E.S. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 2738/2023, 20/6/2025
print
Τίτλος:
E.S. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 2738/2023, 20/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

 Υπόθεση Αρ. 2738/2023

 

20 Ιουνίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:  

 

E.S.

 

Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της

Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                                                  Καθ' ων η αίτηση 

 

...........................

 

Ο αιτητής εμφανίζεται προσωπικά ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Μελίνα Βασιλείου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση

 

 [Παρούσα η μεταφράστρια κυρία Όλγα Γεωργιάδη για πιστή μετάφραση από αγγλικά σε ελληνικά και αντίστροφα]

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 10/7/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και αφίχθηκε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 22/02/2021. Ακολούθως, στις 04/08/2022 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και παρέλαβε τη βεβαίωση υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας από το Επαρχιακό Γραφείο Αλλοδαπών Λευκωσίας.

 

Στις 07/07/2023 πραγματοποιήθηκε προφορική συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 10/07/2023, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή. Στη συνέχεια, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού μελέτησε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του αιτητή. 

 

Η Υπηρεσία Ασύλου στις 20/07/2023 εξέδωσε επιστολή, στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε από τον Αιτητή αυθημερόν.   Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

O αιτητής με την γραπτή του αγόρευση στα πλαίσια της δικαστικής διαδικασίας προώθησε πραγματικούς ισχυρισμούς, για σκοπούς εξέτασης του αιτήματός του.  Συγκεκριμένα ο αιτητής ανέφερε μεταξύ άλλων πως κινδυνεύει από τους θείους του οι οποίοι επιθυμούν να καταλάβουν την περιουσία που κληρονόμησε από τον πατέρα του και γι’ αυτό το λόγο δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα του και ζητά όπως παραμείνει ασφαλής στην Κυπριακή Δημοκρατία.  Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση υπεραμύνθηκε της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης και υποστήριξε πως η απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα των στοιχείων που τέθηκαν από τον αιτητή ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Είναι χρήσιμο να παρατεθούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν οι καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν εντός των αρμοδιοτήτων τους, όπως αυτές οι αρμοδιότητες καθορίζονται από τη σχετική νομοθεσία και έχουν επεξηγηθεί από τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου, Διοικητικού και Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.

 

Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του γιατί μετά το θάνατο του πατέρα του ο θείος του επιθυμούσε να τον σκοτώσει για να καταλάβει την περιουσία του πατέρα του. Ο πατέρας του ήταν επιχειρηματίας. Ο θείος του τον απείλησε πως θα τον σκοτώσει αν δεν του έδινε την περιουσία.  Ισχυρίστηκε πως απέστειλε δολοφόνους να σκοτώσουν τη μητέρα του λόγω της περιουσίας, οι οποίοι την πυροβόλησαν όταν επέστρεφε από την εκκλησία.  Επιπρόσθετα, ανέφερε πως λάμβανε αρκετά παράξενα τηλεφωνήματα από αγνώστους αριθμούς και του ανέφεραν ότι επιθυμούσαν να τον σκοτώσουν.  Γι’ αυτούς τους λόγους δήλωσε πως πώλησε τη γη του πατέρα του για να εξασφαλίσει τα έξοδά του για το ταξίδι του στην Κυπριακή Δημοκρατία, προκειμένου να είναι αφαλής.

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε υπήκοος Νιγηρίας, γεννηθείς στις 13/10/2001 και ανύπαντρος. Ο Αιτητής δήλωσε περαιτέρω ότι είναι Χριστιανός, ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ότι ομιλεί Αγγλικά και Ebire (ερυθρό 22, 19 1χ, 18, του διοικητικού φακέλου).  Περαιτέρω δήλωσε ότι δεν έχει αδέρφια και πως οι γονείς του έχουν αποβιώσει.  Όπως ανέφερε δεν έχει συγγενείς ή μέλη οικογένειας στην Κύπρο ή αλλού στην Ευρώπη (ερυθρό 19 5χ 6χ, του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής είναι κάτοχος διαβατηρίου Νιγηρίας το οποίο εκδόθηκε την 06/06/2019 (ερυθρό 7, του διοικητικού φακέλου).  Όπως ανέφερε, γεννήθηκε στο Kogi State όπου και έζησε όλη του τη ζωή μέχρι την αναχώρησή του από τη Νιγηρία στις 22/02/2021 (ερυθρό 20 1χ-5χ, του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής δήλωσε ότι στη χώρα καταγωγής του δεν εργαζόταν.

 

Σε σχέση με τους λόγους για τους οποίους, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής ανέφερε πως οι θείοι του, τον απειλούσαν, καθώς επιθυμούσαν να του πάρουν την κληρονομιά του πατέρα του. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής δήλωσε ότι μετά το θάνατο του πατέρα του οι θείοι του επιθυμούσαν να πάρουν την επιχείρηση και τον πλούτο του πατέρα του και για το λόγο αυτό άρχισαν συστηματικά να τον απειλούν και να αποστέλλουν συμμορίες για να τον κακοποιούν σωματικά, με αποτέλεσμα σε κάποιο εκ των περιστατικών, να τραυματιστεί στη μέση. Επιπλέον, ο Αιτητής ανέφερε πως τα ίδια πρόσωπα δολοφόνησαν τη μητέρα του, καθώς αυτή επέστρεφε από την εκκλησία και γι’αυτό το λόγο εγκατέλειψε το Kogi State και πήγε στην Abuja, όπου και διευθέτησε την αναχώρησή του για τη Δημοκρατία (ερυθρό 17 1χ, του διοικητικού φακέλου).  Όταν ρωτήθηκε για την περιουσία του πατέρα του, ο Αιτητής δήλωσε πως είχε δύο επιχειρήσεις, ένα σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ένα κέντρο εκμάθησης ηλεκτρονικών υπολογιστών, οικόπεδα και ένα στεγαστικό έργο το οποίο δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει (ερυθρό 17 2χ 3χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Όταν του ζητήθηκε να παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με τις απειλές τις οποίες δήλωσε πως δεχόταν από τους θείους του, ο Αιτητής ανέφερε πως ο πατέρας του απεβίωσε στις 11/11/2019 και οι απειλές ξεκίνησαν περίπου αρχές Μαρτίου 2020.  Όπως ισχυρίστηκε, οι πέντε θείοι του, του έλεγαν πως θα αναλάβουν αυτοί την επιχείρηση και τις ιδιοκτησίες του πατέρα του και πως αν δεν το επιτρέψουν, αυτός και η μητέρα του, θα τους ασκήσουν βία. Ο Αιτητής δήλωσε περαιτέρω πως παρόλο που επιθυμούσαν να απευθυνθούν στη δικαιοσύνη οι θείοι του τους απειλούσαν και τους έστειλαν αρκετές φορές συμμορίες για να τους σκοτώσουν (ερυθρό 16 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Επιπρόσθετα, ανέφερε πως του απέστελλαν μηνύματα ότι θα τους σκοτώσουν αν δεν αφήσουν την επιχείρηση, κάτι που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2020 και συνεχίστηκε τον Μάιο του ιδίου έτους, όταν απέστειλαν μια συμμορία να τον δολοφονήσει στο σχολείο του πατέρα του όπου κατάφερε να ξεφύγει (ερυθρό 16 2χ 3χ, του διοικητικού φακέλου).  Όταν του ζητήθηκε να περιγράψει το εν λόγω περιστατικό με περισσότερες λεπτομέρειες, ο Αιτητής, δήλωσε πως τα πρόσωπα αυτά έφτασαν με ένα αυτοκίνητο, ήταν οπλισμένοι με μεγάλο μαχαίρι και ο ίδιος πήδηξε τον εξωτερικό φράχτη στο πίσω μέρος του σχολείου και έτρεξε μακριά (ερυθρό 16 5χ του διοικητικού φακέλου).  Ο αιτητής διευκρίνισε πως λόγω των απειλών που δέχονταν κατά της ζωής τους, από τους θείους τους, πίστευαν πως οι θείοι απέστειλαν τα πρόσωπα αυτά (ερθρό 16, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο λειτουργός έθεσε ερωτήσεις σχετικά με το περιστατικό κατά το οποίο δέχτηκε, σύμφωνα με δήλωσή του, σωματική κακοποίηση και στα πλαίσια αυτών των ερωτήσεων ο Αιτητής ανέφερε πως στις 27 με 28 Ιουνίου 2020 και ενώ βρισκόταν στην οικία του, οι συμμορίες προσπάθησαν να σπάσουν την πόρτα της οικίας του, με τον ίδιο να καλεί αρχικά ένα φίλο του και να κανονίζει ραντεβού σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία και στη συνέχεια, να βγαίνει από ένα παράθυρο και να πηδά τον φράχτη της αυλής της οικίας του.  Στο μεταξύ οι συμμορίες τον είδαν και άρχισαν να τον κυνηγούν μέχρι το σημείο συνάντησης με τον φίλο του, και ο αιτητής τότε μπήκε στο αυτοκίνητο του φίλου του και κατάφερε να διαφύγει. Ο Αιτητής δήλωσε επιπλέον πως κατά την προσπάθειά του να διαφύγει ένιωσε έναν οξύ πόνο στην πλάτη και αργότερα διαγνώστηκε με σκολίωση (ερυθρό 16 6χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο Αιτητής δήλωσε πως οι απειλές διήρκησαν 8 με 9 μήνες από το Μάρτιο του 2020 μέχρι και τον Ιανουάριο του 2021, διευκρινίζοντας επιπλέον πως κατά την περίοδο εκείνη δεν του συνέβη προσωπικά το οτιδήποτε (ευθρό 15, του διοικητικού φακέλου).  Στη συνέχεια, σε ερωτήσεις σχετικά με τη δολοφονία της μητέρας του, ο Αιτητής δήλωσε πως αυτή έλαβε χώρα στις 20/12/2020, πως ο ίδιος βρισκόταν στην οικία του όταν συνέβη και ενημερώθηκε τηλεφωνικά από ένα μάρτυρα και ότι ο λόγος που τη δολοφόνησαν ήταν για να αποκτήσουν την περιουσία του πατέρα του.  Ισχυρίστηκε πως οι θείοι του διέπραξαν τη δολοφονία καθώς μετά το θάνατο της μητέρας του, τον απειλούσαν ότι θα τον σκοτώσουν.  Όπως δήλωσε, κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία χωρίς όμως να έχει κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα (ερυθρό 15 5χ-7χ και 14, του διοικητικού φακέλου).

 

Σε ερώτηση σχετικά με τα μέτρα προστασίας που έλαβε μετά τη δολοφονία της μητέρας του, ο Αιτητής δήλωσε πως κατήγγειλε τη δολοφονία στην αστυνομία και έφυγε από το Kogi State για την Abuja στις 26/12/2020 από όπου και συντόνισε την αναχώρησή του από τη χώρα (ερυθρό 14, του διοικητικού φακέλου). Σε επόμενη ερώτηση του λειτουργού σχετικά με το αν του συνέβη οτιδήποτε μέχρι την ημέρα αναχώρησής του από το Kogi State για την Abuja στις 26/12/2020, ο Αιτητής απάντησε καταφατικά, εξηγώντας πως μετά τη δολοφονία της μητέρα του δεχόταν απειλές πως θα δολοφονήσουν και τον ίδιο (ερυθρό 14 2χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Σε ερώτηση σχετικά με το ποιος έχει στην κατοχή του την περιουσία του πατέρα του, ο Αιτητής απάντησε πως άφησε όλα τα περιουσιακά στοιχεία στη Νιγηρία και πως δεν επιθυμεί πλέον να έχει οποιαδήποτε ανάμειξη, διευκρινίζοντας πως παρόλα αυτά οι θείοι του συνέχιζαν να τον απειλούν πως αν τον βρουν θα τον σκοτώσουν εξαιτίας του μίσους που τρέφουν προς το πρόσωπό του (ερυθρό 14 3χ - 6χ του διοικητικού φακέλου). Σε επακόλουθη ερώτηση σχετικά με το που οφείλεται αυτό το μίσος που ανέφερε ο Αιτητής, αυτός απάντησε πως οι θείοι του, τους θεωρούν υπεύθυνους για το θάνατο του αδερφούς τους, του πατέρα του και επιθυμούν να πάρουν την περιουσία του (ερυθρό 13 του διοικητικού φακέλου).

 

Επιπρόσθετα, ο αιτητής ανέφερε πως σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ότι θα τον σκοτώσουν, επισημαίνοντας περαιτέρω πως δε θα μπορούσε να μετεγκατασταθεί σε άλλη περιοχή στη χώρα καταγωγής του, καθώς θα τον βρουν όπου και να εγκατασταθεί στη χώρα του.  Ο αιτητής δήλωσε πως οι αρχές της χώρας θα του επιτρέψουν την επιστροφή του (ερυθρό 13, του διοικητικού φακέλου).

 

Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών, η αρμόδια λειτουργός σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.  Ο πρώτος αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και περιοχή διαμονής του αιτητή, ο οποίος έγινε αποδεκτός, καθότι ο αιτητής κρίθηκε εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του. Ωστόσο, δεν έγινε  αποδεκτός ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός που αφορά τα ισχυριζόμενα προβλήματα που αντιμετωπίζει από τους θείους του αιτητή λόγω περιουσιακών διαφορών.  Ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως ο αιτητής κατά την αφήγησή του ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του.  Όταν κλήθηκε να παραθέσει περισσότερες πληροφορίες υπέπεσε σε ασάφειες, αντιφάσεις και ασυνέπειες.

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, η αρμόδια λειτουργός επεσήμανε πως τα όσα περιέγραψε ο αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του, χωρίς να υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε περαιτέρω ανάλυσή τους μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.  Αφού συνεκτιμήθηκαν όλα τα δεδομένα που πλαισιώνουν τον εν λόγω ισχυρισμό του αιτητή και τα ευρήματα της λειτουργού επί τούτου,  ο ισχυρισμός αυτός δεν έγινε αποδεκτός και απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

Στη συνέχεια, ο λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στο Kogi State της Νιγηρίας, το οποίο κρίθηκε πως είναι ο τόπος στον οποίο αναμένεται να επιστρέψει. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά, αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα, όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής του και λαμβάνοντας υπόψιν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Αιτητή – ότι πρόκειται για ενήλικα υγιή άντρα νεαρής ηλικίας ο οποίος είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης- o λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

Τέλος, κατά τη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.  Στη συνέχεια, διαπίστωσε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τον ίδιο αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση.

 

Με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου, αποδεχόμενος τα στοιχεία της ταυτότητας, του προφίλ και της χώρας καταγωγής του Αιτητή, καθώς έκρινε πως οι δηλώσεις του ήταν συνεπείς και τις συνέδεσαν τόσο με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, όσο και με το πρωτότυπο διαβατήριο το οποίο προσκόμισε ο Αιτητής δεν κρίνω αναγκαίο να ασχοληθώ εφόσον μάλιστα δεν αμφισβητείται.

 

Ακολούθως, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού των καθ' ων η αίτηση περί αναξιοπιστίας του αιτητή ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό. Ειδικότερα, από τα λεγόμενα του αιτητή προκύπτει ότι τα όσα ισχυρίστηκε, παρουσιάστηκαν με τρόπο γενικό και αόριστο. Παρατηρώ ότι ο αιτητής δεν παρείχε πληροφορίες για να στηρίξει και να τεκμηριώσει το αφήγημά του. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με το περιστατικό δολοφονίας της μητέρας του. Αντιθέτως, ισχυρίστηκε απλώς πως η συμμορία τη δολοφόνησε πυροβολώντας την χωρίς να παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες. Επιπλέον, αμφιβολίες δημιουργεί ο ισχυρισμός του Αιτητή πως η μητέρα του δολοφονήθηκε από τους θείους του για να αποκτήσουν την περιουσία του πατέρα του, καθώς δεν κατείχε την περιουσία η μητέρα του αλλά δικαιούχος ήταν ο ίδιος.

 

Επιπρόσθετα, διαφαίνεται πως ο Αιτητής υπήρξε ασαφής και αόριστος στις δηλώσεις του σχετικά με τις απειλές που δέχθηκε μετά τον ισχυριζόμενο θάνατο της μητέρας του μέχρι και την ημέρα που εγκατέλειψε τον τόπο διαμονής του.  Αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε, καθώς και σε σχέση με τη σωματική κακοποίηση την οποία επικαλέστηκε δεν έδωσε ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να τεκμηριώσει τον πυρήνα του αιτήματός του.  Τέλος, η δήλωση του Αιτητή πως άφησε την περιουσία στους θείους του φεύγοντας από τη Νιγηρία, διαφαίνεται πως αναιρεί τους ισχυρισμούς του πως κινδυνεύει από τους θείους του, δεδομένου ότι εφόσον άφησε την περιουσία σε αυτούς δεν υφίσταται πλέον ο βασικός λόγος που επικαλέστηκε για τη φυγή του από τη Νιγηρία.

 

Προχωρώντας στην εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, διαπιστώνω πως τα όσα ανέφερε ο Αιτητής στη συνέντευξή του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του.  Κατά συνέπεια, με δεδομένο ότι ο Αιτητής υπέπεσε σε ασάφειες, αντιφάσεις, αοριστίες και γενικολογίες κατά το αφήγημά του, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη κι αν γινόταν δεκτός ως αξιόπιστος ο εν λόγω ισχυρισμός του περί φόβου δίωξης του από τους θείους του, σημειώνεται πως πρόκειται για μία ιδιωτική διαφορά και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να οδηγήσει σε χορήγηση προσφυγικού καθεστώτος, τουλάχιστον με την αοριστία με την οποία τέθηκε προς εξέταση από τον αιτητή. Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Όπως ανέφερα στην απόφασή μου στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20 A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020:

 

«Η αόριστη επίκληση ενός κινδύνου ζωής, όταν όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν συνεπικουρείται εξ' ουδενός αντικειμενικού στοιχείου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι αρκούντως σοβαρή, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει «βάσιμο φόβο δίωξης». Ούτως ή άλλως, οποιαδήποτε προσβολή ενός δικαιώματος δεν υποχρεώνει τις αρχές να χορηγήσουν το καθεστώς του πρόσφυγα στον υφιστάμενο την προσβολή.»

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):  «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε ο αιτητής δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του. Όπως διαφαίνεται, ο αιτητής δεν προώθησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα. Τα στοιχεία αυτά, δεν θα μπορούσαν να εντάξουν τον αιτητή στην έννοια του πρόσφυγα, έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται από την Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.  Επομένως, ορθά δεν χορηγήθηκε στον αιτητή καθεστώς πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Πρόσθετα, από το σύνολο το στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω ότι ορθά διαπιστώθηκε από το δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

Υπό το φως των εν λόγω δεδομένων στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, θα διεξάγω έρευνα για σκοπούς πληρότητας σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας  στην Kogi State που συνιστά τον τόπο καταγωγής του, σύμφωνα με τα λεγόμενα του αιτητή και που αναμένεται ότι θα επιστρέψει.

 

Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 13/06/2024 και 13/06/2025 στην πολιτεία Kogi της Νιγηρίας, καταγράφηκαν συνολικά 64 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 42 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 13 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 15 θύματα), 47 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 26 θύματα) και 4 ως ταραχές/εξεγέρσεις (με 1 θύμα)[1]. Ο πληθυσμός δε της εν λόγω πολιτείας καταγράφεται στους 4.466.800 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση του 2022[2].

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης και δεν διαφαίνεται ότι ο αιτητής διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής, πλήρως ικανός προς εργασία και χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

  

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για δέουσα έρευνα.  Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι  απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €600 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή. 

 

 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1]   ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 13/06/2024 – 13/06/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Kogi]

[2] City Population, Nigeria, Edo State, https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/  


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο