MRS. A. F. M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2530/2024, 30/6/2025
print
Τίτλος:
MRS. A. F. M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2530/2024, 30/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 2530/2024

 30 Ιουνίου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

 MRS. A. F. M.  ARC 0581XXXXXX από το ΚΑΜΕΡΟΥΝ και τώρα Λεμεσό

Αιτήτρια

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                               Καθ' ων η Αίτηση

 

Ζ. Ποντίκη (κα) για ΑΛ ΤΑΧΕΡ ΜΠΕΝΕΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόρος για την Αιτήτρια

Ανδρέας Φιλίππου (κος), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση

Η Αιτήτρια είναι παρούσα (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η Αιτήτρια αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 29/05/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 12/06/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000  και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στην Αιτήτρια καθεστώς προστασίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, η Αιτήτρια είναι υπήκοος του Καμερούν και στις 26/042022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 07/02/2024 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσής για το Άσυλο (O.E.E.A. , αγγλ. EUAA), ο οποίος στις 27/05/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα της Αιτήτριας. Ακολούθως, στις 29/05/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της. Στις 12/06/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος της Αιτήτριας  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στην Αιτήτρια. Στις 09/07/2024 η Αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Δια της αίτησης ακυρώσεως της η Αιτήτρια, μέσω των συνηγόρων της, προβάλλει πλείονες λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι καταγράφονται με γενικό και αόριστο τρόπο. Κατά την γραπτή τους αγόρευση, οι συνήγοροι της Αιτήτριας προβάλλουν ότι η επίδικη πάσχει σε θέματα δέουσας έρευνας, τεκμηρίωσης και ως προς την ελλιπή υποβολή δεδομένων, τα οποία δεν βρίσκονται σε άμεση συνάφεια και συσχέτιση με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας. Αιτούνται να ακυρωθεί η επίδικη διοικητική πράξη, είτε να γίνει παραπομπή στον πρώτο βαθμό ασύλου, είτε το Σεβαστό Δικαστήριο να διεξάγει αυτοβούλως και αυτεπάγγελτα συμπληρωματική εξέταση, ούτως ώστε να εξεταστούν εις βάθος όλα τα αναφερόμενα στοιχεία που είτε απουσιάζουν εντελώς, είτε παραλήφθηκαν, είτε εκτιμήθηκαν εσφαλμένα, είτε δεν εντοπίστηκαν ολωσδιόλου, Κατ΄ αποτέλεσμα υποστηρίζουν ότι πάσχει σοβαρά και η αιτιολογία της επίδικης καθώς φαίνεται οι Καθ' ων η αίτηση να τελούν υπό πλάνη περί τα πράγματα και περί τα γεγονότα της υπόθεσης. Περαιτέρω, είναι κρίση τους ότι ελλείπει ο έλεγχος ασφαλείας στη περίπτωση που επιστραφεί η Αιτήτρια στο Καμερούν, με έμφαση στην κοινωνική συμπερίληψη και προσαρμογή της υπό την ιδιότητα της ως ανύπαντρης μητέρας με τέκνο αποκτηθέν εκτός γάμου. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσον υπό τις εξατομικευμένες περιστάσεις της Αιτήτριας  -καταγόμενη από τις νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας, με συγκεκριμένο προσωπικό προφίλ και κατάσταση- δύναται να υπερασπιστεί τον εαυτό της αλλά και τη ζωή του ανήλικου τέκνου της. Υπό αυτό το καθεστώς και τις ατομικές περιστάσεις, είναι θέση τους ότι η Αιτήτρια φέρει στοιχεία που την ξεχωρίζουν από το κοινωνικό σύνολο και την εντάσσουν στη κατηγορία ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, της αποδίδουν ευαλωτότητα, και την καθιστούν δικαιούχο αναγνώρισης καθεστώτος του πρόσφυγα. Επικουρικά, αιτούνται όπως αποδοθεί στην Αιτήτρια το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας λόγω της επικρατούσας κατάστασης ασφαλείας, η οποία μεταβάλλεται καθημερινά συνεπεία εσωτερικών διενέξεων που δημιουργούν βάσιμο φόβο για την ασφάλειά της.  

Η δικηγόρος των Καθ' ων η Αίτηση, με την αγόρευση της, υιοθέτησε την ένσταση και αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

Κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων, ημερομηνίας 14/05/2025 η συνήγορος της Αιτήτριας απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς πλην αυτού της δέουσας έρευνας.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltdv. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.

Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).

Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα  προσφυγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο της Αιτήτριας, αυτή είναι ενήλικας από το Καμερούν.

Στην αίτησή της για διεθνή προστασία η Αιτήτρια ισχυρίστηκε τα εξής (σε ελεύθερη μετάφραση): «Ο λόγος που έφυγα από τη χώρα μου ήταν επειδή έπεσα θύμα βιασμού. Με βίασε ένας φίλος του πατέρα μου σε πολύ μικρή ηλικία (14 ετών) και λίγα χρόνια αργότερα συνέχισε να με παρενοχλεί σεξουαλικά. Όταν έμεινα έγκυος, ο πατέρας μου με χτυπούσε κάθε μέρα για να [μου] δείξει ποιος ήταν υπεύθυνος, αλλά επειδή δεν μπορούσα, έφυγα από το σπίτι. Αφού γέννησα με καισαρική τομή, είπα στον πατέρα μου γι' αυτόν. Ο πατέρας μου τον απείλησε και εκείνος σκότωσε τον πατέρα μου τον Μάρτιο του 2021. Επειδή ο βιαστής συνεχίζει να με απειλεί με θάνατο, έφυγα από τη χώρα μου για να βρω καταφύγιο στην Κύπρο» (ερ. 26 δ.φ. σε μετάφραση).

Κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι είναι υπήκοος της Δημοκρατίας του Καμερούν, γεννημένη στο Babadjou του Καμερούν. Εκεί έζησε μέχρι το 2011, οπότε και μετακόμισε στην Kumba, όπου παρέμεινε μέχρι το 2018. Εκείνη τη χρονιά επέστρεψε στο Babadjou και αργότερα, το 2021, μετακόμισε στη Douala, όπου έζησε για έναν χρόνο πριν φύγει από τη χώρα καταγωγής της. Περαιτέρω, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Bamileke και ακολουθεί τη χριστιανική καθολική πίστη. Ανέφερε ότι ο πατέρας της πέθανε το 2021, ενώ η μητέρα της και οι τρεις αδελφές της ζουν στην περιοχή Littoral του Καμερούν. Επίσης, έχει ένα παιδί εκτός γάμου, το οποίο ζει με τη μητέρα της στην ίδια περιοχή. Όσον αφορά στην εκπαίδευση και την επαγγελματική της εμπειρία, ανέφερε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, εργάστηκε για δύο μήνες ως γραμματέας και ασχολήθηκε επίσης με την πώληση ρούχων (ερ. 53-56 δ.φ.)  

Αναφορικά με τους κατ’ ιδίαν λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε το Καμερούν λόγω της συνεχούς σεξουαλικής της κακοποίησης και των απειλών κατά της ζωής της. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι όσο ζούσε με τον πατέρα της, κακοποιούνταν επανειλημμένα από έναν φίλο του. Εξήγησε ότι κάθε φορά που ο πατέρας της πήγαινε στο χωράφι, συχνά και κατά τη διάρκεια της νύχτας, ο συγκεκριμένος άντρας ερχόταν στο σπίτι λέγοντας ότι τον είχε στείλει ο πατέρας της για να την προσέχει. Την πρώτη φορά δεν της έκανε τίποτα, αλλά τη δεύτερη φορά της έδειξε ένα μαχαίρι και της είπε ότι έπρεπε να συνεργαστεί. Εκείνο το βράδυ τη βίασε για πρώτη φορά. Η κακοποίηση συνεχίστηκε πολλές φορές και κάθε φορά της έλεγε πως αν τολμήσει να μιλήσει σε κάποιον, θα την σκοτώσει. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι η τελευταία φορά που την κακοποίησε ήταν το 2018, όταν απέκτησε το παιδί της. Όταν ο πατέρας της έμαθε ότι ήταν έγκυος και εκείνη αρνήθηκε να του πει ποιος ήταν ο πατέρας του παιδιού, την έδιωξε από το σπίτι. Τότε πήγε να ζήσει με τη γιαγιά της μέχρι να γεννήσει. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο άντρας αυτός συνέχισε να την καλεί και να την απειλεί. Επειδή άρχισε να αρρωσταίνει συχνά, αποφάσισε να επιστρέψει στην περιοχή Littoral και να επανενωθεί με τους γονείς της, στους οποίους και αποκάλυψε την ταυτότητα του δράστη. Τότε ο πατέρας της εξοργίστηκε και πήγε να τον αντιμετωπίσει. Λίγες ημέρες αργότερα, ένας γείτονας τηλεφώνησε στην οικογένεια για να τους ενημερώσει ότι ο πατέρας της είχε πεθάνει. Αρχικά, υπέθεσαν ότι ίσως τον είχαν σκοτώσει μέλη της αυτονομιστικής ομάδας των Ambazonians, καθώς τέτοια περιστατικά ήταν συχνά στην περιοχή. Ωστόσο, μετά την κηδεία, ο δράστης τηλεφώνησε στην Αιτήτρια και της είπε ότι την είχε προειδοποιήσει να μη μιλήσει και ότι επειδή ο πατέρας της πήγε να τον αντιμετωπίσει, τον σκότωσε, και της είπε πως θα έκανε το ίδιο και σε εκείνη. Η Αιτήτρια δήλωσε πως παρότι μπλόκαρε τον αριθμό του, εκείνος συνέχισε να την καλεί από διαφορετικούς αριθμούς. Μάλιστα, από φόβο, δεν έβγαινε από το σπίτι της, καθώς πίστευε ότι αν τον συναντούσε στον δρόμο, θα την έβλαπτε. Τότε η μητέρα της τής πρότεινε να φύγει από τη χώρα και να ζητήσει προστασία στο εξωτερικό. Η Αιτήτρια άλλαξε αριθμό τηλεφώνου και από τότε δεν έχει επικοινωνήσει ξανά μαζί της. Όταν ρωτήθηκε τι θα μπορούσε να της συμβεί αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια απάντησε ότι φοβάται πως ο άντρας αυτός θα τη σκοτώσει (ερ. 52-53 δ.φ.).

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων κατα τη πρωτοβάθμια εξέταση , δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής της.

Η Αιτήτρια είπε ότι γνώρισε τον άνδρα αυτόν, ονόματι Tchoffo Pascal, γνωστό στην κοινότητα ως “Mayor”, όταν μετακόμισε στην περιοχή Kumba το 2011. Όπως ανέφερε, ήταν φίλος του πατέρα της και επισκεπτόταν συχνά το σπίτι τους. Σύμφωνα με την Αιτήτρια, ο πατέρας της τον παρουσίασε ως έμπιστο φίλο και της είπε πως μπορούσε να του ζητήσει βοήθεια σε περίπτωση ανάγκης. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι το 2012, σε ηλικία 15 ετών, ο εν λόγω άνδρας τη βίασε για πρώτη φορά, αφού την απείλησε με μαχαίρι για να συνεργαστεί. Εξήγησε πως είχε μείνει μόνη της στο σπίτι επειδή ο πατέρας της είχε πάει στη φυτεία και της είχε πει ότι ο Tchoffo Pascal θα έμενε στο σπίτι για προστασία. Την πρώτη νύχτα ανέφερε πως δεν την πείραξε, αλλά τη δεύτερη φορά την απείλησε και τη βίασε. Όπως είπε η Αιτήτρια, εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκε στο σπίτι, αλλά έφυγε μετά την «πράξη». Η Αιτήτρια είπε ότι ο Tchoffo Pascal συνέχισε να επισκέπτεται το σπίτι τακτικά. Το 2016 την κακοποίησε ξανά σεξουαλικά, χωρίς όμως να τη χτυπήσει ή να την απειλήσει με όπλο, ενώ το 2018 επανέλαβε την κακοποίηση, φέρνοντάς της δώρα («πράγματα») τα οποία εκείνη δεν ήθελε να δεχτεί. Όταν πήγε να τα βάλει στο δωμάτιο, εκείνος την ακολούθησε και τη βίασε. Συνεπώς, η Αιτήτρια επιβεβαίωσε ότι υπέστη σεξουαλική κακοποίηση σε τρεις διαφορετικές περιπτώσεις ήτοι ,το 2012, το 2016 και το 2018 ,χωρίς τη συγκατάθεσή της (για όλα τα παραπάνω βλ. ερ. 49-52 δ.φ.).

Δήλωσε ότι δεν ανέφερε την κακοποίηση σε κανέναν εκείνη την περίοδο, επειδή φοβόταν, καθώς ο άνδρας την απειλούσε ότι θα της έκανε κακό αν μιλούσε. Εν συνεχεία, τον Αύγουστο του 2018, διαπίστωσε ότι ήταν έγκυος. Τότε ενημέρωσε τον άνδρα τηλεφωνικά και εκείνος της ζήτησε να διακόψει την εγκυμοσύνη για να κρατηθεί το θέμα μυστικό, αλλά εκείνη αρνήθηκε. Όταν ο πατέρας της ανακάλυψε την εγκυμοσύνη και εκείνη ισχυρίστηκε ότι δεν ήξερε ποιος ήταν ο πατέρας, εξοργίστηκε και την έδιωξε από το σπίτι τον Οκτώβριο του 2018. Εκείνη την περίοδο, όπως ισχυρίστηκε, ήταν δύο μηνών έγκυος. Τότε αποφάσισε να ζήσει με τη γιαγιά της στο χωριό, χωρίς να αποκαλύψει την ταυτότητα του πατέρα του παιδιού. Δεν ξαναείδε τον άνδρα από κοντά μετά την αποχώρησή της από τη Νοτιοδυτική περιοχή, αλλά εκείνος συνέχισε να την καλεί περίπου μία φορά τον μήνα, συχνά από διαφορετικά νούμερα. Σε αυτές τις κλήσεις, τη ρωτούσε πού βρίσκεται και αν είχε προχωρήσει σε έκτρωση. Συνέχισε επίσης να την απειλεί, λέγοντάς της ότι αν μιλήσει, θα της κάνει κακό. Τον Μάρτιο του 2021, δύο χρόνια μετά τη γέννηση του παιδιού της, άρχισε να υποφέρει από έντονους πονοκεφάλους και συναισθηματική πίεση. Αυτό την ώθησε να επικοινωνήσει με τους γονείς της και να τους αποκαλύψει την ταυτότητα του άνδρα. Τότε είπε ότι ο πατέρας της έγινε έξαλλος και ταξίδεψε την ίδια ημέρα για να τον αντιμετωπίσει στη Νοτιοδυτική περιοχή. Η Αιτήτρια δεν ήταν παρούσα σε αυτό το περιστατικό και αργότερα, ένας γείτονας την ενημέρωσε ότι ο πατέρας της είχε πεθάνει. Σύμφωνα με τον γείτονα, ο πατέρας της δεν είχε φανεί για μέρες και το σπίτι του ήταν συνεχώς κλειδωμένο. Όταν άνοιξαν την πόρτα, τον βρήκαν νεκρό. Δεν υπήρχαν εμφανή τραύματα στο σώμα του και μεταφέρθηκε κατευθείαν στο νεκροτομείο χωρίς να διακομιστεί σε νοσοκομείο. Η Αιτήτρια πιστεύει ότι ο άνδρας αυτός [ο βιαστής της] ευθύνεται για τον θάνατο του πατέρα της, καθώς μετά την κηδεία εκείνος την κάλεσε και της είπε ότι, αφού δεν κράτησε το μυστικό, το ίδιο που έκανε στον πατέρα της θα το κάνει και σε εκείνη. Αυτή η κλήση έγινε τον Ιανουάριο του 2022. H Αιτήτρια δήλωσε ότι απευθύνθηκαν στην αστυνομία, αλλά εκείνοι αρνήθηκαν να καταθέσουν μήνυση λόγω έλλειψης αποδείξεων. Ανέφερε ότι, παρόλο που δεν έχει δει τον άνδρα από κοντά από το 2018, εξακολουθεί να φοβάται για τη ζωή της λόγω των απειλών του και όσων συνέβησαν στον πατέρα της. Επίσης, δήλωσε ότι δεν μπορεί να ζήσει με ασφάλεια σε άλλη πόλη του Καμερούν, όπως για παράδειγμα στη Γιαουντέ, γιατί δεν γνωρίζει πού βρίσκεται ο άνδρας αυτός (για όλα τα παραπάνω βλ. ερ. 45-48 δ.φ.).

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης της Αιτήτριας και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής τριών (3) ουσιωδών ισχυρισμών:

(1) Προσωπικά στοιχεία και προφίλ της Αιτήτριας

(2) Η Αιτήτρια κακοποιήθηκε (σεξουαλικά) από τον φίλο του πατέρα της, από τον οποίον και έμεινε έγκυος το 2018.

(3) Ο πατέρας της Αιτήτριας δολοφονήθηκε από τον κακοποιητή της Αιτήτριας το 2021.

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε αποδεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ της Αιτήτριας, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία της Αιτήτριας εξακριβώθηκαν από το διαβατήριό της, το οποίο προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι τον βιασμό της Αιτήτριας και την μετ’ έπειτα εγκυμοσύνη της, οι Καθ’ ων επέρριψαν αυτόν ως αναξιόπιστο επί τη βάσει των ακόλουθων ευρημάτων. Οι δηλώσεις της Αιτήτριας κρίθηκαν ως μη αξιόπιστες λόγω πολλαπλών ασυνεπειών στην αφήγηση της, ασαφών περιγραφών και έλλειψης λεπτομερειών. Μια βασική ανακολουθία εντοπίστηκε σχετικά με την ηλικία της κατά το πρώτο φερόμενο περιστατικό κακοποίησης το 2012, καθότι ενώ αρχικά ανέφερε ότι ήταν 19 ετών, ωστόσο σύμφωνα με την ημερομηνία γέννησής της προκύπτει πως ήταν 15. Όταν της δόθηκε η ευκαιρία να αποσαφηνίσει αυτήν την ανακρίβεια, δεν κατάφερε να δώσει μια πειστική εξήγηση. Επιπλέον, σύμφωνα με τους Καθ’ ων, οι περιγραφές της για τα τρία περιστατικά κακοποίησης (2012, 2016 και 2018) ήταν γενικόλογες, χωρίς συγκεκριμένες ημερομηνίες, σαφές χρονικό πλαίσιο ή περιγραφή συναισθηματικών αντιδράσεων. Περαιτέρω, ανέφερε επανειλημμένες απειλές από τον φερόμενο δράστη, χωρίς όμως να παραθέσει συγκεκριμένα παραδείγματα ή να εξηγήσει με σαφήνεια γιατί συνέχιζε να χρησιμοποιεί τον ίδιο αριθμό τηλεφώνου ενώ φοβόταν για την ασφάλειά της. Επιπλέον, η εξήγησή της για το γεγονός ότι δήλωσε άλλο άτομο ως πατέρα του παιδιού της στο πιστοποιητικό γέννησης ήταν ασυνάρτητη. Για την ακρίβεια, στο πιστοποιητικό γέννησης που υπέβαλε αναφέρεται ως πατέρας του παιδιού ένα άτομο με το όνομα Touoyem Penandjio Alaim με ημερομηνία γέννησης 22/03/1989. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι ήταν ένας φίλος της που υπέγραψε για εκείνη, επειδή το παιδί έπρεπε να πάει σχολείο και ήταν απαραίτητη η προσκόμιση του πιστοποιητικού, εξήγηση που δεν κρίθηκε ως πειστική. Ομοίως, οι λόγοι που επικαλέστηκε για τη μη αναφορά/καταγγελία των γεγονότων ή την αποφυγή εξομολόγησης σε τρίτους παρέμειναν αόριστοι.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων της, από έρευνα των Καθ’ ων προέκυψε ότι η σεξουαλική παρενόχληση κατά των γυναικών παραμένει ευρέως διαδεδομένη στο Καμερούν, χωρίς να υπάρχουν γνωστές περιπτώσεις κατά τις οποίες οι δράστες να έχουν τιμωρηθεί με πρόστιμα ή φυλάκιση. Αυτό οφείλεται κυρίως στην απροθυμία των θυμάτων να καταγγείλουν επισήμως τα περιστατικά, λόγω φόβου αντιποίνων ή κοινωνικού στιγματισμού. Παραταύτα, η έλλειψη συνοχής, σαφήνειας και λεπτομέρειας στις καταθέσεις της από πλευράς εσωτερικής αξιοπιστίας, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι οι ισχυρισμοί της δεν κρίνονται αξιόπιστοι και κατά συνέπεια, το εν λόγω ουσιώδες πραγματικό γεγονός απορρίφθηκε στο σύνολό του.

Ως προς τον τρίτο ισχυρισμό, ήτοι τον θάνατο του πατέρα της, αυτός ομοίως απορρίφθηκε λόγω έλλειψης τόσο εσωτερικής όσο και εξωτερικής αξιοπιστίας, ενώ σε κάθε περίπτωση αξιολογήθηκε και το γεγονός ότι συνδέεται άρρηκτα μα τον υπ’ αρ. 2 ισχυρισμό που -όπως εκτέθηκε ανωτέρω- δεν έγινε αποδεκτός. Πιο αναλυτικά, οι Καθ’ ων έκρινα ότι η αφήγηση της Αιτήτριας χαρακτηριζόταν από σημαντικές ασυνέπειες, έλλειψη συνοχής και ανεπαρκείς λεπτομέρειες. Συγκεκριμένα, παρόλο που ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας της σκοτώθηκε από τον άνδρα που την κακοποίησε, μετά την μεταξύ τους σύγκρουσή το 2021, εντούτοις, δεν ήταν παρούσα κατά το περιστατικό και δεν μπόρεσε να το περιγράψει με σαφήνεια. Το συμπέρασμά της ότι ο άνδρας ευθύνεται για το θάνατο του πατέρα της βασίστηκε αποκλειστικά σε μια απειλητική τηλεφωνική κλήση που δέχτηκε αργότερα, χωρίς άμεσες αποδείξεις ή εξήγηση για τον τρόπο που συνέβη ο θάνατος. Επιπλέον, η περιγραφή της σχετικά με το πότε συνέβη η κλήση ήταν ασυνεπής — αρχικά ανέφερε ότι ήταν μετά την κηδεία και αργότερα έδωσε συγκεκριμένη ημερομηνία, ήτοι τον Ιανουάριο του 2022. Επίσης, όταν ερωτήθηκε γιατί πιστεύει ότι εξακολουθεί να διατρέχει κίνδυνο παρά το γεγονός ότι δεν είδε τον άνδρα από το 2018, δεν παρείχε σαφή ή λεπτομερή εξήγηση. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, οι Καθ’ ων δεν είχαν στην διάθεσή τους σχετικές επιβεβαιωτικές πηγές και, συνεπώς, βασίστηκαν εξ’ ολοκλήρου στο αφήγημα της Αιτήτριας.

Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στην περιφέρεια Littoral, όπου εντοπίζεται η πόλη Douala, ο τόπος τελευταίας διαμονής της. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας διαπιστώθηκε ότι, δεν υπάρχουν εύλογοι - βάσιμοι λόγοι, σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, το Καμερούν, και συγκεκριμένα στην πόλη Douala, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ως απόρροια της επικρατούσας κατάστασης ασφαλείας. Όπως προβάλλουν -επικαλούμενοι εξωτερικές πηγές-, το Καμερούν πράγματι εμπλέκεται σε ένοπλες συγκρούσεις αλλά η σύγκρουση περιορίζεται στις νοτιοδυτικές και βορειοδυτικές περιοχές του Καμερούν (αγγλόφωνες περιοχές) καθώς και στην περιοχή του Άπω Βορρά.

Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο η Αιτήτρια δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στο Καμερούν δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας της λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, η περιοχή τελευταίας συνήθους διαμονής της, η περιφέρεια Littoral (όπου ανήκει η πόλη Douala), δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Ως εκ τούτου ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.  

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:

Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας.

Αναφορικά με τους ουσιώδεις ισχυρισμούς υπ' αριθμόν δύο και τρία, βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των υπό εξέταση ισχυρισμών της Αιτήτριας, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον αρμόδιο λειτουργό των Καθ΄ ων η Αίτηση και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, η Αιτήτρια δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος της ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό της Αιτήτριας και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία της δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[1]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ.  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης της για διεθνή προστασία.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς η Αιτήτρια δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκαν ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Για τους ίδιους δε λόγους, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2)(β) του Νόμου για να παρασχεθεί στην Αιτήτρια το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της.

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Όσον αφορά στην τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον Καμερούν, τον Σεπτέμβριο του 2024, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ανέφερε ότι «το Καμερούν αντιμετωπίζει μια πολυδιάστατη ανθρωπιστική κρίση που προκαλείται από τη σύγκρουση, τη διακοινοτική βία και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής»[2]. Οι πηγές ανέφεραν ότι το Καμερούν συνεχίζει να επηρεάζεται από δύο μεγάλες συγκρούσεις: τη σύγκρουση του λεκανοπεδίου της Λίμνης Τσαντ στην περιοχή του Άπω Βορά και την εσωτερική κρίση στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν (NWSW)[3].

Ομοίως το RULAC επιβεβαιώνει ότι το Καμερούν «εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη (NIAC) εναντίον της Boko Haram στην περιοχή Far North και εναντίον αριθμού ομάδων αγγλόφωνων αποσχιστών, οι οποίες διαμάχονται εναντίον της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών στις περιφέρειες Northwest και Southwest»[4].

Ωστόσο, η Douala, πόλη που αναμένεται να επιστρέψει η Αιτήτρια, δεν ανήκει στις ως άνω περιφέρειες. Σημειώνεται συναφώς ως προς την κατάσταση ασφαλείας στην περιφέρεια Littoral του Καμερούν, όπου υπάγεται και η πόλη Douala, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, τη χρονική περίοδο 08/06/2024 – 06/06/2025, καταγράφηκαν 10 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 4 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Από αυτά, 4 καταγράφηκαν ως περιστατικά ταραχών/εξεγέρσεων (2 απώλειες), 4 ως περιστατικά βίας κατά των αμάχων (2 απώλειες), και 2 ως διαμαρτυρίες (χωρίς απώλειες)[5]. Τα εν λόγω στοιχεία, εξεταζόμενα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμός της επαρχίας Littoral που ανέρχεται στους 3,355,000 κατοίκους σύμφωνα με εκτίμηση του 2015,[6] δεικνύουν ότι η ένταση της βίας στην εν λόγω περιοχή είναι πολύ μικρή. Κατά τα παραπάνω, συνάγεται ότι η ένοπλη σύγκρουση η οποία λαμβάνει χώρα στις αγγλόφωνες περιοχές δεν επεκτείνεται στο έδαφος της  Douala.  

Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, κρίνω ότι η Αιτήτρια δεν έχει κάποιο προσωπικό χαρακτηριστικό που να αυξάνει το ρίσκο της. Πρόκειται για γυναίκα νεαρής ηλικίας, υγιή, αρκούντως πεπαιδευμένη, που ομιλεί γαλλικά, πλήρως ικανό προς εργασία, με ευρύ υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα του, ο οποίος έχει ζήσει στην Douala. Συνεπώς, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στην περιοχή καταγωγής του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη και ως εκ τούτου δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου.

Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση του για διεθνή προστασία και εν προκειμένω η Αιτήτρια με  τα όσα δήλωσε στη  συνέντευξή της αλλά και όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω και καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, ουδόλως την ενέτασσαν στις περιπτώσεις της αναγκαιότητας παροχής του καθεστώτος της συμπληρωματικής προστασίας. Εν προκειμένω, ορθά κρίθηκε ότι  δεν έχει αποδειχθεί οτιδήποτε εκ μέρους της που να στοιχειοθετεί τον ισχυρισμό της για βάσιμο φόβο ότι αυτή θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με  1300 € έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

                           

 

   Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 22/05/2025). 

[2] UNHCR, Fact Sheet; UNHCR Cameroon Refugee; July 2024, 10 September 2024, https://data.unhcr.org/en/documents/download/111089, p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025). 

[3] European Commission, Cameroon, last updated 25 November 2024, url; UNOCHA, Cameroon Humanitarian Needs Overview 2024, 14 April 2024, https://reliefweb.int/attachments/32c8a7cb-5dac-4c5f-92ec-f232a7bed6d0/CMR_HNO_2024_EN_20240123_v2%20%281%29.pdf, p. 9 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025).

[4] Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights - RULAC: Rule of Law in Armed Conflicts, Non-international Armed Conflicts in Cameroon, Last updated: 12th January 2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025). 

[5] Προσαρμοσμένη έρευνα στην βάση ACLED Explorer, ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORMThe Armed Conflict Location & Event Data Projectδιαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλπλατφόρμα Explorerμε στοιχεία ανάλυσης ως εξήςEVENT COUNTS & FATALITIESEVENT TYPEPolitical violence (BattlesExplosionsRemote violenceViolence against civilians & Mob violence), EVENT DATE - Custom Date Range: 08.06.2024 - 06.06.2025, REGION - AfricaCOUNTRY - Cameroon, ADMIN 1- Littoral) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11/06/2025).

[6] City Population, Cameroon, Littoral Region, https://citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6821 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11.6.2025).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο