
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 4984/24
30 Ιουνίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Μ.F.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Ο Αιτητής παρών
Ν. Κουρσάρης (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α. Khan (κος) παρών για πιστή μετάφραση από τα Φαρσί στα Ελληνικά και αντίστροφα.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 12/12/24 (του κοινοποιήθηκε αυθημερόν), με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 24/10/24 και στις 12/11/24 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του από λειτουργό, ο οποίος στη συνέχεια ετοίμασε σχετική έκθεση/εισήγηση ημερομηνίας 14/11/24. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 15/11/24, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Κατά την ενώπιον μου διαδικασία, ο Αιτητής υιοθέτησε τους λόγους που πρόβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου ότι κινδυνεύει από τους Ταλιμπάν. Αναφέρει ότι απήγαγαν τον πατέρα του πριν 9 έτη, ότι είχε επιχείρηση αυτοκινήτων, ότι τους ζήτησαν 150.000 δολάρια, ότι τους πλήρωσαν μόνο 100.000 και ότι συνέχισαν να τους απειλούν και αναγκάστηκαν να μετοικίσουν στην Τουρκία. Δεν τους ανανεώθηκε η θεώρηση παραμονής τους και αναγκάστηκαν να έρθουν στη Δημοκρατία.
Οι Καθ’ ων η Αίτηση απάντησαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου λήφθηκε ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση ήταν επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Υποστηρίξαν, ότι δεν υπάρχει βάσιμος φόβος δίωξης και/ή δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για υπαγωγή του Αιτητή είτε στο καθεστώς πρόσφυγα είτε συμπληρωματικής προστασίας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα όσα υποστηρίζονται από τον Αιτητή, αυτά που απαντούν οι Καθ΄ ων η αίτηση, του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου και αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρεί να εξετάσει την ουσία του αιτήματος του Αιτητή.
Μετά από αξιολόγηση των πρακτικών της συνέντευξης το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι ο λειτουργός - εξεταστής της υπόθεσης ενημέρωσε τον Αιτητή για τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του και κατά την διάρκεια της συνέντευξής του και έθεσε διάφορα ερωτήματα για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματος του όσο και τα επιμέρους ζητήματα. Του παρασχέθηκε δωρεάν διερμηνέας, του διαβάστηκαν όσα καταγράφηκαν στη συνέντευξη και επιβεβαίωσε πως όσα καταγράφηκαν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις του (ερυθρά 30-24 του διοικητικού φακέλου στο εξής «ΔΦ»).
Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ενώπιον του αρμόδιου λειτουργού αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία πως είναι ενήλικας, υπήκοος Αφγανιστάν, με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής στη χώρα καταγωγής του την Καμπούλ. Δήλωσε, επιπλέον, ότι τόπος τελευταίας διαμονής του πριν τον ερχομό του στη Δημοκρατία ήταν η Κωνσταντινούπολη της Τουρκίας, όπου και διέμενε κατά τα τελευταία 8 έτη. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Ως προς την πατρική του οικογένεια δήλωσε πως ο πατέρας του εξακολουθεί να διαμένει στην Κωνσταντινούπολη και πως η μητέρα του μαζί με τους δύο αδερφούς και τις δύο αδερφές του βρίσκονται στη Δημοκρατία ως αιτητές διεθνούς προστασίας. Επίσης ο Αιτητής δήλωσε ότι έχει έναν αδερφό στην Κωνσταντινούπολη και μία αδερφή στην Αμερική. Ως προς το εκπαιδευτικό του επίπεδο ισχυρίστηκε ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ως προς την επαγγελματική του εμπειρία ο Αιτητής προέβαλε ότι βοηθούσε περιστασιακά τον πατέρα του στην επιχείρηση που διατηρούσε (ερυθρά 56-54 ΔΦ).
Σύμφωνα με την αίτηση του ισχυρίστηκε πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του σε νεαρή ηλικία, ωστόσο γνωρίζει από τη μητέρα του ότι έφυγαν από το Αφγανιστάν επειδή ο πατέρας του έπεσε θύμα απαγωγής. Δήλωσε ότι ο πατέρας του αγνοείτο για ένα εικοσιτετράωρο και στη συνέχεια ο θείος του πλήρωσε λύτρα και αφέθηκε ελεύθερος. Εν συνεχεία εγκατέλειψε μαζί με την οικογένειά του το Αφγανιστάν και μετέβησαν στην Τουρκία. Στην Τουρκία αντιμετώπιζε άσχημη συμπεριφορά και πως η άδεια διαμονής του έληξε και δεν θα ανανεωνόταν, με αποτέλεσμα να μη δύναται να φοιτήσει στο πανεπιστήμιο. Τέλος, δηλώνει πως επειδή μεγάλωσε στην Τουρκία δεν έχει γνώσεις σχετικά με το Αφγανιστάν και τη ζωή εκεί. Κατά το στάδιο ελεύθερης αφήγησής του πρόβαλε ότι έφυγε από το Αφγανιστάν λόγω του ότι ο πατέρας του έπεσε θύμα απαγωγής όταν ο Αιτητής ήταν σε ηλικία 9 ετών. Προσέθεσε ότι, εν τέλει, ο πατέρας του αφέθηκε ελεύθερος αφού πρώτα ο θείος του πλήρωσε 100.000 δολάρια για λύτρα. Σε περαιτέρω διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν αποσαφήνισε ότι δεν θυμάται πολλές πληροφορίες λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Συνέχισε λέγοντας ότι έπειτα από το περιστατικό αυτό έφυγαν οικογενειακώς για την Τουρκία. Ως προς το εάν συνέβη το οτιδήποτε στον ίδιο προσωπικά, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρά 52 ΔΦ).
Από τους ισχυρισμούς του Αιτητή έγιναν δεκτά τα προσωπικά του στοιχεία (ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και διαμονής), όπως επίσης και ο ισχυρισμός του περί ενός ισχυριζόμενου μεμονωμένου περιστατικού απαγωγής του πατέρα του πριν 9 χρόνια. Προχωρώντας, στο στάδιο της αξιολόγησης κινδύνου, ο λειτουργός αξιολόγησε το μελλοντοστραφές ρίσκο του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του διαπιστώνοντας ότι ο Αιτητής δεν έχει υποστεί στη χώρα καταγωγής του κάποια μορφή δίωξης ή σοβαρής βλάβης και/ή πως το περιστατικό αυτό αφορούσε τον πατέρα του και δε μπορεί να συνδεθεί με οποιαδήποτε μορφή δίωξης κατά του ίδιου.
Μετά από αξιολόγηση των όσων τέθηκαν στην Υπηρεσία Ασύλου και των όσων προβλήθηκαν κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία προκύπτει ότι τα γεγονότα της περίπτωσης του Αιτητή σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Ο λειτουργός ενδελεχώς κατά την αξιολόγηση κινδύνου, εκτίμησε το μελλοντοστραφές ρίσκο του σε περίπτωση επιστροφής του καταγράφοντας πληροφορίες αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του (ερυθρά 46-34 ΔΦ) σε συνδυασμό με το προφίλ του και το επίπεδο μόρφωσής του, κρίνοντας ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί συμπεριφορά που να ισοδυναμεί με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Σε συμφωνία με τα όσα καταγράφονται στην έκθεση/εισήγηση της αρμόδιας αρχής καταλήγω ότι δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς ότι ο Αιτητής υφίστατο σε πράξεις δίωξης στη χώρα του οι οποίες «[…] κατά την έννοια του άρθρου 1Α της Σύμβασης […] είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, ή (β) να αποτελούν σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή, ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με το αναφερόμενο στην παράγραφο (α).»[1] Επιβεβαιώνονται ως ορθά τα συμπεράσματα του λειτουργού ότι εξ ορισμού του Άρθρου 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000) και βάσει των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή δεν πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις του ορισμού δίωξης, δεν έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης και/ή από τα στοιχεία που τέθηκαν τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και του Δικαστηρίου ο Αιτητής απέτυχε να τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής του, υπάρχει κίνδυνος δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και/ή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
Ούτε η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο ο Αιτητής θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[2] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Κατά την αξιολόγηση του κινδύνου ο λειτουργός παραπέμπει σε εκτενείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στην χώρα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν τον Αύγουστο του 2021. Σύμφωνα, όμως, με τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), τα περισσότερα περιστατικά ασφαλείας εντοπίζονταν στην επαρχία της Kabul, η οποία ήταν παράλληλα ανάμεσα στις τέσσερις επαρχίες με τα περισσότερα περιστατικά ασφαλείας κατά την περίοδο 19/08/21- 21/05/22. Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός προβαίνει σε μια εκτεταμένη νομική ανάλυση των επιμέρους στοιχείων της συγκεκριμένης διάταξης τα οποία θα πρέπει να γίνουν αποδεκτά ώστε ο Αιτητής να δικαιούται συμπληρωματική προστασία. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να στοιχειοθετούνται σωρευτικά τα στοιχεία της διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, της αδιάκριτης βίας και της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά αμάχου εξαιτίας της αδιάκριτης βίας. Παραπέμποντας δε στην πιο πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης Ασύλου του 2023, καταγράφει ότι δεν υφίσταται υψηλό επίπεδο αδιάκριτης βίας, ενώ μεγάλος αριθμός των καταγεγραμμένων θυμάτων προέρχεται από στοχευμένες επιθέσεις. Λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψιν τις ατομικές περιστάσεις του Αιτητή ως υγιούς, μορφωμένου ενήλικα, χωρίς προβλήματα υγείας, με εκπαιδευτικό υπόβαθρο και εργασιακή εμπειρία, καταλήγει ο λειτουργός ότι δεν προκύπτουν στοιχεία ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (ερυθρό 48 ΔΦ). Μετά δε από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου σε συνάρτηση με την περιοχή καταγωγής του Αιτητή προκύπτει όσον αφορά την υφιστάμενη κατάσταση ασφαλείας, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED το τελευταίο έτος καταγράφηκαν μόνο 15 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 17 ανθρώπινες ζωές. Τα 15 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 6 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 3 ανθρώπινες απώλειες, και 9 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 14 ανθρώπινες απώλειες.[3] Σημειώνεται ότι, υπάρχει γενικά μεγάλη μείωση των περιστατικών ασφαλείας στην χώρα καταγωγής του Αιτητή. Συνεπώς, το Δικαστήριο εξετάζοντας το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης σε σχέση με την περιοχή γέννησης/καταγωγής του Αιτητή και σε συνάρτηση με τις ατομικές του περιστάσεις διαπιστώνει ότι δεν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις βάσει της έννοιας αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας[4] - που έχει προτείνει το ΔΕΕ στις αποφάσεις Elgafaji[5] και Diakité[6]. Σημειώνεται ότι ο Αιτητής διατηρεί σε ισχύ διαβατήριο της χώρας καταγωγής του με ημερομηνία λήξης 08/06/29[7].
Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας (Βλέπε Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ), είναι επαρκώς αιτιολογημένη (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270) και το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν6(Ι)/2000)
[2] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας
[3] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) REGION: Asia-Pacific, COUNTRY: Afghanistan,Kabul
[4]EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. Η έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (https://easo.europa.eu/sites/default/files/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf)
[5]Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/2009 στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji και Noor Elgafaji κατά Staatssecretaris van Justitie, σκέψεις 32 & 38
[6] Απόφαση του ΔΕΕ της 30/01/2014 στην υπόθεση C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides, σκέψη 35
[7] §49 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Υπάτου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες «Εάν εξάλλου ο αιτών επιμένει χωρίς βάσιμο λόγο να διατηρεί στην κατοχή του το έγκυρο διαβατήριο που του εξέδωσε μια χώρα, στην προστασία της οποίας κατά τα λεγόμενά του αρνείται να υπαχθεί, αυτό μπορεί να γεννήσει αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία του ισχυρισμού του για την ύπαρξη «δικαιολογημένου φόβου». Μετά την αναγνώρισή του ένας πρόσφυγας δεν θα έπρεπε κανονικά να διατηρεί στην κατοχή του το εθνικό του διαβατήριο.»
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο