S.B.B. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4086/23, 30/6/2025
print
Τίτλος:
S.B.B. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4086/23, 30/6/2025

 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.: 4086/23

 

30 Ιουνίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

S.B.B.

Αιτήτριας

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

 

 

K.            Kουπαρή (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια

 

Θ. Βασιλάκη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.9.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.            Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Η Αιτήτρια κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: η Λ. Δ. Κ.). Περί τις 7.12.2022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 4.9.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από λειτουργό, η οποία υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 30.9.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 6.10.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.            Η Αιτήτρια, δια της συνηγόρου της, προβάλλει ως λόγους προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας από τους Καθ’ ων η αίτηση, καθώς και την παραβίαση των διατάξεων των άρθρων 9 και 15 του περί Προσφύγων Νόμου, επικαλούμενη τη μη παραπομπή της σε ιατρική και ψυχολογική εξέταση. Ειδικότερα, προβάλλεται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να την παραπέμψουν σε ψυχολογική εκτίμηση, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 15(α) και (β) του εν λόγω Νόμου, μολονότι οι προσωπικές της περιστάσεις το επέβαλλαν. Προς θεμελίωση του ισχυρισμού αυτού, γίνεται αναφορά στη φερόμενη κακοποίηση της Αιτήτριας από αστυνομικό κατά την ανηλικότητά της, καθώς και στην έλλειψη στέγης κατά το ίδιο χρονικό διάστημα. Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση όφειλαν να είχαν αξιολογήσει το εν λόγω ιστορικό ως αυτοτελή ουσιώδη ισχυρισμό, και να συνεκτιμήσουν περαιτέρω την έλλειψη οικογενειακού ή άλλου υποστηρικτικού δικτύου και εργασιακής πείρας, καθώς και το γεγονός ότι διέμενε μόνη στην Kinshasa. Επιπλέον, προβάλλεται ότι κατά την αποτίμηση των ισχυρισμών της, οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, καθότι οι περιγραφόμενες εμπειρίες της ανάγονται σε χρόνο κατά τον οποίο ήταν ανήλικη. Στο πλαίσιο της γραπτής αγόρευσής της, η Αιτήτρια αναλύει περαιτέρω τις αντιφάσεις και χρονικές ασυνέπειες που, κατά τους Καθ’ ων η αίτηση, οδήγησαν στην απόρριψη του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού της, ήτοι της αναφοράς σε λεκτικές απειλές από αστυνομικό ένεκα της άρνησής της να ενδώσει σε σεξουαλική συνεύρεση. Τονίζεται δε ότι, ανεξαρτήτως των όποιων ελλείψεων, η Αιτήτρια δικαιούται στο ευεργέτημα της αμφιβολίας. Τέλος, η συνήγορος επικαλείται ότι διατρέχει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο έκθεσής της σε σωματική, σεξουαλική και λοιπές μορφές έμφυλης βίας. Ο ισχυρισμός αυτός ερείδεται στην ιδιότητά της ως μέλους της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας των γυναικών, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο δίωξης από ιδιώτες δρώντες – εν προκειμένω από τον αστυνομικό τον οποίο κατονομάζει ως αυτουργό της κακοποίησής της – χωρίς το κράτος να παρέχει επαρκή προστασία.

 

3.            Από την πλευρά τους, οι Καθ’ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι οι ισχυρισμοί της συνηγόρου της Αιτήτριας, καθ’ όσον δεν συνάδουν με το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, πρέπει να αγνοηθούν, καθότι οι γραπτές αγορεύσεις δεν δύνανται να θεμελιώσουν νέα πραγματικά περιστατικά. Εμμένοντας στην ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, διατείνονται ότι η αξιολόγηση των ισχυρισμών της Αιτήτριας έλαβε χώρα κατόπιν δέουσας έρευνας. Επιπλέον, υποστηρίζεται ότι ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός της Αιτήτριας – περί άσκησης λεκτικής βίας από αστυνομικό κατόπιν άρνησής της να ενδώσει σε σεξουαλική συνεύρεση, στερείται αξιοπιστίας, λόγω των ασάφειών, των αντιφάσεων και των ελλείψεων του αφηγήματός της. Υπό τα δεδομένα αυτά, οι Καθ’ ων η αίτηση θεωρούν ότι δεν τεκμηριώνεται η υπαγωγή της Αιτήτριας σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Νομικό Πλαίσιο

4.            Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης»

 

5.            Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

6.            Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.            Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

 

8.            Το άρθρο 15 του περί Προσφύγων Νόμου τιτλοφορείται ως «Ιατρική και ψυχολογική εξέταση αιτητή» και προβλέπει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία παραπομπής αιτούντος σε ιατρικές εξετάσεις.

 

9.            Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

10.         Ως προς τον προωθούμενο λόγο προσφυγής περί έλλειψης δέουσας έρευνας επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C 283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021·Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Η Αιτήτρια αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή της στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, η Αιτήτρια εκπροσωπούμενη και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς της και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

11.         Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

 

12.         Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών της Αιτήτριας, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Κατά την καταγραφή της αίτησής της για διεθνή προστασία, δήλωσε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της επειδή ο στρατιωτικός που τη φρόντιζε μετά τον θάνατο των γονέων της επιχείρησε να την βιάσει. Η ίδια κατόρθωσε να διαφύγει, ωστόσο, ο στρατιωτικός συνέχισε να την αναζητεί για να την σκοτώσει. Έπειτα ένας ιερέας τη βοήθησε να ταξιδέψει στην Δημοκρατία για να αναζητήσει προστασία.

 

13.         Στη συνέχεια, διενεργήθηκε συνέντευξη ευαλωτότητας της Αιτήτριας (βλ. ερ. 14 – 23 του διοικητικού φακέλου, στο εξής «δ.φ.»). Κατά τη διάρκειά της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, καθ’ όσον, μετά τον θάνατο των γονέων της, φιλοξενούνταν από στρατιωτικό, ο οποίος, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, αποπειράθηκε να τη βιάσει. Υποστήριξε ότι, εάν παρέμενε στη χώρα καταγωγής της, ο εν λόγω στρατιωτικός θα τη σκότωνε. Ερωτηθείσα ως προς τον χρόνο κατά τον οποίο έλαβε χώρα η απόπειρα επίθεσης, προσδιόρισε τον Σεπτέμβριο του 2022. Κληθείσα να περιγράψει το περιστατικό, ανέφερε ότι ο στρατιωτικός την ακολούθησε κρατώντας όπλο, πλην όμως κατάφερε να διαφύγει. Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι ο στρατιωτικός την φιλοξενούσε και την εξανάγκαζε σε σεξουαλικές επαφές, την παρενοχλούσε και την κακοποιούσε, προσδιορίζοντας ως ημερομηνία των σχετικών περιστατικών την 8.8.2022. Επισημαίνεται ότι η Αιτήτρια δεν έκανε λόγο για οποιαδήποτε άλλα σωματικά ή ψυχολογικά ζητήματα. Κατόπιν της συνέντευξης, ο συνολικός βαθμός επικινδυνότητας (overall risk rating) αξιολογήθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο (βλ. ερ. 23 του δ.φ.).

 

14.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της προσωπικής συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε το έτος 2002 στην κοινότητα Kalamu της πόλης Κινσάσα. Ανήκει στη φυλή Luba και είναι Χριστιανή. Φέρεται να έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το έτος 2020, ενώ ανέφερε ότι μετά τον θάνατο των γονέων της, την εκπαίδευσή της χρηματοδότησαν ένας αστυνομικός και ένας ιερέας. Κατά τους ισχυρισμούς της, οι γονείς της απεβίωσαν σε τροχαίο δυστύχημα την 23.12.2021. Υποστήριξε περαιτέρω ότι δεν έχει συγγενείς στην ΛΔΚ, πλην όμως διατηρεί φιλικές σχέσεις. Μετά τον θάνατο των γονέων της εξακολούθησε να διαμένει στην πατρική οικία με την υποστήριξη τρίτων προσώπων, έως ότου, λόγω οικονομικής αδυναμίας καταβολής του ενοικίου, αποβλήθηκε από την οικία και περιήλθε σε κατάσταση αστεγίας. Κατά την ίδια, τούτο έλαβε χώρα τον Φεβρουάριο του 2016, κατόπιν του θανάτου των γονέων της. Όντας άστεγη, συνάντησε έναν αστυνομικό, ο οποίος ανέλαβε τη φροντίδα της κατά το χρονικό διάστημα από Φεβρουάριο 2016 έως το 2018. Επειδή, κατά τους ισχυρισμούς της, ο αστυνομικός άρχισε να την κακοποιεί, η Αιτήτρια διέκοψε τη συγκατοίκηση και μετέβη στην οικία ενός ιερέα, με τον οποίο διέμενε από τον Αύγουστο 2018 έως και το έτος 2022, οπότε και εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγή της.

 

15.          Στο πλαίσιο της περαιτέρω διερεύνησης, τέθηκαν στην Αιτήτρια ερωτήματα σχετικά με τις συνθήκες διαμονής της με τον αστυνομικό και τον ιερέα. Δήλωσε ότι άρχισε να συγκατοικεί με τον αστυνομικό περί τον Φεβρουάριο του 2016, μετά τον θάνατο των γονέων της, έως το έτος 2018. Επίσης, ανέφερε ότι γνώρισε τον ιερέα ενώ φοιτούσε ακόμη στο σχολείο, καθώς επρόκειτο για καθολικό εκπαιδευτικό ίδρυμα. Κληθείσα να παράσχει διευκρινίσεις σχετικά με τις αναντιστοιχίες στους ισχυρισμούς της, και ειδικότερα αναφορικά με τον χρόνο θανάτου των γονέων της, ανέφερε ότι αυτοί απεβίωσαν το 2015. Υποστήριξε ότι ο αστυνομικός επιχείρησε να τη βιάσει και για τον λόγο αυτό διέφυγε προς τον ιερέα.

 

16.          Ως προς τον λόγο αναχώρησής της από τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι εγκατέλειψε την ΛΔΚ αναζητώντας προστασία από τον αστυνομικό, ο οποίος την καταδίωκε. Υποστήριξε ότι αγνοούσε πού να τον καταγγείλει ή σε ποιον να απευθυνθεί για προστασία στη χώρα της. Περιγράφοντας τις φερόμενες απειλές, ισχυρίστηκε ότι ο αστυνομικός απαιτούσε από αυτήν να τον «ξεπληρώσει» για τα έξοδα φροντίδας και εκπαίδευσής της, ενώ την απείλησε ότι σε περίπτωση άρνησης θα την σκότωνε, τονίζοντας ότι η ίδια δεν είχε τη δυνατότητα να προσφύγει κατά αυτού. Ακολούθως, της τέθηκαν περαιτέρω διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με την ταυτότητα του αστυνομικού, τον ιερέα, τις συνθήκες γνωριμίας τους, καθώς και σχετικά με αντιφάσεις στους ισχυρισμούς της.

 

17.         Αξιολογώντας το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία, οι Καθ’ ων η Αίτηση σχημάτισαν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά στην ταυτότητα, προφίλ, προηγούμενο τόπο συνήθους διαμονής και χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, ο δεύτερος στον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης της Αιτήτριας υπό την μορφή λεκτικών απειλών από αστυνομικό στην χώρα καταγωγής της λόγω άρνησης της να συνευρεθεί μαζί του και, τέλος, ο τρίτος στο ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της για λόγους οικονομικού περιεχομένου.

 

18.         Ο πρώτος ισχυρισμός της Αιτήτριας έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε ότι παρατέθηκε με επαρκή λεπτομέρεια και συνοχή και πως βρισκόταν σε συμφωνία με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

19.         Ακολούθως, ο δεύτερος ισχυρισμός απορρίφθηκε εξαιτίας των αντιφάσεων, ασυνεπειών, χρονικών αντιφάσεων ανακριβειών, έλλειψης ευλογοφάνειας και επαρκών πληροφοριών από μέρους της Αιτήτριας. Επιγραμματικά, σε ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν ως προς τις απειλές που δέχτηκε η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες για συγκεκριμένα περιστατικά ή χρονολογίες. Δεν μπόρεσε να προσδιορίσει ούτε την ακριβή φύση των απειλών ούτε τη συχνότητά τους ή τις δικές της αντιδράσεις. Δεν αναφέρθηκε εξάλλου σε βασικά στοιχεία για τον φερόμενο αστυνομικό (όνομα, καθήκοντα, περιγραφή, στολή). Η ίδια δεν γνώριζε τις αρμοδιότητές του ούτε επιβεβαίωσε με σαφήνεια εάν ήταν πράγματι αστυνομικός. Παρότι ισχυρίστηκε ότι διέμενε για σημαντικό χρονικό διάστημα με τον εν λόγω αστυνομικό, δεν ήταν σε θέση να παράσχει ούτε βασικές πληροφορίες για το άτομό του. Δεδομένων των διαπιστωμένων στοιχείων (αντίφαση, ασυνέπεια, ανακρίβεια, έλλειψη ευλογοφάνειας και επαρκών πληροφοριών), ο ισχυρισμός περί φόβου λόγω λεκτικών απειλών από αστυνομικό απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

20.         Ειδικότερα, κρίθηκε ότι η Αιτήτρια δεν παρείχε συγκεκριμένα παραδείγματα για τις απειλές που δέχθηκε από τον αστυνομικό. Δοθείσα της ευκαιρίας σε διευκρινιστική ερώτηση να περιγράψει ένα συγκεκριμένο περιστατικό, η Αιτήτρια παρέθεσε ανακριβείς, κατά τους Καθ’ ων η αίτηση, ισχυρισμούς καθώς δήλωσε ότι ένα παράδειγμα ήταν όταν ο αστυνομικός την εκβίασε αναφέροντας της ότι θα την σκότωνε εάν αρνιόταν και πως δεν υπάρχει τρόπος να τον καταγγείλει. Παράλληλα, δεν ήταν σε θέση να αναφέρει με ακρίβεια πότε έλαβε χώρα το συγκεκριμένο περιστατικό. Κατά τους Καθ’ ων η Αίτηση, θα αναμενόταν από την Αιτήτρια να παρέχει πιο συγκεκριμένα και λεπτομερή παραδείγματα καθώς οι ισχυρισμοί της αφορούν προσωπικά βιώματα. Επιπλέον, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να περιγράψει το αίσθημα κινδύνου που ισχυρίστηκε ότι βίωσε με τον Αστυνομικό, ενώ έκανε απλώς αναφορά σε λεκτικές απειλές χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με αυτές. Έτι περαιτέρω, δεν ήταν ευλογοφανές το γεγονός ότι παρ’ όλο που τύγχανε κακοποίησης από τον Μάρτιο του 2016, ως ισχυρίστηκε, δεν εγκατέλειψε τον Αστυνομικό νωρίτερα από το 2018. Η δικαιολογία της ότι δεν γνώριζε που και σε ποιον να αποταθεί για βοήθεια δεν ήταν πειστική, δεδομένης της σοβαρότητας των ισχυρισμών της περί κακοποίησης της, και θα αναμενόταν να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τον συλλογισμό της. Ταυτόχρονα, η Αιτήτρια δεν γνώριζε βασικές πληροφορίες για τον θύτη, καθώς δεν γνώριζε τον τόπο εργασίας ούτε τα καθήκοντα του και το μόνο που μπορούσε να αναφέρει ήταν ότι φορούσε αστυνομική στολή, χωρίς μάλιστα να είναι σε θέση να περιγράψει την στολή αναφέροντας απλώς το χρώμα της. Κατά τους Καθ’ ων η Αίτηση, αναμενόταν από την Αιτήτρια να γνωρίζει περισσότερες πληροφορίες για τον Αστυνομικό, την καθημερινότητα και την εργασία του δεδομένου ότι διέμενε μαζί του πέραν των δύο ετών. Επεσήμαναν, επίσης, οι Καθ’ ων η Αίτηση ότι η Αιτήτρια δεν ήταν καν σε θέση να διευκρινίσει εάν πρόκειται για Αστυνομικό ή στρατιωτικό.

 

21.         Επιπρόσθετα, η Αιτήτρια παρουσιάστηκε αντιφατική καθώς στην αίτηση διεθνούς προστασίας της ισχυρίστηκε ότι ένας στρατιώτης την κυνηγούσε για να την σκοτώσει, ωστόσο, δεν ανέφερε οτιδήποτε σχετικό με την προαναφερόμενη δήλωση. Αντιθέτως, ισχυρίστηκε πως όταν εγκατέλειψε τον Αστυνομικό δεν ξανάκουσε τι απέγινε. Κληθείσα να διευκρινίσει την αντίφαση, δήλωσε, με υπεκφυγές, κατά τους Καθ’ ων η Αίτηση, πως γνώριζε ότι ο Αστυνομικός ήθελε να την σκοτώσει και ότι αφότου τον εγκατέλειψε πήγε να κρυφτεί χωρίς να έχει νεότερα του. Ωστόσο, οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας δεν ήταν επαρκείς για να αιτιολογήσουν την αντίφαση και αναμενόταν από την ίδια να είναι συνεπής και λεπτομερής στους ισχυρισμούς της. Έτι περαιτέρω, η Αιτήτρια υπέπεσε σε περισσότερες αντιφάσεις καθώς στην συνέντευξη ευαλωτότητας της δήλωσε ότι την κακοποίησε ένας άνδρας στις 08.08.2022, ενώ στην συνέντευξη δήλωσε ότι ήταν θύμα κακοποίησης ενός Αστυνομικού στις 03.03.2016, τον οποίο εγκατέλειψε στις 08.08.2018. Κληθείσα να διευκρινίσει την αντίφαση, ισχυρίστηκε ότι δεν θυμόταν τους ισχυρισμούς της κατά την προηγούμενη συνέντευξη της. Κατά τους Καθ’ ων η Αίτηση, δεν αιτιολογούνταν οι εκτεταμένες αντιφάσεις στους ισχυρισμούς της καθ’ όλη την διάρκεια της συνέντευξης της. Περαιτέρω, δεν κρίθηκε σκόπιμο να γίνει η οποιαδήποτε ανάλυση μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης εφόσον οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη τους αιτήματος της.

 

22.         Αντιθέτως, ο τρίτος ισχυρισμός έτυχε αποδοχής καθώς κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι ένα λόγος για τον οποίο η Αιτήτρια όντως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της ήταν η αναζήτηση καλύτερων οικονομικών συνθηκών.

 

23.         Με βάση τους αποδεκτούς ισχυρισμούς της Αιτήτριας, ήτοι το προφίλ (μονήρης, νεαρή γυναίκα, υγιής) και τον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής  καθώς και του οικονομικούς λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα της, κρίθηκε ότι αυτή δε θα βρεθεί αντιμέτωπη με εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη Λ.Δ.Κ.. Προς τούτο, λήφθηκαν υπόψη εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας όπου γίνεται αναφορά σε περιστατικά έμφυλης βίας ιδίως στην περιοχή της Kinshasa και την αντιμετώπιση από τις αρχές της χώρας καταγωγής της. Υπόψη επίσης λήφθηκε και η κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής της Αιτήτριας. Στο πλαίσιο της νομικής ανάλυσης, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης Αιτήτριας δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικά σχετικά με ενδεχόμενη υπαγωγή της στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, παρατέθηκαν πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας από τις οποίες δεν προκύπτει η ύπαρξη ένοπλης σύρραξης στην Kinshasa.

 

24.         Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, η Αιτήτρια δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο ισχυρισμό.

 

25.          Προχωρώντας σε de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

 

26.         Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, ήτοι τις φερόμενες απειλές και την απόπειρα σεξουαλικής κακοποίησης από αστυνομικό στη χώρα καταγωγής της, λόγω της άρνησής της να ενδώσει σε σεξουαλική συνεύρεση, παρατίθενται τα ακόλουθα. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι, μετά τον θάνατο των γονέων της, περιήλθε σε κατάσταση ένδειας, με αποτέλεσμα να απωλέσει την οικία της, λόγω αδυναμίας καταβολής ενοικίου. Όπως ισχυρίστηκε, διαμένοντας στον δρόμο, γνώρισε έναν αστυνομικό, ο οποίος την έθεσε υπό την προστασία του περί τον Φεβρουάριο του 2016 και ανέλαβε, μεταξύ άλλων, και τη χρηματοδότηση της εκπαίδευσής της. Στη συνέχεια, κατά τους ισχυρισμούς της, ο αστυνομικός απαίτησε ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης στήριξης τη σεξουαλική τους συνεύρεση. Κατόπιν της άρνησής της, η Αιτήτρια φέρεται να υπέστη απειλές και κακομεταχείριση, με αποκορύφωμα την απόπειρα βιασμού. Για τους λόγους αυτούς, ισχυρίζεται ότι εγκατέλειψε την οικία του τον Αύγουστο του 2018.

 

27.         Ωστόσο, από την αξιολόγηση των συναφών δηλώσεών της διαπιστώνεται καταρχάς σοβαρή έλλειψη λεπτομερειών ως προς τις περιστάσεις των φερόμενων απειλών, παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις ίδιες τις δηλώσεις της, αυτές εκτείνονταν χρονικά από τον Μάρτιο του 2016 έως και τον Αύγουστο του 2018 (βλ. ερ. 31 και 33 του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, εντοπίζονται ουσιώδεις χρονικές και πραγματικές αντιφάσεις σε σχέση με προηγούμενα στάδια καταγραφής των λόγων εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της. Ειδικότερα, κατά την αρχική καταγραφή της αίτησης, η Αιτήτρια αναφέρθηκε σε στρατιωτικό – και όχι σε αστυνομικό – ως τον φερόμενο φορέα δίωξης (βλ. ερ. 1 του δ.φ.). Επιπλέον, ενώ τόσο κατά την καταγραφή όσο και κατά τη συνέντευξή της έκανε λόγο για απόπειρα βιασμού, κατά το στάδιο της αξιολόγησης της ευαλωτότητάς της, αναφέρθηκε σε σεξουαλική κακοποίηση. Ειδικότερα, περιέγραψε περιστατικό κατά το οποίο ο αστυνομικός την καταδίωξε με όπλο, τοποθετώντας το χρονικά στις 8.8.2022.

 

28.         Αντιθέτως, κατά τη συνέντευξή της η Αιτήτρια ανέφερε ότι εγκατέλειψε την οικία του εν λόγω αστυνομικού ήδη από τον Αύγουστο του 2018, και ότι έκτοτε μέχρι και το 2022 διέμενε με ιερέα, χωρίς οποιαδήποτε επαφή με το φερόμενο πρόσωπο-φορέα δίωξης (βλ. ερ. 29 και 33 του δ.φ.). Σε εκείνο το στάδιο, μάλιστα, περιορίστηκε σε αναφορά σε «απόπειρα σεξουαλικής κακοποίησης» αντί για τετελεσμένη κακοποίηση. Επιπλέον, χρονικές αντιφάσεις εντοπίζονται και στις αναφορές της σχετικά με τον χρόνο θανάτου των γονέων της. Κατά τη συνέντευξη ανέφερε αρχικά ότι οι γονείς της απεβίωσαν σε δυστύχημα το 2021, ενώ ακολούθως διευκρίνισε ότι ο θάνατός τους έλαβε χώρα το 2015, όταν εκείνη ήταν περίπου 13 ετών (βλ. ερ. 32 και 36 του δ.φ.). Ενώπιον του Δικαστηρίου κατά τη δικάσιμο της 2.12.2024, διαφοροποίησε εκ νέου τη δήλωσή της, ισχυριζόμενη ότι το εν λόγω συμβάν συνέβη όταν ήταν 16 ετών, ήτοι το 2018. Τέλος, οι περιγραφές της Αιτήτριας ως προς το πρόσωπο του φερόμενου φορέα δίωξης – με τον οποίο ισχυρίζεται ότι διέμενε για ενάμιση περίπου έτος – είναι λεκτικά φειδωλές και ελλιπώς προσδιορισμένες.

 

29.          Υπό το πρίσμα των ανωτέρω αντιφάσεων και ασάφειας των δηλώσεων της Αιτήτριας, δεν καθιδρύεται η εσωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού. Δεδομένου ότι το περιγραφόμενο περιστατικό αφορά ιδιωτικό πρόσωπο και εμπίπτει σε ιδιαιτέρως προσωπικό πλαίσιο, δεν κρίνεται εύλογο ή εφικτό να αναζητηθούν εξωτερικές πηγές επαλήθευσης. Σημειώνεται ότι η Αιτήτρια ουδέποτε προσκόμισε οποιαδήποτε υποστηρικτική μαρτυρία ή αποδεικτικό στοιχείο αναφορικά με τις υπό εξέταση δηλώσεις της.

 

30.         Ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός της Αιτήτριας, για τους λόγους που εκθέτουν οι Καθ’ ων η αίτηση, απορρίπτεται επίσης, ανεξαρτήτως του ότι δεν συναρτάται ευθέως με τα συστατικά στοιχεία των άρθρων 3 ή 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

31.         Εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφέρουν πως η σεξουαλική βία ως μία επιμέρους μορφή της έμφυλης βίας είναι συχνό φαινόμενο στην Λ.Δ.Κ., η οποία εντοπίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό σε περιοχές με ένοπλες συρράξεις/συγκρούσεις, με ένα μεγάλο ποσοστό των θυμάτων να μην απευθύνεται στις αρχές προστασίας της χώρας για κοινωνικούς και πολιτιστικούς λόγους, ενώ καταγράφεται ασυνέπεια στην εφαρμογή της νομοθεσίας και χαμηλή απόκριση της αστυνομίας σε καταχρήσεις και περιπτώσεις έμφυλης βίας[1]. Έκθεση του Ινστιτούτου Bertelsmann Stiftung, η οποία καλύπτει το 2024, επιβεβαιώνει πως οι γυναίκες και τα κορίτσια πλήττονται δυσανάλογα από τη φτώχεια και αντιμετωπίζουν τακτικά σεξουαλική βία[2]. Επίσης, έκθεση των Γιατρών Χωρίς Σύνορα του 2024 αποτυπώνει ανησυχητικά επίπεδα σεξουαλικής βίας στις περιοχές που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις, σε καθημερινό επίπεδο μέσα και γύρω από τα camps («καταφύγια/κέντρα φιλοξενίας») των εσωτερικά εκτοπισμένων[3]. Ομοίως, έκθεση του World Bank για την ΛΔΚ, ενημερωμένη στις 18.10.2024, επικαλούμενη πηγή του 2013 αναφέρει πως « […]οι μισές γυναίκες στην χώρα αναφέρουν ότι έχουν υποστεί σωματική βία και σχεδόν το ένα τρίτο έχει υποστεί σεξουαλική βία, πιο συχνά στα χέρια ενός στενού συντρόφου»[4].

 

32.         Σύμφωνα με ακαδημαϊκό σύγγραμμά, η Λ.Δ.Κ. χαρακτηρίζεται ως  «μια πατρογονική κοινωνία, που σημαίνει ότι οι γενιές συνδέονται μέσω του πατέρα μίας οικογένειας»[5] και, σύμφωνα με διάφορες πηγές που εντοπίζονται σε σχετική έκθεση της Υπηρεσίας Μετανάστευσης[6], «στο πλαίσιο του Κονγκό, αυτό σημαίνει περαιτέρω ότι μια γυναίκα στη ΛΔΚ ορίζεται πάντα μόνο σε σχέση με έναν άνδρα συγγενή. Ως εκ τούτου, γυναίκες που απομακρύνονται από αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο θεώρησης της οικογένειας εκλαμβάνονται αρνητικά από την κοινωνία και ενίοτε από τη δική τους οικογένεια.[7] Αυτές οι μεροληπτικές συμπεριφορές έναντι των γυναικών έχουν συμβάλει σε μία γενικά χαμηλή ισότητα των φύλων και σε εκτεταμένη σεξουαλική βία και βία με βάση το φύλο. Οι ανύπαντρες γυναίκες χωρίς το υποστηρικτικό δίκτυο που προσφέρει ένας άνδρας συχνά αντιμετωπίζονται αρνητικά (σ.σ. από την κοινωνία), βρίσκονται σε πιο ευάλωτη θέση και πολλές αποφασίζουν να κάνουν συναλλακτικό σεξ για να αποκτήσουν πρόσβαση σε καταφύγιο και εργασία».,[8]

 

33.         Περαιτέρω, η απάντηση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο) αναφορικά με την κατάσταση των γυναικών χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο στην Kinshasa κατά το διάστημα 2017 – 2019, επιβεβαιώνει όλα τα ανωτέρω για τις γυναίκες χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο. Συμπληρώνει αναφορικά με τα «παιδιά του δρόμου» και δη, τα κορίτσια ότι «οι έμφυλες διαφορές είναι ορατές μεταξύ των παιδιών του δρόμου στην Kinshasa: τα κορίτσια είναι πιο πιθανό να έχουν εγκαταλειφθεί από τις οικογένειές τους για να ζήσουν μία ζωή στο δρόμο (που συχνά περιλαμβάνει σεξουαλική εργασία) και είναι εντονότερα στιγματισμένα, γεγονός που καθιστά πιο δύσκολη την επανένωση με τις οικογένειές τους.»[9]

 

34.         Επισημαίνεται ακόμη πως σύμφωνα με τον ως άνω Οδηγό της EUAA αναφέρεται σχετικά με την αξιολόγηση της αξιοπιστίας πως η γενική αξιοπιστία του αιτούντος αναφέρεται στη συνοχή και την ευλογοφάνεια της συνολικής αφήγησής του. Η αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας βασίζεται σε συγκεκριμένους δείκτες, όπως η εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, η λεπτομέρεια των πληροφοριών και η ευλογοφάνεια, ωστόσο κανένας από αυτούς δεν είναι απόλυτα καθοριστικός. Η συνολική εξέταση της αξιοπιστίας πρέπει να γίνεται με βάση όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία ακολουθώντας αντικειμενικές και αμερόληπτες μεθόδους, ώστε να αποφεύγονται εσφαλμένες απορρίψεις ή άκριτες αποδοχές[10]. Εν προκειμένω, στη βάση των ανωτέρω το συνολικό αφήγημα της Αιτήτριας δε δύναται να γίνει αποδεκτό καθότι παρά τις εξωτερικές πηγές οι οποίες επιβεβαιώνουν την σε εκτεταμένο βαθμό ύπαρξη έμφυλης βίας γυναικών χωρίς υποστηρικτικό περιβάλλον, όπως εν προκειμένω η Αιτήτρια, η εσωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας δεν στοιχειοθετείται.

 

35.         Ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός της Αιτήτριας, για τους λόγους που εκθέτουν οι Καθ’ ων η αίτηση, απορρίπτεται επίσης, ανεξαρτήτως του ότι δεν συναρτάται ευθέως με τα συστατικά στοιχεία των άρθρων 3 ή 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

36.         Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει η Αιτήτρια γίνεται καταρχάς αποδεκτός ότι αυτή συνιστά γυναίκα μόνη με κοινωνικό υποστηρικτικό δίκτυο (εκκλησία και φιλικά πρόσωπα στη χώρα της) υγιής, με υψηλό για τα δεδομένα της χώρας της μορφωτικό επίπεδο, με εργασιακή πείρα εκτός της χώρας της, ικανή προς εργασία, έχοντας διαβιώσει για όλη της τη ζωή στην Kinshasa, εξεταζόμενο τόπο επιστροφής της. Δεδομένης της απόρριψης του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού της, δεν προκύπτει ότι πρόκειται περί προσώπου το οποίο έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης ή εκμετάλλευσης ή άλλης δίωξής της στο παρελθόν.

 

37.         Εν συνεχεία, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες που επικρατούν για τις γυναίκες στην ΛΔΚ, από τις οποίες προέκυψαν τα κάτωθι:

 

38.         Πηγές αναφέρουν το 40.3% των γυναικών της Λ.Δ.Κ. έχουν δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε σύγκριση με το 69.1% των ανδρών,[11] ωστόσο, η γυναίκα χωρίς υποστήριξη κάποιου άνδρα δεν έχει δικαίωμα σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες, σύμφωνα με τη συλλογή πληροφοριών του Συμβουλίου για τη Μετανάστευση και τους Πρόσφυγες του Καναδά που δημοσιεύτηκε το 2019. Όσον αφορά την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, η ίδια πηγή σημείωσε ότι η υγειονομική περίθαλψη είναι δωρεάν για ορισμένες ασθένειες όπως η φυματίωση, αλλά ότι ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση, μία [μετάφραση] «καλή ιατρική συμβουλή» σημαίνει ότι «πάντα δίνεις κάτι» στους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης.[12]

Ως προς την μεταχείριση των μόνων/ανύπαντρων γυναικών χωρίς ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο επισημαίνεται ότι στη Λ. Δ.Κ., η ιδέα της παραδοσιακής αφοσίωσης στην οικογένεια, τη γενεαλογία και τους άλλους κοινωνικούς δεσμούς επιβιώνει. [13] Επιπλέον, η ως άνω αναφερόμενη πηγή αναφέρει πως«[…] η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι μια πατρογονική κοινωνία, που σημαίνει ότι οι γενιές συνδέονται μέσω του πατέρα μιας οικογένειας.[14]

 

39.         Αναφορικά με την πρόσβαση των μόνων γυναικών στην στέγαση, η ανωτέρω έκθεση του Danish Immigration Service (DIS) του 2022 επικαλούμενη μαρτυρία εκπροσώπου από μια ΜΚΟ (Afia Mama) με έδρα την ΛΔΚ  αναφέρει πως  οι γυναίκες δεν έχουν πόρους για να τύχουν πρόσβασης σε στέγαση και, ειδικότερα, οι γυναίκες χωρίς ακαδημαϊκά προσόντα. Η ίδια έκθεση συνεχίζει πως για αυτές τις γυναίκες οι επιλογές στέγασης περιορίζονται στο να διαβιώσουν σε οικογενειακά σπίτια, με πολλούς ανθρώπους να μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο ή σε προσωρινά καταφύγια ή παράγκες και ότι ορισμένες ανύπαντρες/μόνες γυναίκες θα μπορούσαν να υποβληθούν σε σεξουαλική εκμετάλλευση, εμπορία, να καταφύγουν και στην πορνεία στην περίπτωση που δεν δύνανται να εξεύρουν στέγη/η δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά το ενοίκιο. Επίσης, έτερη μαρτυρία που επικαλείται η ανωτέρω έκθεση αναφέρει πως «πολλοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν έναν νεοαφιχθέντα να ενσωματωθεί στην Kinshasa, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσικών δεξιοτήτων (Γαλλικά, Λινγκάλα), των καλών σχέσεων με τα μέλη της οικογένειας στην περιοχή διαμονής και η σύνδεση με την εκκλησία και ως εκ τούτου ένα άτομο χωρίς κοινωνικό δίκτυο θα αντιμετωπίσει πολλά εμπόδια κατά την μετάβαση και διαμονή του στην Κινσάσα συμπεριλαμβανομένης και της εύρεσής διαμονής»[15]. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με διάφορες πηγές «Οι ανύπαντρες γυναίκες στην Κινσάσα συχνά βρίσκονται σε πιο ευάλωτη θέση, για τον λόγο αυτό πολλές γυναίκες από μητριαρχικά νοικοκυριά προσποιούνται ότι είναι παντρεμένες σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τον στιγματισμό και να ελαττώσουν την ευαλωτότητά τους.[16] Η πηγή η [ΜΚΟ] Afia Mama προσθέτει ότι οι ανύπαντρες γυναίκες συχνά θεωρείται ότι είναι ιερόδουλες στην Kinshasa και συνεπώς, η σεξουαλική συναλλαγή αναμένεται από αυτές. Καθώς οι ανύπαντρες γυναίκες βρίσκονται σε μια πιο ευάλωτη θέση, υπόκεινται σε άτυπη φορολογία από την αστυνομία ή άλλους επιθεωρητές προκειμένου να έχουν πρόσβαση στην τοπική αγορά.[17] Στις χήρες και στις γυναίκες που ηγούνται νοικοκυριών παρουσιάζονται λιγότερες ευκαιρίες, καθώς είναι γενικά πιο ευάλωτες και χαρακτηρίζονται από υψηλότερα ποσοστά φτώχειας και ακραίας φτώχειας, επειδή δεν είναι σε θέση να κληρονομήσουν την περιουσία και τα περιουσιακά στοιχεία του εκλιπόντος συζύγου τους[18]».

 

40.         Περαιτέρω ως προς την πρόσβαση των γυναικών στην εργασία, έκθεση του USDOS του 2023 καταγράφει πως «το Σύνταγμα απαγορεύει τη διάκριση βάσει φύλου, ωστόσο η νομοθεσία δεν παρέχει τα ίδια δικαιώματα για τις γυναίκες και τους άνδρες. Παρότι η νομοθεσία επιτρέπει στις γυναίκες τη συμμετοχή σε οικονομικούς τομείς χωρίς τη συγκατάθεση των ανδρών συγγενών, προβλέπει τη φροντίδα μητρότητας, απαγορεύει τις σχετικές με το θεσμό της προίκας ανισότητες και ορίζει πρόστιμα και ποινές για όσους προβαίνουν σε διακρίσεις ή λαμβάνουν μέρος σε έμφυλη βία, η κυβέρνηση όμως δεν εφάρμοσε αποτελεσματικά τη νομοθεσία. Οι γυναίκες βίωσαν οικονομική διάκριση, ενώ υπήρξαν νομικοί περιορισμοί στη γυναικεία εργασία, χωρίς περιορισμούς ωστόσο στη διάρκεια εργασίας των γυναικών[19]. Πολλές γυναίκες από τη Λ.Δ.Κ. ανέλαβαν το ρόλο του κύριου παρόχου για τις οικογένειές τους. Εργάζονται συχνά σε χαμηλά αμειβόμενες και σωματικά απαιτητικές θέσεις εργασίας και πλήττονται δυσανάλογα από τη φτώχεια. Σύμφωνα με το UNDP (2017), η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας είναι 61.2% σε σύγκριση με 69.1% για τους άνδρες.[20]

 

41.         Επίσης ανωτέρω αναφερόμενη έκθεση του ιδρύματος Bertelsmann επικαλούμενη έτερες πηγές αναφέρει πως το 2021 ο δείκτης για την ανισότητα των φύλων Gender Inequality Index (GII) – μια σύνθετη μέτρηση της ανισότητας των φύλων που χρησιμοποιεί την αναπαραγωγική υγεία, την ενδυνάμωση και την αγορά εργασίας ως κύριες παραμέτρους μέτρησης– αποτυπώνει πως η Λ.Δ.Κ. κατατάσσεται στην 151η θέση  από τις 179 χώρες που αξιολογήθηκαν, με μόνο το 14,3% των γυναικών να καταλαμβάνει κοινοβουλευτικές θέσεις. Συνεχίζει πως η ΛΔΚ βαθμολογείται με 0,576 και κατατάσσεται στην 151η θέση από 156 χώρες που αξιολογούνται στον δείκτη Global Gender Gap του 2021[21].

 

42.         Καταληκτικά, σε συνέντευξη μέσω zoom με τον José Bazonzi, από το University of Kinshasa, UNIKIN με την Υπηρεσία Μετανάστευσης της Δανίας σημειώνεται σε έκθεση του Οκτωβρίου του 2022 ως προς την κατάσταση για τους ανθρώπους στην Κινσάσα χωρίς κοινωνικό δίκτυο, ότι «ένα άτομο χωρίς κοινωνικό δίκτυο στην Κινσάσα θα έχει σοβαρές δυσκολίες προσαρμογής και ενσωμάτωσης, γιατί χωρίς την οικογένεια και χωρίς διασυνδέσεις με την Εκκλησία, το άτομο θα νιώθει εγκαταλελειμμένο επειδή στη ΛΔΚ η κοινωνική βοήθεια που παρέχεται από το κράτος δεν λειτουργεί σωστά. Υπάρχει σχεδόν ένα κενό εδώ, και αυτό ισχύει και για τους ανθρώπους που έρχονται από μακριά για να εγκατασταθούν στην πρωτεύουσα, καθώς και για τους ανθρώπους εκεί. Οι υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας υπάρχουν αλλά δεν είναι στο ύψος των καθηκόντων τους. Ένα τέτοιο άτομο αντιμετωπίζει πρώτα τα προβλήματα της στέγασης, πρόσβασης σε εργασία και μετά (σ.σ. αντιμετωπίζει) το πρόβλημα των πόρων. Επιπλέον, το άτομο θα έχει προβλήματα με την διασφάλιση των απαραίτητων ως προς το ζην και την πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη σε περίπτωση ασθένειας. Στη ΛΔΚ, η οικογένεια και η εκκλησία αποτελούν ή πρακτικά παίζουν τον ρόλο της άτυπης κοινωνικής ασφάλισης. Ίσως πρέπει επίσης να αναφέρουμε εδώ τις ρίζες της ανεργίας των νέων και της αστικής ληστείας (συμμοριών) και του εγκλήματος, γνωστές στην Κινσάσα ως "Kuluna": πολλοί νέοι, χωρίς δουλειά, συχνά υπό την επήρεια ναρκωτικών, επιδίδονται σε κατακριτέες πράξεις... Έτσι, ο κίνδυνος είναι πολύ υψηλός για ένα άτομο χωρίς υποστήριξη, να τολμήσει να εγκατασταθεί στην Κινσάσα, εξαιτίας της αστικής ληστείας και της οικονομικής ανέχειας».[22]

 

43.         Περαιτέρω, ανευρέθηκε ότι στην ΛΔΚ υφίστανται οργανώσεις, οι οποίες διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην υποστήριξη και την ενδυνάμωση των γυναικών στη χώρα, αντιμετωπίζοντας διάφορες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Ειδικότερα, η οργάνωση “Women for Women International” δραστηριοποιείται στη Λ.Δ.Κ., προσφέροντας ένα ετήσιο πρόγραμμα για την ενδυνάμωση των γυναικών.[23] Από το 2004, η οργάνωση έχει υποστηρίξει 91.000 γυναίκες, ηλικίας 31-40 ετών. Επιπλέον, η οργάνωση “AFPDE” δημιουργήθηκε από γυναίκες ακτιβίστριες στην ΛΔΚ[24] και έχει ως στόχο την αναγνώριση των δικαιωμάτων των γυναικών και των παιδιών, την προστασία τους και την υποστήριξή τους. Το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για την Ειρήνη και την Ανθρωπιστική Βοήθεια των Γυναικών (WPHF) παρέχει θεσμική και προγραμματική χρηματοδότηση σε τοπικές οργανώσεις και γυναίκες ακτιβίστριες στη Λ.Δ.Κ..[25] Στόχος του είναι η προώθηση της ηγετικής συμμετοχής των γυναικών και των κοριτσιών στον ανθρωπιστικό σχεδιασμό και την ανταπόκριση, η προστασία τους από τη σεξουαλική και έμφυλη βία (SGBV) και η ενίσχυση της συμμετοχής τους στις αναπτυξιακές προσπάθειες σε όλη τη χώρα. Επιπλέον, η «CARE», μια οργάνωση που δραστηριοποιείται παγκοσμίως, έχει ενισχύσει τη δομή και τη στρατηγική της, ώστε να βοηθήσει τα πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας της Λ. Δ. Κ. στην εξάλειψη της φτώχειας και στη μείωση της ευαλωτότητά τους απέναντι στην κοινωνική αδικία.[26] Οι ομάδες - στόχοι στην χώρα περιλαμβάνουν φτωχές και ευάλωτες γυναίκες, έφηβες και εφήβους, καθώς και εκτοπισμένους και επαναπατριζόμενους πληθυσμούς [27] Σύμφωνα με έκθεση του USDOS για το έτος 2022 αναφέρονται τα εξής: «Ένας αριθμός διεθνών οργανισμών, διεθνών και τοπικών ΜΚΟ βρίσκονται στην ΛΔΚ παρέχοντας ανθρωπιστικές υπηρεσίες και προσφέροντας υποστήριξη στους επιζώντες της σεξουαλικής και της έμφυλης βίας, καθώς και της σεξουαλικής βίας που σχετίζεται με συγκρούσεις»[28].

 

44.         Υπό το φως των ανωτέρω, καίτοι γενικά παρατηρούνται διακρίσεις και περιστατικά έμφυλης βίας στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, παρά ταύτα η ίδια έχοντας διαβιώσει επί μακρόν στη χώρα καταγωγής της και έχοντας μόρφωση και διαθέτουσα κοινωνικό υποστηρικτικό δίκτυο, το οποίο έμπρακτα την στήριξε στο παρελθόν κρίνεται ότι δεν διατρέχει ευλόγως κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής της στην Kinshasa. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι μέσα από τις πηγές διαφαίνεται μεν η έντονη παρουσία των ΜΚΟ για υποστήριξη γυναικών με το προφίλ της Αιτήτριας, αλλά επισημαίνεται και η μεγάλη σημασία των διασυνδέσεων με την εκκλησία για την κοινωνική ασφάλεια της Αιτήτριας. Έτσι, από τις ίδιες τις δηλώσεις της Αιτήτριας προκύπτει ότι η ίδια διαθέτει διασυνδέσεις με την εκκλησία αφού φιλοξενούνταν για μεγάλο χρονικό διάστημα από κάποιον ιερέα έως την αναχώρησή της από την Λ.Δ.Κ.. Επικουρικώς, επισημαίνεται ότι η Αιτήτρια επί μεγάλο χρονικό διάστημα, ήτοι για περίοδο 4 ετών (2018 – 2022, οπότε αναχώρησε), δεν είχε καμία επικοινωνία και/ή επαφή με τον προαναφερόμενο αστυνομικό ούτε προκύπτει από τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου πως εκείνος επιχείρησε με οποιονδήποτε τρόπο να την εντοπίσει αφότου η ίδια αναχώρησε από την οικία του και για όσο η Αιτήτρια διέμενε με τον ιερέα. Όσον αφορά τη θρησκεία της Αιτήτριας σύμφωνα με την πιο πρόσφατη σχετική έκθεση ο Χριστιανισμός αποτελεί την πρώτη πλειοψηφικά θρησκεία σε ποσοστό 95,1%[29], και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν κινδυνεύει να υποστεί δίωξη λόγω της θρησκείας της.

 

45.         Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμη η αναφορά της Αιτήτριας περί του ότι οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να την παραπέμψουν σε ιατρική εξέταση. Καταρχάς όπως ορθώς επισημαίνουν οι Καθ’ ων η αίτηση ο εν λόγω ισχυρισμός, ως προωθούμενη διαδικαστική πλημμέλεια, δεν εξειδικεύεται δεόντως στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας, όπου η Αιτήτρια περιορίζεται σε απλή αναφορά στις οικείες διατάξεις χωρίς περαιτέρω υπόδειξη των προσωπικών της περιστάσεων και υπαγωγή αυτών στις κρίσιμες διατάξεις (Βλ. Α.Ε. Αρ. 156/2012, Mustafa Haghilo v. Γενικού Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών, ημερ. 27/2/2018, Α.Ε. Αρ. 95/2012, Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, ημερ. 6.7.2018, Α. Ε. αρ. 1883, Μαρία Ευθυμίου ν. Ε.Δ.Υ., (1997) 3 ΑΑΔ 281, 14.7.1997). Επικουρικώς, επισημαίνεται ότι δυνάμει άρθρου 15 του περί Προσφύγων Νόμου, όταν ο αρμόδιος λειτουργός κρίνει σκόπιμο για την αξιολόγηση της αίτησης για διεθνή προστασία, και με την επιφύλαξη της συγκατάθεσης του εκάστοτε αιτητή, παραπέμπει αυτόν για εξέταση σε ιατρό ή/και ψυχολόγο, Δυνάμει δε του εδαφίου (8) του άρθρου 15 του περί Προσφύγων Νόμου όταν δεν διενεργείται ιατρική ή/και ψυχολογική εξέταση σύμφωνα με το εδάφιο (1) του ιδίου άρθρου, οι εκάστοτε αιτητές δικαιούνται με δική τους πρωτοβουλία και δικά τους έξοδα να μεριμνήσουν για την ιατρική ή/και ψυχολογική τους εξέταση όσον αφορά ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρές βλάβες, που υπέστησαν κατά το παρελθόν. Επιπλέον, η Αιτήτρια θα μπορούσε να λάβει τα δέοντα δικονομικά μέσα προς περαιτέρω τεκμηρίωση και εξειδίκευση των ισχυρισμών του. Παρατηρείται συναφώς ότι, η Αιτήτρια δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία περί της κατάστασης της υγείας της ή και αναφορικά με τα κατ' ισχυρισμό συμπτώματα/ενδείξεις που αυτός φέρει. Πολλώ δε μάλλον δεν εξηγεί πώς το κατ’ ισχυρισμό πρόβλημα επιδρά στην αξιολόγηση της αίτησής της. Σε κάθε περίπτωση επισημαίνεται ότι κατά το στάδιο της συνέντευξης ερωτηθείσα η Αιτήτρια αναφορικά με την υγεία της αποκρίθηκε ότι δεν αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα σε σχέση με αυτήν (βλ. ερ. 37 του δ.φ.) και επίσης διεξήχθη συνέντευξη ευαλωτότητας της Αιτήτριας πριν από την διεξαγωγή της συνέντευξή της σχετικά με τον πυρήνα του αιτήματός της όπου η Αιτήτρια δεν προέβαλε κανέναν σχετικό ισχυρισμό και κρίθηκε ως πρόσωπο με τη χαμηλότερη κατάταξη στην κλίμακα της ευαλωτότητας Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω αναφορές, κρίνεται ως εύλογη η μη παραπομπή της σε περαιτέρω ιατρικές εξετάσεις κατά το χρόνο της συνέντευξης, καθώς σύμφωνα με τις αναφορές της ίδιας αυτή δεν αντιμετώπιζε κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα με την υγεία της. Αλλά και στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, όπου η Αιτήτρια δια της συνηγόρου της επαναφέρει το εν λόγω ζήτημα, παρατηρείται ότι δεν προβάλλονται συγκεκριμένοι ισχυρισμοί που να δικαιολογούσαν την περαιτέρω παραπομπή της από το παρόν Δικαστήριο, για τους σκοπούς αξιολόγησης της αίτησης της για διεθνή προστασία, σε περαιτέρω ιατρικές εξετάσεις (βλ. ανωτέρω Aπόφαση του ΔΕΕ C‑283/24 [Barouk]). Επισημαίνεται δε η δικονομική ευχέρεια που διαθέτει η Αιτήτρια να προσκομίσει οποιοδήποτε σχετικό ιατρικό έγγραφο και να εξηγήσει πώς αυτό συναρτάται με την υπαγωγή της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, ενέργεια στην οποία δεν προέβη.

 

46.         Σε σχέση δε με την κατάσταση ασφαλείας στη Λ.Δ.Κ., εξωτερικές πηγές αναφέρουν ότι η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ.Κ., καθώς υπάρχουν ένοπλες ομάδες και η διακοινοτική βία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κατάσταση, την ασφάλεια και την ανθρωπιστική κατάσταση. Καταγράφονται επίσης, συνεχείς αναφορές για πολλές πόλεις στην ανατολική Λ.Δ.Κ. που δέχθηκαν επίθεση ή έπεσαν υπό τον προσωρινό έλεγχο ένοπλων ομάδων.[30]

 

47.         Ειδικότερα σε σχέση με την πόλη Kinshasa ωστόσο, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιφέρειας αλλά και της χώρας καταγωγής, δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν είτε τη δραστηριοποίηση ενόπλων φορέων, αφού, από τις ανωτέρω παρατεθείσες πληροφορίες, προκύπτει ότι οι μη κρατικοί ένοπλοι φορείς δραστηριοποιούνται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της Λ.Δ.Κ.[31] Σύμφωνα άλλωστε και με την ενημέρωση του ACLED, που συντάχθηκε από το Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation (ACCORD), αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στη Λ.Δ.Κ. το τελευταίο τρίμηνο του 2021, προκύπτει ότι μόνο οι επαρχίες Ιturi, North Kivu και South Kivu στα ανατολικά της χώρας βρίσκονται υπό τεταμένο καθεστώς ένοπλης βίας.[32]

 

48.         Αναλύοντας τα κατωτέρω ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που προέκυψαν κατόπιν έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί συγκεκριμένα στην επαρχία της Kinshasa, οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν το σχετικά ασφαλές της περιοχής. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 01.06.2024 έως 30.05.2025, σημειώθηκαν στην εν λόγω επαρχία 27 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 234 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 12 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (17 θάνατοι), 9 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων / ταραχών (203 θάνατοι), 2 περιστατικά συνίσταντο σε διαμαρτυρίες (κανένας θάνατος), καταγράφηκαν, επίσης, 4 περιστατικά μαχών ή εκρήξεων (14 θάνατοι), ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά απομακρυσμένης βίας.[33]

 

49.         Σημειώνεται, ωστόσο, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανωτέρω περιστατικών ασφαλείας και των συνεπακόλουθων απωλειών, έλαβε χώρα στις 2.9.2024 όταν κρατούμενοι της φυλακής Makala στην Kinshasa εξεγέρθηκαν και επιχείρησαν μαζική απόδραση. Προκλήθηκαν τουλάχιστον 130 θάνατοι, τόσο από την άτακτη φυγή και τα ποδοπατήματα, όσο και από πυροβολισμούς των αρχών που προσπάθησαν να σταματήσουν την απόδραση κρατουμένων.[34]

 

50.         Ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται σήμερα σε περίπου 16.316.000 κατοίκους.[35]

 

51.         Στη βάση όλων των ανωτέρω, ο φόβος της Αιτήτριας κρίνεται ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος στο σύνολό του καθώς από τα ενώπιόν μου στοιχεία και την ανωτέρω ανάλυση δεν προκύπτει κάποιος ευλόγως πιθανολογούμενος κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της.

 

52.         Συνεκτιμώντας το σύνολο των πληροφοριών που παρατέθηκαν ανωτέρω αναφορικά με τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία της ΛΔΚ, το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο προστασίας τους, τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα, καθώς και τα ιδιαίτερα προσωπικά χαρακτηριστικά της Αιτήτριας, κρίνεται ότι οι παραδοσιακές δομές και οι κυρίαρχες πατριαρχικές αντιλήψεις συντηρούν ένα ευρύ φάσμα διακρίσεων κατά των γυναικών, ενώ οι προσπάθειες του κράτους να τις προστατεύσει είναι περιορισμένες και αναποτελεσματικές, ωστόσο διαφαίνεται η συνεχής και αποτελεσματική προσπάθεια των προαναφερθέντων MKO να συνδράμουν τις γυναίκες, καθώς και ο σημαντικός ρόλος της εκκλησίας για την ασφάλεια αυτών των γυναικών. Ειδικότερα, το γεγονός ότι η Αιτήτρια είναι μία νεαρή γυναίκα, μόνη, μέτριου μορφωτικού επιπέδου και χωρίς οποιαδήποτε εργασιακή πείρα, η οποία δεν διαθέτει άλλο οικογενειακό αλλά διαθέτει φιλικό/κοινωνικό δίκτυο υποστήριξης (δημαντική είναι η σχέση που διατηρεί με τον ιερέα ο οποίος τη φιλοξένησε περί τα 4 έτη), ενισχύει τις πιθανότητες να μην αντιμετωπίσει τις συνέπειες κοινωνικής περιθωριοποίησης και του κοινωνικού στιγματισμού, της οικονομικής ανέχειας και της αδυναμίας να ενσωματωθεί στο κοινωνικό σύνολο επιστρέφοντας στη χώρα καταγωγής της. Συνεπώς, βάσει του προφίλ της Αιτήτριας και του κοινωνικοπολιτικού πλαισίου της Λ.Δ.Κ. δεν πιθανολογείται ευλόγως ότι η Αιτήτρια θα υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη Λ.Δ.Κ.

 

53.         Καταλήγω συνεπώς, ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός ούτε από τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή της στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς η Αιτήτρια δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη

 

54.         Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι η Αιτήτρια δεν τεκμηρίωσε, ότι ενόψει των προσωπικών της περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] δεν προκύπτει ότι αυτή διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

55.         Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι εκείνη, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας της και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 43]. Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

 

56.         Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Εν προκειμένω, με βάση τις ανωτέρω πηγές δεν προκύπτει να λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας.

 

57.         Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπ’ όψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε σχετική απόφασή του ότι συνιστούν «[.] μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

58.         Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (στο εξής: το ΕΔΑΔ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΑΔ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011, σκέψη 241) αξιολόγησε ως κατάλληλα, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τα κριτήρια αναφορικά με τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, εάν οι συγκρούσεις είναι τοπικές ή εκτεταμένες, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

59.         Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «[.] ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009, σκέψη 35). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση (σκέψη 39) διευκρίνισε ότι «[.] όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

 

60.         Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα δεν διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην Kinshasa, ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό, ώστε η Αιτήτρια λόγω της παρουσίας της και μόνο εκεί να έρθει αντιμέτωπη με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Ούτε προκύπτει από το προσωπικό προφίλ και τις περιστάσεις της ότι εμπλέκεται καθ' οιονδήποτε τρόπο με τα όσα διαδραματίζονται στα πλαίσια των ενόπλων συγκρούσεων που καταγράφονται συγκεκριμένα στις προαναφερθείσες περιοχές της Λ.Δ.Κ. (ήτοι επαρχίες North Kivu, South Kivu, Ituri και Kasai). Επομένως, ούτε συντρέχει περίπτωση υπαγωγής της Αιτήτριας σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] USDOS – US Department of State: 2022 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 20 March 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2089109.html, AI – Amnesty International (Author): Amnesty International Report 2022/23; The State of the World's Human Rights; Democratic Republic Of The Congo 2022, 27 March 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2089471.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/09/2024)

[2] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Congo, DR, 19 Μαρτίου 2024,
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105834/country_report_2024_COD.pdf

[3] MSF - Médecins Sans Frontières: MSF survey shows scale and continuing cycle of violence against displaced women in eastern DRC, 5 August 2024
https://www.msf.org/msf-survey-shows-scale-violence-against-displaced-women-eastern-drc

[4]   World Bank Group: Democratic Republic of Congo, Overview, 18.10.2024, https://www.worldbank.org/en/country/drc/overview

[5] Wagner, K., Glaesmer, H., Bartels, S.A. et al., “Presence of the Absent Father: Perceptions of Family among Peacekeeper-Fathered Children in the Democratic Republic of Congo”. J Child Fam Stud, 2022, https://link.springer.com/article/10.1007/s10826-022-02293-2ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025

[6] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 29 ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025

[7] De Herdt, Tom “Hidden families, single mothers and Cibalabala: Economic Regress and Changing Household Composition in Kinshasa”, Trefon, T. (Red.), Reinventing order in the Congo – How people respond to state failure in Kinshasa. London: Zed Books, 2004 σελ. 121, 128, https://www.bloomsburycollections.com/book/reinventing-order-in-the-congo-how-people-respond-to-state-failure-in-kinshasa/ch8-hidden-families-single-mothers-and-cibalabala-economic-regress-and-changing-household-composition-in-kinshasa ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025

[8] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 29 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025)

[9] Davis, L., ‘et al.’, Democratic Republic of Congo – DRC: Gender Country Profile 2014, The Swedish Embassy in Kinshasa, 2014, https://www.lauradavis.eu/wp-content/uploads/2014/07/Gender-Country-Profile-DRC-2014.pdf  σελ. 34, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025)

[10] EUAA, Δικαστική Ανάλυση: Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου , 2018,

file:///C:/Users/krotsma/Desktop/reports%20for%20study%20EUAA/EASO-Evidence-and-Credibility-Assessment-JA-EL.pdf, σελ. 21, 86, 102 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[11] FIDH (2019), ‘Five priorities for a State that respects human rights’, σελ.13, διαθέσιμο στο: fidh_drc_five_priorities_for_a_state_that_respects_human_rights_march2019.pdf ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025; UNDP, ‘Human Development Indices and Indicators: 2021 Statistical Update, Briefing note for countries on the 2021 Statistical Update, Congo (Democratic Republic of the)΄, διαθέσιμο στο Gender Inequality Index | Human Development Reports (undp.org) , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025)

[12] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author): Democratic Republic of Congo: Ability to resettle in Kinshasa, particularly for women without male support, including access to housing, jobs and public services (2016-August 2019) [COD106311.FE], 3 September 2019, https://www.ecoi.net/en/document/2028574.html , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025)

[13] Danish Immigration Service-DIS, 'Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 12 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 25/09/2024)

[14] Βλ. οπ. παραπάνω [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[15] Danish Immigration Service-DIS, 'Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 12 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 25/09/2024) EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Situation of women without a support network in Kinshasa [Q28-2023], 25 August 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2096524/2023_08_EUAA_COI_Query_Response_Q28_DRC_Situation_of_women_without_network.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[16] Jacobs C. et al., Figurations of Displacement in the Democratic Republic of the Congo: Empirical findings and reflections on protracted displacement and translocal connections on Congolese IDPs, November 2020, https://trafig.eu/output/working-papers/trafig-working-paper-no-4 σελ. 29 ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16.04.2024

[17] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, Annex 2: Interview notes, Afia Mama, an NGO in the Democratic Republic of Congo (DRC), Skype-interview, 2 August 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf παρα.  12, σελ. 45 ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025

[18] The World Bank, Democratic Republic of Congo Systematic Country Diagnostic, Policy Priorities for Poverty Reduction and Shared Prosperity in a Post-Conflict Country and Fragile State, March 2018, https://openknowledge.worldbank.org/bitstream/handle/10986/30057/DRC-SCD-FINAL-ENGLISH-06132018.pdf?sequence=1&isAllowed=y  σελ. 1 ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025

[19] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 42, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 31.1.2025)

[20] FIDH (2019), ‘Five priorities for a State that respects human rights’, σελ.13, fidh_drc_five_priorities_for_a_state_that_respects_human_rights_march2019.pdf ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025; UNDP, ‘Human Development Indices and Indicators: 2021 Statistical Update, Briefing note for countries on the 2021 Statistical Update, Congo (Democratic Republic of the)΄, διαθέσιμο στο Gender Inequality Index | Human Development Reports (undp.org) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025)

[21] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Congo, DR, 19.3.2024,
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105834/country_report_2024_COD.pdf[Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[22] DIS – Danish Immigration Service (Author): Democratic Republic of the Congo; Socioeconomic conditions in Kinshasa , October 2022 https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 48-49 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[23] The borgen project, Women’s Empowerment in the Democratic Republic of the Congo, διαθέσιμο σε: https://borgenproject.org/womens-empowerment-in-the-democratic-republic-of-the-congo/?   , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025)

[24] AFPDE ,  https://www.afpde.org/a-propos/ , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16.4.2025)

[25] WPHF, Democratic Republic of Congo, https://wphfund.org/countries/drc/?  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025)

[26] Care, https://www.care.org/our-work/where-we-work/democratic-republic-of-the-congo/?  , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025)

[27] Care, https://www.care.org/our-work/where-we-work/democratic-republic-of-the-congo/?  , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.04.2025)

[28] USDOS – US Department of State: 2022 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 20 March 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2089109.html, ημερομηνία Πρόσβασης: 23.04.2025,  σελ. 7

[29] USDOS - US Department of State: 2023 Report on International Religious Freedom: Democratic Republic of the Congo, 26 June 2024, https://www.ecoi.net/en/document/2111851.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.6.2025)

[30] Gov.uk, Foreign travel advice Democratic Republic of the Congo, διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/democratic-republic-of-the-congo/safety-and-security, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[31] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/, καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση:https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html, USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf, και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[32] ACLED, Democratic Republic of Congo, Fourth Quarter 2021: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 30 Μαΐου 2022, https://www.ecoi.net/en/file/local/2074522/2021q4DemocraticRepublicofCongo_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[33] ACLED, Dashboard, [εφαρμοσμένες παράμετροι: 1.6.2024 – 30.5.2025, Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Kinshasa]

https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[34] Human Rights Watch -HRW, DR Congo: Investigate Prison Deaths, Sexual Violence, 6 September 2024, https://www.hrw.org/news/2024/09/06/dr-congo-investigate-prison-deaths-sexual-violence (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)

[35] Macrotrends.net, Kinshasa, Republic of Congo Metro Area Population 1950-2023, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/cities/20853/kinshasa/population, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10.6.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο