K.K.C. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 3784/2024, 5/6/2025
print
Τίτλος:
K.K.C. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 3784/2024, 5/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 3784/2024

05 Ιουνίου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

K.K.C. από Ακτή Ελεφαντοστού

Αιτήτρια

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ρ. Μαλεκκίδου (κα) για Ε. Κονοσίδου (κα), Δικηγόρος για Αιτήτρια.

Λ. Γιάγκου(κα) για Θ. Βασιλάκη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Η Αιτήτρια παρούσα.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 30/08/24 (της κοινοποιήθηκε αυθημερόν) με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, παράνομη και/ή αντισυνταγματική και/ή στερούμενη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητά οποιαδήποτε άλλη θεραπεία το Δικαστήριο κρίνει δίκαιη υπό τις περιστάσεις.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Αιτήτρια, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 27/04/21, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη και συντάχθηκε έκθεση/εισήγηση την 01/08/24 και στις 05/08/24 εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η συνήγορος της Αιτήτριας υιοθέτησε τους λόγους για τους οποίους υποβλήθηκε αίτημα ασύλου, περιόρισε δε τους νομικούς λόγους ακύρωσης στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και αναιτιολόγητα.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, τονίζοντας ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και είναι δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Το Δικαστήριο αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρεί σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς έλλειψης δέουσας έρευνας και ανεπαρκούς αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης πράξης στη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»). 

 

Μετά τη διενέργεια σχετικής συνέντευξης, η λειτουργός εξετάζοντας τα όσα λέχθηκαν σε αυτήν, εντόπισε και αξιολόγησε δύο (2) συνολικά ισχυρισμούς της.  Αποδέχθηκε τον ισχυρισμό περί των προσωπικών στοιχείων, του προφίλ και της χώρας καταγωγής της (ερυθρά 70-69 ΔΦ) όπως επίσης αποδεκτό έκρινε και τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό της ήτοι ότι η οικογένεια του αποθανόντος συζύγου της, της επέρριπταν ευθύνες για τον θάνατο του. Ειδικότερα, επί του δεύτερου ουσιώδη ισχυρισμού, καταγράφεται ότι ο σύζυγος της απεβίωσε από καρδιακή προσβολή, ότι δεν υπέστη οποιαδήποτε βλάβη μέχρι την αναχώρηση της από την χώρα καταγωγής και/ή δεν ενοχλήθηκε από κανένα από το 2018 μέχρι την ημερομηνία διενέργειας της συνέντευξης της (ερυθρά 69-66 ΔΦ).

  

Από την έκθεση/εισήγηση προκύπτει ότι η έρευνα της λειτουργού ήτο ενδελεχής και επεκτάθηκε σε όλα τα στοιχεία που προσκομίστηκαν από την Αιτήτρια (Βλέπε Nicolaou v. Minister of Interior a.ο. (1974) 3 C.L.R. 189Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Motorways Ltd ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447, Χαράλαμπος Κύπρου Χωματένος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 102/09, 14/03/13 και Logicom Public Ltd v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών κ.α.,  Α.Ε. Αρ. 153/2009, ημερ.14/01/14). Συνεπεία δε της αποδοχής των ισχυρισμών της στο σύνολό τους, η λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση μελλοντικού κινδύνου και κατέληξε σε συνάρτηση με το προφίλ της ότι δεν υπήρχε εύλογη πιθανότητα να υφίστατο συμπεριφορά που να ισοδυναμούσε με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής – προβαίνοντας ταυτόχρονα και πλήρη έρευνα μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης (πηγές που δεν αμφισβητήθηκαν από την συνήγορο της Αιτήτριας κατά την δικαστική διαδικασία) (ερυθρά 67-66 ΔΦ). Το Δικαστήριο από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας της Αιτήτριας εντοπίζει και/ή επιβεβαιώνει ως και τα συμπεράσματα της λειτουργού ότι δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο μέσω των δηλώσεων της κατά την συνέντευξη που να υποδηλώνει ότι η τελευταία θα υφίστατο σε πράξεις δίωξης στη χώρα της οι οποίες «[…] κατά την έννοια του άρθρου 1Α της Σύμβασης […] είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, ή (β) να αποτελούν σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή, ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με το αναφερόμενο στην παράγραφο (α).»[1]. Επομένως, επιβεβαιώνονται ως ορθά  τα συμπεράσματα της λειτουργού ότι εξ ορισμού του Άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000) και βάσει των προσωπικών περιστάσεων της Αιτήτριας ότι δεν πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις του ορισμού δίωξης, ότι ο φόβος για επιστροφή της δεν είναι εύλογος και/ή δικαιολογημένος, δεν έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας της είτε από άλλους φορείς δίωξης, ότι έχει αποχωρήσει νόμιμα από την χώρα καταγωγής της μέσω τρίτων χωρών, ότι αποχώρησε με δική της επιθυμία και ότι έχει χρησιμοποιήσει το διαβατήριο της χώρας της. Ως εκ τούτου τα στοιχεία που έθεσε τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και του Δικαστηρίου δεν τεκμηριώνουν ότι σε περίπτωση επιστροφής της, υπάρχει κίνδυνος δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και/ή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ως προς το εάν η περίπτωση της εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, η λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται (ερυθρό 65 ΔΦ). Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης (Άρθρο 19(2), εδάφιο (γ), του περί Προσφύγων Νόμου2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000) η λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή της Αιτήτριας δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Σημειώνεται ότι, η ίδια σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησής της ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα της, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης[2] επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα της λειτουργού. Ως εκ τούτου, παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών της περιστάσεων για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης[3]. Εξάλλου, ούτε τα ατομικά χαρακτηριστικά και στοιχεία της Αιτήτριας, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή της στον τόπο διαμονής, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη.

 

Ως εκ των ανωτέρω δεν διαπιστώνεται ελλιπής έρευνα της Υπηρεσίας Ασύλου κατά την έκδοση της απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου της Αιτήτριας ήτοι της έκθεσης/εισήγησης της λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων της Αιτήτριας, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να της αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

                          

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 



[1] Άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000)

[2] Σχετικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας της Ακτής Ελεφαντοστού, σύμφωνα με το RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), μίας πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης που καταγράφει τις ένοπλες συρράξεις σε διεθνές επίπεδο, η Ακτή Ελεφαντοστού δεν βρίσκεται υπό καθεστώς εσωτερικής ή διεθνούς ένοπλης σύρραξης. Ωστόσο, και για λόγους πληρότητας της έρευνας, θα παρατεθούν και περαιτέρω ποσοτικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED από τα οποία προκύπτει ότι το τελευταίο έτος σημειώθηκαν στη χώρα μόνο 58 περιστατικά με 19 απώλειες. Εξ' αυτών των περιστατικών τα 5 χαρακτηρίστηκαν ως μάχες, μόνο τα 7 ως βία κατά αμάχων και τα 46 ως αναταραχές.

[3] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο