F. D. T. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2400/2024, 18/6/2025
print
Τίτλος:
F. D. T. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2400/2024, 18/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 2400/2024

 18 Ιουνίου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

F. D. T.(ARC….)  από Καμερούν και τώρα Λευκωσία

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                               Καθ' ων η Αίτηση

 

Ζώη  Ποντίκη (κα) για ΑΛ ΤΑΧΕΡ ΜΠΕΝΕΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόρος για τον Αιτητή

Αίγλη Κίτσιου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση

Ο Αιτητής είναι παρών (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ο Αιτητής αιτείται δήλωσης  του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 09/05/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 31/05/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000  και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται  στον Αιτητή καθεστώς προστασίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος του Καμερούν και στις 02/09/2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις κατεχόμενες από τη Τουρκία περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αναχώρησε από την χώρα καταγωγής του στις 17/3/2019 και πέρασε στις 11/8/2021 στις ελεύθερες και  ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές.. Στις 04/04/2024 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσής για το Άσυλο (O.E.E.A. , αγγλ. EUAA), ο οποίος στις 25/04/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Ακολούθως, στις 09/05/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας  την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Στις 31/05/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στον Αιτητή. Στις 01/07/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Δια της αίτησης ακυρώσεως του ο Αιτητής, μέσω των συνηγόρων του, προβάλλει πλείονες λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι καταγράφονται με γενικό και αόριστο τρόπο. Κατά την γραπτή του αγόρευση, οι συνήγοροι του Αιτητή, προβάλλουν ότι η Έκθεση-Εισήγηση των καθ' ων η αίτηση πάσχει από ουσιώδεις ελλείψεις και παραλείψεις, χωρίς να διεξαχθεί δέουσα έρευνα, η έλλειψη της οποίας υποστηρίζουν ότι επέφερε πλάνη περί τα πράγματα. Είναι θέση τους ότι ο λειτουργός συσχέτισε την εκδήλωση της ομοφυλοφιλίας του Αιτητή κατά το δυτικό πρότυπο συμπεριφοράς και όχι με την κατάσταση ενός προσώπου του οποίου η εκδήλωση τέτοιου είδους προτιμήσεων ήταν ανέκαθεν απαγορευμένη. Με παραπομπή σε σχετικές πηγές ενημέρωσης, προβάλλουν ότι η ομοφυλοφιλία στην επικράτεια του Καμερούν τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα και τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ Κοινότητας δεν λογίζονται ως ανθρώπινα δικαιώματα. Περαιτέρω, είναι θέση τους ότι οι Καθ΄ ων δεν εφάρμοσαν σωστά το μοντέλο DSSH υπεισέρχοντας σε ερωτήσεις στερεοτυπικές και βασισμένες στην αντίληψη του δυτικού κόσμου περί ομοφυλοφιλίας και εισηγούνται ότι η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις περιπτώσεις προσώπων του αρ. 3(1) Περί Προσφύγων Νόμου με φορέα δίωξης το ίδιο το Καμερούν. Τέλος, ως λόγο ακύρωσης προβάλλουν και την αναρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου που εξέδωσε την απόφαση, αμφισβητώντας την αρμοδιότητα του κου Αγρότη όπως και του λειτουργού CW124 να δρουν ως εξουσιοδοτηθέντες του Υπουργού, λόγω του ότι η εξουσιοδότηση ημερομηνίας 9 Ιουνίου 2022 αφορά μόνο πρόσωπα που είναι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου και σε κανένα σημείο της Ένστασης δεν προκύπτει ότι ο λειτουργός που συνέταξε την Έκθεση/Εισήγηση τελεί με σύμβαση ορισμένου χρόνου.

Η δικηγόρος των Καθ' ων η Αίτηση, με την αγόρευση της , υιοθέτησε την ένσταση και αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

Κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων, ημερομηνίας 02/04/2025 η συνήγορος του Αιτητή απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς πλην αυτού της δέουσας έρευνας.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltdv. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.

Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).

Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα  προσφυγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο του Αιτητή, αυτός είναι ενήλικας από το Καμερούν. Στην αίτησή του για διεθνή προστασία o Αιτητής ισχυρίστηκε τα εξής (σε ελεύθερη μετάφραση): “Έφυγα από τη χώρα μου επειδή ήμουν καταζητούμενος από τους ανθρώπους της γειτονιάς μου, καθώς και από τον συνταγματάρχη ΜΠΑΝΚΟΥΪ, επειδή έλεγαν ότι το σπίτι μας ήταν εστία μαγείας. Μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, αρκετοί άνθρωποι πέθαναν όχι πολύ μακριά από εμάς και, σύμφωνα με αυτούς, οι θάνατοι ήταν αποτέλεσμα μυστικιστικών πρακτικών που προέρχονταν από το σπίτι μας, και πιο συγκεκριμένα από τους παππούδες μου.» (ερ. 1 δ.φ.).

Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι είναι υπήκοος της Δημοκρατίας του Καμερούν. Είναι γεννημένος στη Douala, Περιφέρεια Littoral του Καμερούν, με καταγωγή από την εθνοτική ομάδα Bamileke και καθολικός χριστιανός. Μετά τη γέννησή του μετακόμισε στη Nkongsamba της ίδιας Περιφέρειας, όπου έζησε έως το 2013, και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε εκ νέου στη Douala μέχρι την αναχώρησή του από τη χώρα τον Μάρτιο του 2019. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος και χωρίς παιδιά. Οι γονείς του διαμένουν στη Nkongsamba, ενώ έχει έναν αδελφό που ζει στη Maroua τηε Περιφέρειας του Άπω Βορά και μία αδελφή που ζει επίσης στη Nkongsamba. Περαιτέρω, ως προς το επαγγελματικό του υπόβαθρο, είναι απόφοιτος του Πανεπιστημίου ISTDI στη Douala, όπου σπούδασε λογιστική, ασφάλειες και τραπεζικά, και εργάστηκε ως τεχνικός πληροφορικής στην εταιρεία NEXTTEL Cameroon. Τέλος,  μιλάει γαλλικά και την τοπική γλώσσα Bangangte (ερ.41-44 δ.φ.)  

Αναφορικά με τους κατ’ ιδίαν λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, o Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε το Καμερούν, επειδή η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Εξήγησε ότι είναι ομοφυλόφιλος και πως στο Καμερούν η ομοφυλοφιλία θεωρείται έγκλημα αλλά και μορφή μαγείας. Ο ίδιος συνειδητοποίησε τη διαφορετικότητά του γύρω στην ηλικία των 16 ετών, όταν κατάλαβε ότι δεν έλκεται από τα κορίτσια όπως οι συνομήλικοί του. Κατά τη διάρκεια των πανεπιστημιακών του σπουδών, δημιούργησε στενό δεσμό με έναν συμφοιτητή του, ο οποίος του εκμυστηρεύτηκε ότι ήταν ομοφυλόφιλος, γεγονός που βοήθησε τον Αιτητή να αποδεχθεί τη δική του ταυτότητα. Ο Αιτητής, εν συνεχεία, περιέγραψε τα περιστατικά βίας και απόρριψης που υπέστη. Συγκεκριμένα, στις 16 Δεκεμβρίου 2018, ισχυρίστηκε πως δέχθηκε επίθεση και ξυλοδαρμό από ομάδα ατόμων κοντά στην κατοικία του, όπου κανείς δεν επενέβη εκτός από έναν ηλικιωμένο άνδρα που σταμάτησε την επίθεση. Ο Αιτητής κατάφερε να διαφύγει στο διαμέρισμά του, τραυματισμένος και φοβισμένος, και παρέμεινε κρυμμένος μέχρι να μπορέσει να πάει στο νοσοκομείο. Ο Αιτητής δήλωσε επίσης ότι εκδιώχθηκε από την οικογένειά του όταν ο πατέρας του έμαθε για την ομοφυλοφιλία του μέσω του μεγαλύτερου αδελφού του. Ο πατέρας του τον εξύβρισε, δήλωσε πως μετάνιωσε που γεννήθηκε και είπε ότι αν μπορούσε, θα είχε προκαλέσει άμβλωση. Η μητέρα του συμφώνησε και οι γονείς του τον έδιωξαν από το σπίτι την ίδια ημέρα. Επιπλέον, εξήγησε ότι λόγω της κοινωνικής αντίληψης στο Καμερούν, όπου η ομοφυλοφιλία συνδέεται με τη μαγεία, όταν βρήκε εργασία στην εταιρεία NEXTTEL Cameroon, κυκλοφόρησαν φήμες ότι είχε «πουλήσει την ψυχή του στον διάβολο» για να πετύχει επαγγελματικά, λόγω της σεξουαλικής του ταυτότητας. Ο Αιτητής δήλωσε επίσης ότι φοβάται για τη ζωή του σε περίπτωση επιστροφής στο Καμερούν, ειδικά από την τοπική κοινωνία αλλά και από έναν στρατιωτικό, τον Συνταγματάρχη Bankui. Όπως εξήγησε, είχε σχέση με τον ανιψιό του συνταγματάρχη, τον Feukeng Bostel, ο οποίος σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα όταν προσπαθούσε να τον επισκεφθεί στο ξενοδοχείο όπου κρυβόταν. Μετά τον θάνατό του, η οικογένεια του Bostel ανακάλυψε τη σχέση τους και κατηγόρησε τον Αιτητή ότι τον "έμπλεξε" στην ομοφυλοφιλία, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να τον καταδιώκουν. Όταν ρωτήθηκε αν υπάρχει άλλος λόγος για τον οποίο ζητά διεθνή προστασία, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερ. 38-40 δ.φ.).

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δόθηκε η ευκαιρία στον Αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής του.

Ο Αιτητής επανέλαβε ότι ο λόγος για τον οποίο ζήτησε διεθνή προστασία ήταν η ομοφυλοφιλία του, και διευκρίνισε ότι δεν την ανέφερε κατά την αρχική του αίτηση στις κυπριακές αρχές λόγω φόβου και προκατάληψης. Ο Αιτητής ανέφερε ότι συνειδητοποίησε πλήρως τον σεξουαλικό του προσανατολισμό κατά το δεύτερο έτος του πανεπιστημίου, στην ηλικία των 24 ετών. Πριν από αυτό, αισθανόταν μπερδεμένος και χωρίς σεξουαλική ταυτότητα, καθώς δεν ένιωθε έλξη προς τις γυναίκες και δεν μπορούσε να εξηγήσει τα συναισθήματά του. Στην προσπάθειά του να "πολεμήσει" τις σκέψεις του για την ομοφυλοφιλία, ξεκίνησε μία σύντομη σχέση με μια συμφοιτήτριά του, η οποία διήρκεσε περίπου δύο μήνες. Ο ίδιος παραδέχτηκε ότι δεν ήταν αληθινά αφοσιωμένος σε αυτήν τη σχέση και την έκανε για να αποπροσανατολίσει τους άλλους και να κρύψει την ταυτότητά του. Ο Αιτητής εξήγησε ότι είχε δύο ερωτικές σχέσεις με άνδρες: με τον Tito Brian, συμφοιτητή του, και με τον Feukeng Bostel, συνάδελφό του στην εταιρεία Nexttel Cameroon. Ως προς την σχέση του με τον Tito, ανέφερε ότι ξεκίνησε με φιλία και εξελίχθηκε σε σχέση κατά το τρίτο έτος των σπουδών του, διαρκώντας περίπου 11 μήνες. Από την άλλη, με τον Feukeng γνωρίστηκαν σε ένα επαγγελματικό σεμινάριο το 2014 και ξεκίνησαν ερωτική σχέση στα τέλη του 2014 ή αρχές του 2015. Περνούσαν χρόνο μαζί στο σπίτι του Αιτητή, σε γκέι μπαρ  το οποίο λειτουργούσε ανεπίσημα ως χώρος συγκέντρωσης ομοφυλόφιλων  και φρόντιζαν να κρατούν τη σχέση τους κρυφή. Στις 16 Ιανουαρίου 2019, ο Feukeng πέθανε μετά από τροχαίο ατύχημα, όταν πήγαινε να συναντήσει τον Αιτητή που είχε διωχθεί από το πατρικό του. Μετά τον θάνατό του, η οικογένεια του Feukeng ανακάλυψε τη σχέση τους και κατηγόρησε τον Αιτητή ότι "τον παρέσυρε" στην ομοφυλοφιλία, με αποτέλεσμα να τον καταδιώκουν (ερ. 35-37 δ.φ.).

Αναφορικά με το πρώτο περιστατικό επίθεσης σε βάρος του ο Αιτητής προέβαλε  ότι στις 16 Δεκεμβρίου 2018, επιστρέφοντας στο σπίτι του από μια εκδρομή στην πόλη Kribi, δέχθηκε επίθεση από τουλάχιστον πέντε άνδρες έξω από την πολυκατοικία όπου διέμενε. Εξήγησε ότι ήταν βράδυ, μεταξύ 20:00 και 21:00, και η περιοχή ήταν σκοτεινή χωρίς φωτισμό, καθιστώντας αδύνατο να δει ποιοι ήταν οι δράστες ή από πού προήλθαν. Είπε ότι όταν γύρισε να κοιτάξει πίσω του, οι άνδρες άρχισαν να τον χτυπούν βίαια, τον έριξαν κάτω και τον κλωτσούσαν παντού ενώ προσπαθούσε να προστατεύσει το κεφάλι του. Ο Αιτητής τραυματίστηκε σοβαρά στο δάχτυλο του χεριού του, το οποίο, όπως ανέφερε, «παραλίγο να κοπεί». Κατόπιν. υποβλήθηκε σε θεραπεία στο νοσοκομείο La Quinitini και από τότε ισχυρίστηκε ότι δεν μπορεί να το χρησιμοποιήσει κανονικά, καθώς δεν λυγίζει. Αναφορικά με το κίνητρο της επίθεσης, ο Αιτητής είπε ότι οι άγνωστοι άνδρες τον αποκάλεσαν «βρωμερό ομοφυλόφιλο» κατά τη διάρκεια της επίθεσης. Πιστεύει ότι το περιστατικό σχετίζεται με ένα προηγούμενο γεγονός, όταν ένας γείτονας τον είδε κατά λάθος να έχει σεξουαλική επαφή με τον φίλο του μέσα στο σαλόνι του σπιτιού του. Αν και συνήθως έκλειναν την πόρτα, εκείνη την ημέρα είχε μείνει ανοιχτή, και ο γείτονας τους είδε και φώναξε το όνομά του. Ο Αιτητής θεωρεί ότι ο γείτονας μετέφερε την πληροφορία αυτή σε άλλους, γεγονός που οδήγησε στην επίθεση. Μετά από εκείνο το συμβάν, άρχισε να δέχεται προσβλητικά σχόλια στον δρόμο που σχετίζονταν με την ομοφυλοφιλία. Ο Αιτητής δεν ανέφερε το περιστατικό στην αστυνομία, διότι φοβήθηκε πως αν αποκάλυπτε τον λόγο της επίθεσης, δηλαδή την ομοφυλοφιλία του, θα κινδύνευε να φυλακιστεί, υπογραμμίζοντας ότι η ομοφυλοφιλία στο Καμερούν τιμωρείται με ποινή φυλάκισης από ένα έως πέντε έτη (ερ. 33-34 δ.φ.).

Ο Αιτητής δήλωσε ότι οι γονείς του έμαθαν για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό από τον μεγαλύτερο αδερφό του, ο οποίος είναι χωροφύλακας. Δεν γνωρίζει πώς ακριβώς ο αδερφός του το ανακάλυψε, αλλά ανέφερε ότι αυτό συνέβη δύο ή τρεις εβδομάδες μετά τον ξυλοδαρμό του στην είσοδο του κτιρίου όπου διέμενε (ερ. 31 δ.φ.).

Αναφορικά με το δεύτερο περιστατικό επίθεσης σε βάρος του, ο Αιτητής προέβαλε ότι ο σύντροφός του, ο Feukeng, πέθανε σε τροχαίο ατύχημα. Εξήγησε ότι ο ίδιος δεν ήταν παρών στο περιστατικό, αλλά ενημερώθηκε από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο για το ατύχημα Ο Αιτητής ανέφερε ότι μετά τον θάνατο του Feukeng, η οικογένειά του ανακάλυψε ότι διατηρούσε ομοφυλοφιλική σχέση μαζί του  κάτι που δεν γνώριζαν όσο ο Feukeng ήταν εν ζωή. Επειδή ο Αιτητής ήταν μεγαλύτερος σε ηλικία, η οικογένεια υπέθεσε ότι αυτός τον «παρέσυρε» στην ομοφυλοφιλία. Ο Αιτητής υποστήριξε ότι συγγενείς του Feukeng άρχισαν να διαδίδουν αυτή την πληροφορία και να τον θεωρούν υπεύθυνο για τον σεξουαλικό προσανατολισμό του Feukeng. Ως αποτέλεσμα, ο Αιτητής δήλωσε ότι φοβήθηκε για τη ζωή του και έφυγε από την περιοχή της Ντουάλα. Είπε ότι οι άνθρωποι στη γειτονιά άρχισαν να μαθαίνουν για την ομοφυλοφιλία του και δεν ήξερε πλέον ποιον μπορούσε να εμπιστευτεί. Αν και διευκρίνισε ότι δεν τον καταδίωξαν κυριολεκτικά, ανέφερε ότι τον «αναζητούσαν» για να πάρουν εκδίκηση. Ο Αιτητής δήλωσε ότι ο συνταγματάρχης Bankui, θείος του Feukeng, ήταν το βασικό πρόσωπο που διέδιδε την πληροφορία για τη σεξουαλικότητά του. Πίστευε ότι ο Bankui είχε μεγάλη επιρροή και διασυνδέσεις λόγω της στρατιωτικής του θέσης, αν και δεν μπορούσε να δώσει πληροφορίες για το πού υπηρετούσε ή σε ποιο σώμα ανήκε (ερ. 32-33 δ.φ.).

Τέλος, αναφορικά με την αντιμετώπισή του από την κοινωνία, ο Αιτητής δήλωσε ότι στο Καμερούν, οι απόφοιτοι πανεπιστημίου συνήθως καταλήγουν να εργάζονται ως οδηγοί ταξί, ενώ ο ίδιος κατάφερε να εξασφαλίσει μια καλή εργασία. Αυτό, όπως είπε, οδήγησε τους ανθρώπους γύρω του να τον κατηγορήσουν για μαγεία. Δεν μπόρεσε να προσδιορίσει με ακρίβεια ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι, αποδίδοντας τις κατηγορίες στη γενικότερη στάση της κοινωνίας, όπως αυτή εκδηλώνεται μέσα από τον τρόπο ομιλίας των ανθρώπων, τον τόνο της φωνής τους και τη ζήλια τους απέναντί του, κυρίως επειδή ήταν ομοφυλόφιλος (ερ. 30 δ.φ.).

 

 

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής δύο (2) ουσιωδών ισχυρισμών:

(1) Προσωπικά στοιχεία και προφίλ του Αιτητή ,(2) Ο Αιτητής είναι ομοφυλόφιλος

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε αποδεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία του Αιτητή εξακριβώθηκαν από το διαβατήριό του, το οποίο προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό του Αιτητή, ο οποίος έτυχε απόρριψης, καταρχάς, αναφέρεται ότι ο αρμόδιος λειτουργός εφάρμοσε το μοντέλο 'Difference, Stigma, Shame and Harm' (DSSH), το οποίο υιοθετείται τόσο από την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες ('UNHCR') και τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΙΟΜ) κατά την εξέταση των αιτημάτων διεθνούς προστασίας που αφορούν στον σεξουαλικό προσανατολισμό ή ταυτότητα φύλου. Το εν λόγω μοντέλο στηρίζεται στο ότι τα χαρακτηριστικά της διαφορετικότητας, στίγματος, ντροπής και βλάβης, απαντώνται στην μεγάλη πλειοψηφία των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων σε κάποιο βαθμό. Ωστόσο, εφαρμόζοντας το εν λόγω μοντέλο ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον ισχυρισμό του Αιτητή για τους κάτωθι λόγους.

Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι, όσον αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό του Αιτητή, δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές πληροφορίες και τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται παρουσιάζουν έλλειψη συνοχής και επάρκειας.

Ως προς τη διαφοροποίηση και συνειδητοποίηση της σεξουαλικής του ταυτότητας, καταρχάς, είναι θέση των Καθ’ ων ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομερείς πληροφορίες αναφορικά με την αντίληψή του για τη σεξουαλικότητά του προτού αποδεχθεί πλήρως ότι είναι ομοφυλόφιλος. Όταν τέθηκε σχετική ερώτηση για το τι πίστευε για τη σεξουαλικότητά του πριν τα φοιτητικά του χρόνια, απάντησε ότι ήταν «χαμένος στο μυαλό του» χωρίς, ωστόσο, να εξηγήσει περαιτέρω τι εννοούσε με αυτόν τον όρο. Δεδομένου ότι η απάντησή του δεν ήταν σαφής, του ζητήθηκε εκ νέου να δώσει πληροφορίες σχετικά με την αντίληψή του για τη σεξουαλικότητά του, ωστόσο, και πάλι η απάντηση ήταν αόριστη, καθώς ανέφερε ότι τον απασχολούσαν ερωτήματα σχετικά με τη σεξουαλικότητά του χωρίς να διευκρινίσει ποια ήταν αυτά τα ερωτήματα. Ακολούθως, ερωτήθηκε εκ νέου να παράσχει λεπτομερείς πληροφορίες για αυτή τη διαδικασία συνειδητοποίησης, ωστόσο, περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι τότε γνώρισε τον συμφοιτητή του και ένιωσε έλξη προς αυτόν, χωρίς να εξηγήσει συγκεκριμένα με ποιον τρόπο αυτή η γνωριμία αποτέλεσε κομβικό σημείο στη συνειδητοποίηση της ομοφυλοφιλίας του.

Ως προς την ντροπή και στίγμα, όταν ρωτήθηκε τι σκέψεις έκανε όταν συνειδητοποίησε ότι ήταν ομοφυλόφιλος, ο Αιτητής απάντησε ότι άρχισε να πολεμάει την ιδέα του να είναι ομοφυλόφιλος βγαίνοντας με κορίτσια και προσευχόμενος. Κατόπιν του ζητήθηκε να εξηγήσει με ποιον τρόπο, ως ομοφυλόφιλος, προσέγγισε κορίτσια ώστε να αποκρύψει τη σεξουαλικότητά του, όπως ισχυρίστηκε,  και απάντησε ότι συναντούσε κορίτσια και συζητούσε μαζί τους σαν να ήταν ζευγάρι. Ωστόσο, δεν διευκρίνισε περαιτέρω πώς ακριβώς αυτές οι συναντήσεις τον βοηθούσαν να αποκρύπτει την ομοφυλοφιλία του. Όταν του ζητήθηκε να αναφερθεί σε μία συγκεκριμένη τέτοια σχέση, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε μία γυναίκα ονόματι Carine Dalle με την οποία, όπως ισχυρίστηκε, είχε μία ρομαντική σχέση, η οποία όμως απέτυχε. Όταν του ζητήθηκε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες για αυτή τη σχέση και τους λόγους αποτυχίας της, απάντησε ότι η σχέση απέτυχε επειδή δεν ένιωθε έλξη προς τις γυναίκες. Ωστόσο, όπως σημειώνουν οι Καθ’ ων, δεν παρείχε περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με το πώς ήταν η κοινή τους ζωή όσο διαρκούσε η σχέση ούτε και με ποιον τρόπο αδυνατούσε να τη διατηρήσει λόγω της ομοφυλοφιλίας του.

Ως προς τη σχέση του με την οικογένειά του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν ενέκριναν την ομοφυλοφιλία του. Όπως ανέφερε, όταν ο αδερφός του ενημέρωσε τον πατέρα του ότι ήταν ομοφυλόφιλος, ο πατέρας του τον κάλεσε και του είπε ότι είναι «σκουπίδι» και ότι θα προτιμούσε να μην είχε γεννηθεί. Ωστόσο, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς, τη στιγμή που προσπαθούσε να αποκρύψει την ομοφυλοφιλία του, ο αδερφός του το ανακάλυψε. Όταν ερωτήθηκε σχετικά, απάντησε ότι δεν γνωρίζει πώς ο αδερφός του έμαθε ότι ήταν ομοφυλόφιλος το 2018, γεγονός το οποίο κρίνεται ανεξήγητο λόγω της στενής οικογενειακής τους σχέσης. Περαιτέρω, αναφορικά με το πότε ο αδερφός του απέκτησε τη σχετική πληροφορία και την κοινοποίησε στον πατέρα τους, ο Αιτητής αρχικά υποστήριξε ότι αυτό συνέβη το 2018, όταν και αποκηρύχθηκε από την οικογένειά του. Ωστόσο, είχε επίσης ισχυριστεί ότι ο πατέρας του έμαθε για την ομοφυλοφιλία του το 2019 και ότι τον πέταξε έξω από το σπίτι λίγες ημέρες πριν τον θάνατο του συντρόφου του Feukeng. Όταν του επισημάνθηκε η αντίφαση στις ημερομηνίες, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει σαφή διευκρίνιση. Όταν ρωτήθηκε πώς αντέδρασε όταν ο πατέρας του τον αποκάλεσε «σκουπίδι», ο Αιτητής απάντησε ότι ήταν σοκαρισμένος και προσπάθησε να του εξηγήσει τη σεξουαλική του ταυτότητα. Ωστόσο, είναι θέση των Καθ’ ων ότι δεν παρείχε συγκεκριμένες λεπτομέρειες για το πώς ακριβώς προσπάθησε να του εξηγήσει.

Ως προς τις σχέσεις του με άνδρες, ο Αιτητής αναφέρθηκε στον Feukeng Bostel,  και όταν ρωτήθηκε πώς η γνωριμία τους εξελίχθηκε σε ρομαντική σχέση, απάντησε ότι μετά από μια έξοδο, πήγαν στο σπίτι και ήρθαν σε σεξουαλική επαφή. Ωστόσο, η απάντησή του δεν παρείχε πληροφορίες για τη συναισθηματική εξέλιξη αυτής της σχέσης. Όταν ερωτήθηκε πώς περνούσαν τον χρόνο τους μαζί, ο Αιτητής απάντησε ότι ο Feukeng τον επισκεπτόταν, αλλά δεν ανέφερε πώς μοιράζονταν τον χρόνο τους. Όταν ρωτήθηκε ξανά, απάντησε ότι έκαναν συζητήσεις και έρχονταν σε επαφή, χωρίς όμως να εξηγήσει το περιεχόμενο των συζητήσεων ή πώς εκδηλωνόταν η ρομαντική τους σχέση μέσα από αυτές. Ομοίως, αναφορικά με εξόδους τους, ανέφερε ότι πήγαιναν σε ένα μπαρ, χωρίς να παρέχει περισσότερες πληροφορίες για τον χρόνο που περνούσαν εκεί.

Πέραν της αναφοράς στο μπαρ στη Ντουάλα όπου, όπως είπε, συχνάζουν ομοφυλόφιλα άτομα, ο αιτητής δεν παρείχε άλλες πληροφορίες για την κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ ή για σχετικές δραστηριότητες στην Καμερούν.

Τέλος, ως προς το στοιχείο της βλάβης, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής αναμενόταν να δώσει κάποιες βασικές πληροφορίες για το πώς του επιτέθηκε ομάδα τουλάχιστον πέντε ατόμων. Όταν ερωτήθηκε πώς γνώριζαν ότι είναι ομοφυλόφιλος, απάντησε ότι μάλλον ο γείτονάς του, ο οποίος τους είχε δει από το παράθυρο ενώ είχε σεξουαλική επαφή με τον σύντροφό του, διέδωσε την πληροφορία, αλλά, σύμφωνα με τους Καθ΄ ων, δεν παρείχε αποδείξεις για αυτόν τον ισχυρισμό. Περαιτέρω, σχετικά με την κατ’ ισχυρισμό στοχοποίησή του από την οικογένεια του Feukeng, ο Αιτητής δεν παρουσίασε τεκμηριωμένα στοιχεία  ενώ στηρίχτηκε αποκλειστικά στην δική του πεποίθηση για τα πράγματα. Αναφέρθηκε επίσης στον συνταγματάρχη Bankoui, χωρίς να είναι σε θέση να προσδιορίσει ποια ήταν η σχέση του με τον Feukeng ή σε ποιο σώμα ανήκε. Όσον αφορά δε στις κατηγορίες περί μαγείας, ο Αιτητής προσδιόρισε ποιοι τον κατηγόρησαν ούτε απέδειξε πώς αυτοί γνώριζαν για τη σεξουαλικότητά του.

Επί της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο αρμόδιος λειτουργός, μετά από έρευνα σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης, κατέγραψε ότι η ομοφυλοφιλία στο Καμερούν αποτελεί ταμπού και τα άτομα αντιμετωπίζονται από την κοινωνία και το οικογενειακό τους περιβάλλον ως ανεπιθύμητοι και υπόκεινται σε δυσμενείς διακρίσεις, εξευτελιστική μεταχείριση και κοινωνικό στιγματισμό και πως ποινικοποιείται. Ωστόσο, λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή κρίθηκε χωρίς συνοχή και ελλιπής, απορρίφθηκε.

Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην περιφέρεια Littoral, όπου εντοπίζεται η πόλη Douala, ο τόπος τελευταίας διαμονής του. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας διαπιστώθηκε ότι, δεν υπάρχουν εύλογοι - βάσιμοι λόγοι, σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, το Καμερούν, και συγκεκριμένα στην πόλη Douala, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ως απόρροια της επικρατούσας κατάστασης ασφαλείας. Όπως προβάλλουν -επικαλούμενοι εξωτερικές πηγές-, το Καμερούν πράγματι εμπλέκεται σε ένοπλες συγκρούσεις αλλά η σύγκρουση περιορίζεται στις νοτιοδυτικές και βορειοδυτικές περιοχές του Καμερούν (αγγλόφωνες περιοχές).

Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη το αποδεκτό ουσιώδες γεγονός, δηλαδή ότι ο Αιτητής είναι υπήκοος Καμερούν και το γεγονός ότι η εσωτερική σύγκρουση στο Καμερούν βρίσκεται σε διαφορετική περιοχή από αυτήν στην οποία διέμενε ο Αιτητής, καταλήγουν ότι δεν υπάρχει εύλογος βαθμός πιθανότητας να υποστεί μεταχείριση που θα μπορούσε να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη Γιαουντέ του Καμερούν, τον τόπο της τελευταίας συνήθους διαμονής του.

Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στο Καμερούν δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, η περιοχή καταγωγής του και συγκεκριμένα η περιφέρεια Littoral (όπου ανήκει η πόλη Douala), δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Ως εκ τούτου ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.  

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:

Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή.

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού ως ομοφυλόφιλου, διαπιστώνω πως αυτός ορθώς απορρίφθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση ως εσωτερικά αναξιόπιστος καθότι ο Αιτητής δεν στοιχειοθέτησε με συνεκτικότητα, σαφήνεια και λεπτομέρεια τον ανωτέρω ισχυρισμό του περί σεξουαλικού του προσανατολισμού ώστε να προκύπτει ο βιωματικός χαρακτήρας αυτού. Παρά την πληθώρα ερωτήσεων που τέθηκαν στον Αιτητή από τον αρμόδιο λειτουργό, εντούτοις δεν κατέστη εφικτή η δημιουργία μιας ξεκάθαρης και σαφούς εικόνας για τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώθηκε και εξελίχθηκε η σεξουαλική του ταυτότητα. Ο Αιτητής απάντησε αόριστα ότι αυτό συνέβη κατά τα φοιτητικά του χρόνια, χωρίς όμως να αναφερθεί στις σκέψεις και τα συναισθήματά του ή στην εσωτερική διεργασία που ακολουθήθηκε προκειμένου να γίνει αυτή η συνειδητοποίηση, όπως ούτε και στον τρόπο με τον οποίο η σεξουαλική του ταυτότητα διαμορφώθηκε με το πέρασμα των χρόνων.

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ανωτέρω ισχυρισμού, πληροφορίες από την χώρα καταγωγής στις οποίες ανέτρεξε και το ίδιο το Δικαστήριο για την πληρότητα της έρευνας καταγράφουν πως τα άτομα που δεν εμπίπτουν στο ετεροκανονικό πρότυπο υφίστανται πράξεις δίωξης στο Καμερούν και ειδικότερα συχνά υφίστανται και κινδυνεύουν από αυθαίρετες συλλήψεις, διακρίσεις, στίγμα και βία τόσο από κρατικούς φορείς όσο και από την κοινωνία και την οικογένεια ενώ παράλληλα οι ομόφυλες σχέσεις απαγορεύονται σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα της χώρας με ποινή φυλάκισης από έξι μήνες μέχρι και πέντε έτη και επιβολή χρηματικού προστίμου[1]. Παρότι οι ως άνω πληροφορίες θα ήταν δυνατό να θεωρηθούν ως θετικός δείκτης της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού ως κατέληξαν και οι Καθ' ων η αίτηση, ενόψει της μη στοιχειοθετηθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας αυτού, ο ισχυρισμός του Αιτητή περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού του, δεν είναι δυνατό να γίνει αποδεκτός.

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.

 Δε μου διαφεύγει επίσης το γεγονός ότι ο Αιτητής κατά την καταγραφή του αιτήματος τους προέβαλε ισχυρισμούς που αφορούν στους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του ασχέτους με τους ισχυρισμούς του κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του .Συγκεκριμένα ρωτηθείς να εξηγήσει γιατί προβάλλει τους και νεοφανείς αυτούς ισχυρισμούς περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού εκ των υστέρων έδωσε μη πειστική απάντηση αναφισχυριζόμενος  περιστατικό που του συνέβη σις κατεχόμενες περιοχές (βλ. ερ. 38 σελ 9 της συνέντευξης )

Περαιτέρω λαμβάνω υπόψη μου το χρονικό διάστημα που διέρρευσε από την άφιξη του στις κατεχόμενες από την Τουρκία περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας Ο Αιτητής υπόβαλε αίτηση για διεθνή προστασία μετά από  δύο χρόνια περίπου  από την άφιξη του  όπου εργαζόταν και σπούδαζε στις κατεχόμενες περιοχές, γεγονός. που επιβεβαιώνει ότι το αίτημα του Αιτητή δεν είναι γνήσιο. Η ταχύτητα με την οποία κινείται ένας αιτητής είναι ένδειξη της ενδεχόμενης γνησιότητας του προβλήματος που αντιμετωπίζει. Το γεγονός αυτό της καθυστέρησης της υποβολής του αιτήματος του για διεθνή προστασία θέτει σε αμφιβολίες τους ισχυρισμούς του, όσον αφορά τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους υπέβαλε την αίτηση αυτή.(δέστε Mahfuja Akter ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1669/2011, ημερ. 22.3.2013, , Md Jakir Hossain v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2319/06, ημερ. 16.7.2008, Forhad Molla v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2051/06, ημερ. 19.3.2008 και Inram Ashraf  v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 571/07, ημερ. 8.5.2008).  Σχετική είναι και η υπόθεση  Postolachi Konstantin v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1458/2009,

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή  και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[2]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ.  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Για τους ίδιους δε λόγους, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2)(β) του Νόμου για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Όσον αφορά στην τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον Καμερούν, τον Σεπτέμβριο του 2024, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ανέφερε ότι «το Καμερούν αντιμετωπίζει μια πολυδιάστατη ανθρωπιστική κρίση που προκαλείται από τη σύγκρουση, τη διακοινοτική βία και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής»[3]. Οι πηγές ανέφεραν ότι το Καμερούν συνεχίζει να επηρεάζεται από δύο μεγάλες συγκρούσεις: τη σύγκρουση του λεκανοπεδίου της Λίμνης Τσαντ στην περιοχή του Άπω Βορά και την εσωτερική κρίση στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν (NWSW)[4].

Ομοίως το RULAC επιβεβαιώνει ότι το Καμερούν «εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη (NIAC) εναντίον της Boko Haram στην περιοχή Far North και εναντίον αριθμού ομάδων αγγλόφωνων αποσχιστών, οι οποίες διαμάχονται εναντίον της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών στις περιφέρειες Northwest και Southwest»[5].

Ωστόσο, η Douala, πόλη που αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής, δεν ανήκει στις ως άνω περιφέρειες. Σημειώνεται συναφώς ως προς την κατάσταση ασφαλείας στην περιφέρεια Littoral του Καμερούν, όπου υπάγεται και η πόλη Douala, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, τη χρονική περίοδο 08/06/2024 – 06/06/2025, καταγράφηκαν 10 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 4 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Από αυτά, 4 καταγράφηκαν ως περιστατικά ταραχών/εξεγέρσεων (2 απώλειες), 4 ως περιστατικά βίας κατά των αμάχων (2 απώλειες), και 2 ως διαμαρτυρίες (χωρίς απώλειες)[6]. Τα εν λόγω στοιχεία, εξεταζόμενα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμός της επαρχίας Littoral που ανέρχεται στους 3,355,000 κατοίκους σύμφωνα με εκτίμηση του 2015,[7] δεικνύουν ότι η ένταση της βίας στην εν λόγω περιοχή είναι πολύ μικρή. Κατά τα παραπάνω, συνάγεται ότι η ένοπλη σύγκρουση η οποία λαμβάνει χώρα στις αγγλόφωνες περιοχές δεν επεκτείνεται στο έδαφος της  Douala.  

Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, κρίνω ότι ο Αιτητής δεν έχει κάποιο προσωπικό χαρακτηριστικό που να αυξάνει το ρίσκο του. Πρόκειται για άνδρα νεαρής ηλικίας, υγιή, αρκούντως πεπαιδευμένο, που ομιλεί γαλλικά, πλήρως ικανό προς εργασία, με ευρύ υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα του, ο οποίος έχει ζήσει στην Douala. Συνεπώς, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στην περιοχή καταγωγής του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη και ως εκ τούτου δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου.

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με 1300 € έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

                             

 

 Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] HRW - Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Cameroon, 11 January 2024, https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/cameroon ,
USDOS - US Department of State (Author): 2023 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 23 April 2024, https://www.ecoi.net/en/document/2107637.html  , Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Cameroon, 19 March 2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11/06/2025).

[2] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 22/05/2025). 

[3] UNHCR, Fact Sheet; UNHCR Cameroon Refugee; July 2024, 10 September 2024, https://data.unhcr.org/en/documents/download/111089, p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025). 

[4] European Commission, Cameroon, last updated 25 November 2024, url; UNOCHA, Cameroon Humanitarian Needs Overview 2024, 14 April 2024, https://reliefweb.int/attachments/32c8a7cb-5dac-4c5f-92ec-f232a7bed6d0/CMR_HNO_2024_EN_20240123_v2%20%281%29.pdf, p. 9 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025).

[5] Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights - RULAC: Rule of Law in Armed Conflicts, Non-international Armed Conflicts in Cameroon, Last updated: 12th January 2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025). 

[6] Προσαρμοσμένη έρευνα στην βάση ACLED Explorer, ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORMThe Armed Conflict Location & Event Data Projectδιαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλπλατφόρμα Explorerμε στοιχεία ανάλυσης ως εξήςEVENT COUNTS & FATALITIESEVENT TYPEPolitical violence (BattlesExplosionsRemote violenceViolence against civilians & Mob violence), EVENT DATE - Custom Date Range: 08.06.2024 - 06.06.2025, REGION - AfricaCOUNTRY - Cameroon, ADMIN 1- Littoral) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11/06/2025).

[7] City Population, Cameroon, Littoral Region, https://citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6821 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11.6.2025).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο