
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 2588/23
2 Ιουνίου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
N.G.A.
Αιτητή
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.............................................
Γεώργιος Βασιλόπουλος, Δικηγόρος για τον αιτητή
Ραφαέλλα Χαραλάμπους για Αίγλη Κίτσιου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 26/06/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 31/08/2021, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές. Την 01/09/2021, ο αιτητής παρέλαβε βεβαίωση υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας.
Στις 15/06/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 21/06/2023 ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού υιοθέτησε την Έκθεση - Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού απέρριψε το αίτημα του αιτητή στις 26/06/2023.
Η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε στις 11/07/2023 απορριπτική του αιτήματος του αιτητή επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή, αυθημερόν, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου της. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της προαναφερόμενης απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος που εκπροσωπεί τον αιτητή με την Γραπτή του Αγόρευση και στα πλαίσια του πρώτου λόγου ακυρώσεως εισηγείται πως «η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση της ορθής και/ή νόμιμης διαδικασίας και/ή ελήφθη από αναρμόδιο πρόσωπο και παραβιάστηκε το άρθρο 13 του Περί Προσφύγων Νόμου». Στα πλαίσια του συγκεκριμένου λόγου ακυρώσεως ο αιτητής ισχυρίζεται πως η διάρκεια της συνέντευξης δεν ήταν αρκετή για να μεταφερθεί σε κείμενο η πραγματική κατάσταση του αιτητή και υποστηρίζει ότι η αίτηση του Αιτητή απορρίφθηκε μέσω μιας αυτοματοποιημένης διαδικασίας, χωρίς να αφιερωθεί ο απαραίτητος χρόνος για την επεξεργασία των δεδομένων που παρέθεσε. Επίσης, προωθείται ότι η Έκθεση-Εισήγηση και η απόφαση απόρριψης λήφθηκαν από κατώτερους λειτουργούς και υποστηρίζει πως το πρόσωπο που διεξήγαγε τη συνέντευξη δεν ήταν δεόντως καταρτισμένο.
Ο δεύτερος νομικός ισχυρισμός φέρει τον τίτλο «μη δέουσα έρευνα και απουσία επαρκούς αιτιολογίας από τον αρμόδιο λειτουργό ως κατονομάζεται στους Περί Προσφύγων Νόμους». Με τον τρίτο νομικό ισχυρισμό προωθείται η «παράλειψη εξέτασης από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου του κατά πόσον ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για συμπληρωματική προστασία». Με τον τέταρτο ισχυρισμό υποστηρίζει ότι δεν τηρήθηκαν οι αρχές που διέπουν τις διαδικασίες ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου. Στα πλαίσια του εν λόγω ισχυρισμού, ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίζεται ότι δεν δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να διατυπώσει τυχόν παρατηρήσεις ή να παρέχει διευκρινίσεις σε σχέση με τυχόν εσφαλμένες μεταφράσεις ή παρερμηνείες κατά παράβαση του άρθρου 18 (2Α) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.
Με τον πέμπτο νομικό ισχυρισμό προβάλλει ότι παραβιάστηκε η διαδικασία διεξαγωγής της συνέντευξης καθότι η συνέντευξη διενεργήθηκε χωρίς τη συνδρομή διερμηνέα και απουσιάζει οποιοδήποτε στοιχείο από το οποίο προκύπτει η γνώση της αγγλικής γλώσσας από τον αρμόδιο λειτουργό και η ικανότητα του να προβεί σε συνέντευξη στην αγγλική χωρίς τη συνδρομή διερμηνέα. Τέλος, με τον έκτο νομικό ισχυρισμό, ο δικηγόρος του αιτητή υποστηρίζει ότι οι καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν υπό το καθεστώς πλάνης περί το Νόμο, καθότι εξέδωσαν απόφαση επιστροφής εναντίον του αιτητή, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι ο αιτητής θεωρείται αιτητής ασύλου για περίοδο 30 ημερών από τη λήψη της απορριπτικής απόφασης. Ο δικηγόρος καταλήγει ότι η απόφαση επιστροφής αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απορριπτικής απόφασης και συμπαρασύρει σε ακυρότητα την προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της.
Η συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση με την Γραπτή της Αγόρευση υπεραμύνεται της επίδικης πράξης αντικρούοντας τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς και αναφέρει ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε ενδελεχώς, έγινε ορθή αξιολόγηση από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου και νομίμως και ορθά λήφθηκε η επίδικη απόφαση σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης. Επιπρόσθετα, εισηγείται πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.
Ο συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της Γραπτής Απαντητικής του Αγόρευσης υποστηρίζει ότι η απόφαση ελήφθη κατά παράβαση της ορθής και/ή νόμιμη διαδικασίας και κατά παράβαση των άρθρων 2 και 13 του περί Προσφύγων Νόμου. Όπως εισηγείται, ο κος Αγρότης έχει λάβει εξουσιοδότηση από τον προηγούμενο Υπουργό Εσωτερικών και δεν έχει εξουσιοδότηση από το νυν Υπουργό Εσωτερικών και ως εκ τούτου εισηγείται πως τίθεται ζήτημα αναρμοδιότητας του λειτουργού που αποφάσισε για το αίτημα του αιτητή.
Αξιολογώντας τις εκατέρωθεν θέσεις και ισχυρισμούς βάσει των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου, της νομολογίας του Ανωτάτου και Διοικητικού Δικαστηρίου και των στοιχείων του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης, προέχει βεβαίως η εξέταση του προαναφερόμενου λόγου ακύρωσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω αναρμοδιότητας του οργάνου που την εξέδωσε, καθότι ως ζήτημα δημοσίας τάξεως συνυφασμένο με τη σύννομη λειτουργία της διοίκησης και δυνάμενο να εξεταστεί και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (βλ. Αναστασίου ν ETEK (2003) 3 Α.Α.Δ 616, Sigma Radio T.V. Ltd εναντίον Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2005) 3 Α.Α.Δ 130), ανατρέχει στα θεμέλια της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης. Ως εκ τούτου, εάν αποδεχτώ τον εγειρόμενο λόγο ακυρώσεως, η υπό εξέταση απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου θα οδηγηθεί εκ των πραγμάτων σε ακύρωση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα προχωρήσω στην εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακυρώσεως.
Ο συνήγορος του αιτητή προβάλλει πως η εξουσιοδότηση προς τον λειτουργό που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση, κύριο Ανδρέα Αγρότη, έπαψε να βρίσκεται σε ισχύ, καθώς αυτή είχε δοθεί από προηγούμενο Υπουργό Εσωτερικών ο οποίος σταμάτησε να ασκεί τα καθήκοντά του όταν ανέλαβε τα καθήκοντα του ο εν ενεργεία Υπουργός. Στη βάση τούτου, ισχυρίζεται πως η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο πρόσωπο.
Είναι αναγκαίο να παραθέσω σχετική επί του ζητήματος νομολογία. Σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση υπ'αριθμόν 63/18, Κυπριακή Δημοκρατία v. AHT Advances Heating Technologies, ημερομηνίας 11/1/2024, αναφέρθηκαν τα εξής (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):
«Σχετική με το υπό εξέταση ζήτημα είναι η υπόθεση Κασσέρα ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 27/16, ημερ. 4.4.2023, ECLI:CY:AD:2023:C130, ECLI:CY:AD:2023:C130, ECLI:CY:AD:2023:C130, όπου ο εφεσείοντας προέβαλε ότι η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής έπασχε αφού, δεν είχε καταρτιστεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 2 και 35Α του περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 10/69). Στην εκεί υπόθεση, παρουσιάστηκε εκχώρηση με την οποία ο αρμόδιος Υπουργός εκχώρησε προς τον γενικό διευθυντή τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει του Νόμου. Ο εφεσείοντας, με δεδομένο ότι η εξουσιοδότηση δόθηκε πριν από πολλά χρόνια από προηγούμενο Υπουργό και όχι από τον εν ενεργεία Υπουργό κατά την περίοδο πλήρωσης των θέσεων, υποστήριξε πως η εξουσιοδότηση αυτή δεν μπορούσε να ισχύει, αφού η κάθε διαδικασία πλήρωσης θέσεων είναι ξεχωριστή και αυτόνομη. Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, επισήμανε ότι δεν είναι αναμενόμενο να παραχωρείται νέα εξουσιοδότηση κάθε φορά που διορίζεται νέος Υπουργός.
Επίσης σχετική με το υπό εξέταση επίδικο ζήτημα είναι και η πρόσφατη υπόθεση Φωτιάδου ν. Δημοκρατίας, Ε.Ε.Δ. 84/16, ημερ. 2.10.2023, όπου η εφεσείουσα προέβαλε ότι η σύνθεση της συμβουλευτικής επιτροπής που συστήθηκε για τις προαγωγές ήταν παράνομη καθότι, ο νέος υπουργός, ως εκ της αλλαγής που προέκυψε με τη αντικατάσταση του προηγούμενου, δεν προχώρησε σε επικαιροποιημένη εκχώρηση εξουσιών προς τη νέα γενική διευθύντρια. Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, απορρίπτοντας το σχετικό λόγο έφεσης επισήμανε ότι, ο λόγος των αποφάσεων Κασσέρα (ανωτέρω) και Συμβούλιο Εφέσεων Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης κ.α v. Παναγή κ.α Α.Ε. 47/2014 ημερ. 25.2.21, ECLI:CY:AD:2021:C71, ECLI:CY:AD:2021:C71, ECLI:CY:AD:2021:C71, όπου στην τελευταία υπογραμμίστηκε το θεσμικά συνεχές ενός διοικητικού οργάνου, καλύπτει τα επίδικα ζητήματα, με την πρόσθετη επισήμανση ότι, «το γεγονός ότι αντικαταστάθηκε ο Γενικός Διευθυντής, (στον οποίο δόθηκε εκχώρηση.), να μην επηρεάζει κατ' εφαρμογή του ίδιου σκεπτικού (αλλά και κατά κοινή λογική) τα αναλυόμενα».
Στην υπό εξέταση περίπτωση το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλλε. Εξουσιοδότηση υπήρχε. Με αυτήν εξουσιοδοτήθηκε το πρόσωπο που υπέγραψε την σχετική επιστολή και με την οποία απαίτησε την καταβολή των πιο πάνω ποσών. Σε ακολουθία του λόγου τόσο της υπόθεσης Κασσέρα και όσο και της Φωτιάδου (ανωτέρω), δεν είναι αναμενόμενο να παραχωρείται νέα εξουσιοδότηση κάθε φορά που διορίζεται νέος διευθυντής. Περαιτέρω, δεν είχε τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου οτιδήποτε που να ανακαλεί την εξουσιοδότηση για την οποία γίνεται αναφορά πιο πάνω».
Η ανωτέρω απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ξεκαθαρίζει το ζήτημα και απαντά χωρίς οποιανδήποτε αμφιβολία στον ισχυρισμό που προβάλλει ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση της υπόθεσης υπ'αριθμόν Α.Ε. 27/16, Κασσέρα ν. Δημοκρατίας,ημερομηνίας 4/4/2023, έκρινε ότι η εξουσιοδότηση που παρέχεται από ένα Υπουργό σε ένα πρόσωπο δεν παύει να ισχύει αυτόματα με την αλλαγή του Υπουργού. Επομένως, εφόσον η εξουσιοδότηση δόθηκε νόμιμα, συνεχίζει να ισχύει ακόμα και μετά την αντικατάσταση του Υπουργού που την εξέδωσε χωρίς να απαιτείται νέα εξουσιοδότηση. Στην υπό εξέταση περίπτωση, η εξουσιοδότηση που δόθηκε από τον Υπουργό εξακολουθεί να ισχύει και να παράγει έννομα αποτελέσματα, εφόσον δεν έχει ανακληθεί ή τροποποιηθεί από το νέο Υπουργό.
Για σκοπούς πληρότητας, θεωρώ αναγκαίο να παραθέσω και απόσπασμα από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη υπόθεση υπ'αριθμόν Α.Ε. 47/14 Συμβούλιο Εφέσεων Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης κ.α v. Παναγή κ.α ημερομηνίας 25/2/21, όπου καθορίζεται η έννοια του «οργάνου» και διαχωρίζεται από το «φορέα του οργάνου» που είναι το πρόσωπο και/ή τα πρόσωπα που το στελεχώνουν. Επί του ζητήματος αυτού, αναφέρθηκαν τα εξής (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):
«Ως προς το καίριο αυτό ζήτημα το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι δεν είναι βάσιμη «.η θέση ότι η διοικητική ενέργεια απεκδύεται το θεσμικό μανδύα, παραμένουσα μόνο στα πρόσωπα που αποφασίζουν σε κάθε στάδιο. Είναι πρόδηλο ότι η συμμετοχική διαδικασία στη διοικητική απόφαση συσχετίζεται με το θεσμικό ρόλο που σε κάθε δεδομένη στιγμή έχει το ένα ή το άλλο φυσικό πρόσωπο. Τα φυσικά πρόσωπα που κατέχουν τη δεδομένη θέση δεν ενεργούν υπό ιδιότητα άλλη από αυτή που τους έχει εμπιστευθεί η πολιτεία. Όταν λαμβάνουν αποφάσεις, το πράττουν ως εντεταλμένοι εκ του Νόμου ιθύνοντες και όχι ως απλά πρόσωπα, ασύνδετα, άσχετα και έξω από το κρινόμενο κατά περίπτωση αντικείμενο.»
Δεν αμφισβητείται το θεσμικά συνεχές ενός διοικητικού οργάνου. Διαφορετική είναι η έννοια του «οργάνου» από αυτήν του «φορέα του οργάνου». Όπως αναφέρεται στο Γενικό Διοικητικό Δίκαιο α΄, Δαγτόγλου, 1977, σελ. 211-212, και υιοθετήθηκε πρόσφατα στην Χατζηγεωργίου ν. Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, ΑΕ 37/14, ημερ. 6.10.2020, ECLI:CY:AD:2020:C336, ECLI:CY:AD:2020:C336, ECLI:CY:AD:2020:C336 «Όργανο, υπό νομική έννοια, είναι η οργανωτική μονάδα που αποτελεί αυτοτελές υποκείμενο αρμοδιοτήτων. Από το όργανο πρέπει να διακρίνουμε σαφώς τον φορέα του οργάνου. Ενώ το όργανο είναι μια οργανωτική μονάδα, ο φορεύς του οργάνου πάντοτε φυσικό πρόσωπο . το πρώτο είναι απρόσωπο και συνεχές, ενώ ο δεύτερος είναι προσωπικός, συγκεκριμένος και κατ΄ ανάγκην, χρονικώς περιορισμένος».
Τα όργανα του κράτους λοιπόν είναι θεσμικές οντότητες που διαθέτουν συγκεκριμένες αρμοδιότητες και το γεγονός ότι ένα πρόσωπο αναλαμβάνει ή αποχωρεί από μια θέση δεν μπορεί να επηρεάζει τη λειτουργία του οργάνου γιατί πρέπει να διασφαλίζεται η συνέχεια των διαδικασιών ανεξαρτήτως των αλλαγών που γίνονται στην υπηρεσία.
Σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση υπ'αριθμόν 1654/2019, Τουφεξής ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 26/2/2021, αναφέρθηκαν τα πιο κάτω (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):
«Επιπρόσθετα, θα πρέπει να λεχθεί ότι αυτού του είδους οι πράξεις, οι οποίες άπτονται άμεσα της φύσης και/ή της λειτουργίας των διοικητικών οργάνων, αντιμετωπίζονται διαχρονικά με γνώμονα την ομαλή λειτουργία της Διοίκησης και την αρχή της συνέχειας και συνέπειας που θα πρέπει να διέπει την εν λόγω λειτουργία, καθώς και την ασφάλεια δικαίου προς όφελος του διοικούμενου. Συνεπώς, όπως ελέχθη και στην Φάνη Α. Γεωργιάδη, ανωτέρω, δε νοείται λογικό να θεωρείται η έννοια του Διευθυντή και/ή διοικητικού προϊσταμένου του εκάστοτε τμήματος της Διοίκησης, εν προκειμένω του Γενικού Διευθυντή της Α.Η.Κ, ως ταυτοποιημένη με το φυσικό πρόσωπό του, αλλά με το θεσμό και την εξουσία που συναρτάται με τη θέση του. Σχετική είναι και η απόφαση στην Ανδρέα Παναγή κ.α. ν. Συμβουλίου Εφέσεων Υποθ. Αρ. 1226/2014, ημερ. 11.3.2014, στην οποία τονίστηκε ότι η εκάστοτε διοικητική ενέργεια «δεν απεκδύεται το θεσμικό της μανδύα, παραμένουσα μόνο στα πρόσωπα που αποφασίζουν» καθώς και ότι τα φυσικά πρόσωπα, «όταν λαμβάνουν αποφάσεις, το πράττουν ως εντεταλμένοι εκ του Νόμου ιθύνοντες και όχι ως απλά πρόσωπα, ασύνδετα, άσχετα και έξω από το κρινόμενο κατά περίπτωση αντικείμενο.». Επισημαίνεται δε περαιτέρω ότι την ίδια προσέγγιση επί του υπό συζήτηση θέματος ακολούθησε το Δικαστήριο τούτο στην Μαρία Ξάνθου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 907/2015, ημερ. 21.8.2018 και στην Ελένη Σολωμού ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1606/2015, ημερ. 6.9.2018.
Ενόψει των πιο πάνω, λοιπόν, καταλήγω ότι δεν τίθεται ζήτημα αναρμοδιότητας, αλλ' αντιθέτως, υφίστατο επαρκές νομιμοποιητικό έρεισμα που παρείχε στη συγκεκριμένη λειτουργό της Α.Η.Κ. τη δυνατότητα και/ή εξουσία να προβεί στην συγκεκριμένη υπογραφή εκ μέρους του Γενικού Διευθυντή της Αρχής.»
Η διάκριση μεταξύ οργάνου και φορέα διασφαλίζει τη θεσμική συνέχεια, εφόσον το διοικητικό όργανο έχει διαρκή νομική υπόσταση και δεν επηρεάζεται από τις εναλλαγές προσώπων που το στελεχώνουν εκτός εάν ο νόμος προβλέπει διαφορετικά. Από το σύνολο το στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στις 26/06/2023 από τον κύριο Ανδρέα Αγρότη που είναι λειτουργός στην Υπηρεσία Ασύλου, δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης του προηγούμενου Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 09/06/2022, αντίγραφο της οποίας βρίσκεται κατατεθειμένο ως ερυθρό 50 του διοικητικού φακέλου. Όπως προκύπτει από το λεκτικό της εν λόγω εξουσιοδότησης, παρέχεται εξουσιοδότηση στο εν λόγω πρόσωπο για άσκηση μέρους των εξουσιών ή εκτέλεση μέρους των καθηκόντων του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, που αφορούν στην έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας, περιλαμβανομένης μεταξύ άλλων και έκδοσης αποφάσεων επιστροφής.
Δεδομένου ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο της έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης, η εν λόγω εξουσιοδότηση ημερομηνίας 09/06/2022 δεν είχε ανακληθεί, η εκχώρηση της σχετικής αρμοδιότητας στον κύριο Ανδρέα Αγρότη, εξακολουθούσε να βρίσκεται σε ισχύ. Άλλωστε, υπό το φως της ανωτέρω παρατεθείσας νομολογίας, εν τη απουσία ρητής ανάκλησης της σχετικής εξουσιοδότησης δυνάμει της οποίας λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έπαυσε να ισχύει με την ανάληψη καθηκόντων από νέο Υπουργό Εσωτερικών. Ως εκ τούτου, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός περί αναρμοδιότητας του οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και απορρίπτεται στο σύνολό του. Κατά συνέπεια, προχωρώ στην εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακυρώσεως που προωθούνται από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως ισχυρίζεται ότι η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση της ορθής και/ή νόμιμης διαδικασίας και παραβιάστηκε το άρθρο 13 του περί Προσφύγων Νόμου, για το λόγο ότι η συνέντευξη ήταν μικρής διάρκειας και δεν μπορούσε να αποτυπωθεί η πραγματική εικόνα του προβλήματος που αντιμετώπιζε ο αιτητής. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι η εξέταση του αιτήματος του αιτητή, η εισήγηση της απόρριψης και η τελική απόφαση λήφθηκε από κατώτερους λειτουργούς κατά παράβαση του άρθρου 13 (1) του περί Προσφύγων Νόμου, υποστηρίζοντας μάλιστα πως το πρόσωπο που διεξήγαγε τη συνέντευξη δεν ήταν δεόντως καταρτισμένο.
Έχω εξετάσει με προσοχή τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς. Θα πρέπει να αναφερθεί πως η συνέντευξη διενεργείται με σκοπό ο αιτητής να απαντήσει στις ερωτήσεις που του υποβάλλονται και να παρουσιάσει με τον τρόπο αυτό τον πυρήνα του αιτήματος του. Η διάρκεια της συνέντευξης συναρτάται πάντοτε με το περιεχόμενο των ισχυρισμών που προβάλλει ο αιτητής ενώπιον του αρμόδιου λειτουργού. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της συνέντευξης τέθηκαν στον αιτητή επαρκείς ερωτήσεις και του δόθηκε η δυνατότητα να προβάλει τους ισχυρισμούς του και να αναφέρει οτιδήποτε έκρινε ο ίδιος ότι θα ενίσχυε τον πυρήνα του αιτήματος του. Ο αιτητής θα μπορούσε να θέσει τους ισχυρισμούς του στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία και να τύχουν αυτοί, κατ’ ουσίαν εξέτασης. Αντ’ αυτού αρκείται στο να προβάλλει αόριστους ισχυρισμούς περί της διάρκειας της συνέντευξης χωρίς να εξειδικεύει και να τεκμηριώνει οποιονδήποτε βάσιμο ισχυρισμό, σχετικό με τον πυρήνα του αιτήματός του.
Ο αιτητής στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας μπορούσε να θέσει οτιδήποτε επιθυμούσε με το ορθό δικονομικό διάβημα και να εξεταστεί από το Δικαστήριο στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, πράγμα που δεν έπραξε. Συνεπώς, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός απορρίπτεται ενόψει του ότι δεν τεκμηριώθηκε και εφόσον δεν έχει διαπιστωθεί οποιοδήποτε σφάλμα στη διαδικασία που ακολουθήθηκε.
Επιπρόσθετα, στα πλαίσια του πρώτου λόγου ακυρώσεως ο συνήγορος του αιτητή εισηγείται πως η εισήγηση της απόρριψης και η τελική απόφαση λήφθηκε από κατώτερους λειτουργούς, υποστηρίζοντας μάλιστα πως το πρόσωπο που διεξήγαγε τη συνέντευξη δεν ήταν δεόντως καταρτισμένο. Ο ισχυρισμός αυτός προβάλλεται κατά γενικό και αόριστο τρόπο και κατά συνέπεια δεν μπορεί να εξεταστεί. Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου δεν προκύπτει οποιοδήποτε πρόβλημα σε σχέση με τους λειτουργούς ή με την κατάρτισή τους. Ως εκ τούτου, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως περί παραβίασης της ορθής και νόμιμης διαδικασίας και συγκεκριμένα του άρθρου 13 του Ν. 6(Ι)/2000, εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απορρίπτεται στο σύνολό του.
Προχωρώ να εξετάσω τους ισχυρισμούς που προωθεί ο συνήγορος του αιτητή, σε σχέση με την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, σχετικά με το καθεστώς πρόσφυγα και καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, δηλαδή του δεύτερου και του τρίτου ισχυρισμού και να εξετάσω κατά πόσον παραβιάστηκαν οι αρχές που διέπουν τις διαδικασίες ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, όπως ο ισχυρισμός αυτός προωθείται στα πλαίσια του τέταρτου λόγου ακυρώσεως. Θα πρέπει να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.
Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε πως o κυβερνήτης της πολιτείας Ebonyi ανέλαβε τη προγονική γη ορισμένων οικογενειών της κοινότητας, μεταξύ των οποίων και της οικογένειας του αιτητή. Δήλωσε ότι ήταν το χειρότερο κτύπημα για την οικογένεια του διότι τα δέντρα και οι εκτάσεις ρυζιού ήταν η μοναδική πηγή εισοδήματος της οικογένειας του και καταστράφηκαν όλα χωρίς να τους δοθεί αποζημίωση. Ο αιτητής ήταν το μόνο μορφωμένο άτομο της οικογένειας και διοργάνωσε μια διαμαρτυρία εναντίον της βίαιης κατάληψης της γης από τη κρατική κυβέρνηση, χωρίς αποζημίωση. Όταν ο κυβερνήτης ενημερώθηκε έστειλε ταραχοποιούς στον αιτητή και σε άλλα άτομα που ήταν μέλη της διαδικασίας. Πρόσθεσε ότι ο παππούς του απεβίωσε την 9η Φεβρουαρίου λόγω του ζητήματος της γης και η οικογένεια του δανείστηκε χρήματα προκειμένου να εγκαταλείψει ο αιτητής τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι κατάγεται από τη Νιγηρία και ανέφερε πως η περιοχή καταγωγής του είναι η πόλη Umuna, LGA Orlu, της πολιτείας Imo και από το έτος 2013 διέμενε στη πολιτεία Ebonyi. Οι γονείς του και τα τέσσερα αδέλφια του διαμένουν στην πόλη Umuna και διατηρεί επικοινωνία μαζί τους. Ο αιτητής ανέφερε πως ομιλεί την γλώσσα Igbo και την Αγγλική γλώσσα. Είναι απόφοιτος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αναφορικά με το επαγγελματικό του υπόβαθρο δήλωσε ότι εργαζόταν ως δάσκαλος για περίοδο 6 μηνών (ερυθρά 38-χ1,χ3,χ4, 37-χ1,χ4,χ5,χ6, 36 του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της ελεύθερης αφήγησης του δήλωσε ότι η περιοχή καταγωγής του είναι η πολιτεία Ebonyi, οι γονείς του διέμεναν στην πολιτεία Imo, όπου και γεννήθηκε και το 2013 μετέβη στη πολιτεία Ebonyi προκειμένου να φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο. Το 2015 υπήρχαν εκλογές στη Νιγηρία και διορίστηκε νέος κυβερνήτης στη πολιτεία Ebonyi. Το 2017, ο νέος κυβερνήτης επιθυμούσε την πραγματοποίηση ενός έργου που το ονόμασε βιομηχανικό σύμπλεγμα το οποίο θα βρισκόταν στην κοινότητά του αιτητή, στην πολιτεία Ebonyi. Κατά τον Ιανουάριο – Φεβρουάριο του 2018, ανακαλύφθηκε ότι για δέκα οικογένειες η γη που περιλάμβανε το έργο ήταν πατρογονικές κατοικίες, στις οποίες περιλαμβανόταν και η οικογένειά του αιτητή. Οι οικογένειες που επλήγησαν δημιούργησαν μια ομάδα συνεργασίας με το σωματείο της πόλης και ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ήταν ο γραμματέας της ομάδας.
Πρόσθεσε ότι πλησίασαν τον κυβερνήτη προκειμένου να τους επιτραπεί να έχουν τη γη τους και εάν επιθυμούσε να συνεχιστεί το έργο να μην λάβει την οικογενειακή γη 10 οικογενειών. Ανέφερε ότι ο κυβερνήτης ήταν τύραννος και δεν είχε πρόθεση να τους βοηθήσει. Όπως ισχυρίστηκε, τον επισκέφθηκαν και δεύτερη φορά παρακαλώντας είτε να τους αποζημιώσει είτε να τους παρείχε αλλού γη, χωρίς οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Ο αιτητής δήλωσε ότι τον πίεσαν, τους αποκάλεσε εγκληματίες και ισχυρίστηκε πως δεν ήθελαν το καλό της κοινότητας και έστειλε ταραχοποιούς/εγκληματίες στον αιτητή και σε άλλα μέλη της ομάδας. Πρόσθεσε ότι μετά την επίθεση σε ένα μέλος της ομάδας που παραλίγο να αποβιώσει επέστρεψε στην πολιτεία Imo, επειδή ο κυβερνήτης τους κήρυξε καταζητούμενους. Αναχώρησε για τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στις 04/09/2019, όπου παρέμεινε για περίοδο 16 μηνών και επέστρεψε στη πολιτεία Imo μετά από αυτή τη χρονική περίοδο. Όπως ανέφερε, ο κυβερνήτης επανεξελέγη και δεν μπορούσε να επιστρέψει στη πολιτεία Ebonyi διότι κινδύνευε από τον κυβερνήτη και έτσι αποφάσισε να έρθει στην Κυπριακή Δημοκρατία (ερυθρό 35 του διοικητικού φακέλου).
Ερωτηθείς πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εφόσον ο κυβερνήτης τον κήρυξε καταζητούμενο, δήλωσε ότι ήταν καταζητούμενος στη πολιτεία Ebonyi και με τη βοήθεια ενός φίλου του, τον μετέφερε στη κοντινή πολιτεία Enugu. Ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν συνελήφθη εφόσον ήταν καταζητούμενος, ισχυρίστηκε πως δεν ήταν νόμιμο να τον συλλάβει (ερυθρό 33-χ2,χ4 του διοικητικού φακέλου).
Ο αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του διευκρίνισε πως ο κυβερνήτης ονομάζεται David Nwaze Umahi και ανήκει στο πολιτικό κόμμα Peoples democratic party. Κληθείς να διευκρινίσει την ημέρα που ο κυβερνήτης έστειλε ταραχοποιούς στον ίδιο και σε άλλα μέλη της ομάδας, ο αιτητής δήλωσε ότι ήταν βράδυ, χτύπησαν την πόρτα και αντίκρισε άνδρες με όπλα και μαχαίρια, τους οποίους δεν μπορούσε να αναγνωρίσει. Πρόσθεσε ότι του ανέφεραν ότι εναντιώνεται στο έργο του κυβερνήτη, απαντώντας τους ότι δεν είναι αντίθετοι αλλά ζητούν αποζημίωση, και άρχισαν να τον χτυπούν. Όταν έφυγαν, τον απείλησαν ότι εάν δεν σταματήσουν να ζητούν αποζημίωση, την επόμενη φορά θα τους σκοτώσουν (ερυθρό 34 του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής επέστρεψε στη πολιτεία Imo αλλά δεν ένιωθε ασφαλής, γιατί ήταν σοβαρά τραυματισμένος από αυτή την εμπειρία (ερυθρό 33-χ1 του διοικητικού φακέλου). Πρόσθετα ανέφερε πως δεν μπορούσε να ζητήσει βοήθεια από τις αρχές διότι αυτοί εργάζονται για τον κυβερνήτη (ερυθρό 33-χ3 του διοικητικού φακέλου).
Επιπρόσθετα, ο αιτητής ανέφερε πως σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ότι δεν θα είναι ασφαλής διότι ο άνθρωπος που τον κυνηγά είναι ακόμη στη κυβέρνηση και το έργο απόκτησης της γης τους συνεχίζεται. Πρόσθεσε μάλιστα πως δεν μπορεί να επιστρέψει στη πολιτεία Imo διότι οι πολιτείες αυτές είναι κοντινές και υπάρχει η πιθανότητα να του επιτεθεί η κυβέρνηση. Πρόσθεσε, πως δεν μπορεί να διαμείνει με τους γονείς του, εφόσον με τους γονείς του διαμένουν και τα αδέλφια του και δεν υπάρχει χώρος γι’αυτόν. Ερωτηθείς εάν οι αρχές της χώρας του θα του επιτρέψουν την είσοδο δήλωσε ότι εργάζονται για τη κυβέρνηση και θα τον σκοτώσουν εάν επιστρέψει (ερυθρό 32 του διοικητικού φακέλου).
Στη βάση των ανωτέρω προβαλλόμενων ισχυρισμών, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην Έκθεση-Εισήγησή του σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά την υπηκοότητα, περιοχή καταγωγής και περιοχή διαμονής του αιτητή και ο δεύτερος αφορά την ισχυριζόμενη δίωξη του αιτητή, υπό την μορφή απειλής της ζωής του από τον κυβερνήτη της πολιτείας Ebonyi. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθότι ο λειτουργός έκρινε ότι πληρείται τόσο η εσωτερική, όσο και η εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του, ενώ ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου, καθώς ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει και να παραθέσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματός του και υπέπεσε σε ασάφειες, αοριστίες, γενικολογίες και αντιφάσεις. Ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε με λεπτομέρεια στην Έκθεση-Εισήγησή του τις ανεπάρκειες του αφηγήματος του αιτητή και κατέληξε πως δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του.
Προχωρώντας στη διερεύνηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του δεύτερου ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε ότι όσα αναφέρθηκαν από τον αιτητή αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό στο σύνολό του. Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς, δηλαδή τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του αιτητή έκρινε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα σε περίπτωση που ο αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Στη συνέχεια, διεξήγαγε έρευνα σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στο τόπο καταγωγής του, την πολιτεία Imo, όπου κατέγραψε ότι δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Πρόσθεσε πως ο αιτητής είναι άτομο αυτόνομο, ικανό, δεν παρουσιάζει θέματα υγείας ή ευαλωτότητας και εργαζόταν στη χώρα καταγωγής του, προτού αναχωρήσει από αυτήν.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε πως οι λόγοι που ώθησαν τον αιτητή να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του δεν θεμελιώνουν φόβο δίωξης, λόγω του προσωπικού του προφίλ. Ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα έρευνας για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του αιτητή, συγκεκριμένα στην πολιτεία Imo, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, κατέληξε πως δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.
Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τo συνήγορό του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση. Με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος ορθά έγινε αποδεκτός, δεν θεωρώ αναγκαίο να ασχοληθώ εφόσον ούτως ή άλλως δεν αμφισβητήθηκε.
Ακολούθως, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου περί αναξιοπιστίας του αιτητή ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό. Ειδικότερα, όπως ορθώς επισημαίνεται στην Έκθεση-Εισήγησή του, ο αιτητής δεν παρέθεσε επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες για τις απειλές που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε από τον κυβερνήτη της πολιτείας Ebonyi, μέσω ταραχοποιών/εγκληματιών. Αναφέρθηκε αποκλειστικά και μόνο σε ένα περιστατικό, όπου τον επισκέφθηκαν ένα βράδυ, τον χτύπησαν και τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν εάν συνεχίσει την διαμαρτυρία. Δεν ήταν σε θέση να παρέχει μια λεπτομερή περιγραφή για τους ταραχοποιούς που τον επισκέφθηκαν και ο ίδιος δήλωσε ότι δεν πραγματοποιήθηκε οποιοδήποτε άλλο περιστατικό εναντίον του. Παρατηρούνται αντιφατικές δηλώσεις σχετικά με τον τόπο τελευταίας διαμονής του. Αρχικά ανέφερε ότι παρέμεινε στην πολιτεία Ebonyi μέχρι και την αναχώρηση του από τη χώρα, στη συνέχεια δήλωσε ότι επέστρεψε στην πολιτεία Imo, αναχώρησε για τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και ακολούθως επέστρεψε στην πολιτεία Imo και αναχώρησε για τη Κυπριακή Δημοκρατία. Περαιτέρω, μη ευλογοφανείς κρίνονται οι δηλώσεις του ως προς το ότι αποτελεί καταζητούμενο πρόσωπο, ωστόσο, ως ο ίδιος δήλωσε, δεν μπορεί να συλληφθεί διότι δεν είναι νόμιμο. Μέσα από το αφήγημα του αιτητή προκύπτει πως αποχώρησε από τη χώρα καταγωγής του δυο φορές μετά το περιστατικό με τον κυβερνήτη, χωρίς όμως να αντιμετωπίσει οποιονδήποτε πρόβλημα.
Από τα πρακτικά της συνέντευξης του αιτητή, παρατηρώ ότι οι αναφορές του σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός του, παρουσιάζονται ελλιπείς, χωρίς ευλογοφάνεια και χωρίς τεκμηρίωση στα όσα ισχυρίστηκε ότι τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει την χώρα του. Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω δεδομένα και κυρίως το γεγονός ότι δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες για να στηρίξει τον φόβο δίωξης του, η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του δεν μπορεί να τεκμηριωθεί.
Κατόπιν έρευνας του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό προκύπτει ότι ο Dave Umahi διετέλεσε ως κυβερνήτης της πολιτείας Ebonyi της Νιγηρίας από το 2015 μέχρι το 2023, που ανέλαβε ο νέος κυβερνήτης, Francis Ogbonna Nwifuru.[1] Σύμφωνα με εξωτερική πηγή πληροφόρησης, κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο κυβερνήτης Dave Umahi, ανακοίνωσε την ανάπτυξη μίας βιομηχανικής πολιτικής («industrial policy») για την πολιτεία Ebonyi, που προέβλεπε τη δημιουργία τριών βιομηχανικών συμπλεγμάτων («industrial clusters») στις περιοχές Uburu, Umuogharu και Iboko, ως μία ενέργεια που σκόπευε και στη δημιουργία πολλών θέσεων εργασίας για τους κατοίκους της πολιτείας Ebonyi.[2] Σε έτερη πηγή, εντοπίζεται αναφορά ότι η ανέγερση βιομηχανικών συμπλεγμάτων («industrial clusters») συγκαταλέγεται ανάμεσα στους στόχους των επόμενων τεσσάρων χρόνων του εν λόγω κυβερνήτη για την πολιτεία Ebonyi.[3]
Επιπρόσθετα, τον Ιανουάριο του 2021 έλαβε χώρα διαμαρτυρία στην περιοχή Uburu, από κατοίκους του χωριού Umuchima που βρίσκεται στην Ohaozara Local Government Area στην πολιτεία Ebonyi της Νιγηρίας κατά της φερόμενης βίαιης κατάληψης της γης τους από τις κυβερνητικές αρχές της εν λόγω πολιτείας.[4] Οι κάτοικοι του εν λόγω χωριού δήλωσαν ότι δεν ήταν αντίθετοι στην δημιουργία αναπτυξιακών έργων από την κυβέρνηση στο χωριό, πλην όμως ισχυρίστηκαν ότι οι προγονικές τους γαίες κατασχέθηκαν βίαια για προσωπική χρήση στο όνομα της κυβέρνησης.[5] Επιπλέον κατηγορούσαν την κυβέρνηση ότι προέβη στην καταστροφή πάνω από 20 σπιτιών και στη σύλληψη 9 κατοίκων του χωριού επειδή εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην αδικία εναντίον τους και ότι επιπρόσθετα μέλη αδελφοτήτων («cultists») και πράκτορες ασφαλείας («security agents») παρενοχλούσαν και εκφόβιζαν κατοίκους του χωριού κατόπιν εντολών κυβερνητικών αξιωματούχων της περιοχής.[6] Ωστόσο, οι κυβερνητικές αρχές της πολιτείας Ebonyi, αρνήθηκαν τους ισχυρισμούς και τις κατηγορίες, αναφέροντας ότι αυτό που συνέβη στο χωριό δεν είχε καμία σχέση ούτε με τις κυβερνητικές αρχές της πολιτείας, ούτε με τους αξιωματούχους της, και ότι η πλειοψηφία του χωριού εξέφρασε την υποστήριξή του στις δράσεις τους.[7]
Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί του αιτητή επιβεβαιώνονται εν μέρη σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, όμως διαπιστώνεται πως αυτή τη στιγμή ανέλαβε νέος κυβερνήτης στην πολιτεία όπου διέμενε και κατά συνέπεια ακόμα και να ίσχυε ο ισχυρισμός του, αυτή τη στιγμή δεν θα μπορούσε να ήταν βάσιμος. Παρόλα αυτά η εσωτερική αξιοπιστία την δηλώσεων του δεν τεκμηριώθηκε ως έχω αναλύσει πιο πάνω και κατά συνέπεια, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός στο σύνολό του.
Αναφορικά λοιπόν με τον αόριστο κίνδυνο που ισχυρίζεται ο αιτητής ότι διατρέχει στη χώρα καταγωγής του, όπως έχω αναφέρει στην απόφασή μου στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020: «Η αόριστη επίκληση ενός κινδύνου ζωής, όταν όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν συνεπικουρείται εξ' ουδενός αντικειμενικού στοιχείου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι αρκούντως σοβαρή, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου ...... Ούτως ή άλλως, οποιαδήποτε προσβολή ενός δικαιώματος δεν υποχρεώνει τις αρχές να χορηγήσουν το καθεστώς του πρόσφυγα στον υφιστάμενο την προσβολή.»
Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν έχει επικαλεσθεί στη συνέντευξή του κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις υπαγωγής ατόμου σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Τα εν λόγω στοιχεία δεν θα μπορούσαν να εντάξουν τον αιτητή στην έννοια του πρόσφυγα, έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000).
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (βλ. παραγράφους 37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).
Οι λόγοι που ώθησαν τον αιτητή να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και να αιτηθεί διεθνούς προστασίας, δεν εμπεριέχονται στους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3 του Ν. 6 (Ι)/2000, ενώ δεν επικαλέστηκε εναντίον του δίωξη από οποιονδήποτε φορέα που τον εμποδίζει να διαμείνει στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής ούτε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, δεν πρόβαλε ισχυρισμούς που θα τον ενέτασσαν στον ορισμό του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.
Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, προκύπτει πως ορθά αποφασίστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που στοιχειοθετούν δικαιολογημένο φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, καθώς δεν προέκυψε καμία ένδειξη πραγματικής, υφιστάμενης και έμπρακτης απειλής του αιτητή από οποιοδήποτε φορέα, κρατικό ή μη, στη χώρα καταγωγής του.
Πρόσθετα, ορθά κρίθηκε από τον δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619.
Ο αρμόδιος λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί ότι τόπος καταγωγής του είναι η πολιτεία Imo, διεξήγαγε έρευνα για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω περιοχή, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Συμπληρωματικά, στα πλαίσια της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχώρησα σε έρευνα σε έγκυρες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας, τόσο στην πολιτεία Imo όσο και στην πολιτεία Ebonyi της Νιγηρίας, στην οποία ο αιτητής διέμενε.
Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι κατά το διάστημα από τις 30/05/2024 έως τις 30/05/2025 στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας καταγράφηκαν συνολικά 102 περιστατικά ασφαλείας και 157 απώλειες ζωών, εκ των οποίων 15 διαμαρτυρίες (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 3 εξεγέρσεις (3 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 44 μάχες (92 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 38 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (62 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 2 περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης χρήσης βίας (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών).[8] Σύμφωνα με την ίδια πηγή για το ως άνω χρονικό διάστημα, στην πόλη Umuna της πολιτείας Imo, δεν καταγράφηκαν περιστατικά ασφαλείας.[9] Ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Imo της Νιγηρίας ανέρχεται σε 5,459,300 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2022.[10]
Θα πρέπει να αναφερθεί πως σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων της ACLED ("Armed Conflict Location and Event Data Project") για το διάστημα από 30/05/2024 έως 30/05/2025, στην πολιτεία Ebonyi, τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή, καταγράφηκαν συνολικά 51 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 76 απώλειες ζωών, εκ των οποίων 11 διαμαρτυρίες (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 9 εξεγέρσεις (12 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 11 μάχες (18 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 20 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (46 απώλειες ανθρώπινων ζωών).[11] Ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Ebonyi της Νιγηρίας ανέρχεται σε 3,242,500 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2022.[12]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τόπο καταγωγής αλλά και στο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής, με τριτοβάθμια εκπαίδευση, πλήρως ικανός προς εργασία και χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 145/2025, η οποία εκδόθηκε στις 30/5/2025, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, ούτε ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.
Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου δεν διαπίστωσα οποιοδήποτε σφάλμα στη διαδικασία και ούτως ή άλλως διεξήγαγα κατ’ουσίαν έλεγχο του αιτήματος του αιτητή από το οποίο δεν προκύπτει πως θα έπρεπε να χορηγηθεί στον αιτητή οποιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Κατά συνέπεια ο δεύτερος, τρίτος και τέταρτος νομικός ισχυρισμός απορρίπτονται στο σύνολό τους.
Αβάσιμος κρίνεται και ο πέμπτος ισχυρισμός του συνηγόρου του αιτητή περί της ανεπάρκειας του αρμόδιου λειτουργού να προβεί σε διεξαγωγή της συνέντευξης στην αγγλική γλώσσα χωρίς τη συνδρομή διερμηνέα, καθότι ως παρατηρώ από το πρακτικό της συνέντευξης ο αιτητής σε κανένα σημείο της συνέντευξης του δεν ήγειρε κάποιο ζήτημα κατανόησης των ερωτήσεων που του τέθηκαν. Όπως προκύπτει από το ερυθρό 31, του διοικητικού φακέλου, ο αιτητής υπέγραψε δήλωση ότι όλες οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται είναι αληθινές και ακριβείς έχοντας κατανοήσει πλήρως τη συνέντευξη, εφόσον διεξήχθη σε γλώσσα που κατανοεί πλήρως. Επιπρόσθετα, στη δήλωση αναφέρεται πως ο λειτουργός του παρείχε όλες τις πληροφορίες και ότι οι απαντήσεις του ανταποκρίνονται επακριβώς στις δηλώσεις του, ότι αντιλαμβάνεται το ερωτηματολόγιο και τις αντίστοιχες απαντήσεις (βλ. υπ’αριθμόν 5787/13, Κ.Ν.Κ v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερομηνίας 31/1/2020). Επίσης ο αιτητής υπέγραψε κάθε σελίδα του πρακτικού της συνέντευξης επιβεβαιώνοντας με αυτό το τρόπο το περιεχόμενό της.,
Περαιτέρω, δεν έχει προσκομιστεί από μέρους του συνηγόρου του αιτητή μαρτυρία προς απόδειξη του εν λόγω ισχυρισμού ούτε έχει προβεί σε οποιοδήποτε δικονομικό διάβημα για να τον αποδείξει. Οι ισχυρισμοί του αιτητή στα πλαίσια της Γραπτής του Αγόρευσης ότι δεν είχε την ευκαιρία ο αιτητής να παραθέσει τις θέσεις του είναι γενικοί και αόριστοι, εφόσον δεν προσκόμισε οτιδήποτε στα πλαίσια της δικαστικής διαδικασίας που να αποδεικνύει ότι μπορούσε να ενισχύσει τον πυρήνα του αιτήματός του ή ότι υπάρχει οποιοδήποτε σφάλμα στη διαδικασία που ακολουθήθηκε.
Θα πρέπει βεβαίως να τονιστεί πως οι Γραπτές Αγορεύσεις δεν μπορούν να θεμελιώσουν ισχυρισμούς που αφορούν πραγματικά γεγονότα. Σύμφωνα, όμως, με πάγια νομολογία επί του θέματος, η αγόρευση, γραπτή ή προφορική, δεν συνιστά μέσο προσαγωγής μαρτυρίας (βλ. ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ και Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 ΑΑΔ 242, Μαρία Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281 και Χριστάκης Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου και/ή άλλου (1995) 4 ΑΑΔ 1275).
Ούτως ή άλλως ο συνήγορος του αιτητή είχε τη δυνατότητα να προβεί στο αναγκαίο δικονομικό διάβημα θέτοντας ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αίτημα για προσκόμιση μαρτυρίας, πράγμα που δεν έπραξε. Το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του όλο το υλικό που είχε ενώπιον του το διοικητικό όργανο και βεβαίως εντοπίζεται στον διοικητικό φάκελο (βλ. ΡΟΥΣΟΣ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΙΔΗ Κ.Α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549 και ΡΑΦΤΗ Κ.Α. ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (2003) 3 Α.Α.Δ. 335). Ως εκ τούτου, οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί απορρίπτονται. Εν πάση περιπτώσει, τα όσα ισχυρίζεται ο αιτητής δεν θα μπορούσαν να τον υπαγάγουν στο προστατευτικό καθεστώς του πρόσφυγα ενόψει της αοριστίας και της γενικότητας με την οποία προβάλλονται. Ενόψει τούτου, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός απορρίπτεται, εφόσον δεν προκύπτει οποιοδήποτε σφάλμα στη διαδικασία που ακολουθήθηκε.
Ως προς τον έκτο ισχυρισμό ότι οι καθ’ ων η αίτηση τελούσαν υπό πλάνη περί το Νόμο διότι εξέδωσαν απόφαση επιστροφής, καταρχάς θα πρέπει να αναφερθεί πως το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού για την ύπαρξη πλάνης το έχει ο αιτητής (βλ. Παπαδόπουλος v. Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1190) 3ΑΑΔ 262, 267). Ο προβαλλόμενος ισχυρισμός δεν στοιχειοθετείται επαρκώς από τον αιτητή και είναι γενικόλογος. Από τους ισχυρισμούς του ευπαίδευτου δικηγόρου του αιτητή, δεν στοιχειοθετείται οποιουδήποτε είδους πλάνη, τόσο ως προς την διαδικασία που ακολουθήθηκε, όσο και ως προς τα συμπεράσματα τα οποία κατέληξε η Υπηρεσία Ασύλου με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, αλλά ούτε και ως προς τα γεγονότα που έλαβε η Υπηρεσία Ασύλου υπόψη της.
Οι καθ’ ων η αίτηση επί της επιστολής κοινοποίησης της επίδικης απόφασης ενημερώνουν τον αιτητή ότι η απόφαση επιστροφής και η προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης αναστέλλονται είτε μέχρι τη λήξη της προθεσμίας άσκησης της προσφυγής είτε μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της προσφυγής από το Δικαστήριο (ερυθρό 60, του διοικητικού φακέλου). Ο ισχυρισμός αυτός δεν συγκεκριμενοποιείται για να μπορεί να εξεταστεί περαιτέρω. Στη βάση των ανωτέρω, είναι προφανές πως δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός του αιτητή περί πλάνης περί τον Νόμο και ως εκ τούτου απορρίπτεται.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια και υπήρξε η δέουσα έρευνα και αιτιολόγηση εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλ. https://ebonyistate.gov.ng/page/past-governors; Jame Eze, ‘It’s Official: INEC declares APC’s Nwifuru winner of Ebonyi governorship election’ (20 March 2023) δημοσιευθέν σε Premium Times, διαθέσιμο σε https://www.premiumtimesng.com/regional/ssouth-east/589139-its-official-inec-declares-apcs-nwifuru-winner-of-ebonyi-governorship-election.html
[2] Monday Eze, ‘The Place Of David Umahi In The History Of Ebonyi State’ (22 May 2019) δημοσιευθέν σε THE NIGERIAN VOICE, διαθέσιμο σε https://www.thenigerianvoice.com/news/278407/the-place-of-david-umahi-in-the-history-of-ebonyi-state.html
[3] ‘Umahi declares four-year action on industrial clusters, airport’ (21 June 2019) δημοσιευθέν σε The Guardian, διαθέσιμο σε https://guardian.ng/news/umahi-declares-four-year-action-on-industrial-clusters-airport/
[4] Samson Nwafor, ‘Umahi’s Kinsmen Protest, Allege Ebonyi Govt Forcefully Grabbing Ancestral Lands’ (31 January 2021) δημοσιευθέν σε Independent Newspapers Limited, διαθέσιμο σε https://independent.ng/umahis-kinsmen-protest-allege-ebonyi-govt-forcefully-grabbing-ancestral-lands/
[5] Ibid.
[6] Ibid.
[7] Ibid.
[8] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 30.05.2024 – 30.05.2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Imo)
[9] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 30.05.2024 – 30.05.2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Imo, LOCATION: Umuna)
[10] City Population, Nigeria, Imo, διαθέσιμο σε, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/
[11] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 30.05.2024 – 30.05.2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Ebonyi)
[12] City Population, Nigeria, Ebonyi, διαθέσιμο σε, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο