
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ. 3071/2023
20 Ιουνίου 2025
[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
A. V. D.
Αιτήτρια
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
Α. Δημητρίου (κος) για Μανούσο Χατζηδάκη (κος), Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Ε. Ιωάννου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την προσφυγή της η αιτήτρια, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 20/07/2023 η οποία της κοινοποιήθηκε στις 24/08/2023 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση της για παροχή διεθνούς προστασίας, ως παράνομης, άκυρης και στερούμενης οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των Διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, η αιτήτρια είναι ενήλικη από τη Νιγηρία και στις 14/02/2022 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 13/06/2023 διεξήχθη συνέντευξη στην αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (εφεξής: Ε.Υ.Υ.Α.). Ακολούθως, στις 12/07/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Εισηγητική Έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη της αιτήτριας και στις 20/07/2023, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου αποφάσισε όπως να μην παραχωρηθεί στην αιτήτρια καθεστώς διεθνούς προστασίας. Στις 24/08/2023 η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς την αιτήτρια σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος της. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από την αιτήτρια αυθημερόν.
Στη συνέχεια, η αιτήτρια καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Ο συνήγορος της αιτήτριας στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και διατήρησε μόνο το λόγο ακύρωσης που αφορά την τη μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας. Ενόψει των δηλώσεων του ευπαίδευτου συνηγόρου της αιτήτριας, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από το λόγο ακύρωσης που αφορά τη μη δέουσα έρευνα εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν μέσω της γραπτής αγόρευσής τους ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.
Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος της αιτήτριας ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.
Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).
Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί της αιτήτριας σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός της, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.
Κατά την υποβολή αιτήματος διεθνούς προστασίας, η αιτήτρια δήλωσε ότι αποκηρύχθηκε από τους κηδεμόνες της επειδή αρνήθηκε να παντρευτεί έναν 70χρονο άνδρα και ως εκ τούτου εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της για να αιτηθεί διεθνή προστασία καθότι δεν είχε πλέον οικογένεια και κανένα να την στηρίξει (βλ. ερ. 1 του Δ.Φ.).
Στο πλαίσιο της προσωπικής της συνέντευξης, ζητηθείς να προσδιορίσει τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής της, η αιτήτρια δήλωσε την περιοχή Ogida Quarter στην πόλη Benin (βλ. ερ. 46 του Δ.Φ.). Ως προς την οικογένειά της δήλωσε ότι ο πατέρας του έχει νυμφευθεί 4 συζύγους μία εκ των οποίων ήταν η μητέρα της και έχει 10 αδέλφια (βλ. ερ. 48 του Δ.Φ.). Με την οικογένειά της δεν επικοινωνεί, ως η ίδια δήλωσε (βλ. ερ. 48 του Δ.Φ.). Η ίδια δεν θεωρεί ότι είναι παντρεμένη, ωστόσο οι γονείς της θεωρούν ότι έχει παραδοσιακά συνάψει γάμο (βλ. ερ. 48 & 47 του Δ.Φ.).
Ως προς τους λόγους για τους οποίους φέρεται να εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της, η αιτήτρια επανέλαβε όσα κατέγραψε και στην αίτησή της προσθέτοντας πως είναι συνηθισμένο για τους μουσουλμάνους να επιλέγουν οι γονείς τον ή την σύζυγο του τέκνου τους και η οικογένειά της είχε ήδη λάβει την σχετική αμοιβή για το γάμο (βλ. ερ. 45 του Δ.Φ). Για το ενδεχόμενο επιστροφής της στη Νιγηρία, η ίδια ανέφερε πως θα εξαναγκαστεί να παντρευτεί τον προαναφερθέντα άνδρα, ενώ σε περίπτωση που εκείνος δεν ευρίσκεται εν ζωή ενδέχεται να την εξαναγκάσουν να συνάψει γάμο με τον αδελφό του, ενώ σε περίπτωση άρνησής της θα την αποκηρύξουν και αυτός είναι ο λόγος που δημιουργήθηκε πρόβλημα με τους γονείς της (βλ. ερ. 45 του Δ.Φ.).
Σε επόμενο στάδιο της συνέντευξης, η αιτήτρια ερωτήθηκε σχετικά με τον προαναφερόμενο υποψήφιο σύζυγό της, αναφέροντας ότι ήταν ένας 75χρονος παραδοσιακός μουσουλμάνος, είχε 2 συζύγους και τέκνα μεγαλύτερα από την ίδια και η αιτήτρια δεν επιθυμούσε να είναι η τρίτη του σύζυγος, τον είχε συναντήσει μόνο μία φορά και τον περιέγραψε ως ηλικιωμένο και αδύνατο (βλ. ερ. 45 & 44 του Δ.Φ.). Κληθείσα να αναφερθεί στη συνάντηση μαζί του δήλωσε πως έλαβε χώρα περί τον Ιανουάριο του 2021 όταν επισκέφθηκε την οικία της ώστε να γνωρίσει τη μέλλουσα σύζυγό του, ήτοι την αιτήτρια (βλ. ερ. 44 του Δ.Φ.). Αναφερόμενη στην εν λόγω συνάντηση δήλωσε πως δεν ήταν παρούσα επειδή επρόκειτο για συζήτηση μεταξύ ανδρών, ήτοι του πατέρα της και του υποψήφιου μέλλοντα συζύγου, και σκοπός της συνάντησης ήταν να καταβάλει το σχετικό ποσό για το γάμο (“bride price”), το ποσό της οποίας δεν το γνώριζε αφού το εισέπραξε ο πατέρας της (βλ. ερ. 44 του Δ.Φ.). Ο εν λόγω άνδρα προσέγγισε την οικογένειά της από το 2020, όταν ο πατέρας της είχε επισκεφθεί το χωριό τους, και πρότεινε το γάμο με την ίδια, κάτι το οποίο η οικογένειά της έκανε αποδεκτό (βλ. ερ. 44 – 3Χ & 43 του Δ.Φ.).
Κληθείσα να περιγράψει με ποιο τρόπο την εξανάγκασαν να συνάψει τον συγκεκριμένο γάμο, ανέφερε πως η ίδια αρνιόταν και οι γονείς της επέμεναν πως υποχρεούται να συνάψει αυτό το γάμο, με αποτέλεσμα να έχουν προβλήματα μεταξύ τους από τον Ιανουάριο του 2021 έως τον Ιούλιο του 2021, αφού ο πατέρας της ήταν πολύ αυστηρός απέναντί της και πολλές φορές την κλείδωνε έξω από την οικία τους (βλ. ερ. 43 του Δ.Φ.). Κληθείσα να περιγράψει την αυστηρότητα του πατέρα της, η αιτήτρια δήλωσε ότι της ασκούσε σωματική βία και την έδιωχνε από την οικία τους (βλ. ερ. 42 του Δ.Φ.). Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις κλήθηκε να αναφερθεί στην τελευταία προσπάθεια εξαναγκασμού της από τον πατέρα της για αυτό το γάμο και η αιτήτρια ανέφερε πως έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 2021 όταν την εξανάγκασε να μετακομίσει στην περιοχή καταγωγής της, όπου διέμενε ο εν λόγω άνδρας, ωστόσο η ίδια επέστρεψε πίσω στην πόλη Benin και μετά από αυτό ξεκίνησε τις διαδικασίες για να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της αναζητώντας άσυλο (βλ. ερ. 43 & 42 του Δ.Φ.). Αναφερθείσα, στη συνέχεια, στο περιστατικό του Ιουλίου του 2021 δήλωσε πως όταν ο πατέρας της επέστρεψε στην οικία τους και την είδε εκεί, είχαν μία λογομαχία, η ίδια επέμενε στην άρνησή της και έπειτα ο πατέρας της την χτύπησε (βλ. ερ. 42 του Δ.Φ.). Ερωτώμενη η αιτήτρια ποιοι ήταν οι λόγοι για τους οποίους δεχόταν σωματική βία από τον πατέρα της, επανέλαβε ότι ο λόγος έγκειτο στην άρνησή της να συνάψει τον προαναφερθέντα γάμο (βλ. ερ. 42 του Δ.Φ.).
Αναφορικά με την άρνησή της να είναι μουσουλμάνα, η ίδια ανέφερε πως δεν ασπάζεται τις πεποιθήσεις τους και οι γονείς της θύμωσαν μαζί της όταν ανακάλυψαν πως επισκέπτεται την εκκλησία (βλ. ερ. 41 του Δ.Φ.). Κληθείσα να εξηγήσει για ποιο λόγο δήλωσε στην αίτηση της μουσουλμάνα, ανέφερε ότι οι γονείς της δεν ενέκριναν την επιλογή της. Πρόσθεσε ότι δεν μεταστράφηκε ούτε πρόκειται να μεταστραφεί σε άλλη θρησκεία παρά το γεγονός ότι το επιθυμούσε, καθότι για την ίδια ήταν αδύνατον (βλ. ερ. 41 του Δ.Φ.). Σε σχετική ερώτηση για ποιο λόγο επιθυμούσε να μεταστραφεί στον Χριστιανισμό, η ίδια δήλωσε πως φοιτώντας σε μικτό σχολείο είχε γνωρίσει Χριστιανούς όπου αντιλήφθηκε ότι κάποια πράγματα που είχε διδαχθεί σαν Μουσουλμάνα ήταν λανθασμένα (βλ. ερ. 40 – 41 του Δ.Φ.).
Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τις δηλώσεις της αιτήτριας, κατά το στάδιο της συνέντευξης της, σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, έναν αναφορικά με την υπηκοότητα, τη χώρα καταγωγής και τον τελευταίο τόπο διαμονής της, και έναν δεύτερο σχετικά με τον ισχυριζόμενο εξαναγκασμό της να παντρευτεί έναν μεγαλύτερο -από την ίδια- άνδρα το 2021.
Ειδικότερα, στον πρώτο κρίθηκε ότι στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία της. Έγινε επίσης δεκτό ότι ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής της αιτήτριας αποτέλεσε η πόλη Benin στην πολιτεία Edo.
Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε τις δηλώσεις της αιτήτριας γενικόλογες, χωρίς επαρκείς και ικανοποιητικές λεπτομέρειες. Ειδικότερα, έκρινε ότι η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να περιγράψει την εξωτερική εμφάνιση του άνδρα, αναφέροντας με πολύ γενικό τρόπο πως ήταν ηλικιωμένος και αδύνατος παρά το ότι γνώριζε άλλες πληροφορίες για εκείνον. Επίσης, παρά το ότι αναφέρθηκε σε συγκεκριμένη συνάντηση κατά την οποία τον συνάντησε στη χώρα καταγωγής της δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομέρειες σε σχέση με την εν λόγω συνάντηση, αναφέροντας πως μόλις εκείνος ήρθε, η ίδια αποχώρησε για να μην είναι παρούσα στη συζήτηση με τον πατέρας της, ούτε και γνώριζε το χρηματικό ποσό που ο άνδρας κατέβαλε για το γάμο. Ως καταγράφει ο αρμόδιος λειτουργός, ερωτηθείσα η αιτήτρια για το πως η ίδια πληροφορήθηκε για την εν λόγω πρόθεση των γονέων της να την παντρέψουν με το συγκεκριμένο πρόσωπο, η αιτήτρια ήταν γενικόλογη, αναφέροντας πως το 2020 ο άνδρας προσέγγισε τον πατέρα της και εκείνος ακολούθως ενημέρωσε σχετικά τη μητέρα της αιτήτριας. Όσον αφορά τις πιέσεις που δέχθηκε για αυτό το γάμο, η αιτήτρια δήλωσε γενικά πως ο πατέρας της ασκούσε πάνω της σωματική βία, αλλά χωρίς να είναι σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές λεπτομέρειες αναφορικά με τη βία που δεχόταν. Αναφερόμενη στο τελευταίο περιστατικό κατά το οποίο ο πατέρας της την πίεσε να συνάψει τον εν λόγω γάμο, η αιτήτρια δήλωσε πως ο πατέρας της την πήγε στην περιοχή καταγωγής της όπου την άφησε, ωστόσο η ίδια κατόρθωσε να επιστρέψει στην πόλη Benin χωρίς να παράσχει έτερες λεπτομέρειες. Ως επισήμανε ο αρμόδιος λειτουργός, οι ισχυρισμοί της αιτήτριας αναφορικά με τον δεύτερο λόγο που την ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, στερούνται λεπτομερειών και ειδικότητας που να υποδηλώνουν μια προσωπική γνήσια εμπειρία της αιτήτριας, επομένως κρίθηκε ότι η εσωτερική αξιοπιστία δεν στοιχειοθετήθηκε.
Κατά την εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε σχετική έρευνα και διαπίστωσε ότι οι εξαναγκαστικοί γάμοι στη Νιγηρία είναι γεγονός, ωστόσο ελλείψει της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, αυτός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος.
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού. Στα πλαίσια της εν λόγω αξιολόγησης, ο αρμόδιος λειτουργός, αφού έλαβε υπόψη όλα τα συναφή στοιχεία που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματος της αιτήτριας και μετά από εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματός της, κατέληξε ότι δεν προέκυψε παρελθούσα αλλά ούτε και βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος μελλοντικής δίωξης της αιτήτριας σε περίπτωση επιστροφής της στην πόλη Benin στην πολιτεία Edo.
Ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η αιτήτρια δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, αφού στο πρόσωπο της δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου ήτοι την εθνικότητα την φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και το άρθρο 10 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Περαιτέρω, θεώρησε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο της αιτήτριας, καθότι δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 15(α) και (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, στη βάση πληροφοριών αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση στην πολιτεία Edo, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της αιτήτριας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου), μιας και στην πόλη Benin στην πολιτεία Edo, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής της αιτήτριας, δεν επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων λόγω εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης.
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης της αιτήτριας.
Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις της αιτήτριας, ως αυτές προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός της και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτή δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει την αξιοπιστία των δηλώσεων της γύρω από τις προσπάθειες των γονέων της να την εξαναγκάσουν να συνάψει γάμο με έναν μεγαλύτερο άνδρα από την ίδια.
Ορθώς, λοιπόν, θεωρώ κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη της αιτήτριας, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων της αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε, καθότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης της, ενώ οι απαντήσεις της στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και περιείχαν αρκετές ελλείψεις όσον αφορά τον κίνδυνο που ισχυρίστηκε ότι διατρέχει από την οικογένεια της λόγω της άρνησής της να συνάψει γάμο με τον προαναφερθέντα άνδρα. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρώ ότι το γενικόλογο και αόριστο αφήγημα της αιτήτριας συνίσταται στις πιέσεις που δέχθηκε από τους γονείς της και κυρίως τον πατέρα της για να συνάψει γάμο με έναν μεγαλύτερο από την ίδια άνδρα με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να διαφύγει από τη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να περιγράψει εμφανισιακά τον προαναφερθέντα υποψήφιο για σύζυγό της άνδρα, παρότι τον είχε συναντήσει μία φορά στη Νιγηρία τον Ιανουάριο του 2021 και ως εκ τούτου θα ήταν εύλογο να δώσει περαιτέρω πληροφορίες για την εμφάνισή του. Επίσης, γενικόλογη στις αναφορές της υπήρξε αναφορικά με τη συνάντηση του εν λόγω άνδρα με τον πατέρα της στην οικία τους, αφού η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομέρειες σχετικά με τη συγκεκριμένη συνάντηση και αρκέστηκε να αναφέρει πως η ίδια αμέσως μόλις ο άνδρας αφίχθηκε αναχώρησε καθώς επρόκειτο για συζήτηση ανδρών. Η αιτήτρια γνώριζε ότι ο σκοπός της συνάντησης ήταν η καταβολή του ποσού για το γάμο (“bride price”), ωστόσο δε γνώριζε το ποσό που καταβλήθηκε. Όσον αφορά τις πιέσεις που δέχθηκε από τους οικείους της για να συνάψει αυτό το γάμο, και ιδίως από τον πατέρα της, η αιτήτρια πολύ συνοπτικά και χωρίς να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες ανέφερε πως ο πατέρας της την κακοποιούσε σωματικά και την έδιωχνε από την οικία τους λόγω της άρνησής της, χωρίς να είναι σε θέση να παράσχει λεπτομέρειες σε σχέση με τα περιστατικά που κατ’ ισχυρισμό η ίδια είχε βιώσει. Αναφερθείσα στο τελευταίο περιστατικό ισχυριζόμενης βίας που δέχθηκε από τον πατέρα της, η αιτήτρια δήλωσε πως ο πατέρας της την μετέφερε με τη βία στην περιοχή καταγωγής τους, όπου ζούσε και ο προαναφερθείς άνδρας, την άφησε εκεί, η ίδια κατόρθωσε να επιστρέψει στην πόλη Benin και όταν ο πατέρας της την είδε, την χτύπησε ξανά, ωστόσο παρά το ότι της ζητήθηκαν περαιτέρω λεπτομέρειες η ίδια δεν ανταποκρίθηκε και δεν αναφέρθηκε σε οτιδήποτε περαιτέρω. Ενόψει των ανωτέρω ως έχουν καταγραφεί, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα όσα έχει εξιστορήσει η αιτήτρια δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικά περιστατικά και ως εκ τούτου, ο υπό εξέταση ισχυρισμός κρίνεται ως εσωτερικά μη αξιόπιστος.
Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών της αιτήτριας, το Δικαστήριο προέβη σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τον ισχυρισμό της και εξήγαγε τα ακόλουθα συμπεράσματα. Σύμφωνα με εξωτερική πηγή πληροφόρησης οι εξαναγκαστικοί γάμοι στη Νιγηρία, χώρα καταγωγής της αιτήτριας, όπως και οι παιδική γάμοι, είναι πολύ συχνό φαινόμενο στην χώρα το οποίο εμφανίζεται σε πολύ υψηλά ποσοστά και οι λόγοι που ενδέχεται να οδηγήσουν είναι μεν οι θρησκευτικές και πολιτισμικές πεποιθήσεις, αλλά ταυτόχρονα σημαντικό ρόλο παίζουν η φτώχεια, η οικογενειακή τιμή και η ανασφάλεια.[1] Αναφορικά με το νομικό πλαίσιο σε σχέση με τους εξαναγκαστικούς γάμους, η ίδια πηγή αναφέρει πως αποτελεί μεν ποινικό αδίκημα, ωστόσο δε η νομική προστασία δεν είναι επαρκής και οι εθιμικοί και ισλαμικοί νόμοι κυρίως στα βόρεια της χώρας, όπου δεν ανήκει ο τελευταίος τόπος διαμονής της αιτήτριας επί του παρόντος, εξακολουθούν να επιτρέπουν αυτούς τους γάμους είτε σε ενήλικες κοπέλες είτε σε ανήλικες. Σημαντικό είναι δε το ότι η Διεθνής Ομοσπονδία Γυναικών Δικηγόρων [International Federation of Women Lawyers (FIDA)] παρέχει δωρεάν νομική εκπροσώπηση, συνηγορία, εκπαίδευση και υπηρεσίες υποστήριξης για την προστασία των δικαιωμάτων και της ευημερίας των κοριτσιών στη Νιγηρία, ενώ υφίστανται και άλλοι οργανισμοί και ενώσεις για την προστασία των γυναικών, όπως “The Borgen Project”, “Girls Not Brides” και “Coalition of Civil Society to End Child Marriage”.[2] Τις ίδιες πληροφορίες επιβεβαιώνει και το Country Guidance αναφορικά με τη Νιγηρία καθιστώντας τις οικογένειες ιδιωτικούς φορείς δίωξης σε περιπτώσεις εξαναγκαστικών γάμων, ωστόσο ο συγκεκριμένος φόβος δίωξης τουλάχιστον στο βαθμό που απαιτείται από το νόμο δεν αφορά και δεν εντοπίζεται σε όλες τις γυναίκες.[3]
Στη βάση, λοιπόν, της ανωτέρω αξιολόγησης της εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών της αιτήτριας, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται ως αναξιόπιστος στο σύνολό του.
Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ' ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση της αιτήτριας ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, η αιτήτρια δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό της, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι η αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.
Συνακόλουθα, η αιτήτρια δεν επικαλέστηκε κανέναν ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων, εξευτελιστικής ή απάνθρωπης μεταχείρισης ή τιμωρίας, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), (β) του Περί Προσφύγων Νόμου.
Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, η αιτήτρια, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπουν, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα της αιτήτριας, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί στην πόλη Benin στην πολιτεία Edo, η οποία έχει γίνει δεκτό ότι αποτελεί τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της.
Σύμφωνα δε με το RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), μιας πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των συγκρούσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη-διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ ISWAP και Boko Haram.[4]
Ειδικότερα όσον αφορά την πόλη Benin στην πολιτεία Edo, τόπος συνήθους διαμονής της αιτήτριας, για σκοπούς πληρότητας της έρευνας, παραθέτω αριθμητικά δεδομένα επί των περιστατικών ασφαλείας στη συγκεκριμένη περιοχή. Σύμφωνα με την βάση δεδομένων ACLED, κατά την περίοδο 15/06/2024 – 13/06/2025 καταγράφηκαν συνολικά 76 περιστατικά ασφαλείας με 43 απώλειες. Εξ αυτών, καταγράφηκαν 11 περιστατικά βίας κατά αμάχων με 6 θύματα, 27 μάχες με 31 θύματα, 30 διαμαρτυρίες χωρίς θύματα και 8 αναταραχές χωρίς θύματα.[5]
Καθώς, βάσει επίσημων εκτιμήσεων που έλαβαν χώρα το έτος 2022, ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Edo ανέρχεται σε 4.777.000 κατοίκους[6] και της πόλης Benin σε 1.841.000 κατοίκους[7], καθίσταται σαφές ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (37 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι στην πόλη Benin στην πολιτεία Edo επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων στα πλαίσια οιασδήποτε εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης.
To ανωτέρω συμπέρασμα ενισχύεται και από το γεγονός ότι με βάσει το συγκριτικό χάρτη που αναφέρεται στο Σημείωμα Καθοδήγησης της EUAA για τη Νιγηρία το 2021[8], η πολιτεία Edo, επί της οποίας βρίσκεται η πόλη Benin, εντάσσεται στις πολιτείες επί τις οποίες ένας άμαχος δεν αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο να επηρεαστεί κατά τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, εν προκειμένω του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Κατά συνέπεια, η πόλη Benin στην πολιτεία Edo, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής της αιτήτριας, δεν φαίνεται να πλήττεται από συγκρούσεις και περιστατικά βίας οι οποίες πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε νομολογιακά στις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ[9]. Πέραν τούτου, λαμβάνοντας υπόψιν και το προσωπικό προφίλ της αιτήτριας, διαπιστώνω ότι απουσιάζουν ιδιαίτερες επιβαρυντικές περιστάσεις, δεδομένου ότι η αιτήτρια συνιστά ενήλικη, με βασική μόρφωση δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και εργασιακή πείρα στη χώρα καταγωγής της.
Συμπερασματικά, δεν κρίνω ότι ανακύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι η αιτήτρια θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στην πολιτεία Edo στην πόλη Benin.
Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα της αιτήτριας εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση της αιτήτριας.
Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 145/2025, δυνάμει της οποίας η Νιγηρία περιλαμβάνεται στον κατάλογο των χωρών με τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας. Η αιτήτρια στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).
Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον της αιτήτριας.
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), “Nigeria – Country Focus”, “4.3 Child and forced marriage: 4.3.1 Prevalence”, σελ. 63 – 64, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf
[2] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), “Nigeria – Country Focus”, “4.3 Child and forced marriage: 4.3.2 Legislation and state protection”, σελ. 64, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf
[3] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), “Country Guidance: Nigeria”, Oκτώβριος 2021, σελ. 14, 24, https://euaa.europa.eu/publications/country-guidance-nigeria-october-2021
[4] RULAC, 'Non-International Armed Conflicts in Nigeria', διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria#collapse2accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/03/2025)
[5] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 15/06/2024 – 13/06/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria , ADMIN UNIT: Edo State, LOCATION: Benin) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/06/2025]
[6] City Population, Nigeria, Edo State, διαθέσιμο σε https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA012__edo/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 20/06/2025)
[7] Macrotrends, Benin City – Nigeria
https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/21981/benin-city/population
[8] EUAA, Country Guidance, Nigeria, October 2021, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf, σελ. 31 & 123 – 124, (ημερομηνία πρόσβασης 26/03/2025).
[9] Βλ. Απόφαση ΔΕΕ C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ημερ.30/01/2014 (βλ. σκέψη 31), όπως επίσης απόφαση ΔΕΕ C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali v Staatssecretaris van Justitie ημερ. 17/2/2009 (βλ. σκέψη 39, 43).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο