
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υποθ. Αρ.: 4280/24
30 Ιουνίου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με τo άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
G. B. B. Από το Κονγκό
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Δημήτριος Παυλίδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόρος για τον Αιτητή.
Χριστίνα Δημητρίου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Ο Αιτητής είναι απών.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 11/09/2024 με την οποία το αίτημα του για διεθνή προστασία ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίφθηκε καθότι είναι άκυρη και/ή παράνομή και/ή αντισυνταγματική και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται αναγνώρισης διεθνούς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο Αιτητής έχει την ιθαγένεια της Λαικής Δημοκρατίας του Κονκγό και είναι κάτοχος διαβατηρίου με αριθμό OP069ΧΧΧ. O Αιτητής συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 12/05/2021, αφού εισήλθε παράνομα στις Ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, μέσω των κατεχόμενων απο την Τουρκία και Μη Ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία περιοχών. Στις 13/5/2021 ο Αιτητής παρέλαβε τη Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας. Στις 07/08/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 11/09/2024, αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σε σχέση με τη συνέντευξη του Αιτητή. Στις 11/09/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος αρμόδιος Λειτουργός να εκτελεί τα καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή και την επιστροφή του στην ΛΔ Κονγκό δυνάμει των σχετικών άρθρων του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Στις 10/10/2024 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν. Ακολούθως στις 30/10/2024, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ).
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής δια της δικηγόρου του, προβάλει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με τη Γραπτή Αγόρευση.
Οι λόγοι ακύρωσης δεν εξειδικεύονται στο αρχικό δικόγραφο.
Στη ΓΑΑ υπό «4. ΔΕΟΥΣΑ ΕΡΕΥΝΑ» (σελ. 9 επ.) προωθείται η έλλειψη δέουσας έρευνας. Σημειώνεται ότι εντός του κειμένου γίνεται αναφορά στη χώρα Νιγηρία.
Υπό «5. ΠΛΑΝΗ» (σελ. 12) προωθείται η ύπαρξη πλάνης περί τα πράγματα.
Υπό «6. ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ» (σελ. 13 επ.) προωθείται η έλλειψη αιτιολογίας. Σημειώνεται ότι γίνεται παραπομπή σε πλείστες πηγές που αφορούν τη Νιγηρία.
Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση αντιτείνει με τη δική της γραπτή αγόρευση ότι, οι ισχυρισμοί που πρόβαλε η Αιτήτρια προκειμένου να στηρίξει το επίδικο αίτημα του ήταν γενικοί και αόριστοι, χωρίς καμιά απολύτως εξειδίκευση, ενώ δεν μπόρεσε να καταδείξει οποιοδήποτε φορέα δίωξης στη χώρα της. Είναι η θέση των Καθ' ων η Αίτηση ότι κανένας από τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας δεν ευσταθεί, και οι Καθ' ων η Αίτηση ενήργησαν καλόπιστα κάτω από τις συγκεκριμένες περιστάσεις της παρούσας, και σύμφωνα πάντα με το Νόμο και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου. Παράλληλα, αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AΑΔ 598).
Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι η απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636 . Σχετική είναι και η υπόθεση Σπύρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 571/94 κ.α., ημερ. 22.11.1995, στη σελ. 4
Οι αγορεύσεις αποτελούν τη μόνη μέθοδο ανάπτυξης των λόγων ακύρωσης ή ισχυρισμών που ήδη προσβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής.
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56.»
Η συνήγορος του Αιτητή γενικά και αόριστα παραθέτει τα νομικά σημεία στην αγόρευσή της και επικαλείται παραβιάσεις του περί Προσφύγων Νόμου και των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου ωστόσο ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης. Εκλείπει δε και η υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων στους λόγους ακύρωσης που κατ' ισχυρισμό παραβιάζονται. Ωστόσο η συνήγορος απέσυρε όλους του νομικούς ισχυρισμού πλήν τον ισχυρισμό περί ελλιπούς δέουσας έρευνας .
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν έγινε επαρκής η δέουσα έρευνα κρίνω ότι είναι γενικός και αόριστος και δεν γίνεται οποιοδήποτε υπαγωγή στα πραγματικά γεγονότα που αφορούν τον Αιτητή.
Όπως έχει πλειστάκις νομολογηθεί η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται κατά τη διενέργεια της έρευνας, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.
Περαιτέρω, η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπεράσματα (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97, A.Ε.2371, Motorways Ltd ν Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).
Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της επίδικης προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσο το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκεινται στη διακριτική ευχέρεια του εν λόγω αποφασίζοντος διοικητικού οργάνου και διαφέρουν κατά περίπτωση (Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου 2010).
Περαιτέρω, όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. THE REPUBLIC OF CYPRUS (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.α., Αναθεωρητικές Εφέσεις 868 και 869, ημερομηνίας 13.12.90).».
Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, οι Καθ' ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους. Ειδικότερα, στην αρχή της συνέντευξης του, ο Αιτητής, αφού ενημερώθηκε για τη διαδικασία και τα δικαιώματά του επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση και ότι μπορεί να απαντήσει, ως επίσης ότι δεν έχει οποιεσδήποτε απορίες σχετικά με τη διαδικασία. Επιβεβαίωσε επίσης ότι δεν έχει έγγραφα να υποβάλει και όσα αναγράφονται στην αίτηση του είναι αληθή.
Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία τα οποία εμπεριέχονται στον διοικητικό φάκελο, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε ενδελεχή εξέταση του αιτήματος του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας, καθώς και όλων των στοιχείων που είχε ενώπιον του, ενώ εξάντλησε κατά τη συνέντευξη με τον Αιτητή όλες τις πτυχές των ισχυρισμών του και εν τέλει εκεί όπου θεώρησε σκόπιμο προέβη σε περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων μέσω έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Κατά την καταγραφή του αιτήματος του ο Αιτητής δήλωσε ότι έχει την ιθαγένεια της ΛΔ Κονγκό και γεννήθηκε στην Kinshasa. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι χριστιανός και ως προς το φυλετικό ανήκειν δήλωσε ότι είναι Mongo. Ως προς το ταξίδι του δήλωσε ότι εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία παράνομα.
Ως προς το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι το κομμωτήριο που διατηρούσε κάηκε με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του ένας υπάλληλός του. Ακολούθως, η οικογένεια του υπαλλήλου απείλησε τον Αιτητή με θάνατο, επειδή θεώρησε ότι η πυρκαγιά ήταν προσχεδιασμένη (ερυθρά 13-11 δ.φ.).
Κατά την πρωτοβάθμια συνέντευξη ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (ερυθρά 31-30 δ.φ.).
Ως προς το επαγγελματικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι είχε ένα κομμωτήριο, όπου εργαζόταν για 12 περίπου χρόνια, ενώ επίσης το έτος 2005-2006 εργάστηκε ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στην ομάδα AC-Bandal (ερυθρά 27 δ.φ.).
Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι οι γονείς του και 3 αδερφές του βρίσκονται στην κοινότητα Lemba της Kinshasa, 2 αδέρφια του βρίσκονται στην Κύπρο και μία αδερφή του βρίσκεται στη Γερμανία (ερυθρά 30-29 δ.φ.). Προσέθεσε ότι έχει δύο κόρες, εκ των οποίων η μία τελειώνει το σχολείο και η άλλη είναι 5 χρονών. Οι κόρες του ζούνε με τη μητέρα τους στην κοινότητα Kalamu της Kinshasa. Ο ίδιος δεν έχει παντρευτεί με τη μητέρα τους, ούτε διέμεναν ποτέ όλοι μαζί οικογενειακώς (ερυθρό 29 δ.φ.). Τέλος, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι πατέρας ενός παιδιού που έχει γεννηθεί στην Κύπρο, ωστόσο δεν έχει καταγραφεί επισήμως ως πατέρας στο πιστοποιητικό γέννησης του παιδιού (ερυθρό 28 δ.φ.).
Ως προς τα μέρη στα οποία έχει ζήσει, ο Αιτητής δήλωσε ότι από τη γέννησή του μέχρι και το 2000 ζούσε στην κοινότητα Kalamu της Kinshasa, ενώ από το 2000 μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα ζούσε στην κοινότητα Lemba της Kinshasa (ερυθρό 26 δ.φ.).
Ο Αιτητής δήλωσε ότι εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των Μη Ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία Περιοχών στις 30/03/2021 (ερυθρό 26 δ.φ.). Προσέθεσε ότι δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα κατά την έξοδό του από τη χώρα ούτε έχει συλληφθεί ή κρατηθεί ποτέ στη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 25 δ.φ.).
Ως προς το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι έφυγε επειδή τον αναζητούσαν μετά τον θάνατο ενός συνεργάτη του μέσα στο κομμωτήριο που διατηρούσε (ερυθρό 25 δ.φ.). Το συμβάν σημειώθηκε στις 25/12/2021, όταν ο συνεργάτης του, Frank, διανυκτέρευσε στο χώρο και προκάλεσε πυρκαγιά αφού άναψε κερί, ενώ ήταν μεθυσμένος. Ο ίδιος ο Frank απανθρακώθηκε (ερυθρά 24-23 δ.φ.). Ο Αιτητής εξήγησε ότι λόγω της απουσίας ηλεκτρικού ρεύματος είναι σύνηθες να χρησιμοποιούνται κεριά στη ΛΔ Κονγκό (ερυθρό 24 δ.φ.).
Ο Αιτητής ενημερώθηκε τηλεφωνικά για την πυρκαγιά και έσπευσε στο σημείο, όμως ήταν αργά. Υπήρξε παρέμβαση της αστυνομίας, η οποία αναζητούσε τον ιδιοκτήτη του καταστήματος, δηλαδή τον ίδιο. Όπως ισχυρίζεται, δεν εμφανίστηκε στις Αρχές διότι φοβόταν ότι όντας ιδιοκτήτης του χώρα, θα συλληφθεί (ερυθρό 23 δ.φ.).
Ερωτηθείς αν έγινε κάποια έρευνα εκ μέρους της αστυνομίας προς διαλεύκανση των συνθηκών της πυρκαγιάς, ο Αιτητής απάντησε καταφατικά και δήλωσε ότι σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας ο υπάλληλός του τοποθέτησε το κερί πάνω σε ένα κομμάτι ξύλου δίπλα στο παράθυρο, το οποίο πήρε φωτιά (ερυθρό 22 δ.φ.).
Ερωτηθείς για ποιο λόγο φοβάται ότι θα κατηγορηθεί ο ίδιος για την πυρκαγιά, δεδομένου ότι η αστυνομία έχει ήδη εντοπιστεί η αιτία της πυρκαγιάς, ο Αιτητής απάντησε ότι θεωρείται ο ίδιος υπεύθυνος ως ιδιοκτήτης του μαγαζιού, επειδή επέτρεψε στον υπάλληλό του να διανυκτερεύσει στο μαγαζί και να ανάψει το κερί (ερυθρό 22 δ.φ.).
Ερωτηθείς ποιος τον αναζητά, ο Αιτητής απάντησε ότι τον αναζητά τόσο η αστυνομία όσο και η οικογένεια του υπαλλήλου του (ερυθρό 22 δ.φ.).
Περαιτέρω, ο Αιτητής ανέφερε ότι μετά το συμβάν ο ίδιος κρύφτηκε για 2-3 μήνες στην επαρχία Bacongo και κατόπιν στην κοινότητα Maluku της Kinshasa. Κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος, δικοί του άνθρωποι ασχολήθηκαν με την έκδοση θεώρησης εισόδου για την Κύπρο και στη συνέχεια του παρέδωσαν το διαβατήριό του στο μέρος όπου κρυβόταν προκειμένου να ταξιδέψει (ερυθρό 22 δ.φ.).
Ερωτηθείς τί φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη ΛΔ Κονγκό, ο Αιτητής απάντησε ότι θα συλληφθεί και θα φυλακιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα (ερυθρό 25 δ.φ.).
Κατά την εξέταση, προέκυψαν αντιφάσεις όσον αφορά τις ημερομηνίες: συγκεκριμένα, ο Αιτητής ανέφερε αρχικά ότι ταξίδεψε το 2021, ενώ το κρίσιμο συμβάν συνέβη τον Δεκέμβριο του 2021. Όταν τέθηκε η εν λόγω αντίφαση στον Αιτητή αυτός διόρθωσε ότι ταξίδεψε το 2022 και απέδωσε την ασυνέπεια σε δικό του λάθος. Ωστόσο, τότε επισημάνθηκε στον Αιτητή ότι σύμφωνα με τις σφραγίδες στο διαβατήριο του, ταξίδεψε και εισήλθε στις Μη Ελεγχόμενες Περιοχές το 2021. Ο Αιτητής απάντησε ότι κάνει λάθος, γιατί ταξίδεψε πολλά χρόνια πριν (ερυθρό 22 δ.φ.).
Επίσης επισημάνθηκε στον Αιτητή ότι σε προηγούμενο στάδιο της συνέντευξής του δήλωσε ότι πριν φύγει από τη χώρα έμενε στην κοινότητα Lemba του Καμερούν, ενώ αργότερα ανέφερε ότι διέμεινε στην περιοχή Bacongo και στην κοινότητα Maluku της Kinshasa. Ο Αιτητής απάντησε σχετικά ότι δεν παρέμεινε στην περιοχή Lemba το κρίσιμο διάστημα πριν την αναχώρησή του από τη χώρα, γιατί επρόκειτο να τον εντοπίσουν (ερυθρό 22 δ.φ.).
Ερωτηθείς τί φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη ΛΔ Κονγκό, ο Αιτητής απάντησε ότι θα συλληφθεί και θα φυλακιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα (ερυθρό 25 δ.φ.).
Ερωτηθείς αναφορικά με τη δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασής του, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν μπορεί να ζήσει σε καμία περιοχή της ΛΔ Κονγκό (ερυθρό 21 δ.φ.).
Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την έκθεση - εισήγησή του επί τη βάση των εξής ουσιωδών ισχυρισμών:
Ο/η αρμόδιος λειτουργός διέκρινε 2 ουσιώδεις ισχυρισμούς.
Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τα στοιχεία και το προφίλ του Αιτητή, τη χώρα καταγωγής του και τους τόπους διαμονής του, και έγινε δεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού. Περαιτέρω λήφθηκε υπ’ όψιν ότι ο Αιτητής παρέδωσε το διαβατήριο του.
Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά το θάνατο του συναδέλφου του Αιτητή στο κομμωτήριο και την συνακόλουθη αναζήτηση του Αιτητή από τις αρχές. Υπό το σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο/η λειτουργός έκανε τις εξής επισημάνσεις: ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει σαφείς πληροφορίες αναφορικά με την επιχείρησή του. Ο Αιτητής υπέπεσε σε αντίφαση ως προς το χρόνο εξόδου του από τη χώρα την οποία απέδωσε στο γεγονός ότι ταξίδεψε πριν πολλά χρονιά. Ο/η λειτουργός ωστόσο, θεώρησε την εξήγησή του μη ικανοποιητική δεδομένου ότι η αναχώρησή του από τη χώρα συνιστά ένα σημαντικό ορόσημο στη ζωή του που θα αναμενόταν να θυμάται δεδομένου ότι δεν έχει αναφέρει κάποιο πρόβλημα υγείας ικανό να επηρεάσει τη λειτουργία της μνήμης. Ο Αιτητής υπέπεσε σε αντίφαση και αναφορικά με τον τόπο διαμονής του, που επίσης δεν ήταν σε θέσει να εξηγήσει. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με την συμπεριφορά της αστυνομίας και της οικογένειας του θανόντος σε βάρος του, παρά το γεγονός ότι του δόθηκε επανειλημμένως η ευκαιρία να το πράξει. Δεδομένου ότι το συγκεκριμένο μέρος του ισχυρισμού αποτελεί το λόγο που κινητοποίησε την έξοδο του Αιτητή από τη χώρα, αναμενόταν ευλόγως η παροχή περισσότερων λεπτομερειών εκ μέρους του. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει το λόγο που φοβόταν μια πιθανή σύλληψή του και απέδιδε το φόβο του αποκλειστικά στην ιδιότητά του ως ιδιοκτήτη του χώρου. Υπό αυτή την έννοια, δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει το φόβο του, αλλά αρκέστηκε σε υποθέσεις. Επίσης κατάφερε να ταξιδέψει νόμιμα χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα κατά την έξοδό του από τη χώρα, ενώ θα αναμενόταν ευλόγως να μην είναι σε θέση να πράξει κάτι τέτοιο ως αναζητούμενο, κατ’ ισχυρισμόν του, πρόσωπο.
Υπό το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο/η λειτουργός δεν προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σημειώνοντας ότι τα όσα ανέφερε ο Αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν οποιαδήποτε ανάλυση των δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης λόγω της υποκειμενικής φύσης αυτών.
Καταληκτικά, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι δεδομένων των αντιφάσεων και της έλλειψης επαρκών και λεπτομερειών, ο ισχυρισμός δεν γίνεται δεκτός.
Ακολούθως, ο/η αρμόδιος/α λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού.
Αρχικά, ο/η λειτουργός προέβη σε επισκόπηση των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή. Συγκεκριμένα σημείωσε σχετικά ότι ο Αιτητής είναι ένας υγιής ενήλικας άνδρας νεαρής ηλικίας χωρίς προβλήματα υγείας, ο οποίος έχει λάβει επαρκή μόρφωση στη χώρα καταγωγής του και διαθέτει εργασιακή εμπειρία. Ομιλεί λινγκάλα και γαλλικά και ανήκει στην εθνοτική φυλή Mongo. Πρόκειται για ένα σχετικά ανεξάρτητο και αυτόνομο άτομο, το οποίο διαθέτει οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του (γονείς και αδελφές), ενώ επίσης στη χώρα βρίσκονται η σύντροφός του και οι δύο κόρες του.
Ειδικά ως προς το ζήτημα της οικονομικής επιβίωσης του Αιτητή, ο/η λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη το γενικό προφίλ του σε συνδυασμό με το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, διαπίστωσε ότι θα είναι σε θέση να διασφαλίσει για τον εαυτό του ένα επαρκές επίπεδο διαβίωσης.
Ακολούθως, ο/η λειτουργός παρέπεμψε σε εξωτερικές πηγές αναφορικά με τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην ΛΔ Κονγκό. Αρχικά παρέπεμψε στο RULAC, σύμφωνα εμ το οποίο η ΛΔΚ εμπλέκεται σε διάφορες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις. Περαιτέρω, παρέπεμψε σε COI Querry της EUAA του 2024 αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa, στο οποίο γίνεται μια επισκόπηση της γενικότερης κατάστασης στη χώρα[1]. Εν συνεχεία, ο/η λειτουργός παρέπεμψε σε έκθεση της Amnesty International αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην ΛΔ Κονγκό, με έμφαση στο ανατολικό μέρος. Τέλος, ο/η λειτουργός παρέπεμψε σε νομολογία του παρόντος Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία τα περιστατικά ασφαλείας στην ΛΔ Κονγκό επικεντρώνονται σε συγκεκριμένες περιοχές (Nord Kivu, Sud Kivu, Ituri, Kasai Oriental, Tanganyika & MaiNdombe) και άρα συμπερασματικά, δεν επηρεάζουν την κοινότητα Lemba της Kinshasa.
Καταληκτικά, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες/δεδομένα σε συνάρτηση με το αποδεκτό πραγματικό περιστατικό και λαμβάνοντας υπόψη, μετά από την εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος του Αιτητή, το προσωπικό προφίλ του, καθώς και το γεγονός ότι δεν διαπιστώθηκε ότι έχει υποστεί στη χώρα καταγωγής του οποιασδήποτε μορφής δίωξη ή σοβαρής βλάβη, κρίνεται ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/ βάσιμοι λόγοι να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, και συγκεκριμένα στη κοινότητα Kalamu της Kinshasa.
Υπό το σκέλος της νομικής ανάλυσης, ο/η λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικού καθεστώτος, καθώς λαμβανομένων υπ΄ όψιν των ισχυρισμών του, διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του για έναν από τους λόγους που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000.
Αντιστοίχως, ο/η λειτουργός κατέληξε ότι βάσει των αποδεκτών πραγματικών περιστατικών, του προφίλ του Αιτητή και της εκτίμησης κινδύνου δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000 για τη χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας.
Ειδικά ως προς τος εδάφιο (γ) ο/η λειτουργός σχολίασε ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως το άρθρο 19 (2) (γ) προνοεί, αφού η χώρα καταγωγής του δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Προσέθεσε ότι με βάση τις πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη κοινότητα Kalamu της Kinshasa, όπου αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής, δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων, στοιχείο που αποτελεί βασικό όρο προκειμένου να εξεταστεί η υπαγωγή στις πρόνοιες του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου.
Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου οι Καθ' ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους.
Έχω εξετάσει με προσοχή τις απαντήσεις που ο Αιτητής έδωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και έχω διαπιστώσει ότι ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις για να καλύψει, τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ενώ ακολούθησε την ορθή διερευνητική διαδικασία.
Καταρχάς κρίνω ότι, ορθά ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου διαπίστωσε και κατέγραψε στην έκθεση-εισήγησή του, η οποία υιοθετήθηκε από τον εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν εμπίπτουν στους λόγους του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, ούτε στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.
Συγκεκριμένα, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου έκανε αποδεκτό τον ισχυρισμό αναφορικά με τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή αφού δεν προέκυψε κανένα στοιχείο περί του αντιθέτου.
Σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή περί φόβου δίωξης από ομάδα ατόμων αντίπαλου κόμματος, ορθά και πάλι οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν τον Αιτητή εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστο και απέρριψαν τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του, καθώς οι πλειονότητα των απαντήσεων του είναι διατυπωμένες με γενικότητα, χωρίς συνέπεια και συνοχή ενώ παράλληλα ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του, ήτοι ότι κινδύνευε από την εν λόγω ομάδα. Υπέδειξε πλήρη άγνοια σε βασικά ερωτήματα που του τέθηκαν ως προς το φορέα δίωξης του. Περαιτέρω οι απαντήσεις του είναι αντιφατικές και δεν συνάδουν με το αρχικό του αίτημα στην αίτηση για διεθνή προστασία η απάντηση του δε για την εν λόγω αντίφαση ορθά δεν έγινε αποδεκτή ως ευλογοφανή από του Καθ΄ων η αίτηση.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιον μου διαδικασία.
Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.
Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).
Επομένως, ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.
Σημειώνεται πως λόγω του ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή αναφορικά με τους λόγους που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκαν στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ.851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides,30/01/2014, C465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie,17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v.Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, στη διάρκεια ενός έτους (Past year of ACLED Data) και συγκεκριμένα από τις 15.06.2024 έως τις 13.06.2025 στην επαρχία Kinshasa της ΛΔ Κονγκό, σημειώθηκαν συνολικά 27 περιστατικά ασφαλείας (234 συνδεόμενοι θάνατοι), εκ των οποίων 12 κωδικοποιήθηκαν ως περιστατικά βίας κατά αμάχων (17 συνδεόμενοι θάνατοι), 4 ως περιστατικά μάχης (14 συνδεόμενοι θάνατοι), 9 ως περιστατικά αναταραχών (203 συνδεόμενοι θάνατοι) και 2 ως περιστατικά διαμαρτυριών (κανένας συνδεόμενος θάνατος)[2]. Εξ αυτών των περιστατικών, 1 περιστατικό μάχης (1 συνδεόμενος θάνατος) καταγράφηκε στην κοινότητα Kalamu της Kinshasa.
Ο εκτιμώμενος πληθυσμός της περιφέρειας Kinshasa το 2020 ανερχόταν στους 14,565,700 κατοίκους[3].
Η τελευταία επικαιροποίηση της έκθεσης του RULAC για το Καμερούν έγινε στις 14.02.2023. Δεν έχει υπάρξει επικαιροποίηση των στοιχείων σε σχέση με τα στοιχεία στα οποία παραπέμπουν οι Καθ’ ων η αίτηση στην Εισηγητική Έκθεση[4].
Στην πλέον πρόσφατη έκθεση του Human Rights Watch για τη ΛΔ Κόνγκο (2025) αναφέρεται επισκοπικά ότι
«Τον Δεκέμβριο του 2023, ο Πρόεδρος Felix Tshisekedi επανεξελέγη για δεύτερη θητεία εν μέσω μιας επιδεινούμενης κατάστασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ανθρωπιστικής κρίσης. Οι αρχές κατέστειλαν μέλη της αντιπολίτευσης, ακτιβιστές της κοινωνίας των πολιτών, επικριτές και δημοσιογράφους καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024.
Οι εχθροπραξίες στο North Kivu οδήγησαν σε σημαντικές μετακινήσεις πληθυσμών, διέκοψαν τη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας και προκάλεσαν ελλείψεις τροφίμων στη Goma, την πρωτεύουσα της επαρχίας. Τα εμπόλεμα μέρη – ο εθνικός στρατός και οι σύμμαχες πολιτοφυλακές, καθώς και τα στρατεύματα της Ρουάντα και η ένοπλη ομάδα M23 – σκότωσαν αμάχους, διέπραξαν παραβιάσεις κατά των κατοίκων των καταυλισμών και αύξησαν τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι εσωτερικά εκτοπισμένοι. Ο στρατός της Ρουάντα και η M23 βομβάρδισαν αδιακρίτως κατοικημένες περιοχές».
Εντός της έκθεσης υπάρχει ειδικό κομμάτι αναφορικά με την ένοπλη σύρραξη στις ανατολικές περιοχές της χώρας[5]. Ωστόσο η Κινσάσα βρίσκεται στις δυτικές περιοχές της χώρας .
Τα δικαιώματα στην ελευθερία της έκφρασης, της ειρηνικής συνάθροισης και του συνεταιρίζεσθαι περιορίστηκαν, ιδιαίτερα στις επαρχίες Ituri και North Kivu, όπου επιβλήθηκε μια μορφή στρατιωτικού νόμου. Ακτιβιστές, μέλη της αντιπολίτευσης, δημοσιογράφοι και άλλοι υπέστησαν αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις και στερήθηκαν του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Ένα μέλος αντιπολιτευόμενου κόμματος καταδικάστηκε σε φυλάκιση αφού δήλωσε ότι είχε πέσει θύμα βιασμού κατά τη διάρκεια της αυθαίρετης κράτησής του. Πάνω από 120 κρατούμενοι πέθαναν και εκατοντάδες γυναίκες κρατούμενες βιάστηκαν στις φυλακές Makala όταν, σύμφωνα με τις αρχές, κάποιοι κρατούμενοι επιχείρησαν να αποδράσουν.
Λαμβάνοντας υπόψη την απουσία προσωπικών υποκειμενικών εξατομικευμένων στοιχείων στο προφίλ του Αιτητή, ο οποίος είναι υγιής, ικανός προς εργασία, η αξιολόγηση του κινδύνου επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή, όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Κινσάσα, συνάγεται εύλογα και με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι η κατάσταση ασφαλείας μαζί με το ατομικό προφίλ του Αιτητή δεν συνεπάγονται την ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στην περιοχή του, η κατάσταση της οποίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Στα παραρτήματα έχει επισυναφθεί COI :Querry του 2021, ωστόσο, οι πληροφορίες που παρατίθενται έχουν αντληθεί από EUAA COI Query Response - Democratic Republic of the Congo (DRC) - Security situation in Kinshasa,22/02/2024, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2024_02_EUAA_COI_Query_Response_Q18_Democratic_Republic_of_Congo_DRC_Security_situation_Kinshasa.pdf
[2] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ με συναφή παραμετροποίηση
[3] City Population, https://citypopulation.de/en/drcongo/cities/
[4] RULAC, Democratic Republic of Congo, https://www.rulac.org/browse/countries/democratic-republic-of-congo#collapse1accord
[5] HRW - Human Rights Watch: World Report 2025 - Democratic Republic of Congo, 16 January 2025
https://www.ecoi.net/en/document/2120071.html
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο