεως περιγραφών του, οι οποίες ευλόγως δεν δικαιολογούνται από το μορφωτικό επίπεδο και την ένταση ενός τέτοιου βιώματος. Παράλληλα, το οικονομικό κίνητρο των δραστών, καθώς ο Αιτητής αναφέρει ότι οι απαγωγείς του τον πίεζαν να τους αποκαλύψει το χώρο όπου φύλαγε το χρήματά του, με αυτούς να τον αφήνουν όταν πλέον έλαβαν αυτό που ήθελαν, δεν φαίνεται να συνδέεται αντικειμενικά με την οικογενειακή του διαμάχη, όπως παρουσιάζει ο Αιτητής κατά την καταγραφή του. Τέλος, παρατηρείται ότι ο Αιτητής υπήρξε ασαφής ως προς τη διαδοχή της πατρικής επιχείρησης καθώς ενώ ο πατέρας του φαίνεται να απεβίωσε ήδη από το 2015, με τον Αιτητή να διαχειρίζεται την επιχείρηση, χωρίς οποιοδήποτε πρόβλημα, ισχυριζόμενος μάλιστα ότι είναι ο μόνος κληρονόμος, δεν εξηγεί καίτοι δόθηκε σε αυτόν η ευκαιρία (βλ. ερ. 29 του Δ.Φ.), για ποιο λόγο τα αδέλφια του να αξιώνουν δικαιώματα από την εκποίηση της επιχείρησης.

 

25.         Αναζητώντας πληροφορίες από το διαδίκτυο σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, προς τεκμηρίωση της εξωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα αναφορικά  με το συγκεκριμένο οργανισμό υπό την ονομασία «Union for the Development of Maniema» (UDEMA) χωρίς όμως να ανευρεθούν πληροφορίες. Καμία πηγή στο διαδίκτυο δεν εντόπισε εγγεγραμμένη εταιρεία και/ή οργανισμό με την ανωτέρω νομοθεσία. Κατά τα λοιπά οι ισχυρισμοί του Αιτητή αφορούν προσωπικές διαφωνίες με την οικογένειά του και ως εκ τούτου δεν δύναται να διεξαχθεί έρευνα σε εξωτερικές πηγές προς τεκμηρίωσή τους. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, ο Αιτητής κρίθηκε εσωτερικά αναξιόπιστος με αποτέλεσμα ο ισχυρισμός του να απορριφθεί.

 

26.         Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμη η αναφορά του Αιτητή περί του ότι οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να τον παραπέμψουν σε ιατρική εξέταση. Καταρχάς όπως ορθώς επισημαίνουν οι Καθ’ ων η αίτηση ο εν λόγω ισχυρισμός, ως προωθούμενη διαδικαστική πλημμέλεια, δεν εξειδικεύεται δεόντως στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας, όπου ο Αιτητής περιορίζεται σε απλή αναφορά στις οικείες διατάξεις χωρίς περαιτέρω υπόδειξη των προσωπικών του περιστάσεων και υπαγωγή αυτών στις κρίσιμες διατάξεις (Βλ. Α.Ε. Αρ. 156/2012, Mustafa Haghilo v. Γενικού Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών, ημερ. 27/2/2018, Α.Ε. Αρ. 95/2012, Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, ημερ. 6.7.2018, Α. Ε. αρ. 1883, Μαρία Ευθυμίου ν. Ε.Δ.Υ., (1997) 3 ΑΑΔ 281, 14.7.1997). Επικουρικώς, επισημαίνεται ότι δυνάμει άρθρου 15 του περί Προσφύγων Νόμου, όταν ο αρμόδιος λειτουργός κρίνει σκόπιμο για την αξιολόγηση της αίτησης για διεθνή προστασία, και με την επιφύλαξη της συγκατάθεσης του αιτητή, παραπέμπει τον αιτητή για εξέταση σε ιατρό ή/και ψυχολόγο, Δυνάμει δε του εδαφίου (8) του άρθρου 15 του περί Προσφύγων Νόμου όταν δεν διενεργείται ιατρική ή/και ψυχολογική εξέταση σύμφωνα με το εδάφιο (1) του ιδίου άρθρου, οι αιτητές δικαιούνται με δική τους πρωτοβουλία και δικά τους έξοδα να μεριμνήσουν για την ιατρική ή/και ψυχολογική τους εξέταση όσον αφορά ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρές βλάβες, που υπέστησαν κατά το παρελθόν. Επιπλέον, ο Αιτητής θα μπορούσε να λάβει τα δέοντα δικονομικά μέσα προς περαιτέρω τεκμηρίωση και εξειδίκευση των ισχυρισμών του. Παρατηρείται συναφώς ότι, ο Αιτητής δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία περί της κατάστασης της υγείας του ή και αναφορικά με τα κατ' ισχυρισμό συμπτώματα/ενδείξεις που αυτός φέρει. Πολλώ δε μάλλον δεν εξηγεί πώς το κατ’ ισχυρισμό πρόβλημα επιδρά στην αξιολόγηση της αίτησής του. Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται ότι κατά το στάδιο της συνέντευξης ερωτηθείς ο Αιτητής αναφορικά με την υγεία του αποκρίθηκε ότι δεν αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα σε σχέση με αυτήν (ερ. 36 σημείο 1χ του Δ.Φ.). Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω αναφορές, κρίνεται ως εύλογη η μη παραπομπή της σε περαιτέρω ιατρικές εξετάσεις κατά το χρόνο της συνέντευξης, καθώς σύμφωνα με τις αναφορές του ιδίου αυτός δεν αντιμετώπιζε κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα με την υγεία του. Αλλά και στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, όπου ο Αιτητής δια της συνηγόρου του επαναφέρει το εν λόγω ζήτημα, παρατηρείται ότι δεν προβάλλονται συγκεκριμένοι ισχυρισμοί που να δικαιολογούσαν την περαιτέρω παραπομπή του από το παρόν Δικαστήριο, για τους σκοπούς αξιολόγησης της αίτησης του για διεθνή προστασία, σε περαιτέρω ιατρικές εξετάσεις (βλ. ανωτέρω Aπόφαση του ΔΕΕ C‑283/24 [Barouk]). Επισημαίνεται δε η δικονομική ευχέρεια που διαθέτει ο Αιτητής να προσκομίσει οποιοδήποτε σχετικό ιατρικό έγγραφο και να εξηγήσει πώς αυτό συναρτάται με την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, ενέργεια στην οποία δεν προέβη. Σημειώνεται τέλος, ότι δεδομένης της θιγείσας αξιοπιστίας του ως προς την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από μέλη της οικογένειάς του, ακόμα και εάν ήθελε διαφανεί ότι ο Αιτητής φέρει τραύματα, καθώς δε θα μπορούσαν να προκύπτουν οι συνθήκες του τραυματισμού του, το δεδομένο αυτό δεν θα αρκούσε προκειμένου να τεκμηριωθεί η αξιοπιστία του ως προς την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από τα μέλη της οικογένειάς του ή από συγκεκριμένους άλλους φορείς δίωξης.

 

27.         Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι ο Αιτητής δια της συνηγόρου του, κατά την ακροαματική διαδικασία, αναφέρει ότι λανθασμένως οι Καθ’ ων δεν εξέτασαν το ενδεχόμενο οι επιθέσεις που δέχτηκε ο Αιτητής να προέρχονταν από την συμμορία «Kulunas». Ο Αιτητής, ωστόσο, κατά την διοικητική διαδικασία εξέτασης της αίτησής του δεν αναφέρθηκε σε επιθέσεις ή απειλές από μέλη συμμορίας αλλά συγκεκριμένα ανέφερε ότι οι επιθέσεις και οι απειλές που δέχτηκε προέρχονταν από μέλη της οικογένειας του, λόγω της διαφωνίας που είχαν.

 

28.         Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής, το Δικαστήριο συντάσσεται με τους Καθ’ ων η αίτηση ως προς το ότι ο φόβος του Αιτητή που συνδέεται με τα μέλη της οικογένειάς του ή και από τρίτα άγνωστα πρόσωπα κρίνεται αβάσιμος και μη δικαιολογημένος λόγω του ότι οι συναφείς ισχυρισμοί κρίθηκαν από το παρόν Δικαστήριο ως μη αξιόπιστοι.

 

29.         Στη βάση του πρώτου και μόνου αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, ήτοι την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία προφίλ του Αιτητή, επισημαίνεται ότι αυτός είναι άρρεν, νεαρός, υγιής και μονήρης, διαθέτων ευλόγως κοινωνικό δίκτυο στη χώρα του (ο Αιτητής αναφέρθηκε σε φίλο του πατέρα του στον οποίο ανέτρεξε για βοήθεια). Δεν προβάλει, ισχυρισμό, αλλά ούτε και από τις πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής προκύπτει, περί κινδύνου δίωξης λόγω της εθνοτικής καταγωγής ή της θρησκείας του Αιτητή.

 

30.         Δεδομένου ότι ο Αιτητής είναι Χριστιανός, το Δικαστήριο εντόπισε την έκθεση του State Department του 2023 για τη ΛΔΚ, η οποία αναφέρει ότι το σύνταγμα της χώρας προβλέπει την ελευθερία της θρησκείας και απαγορεύει διακρίσεις λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων, ενώ η Βάση Δεδομένων Παγκόσμιας Θρησκείας υπολόγισε ότι το 95,1 % πληθυσμού της ΛΔΚ ήταν χριστιανοί, το 1,5 % ήταν μουσουλμάνοι και το 2,5 % δεν είχε καμία θρησκευτική πεποίθηση[1].Στη βάση των εν λόγω πληροφορίων, το Δικαστήριο δεν κρίνει ότι συντρέχει κάποιος κίνδυνος και/ή απειλή για τον Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasa, που να συνδέεται με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.

 

31.         Υπό το φως των ανωτέρω δεδομένων αλλά και του προσωπικού προφίλ του Αιτητή δεν προκύπτει δεν κρίνεται ότι υφίσταται ευλόγως κίνδυνος για τον ίδιο ένεκα του προφίλ του, σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasa.

 

32.         Σε σχέση δε με κατάσταση ασφαλείας, εξωτερικές πηγές που παρατίθενται στην συνέχεια αναφέρουν ότι ναι μεν η χώρα καταγωγής του Αιτητή πλήττεται από ένοπλες συγκρούσεις, ωστόσο αυτές εστιάζονται αποκλειστικά στις Ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ και όχι κοντά στην πρωτεύουσα Kinshasa, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

33.         Συγκεκριμένα, σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στη ΛΔΚ, εξωτερικές πηγές αναφέρουν ότι η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ.Κ., καθώς υπάρχουν ένοπλες ομάδες και η διακοινοτική βία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κατάσταση, την ασφάλεια και την ανθρωπιστική κατάσταση. Καταγράφονται επίσης συνεχείς αναφορές για πολλές πόλεις στην ανατολική ΛΔΚ που δέχθηκαν επίθεση ή έπεσαν υπό τον προσωρινό έλεγχο ένοπλων ομάδων[2].

 

34.         Σε σχέση με την πόλη Kinshasa ωστόσο, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέρειας αλλά και της χώρας καταγωγής, δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν είτε τη δραστηριοποίηση ενόπλων φορέων, αφού, από τις ανωτέρω παρατεθείσες πληροφορίες, προκύπτει ότι οι μη κρατικοί ένοπλοι φορείς δραστηριοποιούνται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ[3]. Σύμφωνα άλλωστε και με την ενημέρωση του ACLED, που συντάχθηκε από το Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation (ACCORD), αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στη Λ.Δ.Κ. το τελευταίο τρίμηνο του 2021, προκύπτει ότι μόνο οι επαρχίες Ιturi, North Kivu και South Kivu στα ανατολικά της χώρας βρίσκονται υπό τεταμένο καθεστώς ένοπλης βίας[4].

 

35.         Αναλύοντας τα κατωτέρω ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που προέκυψαν κατόπιν έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί συγκεκριμένα στην επαρχία της Kinshasa, οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν το σχετικά ασφαλές της περιοχής. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 1.6.2024 έως 30.5.2025, σημειώθηκαν στην εν λόγω επαρχία 27 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 234 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 12 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (17 θάνατοι), 9 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων/ταραχών (203 θάνατοι), 2 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυρίες (κανένας θάνατος), ενώ καταγράφηκαν 4 περιστατικά μαχών ή εκρήξεων (14 θάνατοι) ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά απομακρυσμένης βίας[5].

 

36.         Σημειώνεται ωστόσο ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανωτέρω περιστατικών ασφαλείας και των συνεπακόλουθων απωλειών, έλαβε χώρα στις 2.9.2024 όταν κρατούμενοι της φυλακής Makala στην Κινσάσα εξεγέρθηκαν και επιχείρησαν μαζική απόδραση. Προκλήθηκαν τουλάχιστον 130 θάνατοι, τόσο από την άτακτη φυγή και τα ποδοπατήματα, όσο και από πυροβολισμούς των αρχών που προσπάθησαν να σταματήσουν την απόδραση κρατουμένων. [6]

 

37.         Ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται σήμερα σε περίπου 16.316.000 κατοίκους.[7]

 

38.         Ως εκ τούτου, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν προβλήθηκε ισχυρισμός και κατ’ επέκταση δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

39.         Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν επικαλείται κατά βάσιμο τρόπο, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

40.         Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], ή ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της [βλ. άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

41.         Ως προς την υπαγωγή του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, επισημαίνω τα κατωτέρω. Ιδίως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

42.         Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Εν προκειμένω, με βάση τις ανωτέρω πηγές δεν προκύπτει να λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

43.         Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

44.         Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ', της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

45.         Λαμβάνοντας υπόψιν τα ανωτέρω ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα δε διακρίνω την ύπαρξη ένοπλης σύρραξης στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πόλη της Kinshasa, ούτε με την καθημερινή του όρου έννοια (ΔΕΕ, C-285/12, Diakité, ημερ. 30/01/2014, σκ. 27-28). Ενόψει της έλλειψης της ουσιώδους αυτής προϋπόθεσης εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, δεν παρίσταται δυνατή η υπαγωγή του Αιτητή στο ανωτέρω άρθρο.

 

46.         Επικουρικώς, λαμβάνοντας υπόψιν το προφίλ του Αιτητού, στο πλαίσιο της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακα Elgafaji (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009) κυρίως δε το γεγονός ότι συνιστά άρρενα, νεαρής ηλικίας, χωρίς προβλήματα υγείας, μορφωμένο ικανό προς εργασία και με κοινωνικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής. Ως εκ τούτου δεν εντοπίζεται κάποιο χαρακτηριστικό επίτασης κινδύνου στην περίπτωση του Αιτητή.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητού και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

                                                        Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] State Department, DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO 2023INTERNATIONAL RELIGIOUS FREEDOM REPORT, διαθέσιμο σε https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/04/547499-CONGO-DEM-REP-2023-INTERNATIONAL-RELIGIOUS-FREEDOM-REPORT.pdf, [ημερ. πρόσβ. 28/02/2025].

[2] Gov.uk, Foreign travel advice Democratic Republic of the Congo, διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/democratic-republic-of-the-congo/safety-and-security, [ημερ.πρόσβασης 10/06/2025]

[3] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/, καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση:https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html, USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf, και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο, [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]

[4] ACLED, Democratic Republic of Congo, Fourth Quarter 2021: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 30 Μαΐου 2022, https://www.ecoi.net/en/file/local/2074522/2021q4DemocraticRepublicofCongo_en.pdf [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]

[5] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 06/10/2022 - 06/10/2023, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Kinshasa] https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]

[6] Human Rights Watch -HRW, DR Congo: Investigate Prison Deaths, Sexual Violence, 6 September 2024, https://www.hrw.org/news/2024/09/06/dr-congo-investigate-prison-deaths-sexual-violence [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]

[7] Macrotrends.net, Kinshasa, Republic of Congo Metro Area Population 1950-2023, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population, [ημερ. πρόσβασης 10/06/2025]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο