B.N.N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 3284/2024, 19/6/2025
print
Τίτλος:
B.N.N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 3284/2024, 19/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 3284/2024

19 Ιουνίου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

B.N.N. (ARC XXXXXXXXX)

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Α. Ιωαννίδου (κα.) για Κ. Λοίζου & Σια Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για τον Αιτητή

Λ. Βελίκοβα (κα) για Ε. Χατζηγιάννη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Ο Αιτητής Παρών.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 29/07/24, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος καθώς και οποιαδήποτε άλλη θεραπεία το Δικαστήριο κρίνει δίκαιη, εύλογη και κατάλληλη υπό τις περιστάσεις.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 03/12/20, πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του στις 08/02/24, την 01/07/24 συντάχθηκε έκθεση/εισήγηση και την 12/07/24 ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η δικηγόρος για τον Αιτητή υιοθέτησε τους λόγους για τους οποίους υποβλήθηκε αίτημα ασύλου, ήτοι ότι κινδυνεύει από τον στρατό της χώρας και από άγνωστα πρόσωπα λόγω του ότι της συνεργασίας του με τους Ambazonians[1]. Ανέφερε ότι, η προσβαλλόμενη πράξη λήφθηκε χωρίς τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας, ή/και χωρίς να ληφθούν υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης επί της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επί της αξιολόγησης του κινδύνου και της κατάστασης ασφαλείας στη χώρα καταγωγής,  γεγονός που οδήγησε σε πλάνη επί τα πράγματα και/ή ουσιώδη πλάνη.  

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση, υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, αναφέροντας ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της προβλεπόμενης από τον Νόμο διαδικασίας και ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του Νόμου.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Θα πρέπει να υποδειχθεί ότι μεγάλο μέρος της Γραπτής Αγόρευσης της συνηγόρου του Αιτητή αναλώνεται σε επανάληψη αρχών του διοικητικού δικαίου και/ή Νόμων και/ή κανόνων δικαίου χωρίς να γίνεται ουσιαστική υπαγωγή των πραγματικών περιστάσεων και νομικών δεδομένων της υπόθεσης με αποτέλεσμα να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον Αιτητή όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924, βλέπε επίσης Υπόθ. Αρ. 107/2017, Χριστόδουλος Μιχαήλ (Συνταγματάρχης) κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/12/2017 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος και ειδικά την Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ. 61/2022, LOUISE GARCIA NYEMB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ημερ.30/10/24 αναφορικά με τους δικονομικά παραδεκτούς λόγους ακύρωσης). Ούτε τεκμηριώνεται από τους γενικούς ισχυρισμούς της δικηγόρου του Αιτητή που να δεικνύει πως η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει είτε νομικά είτε ως προς τα ουσιαστικά γεγονότα που παρουσιάστηκαν ενώπιον της διοικητικής αρχής κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης που να οδηγούν σε ακύρωση της απόφασης και/ή ουδόλως έχουν υποδειχθεί συγκεκριμένα και/ή λεπτομερή στοιχεία που να ανατρέπουν τα όσα καταγράφονται λεπτομερώς στην έκθεση/εισήγηση του λειτουργού εξεταστή της υπόθεσης που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης απόρριψης ασύλου του Αιτητή (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε.Aρ.3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 05/06/2002, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί.

 

Σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023, (Ν. 73(I)/2018), προχωρεί σε εξέταση της ουσίας της αίτησης του Αιτητή σε συνδυασμό με τους εγειρόμενους λόγους ακύρωσης που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας, ανεπαρκούς αιτιολόγησης και πλάνης της προσβαλλόμενης πράξης.

 

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου πρόκειται για αγγλόφωνο υπήκοο Καμερούν, κάτοχο διαβατηρίου, με τόπο καταγωγής την περιοχή Ndom της επαρχίας Littoral και συνήθους διαμονής την πόλη Kumba του Νοτιοδυτικού Καμερούν. Χριστιανός, υγιής, άγαμος, πατέρας ενός ανήλικου τέκνου, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ο οποίος εργαζόταν σε γραφείο μεταφοράς χρημάτων και μιλάει αγγλικά και λίγα γαλλικά. Ως προς την πατρική του οικογένεια, οι γονείς του έχουν αποβιώσει, ο ίδιος έχει μεγαλώσει με τους θείους του και έχει δύο μεγαλύτερα αδέλφια με τα οποία διατηρεί επικοινωνία. Ανέφερε πως παρόλο που είναι άγαμος, έχει μια ανήλικη κόρη την οποία απέκτησε εκτός γάμου με Νιγηριανή πολίτη κατά την παραμονή του στην Δημοκρατία (ερυθρό 36/3Χ του διοικητικού φακέλου στο εξής «ΔΦ»). Εγκατέλειψε τη χώρα του αεροπορικώς στις 05/11/20.  

 

Με την αίτηση του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της στοχοποίησης του από τον καμερουνέζικο στρατό λόγω συνεργασίας του με την οργάνωση των Ambazonians. Ανέφερε επίσης πως άγνωστα άτομα έκαψαν το ποδήλατο και το μαγαζί που διατηρούσε. Κατά τη προσωπική του συνέντευξη επανέλαβε τους ισχυρισμούς περί στοχοποίησης του από τον καμερουνέζικο στρατό και δήλωσε πως ο λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα του είναι εξαιτίας του θανάσιμου ρίσκου που βρίσκεται η ζωή του λόγω των ανθρώπων και του στρατού.

 

Ο λειτουργός στο πλαίσιο της έκθεσης-εισήγησής του εντόπισε δύο (2) ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος σχετικά με το προφίλ, τη ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο οποίος έγινε αποδεκτός στο σύνολό του, ο δε δεύτερος ως προς τον ισχυριζόμενο φόβο του Αιτητή λόγω αναζήτησης του από τον στρατό και από άγνωστα άτομα, ο οποίος απορρίφθηκε. Στην σχετική έκθεση/εισήγηση καταγράφονται, αρκετά σημεία στα λεγόμενα του Αιτητή όπου διαπιστώθηκαν αντιφάσεις, ασάφειες, ανεπάρκεια πληροφοριών, έλλειψη ευλογοφάνειας, ασυνέπεια λόγου και χρονικές ασυνέπειες. Ειδικότερα, παρουσιάζεται ασάφεια σχετικά με τον τρόπο προσέγγισης του Αιτητή από την ομάδα των Ambazonians και έλλειψη ευλογοφάνειας σχετικά με την παράθεση πληροφοριών αναφορικά με την συμμετοχή του στην εν λόγω ομάδα. Κληθείς να αναφέρει τι γνωρίζει γι’ αυτούς, δήλωσε πως αποτελούν μια κίνηση για να χωριστούν από το Γαλλόφωνο Καμερούν και πως μάχονται για την ελευθερία. Σχετικά με την συνεργασία του με τους αποσχιστές και την εμπλοκή του σε χρηματικές συναλλαγές, παρουσιάζεται έλλειψη επαρκών πληροφοριών, σχετικά με το ποιοι έστελναν τα χρήματα στους αποσχιστές και νοηματική ασάφεια, σχετικά με το πως ο κόσμος γνώριζε ότι σε αυτόν θα έπρεπε να απευθυνθούν για να αποστείλουν τα χρήματα στους τελευταίους για την απελευθέρωση των συγγενών τους. Να σημειωθεί επίσης πως παρουσιάζεται αντίφαση σχετικά με τον λόγο που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Ενώ στην αρχική του αίτηση ανέφερε ως λόγο την γενική ανασφάλεια και τη κρίση που επικρατεί στην χώρα του, στην συνέντευξη ανέφερε ως λόγο, την συμμετοχή του στους Ambazonians και την ισχυριζόμενη δίωξη του από τον στρατό. Με την ολοκλήρωση της συνέντευξης και αφότου ο Αιτητής διάβασε τα όσα δήλωσε, ζήτησε όπως προχωρήσει σε αλλαγή ορισμένων απαντήσεων του. Μεταξύ άλλων, σε ερώτηση εάν ανήκει σε κάποιο πολιτικό, θρησκευτικό ή στρατιωτικό οργανισμό, ενώ αρχικά απάντησε όχι, στη συνέχεια ανέφερε πως ανήκει στην ομάδα των Ambazonians. Επίσης, ενώ αρχικά δήλωσε ότι οι αρχές θα του επιτρέψουν την είσοδο στη χώρα του, μετέπειτα ανέφερε πως εάν επιστρέψει υπάρχει περίπτωση να φυλακιστεί και η ζωή του να βρεθεί σε κίνδυνο. Αναφορικά με το ένταλμα σύλληψης, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του δεν ήταν λεπτομερείς και δεν έγινε λόγος για οποιοδήποτε γεγονός που να υποδεικνύει την καταδίωξή του από τις αρχές. Επιπλέον, το ένταλμα καθ' εαυτό ουδέποτε περιήλθε στην κατοχή του παρά μόνο ενημερώθηκε γι' αυτό μέσω τρίτων, γεγονός που αποδυναμώνει τους δείκτες αξιοπιστίας. Δεδομένου του ισχυρισμού πως εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του και πως είναι καταζητούμενο πρόσωπο από τον στρατό, δεν θα μπορούσε να ταξιδέψει. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, ο λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες σχετικά με την έκδοση των ενταλμάτων σύλληψης και την νόμιμη διακίνηση των πολιτών από το αεροδρόμιο από τις οποίες δεν διαφαίνεται να υπάρχουν στοιχεία αναφορικά με τις διαδικασίες εξόδου από τα αεροδρόμια για άτομα με ισχύοντα εντάλματα σύλληψης. Το Δικαστήριο προέβη σε περαιτέρω έρευνα όπου προέκυψε ότι σύμφωνα με την ιστοσελίδα των αεροδρομίων της Δημοκρατίας του Καμερούν, η αστυνομία στα σημεία διέλευσης των συνόρων επιβεβαιώνει την αυθεντικότητα των ταξιδιωτικών εγγράφων που παρουσιάζονται και συμβουλεύεται εθνικές και διεθνείς βάσεις δεδομένων για τον έλεγχο του ποινικού μητρώου των πολιτών. Η Αρχή Αεροπορίας της Δημοκρατίας του Καμερούν υπογράμμισε τις διαδικασίες ασφαλείας στο αεροδρόμιο της Douala, σε συνεργασία με την αστυνομία και άλλες κρατικές υπηρεσίες, υπεύθυνες για την εκτίμηση κινδύνου, μέσω υπηρεσιακών πληροφοριών, συλλήψεων, έλεγχο ιστορικού και την αποκάλυψη αδικημάτων ασφαλείας. Ωστόσο, ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του νόμιμα και χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα στο αεροδρόμιο. Επίσης, ως προς την πρόσβαση στα εντάλματα σύλληψης στο Καμερούν, διαπιστώνεται πως οι άνθρωποι κατά των οποίων εκδίδεται ένταλμα σύλληψης, δεν λαμβάνουν ούτε το πρωτότυπο έγγραφο, ούτε αντίγραφό του.[2] Το Δικαστήριο προέβη σε ενδελεχή έρευνα από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, σχετικά με την γενική κατάσταση στο Καμερούν μεταξύ στρατού έναντι του άμαχου πληθυσμού στις Αγγλόφωνες περιοχές, κατά την οποία επιβεβαιώθηκε πως άμαχοι έχουν κατηγορηθεί για συνενοχή με αυτονομιστές με αποτέλεσμα αντίποινα από τις κυβερνητικές δυνάμεις. Έτσι παρόλο που ορισμένες από τις δηλώσεις του Αιτητή βρίσκουν έρεισμα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αποδείξει πως αναζητείται και πως υφίσταται δίωξη από τον στρατό της χώρας του. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη εσωτερικής αξιοπιστίας και δεδομένου ότι ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις, ασάφειες, και χρονικές ασυνέπειες, ο άνω ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολο του.

 

Από την έκθεση/εισήγηση προκύπτει ότι η έρευνα του λειτουργού ήτο ενδελεχής και επεκτάθηκε σε όλα τα στοιχεία που προσκομίστηκαν από τον Αιτητή σε αντίθεση με τους ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς της συνηγόρου του, υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών δηλώσεων του αιτήματος σε συνάρτηση και με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Από δε συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων και αποδεικτικών στοιχείων[3] διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία του επί αυτού του σημείου του αιτήματος του, δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου του, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[4], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Το αφήγημα του Αιτητή εμπεριέχει δηλώσεις που ελλείπουν βιωματικά στοιχεία και ευλογοφάνεια που να τεκμηριώνουν προσωπική εμπλοκή στα γεγονότα και δίωξη. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια, ενώ υπήρξε αντιφατικός σε σημεία. (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, επίσης, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών) Θα αναμενόταν για ένα τόσο σοβαρό γεγονός, στο οποίο στηρίζεται ο πυρήνας του αιτήματος του να είναι σταθερός στις απαντήσεις του, να είναι σε θέση να παρουσιάσει χρονική συνάφεια και επαρκή περιγραφή του αφηγήματος του. Η μη ύπαρξη βιωματικών στοιχείων αποδυναμώνουν σημαντικά τους δείκτες αξιοπιστίας του στο σύνολό τους. Δεν προκύπτει, επομένως, να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Υπάρχουν δε επί της έκθεσης-εισήγησης εκτεταμένες καταγραφές του λειτουργού ως προς τα ευρήματα αναξιοπιστίας του Αιτητή ως επίσης και εκτενείς παραπομπές σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με το τί επικρατεί στην χώρα καταγωγής, τα οποία ουδόλως αμφισβητήθηκαν επαρκώς κατά την δικαστική διαδικασία από την συνήγορο του και/ή ούτε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία υπέδειξε σημεία επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών του, ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία για αξιολόγηση και/ή για να ενισχυθεί το αίτημα του. Συνεπώς, από τα στοιχεία που τέθηκαν τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και του Δικαστηρίου ο Αιτητής απέτυχε να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του, υπάρχει κίνδυνος δίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, συνεπώς, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε θεωρώ ότι η περίπτωση του εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Όπως προκύπτει και από την έκθεση/εισήγηση του λειτουργού, παρόλο που δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του, έγινε αξιολόγηση και για τους σκοπούς παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023, αφού δε, κρίθηκε αναξιόπιστος σε σχέση με τους ισχυρισμούς του. Ειδικά δε, ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει σχετικής νομολογίας του ΔΕΕ και των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, επιβεβαιώνεται ότι στις γενικά στις περιοχές του Αιτητή παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων, αλλά ο ίδιος δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής και προσωπικής απειλής (ως άμαχος) κατά την επιστροφή του, λόγω της παρουσίας του και μόνο στην περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει. Από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας προκύπτει ότι η κατάσταση στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας χαρακτηρίζεται από παρατεταμένη ένοπλη σύγκρουση μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων του Καμερούν, των ένοπλων αυτονομιστών και πολιτοφυλακών[5]. Επιβεβαιώνεται δε, ότι παρόλο που γενικά στην χώρα του Αιτητή λαμβάνουν χώρα αυξημένα περιστατικά ασφαλείας[6], στον τόπο συνήθους διαμονής του[7] ήτοι την περιφέρεια Littoral, αυτά είναι πολύ χαμηλά και ο βαθμός αδιάκριτης βίας δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή εκεί τον εκθέτει σε προσωπικό πραγματικό κίνδυνο βλάβης. Συνεπώς, προχωρώντας σε επαναξιολόγηση του κινδύνου που ενδεχομένως ο Αιτητής να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, στη βάση του αποδεκτού ισχυρισμού του (προσωπικών στοιχείων του μόνο) κρίνεται ότι δεν θα υποβληθεί προσωπικά σε μεταχείριση ισοδυναμούσα με δίωξη ή σοβαρή βλάβη. Προσαρμόζοντας δε την περίπτωση του Αιτητή υπό την έννοια «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (ως διατυπώθηκε από το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji C-465/07[8], σκέψεις 39 και 43, καθώς και στην υπόθεση Diakité C-285/12[9], σκέψεις 30 και 31), λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ, το αίτημα του Αιτητή που δεν τεκμηριώθηκε (και/ή κρίθηκε αναξιόπιστος) δεν εγείρονται στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι μπορεί να τύχει συμπληρωματικής προστασίας (υπόθεση Elgafaji C-465/07, σκέψη 39, και υπόθεση Diakité C-285/12, σκέψη 31), καθότι πρόκειται για ενήλικο, νεαρό, άγαμο, απόφοιτο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ικανό προς εργασία πρόσωπο, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με συγγενείς πρώτου βαθμού να βρίσκεται στη χώρα καταγωγής του.

 

Όλα τα στοιχεία ανωτέρω, όπως αυτά προκύπτουν από τον φάκελο της υπόθεσης του Αιτητή καταδεικνύουν ότι η διαδικασία εξέτασης της αίτησης ασύλου του διενεργήθηκε σε πλήρη σύμπνοια με τις διατάξεις των Άρθρων 13, 13Α  και 18 περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), αλλά και με βάση τα κριτήρια και/ή προϋποθέσεις που τηρούνται κατά την εξέταση αίτησης ασύλου. Ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και κατά τη συνέντευξη του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές του περιστάσεις. Δεν εντοπίζεται οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Διενεργήθηκαν εκτενείς ερωτήσεις, τόσο κλειστού όσο και ανοικτού τύπου, όπως επίσης και διευκρινιστικές ερωτήσεις για να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να τοποθετηθεί στα βιώματα και τις εμπειρίες του, ωστόσο, δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με τις απαντήσεις του επαρκώς το αίτημα του.

 

Με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                         

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Η Ambazonia, εναλλακτικά η «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Αμβαζονίας» ή «Κράτος της Αμβαζονίας» είναι μια πολιτική οντότητα που ανακηρύχθηκε από αγγλόφωνους αυτονομιστές που επιδιώκουν την ανεξαρτησία από το ΚαμερούνΒλέπε επίσης σχετικά United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 20, 45, June 2020, , επιπλέον, COI QUERY, EASO, 29/06/ 21, Forced recruitment by separatist groups, self-declared as Ambazonians, in the Anglophone regions, επίσης UK Home Office, Country Policy and Information Note Cameroon: North-West/South-West crisis, Version 2.0, December 2020,

 

 

[2] Έκθεση του 2008 (Γερμανική SFH)

[3] Βλέπε Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023

[4] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009

[5] Amnesty International: With or against us: “People of the North-West region of Cameroon caught between the army, armed separatists and militias”,07/23.

[6] Acled Explorer, Africa, Cameroon, Sud Quest, διαθέσιμο σε : https://acleddata.com/explorer/ για την περίοδο 15/6/24 με 13/6/25 στο Νοτιοδυτικό τμήμα του Καμερούν σημειώθηκαν 502 περιστατικά ασφαλείας τα οποία επέφεραν 503 θανάτους. Σε αυτά περιλαμβάνονται 278 περιστατικά βίας κατά αμάχων (89 θάνατοι), 182 μάχες (403 θάνατοι), 14 περιστατικά εξεγέρσεων (2 θάνατοι) 15 περιστατικά εκρήξεων απομακρυσμένης βίας (9 θάνατοι) και 13 διαδηλώσεις (0 θάνατοι) Σημειώνεται, ότι o πληθυσμός του Νοτιοδυτικού Καμερούν καταγράφεται στους 1,553,300 κατοίκους (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/06/25)

[7] Σύμφωνα με τα περιστατικά βίας που καταγράφηκαν από τη βάση δεδομένων ACLED Explorer, ειδικότερα για τη περιφέρεια Littoral, διαθέσιμο: https://acleddata.com/explorer/ για την περίοδο 15/6/24 με 13/6/25 καταγράφηκαν μόνο 10 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία επέφεραν 4 θανάτους. Σε αυτά περιλαμβάνονται 4 περιστατικά βίας κατά αμάχων (2 θάνατοι), 3 εξεγέρσεις (2 θάνατοι) και 3 διαδηλώσεις (κανένας θάνατος), (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18/06/25)

[8]Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/09 C-465/07, MekiElgafaji και NoorElgafaji κατά StaatssecretarisvanJustitie

[9]Απόφαση του ΔΕΕ της 30/01/14 στην υπόθεση C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο