E. W. N. N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3830/2024, 27/6/2025
print
Τίτλος:
E. W. N. N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3830/2024, 27/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 3830/2024

 27 Ιουνίου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

E. W. N. N. (ARC ….)και οικογένεια  
 

Αιτήτρια

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                               Καθ' ων η Αίτηση

 

Μαρία Μπαγιαζίδου (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια

Θεοφανώ Βασιλάκη (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση

Η Αιτήτρια είναι παρούσα

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Η Αιτήτρια αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 13/09/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 27/09/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000  και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στην Αιτήτρια καθεστώς προστασίας.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, η Αιτήτρια είναι υπήκοος του Καμερούν και στις 02/12/2019 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 25/07/2024 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 13/09/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα της Αιτήτριας. Αυθημερόν, ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας  την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της. Στις 27/09/εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος της Αιτήτριας επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στην Αιτήτρια. Στις 10/06/2024 η Αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η Αιτήτρια, δια της δικηγόρου της, προβάλει  διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με τη Γραπτή Αγόρευση. Κατά τη Γραπτή της Αγόρευση, η συνήγορος της Αιτήτριας  ανέφερε ότι οι λόγοι ακύρωσης που προωθούνται, περιορίζονται στους ακόλουθους:

1) Η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη από αναρμόδιο πρόσωπο, χωρίς τη λήψη της απαιτούμενης εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών.  

2) Η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη χωρίς να διεξαχθεί η δέουσα έρευνα και/ή δεν λήφθηκαν υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης. Ειδικότερα, υποστήριξε ότι δεν τέθηκαν οι κατάλληλες ερωτήσεις στην Αιτήτρια, ότι λανθασμένα έχει κριθεί αναξιόπιστη και ότι δεν διενεργήθηκε αυστηρός και ανεξάρτητος έλεγχος από πλευράς των Καθ΄ ων η Αίτηση των ισχυρισμών της Αιτήτριας, που θα οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι τυχόν επιστροφή της στη χώρα της, θα έθετε τη ζωή της σε κίνδυνο. Επιπρόσθετα, είναι η θέση της ότι οι Καθ΄ ων η Αίτηση δεν προέβησαν σε ανεξάρτητη και εξατομικευμένη έρευνα όσον αφορά την αξιολόγηση κινδύνου, την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και την αξιολόγηση της δυνατότητας μετεγκατάστασής της.

3) Επίσης, είναι η θέση της ότι ο αρμόδιος λειτουργός λανθασμένα δεν ρώτησε την Αιτήτρια εάν παρακολουθείτο από ειδικό ψυχικής υγείας, δεδομένου ότι μεγάλωσε σε σπίτι όπου υπήρχε οικογενειακή βία και ήρθε αντιμέτωπη με απόπειρες από τον πατριό της για σεξουαλική κακοποίηση, πληροφορία η οποία σε συνάρτηση με την ημερομηνία γέννησης της, οδηγεί στη διαπίστωση ότι το δυσάρεστο γεγονός συνέβη ενόσω βρισκόταν ακόμη σε εφηβική ηλικία. Συνεπεία αυτού, υποστηρίζει ότι η Αιτήτρια έπρεπε να τύχει ιατρική και ψυχολογικής εξέτασης ως απαιτεί το άρθρο 15 του Περί Προσφύγων Νόμου.

4) Η πράξη και/ή απόφαση των Καθ΄ ων η Αίτηση στερείται επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας και/ή είναι ελλιπής και/ή στηρίζεται σε εσφαλμένη αιτιολογία.

5) Τέλος, προβάλει ότι οι προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας, ως αγγλόφωνη άμαχη, αποτελούν περιστάσεις οι οποίες επαυξάνουν την πιθανότητα για την Αιτήτρια να εκτεθεί σε κίνδυνο για σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητάς της ως αμάχη αποκλειστικά και μόνο από την παρουσία της στη χώρα της δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ).

Οι Καθ' ων η αίτηση μέσω της γραπτής αγόρευσης του συνηγόρου τους, υποβάλλουν ότι ορθώς η Αιτήτρια έχει κριθεί αναξιόπιστη ως προς τους ισχυρισμούς της καθώς στερούνται αληθοφάνειας και συνοχής και ενόψει του ότι η Αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις που είναι τόσο έκδηλες, ώστε να μην επιτρέπουν την εξαγωγή συμπερασμάτων. Επιπρόσθετα, αναφέρουν ότι οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει η Αιτήτρια μέσω της προσφυγής της δεν αναπτύσσονται επαρκώς στη Γραπτή της Αγόρευση σύμφωνα με τις επιταγές του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 και για αυτόν τον λόγο δεν μπορούν να εξεταστούν. Επιπρόσθετα, οι Καθ΄ ων η Αίτηση ισχυρίζονται ότι η Αιτήτρια δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών της που θεμελιώνουν το αίτημά της για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να της αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να της χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Περαιτέρω, υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση λήφθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Κατά συνέπεια, εισηγούνται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.

Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, η ευπαίδευτη συνήγορος που εκπροσωπεί την Αιτήτρια ανέφερε ότι αποσύρει τον νομικό ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας του οργάνου που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση και ότι κατά λοιπά προωθεί τους υπόλοιπους ισχυρισμούς που προβάλλονται στη Γραπτή Αγόρευσή της.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltdv. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.».

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56.».

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.

Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).

Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα  προσφυγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο της Αιτήτριας, αυτή είναι ενήλικας από το Καμερούν. Κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησής της, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε τα εξής (σε ελεύθερη μετάφραση): «Έφυγα από τη χώρα μου, το Καμερούν, λόγω της οικογενειακής κρίσης. Έχασα τον πατέρα μου πριν από ένα χρόνο και η μητριά μου πήρε όλη την περιουσία που άφησε πίσω του. Μάλιστα με απείλησε ότι θα με σκοτώσει αν προσπαθήσω να πλησιάσω οτιδήποτε του ανήκε. Αναγκάστηκα να φύγω με τη βοήθεια ενός πράκτορα από το Διεθνές Αεροδρόμιο της Ντουάλα και έφτασα στο ERCAN. Παρακαλώ τη Δημοκρατία της Κύπρου να μου δώσει άσυλο, καθώς δεν επιθυμώ να επιστρέψω στη χώρα μου, αφού η ζωή μου βρίσκεται σε κίνδυνο» (ερ. 1 δ.φ.). 

Κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η Αιτήτρια δήλωσε είναι υπήκοος του Καμερούν, γεννημένη στην πόλη Mutengene και κατοικούσε στην κοινότητα Likomba της πόλης Tiko, της Νοτιοδυτικής Επαρχίας του Καμερούν, η οποία αποτελεί και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της. Περαιτέρω, δήλωσε ότι είναι άγαμη, Χριστιανή Ορθόδοξη, ανήκει στη φυλή Bayange και ομιλεί Αγγλικά, Γαλλικά και τη μητρική της γλώσσα Bayangi. Μετά τον θάνατο του πατέρα της το 2017, η μητριά της κατέλαβε όλη την περιουσία και την απείλησε, γεγονός που την οδήγησε να εγκαταλείψει τη χώρα της. Η μητέρα της διαμένει στο Tiko και η Αιτήτρια διατηρεί οικογενειακές επαφές στην περιοχή (όπως π.χ. τον αδερφό της, θείες τόσο από την μητρική όσο και την πατρική γραμμή και ανίψια). Επίσης, η Αιτήτρια είναι μητέρα τριών αγοριών (δύο διδύμων 4 ετών και ενός βρέφους 7 μηνών), γεννημένων στην Κύπρο. Οι πατέρες των παιδιών είναι ομοεθνείς της και διατηρεί επικοινωνία μόνο με τον έναν, ο οποίος διαμένει πλέον στο Mamfe. Ως προς το μορφωτικό της επίπεδο, έχει πτυχίο στις Διοικητικές Επιστήμες από το Πανεπιστήμιο Buea (2016) και προηγούμενες σπουδές σε σχολεία του Tiko και της Buea. Ως προς δε το επαγγελματικό της υπόβαθρο, ανέφερε ότι εργάστηκε στο Καμερούν σε ασφαλιστική εταιρεία και στην επιχείρηση της μητέρας της (ερ. 26-29 δ.φ.) .

Αναφορικά με τους κατ’ ιδίαν λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης δήλωσε τα κάτωθι. Αρχικά, ανέφερε ότι η εκπαίδευσή της υποστηριζόταν από τον πατέρα της, αλλά μετά τον θάνατό του, η σύζυγός του (μητριά της Αιτήτριας) κατέλαβε όλη την περιουσία του. Χωρίς άλλη επιλογή στέγασης, η Αιτήτρια μετακόμισε στο σπίτι της (βιολογικής) μητέρας της, όπου βίωσε ενδοοικογενειακή βία. Όπως περιέγραψε, ο σύζυγος της μητέρας της κακοποιούσε σωματικά τη μητέρα της και μία φορά επιχείρησε να κακοποιήσει και την ίδια σεξουαλικά, γεγονός που η ίδια δεν αποκάλυψε ποτέ στη μητέρα της. Αργότερα, κάποιο άτομο ενημέρωσε τη μητέρα της ότι η μητριά της είχε απειλήσει να τη σκοτώσει αν πλησίαζε την περιουσία. Έτσι, η μητέρα της ούσα φοβισμένη για την ασφάλεια της Αιτήτριας, αποφάσισε να τη στείλει στο εξωτερικό (ερ. 26 δ.φ.).

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων κατά ην προτοβάθμια εξέταση , δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής της.

Η Αιτήτρια επανέλαβε ότι μετά τον θάνατο του πατέρας της, η μητριά της κατέλαβε όλη την περιουσία του και μην έχοντας που αλλού να μείνει, κατέφυγε στο σπίτι της (βιολογικής) μητέρας της, το οποίο όμως, όπως δήλωσε, ήταν περιβάλλον ενδοοικογενειακής βίας. Αναφορικά με την διαμονή της στο σπίτι της μητέρας της προέβαλε τα κάτωθι. Ισχυρίστηκε ότι ο σύζυγος της μητέρας της χτυπούσε συχνά τη μητέρα της, μερικές φορές την έδιωχνε μάλιστα και από το σπίτι, και επίσης παρενοχλούσε σεξουαλικά και την ίδια την Αιτήτρια. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι ο πατριός της προσπάθησε να την παρενοχλήσει σεξουαλικά τρεις φορές το 2019. Τις δύο πρώτες φορές δεν το είπε στη μητέρα της, αλλά προτίμησε να του μιλήσει η ίδια προσωπικά, ζητώντας του να μην το ξανακάνει. Την τρίτη φορά, ενημέρωσε τη μητέρα της, η οποία στενοχωρήθηκε αλλά δεν θέλησε να εγκαταλείψει τη σχέση. Έκρινε πως η πιο συνετή λύση για να διαφυλάξει τον γάμο της ήταν να στείλει την Αιτήτρια στο εξωτερικό (ερ. 24 δ.φ). 

Σε σχέση με την μητριά της και την επίμαχη περιουσία, η Αιτήτρια ανέφερε ότι η μητριά της ήταν πάντα εχθρική απέναντί της. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της κηδείας του πατέρα της, της απαγορεύθηκε να δει το σώμα του για τελευταία φορά. Επίσης, κάποιος πληροφόρησε τη μητέρα της ότι η μητριά είχε απειλήσει πως, αν η Αιτήτρια πλησιάσει την περιουσία, θα της κάνει κακό ή θα τη σκοτώσει. Αυτή η απειλή φόβισε έντονα τη μητέρα της, η οποία άρχισε να σχεδιάζει την αποχώρηση της κόρης της από τη χώρα. Όταν ρωτήθηκε αν είχε δεχτεί απειλές από τη μητριά της πριν πεθάνει ο πατέρας της, η Αιτήτρια απάντησε αρνητικά, δηλώνοντας ότι ήταν ασφαλής στο σπίτι του και πως οι απειλές ξεκίνησαν από την κηδεία του και έπειτα. Επίσης, η Αιτήτρια δήλωσε πως δεν προσπάθησε να διεκδικήσει το μερίδιό της από την περιουσία του πατέρα της. Όταν ρωτήθηκε γιατί έφυγε από το Καμερούν το 2019, παρότι οι απειλές από τη μητριά της είχαν γίνει το 2017, η Αιτήτρια εξήγησε ότι υπήρχε σχέδιο να φύγει νωρίτερα, αλλά δεν υπήρχαν οικονομικά μέσα. Μπόρεσε να φύγει μόνο όταν η μητέρα της κατάφερε να εξασφαλίσει τα χρήματα (ερ. 23 και 25 δ.φ.).

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης της Αιτήτριας και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής τριών (3) ουσιωδών ισχυρισμών:

(1) Ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ της Αιτήτριας

(2) Ισχυριζόμενες απειλές από την μητριά της Αιτήτριας λόγω κληρονομικών ζητημάτων

(3) Ισχυριζόμενη απόπειρα σεξουαλικής κακοποίησης της Αιτήτριας από τον σύζυγο της μητέρας της.

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε αποδεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ της Αιτήτριας, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία της Αιτήτριας εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο της, το οποίο προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, είναι θέση των Καθ΄ ων ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα εσωτερικής αξιοπιστίας. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με τη μητριά της, η οποία φέρεται ως ο βασικός φορέας απειλής. Η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει βασικά προσωπικά ή αναγνωριστικά στοιχεία της μητριάς της, ούτε ουσιαστικές λεπτομέρειες για τη σχέση τους ή για τον ρόλο της στη διαχείριση της περιουσίας του πατέρα της. Επίσης, παρατηρήθηκε έλλειψη συνοχής και συνέπειας στους ισχυρισμούς της, κυρίως όσον αφορά το περιεχόμενο των απειλών που δέχθηκε και τη χρονική σύνδεσή τους με την απόφασή της να εγκαταλείψει τη χώρα. Είναι εκτίμηση των Καθ’ ων ότι η Αιτήτρια δεν ανταποκρίθηκε με σαφήνεια στις ερωτήσεις που της τέθηκαν, ενώ η αφήγηση των περιστατικών παρουσιάζει λογικά κενά και ασυνέπειες. Ακόμα, η Αιτήτρια αναφέρθηκε γενικά σε απειλές κατά τη διάρκεια της κηδείας του πατέρα της, χωρίς όμως να τεκμηριώνει πειστικά ότι υπήρξε συνεχής ή πραγματικός κίνδυνος που να δικαιολογεί την καθυστερημένη αναχώρησή της από τη χώρα (δύο έτη μετά τις φερόμενες απειλές). Λόγω της προσωπικής φύσης του ισχυρισμού, ο λειτουργός βασίστηκε αποκλειστικά στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας, η οποία ως μη θεμελιωθείσα για τους λόγους που εκτέθηκαν, οδήγησε στην απόρριψη του ισχυρισμού στο σύνολό του.

Ως προς τον τρίτο ισχυρισμό της Αιτήτριας περί της απόπειρας σεξουαλικής κακοποίησης σε βάρος της από τον σύντροφο της μητέρας της, είναι θέση των Καθ’ ων οι ισχυρισμοί της παρουσιάζουν έλλειψη ικανοποιητικών πληροφοριών, συνοχής και συνέπειας για τους κάτωθι λόγους. Αρχικά, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση -παρότι αναμενόταν- να δώσει επαρκείς πληροφορίες για τον πατριό της, όπως την επαγγελματική του κατάσταση, το όνομα του, την ηλικία του, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του, στοιχεία του χαρακτήρα του, αν είχε αδέρφια και πόσα κ.ο.κ. Ομοίως, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας στο σπίτι όπου διέμενε με την μητέρα και τον πατριό της, όπως τη συχνότητα και τη σοβαρότητα των επιθέσεων, τυχόν επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική υγεία της μητέρας της, τις αντιδράσεις της οικογένειας και των γειτόνων, καθώς και τις ενέργειες που ελήφθησαν για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση ή να ζητηθεί βοήθεια. Επίσης, είναι θέση του λειτουργού ότι δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τα συναισθήματά της σχετικά με το πώς επηρεάστηκε η ίδια από την ενδοοικογενειακή βία που υπήρξε στη μητέρα της. Όπως συγκεκριμένα εκτίθεται στην επίδικη, αναμενόταν από άτομο το οποίο βλέπει τη μητέρα του να βιώνει ενδοοικογενειακή βία να εκφράσει τα συναισθήματα της και το συναισθηματικό βάρος (μεταξύ άλλων αισθήματα όπως άγχος, φόβο, ντροπή, απόγνωση, απελπισία, θλίψη, θυμό). Περαιτέρω, σχετικά με τον ισχυρισμό της ότι ο πατριός της προσπάθησε να την κακοποιήσει σεξουαλικά, αναμενόταν από την Αιτήτρια να παράσχει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την ακριβή φύση και τη συχνότητα των περιστατικών, την επίδραση που είχαν αυτά τα γεγονότα στη δική της ψυχολογική κατάσταση, και τις ενέργειες που ενδεχομένως έχει λάβει ή προγραμματίσει να λάβει για την προστασία της και την αναφορά των περιστατικών. Επίσης, προβληματική κρίθηκε και η στάση τες Αιτήτριας απέναντι στον πατριό της,  καθότι, όπως εκτιμούν οι Καθ’ ων, δεν αναμένεται από ένα άτομο το οποίο ανέφερε απόπειρες σεξουαλικής κακοποίησης εναντίον του να μιλήσει ήρεμα στον θύτη του και να τον καθησυχάσει για την απόπειρά του αντί να αναλάβει πιο αποφασιστικές ενέργειες για την προστασία του εαυτού του. Επιπλέον, η αντίδραση της μητέρας της, η οποία δεν ήθελε να βγει από τη σχέση και θεώρησε ότι η καλύτερη λύση ήταν να φύγει η Αιτήτρια από τη χώρα, παρουσιάζει έλλειψη συνέπειας και ευλογοφάνειας, καθώς μια τέτοια αντίδραση δεν φαίνεται επαρκής, κατά τους Καθ’ ων, για την αντιμετώπιση της σοβαρότητας των περιστατικών, μιας μητέρας της οποίας το παιδί της υπήρξε άτομο απόπειρας σεξουαλικής κακοποίησης ενώ και η ίδια υπέστη φυσική βία από τον ίδιο άντρα. Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας, τα όσα ανέφερε η Αιτήτρια ως προς αυτό το μέρος το αιτήματος της αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη των ισχυρισμών της, γι’ αυτό και περαιτέρω έρευνα σε πηγές πληροφόρησης κατέστη ανέφικτη. 

Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στην πόλη Tiko της Νοτιοδυτικής Επαρχίας του Καμερούν, δεδομένου ότι έμενε εκεί επί σειρά ετών. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/ βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν η Αιτήτρια επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της,  να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ασφαλείας η οποία επικρατεί στην Νοτιοδυτική Επαρχία του Καμερούν. Συγκεκριμένα, από εξωτερικές πηγές διαφαίνεται ότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην πόλη Tiko της επαρχίας Fako, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε η Αιτήτρια να διατρέξει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας της εκεί.

Ειδικότερα, αναφορικά με το προσωπικό προφίλ της, ο Λειτουργός διαπίστωσε ότι πρόκειται για άμαχο πολίτη, γυναίκα νεαρής ηλικίας, άγαμη, χωρίς προβλήματα υγείας ή ευαλωτότητα και χωρίς προηγούμενη δίωξη προς το πρόσωπο της. Περαιτέρω, είναι απόφοιτη τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έχει εργασιακή εμπειρία. Επίσης, στην πόλη Tiko διαθέτει στενό οικογενειακό υποστηρικτικό πλαίσιο, καθώς διαμένει η μητέρα της με την οποία είναι σε συχνή επικοινωνία μαζί της. Διαθέτει επίσης ευρύτερο οικογενειακό πλαίσιο στη χώρα και συγκεκριμένα στην πόλη Mamfe όπου διαμένει ο σύντροφος και πατέρας του τρίτου της τέκνου, ο οποίος της παρείχε βοήθεια και στήριξη, και με τον οποίο είναι σε επικοινωνία. Συνεπώς, είναι κρίση του λειτουργού ότι η Αιτήτρια παρουσιάζεται ως ανεξάρτητο άτομο.

Ωστόσο, ο Λειτουργός διαπίστωσε πως η Αιτήτρια πρόκειται για μητέρα τριών ανήλικων τέκνων και, συνεπώς, με βάση το άρθρο 9ΚΕ (3), (β), (γ), του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000, θα πρέπει να εξεταστεί το βέλτιστο συμφέρον των ανήλικων παιδιών της και συγκεκριμένα η ασφάλεια τους, η ευημερία και η ανάπτυξη τους, σε περίπτωση επιστροφής τους στο Καμερούν.

Ως προς την ασφάλεια, είναι θέση των Καθ΄ ων, πως στην περίπτωση της Αιτήτριας και των παιδιών της, παρότι το Νότιο-Δυτικό Καμερούν βρίσκεται σε κατάσταση ένοπλης σύρραξης, η βία δεν χαρακτηρίζεται ως «εξαιρετική» σύμφωνα με το κριτήριο της Elgafaji, και η επιστροφή τους θεωρείται δυνατή υπό κατάλληλα προστατευτικά μέτρα. Η παρουσία προγραμμάτων ανθρωπιστικής υποστήριξης, όπως το "Locally-led and coordinated integrated protection assistance programme" που εφαρμόζεται από τον Μάρτιο 2024 στις τέσσερις περιοχές της ΝΔ Επαρχίας (Fako, Meme, Ndian, Kupe-Manenguba), παρέχει σημαντική βοήθεια σε τομείς όπως η παιδική προστασία, η στέγαση, η οικονομική ενίσχυση και η ψυχοκοινωνική στήριξη. Παράλληλα, η UNICEF και άλλοι τοπικοί και διεθνείς φορείς (π.χ. MINPROFF, Street Child, CARITAS) ενισχύουν την προστασία παιδιών και γυναικών μέσω προγραμμάτων πρόληψης και αντιμετώπισης της βίας, υποστήριξης ασυνόδευτων παιδιών και επανένταξης παιδιών που εξήλθαν από ένοπλες ομάδες. Επιπλέον. Πηγές επιβεβαιώνουν ότι συνολικά δεκάδες χιλιάδες άτομα έχουν ωφεληθεί από τις παρεμβάσεις αυτές, αποδεικνύοντας την ύπαρξη ενός αποτελεσματικού δικτύου προστασίας. Με βάση αυτά τα δεδομένα, οι Καθ’ ων εκτιμούν ότι η επιστροφή της Αιτήτριας και των παιδιών της μπορεί να πραγματοποιηθεί σε ένα περιβάλλον με επαρκείς εγγυήσεις ασφάλειας και υποστήριξης, που να ανταποκρίνεται στις βασικές ανθρωπιστικές και προστατευτικές ανάγκες τους.

Ως προς την ευημερία, οι πηγές συνηγορούν στο ότι παρά τα εκτεταμένα προβλήματα στο αγγλόφωνο Καμερούν, καταβάλλονται συντονισμένες προσπάθειες για την αντιμετώπιση των δυσχερειών στην εκπαίδευση και την υγεία, κυρίως μέσω διεθνών οργανισμών, ΜΚΟ και κρατικών φορέων. Στον τομέα της εκπαίδευσης, η UNICEF σε συνεργασία με οργανώσεις όπως οι GPA και MWDA δημιουργεί προσωρινούς χώρους μάθησης και κοινοτικά εκπαιδευτικά κέντρα, υλοποιεί ραδιοφωνικά εκπαιδευτικά προγράμματα για τα παιδιά που έχουν εγκαταλείψει το σχολείο, διανέμει χιλιάδες μαθητικά κιτ και εξοπλίζει αγροτικές κοινότητες με ηλιακά ραδιόφωνα και εκπαιδευτικό υλικό. Παράλληλα, έχει ξεκινήσει νέα συνεργασία με πέντε ΜΚΟ για τη στήριξη περίπου 10.000 παιδιών. Το κράτος, από την πλευρά του, ενισχύει την ασφάλεια των σχολικών δομών για το νέο σχολικό έτος, μέσω της συνεργασίας αστυνομίας και τοπικών διοικήσεων. Στον τομέα της υγείας, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα παρέχουν κρίσιμες υπηρεσίες σε απομακρυσμένες περιοχές, με έμφαση στη χειρουργική φροντίδα και την καταπολέμηση ασθενειών όπως η ελονοσία και η χολέρα. Ο ΟΗΕ (μέσω του UNDP) έχει αποκαταστήσει εννέα κέντρα υγείας και έντεκα σημεία παροχής καθαρού νερού σε ευάλωτες περιοχές, βελτιώνοντας την πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες υγιεινής και περίθαλψης. Παράλληλα, σε περιοχές όπως το Τίκο (Fako) συνεχίζει να λειτουργεί βασικό δίκτυο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.

Τέλος, ως προς την παράμετρο της ανάπτυξης, οι Καθ΄ ων αξιολόγησαν την θρησκευτική κατάσταση, το οικογενειακό δίκτυο και τις συνθήκες διαβίωσης της Αιτήτριας στο Καμερούν. Σχετικώς σημειώνουν πως η μετάβαση από τον Καθολικισμό στην Ορθοδοξία δεν θεωρείται αλλαγή πίστης, καθώς και οι δύο ανήκουν στον χριστιανισμό, ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία λειτουργεί ελεύθερα στο Καμερούν, με σημαντική παρουσία. Επίσης η Αιτήτρια διαθέτει στενό και ευρύτερο οικογενειακό δίκτυο υποστήριξης στην πόλη Tiko και Mamfe, ενώ, σύμφωνα με τις πηγές που παρατέθηκαν, μπορεί να λάβει βοήθεια από διάφορες ΜΚΟ για οικονομική στήριξη, ασφάλεια, υγεία και εργασία. Με δεδομένα την τριτοβάθμια εκπαίδευση και την υγεία της, καταλήγουν πως η Αιτήτρια θεωρείται ικανή να αυτοσυντηρηθεί και να φροντίσει τα παιδιά της. Συνεπώς, δεν προκύπτει κίνδυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης για την ίδια ή τα ανήλικα τέκνα της σε περίπτωση επιστροφής τους στην πόλη Tiko, διατηρώντας το «βέλτιστο συμφέρον του παιδιού».

Ο αρμόδιος λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο η Αιτήτρια δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στο Καμερούν δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β). Αντιθέτως, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στο Νοτιοδυτικό Καμερούν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας της λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Ωστόσο σχετικά με τις πρόνοιες του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95 και του άρθρου 19 (2)(γ), ο αρμόδιος λειτουργός εξέτασε τα επιμέρους στοιχεία του άρθρου, ήτοι (i) κατά πόσο επικρατεί κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης στην περιοχή, (ii) κατά πόσο ασκείται αδιάκριτη βία στην περιοχή και (iii) κατά πόσο υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Κατόπιν εξέτασης των ως άνω, με βάση τα δεδομένα που αφορούν την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι  (i) η εν λόγω περιοχή βρίσκεται υπό κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, (ii) ότι επικρατούν συνθήκες οι οποίες ευνοούν περιστατικά πράξεων αδιακρίτως ασκούμενης βίας, και (iii) ότι από τις ιδιαίτερες καταστάσεις της Αιτήτριας, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας της και μόνο στην περιοχή στην οποία αναμένεται να επιστρέψει.

Αξιολογώντας ειδικότερα το προφίλ της οι Καθ΄ ων διαπιστώνουν ότι οι ιδιαίτερες καταστάσεις της -όπως εκτέθηκαν ανωτέρω- στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν δημιουργούν τις προϋποθέσεις ότι σε περίπτωση που επιστρέψει μαζί με τα ανήλικα τέκνα της στην περιφέρεια South-West, υπάρχουν εύλογοι λόγοι ότι θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας της και μόνον στη συγκεκριμένη περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέφει.

Ως εκ τούτου ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.  

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:

Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας.

Ομοίως βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των λοιπών υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, η Αιτήτρια δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος της ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιόν μου διαδικασία. Δεν μπορω επισης να μην λαβω υποψη μου ότι η Αιτήτρια κατά την καταγραφή  όσο και κατά την εξέταση ευαλοτώτητας η Αιτήτρια καμία αναφορά δεν έκανε σε  απόπειρα σεξουαλικής κακοποίησης της από τον σύζυγο της μητέρας της .ώστε να εξεταστεί το  ενδεχόμενο παραπομπής της για  ιατρική εξέταση. Περαιτέρω η αφήγηση της σχετικά με τον ενλόγω ισχυρισμό ουδόλως ενισχύει την εσωτερική της αξιοπιστία. Συνεπώς ορθά δεν κρίθηκε αναγκαίο να παραπεμφθεί σε ιατρικές /ψυχολογική εξέταση σύμφωνα με το άρθρο 15 του περί προσφύγων Νόμου   . 

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό της Αιτήτριας και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[1]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ.  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης της για διεθνή προστασία.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς η Αιτήτρια δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός της Αιτήτριας αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Για τους ίδιους δε λόγους, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2)(β) του Νόμου για να παρασχεθεί στην Αιτήτρια το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της.

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι την Νοτιοδυτική Επαρχία του Καμερούν, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης παρατηρείται ότι το  Καμερούν εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη με την Boko Haram στο Βορρά (περιοχή Far North)∙[2] ενώ στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές (Northwest και Southwest ) αναφέρεται ότι αριθμός αγγλόφωνων αποσχιστικών ομάδων μάχεται έναντι της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών. Ωστόσο, η βία δεν ισοδυναμεί με μη διεθνή ένοπλή σύρραξη.[3]  

Στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν, γνωστές και ως Αγγλόφωνες περιοχές[4], οι συγκρούσεις μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των αποσχιστών συνεχίζονται από το 2017, όταν οι αποσχιστές επιχείρησαν να ιδρύσουν ένα ανεξάρτητο κράτος[5]. Το Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED) ανέφερε ότι το 2023, οι εσωτερικές διαφωνίες μεταξύ των ηγετών των αποσχιστών χώρισαν τις αυτοανακηρυχθείσες αγγλόφωνες κυβερνήσεις σε περισσότερες από 50 αποσχιστικές ομάδες, αποδυναμώνοντας τις πολιτικές τους απαιτήσεις και την ικανότητά τους να αντισταθούν στις κυβερνητικές επιθέσεις[6]. Το ACLED περαιτέρω έδειξε ότι η συνεχιζόμενη σύγκρουση και οι ανταγωνιστικές εδαφικές διεκδικήσεις μεταξύ αυτονομιστικών ομάδων και της κεντρικής κυβέρνησης έχουν μετατρέψει τις αγγλόφωνες περιοχές σε ένα κατακερματισμένο σύστημα φορολογίας, ασφάλειας και δημόσιων υπηρεσιών, τις οποίες διαχειρίζονται διάφοροι ασυντόνιστοι παράγοντες, μεταξύ των οποίων αυτονομιστές, η κυβέρνηση, ιδιωτικές εταιρείες και ανθρωπιστικές οργανώσεις[7].

Η κατάσταση ασφάλειας παρέμεινε ασταθής καθ' όλη τη διάρκεια του 2024[8], με αύξηση της εγκληματικότητας, επιδρομές από NSAGs (Μη Κρατικές Ένοπλες Ομάδες) σε αστικά κέντρα, επιθέσεις στις δυνάμεις ασφαλείας του κράτους, απειλές κατά των πολιτών και χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών συσκευών (IEDs) από τις NSAGs[9]. Σύμφωνα με το ACLED, «η σύγκρουση στην Αγγλόφωνη περιοχή αυξάνεται κάθε χρόνο, με τα βίαια περιστατικά να αυξάνονται κατά μέσο όρο 49% ετησίως από το 2020 έως το 2023»[10]. Η ίδια πηγή ανέφερε ότι οι αποσχιστές επέβαλαν κλεισίματα και απεργίες στις σχολικές δραστηριότητες και ήταν υπεύθυνοι για το 89% των σχεδόν 50 βίαιων περιστατικών που στόχευαν δασκάλους το 2023[11].

Το Δανέζικο Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (DRC) διεξήγαγε μηνιαίες δραστηριότητες παρακολούθησης προστασίας στη νοτιοδυτική περιοχή μεταξύ Ιανουαρίου 2024 και Ιουνίου 2024 σε οκτώ κοινότητες των διαμερισμάτων Fako, Kupe Muanenguba και Meme[12]. Σύμφωνα με πηγές που συμβουλεύτηκε το DRC, μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 2024, οι βασικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναφέρθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό περιλάμβαναν αυθαίρετες συλλήψεις και παράνομες κρατήσεις, βασανιστήρια και απάνθρωπη μεταχείριση, κλοπές, οικονομικές απαγωγές, trafficking, και έμφυλη βία (GBV)[13].

Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν τα πλέον πρόσφατα ποσοτικά δεδομένα για την ένταση της ένοπλης σύρραξης. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά την χρονική περίοδο 25/05/2024 – 23/05/2025 στην συγκεκριμένη περιοχή καταγράφηκαν 545 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 548 ανθρώπινες απώλειες. Τα 545 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 310 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 111 ανθρώπινες απώλειες, 14 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 2 ανθρώπινες απώλειες, 193 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 417 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, 16 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (explosions/remote violence) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 18 ανθρώπινες απώλειες, και 12 διαμαρτυρίες (protests) χωρίς ανθρώπινες απώλειες.[14] Σημειώνεται, ότι ο πληθυσμός της Νοτιοδυτικής περιφέρειας (Southwest region) ανέρχεται στα 1, 534,232 (2015).[15]

Εκ των ανωτέρω πληροφοριών που παρατέθηκαν, διαπιστώνεται ότι παρά την ύπαρξη σοβαρών περιστατικών ασφαλείας στην ευρύτερη Νοτιοδυτική Περιφέρεια (Southwest Region) του Καμερούν στην οποία εμπίπτει η περιοχή καταγωγής της Αιτήτριας, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών και ο βαθμός αδιάκριτης βίας κατά των αμάχων δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία της Αιτήτριας στην περιοχή καταγωγής της, την εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης, κατά την έννοια της διάταξης του Άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, με συνέπεια να απαιτούνται ορισμένα προσωπικά χαρακτηριστικά που θα αύξαναν το ρίσκο του αμάχου συγκριτικά με τον μέσο πληθυσμό της περιοχής.

Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, κρίνω ότι η Αιτήτρια δεν έχει κάποιο προσωπικό χαρακτηριστικό που να αυξάνει το ρίσκο της. Πρόκειται για γυναίκα νεαρής ηλικίας, υγιή, αρκούντως πεπαιδευμένη, πλήρως ικανή προς εργασία, με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα της, η οποία έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στην περιοχή καταγωγής της, γνωρίζοντας τις συνθήκες που επικρατούν και το κυριότερο είναι σε θέση να αντιληφθεί την επέλευση του κινδύνου και να προφυλαχθεί δεόντως. Συνεπώς, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή της στην περιοχή καταγωγής του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη και ως εκ τούτου δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής  της Αιτήτριας στο άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου.

.Περαιτέρω ο ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι οι Καθών η αίτηση παρέλειψαν να εξετάσουν σε εξατομικευμένη βάση την τον κίνδυνο που διατρέχουν τα τέκνα της σε ενδεχόμενη επιστροφή του πέραν του ότι αυτός  ο ισχυρισμός δεν δικογραφείται δεν προβάλλεται κανένας ισχυρισμός από τον Αιτήτρια για ενδεχόμενο κίνδυνο των τέκνων της Αιτήριας εφόσον επιστρέψουν λαμβανομένου υπόψη του προφίλ της ίδιας της Αιτήτριας όσο και του υποστηρικτικού δικτύου που διαθέτουν στη χώρα καταγωγής τους .  Εν προκειμένω, ορθά κρίθηκε ότι  δεν έχει αποδειχθεί οτιδήποτε εκ μέρους της Αιτήτριας που να στοιχειοθετεί τον ισχυρισμό της για βάσιμο φόβο ότι αυτή θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη η ίδια ή τα τέκνα της . .

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με  1300 € έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

                            

 

  Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2025). 

[2] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, Τελευταία Ενημέρωση: 21/01/2021  https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon [Ημερομηνία Πρόσβασης: 03/06/2025].

[3] Ibid.

[4] International Crisis Group, A Second Look at Cameroon’s Anglophone Special Status, 31 March 2023, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[5] GCR2P, Cameroon – Population at risk, 1 December 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/;  ACLED, Non-State Armed Groups and Illicit Economies, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[6] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, pp. 3, 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[7] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 3 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025). 

[8] GCR2P, Cameroon – Population at risk, 1 December 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[9] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[10] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025). 

[11] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 28 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025). 

[12] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/14eff56a-24a7-4da9-a1a9-dca02f2b864e/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q1_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 5; DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 5 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[13] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[14] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Projectδιαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλπλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 25/05/2024 - 23/05/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Cameroon, ADMIN UNIT: Sud-Ouest) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 03/06/2025].

[15] National Institute of Statistics, South West Regional Agency, Statistical Yearbook of South West Region, 2023 Edition, σελ. 22 https://ins-cameroun.cm/wp-content/uploads/2024/07/Annuaire-statistique-regional_SW-edit_2023_02.07.24_Revu.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/05/2025].


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο