R.I.I. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2473/2023, 18/6/2025
print
Τίτλος:
R.I.I. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2473/2023, 18/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  2473/2023

18 Ιουνίου, 2025

[Ε.ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 Συντάγματος

Μεταξύ:

R.I.I., 

από Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό

                                                                         Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου

                                            Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόρος για Αιτητή: Νατ. Χαραλαμπίδου (κα)

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Κ. Σάββα (κα), για Β. Θωμά (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 15.06.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για άσυλο, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής αναφερόμενη και ως «ΛΔΚ»),την οποία εγκατέλειψε στις 04.11.2021 και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών, υποβάλλοντας αίτηση ασύλου στις 17.03.2022.  Στις 06.06.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος υπέβαλε στις 14.06.2023 Έκθεση/Εισήγηση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 15.06.2023 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 28.06.2023 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 27.06.2023. Την απόφαση αυτή αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, μέσω της συνηγόρου του, προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε στην προώθηση του πρώτου λόγου ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας η οποία είχε, κατ' ισχυρισμόν, ως αποτέλεσμα την έκδοση απόφασης υπό πλάνη και κατάχρηση εξουσίας, του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, ισχυριζόμενος πως η συνέντευξη διεξήχθη κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του Νόμου και χωρίς να πραγματοποιηθεί επαναληπτική συνέντευξη και του τέταρτου λόγου ακυρώσεως περί έλλειψης αιτιολογίας.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση με την δική τους γραπτή αγόρευση,

υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, εμμένοντας στη θέση τους ότι ο Αιτητής επικαλείται αμιγώς οικονομικούς λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα του και ως εκ τούτου δεν εμπίπτει στα Άρθρα 3 ή/και 19 του περί Προσφύγων Νόμου. 

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν [Βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018)], θα προχωρήσω να εξετάσω τους λόγους ακυρώσεως σε συνάρτηση και με την ουσία της υπόθεσης αυτής.

 

Επί του δεύτερου και τέταρτου λόγου ακυρώσεως

 

Σε ότι αφορά τον ισχυρισμό του Αιτητή περί διεξαγωγής της συνέντευξης κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του Νόμου και χωρίς να πραγματοποιηθεί επαναληπτική συνέντευξη καθώς και τον ισχυρισμό περί αναιτιολόγητης απόφασης, είναι καταρχήν κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών.  Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc), κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε αιτητή).  Αυτός είναι και ο λόγος που το Συμβούλιο της Επικρατείας παγίως δέχεται πως είναι αλυσιτελής η προβολή λόγων σε δίκη επί διοικητικής προσφυγής ουσίας που αφορούν στη νομιμότητα ή την επάρκεια της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξεως[1], την πλάνη περί τα πράγματα, την κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας.  Συνεπώς, η απλή επίκληση τέτοιων ισχυρισμών δεν επαρκούν από μόνοι τους για να ανατρέψουν την επίδικη απόφαση.  Ο Αιτητής θα πρέπει να προβάλει, στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Το γεγονός ότι, όπως κατ' ισχυρισμό προβάλει, δεν  είχε τη δυνατότητα να εκθέσει προσηκόντως τις θέσεις του ενώπιόν της διοίκησης για τους πιο πάνω λόγους ή ότι η διοίκηση δεν αντιλήφθηκε καλά τους ισχυρισμούς του, ουδεμία σημασία μπορεί να έχει πλέον υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος δικαστηρίου. Εν προκειμένω,  ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους, στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας. Συνεπώς, οι εν λόγω ισχυρισμοί εγείρονται αλυσιτελώς, στην παρούσα υπόθεση, καθώς ακόμα και αν γίνουν αποδεκτοί, καμία επίδραση δεν θα έχουν στο νομικό αποτέλεσμα που επήλθε με την προσβαλλόμενη απόφαση αν ο Αιτητής δεν προβάλλει ειδικούς και τεκμηριωμένους ισχυρισμούς που να δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας που είναι και το κρίσιμο στα πλαίσια της έκτασης του ελέγχου του παρόντος δικαστηρίου[2]. Οι λόγοι αυτοί λοιπόν δεν δύναται να εξεταστούν καθώς είναι παγίως θεμελιωμένο ότι τα δικαστήρια δε λειτουργούν επί ματαίω επιλύοντας ακαδημαϊκά ζητήματα, η επίλυση των οποίων δεν θα καταλήξει σε οποιοδήποτε πρακτικό αποτέλεσμα[3].

 

Περαιτέρω, απορριπτέο είναι και επιχείρημα της συνηγόρου του Αιτητή ότι η συνέντευξη έπρεπε να επαναληφθεί κατ' επίκληση των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου, αφού ως διαλαμβάνεται στα εδάφια αυτά ο Προϊστάμενος «δύναται» να ζητήσει τη διεξαγωγή δεύτερης συνέντευξης, στις περιπτώσεις που κρίνει την πρώτη συνέντευξη ανεπαρκή.  Πρόκειται δηλαδή για διακριτική ευχέρεια και όχι υποχρέωση του Προϊσταμένου να προβεί σε μία τέτοια ενέργεια στην περίπτωση (και μόνο) που κρίνει την πρώτη συνέντευξη ως ανεπαρκή. Η συνήγορος του Αιτητή δεν έχει παραθέσει με την αγόρευσή της, τους λόγους που να καταδεικνύουν ότι υφίστατο η ανάγκη να επαναληφθεί η συνέντευξη ούτως ώστε να τίθεται υπό εξέταση η πιθανότητα λανθασμένης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ενώ οι ισχυρισμοί του Αιτητή κατά την πρώτη του συνέντευξη δεν αφορούσαν περίπλοκα ζητήματα που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την επανάληψη της συνέντευξης. 

 

Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως

 

Αναφορικά με τη θέση του Αιτητή, ως αυτή προωθείται με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, περί έλλειψης δέουσας έρευνας επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[4].

 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου εξετάζοντας όλα τα ουσιώδη στοιχεία και πραγματικά περιστατικά που οι Καθ' ων η αίτηση είχαν ενώπιόν τους.

 

Στο πλαίσιο της υποβληθείσας αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής κατέγραψε ότι στη χώρα του δίδασκε μαθήματα πατινάζ.  Κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος, κάποιος μαθητής του σκοτώθηκε λόγω σύγκρουσης με αυτοκίνητο και έκτοτε τον δίωκαν οι γονείς του οι οποίοι αναζητούσαν εκδίκηση (βλ. ερ. 1, 12 δ.φ.).

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής παρέθεσε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στην κοινότητα Ngaliema της περιοχής Lukunga, της πρωτεύουσας Kinshasa, η οποία αποτελεί και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του στη χώρα (βλ. ερ. 27/1Χ δ.φ.).  Ως οι ισχυρισμοί του, οι γονείς, οι δυο αδελφές και οι δυο αδελφοί του ζουν μαζί στη Ngaliema (βλ. ερ. 28/2Χ).  Ως προς τη μόρφωσή του, ανέφερε ότι δεν ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση καθώς σταμάτησε το σχολείο στην 4η τάξη και αυτό επειδή η οικογένειά του αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες (βλ. ερ. 28/9Χ δ.φ.).  Εν σχέση με την εργασία του, δήλωσε ότι δίδασκε skateboard στα παιδιά της γειτονίας του και πρόσθεσε ότι τις πλείστες φορές δεν πληρωνόταν για τις υπηρεσίες του (βλ. ερ. 27/2Χ-3Χ δ.φ.).

 

Ως προς την ουσία του αιτήματός του και τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι έφυγε από τη ΛΔΚ με σκοπό να βρει εργασία προκειμένου να μπορέσει να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον για τον ίδιο και την οικογένειά του (βλ. ερ. 26/4Χ δ.φ.).

 

Κατά τη διερεύνηση των ισχυρισμών του μέσω της υποβολής περαιτέρω ερωτήσεων από το λειτουργό ασύλου (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός»), ο Αιτητής δήλωσε ότι αν επέστρεφε στη ΛΔΚ, δεν θα είχε σταθερή εργασία με καλό εισόδημα.  Ερωτηθείς αν οι αρχές της χώρας του θα του επέτρεπαν την επιστροφή του, απάντησε καταφατικά συμπληρώνοντας ότι θα τον άφηναν, αφού έφυγε από τη ΛΔΚ για οικονομικούς λόγους (βλ. ερ. 25/8Χ, 10Χ δ.φ.)

 

Ερωτηθείς για ποιο λόγο στην υποβληθείσα αίτηση για άσυλο κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη ΛΔΚ λόγω του ότι διωκόταν από τους γονείς ενός μαθητή του, ο οποίος πέθανε κατά τη διάρκεια μαθήματος λόγω σύγκρουσης με αυτοκίνητο, πρόβαλε ότι τα έγραψε αυτά σκοπούμενος να προσδώσει περισσότερη σοβαρότητα στους ισχυρισμούς του. Ειδικότερα, στη ΛΔΚ, ασχολείτο ερασιτεχνικά με το skateboard και μάλιστα ορισμένες φορές δίδασκε τα παιδιά της γειτονίας του.  Ευρισκόμενος στην Κύπρο και μιλώντας με κάποιο φίλο του, εκείνος τον παρότρυνε να γράψει όσα και εν τέλη κατέγραψε στην αίτησή του. Ως δήλωσε, η αναφορά του στον θάνατο ενός μαθητή του, ήταν αναληθής και ότι το έγραψε αυτό ώστε να φανεί πιο αξιόπιστο το αίτημά του (βλ. ερ. 25/1Χ, 24/1Χ δ.φ.).

 

Κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή, ο Λειτουργός διέκρινε δυο ουσιώδη πραγματικά περιστατικά.  Το πρώτο αφορούσε στην ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία / προφίλ του Αιτητή και το δεύτερο στο ότι εγκατέλειψε τη χώρα τoυ για οικονομικού περιεχομένου λόγους.  Αμφότεροι οι ισχυρισμοί του έγιναν αποδεκτοί (βλ. ερ. 141-140 δ.φ.).

 

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, στη βάση των αποδεκτών πραγματικών περιστατικών, ο Λειτουργός έκρινε ότι δεν υφίσταντο βάσιμοι λόγοι να θεωρείτο ότι σε περίπτωση που ο Αιτητής επέστρεφε στην Kinshasa θα αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Αξιολογώντας ακολούθως τα στοιχεία του προφίλ του, ο Λειτουργός κατέληξε πως δεν παρουσιάζονταν στοιχεία ευαλωτότητας, ενώ κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, διαπιστώθηκε ότι στον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του, δεν παρατηρούνταν συνθήκες ενόπλων συγκρούσεων (βλ. ερ. 140-137 δ.φ.).

 

Κατά τη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής αποτελούσε οικονομικό μετανάστη και ότι συνεπώς δεν θα μπορούσε να υπαχθεί στο καθεστώς του πρόσφυγα όπως ούτε και της συμπληρωματικής προστασίας, αφού κρίθηκε ότι εφόσον δεν παρατηρούνταν ένοπλες συρράξεις στον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του, ήτοι την Kinshasa, δεν πληρούνταν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την υπαγωγή του σ' αυτό το καθεστώς. (βλ. ερ. 137 - 135 δ.φ.)

 

Παρά λοιπόν το γεγονός ότι η γενική αξιοπιστία του Αιτητή κρίθηκε ικανοποιητική, εντούτοις οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί του οι οποίοι έγιναν αποδεκτοί, κρίθηκε ευλόγως ότι δεν δικαιολογούσαν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Κατόπιν τούτου, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία, καθώς κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951.

 

Υπενθυμίζεται ότι δυνάμει του άρθρου 18 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα του εδαφίου (5) αυτού, απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησής ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου[5] αποτελεί υποχρέωση του αιτούντα άσυλο να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου[6].

 

Από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου διαφαίνεται ότι ο Λειτουργός που διεξήγαγε τη συνέντευξη στον Αιτητή κατέγραψε τους βασικούς του ισχυρισμούς, τους αξιολόγησε, προέβη σε επαρκή έρευνα και μετά από την εισήγηση του στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, το αίτημα του Αιτητή απορρίφθηκε, αφού κρίθηκε και αιτιολογήθηκε επαρκώς ότι στο πρόσωπο του δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου.  Επιπρόσθετα, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε οποιοδήποτε ισχυρισμό ότι εάν επέστρεφε στη ΛΔΚ, θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή βλάβη και συνεπώς ορθώς κρίθηκε ότι δεν δικαιολογείτο ούτε και η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Επισημαίνεται ότι οι Καθ' ων η αίτηση ανέτρεξαν και σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, εξετάζοντας την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, από την οποία προέκυψε ότι δεν παρατηρούνταν συνθήκες ενόπλων συγκρούσεων ώστε να υπήρχε πραγματικός κίνδυνος σωματικής βλάβης.  Συνεπώς, ο  ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσας έρευνας είναι αβάσιμος.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 (1) και 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου). Τουναντίον, ως μπορεί να συναχθεί από τα ίδια τα λεγόμενα του, ο Αιτητής, ο οποίος εγκατέλειψε τη χώρα του για να εργαστεί ώστε να καταφέρει να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον για τον ίδιο και την οικογένειά του, είναι οικονομικός μετανάστης, σύμφωνα και με όσα κατατοπιστικά αναφέρονται και στο Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ όπου, στην παράγραφο 62, διαλαμβάνεται ότι:

 

«Μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δε να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας.»

 

Όπως έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί, οι οικονομικοί μετανάστες δεν εμπίπτουν στην έννοια του πρόσφυγα[7].

 

Προχωρώντας και εξετάζοντας τις προϋποθέσεις που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, συμπληρωματικά της έρευνας που διεξήγαγαν οι Καθ’ ων η αίτηση, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πρωτεύουσα Kinshasa της ΛΔΚαπό την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:  

 

·                Kατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης διαπιστώνεται ότι δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην Kinshasa, αλλά μόνον στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ.[8]

 

·                Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων της ACLED (“Armed Conflict Location and Event Data Project”) για το διάστημα από 08.06.2024 έως 06.06.2025, στην Kinshasa καταγράφηκαν 119 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 234 ανθρώπων.  Αναλυτικότερα, έχουν καταγραφεί, 16 εξεγέρσεις/ταραχές (riots) με 203 ανθρώπινες απώλειες, 52 διαμαρτυρίες (protests) με καμία ανθρώπινη απώλεια, 12 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (violence against civilians) με 17 ανθρώπινες απώλειες, 35 στρατηγικές εξελίξεις (strategic developments) με καμία ανθρώπινη απώλεια και 4 μάχες (battles) με 14 ανθρώπινες απώλειες.[9]  Δεδομένου ότι ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται σε καταγράφεται στους 17.778.500 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις του 2025[10], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (234 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω δεδομένα δεν διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην πρωτεύουσα Kinshasa της ΛΔΚ ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε o Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος της περιοχής αυτής να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19 στοιχείο (2)(γ).  Ούτε προκύπτει από το προφίλ και το ιστορικό του Αιτητή, ο οποίος είναι νέος άντρας, με βασική εκπαίδευση, ικανός προς εργασία, και χωρίς να παρουσιάζει θέματα ευαλωτότητας ή κάποιο χαρακτηριστικό ή στοιχείο που να συμβάλλει με οποιοδήποτε τρόπο στην επίταση του κινδύνου να υποστεί σοβαρή βλάβη. 

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Μεταξύ άλλων: ΣτΕ 1818/2015, ΣτΕ 4596/2012, ΣτΕ 2170/2003.

[2] «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π.  Σπηλιωτόπουλος, 14η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 247 και «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Εκδόσεις Σάκκουλα Έκτη Έκδοση, 2014, Π. Δ. Δαγτόγλου, σ. 552.

[4] Υπόθ. αρ. 128/2008, JAMAL KAROU v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010.

[5] Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.06.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320

[6] Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010.

[7] Md Jakir Hossain v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υπόθεση Αρ. 2319/2006, ημερομηνίας 16.07.2008, Barakan Petrosyan κ.ά. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υπόθεση Αρ. 883/2008, ημερομηνίας 10.02.2012, Irene Ferenko v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υπόθεση Αρ. 1051/2010, ημερομηνίας 21.12.2011

[8] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un_documents_type/security-council-resolutions/?ctype=Democratic%20Republic%20of%20the%20Congo&cbtype=democratic-republic-of-the-congo , καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html , USAID, Democratic Republic of the CongoComplex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο σε διεύθυνση της ιστοσελίδας reliefweb: https://reliefweb.int/report/democratic-republic-congo/democratic-republic-congo-complex-emergency-fact-sheet-3-fiscal-9 και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congo (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 13.06.2025)

[9] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα Explorer , με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 08/06/2024 – 06/06/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Violence against civilians / Riots / Protests / Battles / Strategic Developments και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - DRC - Kinshasa) (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 13.06.2025)

[10] World Population Review - Kinshasa, διαθέσιμο στο: https://worldpopulationreview.com/cities/dr-congo/kinshasa (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 13.06.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο