Β.L. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3456/23, 30/6/2025
print
Τίτλος:
Β.L. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3456/23, 30/6/2025

 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.: 3456/23

 

30 Ιουνίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 Β.L.

Αιτητού

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

 

Δ. Ζησιμοπούλου Κυριάκου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Μ. Τρεμούρη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 16.6.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022.

Γεγονότα

1.            Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: η Λ. Δ. Κ.). Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, κατά δήλωση του περί τον Οκτώβριο του 2019, και ακολούθως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία περί τις 2.11.2019. Κατόπιν, στις 8.11.2019 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 9.6.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό, ο οποίος υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή και για επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του. Η Έκθεση - Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 16.6.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 4.9.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.            Ο Αιτητής, δια της συνηγόρου του, πρoωθεί ως μοναδικό λόγο της παρούσας προσφυγής την έλλειψη επαρκούς και δέουσας έρευνας εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση. Ειδικότερα, αμφισβητεί τη βασιμότητα της απορριπτικής κρίσης αναφορικά με τον δεύτερο και τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του, ήτοι, αφενός περί της ιδιότητας του πατέρα του ως στελέχους της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Agence nationale de renseignement, εφεξής: ANR), και αφετέρου, περί της απαγωγής του ιδίου από στελέχη της εν λόγω Υπηρεσίας. Κατά τον Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση έσφαλαν κρίνοντας ότι οι σχετικές δηλώσεις του στερούνταν συνοχής και ευλογοφάνειας, καθότι – κατά την άποψή του – οι απαντήσεις που παρείχε κατά την ακρόαση ήταν σαφείς, συνεκτικές και εύλογες. Συγκεκριμένα, φέρεται να περιέγραψε με επάρκεια ότι ο πατέρας του εργαζόταν στην ANR και ότι το αντικείμενο της απασχόλησής του αφορούσε, μεταξύ άλλων, τη συλλογή πληροφοριών για την αποτροπή πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης. Αναφορικά με τον τρίτο ισχυρισμό, ο Αιτητής υποστηρίζει ότι δεν ελήφθη υπόψη, κατά την αξιολόγηση της αίτησής του, το γεγονός ότι υπήρξε θύμα απαγωγής, σωματικής κακοποίησης και απόπειρας ανθρωποκτονίας από ομάδα δέκα ενόπλων προσώπων, περιστατικά τα οποία – κατά την άποψή του – συνιστούν σαφή ένδειξη πρότερης βλάβης. Κατά συνέπεια, υποστηρίζει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση όφειλαν, ελλείψει επαρκούς στοιχειοθέτησης περί της αναξιοπιστίας του, να του αναγνωρίσουν το ευεργέτημα της αμφιβολίας.

 

3.            Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση, υπεραμύνονται της επίδικης πράξης και αντιτείνουν ότι αυτής προηγήθηκε δέουσα έρευνα. Παραπέμπουν συναφώς στα επιμέρους ευρήματά τους όπως καταγράφονται στην έκθεση - εισήγηση, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης, υποστηρίζοντας ότι ορθώς το αίτημά του απορρίφθηκε καθώς οι δηλώσεις του δεν μπορούσαν να οδηγήσουν σε υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Νομικό Πλαίσιο

4.            Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

5.            Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

6.            Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.            Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό. 

 

8.            Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

9.            Ως προς τον προωθούμενο λόγο προσφυγής περί έλλειψης δέουσας έρευνας επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C 283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή της στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτήτής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

10.         Λαμβανομένης υπ’ όψιν της φύσης και της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, διαπιστώνεται ότι οι αγορεύσεις εκατέρωθεν των διαδίκων παραλείπουν να εστιάσουν ουσιωδώς στο αντικείμενο της παρούσας διαφοράς. Αντιθέτως, το μεγαλύτερο μέρος των αγορεύσεων αναλώθηκε σε ακυρωτικής φύσεως ισχυρισμούς και παραπομπές σε συναφή νομολογία, χωρίς να εισέλθουν στην κατ’ ουσίαν εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, των πραγματικών περιστάσεων του Αιτητή και την υπαγωγή τους στις κρίσιμες νομοθετικές διατάξεις.

 

11.          Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C 277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

 

12.         Εισερχόμενο στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, το Δικαστήριο επισημαίνει τα εξής: Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του, οι θείοι του κατηγόρησαν τον ίδιο και τη μητέρα του για μαγεία, αποδίδοντάς τους την ευθύνη του θανάτου. Κατόπιν τούτου, σύμφωνα με τα όσα προέβαλε, οι ίδιοι φέρονται να εξαπέλυσαν διώξεις σε βάρος του, της μητέρας του, της αρραβωνιαστικιάς και της ανήλικης κόρης του. Περαιτέρω, ο Αιτητής ανέφερε ότι εξαναγκάστηκε σε σεξουαλική συνεύρεση με εξαδέλφη του, η οποία – όπως ισχυρίζεται – τον πίεζε επανειλημμένως προς τούτο, και τελικώς υπέκυψε υπό την επήρεια μέθης. Περί τον ένα μήνα αργότερα, η εν λόγω εξαδέλφη τον πληροφόρησε ότι κυοφορούσε τέκνο δικό του, γεγονός το οποίο, βάσει των παραδόσεων της εθνοτικής του ομάδας, συνεπαγόταν την υποχρέωσή του να καταβάλει προίκα σε είδος και σε χρήμα. Δεδομένης της οικονομικής του αδυναμίας να ανταποκριθεί στη συγκεκριμένη υποχρέωση, εγκατέλειψε την οικία του περιπλανώμενος από σπίτι σε σπίτι και στο δρόμο. Κατά τα λεγόμενά του, σε αυτό το χρονικό σημείο εντοπίστηκε από φίλο του αποβιώσαντος πατέρα του, ο οποίος και τον βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του.

 

13.         Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε (γεννηθείς το 1997) και διέμενε μονίμως στην Kinshasa, με μόνη εξαίρεση μια σύντομη περίοδο διαμονής του στη Gemena, από τον Ιούνιο έως τον Οκτώβριο του έτους 2019. Ανέφερε ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Ngombe και ότι πρεσβεύει το Καθολικό Χριστιανικό δόγμα. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε ότι η μητέρα του διαμένει στην Kinshasa, με την οποία διατηρεί περιστασιακή επικοινωνία, ενώ με τον πατέρα του δεν έχει επαφή από το έτος 2015. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι ανατράφηκε από την οικογένεια της μητέρας του, ήτοι από τη θεία και τον θείο του, χωρίς ωστόσο να έχει πλέον επαφή με τη θεία του. Περαιτέρω, ανέφερε ότι έχει ετεροθαλή αδέλφια και ότι είναι πατέρας ενός ανήλικου τέκνου, το οποίο διαμένει στο Lubumbashi με την οικογένεια της μητέρας του παιδιού. Σε ό,τι αφορά το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε ότι δεν ολοκλήρωσε τη φοίτησή του στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση λόγω οικονομικών δυσκολιών.

 

14.         Ως προς τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του, από το σύνολο των δηλώσεων του Αιτητή προκύπτει ότι ισχυρίζεται πως γεννήθηκε εκτός γάμου στην Kinshasa, περί το έτος 1997, και μεγάλωσε χωρίς την παρουσία του πατέρα του, ο οποίος – κατά τους ισχυρισμούς του – υπήρξε στρατιωτικός, υιοθετημένος από στρατηγό του πρώην καθεστώτος Mobutu, και συνεργάτης ανώτατων πολιτικών και στρατιωτικών προσώπων. Φέρεται να είχε λάβει στρατιωτική εκπαίδευση και να υπηρέτησε στην πρεσβεία του πρώην Zaire στην Κένυα, πριν επιστρέψει στη χώρα περί το έτος 2001, κατόπιν αλλαγής καθεστώτος και επανένωσης με τις πρώην εξόριστες ένοπλες ομάδες. Μετά την επιστροφή του, φέρεται να εργάστηκε στην ANR, την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών της χώρας.

 

15.         Κατά τους ισχυρισμούς του Αιτητή, το όνομα του πατέρα του συνδεόταν με την πρώην εξουσία και γι’ αυτό, μετά την πολιτική αλλαγή του 2018, τα μέλη της ANR τέθηκαν στο στόχαστρο της νέας κυβέρνησης, καθώς θεωρούνταν ότι κατείχαν κρατικά απόρρητα. Ο πατέρας του, φερόμενος ως καταζητούμενος, εξαφανίστηκε, χωρίς να έχει έκτοτε νέα του. Ο Αιτητής δήλωσε ότι η μητέρα του, κυβερνητική υπάλληλος, και ο ίδιος επιχείρησαν ανεπιτυχώς να αντλήσουν πληροφορίες για την τύχη του μέσω ΜΚΟ.

 

16.         Στο ίδιο πλαίσιο, ο Αιτητής περιέγραψε ότι κατέστη ο ίδιος στόχος των κρατικών αρχών και ειδικότερα της ANR, λόγω της συγγένειάς του με τον πατέρα του, της πολιτικής δράσης και των γνώσεων της μητέρας του, αλλά και λόγω της ιδιότητάς του ως “γιου επαναστάτη” (κατά δήλωσή του: son of a rebel). Κατά τα αναφερόμενά του, το σπίτι όπου διέμενε με τη μητριά του τέθηκε υπό στρατιωτική παρακολούθηση, ενώ κυβερνητικές δυνάμεις φέρονται να εισέβαλαν σε αυτό, αναζητώντας τον πατέρα του. Παράλληλα, η ευρύτερη οικογένεια του Αιτητή τον κατηγορούσε για την παρουσία των αρχών, επιδιώκοντας να καρπωθεί την οικογενειακή περιουσία και εκδιώκοντας τη μητριά του από την κατοικία. Επιπλέον, φέρεται να πιέστηκε από συγγενικά πρόσωπα να τελέσει γάμο με εξαδέλφη του, όπως – σύμφωνα με τα λεγόμενά του – είχε πράξει και ο πατέρας του. Ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι για λόγους ασφαλείας αναγκάστηκε να αλλάξει το επώνυμό του και να μετακινείται συνεχώς, ενώ αναφέρει ότι υπήρξε θύμα απειλών, παρακολούθησης, βίαιων επιδρομών, καθώς και πιέσεων για στρατολόγηση και εξαναγκαστικό γάμο. Με την πάροδο του χρόνου και καθώς, όπως ισχυρίζεται, η επιτήρηση εξασθένισε, κατάφερε με τη συνδρομή της μητέρας του να διαφύγει αρχικώς προς τη Gemena, με πλωτό μέσο, περιγράφοντας αντίξοες συνθήκες μετακίνησης. Στη Gemena, φέρεται να εντοπίστηκε από παλαιό συνεργάτη του πατέρα του, ονομαζόμενο «P.F», ο οποίος – αναγνωρίζοντας την ύπαρξη κινδύνου λόγω της σύνδεσής του με τον πατέρα του και την ANR – τον παρότρυνε να εγκαταλείψει τη χώρα. Τελικώς, όπως ισχυρίζεται, με τη βοήθειά του διέφυγε από τη Λ.Δ.Κ., μέσω του ποταμού Zongo, κατέφυγε αρχικώς στο Bangui, στη συνέχεια στην Κωνσταντινούπολη, και τελικώς εισήλθε στη Δημοκρατία.

 

17.         Στο πλαίσιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων που του υποβλήθηκαν επί των ισχυρισμών του κατά την ελεύθερη αφήγηση, ο Αιτητής κλήθηκε να διευκρινίσει εάν είχε επηρεαστεί προσωπικά από τις διώξεις που, κατά τους ισχυρισμούς του, υφίσταντο τα μέλη της ANR. Σε απάντηση, δήλωσε ότι υπήρξε θύμα απαγωγής περισσότερες από δέκα φορές. Ειδικότερα, περιέγραψε ως πρώτη τέτοια περίπτωση, ,συμβάν που φέρεται να έλαβε χώρα κατά την επιστροφή του από προπόνηση ποδοσφαίρου, στην περιοχή Bandal Arouda. Όπως ανέφερε, άτομα που βρίσκονταν σε νυχτερινό κέντρο του ζήτησαν να αγοράσει τσιγάρα και, λίγο αργότερα, δύο άνδρες τον εξανάγκασαν να επιβιβαστεί σε αυτοκίνητο, απαιτώντας να τους αποκαλύψει την τοποθεσία του πατέρα του. Σε σχετική ερώτηση για τη συνέχεια του περιστατικού, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μεταφέρθηκε σε φυλακή πλησίον ποταμού, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζει περαιτέρω στοιχεία για τον τόπο κράτησης ή τις συνθήκες παραμονής του. Υποστήριξε επιπλέον ότι, κατόπιν των επεισοδίων απαγωγής, το σπίτι του τέθηκε υπό παρακολούθηση. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης τέθηκαν και πρόσθετα ερωτήματα σχετικά με τα περιστατικά απαγωγών, τις συνθήκες που τα συνόδευαν, καθώς και με τους ισχυρισμούς περί εξαναγκασμού του σε γάμο από συγγενικά του πρόσωπα.

 

18.         Τέλος, τέθηκε υπ’ όψιν του Αιτητή η απόκλιση μεταξύ των λόγων φυγής από τη χώρα καταγωγής του που ανέφερε κατά την αρχική καταγραφή, σε σχέση με αυτούς που ανέπτυξε κατά τη συνέντευξη. Σε απάντηση, ο Αιτητής αιτιολόγησε τη διαφορά αυτή επικαλούμενος πίεση εκ μέρους των λειτουργών κατά το στάδιο της καταγραφής, η οποία – κατά τα λεγόμενά του – τον ώθησε να περιορίσει την έκταση και το περιεχόμενο των δηλώσεών του για λόγους συντομίας.

 

19.         Αξιολογώντας το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία, οι Καθ’ ων η Αίτηση σχημάτισαν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά στην ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο δεύτερος στο γεγονός ότι ο πατέρας του εργαζόταν για την ANR και ο τρίτος στο ότι το 2018 ο Αιτητής απήχθη περισσότερες από δέκα φορές από τις μυστικές υπηρεσίες της Λ.Δ.Κ. επειδή αναζητούσαν τον πατέρα του.

 

20.         Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε ότι παρατέθηκε με επαρκή λεπτομέρεια και συνοχή και πως οι δηλώσεις του βρίσκονται σε συμφωνία με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

21.         Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ήτοι ότι ο πατέρας του εργαζόταν στην ANR στη Λ.Δ.Κ., διαπιστώθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι η εσωτερική αξιοπιστία των σχετικών δηλώσεων δεν καθιδρύεται. Ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να παράσχει συνεκτικές, ακριβείς και χωρίς αντιφάσεις πληροφορίες σχετικά με τον ρόλο του πατέρα του στη συγκεκριμένη υπηρεσία πληροφοριών, ενώ τα σχετικά λεχθέντα του παρουσιάζουν πληθώρα ασάφειας, ανακριβειών και εσωτερικών αντιφάσεων.

 

22.         Ειδικότερα, κατά τους Καθ’ ων η αίτηση,  από το περιεχόμενο της συνέντευξής του (βλ. ερ. 33 - 1x, 35 - 1x, 36 - 1x, 37 - 1x έως και 37 - 3x του διοικητικού φακέλου, στο εξής «δ.φ.»), ο Αιτητής παρέμεινε γενικός και ασαφής αναφορικά με τη θέση και τα καθήκοντα του πατέρα του. Σε πρώτη φάση ανέφερε ότι ο πατέρας του ήταν επιθεωρητής και συνέλεγε πληροφορίες από μπαρ και ανθρώπους στον δρόμο. Αργότερα, προσέθεσε ότι είχε σταλεί στην Κένυα ως γραμματέας της πρεσβείας, ενώ σε άλλο σημείο δήλωσε ότι εργαζόταν στην ANR από το 2002. Επιπλέον, ανέφερε ότι πληροφορήθηκε από τη μητέρα του πως ο πατέρας του διοικούσε πράκτορες που είχαν ως αποστολή να διερευνούν απόπειρες πραξικοπήματος και ότι οι πράκτορες απήγαγαν και σκότωναν ανθρώπους, κάτι που οδήγησε την νέα κυβέρνηση στην αντικατάστασή τους.

 

23.         Οι περιγραφές αυτές, εκτός του ότι κρίθηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση αόριστες αξιολογήθηκαν και ως αντιφατικές. Ενώ αρχικά ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του εργάστηκε στην ANR ήδη από την εποχή που η χώρα ονομαζόταν Ζαΐρ (δηλαδή πριν από το 1997),- (βλ ερ. 37 - 3Χ του δ.φ.)-, μεταγενέστερα τοποθέτησε την έναρξη της εργασίας του το 2002 – βλ. ερ 351Χ. Παράλληλα, δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει την ιεραρχική του θέση, τους προϊσταμένους του ή άλλες σχετικές πληροφορίες· αναφέρθηκε γενικά στον Kalef, που υπαγόταν στον γιο του Kabila, ενώ συγχρόνως έκανε αναφορά και στην εμπλοκή της Αστυνομίας στις υπηρεσίες της ANR. Οι απαντήσεις του κρίθηκαν ασυνεπείς και μη τεκμηριωμένες.

 

24.         Περαιτέρω, προκύπτουν αντιφάσεις και ως προς τον τόπο διαμονής του πατέρα του. Ενώ σε ορισμένα σημεία της συνέντευξης ο Αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του δεν διέμενε μαζί του κατά την επιστροφή του στη χώρα το 2001, καθότι είχε μεταφερθεί στην Ngombe με παροχή κατοικίας από το κράτος προς εξόριστους στρατιωτικούς, αλλού δήλωσε ότι από το 2002 και εντεύθεν διέμεναν μαζί (βλ. ερ. 33 - 1x και  37 - 3x του δ.φ.).

 

25.         Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, δεν εντοπίστηκαν ανεξάρτητες πηγές που να επιβεβαιώνουν ειδικά την απασχόληση του πατέρα του Αιτητή στην ANR. Πλην όμως, επισημαίνεται ότι η εν λόγω υπηρεσία λειτουργεί υπό την άμεση εποπτεία του Προέδρου της Δημοκρατίας και έχει παρακρατικό, μυστικό και κατασταλτικό χαρακτήρα, ασκώντας εκτεταμένες εξουσίες, ακόμη και κατά παράκαμψη των πολιτικών ή δικαστικών αρχών. Ωστόσο, καμία από αυτές δεν τεκμηριώνει την προσωπική εμπλοκή του πατέρα του Αιτητή στην υπηρεσία ούτε και ο Αιτητής προσκόμισε οποιαδήποτε συναφή μαρτυρία, με αποτέλεσμα η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού να παραμένει μη αποδεδειγμένη και ο εν λόγω ισχυρισμός κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ως μη αποδεκτός.

 

26.         Ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ότι δηλαδή το έτος 2018 απήχθη επανειλημμένα από τη Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (ANR) επειδή το νέο καθεστώς αναζητούσε τον πατέρα του, ο οποίος φέρεται να είχε υπηρετήσει στην εν λόγω υπηρεσία, κρίθηκε από τους Καθ’ ων  αίτηση ότι αυτός στερείται τόσο εσωτερικής όσο και εξωτερικής αξιοπιστίας.

 

27.         Ειδικότερα, οι Καθ’ ων η αίτηση επισημαίνουν ότι, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι απήχθη περισσότερες από δέκα φορές το 2018 (ερ. 35 - 2x), πλην όμως δεν μπόρεσε να παράσχει συνεκτικές, ακριβείς και λεπτομερείς περιγραφές για τη χρονική αλληλουχία των απαγωγών, τις συνθήκες υπό τις οποίες τελέστηκαν ή την ταυτότητα των δραστών. Οι περιγραφές του κρίθηκαν ως αντιφατικές και γενικόλογες, καθώς ανέφερε ότι οι δράστες «φορούσαν πολιτικά ρούχα» ή «στολές από διαφορετικές μονάδες» (βλ. ερ. 35 3x και 4x του δ.φ.), ώστε να προκαλούν σύγχυση. Επέμεινε ότι «φορούσαν Lacoste μπλουζάκια», χωρίς να μπορεί να διευκρινίσει την υπηρεσία στην οποία ανήκαν.

 

28.         Επιπλέον διαπιστώθηκε, ο Αιτητής δεν μπόρεσε να προσδιορίσει τις ακριβείς ημερομηνίες των απαγωγών, ισχυριζόμενος ότι δεν τις θυμάται λόγω κακής μνήμης (βλ. ερ. 34 - 6x του δ.φ.), και προσδιόρισε γενικά ως χρονικό πλαίσιο το έτος 2018 (βλ. ερ. 35 - 4x του δ.φ.). Η περιγραφή της πρώτης απαγωγής ήταν αντιφατική: αρχικά ισχυρίστηκε ότι δύο άνδρες τον μετέφεραν βίαια σε αυτοκίνητο, στη συνέχεια όμως έκανε λόγο για δέκα άνδρες που έφεραν όπλα, ενώ όταν του ζητήθηκαν διευκρινίσεις ανέφερε ότι ήταν έξι άνδρες με δεύτερο όχημα να ακολουθεί (βλ. ερ. 35 4x του δ.φ.).

 

29.         Αναφορικά με τον τόπο κράτησης, ανέφερε ότι κρατήθηκε «στο ποτάμι πίσω από το ξενοδοχείο «P», σε «μικρό μέρος δίπλα στο ποτάμι» (βλ. ερ. 34 - 3x του δ.φ.), κρίθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει ακριβή περιγραφή. Ισχυρίστηκε ότι ήταν δεμένος σε καρέκλα, ότι του προκάλεσαν ηλεκτροσόκ, χωρίς ξυλοδαρμό, και ότι δεν του παρείχαν τροφή (βλ. ερ. 35 3x του δ.φ.), χωρίς όμως να προσδιορίζει διάρκεια, λόγους ή συνθήκες κράτησης.

 

30.         Ιδιαίτερης βαρύτητας θεωρήθηκε και η αντίφαση  ως προς την τελευταία συνάντησή του με τον πατέρα του. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι η τελευταία φορά που είδε τον πατέρα του ήταν το 2018 (βλ. ερ. 36 - 2x του δ.φ.), ενώ όπως σε άλλο σημείο, ως εντοπίζουν, δήλωσε ότι τον είχε δει για τελευταία φορά το 2015 (βλ. ερ. 35 - 6x του δ.φ.). Ερωτηθείς, αρνήθηκε ότι είχε αναφέρει το 2015 ως τελευταία συνάντηση, επιτείνοντας την ασάφεια. Αντιφάσεις εντοπίστηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση και στον τρόπο διαφυγής από την κατοικία του, η οποία φέρεται να τελούσε υπό στρατιωτική επιτήρηση: αρχικά ισχυρίστηκε ότι οι φρουροί εξοικειώθηκαν μαζί του και τον αποκαλούσαν «jogo» (ποδοσφαιριστή), λέγοντάς του ότι θα παρέμεναν μέχρι να εμφανιστεί ο πατέρας του (βλ. ερ. 32 1x του δ.φ.). Στη συνέχεια, όμως, ισχυρίστηκε ότι δραπέτευσε πηδώντας τον τοίχο στις 2 π.μ. (βλ. ερ. 32 - 2x του δ.φ.), χωρίς να εξηγεί πώς κατόρθωσε να ξεφύγει από έναν χώρο που υποτίθεται βρισκόταν υπό στενή παρακολούθηση.

 

31.         Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή, λόγω του αυστηρά ατομικού χαρακτήρα των περιγραφόμενων περιστατικών, δεν εντοπίστηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση ανεξάρτητες διεθνείς πηγές που να επιβεβαιώνουν τις επανειλημμένες απαγωγές του Αιτητή. Επισήμαναν ωστόσο ότι το πολιτικό πλαίσιο του 2018 στη Λ.Δ. Κονγκό, ήτοι η μετάβαση εξουσίας από τον Joseph Kabila στον Félix Tshisekedi, επιβεβαιώνεται από εξωτερικές πηγές (βλ. ερ. 54–55 του δ.φ.). Πλην όμως, η γενική πολιτική αλλαγή δεν αρκεί για να τεκμηριώσει ατομικά περιστατικά δίωξης και προχώρησαν σε απόρριψη του συναφούς ισχυρισμού στο σύνολό του.

 

 

32.         Στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου, στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, διαπιστώθηκε πως, βάσει των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής και περιοχή διαμονής του Αιτητή εκεί (Kinshasa) δεν υφίσταται για αυτόν κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του.

 

33.         Προχωρώντας, τέλος, στη νομική ανάλυση των ανωτέρω ευρημάτων τους, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

34.         Κατά τη διάρκεια της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ακροαματικής διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε νέους ισχυρισμούς, πλην όμως απάντησε σε διευκρινιστικά ερωτήματα του Δικαστηρίου.

 

35.         Ανέφερε ότι, πριν την αναχώρησή του από τη χώρα του, διέμενε με τη μητέρα του στην περιοχή Bangalugua της Kinshasa. Δήλωσε ότι έχει έναν ετεροθαλή αδελφό, με τον οποίο διατηρεί περιστασιακή επικοινωνία και ο οποίος ζει επίσης στην Kinshasa. Δεν εργαζόταν πριν την αναχώρησή του, καθώς συγκατοικούσε με τη μητέρα του. Σε ερώτηση σχετικά με τους λόγους αναχώρησής του, ανέφερε ότι αντιμετώπιζε προβλήματα επειδή ήταν παιδί αντιστασιακού. Ο πατέρας του, σύμφωνα με τον ίδιο, υπήρξε μέλος του κινήματος Rassemblement Congolais pour la Démocratie στην περιοχή Goma κατά την περίοδο 2002–2003, διατελώντας υπεύθυνος ασφαλείας του κινήματος και του στρατοπέδου των ανταρτών. Σε μεταγενέστερη ερώτηση, δήλωσε ότι ο πατέρας του κατείχε στρατηγική θέση στην επανάσταση και υπέγραφε συμφωνίες. Ο Αιτητής ανέφερε ότι υπήρξε θύμα απαγωγών περισσότερες από δέκα φορές, με την πρώτη φορά το 2015 και την τελευταία λίγο πριν αναχωρήσει από τη χώρα, το 2018. Δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με σαφήνεια τους δράστες, αλλά θεωρεί ότι επρόκειτο για μέλη της ANR, λόγω του ιστορικού του πατέρα του. Αρχικά δήλωσε ότι δεν γνώριζε γιατί τον απήγαγαν, αλλά αργότερα ανέφερε ότι στόχος τους ήταν η εξόντωση των παιδιών των αντιστασιακών. Ως προς τις συνθήκες κράτησής του, ανέφερε ότι κρατούνταν επί τρεις ημέρες, δεμένος σε ηλεκτρική καρέκλα, μαζί με τη μητέρα του, και ακολούθως μεταφέρθηκαν σε υπόγειο των γραφείων της ANR στη Gombe. Υποστήριξε ότι υπέστη βασανιστήρια με ηλεκτροσόκ. Όταν ερωτήθηκε γιατί, ενώ είχε απαχθεί επανειλημμένως, δεν δολοφονήθηκε, απάντησε ότι η Bangalugua είναι πυκνοκατοικημένη περιοχή, υπονοώντας ότι δεν ήταν εύκολο να προχωρήσουν σε τέτοιες ενέργειες. Δήλωσε ότι η μητέρα του διέφυγε στη Γαλλία, λόγω κινδύνου για τη ζωή της, και ότι δεν έχει νέα για τον πατέρα του. Απαντώντας σε ερώτηση για το πώς εξασφάλισε τα χρήματα για να αναχωρήσει από τη χώρα, απάντησε ότι τον βοήθησε η εκκλησία στην οποία ήταν μέλος. Ερωτηθείς εάν θα μπορούσε να μετοικήσει σε άλλη περιοχή της χώρας, όπως το Lubumbashi, απάντησε αρνητικά, λέγοντας ότι στη Λ.Δ.Κ. δεν μπορεί κανείς να κρυφτεί σε άλλη πόλη, λόγω του τρόπου λειτουργίας του συστήματος. Τέλος, σε ερώτηση γιατί οι δηλώσεις του στην αίτηση διεθνούς προστασίας διαφέρουν από τα όσα είπε στη συνέντευξη, απάντησε ότι κατά την καταγραφή βρισκόταν υπό πίεση και είχε περιορισμένο χρόνο, οπότε δεν ήταν δυνατόν να αναφέρει εκτενώς τους λόγους φυγής του.

 

36.          Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

 

37.         Ως προς το δεύτερο ουσιώδη και τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή συντάσσομαι πλήρως με την αξιολόγηση των Καθ’ ων η αίτηση όπως καταγράφεται ανωτέρω και την μη αποδοχή αυτών, με τις εξής επισημάνσεις. Δεδομένης της αρχικώς περιορισμένης επαφής του Αιτητή με τον πατέρα του δικαιολογείται σε κάποιο βαθμό η άγνοιά του ως προς τα ακριβή καθήκοντά του ANR. Ωστόσο, πέραν των ανωτέρω, στην αφήγησή του εντοπίστηκε πληθώρα άλλων ελλείψεων, οι οποίες ήδη εντοπίστηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση. Σε σχέση με τα όσα ο Αιτητής δήλωσε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία, επισημαίνεται ότι κατά τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του, ο πατέρας του Αιτητή ήταν υπάλληλος της ANR (κρατική μυστική υπηρεσία) και διώκεται εξαιτίας αυτής του της θέσης, υπηρετώντας τη τότε κυβέρνηση. Ωστόσο, ενώπιον του Δικαστηρίου, περιγράφεται ως αντιστασιακός, μέλος του RCD (αντικυβερνητικού κινήματος), υπεύθυνος ασφαλείας στρατοπέδου και «στρατηγικό στέλεχος που υπέγραφε συμφωνίες». Οι δύο ιδιότητες (στέλεχος επαναστατικού κινήματος εναντίον της κυβέρνησης και κρατικός πράκτορας της ANR) διαφέρουν θεμελιωδώς. Η αντίφαση μάλιστα αυτή επιτείνεται καθώς ο Αιτητής δήλωσε ότι ο ίδιος διώκεται ένεκα την ιδιότητας αυτής του πατέρα του, κατά τη συνέντευξη ως μέλος της ANR και ενώπιον του Δικαστηρίου ως παιδί αντιστασιακού. Περαιτέρω, στη συνέντευξη, περιγράφει επανειλημμένες απαγωγές μέσα στο 2018 από «άγνωστα άτομα» με αναφορά σε γενικές ενδείξεις (πολιτικά ρούχα, στολές από διαφορετικές μονάδες), και ισχυρίζεται ότι κρατήθηκε σε τοποθεσία δίπλα στο ξενοδοχείο «P» και του έγινε ηλεκτροσόκ. Ενώ ενώπιον του Δικαστηρίου προσθέτει νέα λεπτομέρεια αναδιατυπώνοντας το αφήγημά του ότι κρατήθηκε μαζί με τη μητέρα του σε ηλεκτρικές καρέκλες, και στη συνέχεια σε υπόγειο της ANR στην Gombe. Διαπιστώνεται σχετικώς ότι ο Αιτητής υπήρξε αντιφατικός ως προς τα βασανιστήρια, τα οποία κατ’ ισχυρισμόν υπέστη, καθώς άλλοτε γίνεται λόγος για 5 ώρες κράτησης και ήπια βασανιστήρια, αλλού για τρεις ημέρες κράτηση με σαφώς πιο έντονες συνθήκες (ηλεκτρικές καρέκλες, υπόγειο, παρουσία της μητέρας). Αναφέρει δε ενώπιον του Δικαστηρίου για πρώτη φορά ότι η μητέρα του ήταν παρούσα και υπέστη βασανιστήρια, στοιχείο απολύτως απόν από τη διήγησή του κατά τη διοικητική διαδικασία. Τέλος, σημειώνεται και η ουσιώδης διαφοροποίηση στο αφήγημά του κατά την καταγραφή της αίτησής του και κατά τα στάδια εξέτασης που ακολούθησαν, με τον Αιτητή να μην προβάλλει ικανοποιητικές εξηγήσεις (επικαλέστηκε την έλλειψη χρόνου και την πίεση), παραλείποντας κατ’ ουσίαν οποιαδήποτε αναφορά στον πυρήνα του αιτήματός του, όπως αναδείχθηκε κατά τη συνέντευξή του.

 

38.         Επιπροσθέτως των εξωτερικών πηγών που περιλαμβάνονται στην έκθεση των Καθ’ ων η αίτηση, ως προς την υπηρεσία ANR, από έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου προκύπτουν τα κάτωθι. Έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2016 από την International Crisis Group σχετικά με την πολιτική κατάσταση στη Λ.Δ.Κ. περιγράφει την ANR ως μια «υπερβολικά συγκεντρωτική παράλληλη διοίκηση», εξηγώντας ότι η προεδρία της χώρας «ελέγχει αυστηρά» την ANR, «παρακάμπτοντας σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές δομές».[1] Μία έκθεση που συντάχθηκε από την World Organisation Against Torture[2] και δύο ΜΚΟ στη Λ.Δ.Κ., με τη συμβολή 11 άλλων κονγκολέζικων ΜΚΟ, επισημαίνει επίσης ότι, σε αντίθεση με την εθνική αστυνομία, η οποία «υπάγεται άμεσα σε μια συμβατική δομή», η ANR αποτελεί μέρος ενός μηχανισμού ασφαλείας που «διατηρεί ένα παράλληλο σύστημα και δομή και περιλαμβάνει επίσης στρατιωτικές υπηρεσίες και την Garde républicaine»[3]. Η έκθεση προσθέτει ότι η ANR  «διαθέτει σημαντικές εξουσίες επί των οποίων οι δικαστικές αρχές έχουν ελάχιστο έλεγχο».[4] Η έκθεση εξηγεί επίσης ότι το Διάταγμα-Νόμος του 2003  «επιτρέπει στους αξιωματικούς της ANR να ενεργούν εκτός της διαδικασίας που προβλέπεται από τον κώδικα ποινικής δικονομίας» και ότι «ο εισαγγελέας δεν έχει την εξουσία να ασκεί άμεσο έλεγχο στους δικαστικούς αστυνομικούς της ANR»[5].

 

39.         Σύμφωνα με την Human Rights Watch, η ANR «έχει υπάρξει εργαλείο πολιτικής καταστολής κατά ηγετών της αντιπολίτευσης, ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υποστηρικτών της δημοκρατίας κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης πολιτικής κρίσης στη χώρα»[6]. Ομοίως, το BBC αναφέρει ότι η ANR «συχνά κατηγορείται για παράνομες συλλήψεις και κρατήσεις αντιπάλων και ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων».[7]

 

40.         Το 2023, το US Department of State (USDOS) ανέφερε ότι, λόγω ανεπαρκών διοικητικών συστημάτων, η ANR έλεγχε την έκδοση διαβατηρίων και συχνά καθυστερούσε ή αρνούνταν την έγκριση για πολιτικά πρόσωπα που «θεωρούνταν επικριτικά προς την κυβέρνηση.»[8] Η ίδια πηγή ανέφερε ότι οι εγκαταστάσεις κράτησης σε ολόκληρη τη DRC είχαν «σκληρές και απειλητικές για τη ζωή» συνθήκες, και ότι οι φυλακές που λειτουργούσε η ANR ήταν ακόμη «σκληρότερες» από τις άλλες.[9]

 

41.         Η ANR περιγράφεται ως να χρησιμοποιείται ως «πολιτική αστυνομία» υπό τον Joseph Kabila.[10] Τοπική εφημερίδα αναφέρει ότι και ο σημερινός πρόεδρος της Λ.Δ.Κ., Félix Tshisekedi, περιέγραψε επίσης την ANR με αυτόν τον τρόπο.[11]  Σύμφωνα με πληροφορίες από την Human Rights Watch, τον Μάρτιο του 2019 ο Πρόεδρος Tshisekedi απομάκρυνε τον Kalev Mutondo από την θέση του διευθυντή της ANR και τον Roger Kibelisa από την θέση του υπεύθυνου του τμήματος εσωτερικής ασφάλειας (‘Department of Internal Security’) της ANR για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[12] Δεν ανευρέθηκαν περισσότερες πληροφορίες για την σχέση της ANR με τον Πρόεδρο Tshisekedi. [13] Σε έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 2024, καταγράφονται παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από μέλη της ANR σε περιοχές της Λ.Δ.Κ. τόσο σε περιοχές όπου υπάρχει ένοπλη σύρραξη, όπως και στον χώρο της κοινωνίας των πολιτών.[14] Έτι περαιτέρω, σύμφωνα με την Amnesty International (AI), το 2024, οι υπηρεσίες ασφαλείας του Κονγκό, συμπεριλαμβανομένης της ANR, «κλιμακώνουν όλο και περισσότερο την καταστολή κατά ειρηνικών ακτιβιστών».[15] Ομοίως, τον Μάιο του 2022, η Reporters Without Borders (Reporters Sans Frontières, RSF) ανέφερε για «τον αυξανόμενο κατάλογο καταχρήσεων κατά δημοσιογράφων – συμπεριλαμβανομένων απειλών, ανακρίσεων, συλλήψεων και […] βασανιστηρίων – από την ANR της Δημοκρατικής Δημοκρατίας του Κονγκό».[16] Σύμφωνα με έκθεση του United Nations Joint Human Rights Office (UNJHRO), από τις 801 παραβιάσεις και καταχρήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που καταγράφηκαν μόνο τον Νοέμβριο του 2021 σε όλη τη Λ.Δ.Κ., το 39% αυτών των περιστατικών αποδόθηκαν σε κρατικούς αξιωματούχους και αξιωματικούς της ANR, περιλαμβανομένων τουλάχιστον 40 περιπτώσεων εξωδικαστικών εκτελέσεων.[17]

 

42.         Σε περιστατικό που έλαβε χώρα τον Μάιο του 2024 άγνωστοι άνδρες, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που φορούσαν κουκούλες (full face) και στολές αστυνομίας και έφεραν όπλα, απήγαγαν τον Sengha, ιδρυτή του κινήματος Citizen Awareness (Vigilance Citoyenne), μαζί με τους Robert Bunda και Chadrack Tshadio, στην Kinshasa, την πρωτεύουσα της χώρας. Όλοι είναι μέλη της οργάνωσης Tolembi Pasi, η οποία αγωνίζεται κατά της κοινωνικής αδικίας και του υψηλού κόστους ζωής. Οι δράστες τους ανάγκασαν να μπουν σε ένα μαύρο SUV χωρίς πινακίδες και απομακρύνθηκαν. Οι τρεις μόλις είχαν παρευρεθεί σε συνάντηση της Tolembi Pasi. Ο Bunda και ο Tshadio εντοπίστηκαν υπό αστυνομική κράτηση στις 20 Μαΐου. Η απαγωγή φέρεται να αποδίδεται στην ANR ή/και σε άλλες υπηρεσίες πληροφοριών της Λ.Δ.Κ.[18]

 

43.         Σε έκθεση του, USDOS για το έτος 2023 αναφέρθηκε ότι κατά τη διάρκεια του έτους αναφέρθηκαν περιπτώσεις εξαφανίσεων από ή εκ μέρους των κρατικών αρχών. Οι αρχές συχνά αρνούνταν να αναγνωρίσουν τη σύλληψη υπόπτων και μερικές φορές κρατούσαν άτομα σε ανεπίσημες εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων στρατιωτικών βάσεων και κέντρων κράτησης που λειτουργούσαν υπό την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ANR). Η τύχη ορισμένων ακτιβιστών της κοινωνίας των πολιτών και πολιτών που συνελήφθησαν από τις Δυνάμεις Ασφαλείας του Κράτους (SSF) παρέμεινε άγνωστη για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Παρά την υπόσχεση του προέδρου να επιτρέψει στα Ηνωμένα Έθνη την πρόσβαση σε όλες τις εγκαταστάσεις κράτησης, ορισμένες φυλακές της ANR παρέμειναν απρόσιτες για ανεξάρτητους παρατηρητές.[19]

 

44.         Εξάλλου, η Επιτροπή κατά των Βασανιστηρίων των Ηνωμένων Εθνών εξέφρασε σοβαρές ανησυχίες σχετικά με αναφορές για εκτεταμένη χρήση βασανιστηρίων σε πολλούς χώρους κράτησης στη χώρα, ιδιαίτερα εναντίον ατόμων που θεωρούνταν ύποπτα ότι ανήκουν στην πολιτική αντιπολίτευση, από μέλη των Ενόπλων Δυνάμεων της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, της εθνικής αστυνομίας και της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Η Επιτροπή καταδίκασε τον περιορισμένο αριθμό καταδικών που έχουν αναφερθεί και εξέφρασε ανησυχία για το γεγονός ότι τα μέλη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών επωφελούνται από εκτεταμένη ασυλία από τη δίωξη, σύμφωνα με το Διάταγμα-Νόμο υπ’ αριθ. 1/61.[20]

 

45.         Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής γίνεται καταρχάς αποδεκτό ότι αυτή συνιστά άνδρα, υγιή, χριστιανό με βασικό μορφωτικό επίπεδο, ικανό προς εργασία. Όσον αφορά τη θρησκεία του Αιτητή σύμφωνα με την πιο πρόσφατη σχετική έκθεση ο Χριστιανισμός αποτελεί την πρώτη πλειοψηφικά θρησκεία σε ποσοστό 95,1%[21], και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν κινδυνεύει να υποστεί δίωξη λόγω της θρησκείας του. Στη βάση των ανωτέρω δεδομένων δεν προκύπτει κάποιος κίνδυνος για τον Αιτητή απορρέων από τα στοιχεία του προφίλ του δεδομένης, ούτε και ο ίδιος επικαλείται κάτι σχετικό.

 

46.         Σε σχέση δε με την κατάσταση ασφαλείας στη Λ.Δ.Κ., εξωτερικές πηγές αναφέρουν ότι η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ.Κ., καθώς υπάρχουν ένοπλες ομάδες και η διακοινοτική βία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κατάσταση, την ασφάλεια και την ανθρωπιστική κατάσταση. Καταγράφονται επίσης, συνεχείς αναφορές για πολλές πόλεις στην ανατολική Λ.Δ.Κ. που δέχθηκαν επίθεση ή έπεσαν υπό τον προσωρινό έλεγχο ένοπλων ομάδων.[22]

 

47.         Ειδικότερα σε σχέση με την πόλη Kinshasa ωστόσο, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέρειας αλλά και της χώρας καταγωγής, δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν είτε τη δραστηριοποίηση ενόπλων φορέων, αφού, από τις ανωτέρω παρατεθείσες πληροφορίες, προκύπτει ότι οι μη κρατικοί ένοπλοι φορείς δραστηριοποιούνται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της Λ.Δ.Κ.[23] Σύμφωνα άλλωστε και με την ενημέρωση του ACLED, που συντάχθηκε από το Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation (ACCORD), αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στη Λ.Δ.Κ. το τελευταίο τρίμηνο του 2021, προκύπτει ότι μόνο οι επαρχίες Ιturi, North Kivu και South Kivu στα ανατολικά της χώρας βρίσκονται υπό τεταμένο καθεστώς ένοπλης βίας.[24]

 

48.         Αναλύοντας τα κατωτέρω ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που προέκυψαν κατόπιν έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί συγκεκριμένα στην επαρχία της Kinshasa, οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν το σχετικά ασφαλές της περιοχής. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 01.06.2024 έως 30.05.2025, σημειώθηκαν στην εν λόγω επαρχία 27 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 234 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 12 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (17 θάνατοι), 9 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων / ταραχών (203 θάνατοι), 2 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυρίες (κανένας θάνατος), καταγράφηκαν, επίσης, 4 περιστατικά μαχών ή εκρήξεων (14 θάνατοι), ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά απομακρυσμένης βίας.[25]

 

49.         Σημειώνεται, ωστόσο, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανωτέρω περιστατικών ασφαλείας και των συνεπακόλουθων απωλειών, έλαβε χώρα στις 2.9.2024 όταν κρατούμενοι της φυλακής Makala στην Kinshasa εξεγέρθηκαν και επιχείρησαν μαζική απόδραση. Προκλήθηκαν τουλάχιστον 130 θάνατοι, τόσο από την άτακτη φυγή και τα ποδοπατήματα, όσο και από πυροβολισμούς των αρχών που προσπάθησαν να σταματήσουν την απόδραση κρατουμένων.[26]

 

50.         Ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται σήμερα σε περίπου 16.316.000 κατοίκους.[27]

 

51.         Στη βάση όλων των ανωτέρω, ο φόβος του Αιτητή κρίνεται ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος στο σύνολό του καθώς από τα ενώπιόν μου στοιχεία και την ανωτέρω ανάλυση δεν προκύπτει κάποιος ευλόγως πιθανολογούμενος κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του.

 

52.         Καταλήγω συνεπώς, ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός ούτε από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη

 

53.         Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

54.         Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι εκείνη, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 43]. Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

 

55.         Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Εν προκειμένω, με βάση τις ανωτέρω πηγές δεν προκύπτει να λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

56.         Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε σχετική απόφασή του ότι συνιστούν «[.] μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

57.         Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (στο εξής: το ΕΔΑΔ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΑΔ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011, σκέψη 241) αξιολόγησε ως κατάλληλα, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τα κριτήρια αναφορικά με τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, εάν οι συγκρούσεις είναι τοπικές ή εκτεταμένες, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

58.         Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «[.] ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009, σκέψη 35). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση (σκέψη 39) διευκρίνισε ότι «[.] όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

 

59.         Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα δεν διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην Kinshasa, ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο εκεί να έρθει αντιμέτωπη με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Ούτε προκύπτει από το προσωπικό προφίλ και τις περιστάσεις της ότι εμπλέκεται καθ' οιονδήποτε τρόπο με τα όσα διαδραματίζονται στα πλαίσια των ενόπλων συγκρούσεων που καταγράφονται συγκεκριμένα στις προαναφερθείσες περιοχές της Λ.Δ.Κ. (ήτοι επαρχίες North Kivu, South Kivu, Ituri και Kasai). Επομένως, ούτε συντρέχει περίπτωση υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] International Crisis Group, ‘Boulevard of Broken Dreams: The “Street” and Politics in DR Congo. Africa Briefing n°123,’ 13 October 2016, https://d2071andvip0wj.cloudfront.net/b123-boulevard-of-broken-dreams-the-street-and-politics-in-dr-congo.pdf, σελ. 13, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[2] Organisation mondiale contre la torture (OCMT), et al. ‘La torture en République démocratique du Congo : un secret de polichinelle ? Rapport alternatif soumis en application de l’article 19 de la Convention contre la torture et autres peines ou traitement cruels, inhumains ou dégradants. 66e session du Comité contre la torture : examen du rapport de la République démocratique du Congo (RDC).’, . April 2019, http://www.omct.org/files/2019/04/25321/rapport_alternatif_cat_rdc_2019_fr%5b1%5d.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[3] Organisation mondiale contre la torture (OCMT), et al. ‘La torture en République démocratique du Congo : un secret de polichinelle ? Rapport alternatif soumis en application de l’article 19 de la Convention contre la torture et autres peines ou traitement cruels, inhumains ou dégradants. 66e session du Comité contre la torture : examen du rapport de la République démocratique du Congo (RDC).’, . April 2019, παρ. 80, http://www.omct.org/files/2019/04/25321/rapport_alternatif_cat_rdc_2019_fr%5b1%5d.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[4] Organisation mondiale contre la torture (OCMT), et al. ‘La torture en République démocratique du Congo : un secret de polichinelle ? Rapport alternatif soumis en application de l’article 19 de la Convention contre la torture et autres peines ou traitement cruels, inhumains ou dégradants. 66e session du Comité contre la torture : examen du rapport de la République démocratique du Congo (RDC).’, . April 2019, παρ. 81, http://www.omct.org/files/2019/04/25321/rapport_alternatif_cat_rdc_2019_fr%5b1%5d.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[5] Organisation mondiale contre la torture (OCMT), et al. ‘La torture en République démocratique du Congo : un secret de polichinelle ? Rapport alternatif soumis en application de l’article 19 de la Convention contre la torture et autres peines ou traitement cruels, inhumains ou dégradants. 66e session du Comité contre la torture : examen du rapport de la République démocratique du Congo (RDC).’, . April 2019, παρ. 84-85, http://www.omct.org/files/2019/04/25321/rapport_alternatif_cat_rdc_2019_fr%5b1%5d.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[6] Human Rights Watch “RD Congo : Il faut enquêter sur deux anciens responsables des services de renseignement.’ 22 March 2019, https://www.hrw.org/fr/news/2019/03/22/rd-congo-il-faut-enqueter-sur-deux-anciens-responsables-des-services-de , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[7] British Broadcasting Corporation (BBC) “RDC : Inzun Kakiak nouveau patron de lANR.” 21 March 2019, https://www.bbc.com/afrique/region-47647453, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[8] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices – Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf, σελ.27, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[9] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices – Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf, σελ.5, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[10] Jeune Afrique, Pierre Boissele. «RDC : divergences ‘tactiques’ entre Bruxelles et Paris», 7 June 2018, https://www.jeuneafrique.com/mag/562555/politique/rdc-divergences-tactiques-entre-bruxelles-et-paris/, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[11] Jeune Afrique, Stanis Bujakera Tshiamala. “RDC : Félix Tshisekedi promet la libération prochaine de ‘tous les prisonniers politiques’, 26 February 2019, https://www.jeuneafrique.com/741859/politique/rdc-felix-tshisekedi-promet-la-liberation-prochaine-de-tous-les-prisonniers-politiques/, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[12] HRW - Human Rights Watch: DR Congo: Investigate Ex-Intelligence Officials, 22 March 2019
https://www.ecoi.net/en/document/2005057.html, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[13] Πραγματοποιήθηκε έρευνα με παραμέτρους αναζήτησης στις πλατφόρμες Ecoinet (European Country of Origin Information Network - ecoi.net) και Google «ANR – Tshisekedi», «ANR Arrests – Tshisekedi Government», «ANR Members Arrests»

[14] United Nations Security Council, ‘United Nations Organization Stabilization Mission in the

Democratic Republic of the Congo - Report of the Secretary-General’, 29 November 2024, n2435283.pdf, παρ. 24 – 25, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[15] AI, DR Congo’s arrest of activists invokes déjà vu of growing repression, 16 February 2024, https://www.amnesty.org/en/latest/news/2024/02/dr-congos-arrest-of-activists-invokes-deja-vu-of-growing-repression/, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[16] RSF, Three journalists tortured by DRC intelligence agency, 23 May 2022, https://rsf.org/en/three-journalists-tortured-drc-intelligence-agency, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[17] Radio Okapi, RDC : 800 cas de violations des droits de l’homme recensées en novembre 2021, 6 January 2022, https://www.radiookapi.net/2022/01/06/actualite/securite/rdc-800-cas-de-violations-des-droits-de-lhomme-recensees-en-novembre, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025); UN News, RDC : 800 cas de violations des droits humains recensés en novembre 2021, 7 January 2022, https://news.un.org/fr/story/2022/01/1111862, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025)

[18] HRW - Human Rights Watch: DR Congo: Prominent Activist Abducted, 23 May 2024, https://www.hrw.org/news/2024/05/23/dr-congo-prominent-activist-abducted, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29.04.2025)

[19] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/democratic-republic-of-the-congo/, ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29.04.2025

[20] United Nations General Assembly, ‘Democratic Republic of the Congo: Compilation of information prepared by the Office of the United Nations High Commissioner for Human Rights’., 29 August 2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2115949/g2414164.pdf, ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29.04.2025

[21] USDOS - US Department of State: 2023 Report on International Religious Freedom: Democratic Republic of the Congo, 26 June 2024, https://www.ecoi.net/en/document/2111851.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.6.2025)

[22] Gov.uk, Foreign travel advice Democratic Republic of the Congo, διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/democratic-republic-of-the-congo/safety-and-security, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[23] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/, καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση:https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html, USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdfκαι CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[24] ACLED, Democratic Republic of Congo, Fourth Quarter 2021: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 30 Μαΐου 2022, https://www.ecoi.net/en/file/local/2074522/2021q4DemocraticRepublicofCongo_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[25] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 1.6.2024 – 30.5.2025, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Kinshasa]

https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[26] Human Rights Watch -HRW, DR Congo: Investigate Prison Deaths, Sexual Violence, 6 September 2024, https://www.hrw.org/news/2024/09/06/dr-congo-investigate-prison-deaths-sexual-violence (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[27] Macrotrends.net, Kinshasa, Republic of Congo Metro Area Population 1950-2023, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο