
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 479/2024
13 Ιουνίου, 2025
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
F.N.O.
Αιτήτριας
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Χ. Παφίτη (κα), για Αγγελική Λαζάρου, Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Ε. Παραδεισιώτη (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 08/01/2024 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία ως άκυρη και/ή παράνομη και/ή αντισυνταγματική και στερούμενη οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:
Η Αιτήτρια είναι ενήλικας, υπήκοος του Καμερούν και στις 02/05/2022, αφού εισήλθε παρατύπως στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη, υπέβαλε αίτημα διεθνούς προστασίας.
Στις 06/12/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 02/01/2024, η αρμόδια λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση προς τον εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών διοικητικό λειτουργό να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενος την απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας. Ο τελευταίος, στις 08/01/2024, ενέκρινε την Έκθεση-Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου και αποφάσισε παράλληλα την επιστροφή της Αιτήτριας στο Καμερούν.
Στις 25/01/2024, η Υπηρεσία Ασύλου συνέταξε απορριπτική επιστολή μαζί με την Έκθεση-Εισήγηση, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από την Αιτήτρια αυθημερόν.
Στις 14/02/2024, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η Αιτήτρια δια της γραπτής αγόρευσης της ευπαίδευτης συνηγόρου της, προώθησε αρχικά ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να διεξαχθεί δέουσα έρευνα και/ή χωρίς να ληφθούν υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης. Υποστήριξε ότι δεν τέθηκαν επαρκείς και ουσιαστικές ερωτήσεις στην Αιτήτρια ώστε να τεκμηριώσει το αίτημά της και να αποδείξει ότι η χώρα καταγωγής της δεν είναι ασφαλής για την ίδια και ότι λανθασμένα έχει κριθεί αναξιόπιστη ως προς τις ισχυρισμούς της. Ακολούθως επικαλέστηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη τελώντας υπό πλάνη περί τα πράγματα, καθώς δεν έλαβαν υπόψη τους οι Καθ΄ ων η Αίτηση τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας ότι διατρέχει κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της. Συμπλήρωσαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη και/ή υπογράφεται από αναρμόδιο πρόσωπο και/ή πρόσωπο το οποίο δεν έλαβε την απαιτούμενη εξουσιοδότηση. Καταληκτικά, ισχυρίστηκαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας και/ή η αιτιολογία αυτής είναι ελλιπής και/ή εσφαλμένη.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση αντικρούοντας τους ισχυρισμούς, υπέβαλε δια της γραπτής της αγόρευσής της ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από αρμόδιο όργανο, ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη, ενώ η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος της απόδειξης που της αναλογεί. Ως εκ τούτου εισηγήθηκε όπως απορριφθεί η παρούσα προσφυγή και επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων της παρούσας υπόθεσης στις 25/02/2025, η συνήγορος της Αιτήτριας δήλωσε ότι αποσύρει τον ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας που καταγράφηκε στη γραπτή της αγόρευση και ότι προωθεί μόνον του λόγους ακύρωσης περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Υποστήριξε ότι δεν διενεργήθηκε σωστή αξιολόγηση από τους Καθ΄ ων η Αίτηση και ότι οι βασικοί ισχυρισμοί της Αιτήτριας απορρίφθηκαν χωρίς να αιτιολογείται αυτή η απόφαση.
ΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ
Θα προχωρήσω με την εξέταση των ισχυρισμών που προώθησαν οι συνήγοροι της Αιτήτριας, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο, εκτός της νομιμότητας, και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018)).
Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών της Αιτήτριας, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη την διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός της και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Κατά την καταγραφή του αιτήματός της για χορήγηση διεθνούς προστασίας, η Αιτήτρια ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της εξαιτίας της κρίσης που επικρατεί σε αυτήν. Κατέγραψε ότι σκοτώθηκε ο αδελφός της, της έκαψαν την αγροτική της γη (farm land) που ήταν η μόνη πηγή εισοδήματός τους και ότι καταζητείται από τις στρατιωτικές δυνάμεις του Καμερούν (ερυθρά 1-3 του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο διεξαγωγής της προσωπικής της συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε πως είναι υπήκοος Καμερούν, γεννηθείσα στην πόλη Nguti όπου και μεγάλωσε μαζί με την οικογένειά της. Στην πόλη Nguti ζούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της, με μόνη εξαίρεση την περίοδο από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 2020, που έζησε στην πόλη Kumba. Η μητρική της γλώσσα είναι Bayangi και ομιλεί επίσης Αγγλικά.
Ως προς το μορφωτικό της υπόβαθρο, η Αιτήτρια δήλωσε ότι το 2013 ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα καταγωγής της. Αναφορικά με το επαγγελματικό της υπόβαθρο, δήλωσε ότι εργάστηκε ως πωλήτρια σε κατάστημα ενόσω ζούσε στην πόλη Kumba.
Ως προς τα προσωπικά της στοιχεία δήλωσε πως οι γονείς της ζουν στην πόλη Nguti. Ο μεγαλύτερος αδελφός της ήταν αυτός που φρόντιζε την οικογένεια, αλλά πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε από τον στρατό του Καμερούν στις 15/09/2021. Οι γονείς της διαθέτουν φάρμα και ασχολούνται επαγγελματικά με τη γεωργία. Ο πατέρας της έχει σταματήσει λόγω ηλικίας και πλέον η μητέρα της είναι αυτή που στηρίζει οικονομικά και τους δύο.
Εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής της περί τις 31/03/2022 χωρίς να αντιμετωπίσει κάποια δυσκολία κατά την έξοδό της στο αεροδρόμιο της χώρας της και αφίχθη στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Μετέπειτα εισήλθε παρατύπως στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη, όπου και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας.
Ως προς τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, κατά την ελεύθερη αφήγησή της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι επειδή βοηθούσε τον αδελφό της στην επιχείρησή του, μετά το θάνατό του, αναζητείτο από τον στρατό και από τους Ambas, καθώς ο αδελφός της τους προμήθευε με ποτά και ναρκωτικά. Η ίδια αναζητείτο από τον στρατό ακόμα και τότε που ζούσε στην Κumba, αλλά και μετέπειτα που επέστρεψε και πάλι στη γενέτειρά της και την απειλούσαν ότι αν δεν τους παραδώσει τα ποτά, τα ναρκωτικά και τις σφαίρες που ο αδελφός της προμήθευε στους Ambas, θα την σκοτώσουν. Η Αιτήτρια αρνείτο την εμπλοκή του αδελφού της σε αυτού του είδους τις δραστηριότητες. Στις 05 Ιανουαρίου, στρατιωτικοί μετέβησαν στην οικία της και την μετέφεραν στο στρατόπεδό τους, όπου την κτύπησαν, την βίασαν και την απείλησαν ότι θα την σκοτώσουν αν δεν τους παραδώσει αυτά που είχαν ζητήσει. Μετά από δύο ημέρες, μετέβησαν εκ νέου στην οικία της, θέτοντας της προθεσμία μίας εβδομάδας για να τους παραδώσει ό,τι προμήθευε ο αδελφός της στους Ambas. Μετά το εν λόγω περιστατικό κατέφυγε στο δάσος για να μην μπορούν να τους εντοπίσουν, όπου και παρέμεινε για σχεδόν ένα μήνα και μετέπειτα επέστρεψε εκ νέου στην οικία της.
Κατά το στάδιο υποβολής διευκρινιστικών ερωτήσεων, η Αιτήτρια αρχικά δήλωσε ότι ο αδελφός της ξεκίνησε να προμηθεύει σε καταστήματα ποτά που αγόραζε από τη Νιγηρία προτού η ίδια μεταβεί στην πόλη Kumba, ήτοι πριν από τις αρχές του 2020. Ωστόσο, σε αμέσως επόμενη σχετική ερώτηση δήλωσε ότι το 2017 ξεκίνησε να ασχολείται με την προμήθεια ποτών και όταν κλήθηκε να σχολιάσει την αντίφαση που εντοπίστηκε στα λεγόμενά της, ανέφερε εκ νέου ότι ξεκίνησε το 2017. Όσον αφορά τη δική της εμπλοκή στις επαγγελματικές δραστηριότητες του αδελφού της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι αφότου ολοκλήρωσε το σχολείο ξεκίνησε να τον βοηθά με την προμήθεια ποτών.
Σε σχέση με το θάνατο του αδελφού της, ανέφερε ότι αφότου επέστρεψε από τη Νιγηρία κατηγορείτο από το στρατό του Καμερούν ότι μετέβαινε στη Νιγηρία για να αγοράζει σφαίρες και ναρκωτικά, τα οποία προμήθευε στους Ambazonians. Την πρώτη φορά που μετέβησαν στην οικία τους, τον μετέφεραν σε στρατόπεδο τους, τον κτύπησαν και του ζήτησαν να τους παραδώσει τις σφαίρες και τα ναρκωτικά, πλην όμως αρνήθηκε ότι προβαίνει σε τέτοιες ενέργειες και ακολούθως τον μετέφεραν πίσω στην οικία τους. Δεν γνωρίζει πως κατόρθωσε να επιστρέψει πίσω στην οικία τους και ερωτηθείσα πως και τον άφησαν να φύγει, η Αιτήτρια δήλωσε ότι γνωρίζει ότι τους ανέφερε ότι αγοράζει μόνο ποτά και όχι ναρκωτικά και ότι κάποιος από αυτούς του επέστρεψε να φύγει.
Δύο ημέρες αργότερα, μετέβησαν εκ νέου στην οικία τους, και τον απείλησαν ότι εάν δεν τους τα παραδώσει, θα τον σκοτώσουν. Ως εκ τούτου, ένα βράδυ που η Αιτήτρια απουσίαζε από την οικία τους, εισήλθαν εκ νέου σε αυτήν, τον πυροβόλησαν και τον σκότωσαν. Ερωτηθείσα πότε σκοτώθηκε ο αδελφός της, δήλωσε χαρακτηριστικά «Uh…December, December 15th» και κληθείσα να παραθέσει τη χρονολογία, ανέφερε «September 15th 2021». Επιπρόσθετα, δεν γνώριζε να δηλώσει από ποιο τμήμα προέρχονταν οι στρατιωτικοί που μετέβησαν στην οικία τους και κληθείσα να περιγράψει τη στολή τους, δήλωσε ότι φορούσαν μαύρες μάσκες και μαύρα ρούχα στα οποία αναγραφόταν η λέξη «BIR», που σημαίνει «Bandallon International Rapid». Δεν συνηθίζουν να μεταβαίνουν έχοντας στην κατοχή τους ένταλμα, όπως έγινε και την ημέρα που μετέβησαν στην οικία τους.
Όταν επέστρεψε πίσω στην οικία της η Αιτήτρια, βρήκε το πτώμα του αδελφού της στο έδαφος και υπήρχαν παντού αίματα. Τότε κλήθηκε να σχολιάσει την προηγούμενη αντιφατική της δήλωση ότι τον μετέφεραν έξω από την οικία τους όπου και τον πυροβόλησαν και απάντησε ότι δεν βρισκόταν εκείνη τη στιγμή εκεί και ό,τι ανέφερε, ήταν αυτά που της εξιστόρησε η μητέρα της που ήταν παρούσα. Ερωτηθείσα ποιος ήταν ο λόγος για τον οποίο κατηγορούσαν τον αδελφό της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι οι σφαίρες και τα ναρκωτικά προέρχονταν κυρίως από τη Νιγηρία και ότι εάν κάποιος επιχειρηματίας μεταβαίνει στη Νιγηρία τον υποπτεύονται, ειδικά εάν προέρχεται από το νότιο Καμερούν. Εκτός από τον αδελφό της, κατηγορούνταν και άλλα πρόσωπα, τα οποία και σκοτώθηκαν. Ο αδελφός της έτυχε να μεταβεί στη Νιγηρία αρκετές φορές, χωρίς να θυμάται να παραθέσει πότε ξεκίνησε. Σε σχέση με την τελευταία φορά που μετέβη στη Νιγηρία, απάντησε ως εξής «The last time was on 12 December» και ερωτηθείσα αμέσως μετά ποια ήταν η χρονιά, απάντησε ως εξής «2021. Sorry madame it was 12 September 2021».
Αναφορικά με τις δηλώσεις της ότι η ίδια αναζητείτο από τις στρατιωτικές δυνάμεις, ανέφερε ότι θεωρούσαν ότι τα ποτά που προμήθευε περιείχαν ναρκωτικά και μετά το θάνατό του, θεώρησαν ότι η Αιτήτρια γνώριζε τις σχετικές πληροφορίες λόγω της εμπλοκής της στην επιχείρηση του αδελφού της. Τον Οκτώβριο του 2021, χωρίς να θυμάται να παραθέσει πότε ακριβώς, στρατιωτικοί με τα ίδια χαρακτηριστικά που παρέθεσε προηγουμένως, μετέβησαν στην οικία της και απαίτησαν να τους παραδώσει τα ναρκωτικά γιατί κάποιος τους ενημέρωσε ότι τα έχει στην κατοχή της, απειλώντας την ότι σε αντίθετη περίπτωση θα την σκοτώσουν. Την μετέφεραν με το αυτοκίνητό τους στο στρατόπεδό τους και κατόπιν ερωτήσεων που της υπέβαλαν, αρνήθηκε την εμπλοκή του αδελφού της σε αυτού του είδους τις δραστηριότητες και τους ανέφερε ότι δεν γνωρίζει οτιδήποτε. Ερωτηθείσα πόσο κοντά είναι το στρατόπεδο από την οικία της, δήλωσε ότι είναι περίπου 7-8 λεπτά, ενώ αμέσως μετά δήλωσε ότι είναι μακριά από την οικία της. Κατά την κράτησή της που διήρκησε για τρεις ημέρες, την κρατούσαν με δεμένα χέρια, την κτυπούσαν και της πέταξαν ζεστό νερό στο σώμα της και ακολούθως την βίασαν. Ακολούθως την μετέφεραν πίσω στην οικία της και την προειδοποίησαν ότι θα επιστρέψουν σε περίπτωση που δεν τους ενημερώσει για τα ναρκωτικά.
Μετέπειτα περί τα τέλη Οκτωβρίου, μετέβησαν για ακόμα δύο φορές στην οικία της, απειλώντας την ότι θα την σκοτώσουν εάν δεν τους παραδώσει τα ναρκωτικά, πλην όμως η Αιτήτρια τους ανέφερε ότι δεν έχει τίποτα στην κατοχή της. Μετά την τελευταία τους επίσκεψη στην οικία της, κατέφυγε μαζί με την οικογένειά της στο δάσος όπου και ζούσαν για δύο περίπου εβδομάδες. Ακολούθως, επειδή δεν ήταν εύκολη η διαβίωση στο δάσος, μετέβησαν στο χωριό της μητέρας της (ήτοι Talangaye), το οποίο εγκατέλειψε τον Δεκέμβριο του 2021, καθώς δήλωσε ότι δεν ένιωθε ασφαλής λόγω της παρουσίας του στρατού και των Ambazonians εκεί, έστω και εάν ενόσω ζούσε εκεί δεν είχε υποστεί οποιαδήποτε βλάβη.
Ερωτηθείσα τι πιστεύει ότι θα μπορούσε να υποστεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ό,τι και εάν υποστεί θα το αποδεχθεί και επιπρόσθετα δεν θεωρεί ότι οι αρχές της χώρας της θα της επιτρέψουν να επιστρέψει.
Καταληκτικά, αφού επιβεβαίωσε ότι η ίδια προέβη στη συμπλήρωση της αίτησής της για παραχώρηση διεθνούς προστασίας και ότι όσα αναγράφονται σε αυτήν είναι αληθή, κλήθηκε να σχολιάσει το γεγονός ότι κατά τη συνέντευξή της δεν ανέφερε ότι έκαψαν την φάρμα τους, με την Αιτήτρια να δηλώνει ότι ο στρατός έβαλε φωτιά σε ένα σπίτι και αφότου επεκτάθηκε, κατέστρεψε και την φάρμα τους.
Η αρμόδια λειτουργός στην Έκθεση-Εισήγησή της, εντόπισε τέσσερις ουσιώδεις ισχυρισμούς στη βάση των δηλώσεων της Αιτήτριας, ως ακολούθως:
(1) Ταυτότητα, περιοχή καταγωγής και διαμονής της Αιτήτριας.
(2) Ο θάνατος του αδελφού της Αιτήτριας από στρατιωτικές δυνάμεις, εξαιτίας της εργασίας του.
(3) Η κράτηση της Αιτήτριας από στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας καταγωγής της και οι απειλές από αυτές.
(4) Οι απειλές που δέχθηκε η Αιτήτρια από τους Ambazonians.
Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας αναφορικά με την ταυτότητα, την περιοχή καταγωγής και διαμονής της, η αρμόδια λειτουργός τον έκανε αποδεκτό ως αξιόπιστο, λαμβάνοντας υπόψη την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών της, καθώς και το προσκομισθέν διαβατήριο και τις πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής της, ως προς την εξωτερική της αξιοπιστία.
Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αναφορικά με το θάνατο του αδελφού της Αιτήτριας από στρατιωτικές δυνάμεις εξαιτίας της εργασίας του, έτυχε απόρριψης λόγω μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών της, έλλειψης επαρκών πληροφοριών και εντοπισμού αντιφάσεων στο αφήγημά της. Ειδικότερα, η αρμόδια λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση διαπίστωσε ότι υπέπεσε σε αντιφατικές δηλώσεις αναφορικά με το πότε ο αδελφός της ξεκίνησε την επιχείρησή του σε σχέση με την προμήθεια ποτών, αλλά και αναφορικά με το πότε ξεκίνησε η ίδια να έχει εμπλοκή στις εν λόγω δραστηριότητές του. Επιπρόσθετα, κρίθηκε ότι αδυνατούσε να προσδιορίσει χρονικά πότε έλαβαν χώρα τα περιστατικά που αφορούσαν τον αδελφό της με τις στρατιωτικές δυνάμεις και τον τρόπο με τον οποίο αφέθηκε ελεύθερος μετά την απαγωγή του, να παραθέσει επαρκείς πληροφορίες για το περιστατικό που έλαβε χώρα στην οικία της όταν η ίδια ήταν παρούσα σύμφωνα με τα λεγόμενά της, αλλά και να επεξηγήσει επαρκώς για ποιο λόγο κατηγορείτο ο αδελφός της από τον στρατό ότι προμήθευε όπλα και ναρκωτικά στους Ambazonians. Ενώ αφενός δήλωσε ότι δεν γνώριζε σε ποιο τμήμα ανήκαν τα μέλη του στρατού που μετέβησαν στην οικία τους, αφετέρου ανέφερε ότι πάνω στα ρούχα τους αναγραφόταν η λέξη «BIR» που μάλιστα γνώριζε να παραθέσει τι σημαίνει.
Επιπρόσθετα, κρίθηκε ότι παρέθεσε αντιφατικές πληροφορίες αναφορικά με τον πυροβολισμό του αδελφού της, με τη δικαιολογία ότι δεν ήταν παρούσα όταν αυτό έλαβε χώρα. Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ουσιώδους ισχυρισμού, η αρμόδια λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση, κατέγραψε στην Έκθεση-Εισήγησή της ότι τα όσα η Αιτήτρια ανέφερε αναφορικά με το θάνατο του αδελφού της από τις στρατιωτικές δυνάμεις εξαιτίας της εργασίας του, αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη των σχετικών της ισχυρισμών και ως εκ τούτου δεν δικαιολογείται οποιαδήποτε περαιτέρω διερεύνηση μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης.
Ακολούθως, απόρριψης έτυχε και ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός αναφορικά με την κράτηση της Αιτήτριας από τις στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας της και τις απειλές που λάμβανε από αυτές, καθώς κρίθηκε αναξιόπιστη ως προς τα λεγόμενά της σε σχέση με τον εν λόγω ισχυρισμό. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε από την αρμόδια λειτουργό των Καθ΄ ων η Αίτηση ότι σε διάφορα σημεία της συνέντευξής της, υπέπεσε σε αντιφάσεις ως προς την χρονική τοποθέτηση των γεγονότων που ισχυρίστηκε ότι έλαβαν χώρα με τις στρατιωτικές δυνάμεις αναφορικά με τις επισκέψεις τους στην οικία της και την κράτησή της από αυτές, ενώ ταυτόχρονα δεν ήταν σε θέση να παραθέσει επαρκείς πληροφορίες σε σχέση τα εν λόγω γεγονότα και να τα παραθέσει με τρόπο συνεκτικό. Επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει επαρκώς με ποιο τρόπο κατόρθωσε να προβεί στην έκδοση του διαβατηρίου της και να εξέλθει της χώρας της χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα, έστω και εάν όπως η ίδια ισχυρίστηκε, αναζητείτο από τις στρατιωτικές αρχές της χώρας καταγωγής της.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ουσιώδους ισχυρισμού, αρχικά η αρμόδια λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση, κατέγραψε στην Έκθεση-Εισήγησή της ότι τα όσα η Αιτήτρια ανέφερε αναφορικά με την κράτησή της από τις στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας της και τις απειλές που λάμβανε από αυτές, αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη των σχετικών της ισχυρισμών και ως εκ τούτου δεν δικαιολογείται οποιαδήποτε περαιτέρω διερεύνηση μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Ακολούθως, κατέγραψε ότι η περιγραφή που παρέθεσε η Αιτήτρια για την στολή των μελών των στρατιωτικών δυνάμεων αλλά και τι σημαίνει το ακρωνύμιο που ισχυρίστηκε ότι αναγραφόταν στη στολή τους, δεν συνάδουν με τις πληροφορίες που εντοπίστηκαν σε εξωτερική πηγή πληροφόρησης, στις οποίες και παρέπεμψε.
Μετέπειτα, απορρίφθηκε και ο τέταρτος ουσιώδης ισχυρισμός σε σχέση με τις απειλές που δέχθηκε η Αιτήτρια από τους Ambazonians, λόγω μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών της. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι αδυνατούσε να παραθέσει λεπτομέρειες και επαρκείς πληροφορίες σε σχέση με τα περιστατικά με τους Ambazonians που έλαβαν χώρα στην οικία της και τις απειλές που ισχυρίστηκε ότι λάμβανε από αυτούς, ως ευλόγως αναμενόταν από την ίδια ενόψει του ότι άπτονται του πυρήνα του αιτήματός της. Σε σχέση δε με την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ουσιώδους ισχυρισμού, κρίθηκε ότι τα όσα η Αιτήτρια ανέφερε αναφορικά με τις απειλές που λάμβανε από τους Ambazonians, αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη των σχετικών της ισχυρισμών και ως εκ τούτου δεν δικαιολογείται οποιαδήποτε περαιτέρω διερεύνηση μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει η Αιτήτρια αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, επί τη βάσει του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού ο οποίος έγινε αποδεκτός και παραθέτοντας πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής της γενικότερα, αλλά και στην Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν στην οποία βρίσκεται η πόλη Nguti όπου αναμένεται να επιστρέψει η Αιτήτρια, η αρμόδια λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση έκρινε ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι η Αιτήτρια να αντιμετωπίσει κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της.
Ακολούθως, στο στάδιο της νομικής ανάλυσης, ως αναφέρεται στην Έκθεση-Εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών της Αιτήτριας, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στο πλαίσιο του άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα. Επιπλέον, κρίθηκε ότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ευλόγως η Αιτήτρια κατά την επιστροφή της στο Καμερούν δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 19 (2) (β) του περί Προσφύγων Νόμου.
Αναφορικά δε με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, η αρμόδια λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση έκρινε πως, επί τη βάσει πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν στην οποία βρίσκεται η περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, σε συνδυασμό με τις ατομικές περιστάσεις αυτής, προκύπτει πως στην ανωτέρω ευρύτερη περιοχή (Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν) υπάρχει μεν εσωτερική ένοπλη σύρραξη, αλλά όχι σε τέτοιο επίπεδο ώστε μόνη η παρουσία της στη συγκεκριμένη περιοχή να την θέσει αντιμέτωπη με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου (αντίστοιχο άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ). Ως εκ τούτου, η αρμόδια λειτουργός κατέληξε ότι η Αιτήτρια δεν δικαιούται ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, υπό το φως και των προσωπικών της περιστάσεων και εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης της Αιτήτριας για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Αξιολογώντας το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και την Έκθεση-Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού, κρίνω ότι έγιναν στην Αιτήτρια επαρκείς ερωτήσεις για να διερευνηθεί ο πυρήνας του αιτήματός της για διεθνή προστασία και ορθά κατέληξαν στα ευρήματα περί αναξιοπιστίας της. Ειδικότερα, ορθώς κρίθηκε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετώπιζε στη χώρα καταγωγής της, τα ισχυριζόμενα περιστατικά και τις απειλές στις οποίες αναφέρθηκε, αλλά και να υποστηρίξει με σαφήνεια και ευλογοφάνεια τους ισχυρισμούς της περί δίωξης της στη χώρα καταγωγής της, λαμβανομένου άλλωστε υπόψη και των αντιφάσεων που εντοπίστηκαν στο αφήγημά της, ως εκτενώς αναφέρονται ανωτέρω.
Κατά συνέπεια, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99). Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της Έκθεσης-Εισήγησης, ενέκρινε την εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα της Αιτήτριας. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει η Αιτήτρια, όπως αναλύεται ανωτέρω.
Η απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη, αφού η αιτιολόγηση της συμπληρώνεται και ενισχύεται και από την Έκθεση-Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού, στη βάση της οποίας απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία. Σχετική είναι και η υπόθεση αρ. 128/2008 Jamal Karou v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου 2010, όπου αναφέρεται ότι «Η αιτιολογία μιας απόφασης για να θεωρείται ότι είναι σύμφωνη με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου, άρθρα 26 και 28 του Νόμου 158(I)/1999 και την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, θα πρέπει να περιέχει τους πραγματικούς λόγους και την νομική βάση στην οποία υπήγαγε τα γεγονότα ώστε να καταλήξει στη συγκεκριμένη απόφαση. Όμως η διατύπωση θα πρέπει να γίνεται με τρόπο που να δίνει την δυνατότητα στο Δικαστήριο να ελέγξει τη νομιμότητα της.»
Ως εκ τούτου, απορρίπτω τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν από τη συνήγορο της Αιτήτριας και αφορούσαν στην έλλειψη δέουσας έρευνας και στην μη επαρκή και/ή δέουσα αιτιολογία της επίδικης απόφασης.
Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο της Αιτήτριας εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που δικαιολογούν την θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου. Επίσης, με βάση το προσωπικό της προφίλ υπό το φως των ισχυρισμών που η ίδια προώθησε και σε σχέση με το άρθρο 19(1) και 19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου, δεν θεωρώ ότι σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας.
Αναφορικά με την υπαγωγή της Αιτήτριας σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) και 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire general aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Για την εξέταση του άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, δέον να εξεταστεί εκ νέου η κατάσταση ασφαλείας στη Νοτιοδυτική περιφέρεια («South-West Region») του Καμερούν και στην περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι την πόλη Nguti, η οποία εμπίπτει στην ανωτέρω περιφέρεια.
Σε σχετικό ενημερωτικό δελτίο της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) που δημοσιεύθηκε το 2024, αναφέρεται ότι «το Καμερούν αντιμετωπίζει μια πολύπλευρη ανθρωπιστική κρίση και κρίση προστασίας που προκλήθηκε από συγκρούσεις, ενδοκοινοτική βία και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής».[1]
Σε πρόσφατη έκθεση του Global Centre for the Responsibility to Protect που δημοσιεύθηκε το 2025, αναφέρεται ότι τον Οκτώβριο του 2017, οι αγγλόφωνοι αυτονομιστές διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους και ανακήρυξαν ένα νέο κράτος, αυτό της «Ambazonia» στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του Καμερούν, που συνιστούν τις αγγλόφωνες περιοχές. Έκτοτε, στις εν λόγω περιοχές, αυτονομιστές μαχητές και κρατικές δυνάμεις ασφαλείας εμπλέκονται σε συγκρούσεις, με αποτέλεσμα να λαμβάνουν χώρα εκτεταμένες φρικαλεότητες κατά του άμαχου πληθυσμού.[2]
Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, οι δυνάμεις ασφαλείας ευθύνονται για την πρόκληση αυθαίρετων δολοφονιών, για τη διάπραξη εκτεταμένων αδικημάτων σεξουαλικής βίας και βίας λόγω φύλου, για την καταστροφή αγγλόφωνων χωριών και για την υποβολή υπόπτων με αυτονομιστικούς δεσμούς σε αυθαίρετη κράτηση, βασανιστήρια και κακομεταχείριση. Επιπρόσθετα, ένοπλοι αυτονομιστές ευθύνονται για δολοφονίες και απαγωγές, ενώ διεκδικούν σταθερά τον έλεγχο σε μεγάλα τμήματα των αγγλόφωνων περιοχών. Οι αυτονομιστές και οι κυβερνητικές δυνάμεις έχουν διαπράξει στοχευμένες επιθέσεις σε εγκαταστάσεις υγείας και κατά εργαζομένων στον τομέα παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας, περιορίζοντας την παροχή και την πρόσβαση σε ζωτικής σημασίας βοήθεια και αναγκάζοντας διάφορες διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις να αναστείλουν τις δραστηριότητές τους. Οι αυτονομιστές έχουν απαγορεύσει κιόλας την κρατική μόρφωση, συχνά επιτίθενται, τρομοκρατούν και απαγάγουν μαθητές και δασκάλους, ενώ καίνε, καταστρέφουν και λεηλατούν σχολεία.[3]
Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 11/04/2024 έως 11/04/2025, στη Νοτιοδυτική περιφέρεια ("South-West Region") του Καμερούν σημειώθηκαν 687 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 680 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 249 περιστατικά συνίσταντο σε μάχες (534 θάνατοι), 393 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (128 θάνατοι), 12 ήταν περιστατικά διαμαρτυριών (κανένας θάνατος), 18 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων/ ταραχών (2 θάνατοι) και 15 ήταν περιστατικά εκρήξεων/ απομακρυσμένης βίας (16 θάνατοι). Στην πόλη Nguti που εμπίπτει στην εν λόγω περιφέρεια και που συνιστά την περιοχή καταγωγής και συνήθους της Αιτήτριας, την ίδια περίοδο αναφοράς σημειώθηκαν 6 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 7 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 3 περιστατικά συνίσταντο σε μάχες (6 θάνατοι) και 3 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (1 θάνατος).[4] O πληθυσμός της Νοτιοδυτικής περιφέρειας του Καμερούν καταγράφεται στους 1,553,300 κατοίκους σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις που έλαβαν χώρα το έτος 2015.[5]
Η κατάσταση γενικευμένης βίας χαρακτηρίζεται από διαρκή, γενικά και παρατεταμένα επίπεδα βίας σε μια χώρα ή σε μια περιοχή. Δεν αρκεί για τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παραπάνω διάταξης η διαπίστωση σποραδικών και μεμονωμένων περιστατικών τρομοκρατικών ενεργειών ή άλλων βίαιων επεισοδίων ούτε αυξημένης εγκληματικότητας, η οποία αντιμετωπίζεται στο πλαίσιο της έννομης τάξης και των μέτρων για τη δημόσια ασφάλεια κάθε οργανωμένου κράτους.
Από τις ανωτέρω πληροφορίες προκύπτει ότι στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, λαμβάνει χώρα εσωτερική ένοπλη σύρραξη μεταξύ των κρατικών δυνάμεων και των αυτονομιστών, που συμπαρασύρει τον άμαχο πληθυσμό, σημειώνοντας αρκετές απώλειες. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τα περιστατικά ασφαλείας για το τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ως αναλύθηκαν ανωτέρω, συνάγεται ότι η ένοπλη σύρραξη που συντελείται, δεν επηρεάζει τη πόλη Nguti σε τέτοιο βαθμό ώστε μόνη η παρουσία κάποιου εκεί να τον εκθέτει σε κίνδυνο. Επικουρικά, λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας για την αξιολόγηση του προσωπικού κινδύνου που θα αντιμετωπίσει ως άμαχη αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, ήτοι ότι πρόκειται για ενήλικο άτομο, υγιή, με ικανότητα να εργαστεί και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της καταλήγω ότι δεν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι στο πρόσωπο της Αιτήτριας, ώστε να πιστεύεται ότι αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό της πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] UNHCR, ‘UNHCR Cameroon Response’ (2024) 1, διαθέσιμο σε https://data.unhcr.org/en/documents/details/111089 (ημερομηνία πρόσβασης 16/04/2025)
[2] Global Centre for the Responsibility to Protect, ‘Cameroon - Populations at risk’ (2025), διαθέσιμο σε https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερομηνία πρόσβασης 16/04/2025)
[3] Ibid
[4] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 11/04/2024 – 11/04/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Cameroon, ADMIN UNIT: Sud-Ouest, LOCATION: Nguti] (ημερομηνία πρόσβασης 16/04/2025)
[5] City population, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6823 (Cameroon - Sud-Ouest) (ημερομηνία πρόσβασης 16/04/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο