Τ.Ι.Ο. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4066/23, 27/6/2025
print
Τίτλος:
Τ.Ι.Ο. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4066/23, 27/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 4066/23

 

27 Ιουνίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Τ.Ι.Ο.

Αιτητού

 

   και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

Α. Αριστείδου (κα) για M. Παπαλοΐζου και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον Αιτητή

Μ. Φιλίππου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 31.8.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).Ταυτόχρονα αιτείται την αναγνώρισή του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία. Εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία και περί τις 5.4.2023 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 20.7.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή. Εν συνεχεία στις 25.8.2023, υποβλήθηκε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή και επιστροφή στη χώρα καταγωγής του. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 31.8.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 4.10.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής δια της συνηγόρου του, προωθεί ως μόνο λόγο προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας και ως προς τον πυρήνα το αιτήματός του ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα του κινδυνεύει να διωχθεί ένεκα του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Υποβάλλει ότι οι ισχυρισμοί του εξετάστηκαν πλημμελώς και ότι λανθασμένως κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του ότι είναι ομοφυλόφιλος. Παραπέμπουν στα επιμέρους γεγονότα που συνθέτουν την παρελθούσα δίωξή του, και συγκεκριμένα τον εντοπισμό του από τη μητέρα του συντρόφου του. Επισημαίνει εξάλλου ότι η ομοφυλοφιλία αποτελεί ποινικό αδίκημα στη χώρα καταγωγής του, παραπέμποντας σε συναφείς πηγές πληροφόρησης. Ένεκα αυτού υποστηρίζει ότι δικαιολογείται η υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ως μέλος ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, ο οποίος διώκεται ένεκα του σεξουαλικού του προσανατολισμού.

 

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση, υποστηρίζουν, κατά τη προφορική τους αγόρευση, ότι ορθώς ο Αιτητής κρίθηκε ως αναξιόπιστος, επισημαίνοντας ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι είχε την πρώτη του σχέση λίγους μόλις μήνες προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής. Υποστηρίζουν δε ότι ούτε ως προς τις υπόλοιπές του αναφορές υπήρξε συνεκτικός και ότι δεδομένης της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Το νομικό πλαίσιο

4.             Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

5.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

6.             Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 προβλέπει τα εξής:

«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν».

 

7.             Ο Κανονισμός 7 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, ως έχει τροποποιηθεί, ορίζει ότι:

«7. (α) Κάθε γραπτή αγόρευση θα χωρίζεται ευκρινώς σε ανάλογες παραγράφους, μια για κάθε νομικό σημείο, το οποίο θα αναφέρεται συνοπτικά.[...]».

 

8.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

9.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2) Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙

[.]

(3) Η Υπηρεσία Ασύλου αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτητή, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) στοιχεία.».

 

10.          Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησης του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

11.           Ως προς τον προωθούμενο λόγο προσφυγής περί έλλειψης δέουσας έρευνας λόγω λανθασμένης εφαρμογής των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021 Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

12.          Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

 

13.          Εν προκειμένω, ο Αιτητής κατά την καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία δήλωσε τα εξής: Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του επειδή είναι ομοφυλόφιλος και για το λόγο αυτό η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο. Συνελήφθη στις 4 Φεβρουαρίου από την αστυνομία και δέχθηκε σωματική επίθεση από τους γείτονες του συντρόφου του την ίδια ημέρα. Με τη βοήθεια των γονέων του αφέθηκε ελεύθερος στις 6 Φεβρουάριου. Μετά από τρεις εβδομάδες, ο Αιτητής συνάντησε εκ νέου το σύντροφό του με τους γονείς του τελευταίου να του επιτίθενται μαζί με άλλα πρόσωπα όταν έλαβαν γνώση του γεγονότος. Ο Αιτητής κατόρθωσε να διαφύγει, ωστόσο μετά από αυτό το περιστατικό του τηλεφωνούσαν και τον απειλούσαν ότι θα τον καταγγείλουν στην αστυνομία. Στην Νιγηρία επιβάλλεται δια του νόμου δεκατετραετής ποινή φυλάκισης στα ομοφυλόφιλα πρόσωπα και για το λόγο αυτό εγκατέλειψε τη χώρα του, για να είναι ασφαλής.

 

14.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από την πόλη Aba (γεννηθείς το 2001) της πολιτείας Abia, η οποία αποτελεί τόπο γέννησης και τελευταίας συνήθους διαμονής του. Ο Αιτητής περαιτέρω, δήλωσε πως είναι εθνοτικής καταγωγής Igbo, ομιλεί την αγγλική και igbo και είναι χριστιανός ως προς το θρήσκευμα. Έχει ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα καταγωγής του. Διαθέτει περιορισμένη επαγγελματική πείρα καθώς επί ένα έτος εργάστηκε σε επιχείρηση υλικών υδραυλικών εγκαταστάσεων. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Η οικογένειά του (γονείς και οι τέσσερεις αδελφές του) διαμένουν στη χώρα του με τους γονείς και τρεις από τις αδελφές του να διαμένουν στην πόλη Aba. (ερ. 45 του διοικητικού φακέλου, στο εξής «δ.φ.»). Ο Αιτητής διατηρεί επικοινωνία με την οικογένειά του.

 

15.          Όσον αφορά στους κατ’ ιδίαν λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά την ελεύθερη αφήγησή του δήλωσε ότι στη χώρα του είναι έγκλημα να είναι κανείς ομοφυλόφιλος και ότι τον εντόπισαν την ώρα της σεξουαλικής πράξης. Την πρώτη φορά η μητέρα του συντρόφου του τους εντόπισε και κάλεσε την αστυνομία. Συνεχίζοντας, ο Αιτητής εξήγησε ότι βρισκόταν στο σπίτι του συντρόφου του στις 3 Φεβρουαρίου του 2023 και έπρεπε να φύγει καθώς σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία στη Νιγηρία η ομοφυλοφιλία τιμωρείται με 14 χρόνια κάθειρξη. Η μητέρα του συντρόφου του Αιτητή τον προειδοποίησε να μείνει μακριά από το γιό της και μετά όταν το βράδυ του Σαββάτου στις 4 Μαρτίου τους εντόπισε  ξανά φώναξε τους γείτονες, οι οποίοι τονκτύπησαν . Ο Αιτητής κατόρθωσε να διαφύγει. Τέλος, ο Αιτητής ανέφερε ότι όταν τον συνέλαβε την πρώτη φορά η αστυνομία τον άφησε ελεύθερο με την προειδοποίηση ότι δεν πρέπει να το επαναλάβει. Επίσης, και η μητέρα του συντρόφου του τον προειδοποίησε ότι σε περίπτωση που τον εντόπιζε ξανά θα τον έστελνε στη φυλακή.

 

16.          Εν συνεχεία, υποβλήθηκαν διερευνητικής φύσεως ερωτήματα στον Αιτητή αναφορικά με το πρώτο και το δεύτερο περιστατικό του εντοπισμού του με το σύντροφό του από τη μητέρα του τελευταίου και τη σύλληψή του από την αστυνομία στην πρώτη περίπτωση. Ερωτήματα υποβλήθηκαν στον Αιτητή και ως προς τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Ειδικότερα, ερωτήθηκε πότε συνειδητοποίησε την έλξη του προς το ίδιο φύλο με αυτόν να αποκρίνεται ότι το αισθάνθηκε για πρώτη φορά μετά το χωρισμό του από την τελευταία του σύντροφό περί το Δεκέμβριο του 2022, λίγους μήνες προτού φύγει από τη χώρα καταγωγής του, καθώς αυτός αισθάνθηκε πληγωμένος και βρήκε παρηγοριά στο σύντροφό του. Ερωτήθηκε εξάλλου ως προς την κρατική, κοινωνική και θρησκευτική αντιμετώπιση των ομοφυλοφίλων στη χώρα του. Ερωτηθείς σχετικά, ο Αιτητής ανέφερε ότι τα μέλη της οικογένειάς του δεν επικροτούν το σεξουαλικό του προσανατολισμό και όταν το πληροφορήθηκαν του ζητούσαν να αλλάξει. Δήλωσε εξάλλου ότι εξακολουθεί να βρίσκεται σε επικοινωνία με τους οικείους του. Ως προς τις προηγούμενες σχέσεις του, ερωτηθείς σχετικά, ο Αιτητής ανέφερε ότι είχε σχέση στο παρελθόν με 4 ή 5 γυναίκες και ότι η πρώτη του σχέση ήταν στην ηλικία των 19 ετών. Ο εν λόγω σύντροφός του υπήρξε η πρώτη του ομοφυλοφιλική σχέση τον Φεβρουάριο του 2023 ενώ είχε γνωριστεί με αυτόν ένα μήνα νωρίτερα. Στη συνέχεια, υποβλήθηκαν ερωτήματα στον Αιτητή αναφορικά με τις περιστάσεις της σχέσης του με τον σύντροφό του. Περαιτέρω, αναφέρθηκε από τον Αιτητή ότι κανένα άλλο πρόσωπο δεν γνώριζε για τη σχέση τους, ενώ απειλές δέχτηκε μόνο από τη μητέρα του πρώην συντρόφου του και από την αστυνομία. Ζητήθηκε, επίσης, από τον Αιτητή να εξηγήσει τη δήλωσή του περί της αναζήτησής του από την αστυνομία. Τέλος, ερωτήθηκε κατά πόσον όντας στη Δημοκρατία επιχείρησε να δημιουργήσει νέα σχέση ή εάν κοινοποίησε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό με τον τελευταίο να απαντά αρνητικά. Επίσης, ερωτήθηκε κατά πόσο θεωρεί δυνατή την εγκατάστασή του σε άλλη περιοχή της χώρας του όπως την Abuja ή την πολιτεία Lagos, με τον Αιτητή να αποκρίνεται ότι δεν ξέρει τη Νιγηρία και ότι δεν ξέρει πόσο μακριά έχει φτάσει η υπόθεσή του, ενώ δήλωσε παράλληλα ότι η γυναίκα αυτή (εννοώντας τη μητέρα του συντρόφου του) μπορεί να τον εντοπίσει επειδή είναι πλούσια.

 

17.          Αξιολογώντας τις δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος ως προς τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του, ο δε δεύτερος ως προς τη σεξουαλική του ταυτότητα

 

18.          Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, δεδομένου ότι κρίθηκε ότι παρατέθηκε με επαρκή λεπτομέρεια και συνοχή και πως οι συναφείς αναφορές του βρισκόταν σε συμφωνία με το προσκομισθέν από τον Αιτητή έγγραφο (έγγραφο διαβατηρίου) και τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

19.          Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός, περί της δίωξής του λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού, απορρίφθηκε. Ειδικότερα, εφαρμόζοντας το μοντέλο αξιολόγησης DSSH (Difference, Shame, Stigma, Harm - Διαφορετικότητα, Ντροπή, Στίγμα, Βλάβη), οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναπτύξει ικανοποιητικά τη διαδικασία συνειδητοποίησης του σεξουαλικού του προσανατολισμού, ούτε να επιδείξει το αίσθημα της διαφορετικότητας άμα τη συνειδητοποίηση του, όπως ευλόγως θα αναμενόταν, αφού δεν στοιχειοθέτησε, κατά τρόπο βιωματικό τον συναισθηματικό του κόσμο και την έλξη του προς άτομα του ίδιου φύλου. Ειδικότερα, από την ανάλυση των δηλώσεων και αφηγήσεών του, διαπιστώθηκαν σημαντικές ασυνέπειες και έλλειψη λεπτομερειών σε όλα τα σημεία του μοντέλου. Ο αιτητής δεν μπόρεσε να εκφράσει με συνεκτικό και πειστικό τρόπο την προσωπική του πορεία και ταυτοποίηση με την ομοφυλοφιλία, ενώ οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις περί της αυτογνωσίας και των συναισθημάτων του ήταν γενικόλογες και χωρίς βάθος. Παρουσίασε αντιφάσεις σε σχέση με τον τρόπο έκφρασης της σεξουαλικότητάς του στο παρελθόν, καθώς αφενός ισχυρίστηκε ότι φιλούσε και αγκάλιαζε τον σύντροφό του δημοσίως, αφετέρου ανέφερε ότι κρυβόταν λόγω φόβου και δεν είχε ποτέ ανοιχτή σχέση. Κατά την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή περί ομοφυλοφιλικού προσανατολισμού, ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στις δηλώσεις του αναφορικά με τις διαπροσωπικές του σχέσεις, τόσο με άνδρες όσο και με γυναίκες. Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι διατηρούσε σχέση με έναν άνδρα, την οποία περιέγραψε ως ρομαντική και συναισθηματική. Ωστόσο, όταν κλήθηκε να δώσει συγκεκριμένα στοιχεία για τη φύση αυτής της σχέσης, τον τρόπο γνωριμίας, τη διάρκεια και τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση, παρέμεινε ασαφής, αντιφατικός και ανεπαρκής σε λεπτομέρειες. Συγκεκριμένα: Ανέφερε ότι η σχέση με τον σύντροφό του ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2023 και διήρκεσε μόλις δύο μήνες, γεγονός που θέτει υπό αμφισβήτηση τη βαρύτητά της ως κομβικό σημείο αυτογνωσίας ή συνειδητοποίησης της σεξουαλικότητάς του. Δήλωσε ότι δεν είχαν συναντηθεί πολλές φορές, και ότι η μεταξύ τους επικοινωνία γινόταν κυρίως μέσω τηλεφώνου, χωρίς να αναφερθεί σε κοινές εμπειρίες ή ουσιαστικό συναισθηματικό δέσιμο. Στην ερώτηση τι είδους σχέση είχαν, ο Αιτητής απάντησε αόριστα ότι «ήταν μαζί», χωρίς να μπορέσει να εξηγήσει τι σήμαινε αυτό ή να περιγράψει στιγμές συντροφικότητας ή προσωπικής επαφής που θα αναδείκνυαν τη φύση και το βάθος της σχέσης. Αναφέρθηκε σε δύο περιστατικά βίας – ένα όταν συνελήφθη από την αστυνομία στο σπίτι του συντρόφου του και ένα άλλο όταν ξυλοκοπήθηκε από γείτονες του συντρόφου του – αλλά δεν εξήγησε επαρκώς τη σύνδεση αυτών των περιστατικών με την ερωτική του σχέση, ούτε και γιατί συνελήφθη μόνο ο ίδιος και όχι ο σύντροφός του. Αντιφατικές ήταν και οι δηλώσεις του σχετικά με την ερωτική του ζωή πριν από τη συγκεκριμένη σχέση. Αρχικά ανέφερε ότι μέχρι τα 21 του είχε ερωτικές σχέσεις μόνο με γυναίκες, χωρίς ποτέ να εκφράσει προβληματισμό για τη σεξουαλική του ταυτότητα. Παράλληλα, όμως, υποστήριξε ότι δεν είχε ποτέ πραγματική σχέση με καμία γυναίκα, καθώς «ήταν πάντα με γυναίκες, αλλά χωρίς να αισθάνεται κάτι», και ότι δεν είχε σεξουαλική επαφή μαζί τους. Η διττή αυτή αφήγηση δημιουργεί εσωτερική ασυνέπεια, καθιστώντας δυσχερή την εξαγωγή ασφαλούς συμπεράσματος ως προς την ερωτική του εμπειρία και κατ’ επέκταση τη σεξουαλική του ταυτότητα. Επιπλέον, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει την πορεία της προσωπικής του αποδοχής, δηλαδή πώς και πότε αντιλήφθηκε με σαφήνεια ότι έλκεται από άνδρες. Ακόμα και όταν ερωτήθηκε για τα συναισθήματά του προς τον σύντροφό του, απάντησε με γενικότητες και χωρίς προσωπικό βάθος, γεγονός που αποδυναμώνει την αξιοπιστία του ισχυρισμού περί ομοφυλοφιλικής ταυτότητας. Συνολικά, οι δηλώσεις του Αιτητή ως προς τις σχέσεις του με άνδρες και γυναίκες κρίνονται μη πειστικές, ανεπαρκώς αιτιολογημένες και χωρίς την απαιτούμενη συνοχή ή προσωπική εμβάθυνση, ώστε να τεκμηριώνεται ουσιαστική ταύτιση με την επικαλούμενη σεξουαλική ταυτότητα. Περαιτέρω κρίθηκε ότι δεν κατάφερε να δώσει συγκεκριμένα παραδείγματα εμπειριών ή περιστατικών που να συνδέονται με τη σεξουαλική του ταυτότητα ή την καταπίεση που υπέστη λόγω αυτής. Ενώ κρίθηκε ειδικότερα ως προς την περίπτωση της κράτησής του από την αστυνομία για δύο μέρες ότι οι συναφείς αναφορές του ήταν ελλιπείς λεπτομερειών. Οι περιγραφές του σχετικά με την κακομεταχείριση που φέρεται να υπέστη, καθώς και οι σχετικές ημερομηνίες και περιστάσεις, ήταν αποσπασματικές, ελλιπείς και ασαφείς, γεγονός που καθιστά τον ισχυρισμό του μη τεκμηριωμένο. Τέλος, σε ερωτήσεις σχετικές με την οικογένεια, το κοινωνικό του περιβάλλον και την αλληλεπίδρασή του με την κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ+, παρέμεινε ασαφής και ανακόλουθος, χωρίς να μπορέσει να εξηγήσει με τρόπο πειστικό την έλλειψη ανοίγματος ή συναναστροφής με άλλα ομοφυλόφιλα άτομα, ούτε τις αντιδράσεις του περιβάλλοντός του. Κατά συνέπεια, η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή ως προς τον ισχυρισμό του περί ομοφυλοφιλικού προσανατολισμού δεν τεκμηριώθηκε, καθώς οι δηλώσεις του δεν κρίθηκαν επαρκώς λεπτομερείς, συνεκτικές ή συγκεκριμένες ώστε να θεμελιώσουν με αξιοπιστία την ταυτότητά του ως ομοφυλόφιλου.

 

20.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση κατόπιν ανεξάρτητης έρευνας για την κατάσταση των ομοφυλοφίλων στη Νιγηρία, επιβεβαίωσαν πως ο ποινικός κώδικας της Νιγηρίας και ο Νόμος περί γάμου του ιδίου φύλου (Απαγόρευση) του 2014, ποινικοποιούν τις ενώσεις και τις πράξεις μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου και πως αυτές τιμωρούνται με μέγιστη ποινή φυλάκισης 14 ετών. Παρά ταύτα, δεδομένης της μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή ως προς τις προσωπικές του περιστάσεις, ο συναφής ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

21.          Στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, δεν διαπιστώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία και πιο συγκεκριμένα στην περιοχή καταγωγής του, την πόλη Aba της πολιτείας Abia, η οποία κρίθηκε ως τόπος προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

 

22.          Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

23.          Στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας (δικάσιμος 14.11.2024), υποβλήθηκαν στον Αιτητή περαιτέρω διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα όπου εμμένοντας στον πυρήνα του αιτήματός του αναφέρθηκε στις περιστάσεις της κατ’ ισχυρισμό δίωξής του αλλά και των σχέσεών του.

 

24.          Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο δυνάμει του οποίου το παρόν Δικαστήριο προβαίνει σε έλεγχο νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής, θα προχωρήσω στην αξιολόγηση των ενώπιον μου δεδομένων ως προς την αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία.

 

25.          Υπό το φως των ενώπιον μου δεδομένων, καταρχάς, συντάσσομαι με την αποδοχή από τους Καθ’ ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

 

26.          Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό περί του σεξουαλικού προσανατολισμού του Αιτητή θεωρώ ότι θα έπρεπε να σχηματιστούν συναφώς τρεις επιμέρους ισχυρισμοί ως εξής: Ως δεύτερος αναφορικά με τον ισχυριζόμενο σεξουαλικό του προσανατολισμό ως ομοφυλόφιλος, ως τρίτος νεοσχηματισθείς αναφορικά με το περιστατικό εντοπισμού του Αιτητή και του συντρόφου του από τη μητέρα του τελευταίου του περί το Φεβρουάριο του 2023 κατά την ερωτική πράξη του και τη σύλληψή του από τις αστυνομικές αρχές και ως τέταρτο σχετικά με το περιστατικό της επίθεσης εναντίον του από τη μητέρα του συντρόφου του και τους γείτονές του περί το Μάρτιο του 2023.[1]

 

27.          Ως προς τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι είναι ομοφυλόφιλος (δεύτερος νεοσχηματισθείς ισχυρισμός) και σχετικά με μοντέλο ανάλυσης που χρησιμοποιήσαν οι Καθ' ων η αίτηση (Difference, Stigma, Shame, Harm (DSSH) model), σημειώνεται ο σκεπτικισμός γύρω από τη χρήση του, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθούν στερεότυπα και να καταλήξει η αξιολόγηση αξιοπιστίας του Αιτητή σε ένα κατάλογο τυποποιημένων στοιχείων που ένας αιτών θα πρέπει ή όχι να πληροί, εις βάρος της εξατομικευμένης εξέτασης.[2] Χωρίς το εν λόγω μοντέλο να αποκλείεται ως καθοδηγητική μέθοδος για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του Αιτητή, εν προκειμένω, το παρόν Δικαστήριο αξιολογεί τον εν λόγω ισχυρισμό στη βάση των κοινώς αποδεκτών δεικτών αξιοπιστίας, χωρίς να γίνεται ειδική αναφορά στο εν λόγω μοντέλο για τους λόγους που εξηγήθηκαν ανωτέρω. Προς τούτο επισημαίνονται τα κάτωθι. Αρχικώς, παρατηρώ πως κατά την συνέντευξή του ο Αιτητής υπεβλήθη σε πλήθος ερωτήσεων ανοικτού τύπου, αλλά και σε μεγάλο αριθμό διευκρινιστικών και κλειστού τύπου ερωτήσεων, ώστε να μπορέσει ο ίδιος να αναπτύξει με επαρκή λεπτομέρεια, τόσο τις εμπειρίες και τα βιώματά του, όσο και τις σκέψεις και τα συναισθήματά του και να αποσαφηνίσει τους ισχυρισμούς του περαιτέρω. Επίσης, ορθώς δεν τέθηκαν ερωτήσεις παρεμβατικές στην ιδιωτική ζωή του Αιτητή (βλ. σχετικά την απόφαση του ΔΕΕ της 2ας Δεκεμβρίου 2014, C-148/13 έως C-150/13, A, B, C, A B and C, ECLI:EU:C:2014:2406). Επιπλέον, από το σύνολο των δηλώσεων του Αιτητή επισημαίνεται πως δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει με συνεκτικότητα, σαφήνεια και λεπτομέρεια[3] τον ισχυρισμό του περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού, ώστε να προκύπτει ο βιωματικός χαρακτήρας αυτού. Από το σύνολο των δηλώσεων του Αιτητή προκύπτει ότι δεν κατέστη σε θέση να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του περί ομοφυλοφιλικού προσανατολισμού με την απαιτούμενη συνοχή, σαφήνεια και εσωτερική πειστικότητα, ώστε να προσδοθεί βιωματικός χαρακτήρας σε αυτόν. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν παρείχε επαρκή στοιχεία αναφορικά με τη σταδιακή διαμόρφωση της σεξουαλικής του ταυτότητας, την ενδοψυχική πορεία αναγνώρισης αυτής, καθώς και τα συναισθήματα που συνόδευσαν τη σχετική του συνειδητοποίηση.

 

28.          Σε σχετική ερώτηση, ο Αιτητής περιορίστηκε να δηλώσει ότι «τα κορίτσια είναι πληγωτικά» και ότι μετά από τον τελευταίο του χωρισμό αντιλήφθηκε ότι είναι ομοφυλόφιλος (βλ. ερ. 40 – 1Χ του δ.φ.). Προσέθεσε ότι οι άνδρες «είναι πάντα εκεί», δίχως να επεξηγεί περαιτέρω τον συναισθηματικό του δεσμό ή την εσωτερική μεταστροφή. Κατά τις ίδιες δηλώσεις, ισχυρίστηκε ότι η συνειδητοποίηση του σεξουαλικού του προσανατολισμού επήλθε περίπου δύο έτη πριν τη συνέντευξη, κατόπιν γνωριμίας με τον τελευταίο του σύντροφο.

 

29.          Ωστόσο, από τα λεγόμενά του απουσιάζει οποιαδήποτε λεπτομερής ή βιωματική περιγραφή της μετάβασης από την ετεροφυλοφιλική του εμπειρία – την οποία ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι είχε – προς την υιοθέτηση διαφορετικής σεξουαλικής ταυτότητας. Αντιθέτως, περιορίστηκε σε σχηματικές απαντήσεις, δίχως συναισθηματικό βάθος, δηλώνοντας απλώς ότι είναι «καλά» ή ότι οι άνδρες προσφέρουν στήριξη και συμβουλές (βλ. ερ. 39 – 1Χ, 38 – 1Χ του δ.φ.). Ομοίως, σε ερωτήσεις σχετικά με τις μεταβολές στην καθημερινότητά του, ανέφερε μόνο ότι πλέον δεν ενδιαφέρεται για το γυναικείο φύλο και ότι η καθημερινή του ζωή παραμένει φυσιολογική (βλ. ερ. 39 – 1Χ του δ.φ.). Αντίφαση εντοπίζεται στο σημείο όπου αρχικά δήλωσε ότι εκφραζόταν ελεύθερα δημοσίως, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε στην ύπαρξη κοινωνικών διακρίσεων και στην ανάγκη αποφυγής δημόσιας έκφρασης της σεξουαλικής του ταυτότητας (βλ. ερ. 38 – 1Χ του δ.φ.). Ως προς την κοινωνική και οικογενειακή αποδοχή, ο Αιτητής διατύπωσε ότι οι ομοφυλόφιλοι στη χώρα του θεωρούνται «άχρηστοι» (“useless”) και πως αυτό συνιστά διάκριση (βλ. ερ. 37 – 1Χ του δ.φ.). Αναφερόμενος στην οικογένειά του, ανέφερε ότι πληροφορήθηκαν για τη σεξουαλική του ταυτότητα κατόπιν σύλληψής του, ότι αρχικώς θύμωσαν αλλά αργότερα τον βοήθησαν να αποφυλακιστεί, αν και δεν του μιλούσαν για μία εβδομάδα. Υποστήριξε ότι έως και τον χρόνο της συνέντευξης τούς έλεγε ψέματα ότι «θα αλλάξει», για να τους κάνει να αισθάνονται καλύτερα (βλ. ερ. 36–37 – 1Χ του δ.φ.). Οι ανωτέρω δηλώσεις παραμένουν αποσπασματικές και χωρίς λογική σύνδεση μεταξύ τους. Σε ερώτηση σχετικά με την κοινωνική αντιμετώπιση των ομοφυλοφίλων, δήλωσε ότι έμαθε εκ των υστέρων πως θεωρούνται ως πρόσωπα χωρίς μέλλον και αυτοσεβασμό (βλ. ερ. 36 του δ.φ.), χωρίς ωστόσο να παραθέσει κανένα συγκεκριμένο περιστατικό προσωπικής δίωξης ή αρνητικής εμπειρίας. Η αναφορά του σε αρνητική στάση της θρησκείας του συνοδεύτηκε μόνο από τη δήλωση ότι «αισθάνεται άσχημα», χωρίς περαιτέρω εμβάθυνση. Ως προς τη σχέση του με τον σύντροφό του, ο Αιτητής παρουσίασε αντιφατικές δηλώσεις: ενώ αρχικά ανέφερε ότι βρίσκονται ακόμη σε επαφή, αργότερα δήλωσε ότι δεν είναι πλέον μαζί. Στην ακροαματική διαδικασία επικαλέστηκε απώλεια του τηλεφώνου του ως λόγο διακοπής της επικοινωνίας (βλ. ερ. 36 του δ.φ. και πρακτικό ημερ. 14.11.2024), δήλωση που εντείνει την ανακολουθία. Αντιφάσεις εντοπίζονται και ως προς τη χρονική διάρκεια της σχέσης: ενώ αρχικώς ανέφερε ότι διήρκησε δύο έως τρεις μήνες και ότι αναχώρησε από τη χώρα στις 14.3.2023, σε άλλο σημείο προσδιόρισε την έναρξη της σχέσης στον Δεκέμβριο του 2022, χωρίς να μπορεί να δώσει σαφή απάντηση (βλ. ερ. 35 – 1Χ και 51 του δ.φ.). Δεν περιέγραψε πώς ξεκίνησε η σχέση, δεν ανέφερε το πώς περνούσαν χρόνο μαζί, περιορίστηκε δε να δηλώσει ότι κάποια στιγμή αντάλλαξαν ένα φιλί στην οικία του. Επιπλέον, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει ουσιαστικές πληροφορίες για τον σύντροφό του (π.χ. αν είχε προηγούμενες σχέσεις), ούτε για τις συζητήσεις που είχαν μεταξύ τους. Σε ερώτηση για κοινά τους σχέδια, ανέφερε την επιθυμία τους να ταξιδέψουν στην Ισπανία, χωρίς ωστόσο να είναι σαφής ή συγκεκριμένος (βλ. ερ. 34 – 1Χ και 33 – 1Χ του δ.φ.). Ο Αιτητής δήλωσε ότι πριν από τη σχέση με τον συγκεκριμένο άνδρα είχε σχέσεις με τέσσερις ή πέντε γυναίκες, η τελευταία των οποίων τερματίστηκε τον Δεκέμβριο του 2022 λόγω απιστίας της συντρόφου του (βλ. ερ. 36 του δ.φ.). Η έλλειψη οποιασδήποτε περιγραφής του ενδιάμεσου σταδίου μετάβασης ενισχύει την αμφιβολία για τον ειλικρινή χαρακτήρα των ισχυρισμών του. Σε ερωτήσεις για την κοινωνική του ζωή και γνώση της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν γνωρίζει σχετικά στέκια, οργανώσεις ή τον ορισμό της συντομογραφίας “LGBTQI+” (βλ. ερ. 32 – 1Χ του δ.φ.). Υποστήριξε ότι στην Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει αναζητήσει σύντροφο, ότι αποφάσισε να είναι μόνος, και ότι όταν το αποκάλυψε σε φίλο του εισέπραξε χλευασμό, ενώ δεν έχει συμμετάσχει σε καμία σχετική κοινότητα. Επιπροσθέτως, η έλλειψη γνώσης για τις συνθήκες που επικρατούν για τους ομοφυλόφιλους στη Νιγηρία, καθώς και οι μεταβαλλόμενες δηλώσεις του αναφορικά με την ποινή (14 έτη στη συνέντευξη, 19 έτη κατά την ακρόαση), δημιουργούν εύλογες αμφιβολίες (βλ. ερ. 38 – 1Χ, 42 – 1Χ του δ.φ. και πρακτικό 14.11.2024). Τέλος, η αναφορά του Αιτητή ότι ο σύντροφός του ήταν "ωραίος άνδρας" δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκής ή πειστική απόδειξη ύπαρξης ουσιαστικού συναισθηματικού δεσμού ή προσωπικής σχέσης.

 

30.          Ως εκ των ανωτέρω, η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή αναφορικά με τον δεύτερο νεοσχηματισθέντα ισχυρισμό περί της σεξουαλικής του ταυτότητας δεν στοιχειοθετείται.

 

31.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, σύμφωνα με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, οι σχέσεις του ιδίου φύλου ποινικοποιήθηκαν στη Νιγηρία και οι ομάδες υπεράσπισης των ΛΟΑΤΚΙ+ απαγορεύτηκαν το 2014, όταν ο πρώην πρόεδρος Jonathan υπέγραψε το νόμο για την απαγόρευση των γάμων μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου. Στη Νιγηρία τα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας αντιμετωπίζουν εκτεταμένες κρατικές και κοινωνικές διακρίσεις. Νιγηριανοί που καταδικάζονται για σχέσεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου μπορούν να φυλακιστούν έως και για 14 χρόνια, ενώ 12 βόρειες πολιτείες διατηρούν τη θανατική ποινή για σχέσεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα υφίστανται επίσης επιθέσεις από αστυνομικούς κατά τη διάρκεια συλλήψεων, απόπειρες εκβιασμού και διακρίσεις κατά την πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες. Έρευνα του 2019 έδειξε ευρεία αντίθεση στα δικαιώματα της κοινότητας των ΛΟΑΤΚΙ+ με το 74% των ερωτηθέντων να υποστηρίζει τις ποινές φυλάκισης για όσους επιδίδονται σε δραστηριότητες μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου.[4] Τα ευρήματα της ανωτέρω έρευνας, επιβεβαιώνονται και από έκθεση του USDOS, σύμφωνα με την οποία άτομα των ΛΟΑΤΚΙ+ στη Νιγηρία αντιμετωπίζουν απειλές και βία εναντίον τους με βάση τον πραγματικό ή αποδιδόμενο σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου τους. Η παραβίαση της ιδιωτικής ζωής, οι αυθαίρετες συλλήψεις και οι παράνομες κρατήσεις, αναφέρονται ως οι πιο συχνές παραβιάσεις που διαπράχθηκαν από αστυνομικούς και άλλους κρατικούς φορείς.[5] Τα ανωτέρω ευρήματα από πηγές πληροφόρησης θα μπορούσαν να αποτελέσουν θετικό δείκτη της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του καθώς συντέμνονται με τις αναφορές του Αιτητή περί ποινικοποίησης του σεξουαλικού του προσανατολισμού και διακριτικής μεταχείρισης των αμφιφυλόφιλων προσώπων. Ενόψει, όμως, της μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξίας του Αιτητή ως προς τη σεξουαλική του ταυτότητα, τα εν λόγω ευρήματα δεν επαρκούν για την αποδοχή του υπό εξέταση ισχυρισμού, ο οποίος απορρίπτεται.

 

32.          Αναφορικά με τον τρίτο νεοσχηματισθέντα ισχυρισμό του Αιτητή, ο οποίος αφορά στον εντοπισμό του κατά τη διάρκεια ερωτικής επαφής με τον σύντροφό του από τη μητέρα του τελευταίου περί τον Φεβρουάριο του 2023 και τη συνακόλουθη σύλληψή του από τις αστυνομικές αρχές (στο εξής: «πρώτο περιστατικό»), επισημαίνεται ότι, παρόλο που, βάσει των ανωτέρω, η αξιοπιστία του Αιτητή έχει ήδη κλονιστεί λόγω της απόρριψης του ισχυρισμού του περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού, το Δικαστήριο προβαίνει σε αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του παρόντος ισχυρισμού.

 

33.          Ο Αιτητής, ερωτηθείς στο πλαίσιο της συνέντευξής του, ανέφερε με γενικότητα ότι, κατά τις πρωινές ώρες και ενώ βρισκόταν σε προσωπικές περιπτύξεις στην οικία του συντρόφου του, η μητέρα του τελευταίου επέστρεψε αιφνιδίως, τους είδε, του επιτέθηκε χτυπώντας τον στο πρόσωπο και κάλεσε την αστυνομία (βλ. ερ. 42 και 41 – 1Χ του δ.φ.). Ο Αιτητής δήλωσε ότι ο σύντροφός του αποφυλακίστηκε την επομένη ημέρα, ενώ ο ίδιος δύο ημέρες αργότερα, χωρίς να προσδώσει περαιτέρω επεξηγήσεις αναφορικά με τη διαδικασία της αποφυλάκισής του, ιδίως ενόψει της σοβαρότητας που αποδίδεται στην ομοφυλοφιλία ως ποινικό αδίκημα στη χώρα καταγωγής του.

 

34.          Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ο Αιτητής προσέθεσε ότι η αποφυλάκισή του κατέστη δυνατή κατόπιν καταβολής σημαντικού χρηματικού ποσού από τους γονείς του, υπό τον όρο να μη συναναστραφεί εκ νέου με τον σύντροφό του (πρακτικό ημερ. 14.11.2024). Η αναφορά αυτή, ωστόσο, δεν περιλήφθηκε στις απαντήσεις του κατά τη συνέντευξη, κατά την οποία απέδωσε την αποφυλάκισή του στη χρονική εξέλιξη της κράτησης (βλ. ερ. 41 – 1Χ του δ.φ.).

 

35.          Ως προς τις συνθήκες της κράτησης, ο Αιτητής περιορίστηκε να τις χαρακτηρίσει ως «δύσκολες ημέρες», αναφέροντας συνοπτικά ότι είχε ελάχιστο αέρα, κρατείτο στο πάτωμα και σε χώρο με δυσοσμία (βλ. ερ. 41 – 1Χ του δ.φ.). Κατά την ακροαματική διαδικασία επανέλαβε τις ίδιες γενικές περιγραφές, προσθέτοντας ότι η κράτησή του έλαβε χώρα στο αστυνομικό τμήμα «1-SZIOKIAL STATE CID ABA» (πρακτικό ημερ. 14.11.2024). Ωστόσο, από σχετική έρευνα του Δικαστηρίου δεν κατέστη δυνατόν να εντοπιστεί στο διαδίκτυο αστυνομικό τμήμα με την εν λόγω ονομασία.

 

36.          Περαιτέρω, εντοπίζονται αντιφάσεις αναφορικά με τη χρονική τοποθέτηση του περιστατικού. Ειδικότερα, στη συνέντευξη δήλωσε ότι το πρώτο περιστατικό έλαβε χώρα περί τον Φεβρουάριο του 2023 (βλ. ερ. 43 – 2Χ του δ.φ.), ενώ ενώπιον του Δικαστηρίου προσδιόρισε τον χρόνο της σύλληψής του στον Μάρτιο του 2023 (πρακτικό ημερ. 14.11.2024). Επιπλέον, στις δηλώσεις του ενώπιον του Δικαστηρίου αναφέρθηκε σε δεύτερο περιστατικό που φέρεται να έλαβε χώρα δύο εβδομάδες μετά την αποφυλάκισή του και, εντός μηνός, στην αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του. Ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι χρονολογικά εύλογος, καθόσον ο ίδιος ο Αιτητής δήλωσε ως ημερομηνία αναχώρησης τη 14.3.2023 (βλ. ερ. 51 του δ.φ. και πρακτικό 14.11.2024), γεγονός που καθιστά το εν λόγω χρονικό πλαίσιο μη συμβατό με τα λεγόμενά του περί κράτησης, δεύτερου περιστατικού και μεσολάβησης χρόνου επαρκούς για την ακολουθία αυτών.

 

37.          Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι η εσωτερική αξιοπιστία του τρίτου νεοσχηματισθέντος ισχυρισμού δεν τεκμηριώνεται. Η αφήγηση του Αιτητή χαρακτηρίζεται από γενικότητα, ασάφεια, έλλειψη λεπτομερειών, αντιφάσεις ως προς τον χρόνο και τις περιστάσεις του περιστατικού, αλλά και από απόκλιση μεταξύ των δηλώσεων στη συνέντευξη και στην ακροαματική διαδικασία. Εξάλλου, και το παρόν περιστατικό, όπως και τα λοιπά, είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με τον ήδη απορριφθέντα ισχυρισμό περί σεξουαλικού προσανατολισμού.

 

38.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, λαμβανομένου υπ’ όψιν του ιδιαιτέρως προσωπικού χαρακτήρα του συμβάντος, η απουσία εξωτερικών πηγών επαλήθευσης κρίνεται εύλογη. Ούτε και ο Αιτητής προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία προς ενίσχυση των ισχυρισμών του. Επιπλέον, τα συμπεράσματα της έρευνας που προηγήθηκε στο πλαίσιο της ανάλυσης του δεύτερου νεοσχηματισθέντος ισχυρισμού (βλ. ανωτέρω) ως προς την εν γένει αντιμετώπιση των ΛΟΑΤΚΙ+ προσώπων στη Νιγηρία, δεν επαρκούν — ενόψει της αποτυχίας θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας — για να προσδώσουν επαρκές αποδεικτικό βάρος στον παρόντα ισχυρισμό.

 

39.          Κατόπιν όλων των ανωτέρω, ο τρίτος νεοσχηματισθείς ισχυρισμός του Αιτητή απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

40.          Αναφορικά με τον τέταρτο νεοσχηματισθέντα ισχυρισμό του Αιτητή, ο οποίος αφορά στο περιστατικό επίθεσής του από τη μητέρα του συντρόφου του και γείτονες περί τον Μάρτιο του 2023 (στο εξής: «δεύτερο περιστατικό»), σημειώνεται εισαγωγικά ότι, παρότι η αξιοπιστία του Αιτητή έχει ήδη κλονιστεί λόγω της απόρριψης του ισχυρισμού του περί της σεξουαλικής του ταυτότητας, το Δικαστήριο προχωρεί στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω επιμέρους ισχυρισμού.

 

41.          Συγκεκριμένα, ο Αιτητής περιγράφει συνοπτικά ότι, δύο εβδομάδες μετά το πρώτο περιστατικό, η μητέρα του συντρόφου του τούς εντόπισε να συνομιλούν πλησίον της κεντρικής εισόδου της οικίας και, αντιδρώντας έντονα, προκάλεσε τη συγκέντρωση γειτόνων στον χώρο, ορισμένοι εκ των οποίων προέβησαν, κατά τον ισχυρισμό του, σε βιαιοπραγίες εις βάρος του, αναγκάζοντάς τον να τραπεί σε φυγή (βλ. ερ. 41 – 1Χ του δ.φ.).

 

42.          Ωστόσο, το Δικαστήριο εντοπίζει ευθεία χρονική αντίφαση μεταξύ των αναφορών του Αιτητή. Ενώ δήλωσε ότι το πρώτο περιστατικό έλαβε χώρα στις 3.2.2023 και το δεύτερο περί τον Μάρτιο του 2023, ισχυρίστηκε παράλληλα ότι τα δύο περιστατικά συνέβησαν με διαφορά δύο εβδομάδων, κάτι που δεν ευσταθεί (βλ. ερ. 41 – 1Χ και 43 – 2Χ του δ.φ.). Η ίδια ασυνέπεια εντοπίζεται και στο πλαίσιο του τρίτου νεοσχηματισθέντος ισχυρισμού (βλ. ανωτέρω υπό την παρ. 30), καθότι κατά τη συνέντευξη τοποθέτησε το δεύτερο περιστατικό στον Μάρτιο, ενώ ενώπιον του Δικαστηρίου δήλωσε ότι το πρώτο περιστατικό έλαβε χώρα τον ίδιο μήνα.

 

43.          Ως προς την ουσία του δεύτερου περιστατικού, ο Αιτητής ανέφερε ότι η μητέρα του συντρόφου του παρενέβη και τον προστάτευσε, χωρίς ωστόσο να παράσχει επαρκείς λεπτομέρειες που να καθιστούν τη σκηνή πειστική ή να της προσδίδουν τον αναγκαίο βιωματικό χαρακτήρα. Τις σχετικές δηλώσεις επανέλαβε και κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, χωρίς ωστόσο να ενισχύσει την εσωτερική συνοχή ή πληρότητα των περιγραφών του (βλ. ερ. 41 – 1Χ του δ.φ. και πρακτικό ημερ. 14.11.2024).

 

44.          Εν όψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι η εσωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού δεν στοιχειοθετείται. Η σχετική αφήγηση παρουσιάζει ασυνέπειες, χρονική ανακρίβεια, γενικόλογο περιεχόμενο και απουσία βιωματικής εμβάθυνσης. Επιπλέον, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι το επικαλούμενο δεύτερο περιστατικό συνδέεται άρρηκτα με τον προηγουμένως απορριφθέντα ισχυρισμό περί σεξουαλικής ταυτότητας, η αξιοπιστία του πλήττεται περαιτέρω.

 

45.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, δεδομένου του έντονα προσωπικού του χαρακτήρα, δεν θα μπορούσε εύλογα να αναμένεται τεκμηρίωσή του μέσω εξωτερικών πηγών. Ωστόσο, ούτε ο ίδιος ο Αιτητής προσκόμισε οποιοδήποτε υποστηρικτικό στοιχείο ή μαρτυρία για την επιβεβαίωση των δηλώσεών του. Συναφώς, παραπομπή μπορεί να γίνει και στην απορρέουσα από την προηγηθείσα ανάλυση γενικότερη εικόνα της αντιμετώπισης των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων στη Νιγηρία, η οποία όμως, λόγω της έλλειψης τεκμηριωμένης εσωτερικής αξιοπιστίας, δεν επαρκεί για να στοιχειοθετήσει την αλήθεια του προβαλλόμενου ισχυρισμού. Κατόπιν τούτων, ο τέταρτος νεοσχηματισθείς ισχυρισμός του Αιτητή απορρίπτεται.

 

46.          Προχωρώντας στην ανάλυση του κινδύνου που ο Αιτητής διατρέχει σημειώνεται κατά τα άλλο ότι πρόκειται για άτομο που δεν παρουσιάζει κάποια στοιχεία ευαλωτότητας, καθότι είναι ενήλικας άνδρας, υγιής με επαρκή εκπαίδευση, ικανότητα προς εργασία και διαθέτει υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον στη χώρα καταγωγής του, ήτοι τις αδελφές του (κάποιες διαμένουν στην Abuja και κάποιες στην πόλη Aba της πολιτείας Abia) και τους γονείς του.

 

47.          Ως προς την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province).[6] Να σημειωθεί ότι οι εν λόγω ένοπλες διαμάχες δεν αφορούν στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.[7]

 

48.          Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 22.6.2024 – 20.6.2025 καταγράφηκαν στην πολιτεία Abia (όπου ανήκει ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή) 91 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 86 ανθρώπινες ζωές. Τα 108 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 36 μάχες (battles) με 57 θανάτους, 5 περιστατικό έκρηξης/εξ’ αποστάσεως χρήση βίας (explosions/remote violence) με κανένα θάνατο, 5 ταραχές (riots) με 2 θανάτους, 22 διαμαρτυρίες (protests)  με κανένα θάνατο και 23 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) με 27 θανάτους.[8] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Abia εκτιμάται ότι το 2022 ανερχόταν στους 4.143.100 κατοίκους.[9]

 

49.          Ως εκ των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων σε σχέση με την πολιτεία Abia, τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του, αυτός θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.[10]

 

50.          Με βάση τα ανωτέρω, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση καταλήγω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

51.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

52.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

53.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι εκείνος, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 43].

 

54.          Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, «[αναγνωρίζεται] καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

 

55.          Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Εν προκειμένω, με βάση τις ανωτέρω πηγές δεν προκύπτει να λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

56.          Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

57.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

58.          Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

59.          Αλλά και όλως επικουρικώς, των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός, σε κάθε περίπτωση,  συνιστά άρρενα, νεαρής ηλικίας, μορφωμένο, χωρίς προβλήματα υγείας, πλήρως ικανό προς εργασία και διαθέτει και υποστηρικτικό οικογενειακό δίκτυο.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

 

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] Βλ European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), Practical Guide on Evidence and Risk Assessment January 2024, ως προς τον ορθό τρόπο διάκρισης των ουσιωδών ισχυρισμών του Αιτητή, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/6/2025)

[2] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis, Second edition, February 2023, σ. 263-266

https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf

 

[3] Ό.π., σ. 120-134

[4] Freedom House, “Freedom in the World 2023 – Nigeria”, 13.4.2023,
https://www.ecoi.net/en/document/2090190.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/6/2025)

[5] USDOS - US Department of State, “2022 Country Report on Human Rights Practices – Nigeria”, 20.3.2023,
https://www.ecoi.net/en/document/2089140.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/6/2025)

[6]Portal RULAC - Rule of Law in Armed Conflicts, updated on 10.11.2022, https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[7] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), “Country Guidance – Nigeria”, October 2021, p. 112, https://euaa.europa.eu/publications/country-guidance-nigeria (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[8] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 22.6.2024 – 20.6.2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – Nigeria – Abia)

[9] City Population, Nigeria – Abia State,  https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA001__abia/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[10] Αξιολογώντας τα ως άνω δεδομένα συμφωνώ με το συμπέρασμα του Οδηγού Χώρας (Country Guidance) της Νιγηρίας, εκδοθέντος από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), ο οποίος δεν αποτελεί δεσμευτικό κείμενο, οφείλει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψιν από τα κράτη-μέλη EASO, 'Country Guidance: Nigeria' (2021), σ. 8, 122 και 124

 https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο