E. O. M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4786/23, 27/6/2025
print
Τίτλος:
E. O. M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4786/23, 27/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 4786/23

27 Iουνίου, 2025

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

E. O. M.  

Αιτητού,

και

            Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η αίτηση

Ο Αιτητής είναι παρών.

Παφίτη Χρ. (κα.) για Μυριάνθους Ε. (κα.), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Χαραλάμπους Ι. (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Ρ. Ευαγγέλου (κος) για πιστή διερμηνεία από την αγγλική στην ελληνική και αντίστροφα

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Aιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος, η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 13.11.2023, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από το Καμερούν. Περί τις 6.9.2023, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, και στις 16.10.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό. Ακολούθως, στις 13.11.2023, υποβλήθηκε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: o Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης για διεθνή προστασία του Αιτητή, η οποία εγκρίθηκε αυθημερόν από τον Προϊστάμενο. Στις 30.11.2023, η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, κοινοποιήθηκε στον Αιτητή.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής δια της συνηγόρου του προώθησε ως μόνο λόγο προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας επισημαίνοντας ότι δεν έγινε εκτενής έρευνα αναφορικά με τους ισχυρισμούς του Αιτητή ότι υπήρξε στόχος τόσο των αποσχιστών όσο και  του κυβερνητικού στρατού του Καμερούν. Λανθασμένως ως υποστηρίζει κρίθηκε ως αναξιόπιστος ως προς τους συναφείς ισχυρισμούς του, οι οποίοι επιβεβαιώνονται εν μέρει και από εξωτερικές πηγές.  Καταδεικνύουν  κατά τον ίδιο οι εν λόγω ισχυρισμοί τη βασιμότητα του φόβου δίωξής του και την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα.

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση του, υπεραμύνονται της επίδικης απόφασης ως προϊόντος δέουσας έρευνας. Παραπέμποντας στα ευρήματα των Καθ’ ων η αίτηση περί αναξιοπιστίας του Αιτητή, υποβάλλουν ότι οι ισχυρισμοί του δεν δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, λαμβανομένης υπόψη την κατάσταση ασφαλείας στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του σε συνάρτηση με την εκεί επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας.


Το νομικό πλαίσιο

4.             Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

5.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

8.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

9.             Ως προς τον προωθούμενο λόγο προσφυγής περί έλλειψης δέουσας έρευνας επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή της στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

10.           Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI: EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).

 

11.          Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή σημειώνεται ότι  κατά την καταγραφή του αιτήματός του, και ειδικότερα στο πεδίο καταγραφής των λόγων εγκατάλειψης της χώρας του, αυτός αναφέρει ότι διέφυγε από τη χώρα του για την ασφάλειά του. Όπως περαιτέρω κατέγραψε, πρόδωσε τη φυλή του διότι συνεργαζόταν και ήταν πληροφοριοδότης και των δύο πλευρών (βλ. ερ. 1 του διοικητικού φακέλου, στο εξής: «Δ.Φ.»)

 

12.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι ασπάζεται το πεντηκοστιανό δόγμα του χριστιανισμού και ανήκει στην εθνοτική ομάδα Bayangi. Επεσήμανε ότι γεννήθηκε το έτος 1984 στο Manyemen, περιοχή του Νοτιοδυτικού Τμήματος του Καμερούν, και ότι μεγάλωσε στην πόλη Kumba. Από την ηλικία των 25 ετών και εξής, μετακινούνταν σε διάφορες περιοχές εντός της χώρας, διατηρώντας πάντως ως κύρια βάση διαμονής την Kumba. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ανέφερε ότι είναι άγαμος, ο πατέρας του έχει αποβιώσει, ενώ η μητέρα του είναι εν ζωή, εργάζεται ως δασκάλα και διαμένει στην Kumba. Επεσήμανε ότι έχει δύο αδερφούς και τρεις αδερφές, χωρίς να γνωρίζει την παρούσα διαμονή των περισσότερων εξ αυτών, με εξαίρεση μία από τις αδερφές του, για την οποία έχει σχετική πληροφόρηση. Επιπροσθέτως, έκανε λόγο για ύπαρξη ευρύτερης οικογένειας, τα μέλη της οποίας έχουν εκτοπιστεί σε διάφορες περιοχές του Καμερούν. Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ότι ομιλεί την αγγλική, τη γαλλική καθώς και τη μητρική του γλώσσα, Bayangi. Ως προς το επαγγελματικό του υπόβαθρο, ανέφερε ότι δραστηριοποιείται ως επιχειρηματίας, όπως και ο πατέρας του, διευκρινίζοντας ότι αναλάμβανε ρόλο μεσολαβητή στη σύναψη συμφωνιών μεταξύ τρίτων προμηθευτικών μερών, με την κυβέρνηση να αποτελεί ενίοτε ένα εκ των συμβαλλομένων.

 

13.          Ερωτηθείς αναφορικά με τους λόγους που τον οδήγησαν στην εγκατάλειψη της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής, στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησής του, επικαλέστηκε την ανάγκη διασφάλισης της σωματικής του ακεραιότητας ενόψει της εν εξελίξει πολιτικής κρίσης μεταξύ της κυβερνητικής εξουσίας και των Ambazonians, αποσχιστικών δυνάμεων. Ειδικότερα, ανέφερε ότι, ως μικροεπιχειρηματίας του δρόμου και αγγλόφωνος, βρέθηκε ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές, γεγονός που τον ώθησε να υιοθετήσει μία στρατηγική διπλής πληροφόρησης, προκειμένου να διασφαλίσει την προσωπική του ασφάλεια.

 

14.          Όπως ισχυρίστηκε, διατηρούσε προσωπική γνωριμία με τον τοπικό διοικητή, ονόματι “I.”, στον οποίο μετέφερε πληροφορίες σχετικά με τη δράση των μαχητών Ambazonians, ενώ ταυτόχρονα παρείχε πληροφορίες και στους τελευταίους. Η διττή αυτή στάση, ωστόσο, έγινε αντιληπτή από τους Ambazonians, οι οποίοι άρχισαν να τον υποπτεύονται ως πληροφοριοδότη της κυβέρνησης. Καθώς, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, η απειλή εις βάρος του κλιμακώθηκε και παρά τις προσπάθειές του να αποκρύψει την ταυτότητά του, ο Αιτητής εκτιμούσε ότι η ζωή του τελούσε σε άμεσο κίνδυνο, γεγονός που τον οδήγησε στην απόφαση να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του.

 

15.          Κατά την περιγραφή του, μετά την αναχώρησή του διέμεινε επί μακρόν σε περιοχές μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας, έως ότου, κατόπιν συμβουλής τρίτου προσώπου, αποφάσισε να αιτηθεί διεθνή προστασία και μετακινήθηκε στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.

 

16.          Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων, υποβλήθηκαν στον Αιτητή ερωτήματα αναφορικά με τους Ambazonians μαχητές, την ιστορική προέλευση και δράση τους, καθώς και τη φύση της συνεργασίας του με αυτούς. Παράλληλα, του τέθηκαν ερωτήσεις που αφορούσαν στη σχέση του με τον τοπικό διοικητή, «I.», καθώς και στο χρονικό και ουσιαστικό πλαίσιο της γνωριμίας και της συνεργασίας τους. Σε σχετική ερώτηση ως προς το εάν δέχθηκε συγκεκριμένες απειλές είτε από μέλη της αποσχιστικής ομάδας είτε από κυβερνητικούς παράγοντες, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Διευκρίνισε ότι θεωρούσε δεδομένο πως ο διοικητής Imbrahim δεν θα προέβαινε σε αποκάλυψη της ταυτότητάς του, ενώ, ως προς τους Ambazonians, ισχυρίστηκε ότι ουδέποτε αποκαλύφθηκε η ταυτότητά του εντός του κύκλου τους, καθότι δεν ανήκε στον εσωτερικό τους πυρήνα. Ο Αιτητής ερωτήθηκε περαιτέρω σχετικά με την ιδιότητά του ως πληροφοριοδότη αμφοτέρων των πλευρών και εξήγησε τους τρόπους με τους οποίους συνέλεγε και διαβίβαζε τις σχετικές πληροφορίες. Τέλος, αναφορικά με τους κινδύνους που, κατά την άποψή του, θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, δήλωσε ότι είναι πεπεισμένος πως θα θανατωθεί, ότι δεν υφίσταται δυνατότητα εγκατάστασής του σε άλλη περιφέρεια της χώρας, ενώ εξέφρασε την πεποίθηση ότι οι αρχές της χώρας του δεν πρόκειται να του επιτρέψουν εκ νέου την είσοδο σε αυτή.

 

17.          Αξιολογώντας το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση απομόνωσαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος ως προς το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής∙ ο δε δεύτερος ως προς τα προβλήματα που αντιμετώπιζε με τους αυτονομιστές Ambazonians και τον στρατό του Καμερούν.

 

18.          Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός του έγινε αποδεκτός, δεδομένου ότι κρίθηκε ότι οι επιμέρους δηλώσεις του ήταν αρκούντως συγκεκριμένες και συνεκτικές, ευρισκόμενες σε συμφωνία με τα προσκομισθέντα από τον Αιτητή έγγραφα (διαβατήριο) και με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

19.          Ο δεύτερος ισχυρισμός, ωστόσο, έτυχε απόρριψης καθώς κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται τον πυρήνα του αιτήματος του, υποπίπτοντας σε αντιφάσεις και επίσης σε επιμέρους παραμέτρους των δηλώσεών του παρατηρήθηκε έλλειψη επαρκών πληροφοριών.

 

20.           Στη βάση του μόνο αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι των προσωπικών του στοιχείων, τη χώρα καταγωγής, του τελευταίου τόπου διαμονής του και λαμβάνοντας υπόψιν τις πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του, κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση πως υπάρχουν εύλογοι λόγοι ο Αιτητής να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στην πόλη Kumba, του Νοτιοδυτικού Καμερούν, ως απόρροια της κατάστασης ανασφάλειας στην συγκεκριμένη περιοχή.

 

21.          Προχωρώντας στην νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, καθώς παρά την ύπαρξη αδιάκριτης βίας στην περιοχή η ένταση αυτής σε συνάρτηση με τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται προσωπική απειλή για τον Αιτητή.  

 

22.          Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προσκομίζει οποιαδήποτε νέα μαρτυρία συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία ούτε και σχολιάζει ειδικώς τα επιμέρους ευρήματα των Καθ’ ων η αίτηση περί της απόρριψης του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του.

 

23.          Προχωρώντας στη de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, επισημαίνονται τα κάτωθι:

 

24.          Όσον αφορά στο διαχωρισμό των ουσιωδών ισχυρισμών επισημαίνεται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση διέκριναν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, το προφίλ και την χώρα καταγωγής του αφενός, και αφετέρου τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο Αιτητής με τους αυτονομιστές Ambazonians και τον στρατό του Καμερούν. Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό σημειώνεται ότι καίτοι ο εν λόγω ισχυρισμός αφορά σε δύο διακριτούς φορείς δίωξης, η σύνδεση των γεγονότων δικαιολογεί εν προκειμένω την εξέταση των συναφών δηλώσεών του υπό την περίμετρο ενός ενιαίου ουσιώδους ισχυρισμού. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι όπως υποδεικνύει ο Πρακτικός Οδηγός της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO, και πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, EUAA), «η προσήκουσα ταυτοποίηση των ουσιωδών ισχυρισμών είναι ουσιώδης τόσο για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας όσο και για την αξιολόγηση κινδύνου».[1]

 

25.          Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή καταρχάς συντάσσομαι με τους Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του καθώς υπήρξε συνεκτικός και ακριβής ως προς τις συναφείς δηλώσεις του. Επιπλέον, τόσο από το διαβατήριο που προσκόμισε ο Αιτητής όσο και από εξωτερικές πηγές που παραπέμπουν οι Καθ’ ων η αίτηση επιβεβαιώνονται οι αναφορές του.

 

26.          Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, περί των προβλημάτων που αντιμετώπισε από τους αυτονομιστές (Ambazonians) και τον καμερουνέζικο στρατό, παρατηρείται ότι οι σχετικές του αναφορές είναι γενικόλογες και στερούμενες επαρκούς τεκμηρίωσης. Από την προσεκτική μελέτη του πρακτικού της συνέντευξης του Αιτητή προκύπτει ότι κατά την ελεύθερη του αφήγηση αναφέρθηκε με αοριστία σε "απάνθρωπες συμπεριφορές" των δυνάμεων αποκατάστασης (Ambazonians), χωρίς να παραθέσει συγκεκριμένα περιστατικά ή βιωματικές λεπτομέρειες.

 

27.          Ο Αιτητής ανέφερε ότι αποφάσισε να λειτουργήσει ως πληροφοριοδότης προκειμένου να συμβάλει στην ειρήνη. Ωστόσο, η σχετική του αιτιολόγηση εμφανίζεται ασαφής. Ειδικότερα, αναφορικά με τον λόγο της φυγής του από τη χώρα, ισχυρίστηκε ότι μαθεύτηκε πως διέρρεαν πληροφορίες από το στρατόπεδο μέσω τρίτου προσώπου με το ψευδώνυμο «Pirock», το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς του, αποτελούσε και το δικό του ψευδώνυμο.

 

28.          Ερωτηθείς για το είδος των πληροφοριών που μετέφερε στους αποσχιστές, ανέφερε ότι τους γνωστοποιούσε τις τοποθεσίες και τον χρόνο κινήσεων του στρατού. Οι σχετικές δηλώσεις του Αιτητή δεν κρίνονται ικανοποιητικές καθώς ο Αιτητής δεν αναφέρεται συγκεκριμένα στο είδος των πληροφοριών. Ισχυρίστηκε ότι οι μαχητές δεν γνώριζαν την πραγματική του ταυτότητα και δεν είχαν αντιληφθεί ότι ο ίδιος ήταν το πρόσωπο που έφερε το ψευδώνυμο «Pirock». Σε συγκεκριμένο ερώτημα αν δέχθηκε απειλές από τους αποσχιστές, ο Αιτητής απάντησε ρητά αρνητικά, διευκρινίζοντας ότι η ταυτότητά του ουδέποτε αποκαλύφθηκε, καθώς δεν αποτελούσε μέλος του εσωτερικού τους πυρήνα.

 

29.          Περαιτέρω, σε διάφορα σημεία της συνέντευξής του (βλ. ερ. 30 και ερ. 32 σημείο 1X του Δ.Φ.), ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι δεν ταυτοποιήθηκε από τους αποσχιστές και ουδέποτε αποτέλεσε αποδέκτη απειλών εκ μέρους τους. Συνολικά, οι ισχυρισμοί του ως προς τον τρόπο επικοινωνίας και συνεργασίας του με τους αποσχιστές στερούνται επαρκούς εξειδίκευσης και προσωπικού βιώματος. Ομοίως, δεν παρέθεσε συγκεκριμένο μηχανισμό ή πηγή μέσω της οποίας πληροφορήθηκε ότι αναζητείτο πρόσωπο με το ψευδώνυμό του. Παραμένει, τέλος, ασαφές το πώς, ενώ ο ίδιος μετέδιδε πληροφορίες τηλεφωνικώς στους αποσχιστές, λάμβανε, ταυτόχρονα, πληροφορίες για τα σχέδιά τους, χωρίς να έχει αποκαλυφθεί η ταυτότητά του, όταν μάλιστα ο ίδιος υποστήριξε ότι μόνο ο αστυνομικός διοικητής γνώριζε ποιος ήταν.

 

30.          Ως προς τις αναφορές του Αιτητή σχετικά με τον στρατό του Καμερούν, διαπιστώνεται αντίστοιχη αοριστία. Συγκεκριμένα, όταν του ζητήθηκαν λεπτομέρειες για τον διοικητή «I.», τον οποίο ισχυρίστηκε ότι γνώριζε προσωπικά, οι απαντήσεις του περιορίστηκαν σε βασικά και γενικά στοιχεία. Σημειωτέον δε ότι ο Αιτητής, ενώ του δόθηκε η ευκαιρία δε διευκρίνισε την αντίφαση πως αφενός έκρυβε τη σχέση του με τον διοικητή και αφετέρου ότι οι δυο τους πραγματοποιούσαν εξόδους μαζί, διότι η απάντησή του ήταν γενική και αόριστη λέγοντας πως κανένας δεν τον έβλεπε να του δίνει πληροφορίες και πως γενικότερα ζούσε αποκρύπτοντας αυτή του την δραστηριοποίηση. Αναφορικά με τον τρόπο μετάδοσης των πληροφοριών από τους μαχητές προς τον ίδιο και, στη συνέχεια, προς τον εν λόγω διοικητή, ο Αιτητής ανέφερε μη πειστικά και αόριστα ότι, μολονότι δεν ήταν μέλος της ομάδας ούτε κατείχε υψηλή θέση στην ιεραρχία, οι πληροφορίες διακινούνταν εντός των μελών και κατέληγαν σε αυτόν.

 

31.          Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, επισημαίνεται ότι από έρευνά του προκύπτει πως ο χαρακτηρισμός "black leg" αποδίδεται από τους μαχητές των Ambazonians σε άτομα —περιλαμβανομένων και μελών του άμαχου πληθυσμού— που θεωρούνται προδότες, καθώς είτε συνεργάζονται με τις κυβερνητικές δυνάμεις είτε αρνούνται να συμμορφωθούν με την ατζέντα των αυτονομιστικών κινημάτων. [2] Τα πρόσωπα αυτά διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να υποστούν βία, βασανιστήρια, ακρωτηριασμούς, απαγωγές, σεξουαλική κακοποίηση, εξαναγκαστικές πληρωμές λύτρων, ακόμη και θανάτους. Σημαντικό ρόλο στην υποκίνηση των επιθέσεων αυτών έχουν διαδραματίσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ιδίως σε περιπτώσεις όπου οι φερόμενοι ως "προδότες" στοχοποιούνται από αυτονομιστές. [3]

 

32.          Οι επιθέσεις κατά αμάχων από αυτονομιστικές ομάδες στο Καμερούν έχουν κλιμακωθεί από το 2016, οπότε και ξέσπασε η κρίση στις αγγλόφωνες περιοχές. Πολλοί πολίτες διαβιούν σε πρόχειρα καταλύματα σε δασικές περιοχές, ενώ άλλοι αναγκάστηκαν να εγκατασταθούν σε πόλεις υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες. Περαιτέρω, εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και αυτονομιστικών ομάδων στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή. Η αποκαλούμενη «Αγγλόφωνη Κρίση» ξεκίνησε το 2016 στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του Καμερούν, ως αντίδραση στον θεσμικό και πολιτικό αποκλεισμό των αγγλόφωνων από τη γαλλόφωνη κυβέρνηση, και εξελίχθηκε σε παρατεταμένη βίαιη σύρραξη.

 

33.          Κατά την Ακαδημία της Γενεύης (RULAC), το Καμερούν συμμετέχει σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη με την Boko Haram στον Άπω Βορρά. Ωστόσο, ως προς τις περιοχές των αγγλόφωνων αποσχιστικών κινημάτων, παρότι η βία είναι εκτεταμένη, δεν τεκμηριώνεται ομοίως η ύπαρξη μη διεθνούς ένοπλης σύρραξης (NIAC).[4]

 

34.          Κατά την έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για το 2023, επιβεβαιώνεται η ένταση της κρίσης στις νοτιοδυτικές και βορειοδυτικές περιοχές, ενώ καταγράφεται ότι πάνω από 630.000 άτομα έχουν εκτοπιστεί εσωτερικά λόγω της ένοπλης βίας. [5]

 

35.          Ωστόσο, αναφορικά με τις προσωπικές συνθήκες του Αιτητή, εκ της φύσεως των περιστάσεων στις οποίες αυτός αναφέρθηκε, δεν κρίνεται αναγκαία ή σκόπιμη η περαιτέρω τεκμηρίωση μέσω εξωτερικών πηγών, ενώ ο ίδιος δεν προσκόμισε αποδείξεις ή μαρτυρίες σχετικές με τις προσωπικές του δηλώσεις. Συνεπώς, παρά τη γενική ταύτιση ορισμένων ισχυρισμών του Αιτητή με την υφιστάμενη κατάσταση στην περιοχή καταγωγής του, ενόψει της μη τεκμηριωμένης εσωτερικής αξιοπιστίας του ως προς τις προσωπικές του συνθήκες, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του.

36.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής, στη βάση του αξιόπιστου ισχυρισμού του, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση, παρατηρώ επιπρόσθετα προς όσα καταγράφονται στην Εισηγητική Έκθεση τα εξής: Ως προς τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, αναφέρονται τα ακόλουθα, ως προκύπτουν από έγκυρες πηγές πληροφόρησης.

37.          Βάσει πληροφοριών από τον ανεξάρτητο οργανισμό ACAPS, η κρίση που ξέσπασε στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν (ήτοι στις περιφέρειες Northwest και Southwest) περί τα τέλη του 2016 οδήγησε στην εμφάνιση διαφόρων αποσχιστικών ομάδων και σε ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ του κρατικού στρατού και των ενόπλων δυνάμεων των αυτονομιστών, που έχουν εντείνει την ανασφάλεια στις αγγλόφωνες περιοχές, «αφήνοντας 638.400 άτομα εσωτερικά εκτοπισμένα και 64.000 να αναζητούν καταφύγιο στη γειτονική Νιγηρία» (κατάσταση ως καταγράφεται στις 9 Φεβρουαρίου 2024).[6] Εκ των όσων επίσης αναφέρονται στην ίδια πηγή, οι απαρχές της σύγκρουσης εντοπίζονται στα μακροχρόνια προβλήματα στην αγγλόφωνη κοινότητα στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας, λόγω της περιθωριοποίησης τους από τη γαλλόφωνη κυβέρνηση, «που κλιμακώθηκαν σε εκτεταμένες διαμαρτυρίες και απεργίες περί τα τέλη του 2016».[7]

38.          Οι αντιμαχόμενες πλευρές αποτελούνται από τις ένοπλες κρατικές δυνάμεις ασφαλείας του Καμερούν που έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή (συμπεριλαμβανομένης της επίλεκτης μονάδας μάχης) και από διάφορες ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες (που αριθμούν πέραν των 7 διαφορετικών ενόπλων ομάδων, συνολικής δυναμικότητας 2.000-4.000 μαχητών, που κατά τις επιθέσεις τους εναντίον του κρατικού στρατού χρησιμοποιούν αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, καθώς και πιο προηγμένο οπλισμό όπως εκτοξευτές αντιαρματικών), που δρουν (κυρίως) στις αγγλόφωνες περιοχές (παρά το ότι εμφανίζονται με ορισμένο διαχωρισμό, οι ομάδες αυτές προσπαθούν όλο και περισσότερο να συντονιστούν μεταξύ τους, ενώ «οι συνεχιζόμενες εχθροπραξίες παρουσιάζουν ένα συλλογικό χαρακτήρα»).[8]

39.          Ως προς την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στο Νοτιοδυτικό Καμερούν (Sud-Ouest) περιφέρεια στην οποία υπάγεται η πόλη Kumba, τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στη διάρκεια ενός έτους και συγκεκριμένα μεταξύ 27.4.2024 και 25.4.2025 έλαβαν χώρα, συνολικά 630 περιστατικά σε 185 τοποθεσίες, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 627 απώλειες. Εξ' αυτών των περιστατικών, τα 11 καταγράφηκαν ως διαμαρτυρίες χωρίς ανθρώπινες απώλειες, τα 15 ως ταραχές με 2 ανθρώπινες απώλειες, τα 15 ως εκρήξεις/απομακρυσμένη βία με 16 ανθρώπινες απώλειες, τα 227 ως μάχες με 485 ανθρώπινες απώλειες και τα 362 ως βία κατά αμάχων με 124 ανθρώπινες απώλειες. Πιο συγκεκριμένα, στην πόλη  Kumba,  σύμφωνα με την ίδια βάση για την ίδια προαναφερθείσα χρονική περίοδο έλαβαν χώρα, συνολικά 24 περιστατικά, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 8 απώλειες. Εξ' αυτών των περιστατικών, τα 2 καταγράφηκαν ως διαμαρτυρίες (κανένας θάνατος), τα 4 ως μάχες (2 θάνατοι) και τα 18 ως βία κατά αμάχων (6 θάνατοι).[9] Δεδομένου λοιπόν, ότι ο πληθυσμός της πόλης Kumba ανέρχεται σήμερα στους  144,268[10] κρίνεται ότι η ένταση της βίας στην πόλη κινείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.

 

40.          Ως προς τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή δεν προκύπτει οποιαδήποτε παράμετρος του προφίλ του, η οποία να επιτείνει με οποιοδήποτε τρόπο τον κίνδυνο που τυχόν αυτός διατρέχει ούτε και καθαυτό κάποιο στοιχείο του προφίλ του δίδει βάσιμο έρεισμα για δίωξή του.

41.          Ειδικώς ως προς το θρησκευτικό του προφίλ ως χριστιανού δεν προκύπτει κάποιος κίνδυνος. Πηγές αναφέρουν πως στο Καμερούν, οι Χριστιανοί αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού, με περίπου το 70% να ανήκουν σε διάφορα χριστιανικά δόγματα. Ωστόσο, υπάρχουν περιοχές όπου οι Χριστιανοί αντιμετωπίζουν προκλήσεις. Στις βόρειες περιοχές, όπου κυριαρχεί το Ισλάμ, έχουν αναφερθεί περιστατικά κοινωνικών εντάσεων μεταξύ χριστιανικών και μουσουλμανικών κοινοτήτων. Επιπλέον, η παρουσία εξτρεμιστικών ομάδων, όπως η Μπόκο Χαράμ, έχει οδηγήσει σε επιθέσεις κατά χριστιανικών κοινοτήτων στα βόρεια σύνορα με τη Νιγηρία και όχι στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή. Παρά τις προκλήσεις αυτές, οι Χριστιανοί στο Καμερούν γενικά ασκούν τη θρησκεία τους ελεύθερα.[11]

42.           Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση λαμβάνοντας υπόψη και το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, ως αυτό έγινε αποδεκτό και ειδικότερα ότι ο Αιτητής είναι νεαρός, υγιής, χωρίς κάποια καταγεγραμμένη ευαλωτότητα, ικανός προς εργασία, χωρίς καμία δράση ή συμμετοχή σε αντιπολιτευτικές ή απελευθερωτικές δραστηριότητες, κρίνεται πως σε συνάρτηση με τις παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στη Βορειοδυτική Περιφέρεια, και το γεγονός ότι ο ίδιος  δεν εμπλέκεται καθ' οιονδήποτε τρόπο με τα όσα διαδραματίζονται στο πλαίσια των ενόπλων συγκρούσεων που καταγράφονται, δεν πιθανολογείται ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, θα εκτεθεί σε κίνδυνο που να ισοδυναμεί με σοβαρή βλάβη ή δίωξη.

43.          Επικουρικώς σημειώνεται ότι, παρά την απόρριψη του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, από τις ίδιες τις αναφορές του Αιτητή προκύπτει ότι ουδέποτε υπήρξε αποδέκτης απειλών από οποιοδήποτε μέρος των αντιμαχόμενων πλευρών, είτε από τον κυβερνητικό στρατό είτε από τους αποσχιστές. Ο Αιτητής δεν ταυτοποιήθηκε από καμία από τις ανωτέρω ομάδες, ούτε του αποδόθηκε οποιοδήποτε πολιτικό ή άλλο κίνητρο, ούτε και χαρακτηρίστηκε ως προδότης. Η δε σχέση του με τις κρατικές αρχές, υπό το εν λόγω πλαίσιο, περιορίζεται αποκλειστικά στην προσωπική σύνδεση που, κατά τους ισχυρισμούς του, διατηρούσε με αστυνομικό διοικητή. Υπό τα δεδομένα αυτά, δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής διατρέχει προσωπικά κίνδυνο σε περίπτωση επανόδου του στη χώρα καταγωγής του, ιδίως εφόσον επιλέξει να απέχει στο μέλλον από τις δραστηριότητες τις οποίες περιέγραψε, οι οποίες δεν τεκμηριώνεται ότι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητάς του ή ότι συνδέονται με την επιβίωσή του ή με ζωτικής σημασίας επαγγελματική του δραστηριότητα.

44.          Καταλήγω, συνεπώς, ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός ούτε από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

45.          Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

46.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο προσφεύγων, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή (βλ. άρθρο 19(2)(γ) απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43).

47.          Δεδομένης της έκρυθμής κατάστασης που επικρατεί στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή όπου ευλόγως αναμένεται να επιστρέψει, δέον να εξεταστούν τα επιμέρους συστατικά στοιχεία του άρθρου 19(2)(γ) και ειδικότερα, κατά πόσον συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας της και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94  Elgafaji, σκέψη 43].

48.          Σημειώνεται συναφώς ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

49.          Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ.  απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28).

50.          Ακολούθως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (Βλ. C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

51.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

52.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

53.          Εν προκειμένω Δικαστήριο ανέτρεξε σε πρόσφατες και έγκυρες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στο Βορειοδυτικό Τμήμα του Καμερούν (βλ. ανωτέρω) και διαπίστωσε με βάση λοιπόν τα όσα καταγράφονται ανωτέρω, ότι στη πόλη Kumba, τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, λαμβάνει χώρα εσωτερική ένοπλη σύρραξη μεταξύ των δυνάμεων του στρατού της χώρας και των αποσχιστικών ομάδων που δρουν στη περιοχή. Επίσης οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν ότι εκεί λαμβάνει χώρα αδιάκριτη βία (για τη έννοια της αδιάκριτης βίας η οποία επηρεάζει πρόσωπα ανεξαρτήτως των προσωπικών τους περιστάσεων, βλ. ανωτέρω Elgafaji, σκέψη 34 ΔΕΕ, Diakite, απόφαση ημερ.30/01/2014, C-285/12, παρ.), Ενόψει των ποσοτικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών τα οποία αναλύθηκαν ανωτέρω φρονώ ότι η προερχόμενη από την ένοπλη σύρραξη αδιάκριτη βία αγγίζει ένα μέτριο σχετικά επίπεδο, αν και δεν εξικνείται σε τέτοιο επίπεδο ώστε μόνη η παρουσία ενός αμάχου σε αυτή να αρκεί για στοιχειοθέτηση πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, ανεξαρτήτως προσωπικών περιστάσεων.

54.           Ως προς τις περιστάσεις του Αιτητή αυτός έχει ήδη οικογενειακό και ευλόγως κοινωνικό υποστηρικτικό δίκτυο στο τόπο συνήθους διαμονής του, πρόκειται για ενήλικο άνδρα, υγιή, χωρίς σημεία ευαλωτότητας, ικανό προς εργασία και με προηγούμενη εργασιακή πείρα στη χώρα του. Ο Αιτητής έχει λάβει τη βασική εκπαίδευση στη χώρα του, καθότι απόφοιτος του δευτεροβάθμιου επιπέδου. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής είναι εξοικειωμένος με την περιοχή, αλλά και του γεγονότος ότι βρισκόταν όλη τη ζωή του στο Νοτιοδυτικό Τμήμα της χώρας του, άρα σε θέση να γνωρίζει και να αξιολογεί επαρκώς τους κινδύνους.

55.          Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment' (2015), 2 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf 

[2] Αmbazonia Broadcasting Corporation - ABC Amba TV, WHO ARE THE BLACK LEGS IN THE AMBAZONIAN STRUGGLE?, 25 May 2022, available at: https://www.abcambatv.com/news/who-are-the-black-legs-in-the-ambazonian-struggle~230 ; Journal du Cameroon, Cameroon/Anglophone crisis: Accused of being "blackleg", Treasure pays with her life, 06/08/2020, available at: https://www.journalducameroun.com/en/cameroon-anglophone-crisis-accused-of-being-blackleg-treasure-pays-with-her-life/ ; AFF Cameroon, Social Media's role in promoting attacks on civilians in NW-SW Cameroon suspected to be traitors ''Black Legs," or 'Betraying the Struggle.', available at: https://affcameroon.defyhatenow.org/social-medias-role-in-promoting-attacks-on-civilians-in-nw-sw-cameroon-suspected-to-be-traitors-black-legs-or-betraying-the-struggle/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025) 

[3] AFF Cameroon, Social Media's role in promoting attacks on civilians in NW-SW Cameroon suspected to be traitors ''Black Legs," or 'Betraying the Struggle.', available at: https://affcameroon.defyhatenow.org/social-medias-role-in-promoting-attacks-on-civilians-in-nw-sw-cameroon-suspected-to-be-traitors-black-legs-or-betraying-the-struggle/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[4] RULAC - The Rule of Law in Armed Conflict Project, Countries: Cameroon, last updated on 21.1.21, https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon#collapse1accord  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[5] Amnesty International, "The State of the World's Human Rights; Cameroon 2023", 24.4.2024,https://www.amnesty.org/en/location/africa/west-and-central-africa/cameroon/report-cameroon/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[6] ACAPS, Country analysis: Cameroon, https://www.acaps.org/en/countries/cameroon#  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[7] ACAPS, Country analysis: Cameroon, https://www.acaps.org/en/countries/cameroon#  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[8] Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights – RULAC: Rule of Law in Armed Conflicts, Non-international Armed Conflicts in Cameroon, Last updated: 12th January 2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon   (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[9] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), ACLED Explorerhttps://acleddata.com/explorer/ (Metric: Event Counts / Fatality Counts, Date range: 27.4.2024-25.4.2025, Region: Africa, Country: Cameroon,  Admin: Sud-Ouest, Kumba

[10] Cameroon, Sud-Ouest, Kumba https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)

[11] USDOS - US Department of State: 2023 Report on International Religious Freedom: Cameroon, 26 June 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2111838.html; USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107637.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26.6.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο