
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 4834/2024
30 Ιουνίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
N.A. από τη Γεωργία
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσία Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Β. Κοροσίδου (κα) για Λ. Δήμου (κα), Δικηγόροι για τον Αιτητή
Ρ. Προδρόμου (κα) για Ν. Κουρσάρη (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 05/11/24, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 12/04/24, πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του στις 18/10/24, σχετική έκθεση/εισήγηση ημερομηνίας 25/10/24 και απόφαση απόρριψης του αιτήματός του στις 31/10/24, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η δικηγόρος για τον Αιτητή υιοθέτησε τους λόγους για τους οποίους υποβλήθηκε αίτημα ασύλου. Είναι η θέση της ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω ελλιπούς υπό τις περιστάσεις έρευνας, πλάνης και ανεπαρκούς αιτιολογίας.
Οι Καθ' ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, τονίζοντας ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και είναι δεόντως αιτιολογημένη. Σημείωσαν ότι ο Αιτητής δεν εμπίπτει στο καθεστώς πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Θα πρέπει να υποδειχθεί ότι η Γραπτή Αγόρευση της συνηγόρου του Αιτητή περιορίζεται και/ή αναλώνεται σε επανάληψη αρχών του διοικητικού δικαίου και/ή του Συντάγματος και/ή Νόμων και/ή κανόνων δικαίου με αποτέλεσμα οι λόγοι ακύρωσης να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον αιτητή όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599, Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924, βλέπε επίσης Υπόθ. Αρ. 107/2017, Χριστόδουλος Μιχαήλ (Συνταγματάρχης) κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/12/2017 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος και ειδικά την Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ. 61/2022, LOUISE GARCIA NYEMB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ημερ.30/10/24 αναφορικά με τους δικονομικά παραδεκτούς λόγους ακύρωσης). Ούτε τεκμηριώνεται από τους γενικούς ισχυρισμούς της δικηγόρου του Αιτητή που να δεικνύει πως η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει είτε νομικά είτε ως προς τα ουσιαστικά γεγονότα που παρουσιάστηκαν ενώπιον της διοικητικής αρχής κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης που να οδηγούν σε ακύρωση της απόφασης και/ή ουδόλως έχουν υποδειχθεί συγκεκριμένα και/ή λεπτομερή στοιχεία που να ανατρέπουν τα όσα καταγράφονται λεπτομερώς στην έκθεση/εισήγηση του λειτουργού εξεταστή της υπόθεσης που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης απόρριψης ασύλου του Αιτητή.
Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, που θα έπρεπε να οδηγήσει σε απόρριψη της προσφυγής στο σύνολο της διότι ο Αιτητής δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης των νομικών του ισχυρισμών, ούτε τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης μπορούν να οδηγήσουν σε επιτυχία της προσφυγής. Από την έκθεση/εισήγηση προκύπτει ότι τα προσωπικά στοιχεία, το προφίλ του Αιτητή, ο τόπος καταγωγής και συνήθους διαμονής του όπως και οι ισχυρισμοί του για καταδίκη του και φυλάκιση του για δύο έτη λόγω ενδοοικογενειακής βίας έγιναν αποδεκτά από την Υπηρεσία Ασύλου (ερυθρό 63-55 του διοικητικού φακέλου στο εξής «ΔΦ»). Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, εκτιμήθηκε το μελλοντοστραφές ρίσκο του σε περίπτωση επιστροφής του καταγράφοντας πληροφορίες αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του, το πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών σε συνδυασμό με το προφίλ του και το επίπεδο μόρφωσής του, κρίνοντας ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί ο Αιτητής συμπεριφορά που να ισοδυναμεί με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη Γεωργία, Τιφλίδα (ερυθρά 58-56 ΔΦ). Το Δικαστήριο από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων επιβεβαιώνεται ότι αυτή τεκμηριώνεται. Θεωρώ όμως, επιπρόσθετα επί των συμπερασμάτων του λειτουργού ότι δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς από τον Αιτητή ότι η καταδίκη του συνδέεται με πράξεις δίωξης στη χώρα του οι οποίες «[…] κατά την έννοια του άρθρου 1Α της Σύμβασης […] είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, ή (β) να αποτελούν σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή, ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με το αναφερόμενο στην παράγραφο (α).» Εξ ορισμού του Άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000) και βάσει των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή δεν πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις του ορισμού δίωξης. Ο Αιτητής έχει καταδικασθεί μετά από ακροαματική διαδικασία για λόγους που συνδέονται με ποινικά κολάσιμη πράξη και/ή δεν έχει διωχθεί για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και/ή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
Ως προς το εάν η περίπτωση του εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίστατο. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηρίωνε την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να θεωρείτο ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβαλλόταν σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημείωσε ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιωνόταν ότι στην περιοχή του Αιτητή δεν παρατηρούνταν συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων (ερυθρά 54 ΔΦ). Σημειώνεται ότι, ο ίδιος σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησής του ανέφερε ότι κινδύνευε λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα του, από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου[1] επιβεβαιώνεται ότι δεν υπάρχει ένοπλη σύρραξη αλλά ούτε τα ατομικά χαρακτηριστικά και στοιχεία του Αιτητή, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στον τόπο διαμονής, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη. Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του Άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023,(Ν.6(Ι)/2000), με την Κ.Δ.Π. 145/2025 ημερ.30/05/25 ορίζει την χώρα καταγωγής του Αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, ο ίδιος δεν έχει τεκμηριώσει ότι στην χώρα του δεν είναι ασφαλής λόγω των ειδικών του περιστάσεων.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ) ούτε προκύπτει ανεπαρκής αιτιολόγηση της διοικητικής απόφασης (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270).
Συνεπώς, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] ΑCLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο