S.A.J. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2323/2023, 20/6/2025
print
Τίτλος:
S.A.J. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2323/2023, 20/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  2323/2023

20 Ιουνίου, 2025

[Ε.ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 Συντάγματος

Μεταξύ:

S.A.J., 

από Νιγηρία

                                                                         Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου

                                            Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόρος για Αιτητή: Π. Μπενέτης (κος), για Αλ Ταχέρ Μπενέτης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Ν. Κουρσάρης (κος), για Ν. Κωνσταντίνου (κος), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 31.05.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για άσυλο, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των

γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, την οποία εγκατέλειψε στις 04.10.2022 και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών, υποβάλλοντας αίτηση ασύλου στις 17.10.2022.  Στις 16.05.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EUAA, πρώην EASO, στο εξής αναφερόμενη ως «ΕUAA»), ο οποίος υπέβαλε στις 30.05.2023 Έκθεση/Εισήγηση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 31.05.2023 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 19.06.2023 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου που έφερε την ίδια ημερομηνία. Την απόφαση αυτή αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, μέσω των συνηγόρων του προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση των ισχυρισμών περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση, υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών περιστατικών της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εφαρμόζοντας το Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη.  Συμπληρώνουν ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν στοιχειοθετούν οποιοδήποτε λόγο ακυρότητας και δεν αποσείουν το βάρος απόδειξης το οποίο βαραίνει τον ίδιο, υποστηρίζοντας καταληκτικά ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 
Αξιολόγηση εκατέρωθεν ισχυρισμών και καταληκτικά συμπεράσματα

 

Καταρχάς, επισημαίνω ότι ο ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσας έρευνας, συναρτάται και διασυνδέεται με την ίδια την ουσία της υπόθεσης και ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[1], θα προχωρήσω στην εξέταση  της ουσίας της υπόθεσης, σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό αυτόν.

 

Επί τούτου, επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στο πλαίσιο ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου.  Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα.  Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[2].

 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Στο πλαίσιο της υποβληθείσας αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ένεκα των προβλημάτων που προέκυψαν ακολούθως του θανάτου του πατέρα του (ο πατέρας του ήταν ο παραδοσιακός βασιλιάς – αρχηγός της Agbor), της αδελφής του και του συζύγου της.  (βλ. ερ. 1 δ.φ.)

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής ανέφερε σχετικά με το προσωπικό του προφίλ ότι γεννήθηκε στη πόλη Agbor, της πολιτείας Delta της Νιγηρίας όπου και διέμενε μέχρι το 2007. Ακολούθως εγκατέλειψε τη Νιγηρία για να εισέλθει για πρώτη φορά στη Κυπριακή Δημοκρατία, όπου και διέμεινε μέχρι το 2013 και έπειτα επέστρεψε στην Agbor όπου έζησε έως τη στιγμή που έφυγε από τη Νιγηρία στις 04.10.2022 (βλ. ερ. 47 δ.φ.). Ως περαιτέρω δήλωσε, κατά τη παραμονή του στη Κύπρο τη πρώτη φορά, νυμφεύτηκε το 2009 με Ευρωπαία Υπήκοο και δή απο την Δημοκρατία της Τσεχίας, με την οποία όμως βρίσκεται σε διάσταση και επιθυμεί να ξεκινήσει διαδικασίες διαζυγίου σύντομα. Η σύζυγος του, ως ανέφερε, έχει επιστρέψει πλέον στη χώρα καταγωγής της, ήτοι τη Τσεχία (Ερ. 50). Δήλωσε επίσης ότι είχε ένα παιδί το οποίο απεβίωσε έπειτα από επίθεση που δέχθηκε η οικογένεια του το 2002 στη πολιτεία Delta της Νιγηρίας. Στην ίδια επίθεση σκοτώθηκαν επίσης ο πατέρας του, η αδελφή του και ο σύζυγος της αδελφής του (Ερ. 48). Ως δήλωσε, δεν έχει άλλους εν ζωή συγγενείς στη Νιγηρία καθώς και η μητέρα του απεβίωσε πριν αποβιώσουν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας του, λόγω ασθενείας (Ερ. 48). Δήλωσε ότι έχει έναν ξάδερφο ο οποίος διαμένει στη Δανία  και έναν αδελφό του πατέρα του στη Νιγηρία που όμως δεν γνωρίζει συγκεκριμένα τη πόλη που διαμένει(Ερ.48). Ως προς την εκπαίδευση του, ανέφερε ότι φοίτησε και ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Agbor το 2000, ενώ ως προς την εργασία του, δήλωσε ότι τη χρονική περίοδο 2001 – 2002 εντάχθηκε στο δυναμικό ασφαλείας μιας τράπεζας και ότι από το 2003 – 2007 ασχολήθηκε με την αγορά και μεταπώληση γης.  Ερχόμενος στην Κύπρο το 2007 και για 4 χρόνια εργάστηκε ως φρουρός ασφαλείας (security) σε εταιρεία ανακυκλώσιμων υλικών, ενώ επιστρέφοντας στην Agbor της Νιγηρίας δεν εργάστηκε ποτέ ξανά (βλ. ερ. 51, 48 δ.φ.).

Ως προς την ουσία του αιτήματός του και τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι έπραξε αυτό κατόπιν ενός περιστατικού που συνέβηκε τον Φεβρουάριο του 2022 κατά το οποίο σκοτώθηκαν ο πατέρας του, η αδελφή του και ο σύζυγός της, καθώς και το παιδί του (Ερ. 46). Ως συγκεκριμένα επεξήγησε, το  περιστατικό ξεκίνησε όταν ο πατέρας του αρνήθηκε να παραχωρήσει ένα τεμάχιο γης σε έναν άλλο αρχηγό για να το μοιραστούν οι υπόλοιποι αρχηγοί της κοινότητας, αφού το συγκεκριμένο τεμάχιο γης ο πατέρας του, το διατηρούσε για την κοινότητα. Αυτό ήταν το γεγονός σύμφωνα με τον Αιτητή που δημιούργησε και το πρόβλημα στο παλάτι, καθώς σύμφωνα με τον ίδιο, ο αρχηγός αυτός όταν έλαβε αρνητική απάντηση από τον πατέρα του μετέφερε κάποιους άντρες στο σπίτι του πατέρα του και τους ενημέρωσε ότι εάν ο πατέρας του αρνηθεί τη πρόταση του να μοιραστούν οι αρχηγοί της κοινότητας το συγκεκριμένο τεμάχιο γης τότε θα έπρεπε να τον σκοτώσουν και να καταστρέψουν όλη του τη περιουσία (Ερ. 46). Ως εξήγησε, αρχικά δεν έλαβαν σοβαρά υπόψη την απειλή, μετά όμως από 2-3 μέρες πήγαν στο σπίτι της αδελφής του και την απήγαγαν μαζί με τον σύζυγό της, τον πατέρα του και το παιδί του(Ερ. 46). Τους μετέφεραν στους θάμνους όπου και σκότωσαν την αδερφή του χρησιμοποιώντας μαχαίρι με το οποίο της αφαίρεσαν τα γεννητικά όργανα. Ακολούθως, σκότωσαν τον πατέρα του και το παιδί του, γεγονότα τα οποία κατέγραψαν σε βίντεο και τα έστειλαν στον ίδιο. Έπειτα, του τηλεφώνησαν και του είπαν ότι δεν ήθελαν κανέναν ζωντανό από την οικογένειά του δηλώνοντας του παράλληλα ότι όπου και να πήγαινε θα τον έβρισκαν.  Ο Αιτητής, βλέποντας και το βίντεο το οποίο παρουσίαζε τις ειδεχθείς δολοφονίες των μελών της οικογένειάς του, αποφάσισε να ταξιδέψει στην Κύπρο, προκειμένου να ζήσει με ασφάλεια (βλ. ερ. 46 δ.φ.)

 

Ερωτηθείς κατά πόσο είχε οτιδήποτε άλλο να προσθέσει, επανέλαβε ξανά ότι μετά το περιστατικό αυτό έλαβε απειλητικά βίντεο και τηλεφωνήματα ότι δεν επιθυμούν κανένας από την οικογένεια του να επιβιώσει και ότι αναζητούν και τον ίδιο.

 

Κατά τη διερεύνηση των ισχυρισμών του μέσω της υποβολής περαιτέρω ερωτήσεων από το λειτουργό της EUAA (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός») ο Αιτητής ανέφερε, ότι καθώς είναι και ο μόνος που κληρονομεί το αξίωμα του πατέρα του, αφού ο πατέρας του πλέον έχει αποβιώσει, φοβάται να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει ούτε να κληρονομήσει οτιδήποτε από τον πατέρα του. Ως προς τα πιστοποιητικά θανάτου της οικογένειας του, δήλωσε ότι δεν τα κατέχει αλλά ούτε και γνωρίζει αν στην Αφρική εκδίδονται  τέτοια πιστοποιητικά (Ερ. 45).

 

Κληθείς να εξηγήσει το αξίωμα του πατέρα του, ανέφερε ότι ο πατέρας του ήταν ο βασιλιάς της κοινότητας Alihagwu στην πόλη Agbor της πολιτείας Delta, αξίωμα το οποίο κληρονόμησε από τον πατέρα του. Πρόσθεσε πως οι αναφορές του σε αρχηγό της κοινότητας είναι το ίδιο με τις αναφορές του ως βασιλιάς της κοινότητας (Ερ. 42). Ακολούθως ρωτήθηκε κατά πόσο υπάρχει κάποιο άρθρο που να επιβεβαιώνει τον θάνατο του πατέρα του, τον Φεβρουάριο του 2022, με τον Αιτητή να τοποθετείται θετικά επιβεβαιώνοντας στη συνέχεια ότι ο θάνατος του πατέρα του δημοσιεύθηκε στις ειδήσεις (βλ. ερ. 44).

 

Στη συνέχεια ρωτήθηκε ο Αιτητής πως ήλθε στην κατοχή του το βίντεο που προανάφερε, με τον ίδιο να δηλώνει ότι «Its the herdsmene, who killed my family. When the incident happened, it is my friend that find it and saw[3] it to me», (βλ. ερ. 44). Στην επισήμανση του λειτουργού ασύλου ότι νωρίτερα ο Αιτητής είχε δηλώσει ότι το βίντεο στάλθηκε στον ίδιο, ο Αιτητής δήλωσε «They sent it to me and also my friend sent it to me. It was everywhere in Facebook». Ερωτηθείς ως προς το πότε και με ποιον τρόπο έλαβε το βίντεο αυτό, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν ξέρει πως βρήκαν το τηλέφωνό του, προσέθεσε ωστόσο ότι «We are popular» και ότι ο καθένας μπορεί να έχει τον αριθμό τους. Ως δήλωσε, το έστειλαν στον ίδιο στο Whats App, επαναλαμβάνοντας ότι δημοσιεύθηκε επίσης στο Facebook και ότι ο ίδιος το έλαβε πέντε ημέρες μετά το περιστατικό, τοποθετώντας το περιστατικό κατά τον μήνα Μάρτιο. Σε επισήμανση του Λειτουργού ότι μέχρι εκείνη την στιγμή ο Αιτητής αναφερόταν στον Φεβρουάριο και όχι Μάρτιο, ο Αιτητής δήλωσε ότι η οικογένειά του απήχθη στις 05.03.2022, διευκρινίζοντας ότι το περιστατικό άρχισε από τον Φεβρουάριο. Ως προς το ποιο περιστατικό άρχισε τον Φεβρουάριο, ο Αιτητής δήλωσε ότι αναφέρεται στον άλλο αρχηγό που πήγε στον πατέρα του και του είπε ότι θα πρέπει να μοιραστεί την γη της κοινότητας. Διευκρίνισε και πάλι στη συνέχεια ότι η οικογένεια του απήχθη στις 05.03.2022 και δολοφονήθηκε την ίδια ημέρα. Ως επίσης δήλωσε, δύο ημέρες μετά την δημοσίευση του βίντεο στο Facebook έλαβε ένα τηλεφώνημα στο οποίο του είπαν να θεωρεί τον εαυτό του νεκρό και ότι θα τον σκοτώσουν όπως σκότωσαν και τον πατέρα του. Ερωτηθείς ως προς το ποια ήταν τα πρόσωπα που του τηλεφώνησαν ο Αιτητής είπε ότι ήταν αυτοί που σκότωσαν την οικογένειά του και τους οποίους «they call them the herdsmen», ωστόσο ο ίδιος δεν τους έχει δει.

 

Ερωτηθείς γιατί εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του το 2007 και εισήλθε στη Κυπριακή Δημοκρατία για πρώτη φορά, ο Αιτητής ανέφερε ότι ήρθε σαν ταξιδιώτης και ότι δεν υπήρχε κάποια σύνδεση με το πρόβλημα που τώρα αντιμετωπίζει. Επέστρεψε στη χώρα καταγωγής του το 2013 έπειτα από τηλεφώνημα που έλαβε απο τον πατέρα του, καθώς ως ο μόνος κληρονόμος του αξιώματος έπρεπε να παρακολουθεί και να τον βοηθά σε δραστηριότητες όπως να μεταφέρει μηνύματα και αντικείμενα και να αγοράζει διάφορα αντικείμενα κλπ. (ερ. 42 του δ.φ.). Ανέφερε ότι ο πατέρας του ήταν ήδη ο βασιλιάς της κοινότητας κατά το 2007- όταν ο Αιτητής εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του για πρώτη φορά- αφού υπήρξε βασιλιάς της κοινότητας τους για περισσότερο από 23 χρόνια.

 

Πρόσθεσε ότι από την ημέρα που απεβίωσε ο πατέρας του δεν έχει αντικατασταθεί η θέση του αξιώματός του στη κοινότητα καθώς είναι αξίωμα που κληρονομείται από γενιά σε γενιά- εξήγησε δε ότι ο βασιλιάς ήταν ο παππούς του, όταν απεβίωσε τον αντικατέστησε ο πατέρας του και τώρα που έχει αποβιώσει και ο πατέρας του θα πρέπει το αξίωμα να το κληρονομήσει ο ίδιος ο οποίος όμως φοβάται να επιστρέψει αφού ισχυρίζεται ότι θα τον σκοτώσουν. Ως περαιτέρω δήλωσε, αν δεν επιστρέψει για να αναλάβει τη βασιλεία της κοινότητας, δεν θα αντικατασταθεί από κανέναν.

 

Δήλωσε ότι η πολιτεία Delta έχει τρία βασίλεια ενώ ως προς το ποιες ήταν οι υποχρεώσεις του πατέρα του ως βασιλιά της κοινότητας ο Αιτητής ανέφερε ότι έλυνε προβλήματα εντός της κοινότητας και να απονέμει  δικαιοσύνη (ερ. 42 του δ.φ.). Ακολούθως διευκρίνισε ότι το όνομα του πατέρα του είναι Oghokje και το όνομα του βασιλείου είναι Alihagwu.

 

Σχετικά με το τεμάχιο γης για το οποίο ξεκίνησε η διαμάχη ο Αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του δεν ήθελε να διανέμει το συγκεκριμένο τεμάχιο αφού το κρατούσε για κάποια ανάπτυξη προς όφελος της κοινότητας, όπως για παράδειγμα την ανέγερση κάποιας αγοράς (ερ. 41-40 του δ.φ.).

 

Κληθείς να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τον άνθρωπο που στράφηκε εναντίον του πατέρα του ο Αιτητής ανέφερε ότι ήταν αρχηγός που ερχόταν στο παλάτι και εργαζόταν για τον πατέρα του. Σύμφωνα με τον Αιτητή η διαμάχη κλιμακώθηκε όταν ο πατέρας του αρνήθηκε την πρόταση του αρχηγού να πωλήσει τη γη που άνηκε στη κοινότητα για δικό του όφελος (ερ. 40 του δ.φ.). Η κοινότητα χωρίστηκε σε δύο μέρη, ακολούθησαν συνεχιζόμενες εξεγέρσεις, μάχες και απώλειες.

 

Όταν άρχισε το περιστατικό ο ίδιος βρισκόταν έξω από το παλάτι (όπου διέμενε) όταν άκουσε τα νέα για το συνέβη και δεν επέστρεψε στο παλάτι αλλά μετακόμισε στην πόλη Edo όπου φιλοξενείτο από έναν φίλο του από τον Μάρτιο του 2022 μέχρι τον Οκτώβριο του 2022 όταν και εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του (ερ. 39 του δ.φ.)

 

Ερωτηθείς ως προς το τι φοβάται σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα σκοτωθεί, καθώς ο ίδιος είναι διάσημο πρόσωπο και σίγουρα θα τον βρουν.

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, παρατηρώ ότι ο Λειτουργός διαχώρισε τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς:

 

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός από τον Λειτουργό καθώς, ως κρίθηκε, στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία.

 

Ο δεύτερος αφορούσε τον ισχυρισμό του Αιτητή περί εγκατάλειψης της Νιγηρίας καθώς η ζωή του κινδύνευε από τα άτομα που δολοφόνησαν τα μέλη της οικογένειάς του.  Αναφορικά με τον συγκεκριμένο ισχυρισμό, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ουσιαστικές και αξιόπιστες πληροφορίες που να άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του, ενώ οι απαντήσεις του χαρακτηρίζονταν από γενικότητα, ασάφεια και έλλειψη εσωτερικής συνοχής. Ειδικότερα, τα στοιχεία που παρέθεσε αναφορικά με την ιδιότητα του πατέρα του ως βασιλιά ή αρχηγού της κοινότητας αξιολογήθηκαν ως ελλιπή, καθώς ο Αιτητής αδυνατούσε να προσδιορίσει τη χρονική διάρκεια της εν λόγω ιδιότητας, ενώ ως προς τα καθήκοντα του πατέρα του περιορίστηκε να αναφέρει γενικά ότι επιλυόταν τα προβλήματα εντός της κοινότητας (βλ. ερ. 42 δ.φ.).

 

Περαιτέρω, ο Λειτουργός έκρινε ως μη συνεκτικές τις δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τα πρόσωπα που απήγαγαν και δολοφόνησαν τον πατέρα, την αδελφή και το τέκνο του, καθώς και αναφορικά με το βίντεο που, κατά τους ισχυρισμούς του, απεικόνιζε τους φόνους. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει τα πρόσωπα που διέπραξαν τις δολοφονίες, καθόσον, όπως δήλωσε, ουδέποτε τα είδε. Δεν γνώριζε, επιπλέον, ποιο ή ποια πρόσωπα ανήρτησαν το επίμαχο βίντεο στο διαδίκτυο, ούτε ήταν σε θέση να κατονομάσει εκείνον που του το απέστειλε (βλ. ερ. 45–43 δ.φ.).

 

Ο Λειτουργός επισήμανε πρόσθετα ότι οι αναφορές του Αιτητή ως προς το πού βρισκόταν κατά τον χρόνο του φερόμενου καυγά αξιολογούνται ως ανεπαρκείς, καθώς περιορίστηκε να δηλώσει ότι, μόλις πληροφορήθηκε την εκδήλωσή του μέσω των ειδήσεων, αποφάσισε να μην επιστρέψει στην κοινότητα και μετέβη στην πολιτεία Edo, όπου διέμεινε στην οικία φίλου του έως την έκδοση της θεώρησης εισόδου (βλ. ερ. 39 δ.φ.).

 

Σχετικά με την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού, o Λειτουργός ανατρέχοντας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης παρέθεσε πληροφορίες για τους παραδοσιακούς αρχηγούς αλλά και για τους σημερινούς μονάρχες και το σημαίνοντα ρόλο τους ως προς τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομίας. Ωστόσο, συνεπεία της αδυναμίας του Αιτητή να παραθέσει συγκεκριμένες λεπτομερείς και συνεκτικές πληροφορίες, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε. (βλ. ερ. 89 δ.φ.)

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών του στοιχείων, που αποτελούσε και το μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός, ο Λειτουργός επισήμανε ότι δεν συνέτρεχαν εύλογοι λόγοι να γινόταν αποδεκτό ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του, θα κινδύνευε με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Επισημάνθηκε ότι επρόκειτο για άτομο ενήλικο, μορφωμένο, ικανό προς εργασία και που δεν παρουσίαζε θέματα ευαλωτότητας καθώς και ότι στη πολιτεία Delta στην οποία αναμενόταν να επέστρεφε, δεν παρατηρούνταν συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Κρίθηκε συνεπώς ότι ο Αιτητής κατά την εκεί επιστροφή του, δεν θα αντιμετώπιζε δίωξη η πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης (βλ. ερ. 89-88 δ.φ.).

 

Κατά τη Νομική Ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με το Άρθρο 1Α 2 της συνθήκης της Γενεύης και του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 αφού δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο του Αιτητή τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.  Όσον αφορά την υπαγωγή του στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας ο λειτουργός ανέφερε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 καθώς ο Αιτητής εάν επέστρεφε στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) ή να υφίστατο βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (β).  Κρίθηκε περαιτέρω αναφορικά με το άρθρο 19 (2) (γ), ότι ο Αιτητής επιστρέφοντας στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτής άσκησης βίας σε συνθήκες ένοπλης σύρραξης (βλ. ερ. 87-86 δ.φ.).

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του Λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

 

Καταρχάς, συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αξιοπιστία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι.

 

Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη Νιγηρία επειδή η ζωή του κινδύνευε από τα άτομα που σκότωσαν την οικογένειά του, συμφωνώ και συντάσσομαι με την αξιολόγηση του Λειτουργού περί έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή, την οποίαν κρίνω ως ορθή και τεκμηριωμένη. Πράγματι, η αφήγηση του Αιτητή χαρακτηρίζεται από ουσιώδεις ασάφειες, γενικόλογες αναφορές και μη επαρκείς απαντήσεις, γεγονός που καθιστά αδύνατο τον σχηματισμό πεποίθησης ως προς την αληθοφάνεια των γεγονότων που επικαλείται.

 

Πέραν των παρατηρήσεων που διατύπωσε ο Λειτουργός, κρίνω σκόπιμο να επισημάνω επιπρόσθετες ελλείψεις που εντοπίζονται στο αφήγημα του Αιτητή. Καταρχάς, ο Αιτητής υποστήριξε ότι διωκόταν από τα άτομα που ήταν υπεύθυνα για τον θάνατο της οικογένειάς του, πλην όμως ουδέποτε κατονόμασε συγκεκριμένα πρόσωπα, περιοριζόμενος στη χρήση γενικών όρων όπως «Fulani» (Φουλάνι), «Herdsmen» (κτηνοτρόφοι) και «terrorists» (τρομοκράτες) (βλ. ερ. 45–44 δ.φ.). Επιπλέον, παρέλειψε να παραθέσει κρίσιμες πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο σκοτώθηκαν τα μέλη της οικογένειάς του, τις ενέργειες των δραστών κατά τον χρόνο του περιστατικού, αλλά και τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις των θυμάτων, ήτοι του πατέρα, της αδελφής και του παιδιού του. Δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, είχε δει το σχετικό βίντεο με τις δολοφονίες, αναμενόταν να μπορεί να περιγράψει με μεγαλύτερη σαφήνεια τις συνθήκες υπό τις οποίες επήλθε ο θάνατός τους (βλ. ερ. 46, 44 δ.φ.).

 

Περαιτέρω, εντοπίζονται αντιφάσεις και ασυνέπειες που εντείνουν την αμφισβήτηση της αξιοπιστίας του ισχυρισμού του. Αρχικά, ενώ στο πρώτο μέρος της συνέντευξης, κατά την παρουσίαση των προσωπικών του στοιχείων, υποστήριξε ότι μεταξύ των θυμάτων περιλαμβανόταν ο πατέρας, το παιδί, η αδελφή και ο σύζυγος της τελευταίας, στη συνέχεια ανέφερε ότι δολοφονήθηκαν μόνο ο πατέρας, το παιδί και η αδελφή του (βλ. ερ. 48, 46 δ.φ.). Επιπρόσθετα, κατά την ελεύθερη αφήγηση, δήλωσε ότι η απαγωγή της οικογένειάς του συνέβη δύο με τρεις ημέρες μετά την άρνηση του πατέρα του να εκχωρήσει γη σε άλλους αρχηγούς. Ωστόσο, αλλού ανέφερε ότι μετά την άρνηση του πατέρα του, ξέσπασε καυγάς και δύο με τρεις ημέρες αργότερα επήλθε η απαγωγή (βλ. ερ. 46, 39–28 δ.φ.). Περαιτέρω, εμφανίζονται αποκλίνουσες εκδοχές ως προς τη λήψη του βίντεο: αρχικά ισχυρίστηκε ότι το βίντεο με τις δολοφονίες του το απέστειλαν, ενώ σε μεταγενέστερη απάντηση ανέφερε ότι το βρήκε φίλος του και του το έδειξε. Όταν επισημάνθηκε η αντίφαση αυτή, επιχείρησε να συνδυάσει τα δύο σενάρια, ισχυριζόμενος ότι συνέβησαν αμφότερα, προσθέτοντας ότι το βίντεο αναρτήθηκε και σε πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης (βλ. ερ. 46, 44 δ.φ.).

Τέλος, διαπιστώνεται ασυνέπεια ως προς τον χρόνο του επίμαχου γεγονότος: αρχικά ανέφερε ότι ο θάνατος των μελών της οικογένειάς του έλαβε χώρα το 2002· στη συνέχεια τοποθέτησε το γεγονός στον Φεβρουάριο του 2022, ακολούθως απλώς στο 2022, ενώ στο τελικό στάδιο της συνέντευξης το τοποθέτησε στον Μάρτιο του 2022 (βλ. ερ. 48, 46–45, 43 δ.φ.).

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή, δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού αυτού εκ της αοριστίας, της γενικότητας και της αντιφατικότητας που χαρακτηρίζει το αφήγημα του Αιτητή δεν προκύπτει ανάγκη για εξέταση της εξωτερικής τους συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Επί τούτου, σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο εγχειρίδιο της EASO (νυν EUAA), Evidence and credibility assessment in the context of  the  Common  European  Asylum  System[4], σελ. 169 όπου  διαλαμβάνονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

 

«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds.»

 

Βλέπε σχετικώς και τα όσα αναφέρθηκαν επί του ζητήματος τούτου στην   πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην FERDINAND EBELE EWELUKWA v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023, 31.10.2024.

 

Πρόσθετα των ανωτέρω, παρατηρώ ότι ο Αιτητής, κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία, προσκόμισε υποστηρικτικά έγγραφα με σκοπό να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του, τα οποία ο Λειτουργός κατέγραψε μεν, ωστόσο δεν προέβη σε καμία αξιολόγηση αυτών. Η παράλειψη αυτή συνιστά ουσιώδη πλημμέλεια της διοικητικής κρίσης, καθώς η διοίκηση φέρει την υποχρέωση να αξιολογεί μεμονωμένα και σε συνδυασμό όλα τα σχετικά στοιχεία που τίθενται ενώπιόν της, περιλαμβανομένων και των εγγράφων που φέρει ο Aιτητής προς θεμελίωση των ισχυρισμών του. Η παράλειψη εξέτασης των εγγράφων αντιβαίνει στην υποχρέωση διενέργειας πλήρους και αντικειμενικής ατομικής εξέτασης της αίτησης, η οποία αποτελεί δομικό πυλώνα της διαδικασίας διεθνούς προστασίας, καθιστώντας την πρωτοβάθμια κρίση ελλιπή και δυνάμενη να επηρεάσει την ουσία της απόφασης, θεμελιώνοντας κατ' αρχήν λόγο ακυρότητας περί έλλειψης δέουσας έρευνας. Ως εκ τούτου ο συναφής ισχυρισμός του Αιτητή, επιτυγχάνει.

 

Ωστόσο, ενόψει της διευρυμένης εξουσίας που κατέχει το παρόν Δικαστήριο για πλήρη και επικαιροποιημένο έλεγχο, θα προχωρήσω να εξετάσω τα έγγραφα που προσκόμισε ο ΑιτητήςΕπί τούτου, σημειώνω ότι ο Αιτητής προσκόμισε  τα εξής έγγραφα:

 

(α) Δέσμη φωτοαντιγράφων τα οποία ο Αιτητής προσκόμισε ενώπιον του Λειτουργού  κατά την ημερομηνία της συνέντευξης (βλ. ερ. 60-57 δ.φ.)

 

(β) Αντίγραφο στιγμιότυπου οθόνης από βίντεο το οποίο ο Αιτητής απέστειλε ακολούθως της διεξαγωγής της συνέντευξης (βλ. ερ. 61)

 

(γ) Δέσμη φωτοαντιγράφων τα οποία ο Αιτητής απέστειλε ακολούθως της διεξαγωγής της συνέντευξης (βλ. ερ. 69-62)

 

Αξιολογώντας τα έγγραφα αυτά, επισημαίνω ότι ως προς τα έγγραφα που εντοπίζονται υπό (α) ανωτέρω, αυτά αφορούν αντίγραφα φωτογραφιών χαμηλής ευκρίνειας στα οποία απεικονίζονται πολίτες και στρατιώτες, τα πρόσωπα των οποίων δεν διακρίνονται, κατεστραμμένα σπίτια και αμάξια. Το υπό (β) έγγραφο, αποτελεί αντίγραφο στιγμιότυπου οθόνης, μη ευκρινές, όπου παρουσιάζονται τραυματίες και σκοτωμένοι, με ανέφικτη την αναγνώριση των εικονιζόμενων. Η αποδεικτική αξία των εγγράφων αυτών είναι εξαιρετικά χαμηλή λαμβάνοντας υπόψιν το μη ευκρινές περιεχόμενό τους ως επίσης και του γεγονότος ότι αυτά δεν μπορούν να διασταυρωθούν και εξεταστούν μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης.  Κατά τα λοιπά, αποτελούν επιβεβαίωση των ισχυρισμών του Αιτητή, χωρίς να εισφέρουν περαιτέρω στοιχεία προς επίρρωση της αξιοπιστίας του.  Δεν δύνανται λοιπόν αυτά, δίχως άλλο να επιβεβαιώσουν τους ισχυρισμούς του Αιτητή περί των καταστροφών του προέκυψαν από τη σύγκρουση που ξέσπασε λόγω της διαφωνίας του πατέρα του με τον άλλο αρχηγό και τη μετέπειτα αυτής δολοφονία της οικογένειάς του και να αναπληρώσουν την έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του Αιτητή, ως αυτή εντοπίστηκε ανωτέρω.

 

Ως προς τα υπό (γ) έγγραφα, αυτά αφορούν, κατά τα λεγόμενα του Αιτητή, φωτογραφίες του πιστοποιητικού γάμου του με Ευρωπαία πολίτη στις 25.05.2009 στο χωριό Λύση της Κύπρου ως επίσης και φωτογραφίες που απεικονίζουν τον πατέρα του.  Επισημαίνω ότι τα έγγραφα αυτά δεν σχετίζονται με τον πυρήνα του αιτήματός του και ουδόλως δύναται να ενισχύσουν ή να προσθέσουν οτιδήποτε στην κρίση περί αξιοπιστίας του ισχυρισμού του ως προς τη δίωξή του από τα άτομα που σκότωσαν τα μέλη της οικογένειάς του. 

 

Καταλήγω συνεπώς ότι ο δεύτερος αυτός ισχυρισμός του Αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και αυτός απορρίπτεται για τους λόγους που έχουν ανωτέρω επεξηγηθεί.

 

Έχοντας πλέον αξιολογήσει τα αποδεικτικά στοιχεία που έχω ενώπιόν μου και εξακριβώσει τα πραγματικά περιστατικά που περιβάλλουν την υπό εξέταση υπόθεση, προχωρώ στη νομική αξιολόγηση των προϋποθέσεων χορήγησης διεθνούς προστασίας και κατά πόσο αυτές πληρούνται στην υπό εξέταση υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ουσιώδεις ισχυρισμούς.

 

Χρήσιμη είναι η επαναφορά στην μνήμη των προνοιών του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου δυνάμει του οποίου:

 

«3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5»

 

Υπό το φως των προλεχθέντων και του ισχυρισμού περί προσωπικών στοιχείων του Αιτητή που έγινε αποδεκτός από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία.  Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:

 

«το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβη» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[5] ότι συνιστούν:

 

«(…) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[6], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

Όπως επίσης διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[7] :

 

 «33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[8] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι της πόλης Agbor, της πολιτείας DeltaΑπό την έρευνα αυτή, προέκυψαν τα ακόλουθα:

 

·         Σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP).  Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ των ISWAP και Boko Haram. Από το 2014, η Πολυεθνική Κοινή Ομάδα Εργασίας -η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, το Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία- έχει παρέμβει στη σύγκρουση προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[9]

 

·         Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 08.06.2024 και 06.06.2025 στην πολιτεία Delta  της Νιγηρίας, καταγράφηκαν συνολικά 201 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 117 ανθρώπων. Πιο αναλυτικά, 72 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 80 θύματα), 54 ως διαδηλώσεις (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 5 ως στρατηγικές εξελίξεις (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 53 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 29 θύματα), 2 ως εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες) και 15 ως ταραχές/εξεγέρσεις (με 8 θύματα)[10]  Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της πολιτείας Delta το 2022 ανερχόταν σε 5.636.100 κατοίκους[11].

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, στον τελευταίο τόπο διαμονής του και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή.  Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άντρας, υγιής, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας.  Ο Ατητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς

κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψιν μου ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 31.05.2024 (Κ.Π.Δ. 191/2024), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Με βάση συνεπώς το σύνολο των στοιχείων ενώπιόν μου, όπως έχω αναλύσει ανωτέρω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Ενόψει, ωστόσο, της κατάληξής μου αναφορικά με την πάσχουσα νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, θεωρώ ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην επιδικάσω έξοδα. Υπό το φως της ανάλυσης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, ως έχει παρατεθεί ανωτέρω, αυτή επικυρώνεται ως προς την κατάληξή της, ήτοι ότι η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 

 

 



[1] Βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, N. 73(I)/2018

[2] Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010

[3] Πιθανότητα εννοεί «send»

[4] Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System' (2023), 136 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 08.11.2024)

[5] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland

[6] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011

[7] Απόφαση στην υπόθεση C465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ;κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

[8] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).

[9]  RULAC, 'Non - international Armed Conflicts in Nigeria', 2023, διαθέσιμο στοNon-International Armed Conflicts in Nigeria | Rulac (ημερτελευταίας πρόσβασης στις 11/06/2025)

[10] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 11/06/2025)

[11] Citypopulation, 'Delta (State, Nigeria), διαθέσιμο στοNigeria: States & Agglomerations - Population Statistics, Maps, Charts, Weather and Web Information (ημερτελευταίας πρόσβασης στις 11/06/2025)

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο