Τ.C.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας, Υπόθεση αρ. 4381/2023, 13/6/2025
print
Τίτλος:
Τ.C.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας, Υπόθεση αρ. 4381/2023, 13/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                               Υπόθεση αρ. 4381/2023

                                   

13 Ιουνίου 2025

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                          Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

                                           Τ.C.O.

                                                                                                                                                                                                                                             Αιτητής

Και

 

                     Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                                             Καθ' ων η αίτηση

                                                                                                                          

Γ. Καρατσιόλη (κα) για Νίκο Α. Λοΐζου και Χρίστο Γ. Χριστούδια, Δικηγόροι για τον αιτητή

 

Κ. Χρυσοστόμου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:   Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 19/07/2023 η οποία του κοινοποιήθηκε στις 15/11/2023 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως παράνομη, αντισυνταγματική, άκυρη και στερούμενη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των Διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής είναι ενήλικας από τη Νιγηρία και στις 15/10/2021 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 10/07/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Ασύλου (Ε.Υ.Υ.Α.). Ακολούθως, στις 13/07/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Εισηγητική Έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή και στις 19/07/2023, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου αποφάσισε όπως να μην παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας. Στις 29/08/2023 η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς τον αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος του. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή στις 15/11/2023.

Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

Ο συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και διατήρησε μόνο το λόγο ακύρωσης που αφορά την μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας. Ενόψει των δηλώσεων του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από το λόγο ακύρωσης που αφορά τη μη δέουσα έρευνα εκ μέρους των Καθ΄ ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.

Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του αιτητή ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

 Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.

Κατά την υποβολή αιτήματος διεθνούς προστασίας, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία λόγω απειλών που δεχόταν εξαιτίας του θανάτου της συντρόφου του κατά την διαδικασία της άμβλωσης, στην οποία προέβη εν αγνοία του αιτητή. Ο αιτητής πώλησε ένα τμήμα γης που είχε κληρονομήσει ώστε να διαφύγει από τη χώρα καταγωγής του (ερ. 1 του Δ.Φ.).

 

Στο πλαίσιο της προσωπικής του συνέντευξης, ζητηθείς να προσδιορίσει τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του, ο αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε και έζησε στην πολιτεία Imo από το 2007 έως την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του (ερ. 42 του Δ.Φ.).

 

Ως προς τους λόγους για τους οποίους φέρεται να εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, ο αιτητής επανέλαβε τον ισχυρισμό του περί των απειλών που δέχθηκε λόγω του θανάτου της συντρόφου του κατά την διαδικασία της άμβλωσης (ερ. 42 του Δ.Φ.). Ειδικότερα, ο αιτητής περιγράφει πως κυνήγησαν τον ίδιο και τον θείο του και έπειτα παρατήρησε άγνωστα πρόσωπα στο περιβάλλον του τα οποία ρωτούσαν για τον ίδιο (ερ. 42 του Δ.Φ.). Μετά από καταγγελία που προέβη στην αστυνομία, η τελευταία διαπίστωσε μετά από έρευνα ότι, ο αιτητής δεν είχε ευθύνη για το θάνατο της κοπέλας και τον συμβούλευσε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (ερ. 40 του Δ.Φ.).

 

Ακολούθως, στα πλαίσια των διευκρινιστικών ερωτήσεων που του τέθηκαν, ο αιτητής δήλωσε ότι πιστεύει πως σε περίπτωση επιστροφής του θα τον κυνηγήσει η οικογένεια της συντρόφου του για την απώλεια της θυγατέρας τους, θεωρώντας τον υπεύθυνο (ερ. 40 του Δ.Φ.). Κληθείς να αναφερθεί σε όσα εκτυλίχθηκαν μεταξύ του ίδιου και της οικογένειας της συντρόφου του, ο αιτητής επανέλαβε την επίθεση στον ίδιο και τον θείο του όταν τους επισκέφθηκαν για να διευθετήσουν την κηδεία της και πρόσθεσε ότι τον αναζητούσαν άγνωστα πρόσωπα (ερ. 39 του Δ.Φ.). Ερωτηθείς σχετικά με την επίθεση που δέχθηκε από την οικογένεια της συντρόφου του, δήλωσε ότι του επιτέθηκαν σωματικά με ξύλα και όπλα (ερ. 39 του Δ.Φ.). Έπειτα επανέλαβε την αναζήτησή του από αγνώστους, αλλά και την καταγγελία του στην αστυνομία (ερ. 38 του Δ.Φ.). Τους αγνώστους τους χαρακτήρισε ως ‘εκτελεστές’, ωστόσο ρητά δήλωσε ότι δεν του συνέβη οτιδήποτε πέραν να ρωτάνε για τον ίδιο (ερ. 38 του Δ.Φ.).

 

Έπειτα αναφερόμενος στη σχέση του με τη σύντροφό του δήλωσε πως η σχέση τους ξεκίνησε το 2014, περί τον Φεβρουάριο του 2021 επήλθε η εγκυμοσύνη της, με την οποία οι γονείς της διαφωνούσαν και την ανάγκασαν σε άμβλωση εν αγνοία του αιτητή, ενώ έμαθε τυχαία για το θάνατό της όταν επισκέφθηκε την οικία της καθώς δεν είχε επικοινωνήσει μαζί του (ερ. 37 του Δ.Φ.).

 

Ο αιτητής δήλωσε ότι δεν θα μπορούσε να μετεγκατασταθεί στην πολιτεία Lagos καθώς δεν έχει οποιοδήποτε κατάλυμα εκεί, προσθέτοντας ότι και η ζωή γενικότερα εκεί είναι ακριβή, ενώ υποθέτει πως θα συνεχίσουν να τον κυνηγούν (ερ. 36 του Δ.Φ.).

Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τις δηλώσεις του αιτητή, κατά το στάδιο της συνέντευξης του, σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, έναν αναφορικά με την υπηκοότητα, τη χώρα καταγωγής και τον τελευταίο τόπο διαμονής του, και έναν δεύτερο σχετικά με την ισχυριζόμενη δίωξή του από την οικογένεια της συντρόφου του, η οποία απεβίωσε το 2021 κατά την άμβλωση.

Ειδικότερα, όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό, κρίθηκε ότι στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του. Έγινε επίσης δεκτό ότι τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή αποτέλεσε η πολιτεία Imo της Νιγηρίας.

Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε τις δηλώσεις του αιτητή γενικές, μη λεπτομερείς και ασαφείς. Ειδικότερα, έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει σαφείς και λεπτομερείς πληροφορίες ως προς τις ισχυριζόμενες απειλές και επιθέσεις που δέχθηκε από την οικογένεια της συντρόφου του, αφού οι δηλώσεις ήταν γενικές, αναφέροντας μόνο ότι η οικογένειά της, του επιτέθηκε μετά τον θάνατό της. Επανέλαβε πολλαπλές φορές ότι είχε δεχθεί επίθεση από την οποία κατάφερε να διαφύγει, χωρίς ωστόσο να παράσχει οποιαδήποτε άλλη πληροφορία για το περιστατικό. Επίσης, μη λεπτομερειακός υπήρξε και όσον αφορά τον ισχυρισμό πως κάποιοι άγνωστοι τον αναζητούσαν στο περιβάλλον του, αφού οι μόνες πληροφορίες που παρείχε ήταν πως ρωτούσαν για εκείνον.

Ο αρμόδιος λειτουργός διεξήγαγε έρευνα σε εξωτερικές πηγές στα πλαίσια διερεύνησης της εξωτερικής αξιοπιστίας, ωστόσο δεν εντόπισε πληροφορίες για το συμβάν και αξιολογώντας το προσκομισθέν έγγραφο – έκθεση της αστυνομίας ημερ. 20/08/21, κατέληξε ότι ο αιτητής δεν ήταν συγκεκριμένος και σε θέση να παράσχει πληροφορίες σχετικά με το έγγραφο. Συγκεκριμένα, δεν ήταν σε θέση να αναφερθεί στο περιεχόμενο της έκθεσης της αστυνομίας, δεν εξήγησε γιατί ένα επίσημο έγγραφο δεν φέρει τίτλο δηλώνοντας πως ενδέχεται αυτός να είναι ο τύπος του εγγράφου. Επίσης, ούτε εξήγησε ικανοποιητικά γιατί δεν καταγράφονται οι ημερομηνίες των συμβάντων στα οποία ο ίδιος αναφέρεται. Επομένως, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον υπό εξέταση ισχυρισμό στο σύνολό του ως μη αξιόπιστο.

Ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, αφού στο πρόσωπο του δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου ήτοι την εθνικότητα την φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και το άρθρο 10 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Περαιτέρω, θεώρησε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 15(α) και (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, στη βάση πληροφοριών αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση στην πολιτεία Imo, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του αιτητή συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου), μιας και στην πολιτεία Imo, δεν επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων λόγω εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης.

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης του αιτητή.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει την αξιοπιστία των δηλώσεων του γύρω από τις απειλές και επιθέσεις που φέρεται να δέχτηκε από την οικογένεια της συντρόφου του μετά το θάνατο της ίδιας κατά την διαδικασία της άμβλωσης εν αγνοία του αιτητή.

 

Ορθώς, λοιπόν, θεωρώ κρίθηκε από τους Kαθ’ ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων του αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε, καθότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του, ενώ οι απαντήσεις του στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και περιείχαν αρκετές ελλείψεις και ασυνέπειες όσον αφορά  τον κίνδυνο που ισχυρίστηκε ότι διατρέχει από την προαναφερθείσα οικογένεια της αποθανούσας συντρόφου του. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρώ ότι το αόριστο αφήγημα του αιτητή συνίσταται, ως ισχυρίζεται, σε μία επίθεση από μέλη της εν λόγω οικογένειας και σε κάποια άγνωστα άτομα, που χαρακτηρίζει ως εκτελεστές, που τον αναζητούσαν στο περιβάλλον του. Οι δηλώσεις του, όμως, γύρω από τα εν λόγω περιστατικά ήταν ασαφείς, χωρίς επαρκείς λεπτομέρειες για το πως διεξήχθη η επίθεση και χωρίς να δικαιολογεί επαρκώς το πως οι αναφερόμενοι άγνωστοι συνδέονται με την οικογένεια της αποθανούσας συντρόφου του.

 

Ειδικότερα, ως προς τις επιθέσεις, ο αιτητής αναφέρθηκε μόνο σε ένα περιστατικό την ημέρα της συνάντησης τους για τη διευθέτηση της κηδείας, χωρίς να αναφέρει περαιτέρω λεπτομέρειες πέραν του ότι του επιτέθηκαν (“physical attack”) και τον απείλησαν για τη ζωή του. Ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αποδείξει γιατί συνδέει τους αγνώστους με την οικογένεια της αποθανούσας συντρόφου του ούτε και για ποιο λόγο τους χαρακτηρίζει εκτελεστές, το μόνο που αναφέρει είναι πως ρωτούσαν για τον ίδιο στη γειτονιά του. Αναφερόμενος στην καταγγελία στην οποία προέβη στην αστυνομία, ο αιτητής παρέμεινε γενικόλογος, αναφέροντας πως διεξήχθη έρευνα από την αστυνομία χωρίς έτερες λεπτομέρειες, ενώ παράλληλα, μη εύλογα, δήλωσε πως η αστυνομία τον προέτρεψε να διαφύγει από τη χώρα. Όταν κλήθηκε να εξηγήσει το λόγο που η αστυνομία έπραξε κάτι τέτοιο αντί να του παράσχει προστασία ο ίδιος δεν κατόρθωσε να δώσει επαρκής εξήγηση. Tο εν λόγω αφήγημα του αιτητή κρίνω ότι δεν παρουσιάζει ευλογοφάνεια και συνοχή. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα εκ του αιτητή εξιστορισθέντα δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικά περιστατικά. Επομένως, ο υπό εξέταση ισχυρισμός κρίνεται ως εσωτερικά μη αξιόπιστος.

 

Όσον αφορά το προσκομισθέν έγγραφο το οποίο αποτελεί έκθεση αναφορικά με την καταγγελία στην οποία προέβη ο ίδιος ο αιτητής στην αστυνομία της χώρας καταγωγής του, θα συμφωνήσω με την αξιολόγηση στην οποία έχει προβεί ο αρμόδιος λειτουργός ως καταγράφεται στην έκθεση – εισήγηση ( ερυθρά 61-62 του Δ.Φ.), προσθέτοντας επίσης ότι το περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου δεν παραπέμπει σε επίσημο έγγραφο. Παράλληλα, σε ανεξάρτητες πηγές πληροφόρησης δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστούν παρόμοια έγγραφα τα οποία να ενισχύουν την εγκυρότητα και γνησιότητά του, ως εκ τούτου πλήττεται καίρια η αξιοπιστία του και δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο έγγραφο.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία των ανωτέρω δηλώσεών του, το Δικαστήριο κρίνει ότι εκ των όσων αυτός δήλωσε, λόγω της απολύτου προσωπικής φύσεως τους, δεν προκύπτουν στοιχεία που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω έρευνας σε εξωτερικές πηγές. Στη βάση, λοιπόν, της αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών του αιτητή, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται ως μη αξιόπιστος στο σύνολό του.

 

Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ' ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Συνακόλουθα, ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανέναν ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων, εξευτελιστικής ή απάνθρωπης μεταχείρισης ή τιμωρίας, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), (β) του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, ο αιτητής, σε περίπτωση επιστροφής  στη χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπουν, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί στην περιοχή Obinze στην πολιτεία Imo, η οποία έχει γίνει δεκτό ότι αποτελεί τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του.

Σύμφωνα δε με το RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), μιας πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των συγκρούσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη-διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ ISWAP και Boko Haram[1].

Ειδικότερα όσον αφορά την πολιτεία Imo, τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή,  για σκοπούς πληρότητας της έρευνας, παραθέτω αριθμητικά δεδομένα επί των περιστατικών ασφαλείας στη συγκεκριμένη περιοχή. Σύμφωνα με την βάση δεδομένων ACLED κατά την περίοδο 08/06/2024 - 06/06/2025 καταγράφηκαν συνολικά 106 περιστατικά ασφαλείας με 166 απώλειες. Εξ αυτών, καταγράφηκαν 43 περιστατικά βίας κατά αμάχων με 71 θύματα, 44 μάχες με 92 θύματα, 3 εξεγέρσεις με 3 θύματα, 14 διαμαρτυρίες χωρίς θύματα και 2 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία χωρίς θύματα.[2]

Καθώς, ενόψει επίσημων εκτιμήσεων που έλαβαν χώρα το έτος 2022, ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Imo ανέρχεται σε 5,459,300 κατοίκους[3], καθίσταται σαφές ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (166 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι στην πολιτεία Imo επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων στα πλαίσια οιασδήποτε εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης.

To ανωτέρω συμπέρασμα ενισχύεται και από το γεγονός ότι με βάσει το συγκριτικό χάρτη που αναφέρεται στο Σημείωμα Καθοδήγησης της EUAA για τη Νιγηρία το 2021[4], η πολιτεία Imo, τόπος τελευταίας διαμονής του αιτητή, εντάσσεται στις πολιτείες επί τις οποίες ένας άμαχος δεν αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο να επηρεαστεί κατά τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, εν προκειμένω του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Κατά συνέπεια, η πολιτεία Imo της Νιγηρίας, τόπος καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, δεν φαίνεται να πλήττεται από συγκρούσεις και περιστατικά βίας οι οποίες πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε νομολογιακά στις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ[5]. Πέραν τούτου, λαμβάνοντας υπόψιν και το προσωπικό προφίλ του αιτητή, διαπιστώνω ότι απουσιάζουν ιδιαίτερες επιβαρυντικές περιστάσεις, δεδομένου ότι ο αιτητής συνιστά ενήλικα, υγιή, με ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο και με εργασιακή πείρα. Συμπερασματικά, δεν κρίνω ότι ανακύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πολιτεία Imo.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.

Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 145/2025, δυνάμει της οποίας η Νιγηρία περιλαμβάνεται στον κατάλογο των χωρών με τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας. Ο αιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με € 1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.

 

 

                                                                                     Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


 



[1]  RULAC, 'Non-International Armed Conflicts in Nigeria', διαθέσιμο σε:https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria#collapse2accord  

[2] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 08/06/2024 - 06/06/2025, REGION: Africa, COUNTRY: NIGERIA , ADMIN UNIT: Imo) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 13/06/2025]

[3] City Population, Nigeria, Imo State, διαθέσιμο σεhttps://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA017__imo/   [Ημερομηνία Πρόσβασης: 13/06/2025]

[4] EUAA, Country Guidance, Nigeria, October 2021, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdfσελ. 31 & 127

[5] Βλ.  Απόφαση ΔΕΕ C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ημερ.30/01/2014 (βλσκέψη 31), όπως επίσης απόφαση ΔΕΕ C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali v Staatssecretaris van Justitie ημερ. 17/2/2009 (βλ. σκέψη 39, 43).

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο