M.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 5183/2022, 30/6/2025
print
Τίτλος:
M.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 5183/2022, 30/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 5183/2022

30 Ιουνίου, 2025

[Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

M.A.

                        Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                 Καθ' ων η Αίτηση

                                                                                       

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως

Δικηγόρος για Καθ' ων η Αίτηση: Σ. Πιτσιλλίδου (κα) για Ι. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

[Αντρέας Χ’’ Σάββας- Διερμηνέας, για διερμηνεία από την αγγλική στην ελληνική και αντίστροφα

Yasin Mohamed- Διερμηνέας, για διερμηνεία από σομάλι στην αγγλική και αντίστροφα]

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 01.07.2022, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την Ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Σομαλία την οποία εγκατέλειψε περί τα τέλη Σεπτεμβρίου 2019 και αφίχθηκε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές μέσω των μη ελεγχόμενων περιοχών στις 05.10.2019, υποβάλλοντας στις 09.10.2019 αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 30.03.2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EUAA), o οποίος υπέβαλε στις 09.05.2022 Έκθεση-Εισήγηση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου ενέκρινε στις 01.07.2022 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 12.08.2022 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 08.08.2022. Την απόφαση αυτή αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, ο οποίος εμφανίζεται αυτοπροσώπως στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας δεν παραθέτει έκθεση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεση του αλλά ούτε και εξειδικεύει οποιονδήποτε λόγο ακυρώσεως της επίδικης απόφασης. Καταγράφει δε, στο χειρόγραφα συμπληρωμένο Έντυπο αρ. 1[1], την ένσταση του εναντίον της επίδικης (αρνητικής) απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ισχυριζόμενος ότι φοβάται να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του διότι κινδυνεύει η ζωή του λόγω της τρομοκρατικής οργάνωσης Al Shabaab.

 

Στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως το πρόβλημα που τον ανάγκασε να έρθει εδώ εξακολουθεί να υφίσταται και πως δεν μπορεί να επιστρέψει πίσω χωρίς μόρφωση και χωρίς ασφάλεια. Δήλωσε δε, πως η τρομοκρατική οργάνωση Al Shabaab εξακολουθεί να έχει παρουσία στην χώρα και για αυτό τον λόγο δεν μπορεί να είναι ασφαλής εκεί.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση, με τη δική τους γραπτή αγόρευση, υποστηρίζουν ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και Κανονισμών, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, σύμφωνα με τις γενικές αρχές διοικητικού δικαίου και είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη

 

Κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων ενώπιόν του Δικαστηρίου στις 02.12.2024, τέθηκαν στον Αιτητή περαιτέρω ερωτήματα προς διερεύνηση των ισχυρισμών του. Στο πλαίσιο των σχετικών ερωτήσεων, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι ανήκει στη φυλή Madhiban και, λόγω αυτής της ιδιότητας, υπέστη δυσμενή διακριτική μεταχείριση. Ειδικότερα, υποστήριξε ότι δέχθηκε επίθεση από άγνωστους άνδρες, οι οποίοι τον χτύπησαν με αυτοκίνητο, με αποτέλεσμα να νοσηλευτεί σε κωματώδη κατάσταση για 50 ημέρες. Ανέφερε ότι τα άτομα που τον μετέφεραν στο νοσοκομείο ενημέρωσαν τον θεράποντα ιατρό του, ονόματι Ισμαήλ, ότι οι δράστες ανήκαν σε ομάδα ή κοινότητα η οποία τον είχε στοχοποιήσει λόγω της φυλετικής του καταγωγής. Επιπλέον, ανέφερε ότι σε μικρή ηλικία κρατήθηκε για τρεις ημέρες από κάποια άτομα της γειτονιάς του.

 

Δήλωσε ότι δεν γνωρίζει άλλα άτομα που να ανήκουν στη φυλή Madhiban και ότι η οικογένεια που τον ανέθρεψε ανήκε σε διαφορετική φυλή. Ερωτηθείς γιατί δεν έλαβε τη φυλή της θετής του οικογένειας, απάντησε ότι του είχαν πει πως είναι «μπάσταρδος και πρέπει να πάει σε κέντρο φιλοξενίας».

 

Δήλωσε επίσης ότι δεν γνωρίζει την τύχη των ετεροθαλών αδελφών του και ότι η τελευταία φορά που είχε επαφή με την οικογένειά του ήταν πριν από τέσσερα χρόνια, έκτοτε δε δεν διατηρεί καμία επικοινωνία μαζί τους. Τέλος, όταν ερωτήθηκε εάν θα μπορούσε να ζητήσει προστασία από τις αρχές της χώρας του, απάντησε αρνητικά, ισχυριζόμενος ότι μέλη της αστυνομίας έχουν ενταχθεί στην οργάνωση Al Shabaab.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Ως έχω ήδη παρατηρήσει και ανωτέρω, κανένας συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης δεν προβάλλεται και κατά μείζονα λόγο δεν αιτιολογείται από τον Αιτητή στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας. Δεδομένου ωστόσο του γεγονότος ότι ο Αιτητής εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου προσωπικά, ο  Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Διαδικαστικός Κανονισμός») τον απαλλάσσει από την υποχρέωση καθορισμού των νομικών σημείων, εφόσον δεν εκπροσωπείται από δικηγόρο.

 

Ανάλογη όμως χαλάρωση, δεν προβλέπεται αναφορικά με την υποχρέωση για συμμόρφωση με την πρόνοια του Κανονισμού 4 του Διαδικαστικού Κανονισμού (ως έχει τροποποιηθεί), ο οποίος διέπει τον καταρτισμό και καταχώριση της αίτησης ακυρώσεως, καθώς είναι ο αιτητής που έχει ιδιάζουσα γνώση τόσο των γεγονότων της υπόθεσής του όσο και των λόγων για τους οποίους η προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση θίγει τα συμφέροντα του. Δεν θα ήταν άλλωστε παραδεκτό για το Δικαστήριο να παρέμβει στην ανίχνευση του παραπόνου του προσφεύγοντος, προσδιορίζοντας και το επίδικο θέμα της δίκης.

 

Συνεπώς ο Αιτητής δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση, τουλάχιστον με την γραπτή του αγόρευση, να παραθέσει τους λόγους για τους οποίους αντιτίθεται στην προσβαλλόμενη απόφαση και να συγκεκριμενοποιήσει γιατί η επίδικη πράξη είναι λανθασμένη καθώς και γιατί αυτή θα πρέπει να ανατραπεί, λαμβανομένης υπόψη της δικαιοδοσίας του παρόντος δικαστηρίου.[2]

 

Ενόψει της μη συμπερίληψης οιουδήποτε νομικού ισχυρισμού, απομένει η επί της ουσίας εξέταση της παρούσας αιτήσεως αφού η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατόπιν αίτησης η οποία υποβλήθηκε στην αρμόδια διοικητική αρχή μετά την 20ή Ιουλίου 2015[3] και συνεπώς το Δικαστήριο διατηρεί εξουσία να εξετάσει και επί της ορθότητάς της, την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Στη βάση λοιπόν των ως άνω, έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν του Δικαστηρίου. 

 

Ειδικότερα, παρατηρώ ότι ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας της έλλειψης εκπαίδευσης και υγείας, λόγω φυλετικών και ρατσιστικών προβλημάτων καθώς και λόγω της Al Qaeda και των ομάδων της Al Shabaab που σκότωσαν τα αδέλφια του, ήτοι τους δύο αδελφούς του και τη μια αδελφή του (Βλ. ερ. 1 και μετάφραση αυτού στο ερ. 12 του δ.φ.).

 

Κατά το αρχικό στάδιο της συνέντευξής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου επανέλαβε πως είναι υπήκοος Σομαλίας, γεννηθείς στην περιφέρεια Buaale. Ως επεξήγησε, διέμενε σε αγροτική περιοχή που δεν είχε συγκεκριμένη ονομασία και η οποία βρίσκεται έξω από την Buaale. Δήλωσε ότι ανήκει στη φυλή Madhiban, είναι άγαμος και χωρίς τέκνα. Ως περαιτέρω ανέφερε, υιοθετήθηκε σε ηλικία περίπου τριών ετών από θετή οικογένεια, χωρίς να ακολουθηθεί κάποια τυπική ή νόμιμη διαδικασία υιοθεσίας. Έχει τρία ετεροθαλή αδέλφια (δύο αδελφές και έναν αδελφό) από την πλευρά της θετής οικογένειας, τα οποία διαμένουν στη Σομαλία, όπως και η θετή του μητέρα, αν και σε διαφορετική περιοχή από αυτήν όπου διέμενε ο ίδιος· δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει την ακριβή τοποθεσία. Για τον θετό του πατέρα ανέφερε ότι αγνοεί την τύχη και τον τόπο διαμονής του. Περαιτέρω, ανέφερε ότι είχε άλλα τρία ετεροθαλή αδέλφια, τα οποία απεβίωσαν το έτος 2019. Όσον αφορά τα εν ζωή ετεροθαλή αδέλφια του, υποθέτει ότι έχουν εκτοπιστεί λόγω πλημμυρών στην περιοχή. Ως περαιτέρω δήλωσε δεν είχε ποτέ επίσημη εργασία στη χώρα καταγωγής του, ωστόσο βοηθούσε τη θετή του μητέρα. Φοίτησε σε κορανικό σχολείο, όπου διδάχθηκε τη σομαλική γλώσσα και το Κοράνι. Τέλος, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του μέσω του αεροδρομίου της Mogadishu, με προορισμό την Τουρκία, στην οποία αφίχθη μέσω Αιθιοπίας.

 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, δήλωσε ότι η Al shabaab ήθελε να τον στρατολογήσει, πως είναι υιοθετημένος και δεν έχει οικογένεια και πως δέχθηκε διακριτική μεταχείριση λόγω της φυλής του. Ειδικότερα, δήλωσε πως η περιοχή όπου διαμένει βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Al Shabaab και πως το 2017 δύο άτομα της Al Shabaab, με καλυμμένα τα πρόσωπα τους, τον πλησίασαν στην αγροτική περιοχή που διέμενε και του είπαν πως θέλουν να τον πάνε στον Sheikh για να του μιλήσει. Ακολούθως, όπως ανέφερε ο Αιτητής, τον μετέφεραν σε ένα προσωρινό κέντρο της ομάδας στην περιοχή Shiekh Ahmed, όπου συνάντησε ένα άτομο με την ιδιότητα του Sheikh. Ο τελευταίος τον ενημέρωσε ότι είχε έρθει η ώρα να φοιτήσει σε κορανικό σχολείο, προσθέτοντας ότι εντός δύο ετών αναμενόταν να ενταχθεί στην οργάνωση. Ο Αιτητής συνέχισε τότε την εκμάθηση του Κορανίου, την οποία είχε ήδη ξεκινήσει τρία έτη νωρίτερα. Ερωτηθείς σχετικά με τη δεύτερη επαφή του με την Al Shabaab, δήλωσε ότι αυτή έλαβε χώρα δύο χρόνια αργότερα, όταν, όπως ανέφερε, από τα μεγάφωνα της βάσης της ομάδας στο Shiekh Ahmed Center ανακοινώθηκαν τα ονόματα των ανδρών που επρόκειτο να στρατολογηθούν – μεταξύ αυτών και το δικό του. Την πληροφορία αυτή, όπως ισχυρίστηκε, του την μετέφερε ο διδάσκαλός του, ο οποίος ήταν μέλος της οργάνωσης και ενημέρωσε τους μαθητές του σχετικά. Το συμβάν, σύμφωνα με τον Αιτητή, έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 2019, ενώ ο ίδιος εγκατέλειψε τη χώρα εννέα μήνες αργότερα. Δήλωσε επίσης ότι ούτε ο ίδιος ούτε κάποιο άλλο μέλος της οικογένειάς του ενοχλήθηκαν ξανά από την Al Shabaab μετά το εν λόγω περιστατικό. Όπως επεξήγησε, αμέσως μετά την ανακοίνωση του ονόματός του, διέφυγε από τη χώρα και μετέβη στην Αιθιοπία, συγκεκριμένα στην συνοριακή πόλη Gaashamo, όπου φιλοξενήθηκε από συγγενείς της θετής μητέρας του. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα, η θετή του μητέρα προσπαθούσε να συγκεντρώσει χρήματα για να χρηματοδοτήσει τη συνέχιση του ταξιδιού του.

 

Ως περαιτέρω, ανέφερε ο Αιτητής, η θετή του μητέρα τού αποκάλυψε πως οι δύο ετεροθαλείς αδελφές του και ο ένας ετεροθαλής αδελφός του σκοτώθηκαν από την Al Shabaab, χωρίς ωστόσο να διαθέτει περαιτέρω πληροφορίες για τις περιστάσεις.

Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με τη διακριτική μεταχείριση που, κατά τους ισχυρισμούς του, υπέστη λόγω της φυλετικής του καταγωγής, ο Αιτητής ανέφερε ότι σε νεαρή ηλικία παρασύρθηκε από όχημα που οδηγούσαν άτομα διαφορετικής φυλής, με αποτέλεσμα να νοσηλευτεί για περίπου 40 ημέρες. Όπως τον πληροφόρησαν εκ των υστέρων, το περιστατικό δεν ήταν τυχαίο αλλά υποκινούμενο από εθνοφυλετικά κίνητρα. Τα εν λόγω άτομα, σύμφωνα με τον ίδιο, προέρχονταν από εύπορη οικογένεια. Δήλωσε επίσης ότι η φυλή του είναι μειονοτική και δεν κατέχει εξουσία στη Σομαλία.

Τέλος, επεσήμανε ότι δεν αισθάνεται πως έχει οικογένεια, καθώς τα ετεροθαλή αδέλφια του δεν του φέρονταν καλά, τον περιγελούσαν και του έλεγαν ότι δεν έχει πατέρα και μητέρα, γεγονός που επιβάρυνε την ψυχολογική του κατάσταση.

 

Ερωτηθείς τι πιστεύει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής εξέφρασε τη θέση ότι δεν θα μπορέσει να ζήσει ως άνθρωπος, καθώς δεν διαθέτει υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον. Υποστήριξε επίσης ότι υπάρχει ο κίνδυνος να στρατολογηθεί εκ νέου από την Al Shabaab λόγω της απείθειάς του στο παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα θεωρεί ότι θα αντιμετωπίσει διακρίσεις εξαιτίας της φυλετικής του ταυτότητας.

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η Αίτηση

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του από τους Καθ’ ων η αίτηση, διαφαίνεται ότι ο λειτουργός EUAA (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός») εντόπισε και εξέτασε συνολικά τρεις ισχυρισμούς:

 

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και αυτός έγινε αποδεκτός καθώς κρίθηκε ότι στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία. Στα πλαίσια του ισχυρισμού αυτού, έγινε αποδεκτό με παραπομπή και σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ότι ο Αιτητής ανήκει στην φυλή Madhibaan (βλ. ερ. 92 με παραπομπή και στο ερ. 61 του δ.φ.)

 

Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορούσε την αναγκαστική στρατολόγησή του από την οργάνωση Al Shabaab, γεγονός το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς του, τον οδήγησε στην έξοδο από τη χώρα καταγωγής του. Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε ως εσωτερικά αναξιόπιστος καθώς, ως αξιολογήθηκε, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει με επάρκεια πληροφοριών τις χρονικές και τοπικές συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η πρώτη προσέγγιση από την Al Shabaab. Πιο συγκεκριμένα, δήλωσε ότι αυτό το περιστατικό έλαβε χώρα το 2017, χωρίς να εισφέρει περαιτέρω πληροφορίες, ενώ δεν μπορούσε να προσδιορίσει την τοποθεσία τόσο της κοινότητας του όσο και της βάσης της Al Shabaab. Ούτε ήταν σε θέση να επεξηγήσει με σαφή και συγκεκριμένο τρόπο πως έλαβε γνώση της λίστας των ανδρών προς στρατολόγηση της Al Shabaab. Στην αρχή ανέφερε πως η λίστα δημοσιεύτηκε σε έναν τοίχο και πως κάποιοι ντόπιοι από την περιοχή τον ενημέρωσαν για αυτό. Στην συνέχεια δήλωσε πως η Al Shabaab φώναξε τα ονόματα της λίστα από τα μεγάφωνα της βάσης τους, και τέλος ισχυρίστηκε πως ενημερώθηκε ότι το όνομα του ήταν στη λίστα από τον δάσκαλο του ο οποίος ήταν μέλος της Al Shabaab. Περαιτέρω, κρίθηκε πως δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του περί του ότι τα τρία ετεροθαλή αδέλφια του σκοτώθηκαν από την Al Shabaab καθότι δεν ήταν σε θέση να παραθέσει συγκεκριμένες πληροφορίες ούτε για το χρόνο που έλαβε χώρα το ανωτέρω περιστατικό καθώς και ούτε για το πως έμαθε την ανωτέρω πληροφορία.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ως άνω ισχυρισμού, παρατέθηκαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με την στρατολόγηση από την Al Shabaab, οι οποίες συμφωνούν με τον ισχυρισμό του Αιτητή περί της παρουσίας της Al Shabaab στην περιοχή διαμονής του αλλά και της εξαναγκαστικής στρατολόγησης στην οποία η ανωτέρω ομάδα προβαίνει. Ενόψει της μη θεμελιωθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολο του,

 

Ο Αιτητής προέβαλε επιπλέον και τρίτο ισχυρισμό, αναφερόμενος σε διακριτική μεταχείριση και περιθωριοποίηση από την τοπική κοινότητα λόγω της φυλετικής/καστικής του καταγωγής. Ομοίως και ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε καθώς κρίθηκε πως ο Αιτητής δεν μπορούσε να παραθέσει συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες και τα κίνητρα του περιστατικού κατά το οποίο ένα αυτοκίνητο τον χτύπησε τραυματίζοντάς τον σοβαρά. Περαιτέρω, δεν μπορούσε να προσδιορίσει το χρόνο κατά τον οποίο έλαβε χώρα το ανωτέρω γεγονός καθώς και να προσδιορίσει τον δράστη. Επισημάνθηκε πως ο Αιτητής δήλωσε με σαφήνεια πως δεν δέχθηκε κάποια άλλη διάκριση λόγω της φυλής του καθώς και ούτε του απαγορεύτηκε κάποια θέση εργασίας λόγω της φυλής του.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του υπό κρίση ισχυρισμού, ο Λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κάστα Madhiban, από τις οποίες προέκυψε πως η εν λόγω κάστα αποτελεί μειονοτική φυλή η οποία συχνά υπόκεινται σε διακριτική μεταχείριση. Ενόψει ωστόσο της μη θεμελιωθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολο του.

 

Στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου, στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, διαπιστώθηκε πως, βάσει των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής και περιοχή συνήθους διαμονής του εκεί (Buaale district, Middle Juba), δεν υφίσταται οποιαδήποτε μορφή δίωξης ή κίνδυνος σοβαρής βλάβης του σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του.

 

Προχωρώντας, τέλος, στη νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στο άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου

 

Η εκτίμηση του παρόντος Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί, υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του Λειτουργού, όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή, ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά τη διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

 

Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση περί των προσωπικών στοιχείων του Αιτητή. Δεδομένα για τα οποία (εξάλλου) οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται ως σαφείς, χωρίς να προκύπτουν στοιχεία περί του αντιθέτου, ενώ δε, όπου ήταν εφικτό, αυτά επιβεβαιώθηκαν και από έγκυρες πηγές πληροφόρησης στις οποίες ανέτρεξε ο Λειτουργός (βλ. ερ. 93-91 του δ.φ.). Ομοίως, προκύπτει ότι ορθά διαπιστώθηκε πως ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή ήταν η πόλη Buaale της περιφέρειας Middle Jubba.

 

Αναφορικά με την αξιοπιστία του Αιτητή ως προς τον ισχυρισμός του ότι ανήκει στη φυλή Madhibaan, φρονώ, σε συμφωνία με τους Καθ’ ων η αίτηση ότι αυτή μπορεί να θεωρηθεί επαρκώς τεκμηριωμένη, παρά την περιορισμένη πραγματολογική ανάπτυξη, εάν συνεκτιμηθούν το συνολικό προφίλ του, η κοινωνική του απομόνωση και η φύση της εν λόγω φυλετικής/καστικής ομάδας στη σομαλική κοινωνία ως αυτή αποτυπώνεται και στις πληροφορίες που ανέτρεξαν οι Καθ’ ων η αίτηση (βλ. ερ. 61 του δ.φ.).

 

Ειδικότερα, κατά τη συνέντευξη του αλλά και κατά την ενώπιόν μου ακροαματική διαδικασία, ο Αιτητής δήλωσε σταθερά ότι ανήκει στη φυλή Madhibaan. Ανέφερε ότι υιοθετήθηκε σε ηλικία περίπου τριών ετών από οικογένεια η οποία δεν ανήκε σε αυτή τη φυλή, γεγονός που ο ίδιος γνώριζε. Σε σχετική ερώτηση απάντησε πως η οικογένεια τον θεωρούσε «μπάσταρδο» και του συνέστησε να πάει σε κέντρο φιλοξενίας, ενώ ο ίδιος δήλωσε ότι δεν γνωρίζει άλλα άτομα της φυλής του. Η πληροφορία αυτή τείνει να ενισχύει την αληθοφάνειά του ισχυρισμού του, καθώς είναι συνεπής με τη γνωστή περιθωριοποίηση και την έλλειψη φυλετικής αλληλεγγύης που αντιμετωπίζουν οι Madhibaan, οι οποίοι ιστορικά δεν εντάσσονται στη φυλετική δομή και δεν έχουν πρόσβαση σε προστατευτικά δίκτυα – ως αυτό προκύπτει και από τις πηγές στις οποίες ανέτρεξαν οι Καθ’ ων η αίτηση (βλ. 69-68 του δ.φ.).

 

Ομοίως, η περιγραφή του ότι μεγάλωσε σε περιθωριοποιημένο περιβάλλον, χωρίς επίσημη εκπαίδευση πέραν του κορανικού σχολείου, και χωρίς υποστηρικτικό οικογενειακό ή κοινωνικό πλαίσιο, εναρμονίζεται με όσα αναφέρουν οι εξωτερικές πηγές πληροφόρησης (βλ. ερ. 69-68 του δ.φ.) για τη θέση των Madhibaan στη σομαλική κοινωνία: δηλαδή για άτομα που στερούνται κοινωνικών δεσμών, αποκλείονται από επαγγελματικές και πολιτικές θέσεις και συχνά δεν απολαμβάνουν στοιχειώδη σεβασμό ή φροντίδα από το άμεσο περιβάλλον.

 

Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι δεν προσπάθησε να ενισχύσει ή να «χτίσει» υπερβολικά τον ισχυρισμό αυτό, αλλά αντιθέτως φάνηκε αμήχανος ως προς τις πληροφορίες για άλλα μέλη της ίδιας φυλής ή για τυπικά χαρακτηριστικά της, ενισχύει την αυθεντικότητα των λεγομένων του. Το επιχείρημα «δεν ξέρω κανέναν άλλον από τη φυλή μου» φαντάζει λογικό ως πραγματικότητα για ένα άτομο που μεγάλωσε απομονωμένο και χωρίς βιολογικούς συγγενείς.

Συμπερασματικά, αν και δεν προσκομίστηκαν εξωτερικά αποδεικτικά στοιχεία (π.χ. έγγραφα ή μαρτυρίες), ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι ανήκει στους Madhibaan είναι εσωτερικά συνεπής, κοινωνιολογικά εύλογος και εξωτερικά συμβατός με το γνωστό προφίλ των μελών αυτής της φυλής, και επομένως μπορεί να κριθεί αξιόπιστος.

 

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ήτοι ότι εγκατέλειψε τη Σομαλία επειδή η τρομοκρατική οργάνωση Al-Shabaab επιχείρησε να τον στρατολογήσει με τη βία, έχοντας εξετάσει ενδελεχώς τα όσα ανέπτυξε ο Αιτητής σε όλα τα στάδια της διοικητικής και δικαστικής διαδικασίας, παρατηρώ σε συμφωνία και με τους Καθ’ ων η αίτηση ότι η συνολική παρουσίαση των σχετικών ισχυρισμών διακρίνεται από ασάφεια, αντιφάσεις και μεταβαλλόμενα βασικά στοιχεία, τα οποία δεν συνάδουν με την εμπειρική αλήθεια ενός πραγματικά βιωμένου κινδύνου.

 

Ειδικότερα, ο Αιτητής τοποθέτησε χρονικά το περιστατικό στρατολόγησης στο έτος 2017, χωρίς, ωστόσο, να είναι σε θέση να προσδιορίσει ούτε τη γεωγραφική θέση της κοινότητας διαμονής του, ούτε την τοποθεσία της υποτιθέμενης βάσης της Al Shabaab από την οποία εκκινούσαν οι ενέργειες στρατολόγησης. Η απουσία ακόμη και στοιχειώδους γεωγραφικού προσδιορισμού — σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη αναφοράς σε γειτονικούς οικισμούς, επαρχίες ή σημεία αναφοράς — υπονομεύει σημαντικά την εσωτερική συνοχή της αφήγησής του. Σε αντίστοιχες περιπτώσεις, το Δικαστήριο αναμένει από τον αιτητή τουλάχιστον την ικανότητα προσδιορισμού του πού ακριβώς έλαβε χώρα το καταγγελλόμενο περιστατικό, κάτι που εν προκειμένω απουσιάζει πλήρως.

 

Επιπλέον, το κρίσιμο ζήτημα του τρόπου με τον οποίο ο Aιτητής έλαβε γνώση της ένταξής του στη λίστα στρατολόγησης παρουσιάζει πολλαπλές ασυνέπειες. Συγκεκριμένα, σε πρώτο στάδιο, ο Αιτητής ανέφερε ότι η Al Shabaab ανάρτησε μία λίστα με ονόματα σε τοίχο της περιοχής και ότι "ντόπιοι" τον ενημέρωσαν ότι το όνομά του περιλαμβανόταν σε αυτή. Ακολούθως, άλλαξε τον ισχυρισμό του λέγοντας ότι τα ονόματα φωνάχτηκαν με μεγάφωνα από τη βάση της Al Shabaab.

Στο τελικό στάδιο, ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος δεν άκουσε την ανακοίνωση, αλλά πληροφορήθηκε για την ένταξή του στη λίστα από τον δάσκαλό του, ο οποίος, κατά τα λεγόμενά του, ήταν ταυτόχρονα και μέλος της Al Shabaab.

Η εναλλαγή της βασικής πηγής πληροφόρησης, από αόριστους "ντόπιους", σε δημόσια ανακοίνωση και εν τέλει σε συγκεκριμένο πρόσωπο (δάσκαλος-μέλος της οργάνωσης), χωρίς καμία πειστική εξήγηση για τις εκ διαμέτρου αντίθετες εκδοχές, κλονίζει καίρια την αξιοπιστία της μαρτυρίας του. Η εκ των υστέρων μετατόπιση της ευθύνης της πληροφόρησης σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο θα μπορούσε να εκληφθεί ως προσπάθεια ενίσχυσης ενός αδύναμου ισχυρισμού.

 

Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι ο Αιτητής δεν παρέχει καμία απολύτως πληροφορία ως προς τη μορφή της λίστας, το πού ακριβώς τοποθετήθηκε, ούτε περιγράφει συγκεκριμένα περιστατικά άμεσης επαφής ή απειλής από την οργάνωση. Δεν υπάρχει αναφορά σε τυχόν επισκέψεις μελών της Al Shabaab στην κοινότητά του, σε διαλόγους, σε αποστολή απειλητικών μηνυμάτων ή σε οποιαδήποτε προσωπική εμπειρία καταναγκασμού. Το αφήγημα παραμένει γενικόλογο και αποσπασματικό, αδυνατώντας να συνδέσει τον Αιτητή με μία προσωπική στοχοποίηση, στοιχείο ουσιώδες για τη θεμελίωση βάσιμου φόβου δίωξης.

 

Περαιτέρω, η επίκληση θανάτου τριών ετεροθαλών αδελφών από την Al Shabaab κρίνεται επίσης ελλιπώς τεκμηριωμένη. Ο Αιτητής δεν παρέχει καμία πληροφορία για το πότε, πού ή υπό ποιες συνθήκες έλαβε χώρα το εν λόγω περιστατικό, ούτε είναι σε θέση να εξηγήσει πώς έλαβε την εν λόγω πληροφορία. Η απουσία οποιουδήποτε στοιχείου, προσώπου ή ενδείξεων που να συνδέονται με την εν λόγω απώλεια, καθιστά τον ισχυρισμό αυτό επιφανειακό και μη αξιόπιστο.

 

Το Δικαστήριο δεν παραβλέπει το γεγονός ότι ο Αιτητής είναι νεαρής ηλικίας και χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, γεγονός το οποίο ενδέχεται να επηρεάζει τον τρόπο έκφρασης και την αναλυτική ικανότητα παρουσίασης των βιωμάτων του. Ωστόσο, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας του δεν ερείδεται στην απουσία λεπτομερειών ή στην αδυναμία χρήσης ακριβούς γλώσσας, αλλά στην αντικρουόμενη παρουσίαση κρίσιμων στοιχείων, στη μεταβολή της βασικής εκδοχής του ισχυρισμού και στην παντελή αδυναμία απόδοσης σταθερής και συνεκτικής αφήγησης. Κατά συνέπεια, ακόμη και υπό την επιεικέστερη θεώρηση των πραγματολογικών του δυνατοτήτων, οι αντιφάσεις που παρατηρούνται δεν δύνανται να αποδοθούν αποκλειστικά ή κυρίως στο μορφωτικό ή ηλικιακό του υπόβαθρο.

Στο σύνολό της, η αφήγηση του Αιτητή χαρακτηρίζεται από ανακολουθία, ελλείψεις και αδυναμία συγκεκριμενοποίησης, σε ζητήματα που ανάγονται στον πυρήνα του ισχυρισμού. Δεν πρόκειται απλώς για ελλείψεις που απορρέουν από χαμηλό μορφωτικό επίπεδο ή ψυχολογική δυσκολία κατά την ανάμνηση των γεγονότων· αντιθέτως, πρόκειται για ασυμβατότητες και αποκλίσεις που αφορούν τη βασική δομή του αφηγήματος. Το γεγονός ότι ο Αιτητής μεταβάλλει κρίσιμα στοιχεία κατά τρόπο ουσιώδη και χωρίς εξήγηση, δεν του επιτρέπει να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας, κατά το άρθρο 4(5) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, δηλαδή τη συμφωνία του με τις αντικειμενικές συνθήκες της χώρας καταγωγής, έχοντας ανατρέξει σε αξιόπιστες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκύπτουν τα ακόλουθα ως προς το προφίλ των στρατολογηθέντων, τις τακτικές στρατολόγησης από την Al-Shabaab και τις συνέπειες άρνησης στρατολόγησης:

 

·         Σύμφωνα με σύνοψη της συλλογής πληροφοριών της EUAA για την κατάσταση ασφαλείας του Μαρτίου 2023 και επιπροσθέτως, έκθεση της EUAA αναφορικά με τα προφίλ που στοχοποιούνται του 2021,[4] η Al-Shabaab αύξησε την ισχύ των ενεργών μαχητών της, από 2.000 – 3.000 εκτιμώμενες το 2017 σε 5.000 – 7.000 το 2020. Πιο πρόσφατες εκτιμήσεις για τον αριθμό των μαχητών της Al-Shabaab κυμαίνονται από 7.000 έως 20 000 άτομα.[5] Αν και η Al-Shabaab στρατολογεί κατά κύριο λόγο από εδάφη υπό τον έλεγχό της, υπήρξαν επίσης αναφορές για στρατολόγηση από περιοχές που ελέγχονται από την κυβέρνηση, ειδικά το Μογκαντίσου. Η στρατολόγηση εκτός της επικράτειας της Al-Shabaab συχνά περιλαμβάνει πτυχές εξαναγκασμού. Αναγκαστική στρατολόγηση έχει επίσης αναφερθεί σε περιοχές που ελέγχονται από την οργάνωση. Η Al-Shabaab τείνει να στρατολογεί σε τοποθεσίες που συνυπάρχουν πολλές φυλές, χτίζοντας τη στρατηγική στρατολόγησης τους στις συγκρούσεις μεταξύ των φυλών.[6]

 

·         Περαιτέρω, έκθεση του 2018 από το Ινστιτούτο Hiraal, ένα think tank που εδρεύει στο Mogadishu, σημειώνει ότι στα πρώτα χρόνια της, η Al Shabaab - που ήταν εκείνη την εποχή ένα αστικό φαινόμενο - συνήθιζε να στρατολογεί μεταξύ του πληθυσμού του Mogadishu και άλλων αστικών κέντρων. Ωστόσο, δεδομένου ότι η ομάδα έχασε εδάφη στα αστικά κέντρα μεταξύ 2012 και 2015, έχει στρατολογήσει τα περισσότερα από τα νέα μέλη της σε αγροτικές περιοχές υπό τον έλεγχό της, συμπεριλαμβανομένων των πυκνοκατοικημένων περιοχών του Bay και του Bakool, με παιδιά να αποτελούν την πλειοψηφία των νεοσύλλεκτων[7].

 

·         Σύμφωνα με το US Department of Labor αναφέρεται πως τα παιδιά από μειονοτικές φυλές είναι  ιδιαίτερα ευάλωτα στην αναγκαστική στρατολόγηση από στρατιωτικές ομάδες[8]. Μια έκθεση του Ιουλίου του 2024 από την Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (CIA) αναφέρει πως η έλλειψη εκπαιδευτικών και εργασιακών ευκαιριών αποτελεί σημαντική πηγή εντάσεων για τη μεγάλη ομάδα των νέων στη Σομαλία, γεγονός που τους καθιστά ευάλωτους σε στρατολόγηση από εξτρεμιστικές ομάδες».[9]

 

·         Έκθεση του Bertelsmann Stiftung του Μαρτίου 2024 αναφέρει πως «έχει καταγραφεί ότι η Al-Shabaab απήγαγε συστηματικά παιδιά από μειονοτικές ομάδες, ενσωματώνοντάς τα στο στρατό της. Επιπλέον, η ομάδα έχει καταφύγει στη βία για να εξαναγκάσει τις κοινότητες και τους πρεσβυτέρους να τους παραδώσουν νέους από τα χωριά και τις φυλές τους»[10]. Έκθεση της ομάδας Εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ για τη Σομαλία, ανέφερε πως κατά την περίοδο μεταξύ Σεπτεμβρίου 2023 έως 30 Αυγούστου 2024, η Al-Shabaab παρέμεινε ο κύριος δράστης των περιστατικών στρατολόγησης και χρήσης παιδιών (902 από τα 1,094 παιδιά στρατολογήθηκαν από την ανωτέρω ομάδα και τα υπόλοιπα από δυνάμεις ασφαλείας και φυλετικές πολιτοφυλακές), των περιστατικών επίθεσης σε σχολεία και νοσοκομεία (40 από τις 44 επιθέσεις αποδόθηκαν στην Al-Shabaab) και των περιστατικών απαγωγών παιδιών[11]. Όπως σημειώνεται από το Landinfo, οι πιο σημαντικές ομάδες-στόχοι για στρατολόγηση ήταν τα αγόρια και οι νέοι άνδρες ηλικίας μεταξύ 12 και 24 ετών[12].

 

·         Έκθεση του Φεβρουαρίου 2023 από το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του Οργανισμού  των Ηνωμένων Εθνών αναφέρει ότι: «αγόρια και νεαροί άνδρες από μειονοτικές ομάδες έχουν επίσης αναφερθεί ότι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εξαναγκαστικής στρατολόγησης από ένοπλες δυνάμεις, καθώς διαθέτουν χαμηλό επίπεδο προστασίας και υποστήριξης από τις φατρίες τους»[13].

 

·         Έκθεση του USDOS αναφέρει πως παιδιά στρατολογήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν απευθείας σε εχθροπραξίες και ειδικότερα σε επιθέσεις αυτοκτονίας. Τα ΜΜΕ αναφέρθηκαν σε περιστατικά όπου η al-Shabaab κατηχούσε παιδιά σύμφωνα με την ακραία ιδεολογία της σε σχολεία και τα στρατολογούσε με τη βία στις τάξεις της[14].

 

·         Αναφορικά με τις τακτικές στρατολόγησης που εφαρμόζει η Al Shabab, έκθεση της EUAA του 2021, η οποία επικαλείται ένα σύνολο πηγών, καταγράφει πως αυτές περιλαμβάνουν τον εκφοβισμό-στράτευση διά της βίας, την παροχή οικονομικών κινήτρων, τις απειλές, την κατήχηση και τα δίκτυα/σχέσεις με τις φυλές. Η διαδικασία στρατολόγησης είναι μια περίπλοκη διεργασία η οποία συχνά περιλαμβάνει είτε την εθελοντική στράτευση, είτε την προκαλούμενη μέσω κριτηρίων και ωφελειών είτε τον εξαναγκασμό με χρήση βίας/απειλών.  Η  μέθοδος δε, του εξαναγκασμού εξαρτάται από την τοποθεσία και την κατάσταση. Η ομάδα στοχεύει όσους είναι δυσαρεστημένοι με την κυβέρνηση ή όσοι έχουν στοχοποιηθεί και έχουν περιθωριοποιηθεί λόγω φυλετικών διακρίσεων[15].

 

·         Επίσης, η ανωτέρω έκθεση επικαλούμενη πλήθος πηγών αναφέρει πως η Al Shabab χρησιμοποιεί συχνά οικονομικές ανταμοιβές ως κίνητρο για να προσελκύσει μαχητές ή να κάνει τους ανθρώπους να τους βοηθήσουν είτε με την παροχή πληροφοριών είτε με άλλους τρόπους. Υπάρχουν επίσης καταγραφές πως τα μέλη της Al Shabaab  μπορεί να εντοπίσουν πιθανούς νεοσύλλεκτους μέσω της χρήσης υπαρχόντων δεσμών με αρχηγούς φυλών, καθώς και σε εκπαιδευτικές εγκαταστάσεις, φυλακές, τζαμιά, κύκλους προσευχής, γήπεδα ποδοσφαίρου, αθλητικούς συλλόγους, παιδικές χαρές, κοιτώνες, διαδικτυακές αίθουσες και μεταξύ παιδιών και ανέργων σε καταυλισμούς εκτοπισμένων. Σε περιοχές υπό τον έλεγχό της, η Al Shabaab  έχει δημιουργήσει σχολεία όπου τα παιδιά  πέραν από την βασική εκπαίδευση λαμβάνουν κατήχηση ώστε να συμμετάσχουν σε ένοπλους αγώνες[16].

 

·         Σύμφωνα με επιτόπια έρευνα του Finnish Immigration Service στη Σομαλία του Μαρτίου 2020 αναφέρεται πως η Al Shabaab  στρατολογεί νέους μαχητές κυρίως στις περιοχές που ελέγχει. Η στρατολόγηση συνήθως λαμβάνει χώρα μερικώς μέσω της πειθούς και μερικώς μέσω της βίας. Κάποιοι νέοι μαχητές εντάχθηκαν στις τάξεις της ομάδας χωρίς να το γνωρίζουν οι γονείς τους[17].

·         Αναφορικά με τις συνέπειες ατόμων που αρνήθηκαν την στρατολόγηση, συμπεριλαμβανομένων των μελών της τοπικής κοινότητας που αρνήθηκαν να δώσουν νεότερα μέλη των οικογενειών τους στην οργάνωση, έχουν απειληθεί και χαρακτηριστεί ως άπιστοι που απορρίπτουν το Ισλάμ και το νόμο της Σαρία και μερικοί έχουν σκοτωθεί ως προειδοποίηση άλλων εντός της κοινότητας.[18] Σε έκθεση του Συμβουλίου της Δανίας για τους πρόσφυγες (Danish Refugee Council) η οποία δημοσιεύτηκε το 2017 γίνεται επίκληση σε επικοινωνία του οργανισμού με πηγή του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη χώρα. Η πηγή αυτή αναφέρει ότι εάν η Al Shabab δεχτεί ότι ένα άτομο αρνείται να στρατολογηθεί, τότε απαιτείται κάποιου είδους αποζημίωση. Εάν ένα άτομο αρνηθεί να αποζημιώσει την Al Shabab, θα πρέπει να τραπεί σε φυγή, διαφορετικά η Al Shabab θα τον εντοπίσει και θα τον εκτελέσει.[19]

 

Οι εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που εξετάστηκαν υποστηρίζουν σε σημαντικό βαθμό τη βασική θέση ότι η οργάνωση Al Shabaab προβαίνει συστηματικά σε ενέργειες αναγκαστικής στρατολόγησης, συμπεριλαμβανομένης της στρατολόγησης ανηλίκων και νεαρών ενηλίκων, ιδίως από αγροτικές και ευάλωτες περιοχές, και ιδίως εις βάρος ατόμων που ανήκουν σε μειονοτικές φυλές ή κοινωνικά περιθωριοποιημένες ομάδες. Πρόσθετα, η πλειοψηφία των πηγών επιβεβαιώνει ότι η στρατολόγηση με τη χρήση βίας και απειλών αποτελεί πάγια τακτική της Al Shabaab, και ότι οι νεαροί άνδρες, ιδίως ηλικίας 12–24, αποτελούν τον κύριο στόχο της στρατολόγησης. Η προτίμηση της Al Shabaab σε νεαρά άτομα προερχόμενα από φυλετικές μειονότητες επισημαίνεται επίσης από το US Department of Labor και τον ΟΗΕ, ενώ καταγράφεται πως η οργάνωση αξιοποιεί τις φυλετικές εντάσεις και την κοινωνική περιθωριοποίηση ως εργαλείο στρατολόγησης. Συνεπώς, άτομα όπως ο Aιτητής, τα οποία ανήκουν σε κοινωνικά στιγματισμένη μειονοτική φυλή (Madhiban, εν προκειμένω), εντάσσονται σε κατηγορία υψηλού κινδύνου.

 

Περαιτέρω, όπως καταγράφεται από πηγές όπως η CIA, η Al Shabaab στρατολογεί ενεργά σε περιοχές όπου υπάρχει απουσία κρατικής προστασίας, ανεργία και έλλειψη εκπαιδευτικών ευκαιριών, καθιστώντας τις μειονεκτούσες κοινότητες με ανέργους και χαμηλό μορφωτικό επίπεδο ευάλωτες σε κατήχηση και εξαναγκασμό. Πράγματι, σύμφωνα με τη σχετική έκθεση της EUAA, η οργάνωση χρησιμοποιεί δικτυώσεις με αρχηγούς φυλών, δασκάλους και θρησκευτικούς ηγέτες, καθώς και στρατηγικές κατήχησης και οικονομικής ανταμοιβής, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πλέγματος επιρροής και πίεσης.

 

Τέλος, σύμφωνα με αναφορές της Danish Refugee Council και του Finnish Immigration Service, η άρνηση στρατολόγησης δύναται να επιφέρει απειλές, βασανιστήρια ή και εκτελέσεις, ενώ σε πολλές περιπτώσεις, όσοι αρνούνται να ενταχθούν ή να παραδώσουν μέλη της οικογένειάς τους, αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την περιοχή τους για να αποφύγουν αντίποινα.

 

Ενόψει των ανωτέρω, διαπιστώνεται ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή περί στοχοποίησής του από την Al Shabaab δεν αντίκειται στο σώμα των αντικειμενικών πληροφοριών που αντλούνται από εξωτερικές πηγές. Αντιθέτως, εντάσσεται σε γνωστά και τεκμηριωμένα πρότυπα δράσης της εν λόγω οργάνωσης, με βάση τον τόπο, το κοινωνικό και ηλικιακό του προφίλ και το πλαίσιο στρατολόγησης όπως αυτό περιγράφεται σε πλείστες αξιόπιστες πηγές. Ως εκ τούτου, η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού αυτού κρίνεται υψηλή.

 

Ωστόσο, η ελλιπής εσωτερική θεμελίωση του συγκεκριμένου ισχυρισμού, όπως έχει προηγουμένως αναλυθεί, δεν επιτρέπει την αποδοχή του στο σύνολο του, παρά την ύπαρξη ευνοϊκού εξωτερικού πλαισίου, καθώς η ασυμφωνία με τα προσωπικά δεδομένα και η αδυναμία συγκεκριμενοποίησης υπερισχύουν της γενικής συμβατότητας με τα πραγματολογικά δεδομένα της χώρας καταγωγής. Η έλλειψη εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του Αιτητή συνιστά στοιχείο καθοριστικής σημασίας για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του, υπό το πρίσμα της συνολικής συνεκτίμησης όλων των σχετικών δεικτών αξιολόγησης. Πράγματι, η συμφωνία ορισμένων από τους ισχυρισμούς του με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του, εφόσον αυτοί στερούνται εσωτερικής λογικής συνέπειας, δεν αρκεί από μόνη της να καταστήσει την αφήγηση αξιόπιστη. Αντιθέτως, η υιοθέτηση μιας τέτοιας προσέγγισης θα ισοδυναμούσε με την ανεπιφύλακτη αποδοχή ισχυρισμών αποκλειστικά και μόνο λόγω εξωτερικής συμφωνίας με αντικειμενικές πληροφορίες, παραβλέποντας τις εσωτερικές αντιφάσεις τους. Μια τέτοια στάση θα αναιρούσε την αρχή της ολιστικής αξιολόγησης της αξιοπιστίας, οδηγώντας σε μη εύλογα συμπεράσματα, παρά την εμφανή εσωτερική ασυνέπεια της κατάθεσης του Αιτητή. Άλλωστε, ως επισημαίνεται και στο εγχειρίδιο EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», 2018, σελ.97,«[...] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.».

 

Ενόψει της εν λόγω ελλείπουσας εσωτερικής θεμελίωσης, ο ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός, παρά τη γενική του συμβατότητα με τις πληροφορίες χώρας καταγωγής και κατά τούτο απορρίπτεται.

 

Προχωρώ τώρα στην εξέταση του τρίτου ουσιώδη ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι ότι υπέστη δυσμενή διακριτική μεταχείριση λόγω της φυλής του Madhibaan. Μελετώντας τα όσα ο Αιτητής αφηγήθηκε, παρατηρώ ότι η αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του, κρίνεται συνολικά ως προβληματική και ανεπαρκής για να θεμελιώσει αξιόπιστο ισχυρισμό περί δίωξης.

 

Κατά την παρουσίασή του ενώπιον του Δικαστηρίου, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε ένα μεμονωμένο περιστατικό βίας, κατά το οποίο – όπως ισχυρίστηκε – άγνωστα άτομα τον παρέσυραν με αυτοκίνητο, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά και να νοσηλευθεί για πενήντα ημέρες σε κώμα. Ωστόσο, κατά την εξέτασή του, δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει ούτε τη χρονολογία του περιστατικού ούτε την ακριβή τοποθεσία. Ομοίως, δήλωσε ότι δεν γνώριζε τους δράστες ούτε υπήρξε κάποια άμεση δήλωση ή απειλή από μέρους τους που να συνδέει το συμβάν με τη φυλετική του καταγωγή. Ειδικά ενόψει της σοβαρότητας του γεγονότος, το οποίο ο ίδιος παρουσίασε ως καίρια εμπειρία δίωξης, προκαλεί ιδιαίτερη επιφύλαξη η αδυναμία του να παράσχει συγκεκριμένα και πειστικά στοιχεία ως προς το πλαίσιο και τα κίνητρα του περιστατικού.

Η αναφορά του σε πληροφορίες που – κατά δήλωσή του – του μεταφέρθηκαν έμμεσα από τρίτα πρόσωπα και μέσω του γιατρού που τον φρόντισε, δεν επαρκεί για να θεμελιώσει αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της πράξης βίας και της φυλετικής του ταυτότητας. Η δε ασάφεια στις απαντήσεις του, καθώς και οι αλλεπάλληλες ερμηνείες περί του τρόπου με τον οποίο ενημερώθηκε για την ταυτότητα ή τα κίνητρα των δραστών, καθιστούν τον ισχυρισμό του εσωτερικά ασυνεπή.

 

Περαιτέρω, αν και υποστήριξε ότι υπήρξε στο παρελθόν στόχος λεκτικής παρενόχλησης κατά την παιδική του ηλικία, όταν πήγαινε σχολείο, δεν προέβαλε άλλο περιστατικό διακριτικής μεταχείρισης ή βιωματικής εμπειρίας περιθωριοποίησης λόγω της φυλετικής του καταγωγής. Μάλιστα, ο ίδιος παραδέχθηκε ρητά ότι δεν του απαγορεύτηκε πρόσβαση σε εργασία ή άλλου είδους κοινωνική δραστηριότητα λόγω της καταγωγής του. Η επιλεκτική και αποσπασματική του αφήγηση, χωρίς σαφή περιγραφή μιας συστηματικής ή παρατεταμένης κατάστασης κοινωνικού αποκλεισμού, δεν στοιχειοθετεί αξιόπιστα προσωπική στοχοποίηση ούτε επαρκεί για να αναδείξει το ζήτημα ως λόγο δίωξης κατά την έννοια της Σύμβασης.

 

Συμφωνώ λοιπόν με την κρίση των Καθ’ ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να θεμελιώσει εσωτερική αξιοπιστία ως προς τον ισχυρισμό περί φυλετικής διάκρισης κρίνεται βάσιμη. Η έλλειψη συγκεκριμένων, συνεπών και χρονικά εντοπισμένων πληροφοριών σε συνδυασμό με την αοριστία και την ασυνέπεια των αφηγήσεών του, δεν επιτρέπουν στο Δικαστήριο να εξαγάγει κρίση περί βιωθείσας ή βάσιμα προβλεπόμενης ατομικής δίωξης με βάση την καταγωγή του.

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, αυτή, φρονώ πως επιβεβαιώνεται πλήρως από πηγές πληροφόρησης στις οποίες προσέτρεξε το Δικαστήριο και από τις οποίες προκύπτουν τα ακόλουθα, αναφορικά με την φυλή  Madhibaan:

 

·           Αναφορικά με το ρόλο των φυλών στη Σομαλία, διαφαίνεται ότι σε όλες τις πτυχές της ζωής, η φυλή είναι ταυτόχρονα μέσο αναγνώρισης και τρόπος ζωής. Σύμφωνα με το  Minority Rights Group, οι επαγγελματικές κάστες στην Σομαλία είναι ιστορικά γνωστές ως Midgan (ή γνωστές σήμερα με την ονομασία Gaboye, Madhiban and Musse Deriyo), Tumal and Yibro[20]. Σε έκθεση της UNHCR του 2022 επιβεβαιώνεται πως οι Madhiban αποτελούν επαγγελματική κάστα και ειδικότερα αναφέρει πως «οι επαγγελματικές ομάδες/κάστες είναι ομάδες δομημένες σαν φυλές, ζουν σε ορισμένες περιοχές και γειτονιές και προσδιορίζονται με διάφορους όρους, όπως Tumaal, Waable, Sab, Madhibaan, Boon, Gabooye και Midgan»[21].  Άλλη πηγή αναφέρει πως οι Midgaan είναι γνωστοί ως Madhibaan, Gabooye, Gaboye ή Gaboyo[22].

 

·           Αναφορικά με την γεωγραφική κατανομή των Madhibaan, πηγές που περιλαμβάνονται στην έκθεση της EUAA του 2019 αναφέρουν πως «είναι διασκορπισμένοι μέσα στην χώρα και πως μπορεί να εντοπιστούν στην βόρεια και Κεντρική Σομαλία καθώς και στην Hiran, Mogadishu and Kismaio. Οι Madhibaan προέρχονται από τις κομητείες Mudug και Nugal, όπου παραδοσιακά σχετίζονταν με διαφορετικές φυλές Hawiye, συμπεριλαμβανομένου του Gurgate. Διαφορετικές πηγές συμφωνούν ότι οι Madhibaan (ή Gabooye ή Midgan) δεν έχουν συγκεκριμένο γενεαλογικό δέντρο. Άλλες πηγές αναφέρουν πως οι Madhibaan και οι Gabooye, όπως και άλλες περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες στη Σομαλία, παραδοσιακά μιλούν τη σομαλική γλώσσα, η οποία είναι η κύρια γλώσσα επικοινωνίας τους. Ωστόσο, υπάρχουν αναφορές ότι διατηρούν και δικά τους διακριτά γλωσσικά ιδιώματα ή κρυφές γλώσσες που χρησιμοποιούνται για να επικοινωνούν μεταξύ τους χωρίς να γίνονται κατανοητοί από τους υπόλοιπους Σομαλούς»[23].

 

·           Σύμφωνα με έκθεση της UNHCR με έτος δημοσίευσης το 2022 επιβεβαιώνονται τα ανωτέρω ότι «στη Σομαλία, ορισμένες ομάδες παραδοσιακά ορίζονται από τα επαγγέλματά τους, συνήθως σε λιγότερο επιθυμητές ή «ακάθαρτες» εργασίες που συχνά περιλαμβάνουν χειρωνακτική εργασία, για παράδειγμα κυνήγι, κομμωτική, σιδηρουργία ή υποδηματοποιία. Αυτές οι ομάδες είναι δομημένες σαν φυλές, ζουν σε ορισμένες περιοχές και γειτονιές και αναφέρονται με διάφορους όρους, όπως Tumaal, Waable, Sab, Madhibaan, Boon, Gabooye και Midgaan. Αυτοί οι όροι μπορεί επίσης να αναφέρονται σε υποομάδες μέσα σε αυτές τις επαγγελματικές κάστες και μπορεί να διαφέρουν ανά περιοχή»[24].  Σε άλλη έκθεση της EUAA αναφέρεται πως ο όρος Gabooye   αναφέρεται συλλογικά στις ομάδες Madhibaan και Muse Diriye στη βορειοδυτική Σομαλία/Σομαλιλάνδη και πως έχει υποκαταστήσει το υποτιμητικό όρο Midgaan[25].

 

·           Αναφορικά με τις συνθήκες διαμονής αυτών των επαγγελματικών καστών, τα παιδιά των επαγγελματικών καστών  υφίστανται εκφοβισμό στο σχολείο[26].  Αν και υπάρχουν διαφορές μεταξύ των εμπειριών των διαφόρων επαγγελματικών καστών, γενικά οι επαγγελματικές κάστες αποκλείονται από την δομή των φυλών και έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε εκπαίδευση, επαγγελματικές θέσεις ή κυβερνητικές θέσεις, αποζημίωση για παραβάσεις σε βάρος τους και πολιτική συμμετοχή[27]. Μειονοτικές επαγγελματικές κάστες στερούνται την προστασία μιας φυλής και είναι περιθωριοποιημένες, δέχονται παρενοχλήσεις, και διακριτική μεταχείριση από τις πλειοψηφικές φυλές. Σε διαφωνίες, δεν είναι σε θέση να επιβάλουν διαπραγματεύσεις και δεν έχουν την ίδια διαπραγματευτική δύναμη με την πλειοψηφική φυλή, οδηγώντας τους έτσι σε μια πιο αδύναμη θέση, εκτός εάν συνδέονται με μια πλειοψηφική φυλή ώστε να διαπραγματεύεται για λογαριασμό τους[28].  Έτερες πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνουν πως οι Madhibaan αντιμετωπίζουν διακρίσεις στην πρόσβαση σε εργασία,  εκπαίδευση, σε πολιτική εκπροσώπηση, αντιμετωπίζουν κοινωνικό αποκλεισμό, περιορισμό στην κατοχή γης και περιορισμό πρόσβασης σε προστασία [29].

 

Προκύπτει από τα ως άνω ότι οι Madhibaan (ή Gabooye, ή Midgan) αναγνωρίζονται διεθνώς ως μειονεκτούσα επαγγελματική κάστα, η οποία, αν και ομιλεί τη σομαλική γλώσσα και εντάσσεται σε επιμέρους κοινότητες, δεν διαθέτει τη δομή ή την ισχύ που έχουν οι πλειοψηφικές φυλές. Οι εκθέσεις της UNHCR, της EUAA και του Minority Rights Group περιγράφουν τους Madhibaan ως άτομα που εργάζονται σε "ακάθαρτα" ή χειρωνακτικά επαγγέλματα, όπως κυνήγι, υποδηματοποιία και σιδηρουργία, και υφίστανται συστηματική κοινωνική υποτίμηση, αποκλεισμό από την εκπαίδευση, την πολιτική εκπροσώπηση, την απονομή δικαιοσύνης, και από κάθε μορφή διαπραγμάτευσης σε επίπεδο κοινότητας.

 

Επιπλέον, επισημαίνεται ότι οι επαγγελματικές κάστες, όπως οι Madhibaan, στερούνται της προστασίας μιας φατρίας και λειτουργούν εκτός των παραδοσιακών δικτύων υποστήριξης. Αυτό τους καθιστά περισσότερο εκτεθειμένους σε κακομεταχείριση και απολύτως απροστάτευτους σε περιπτώσεις βίας ή διάκρισης, καθώς δεν μπορούν να αναζητήσουν ή να επιβάλουν λύσεις σε επίπεδο κοινοτικής συμφιλίωσης. Ειδικότερα τα παιδιά τους υφίστανται εκφοβισμό στο σχολείο, οι ενήλικες αντιμετωπίζουν δυσχέρειες πρόσβασης σε εργασία και γη, και, συνολικά, ζουν σε καθεστώς βαθιάς κοινωνικής απομόνωσης. Το γεγονός ότι ο Αιτητής μεγάλωσε σε οικογένεια άλλης φυλής, χωρίς επαφή με την κοινότητα Madhibaan, και χωρίς αναγνωρισμένο γενεαλογικό δεσμό, ενισχύει ακόμη περισσότερο την εικόνα πλήρους αποκοπής από κάθε δομή στήριξης.

 

Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι, σύμφωνα με τις πηγές, οι διακρίσεις που υφίστανται οι Madhibaan δεν περιορίζονται σε θεσμικά εμπόδια, αλλά περιλαμβάνουν πρακτικές εχθρικότητας, λεκτικής και φυσικής βίας, και απόρριψης από το κοινωνικό σύνολο, ιδίως σε περιοχές όπου κυριαρχούν ισχυρές φυλές. Το να χτυπηθεί ένα μέλος τέτοιας κάστας από αγνώστους και να του αποδοθεί η επίθεση σε βάση φυλετικής διάκρισης δεν μπορεί να αποκλειστεί ως τυχαίο ή απίθανο. Αντιθέτως, ανταποκρίνεται στις δομές και την κοινωνική δυναμική της Σομαλίας, όπως περιγράφονται στις εκθέσεις της UNHCR και της EUAA.

 

Παρά την θεμελίωση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, αυτή δεν αρκεί  για να ανατρέψει την γενικευμένη αναξιοπιστία του συνόλου της αφήγησης. Ενόψει τούτων, και παρά τη διαπιστωμένη εξωτερική αξιοπιστία του, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός ως θεμελιώδης λόγος δίωξης, εφόσον βασίζεται σε προσωπική αφήγηση που δεν πληροί το κριτήριο της εσωτερικής αξιοπιστίας, καθώς ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να αποδείξει επαρκώς ότι ο ίδιος προσωπικά υπήρξε θύμα τέτοιας δίωξης.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

 

Σε αυτά τα πλαίσια, δέον να εξεταστεί κατά πόσο στην περίπτωση του Αιτητή υφίσταται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης (σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου), αλλά και να εκτιμηθεί εάν με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης (στα πλαίσια των άρθρων 3Γ και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Χρήσιμη είναι η επαναφορά στην μνήμη των προνοιών του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου δυνάμει του οποίου: 

 

«3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεωνείναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5».

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει γίνει ήδη αποδεκτό πως ο Αιτητής είναι υπήκοος Σομαλίας και ότι βρίσκεται εκτός της χώρας ιθαγένειάς του αναζητώντας διεθνή προστασία στην Κυπριακή Δημοκρατία, απομένει να εξεταστεί κατά πόσο συντρέχουν τα λοιπά σωρευτικά στοιχεία που τίθενται στο άρθρο 3 πιο πάνω.

 

Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι υπέστη περιθωριοποίηση και διακριτική μεταχείριση λόγω της φυλής Madhibaan, στην οποία ανήκει. Από τις επικαιροποιημένες πληροφορίες που παρατέθηκαν ανωτέρω, επιβεβαιώνεται ότι οι Madhibaan (ή Midgan ή Gabooye) αποτελούν κοινωνικά περιθωριοποιημένη επαγγελματική κάστα που υφίσταται διαχρονικά διακρίσεις στη σομαλική κοινωνία, ιδιαίτερα ως προς την πρόσβαση σε εκπαίδευση, εργασία, πολιτική εκπροσώπηση, καθώς και την απόλαυση ίσης προστασίας και κοινωνικής αποδοχής. Αναφέρεται μάλιστα πως τα παιδιά των εν λόγω ομάδων είναι συχνά στόχος εκφοβισμού και κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ οι ενήλικες δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν στοιχειώδη δικαιώματα ή προστασία από φυλετικές πλειοψηφίες.

 

Ωστόσο, το γεγονός ότι μια κοινωνική ή φυλετική ομάδα είναι αντικειμενικά περιθωριοποιημένη ή αντιμετωπίζει διακρίσεις δεν αρκεί, από μόνο του, για να θεμελιώσει προσφυγική ιδιότητα για το σύνολο των μελών της. Ο Αιτητής φέρει το βάρος να αποδείξει ότι ο ίδιος υπήρξε προσωπικά στόχος πράξεων δίωξης ή βάσιμα κινδυνεύει να υποστεί τέτοιες πράξεις, λόγω της ένταξής του στη συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα. Εν προκειμένω, οι αναφορές του Αιτητή υπήρξαν ασαφείς, αντιφατικές και μη πειστικές. Ειδικότερα, το κυριότερο περιστατικό στο οποίο αναφέρθηκε – ένα τροχαίο ατύχημα το οποίο ο ίδιος ερμηνεύει ως στοχευμένη επίθεση λόγω της φυλής του – δεν συνοδεύεται από καμία στοιχειώδη πληροφόρηση σχετικά με τον χρόνο, τον δράστη, τα κίνητρα ή άλλες περιστάσεις που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν σύνδεση με τον επικαλούμενο λόγο δίωξης. Η αδυναμία του να προσδιορίσει βασικές λεπτομέρειες του γεγονότος και η έλλειψη συνεκτικής αφήγησης για το πώς και γιατί το γεγονός αυτό συνδέεται με τη φυλετική του ταυτότητα, καθιστούν τον ισχυρισμό, ως έχει ήδη επισημανθεί ανωτέρω, εσωτερικά αναξιόπιστο.

Περαιτέρω, ο ίδιος ο Αιτητής παραδέχθηκε ότι, πέραν της υποτιμητικής συμπεριφοράς που βίωνε στην παιδική του ηλικία στο σχολείο – γεγονός που, αν και δεν αμφισβητείται ως πιθανό, δεν συνιστά πράξη δίωξης κατά την έννοια της Οδηγίας – δεν αντιμετώπισε αποκλεισμό από την εργασία ούτε αναφέρθηκε σε άλλες σοβαρές διακρίσεις ή απαγορεύσεις πρόσβασης σε βασικά αγαθά ή υπηρεσίες λόγω της φυλής του. Η απουσία συστηματικών πράξεων στοχοποίησης, καθώς και η μη ύπαρξη σοβαρών λόγων να πιστεύεται ότι θα τεθεί σε πραγματικό κίνδυνο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής, συνεπάγονται την έλλειψη αντικειμενικής θεμελίωσης του φόβου του.

 

Ενδεικτικό της αδυναμίας θεμελίωσης του ισχυρισμού είναι και το γεγονός ότι ο ίδιος δήλωσε πως δεν γνωρίζει άλλα μέλη της φυλής του ούτε είχε ενεργή σχέση με κάποια οργανωμένη κοινότητα των Madhibaan. Εφόσον ο ίδιος δεν έχει υποστεί ούτε αναφέρει με σαφήνεια γεγονότα που θα συνιστούσαν πράξεις δίωξης – όπως φυσική βία, αυθαίρετη κράτηση, σοβαρό κοινωνικό αποκλεισμό ή στέρηση θεμελιωδών δικαιωμάτων – λόγω της φυλετικής του ταυτότητας, δεν προκύπτει εξατομικευμένος κίνδυνος δίωξης.

 

Ακόμη και αν ληφθεί υπόψη το γενικότερο πλαίσιο διακρίσεων εις βάρος των Madhibaan, η προσωπική ιστορία του Αιτητή δεν παρουσιάζεται με τη συνοχή, τη σαφήνεια και την πειστικότητα που απαιτείται για να αξιολογηθεί ως αξιόπιστη και νομικά επαρκής για την αναγνώριση του ως πρόσφυγα. Η εσωτερική αναξιοπιστία των ισχυρισμών του, σε συνδυασμό με την απουσία συγκεκριμένων περιστατικών και τεκμηρίωσης, δεν επιτρέπουν την αποδοχή του ισχυρισμού ότι φοβάται βάσιμα δίωξη λόγω της φυλής του.

 

Συνεπώς, παρά την αναγνωρισμένη ευαλωτότητα της φυλής Madhibaan, ο Αιτητής δεν πληροί τα κριτήρια αναγνώρισης του ως πρόσφυγα, καθώς δεν αποδεικνύεται ότι ο ίδιος υπήρξε ή κινδυνεύει να γίνει προσωπικά στόχος δίωξης λόγω της φυλετικής του καταγωγής. Ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει στην έννοια του πρόσφυγα.

 

Εν συνεχεία, αναφορικά με την εξέταση του κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται από άρθρο 19, εδάφια (1) και (2), του περί Προσφύγων Νόμου, λαμβάνονται υπόψη τα εξής:

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης, ο Αιτητής, ως ορθώς κατέληξαν οι Καθ' ων η αίτηση, δεν μπορεί να πιθανολογείται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, ο ίδιος θα εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής, ως ορίζεται στα υποεδάφια (α) και (β) του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, ως διαπιστώνεται, ελλείψει οιασδήποτε προσωπικής απειλής και/ή στοχοποίησης του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, από το προαναφερόμενο ιστορικό του και ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, δεν προκύπτουν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι κατά την επιστροφή του στη Σομαλία, ο Αιτητής θα κινδυνεύσει με θανατική ποινή ή εκτέλεση (σύμφωνα με το Άρθρο 15(α) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ), ούτε ενδέχεται να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία (σύμφωνα με το Άρθρο 15(β) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ) [Βλ. συναφώς, απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32].

 

Απομένει συνεπώς η εξέταση των προϋποθέσεων που θέτει το υποεδάφιο (γ) του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ΔΕΕ») επεσήμανε στην απόφασή του C-901/19, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, ημερομηνίας 10.06.2021 (σκέψη 43) τα εξής: «… μπορούν επίσης να συνεκτιμηθούν, μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.».

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (εφεξής ΕΔΔΑ) στην απόφασή του στην υπόθεση Sufi and Elmi κατά Ηνωμένου Βασιλείου (αιτήσεις υπ’ αριθμό 8319/07 και 11449/07), ημερομηνίας 28.11.2011 (σκέψη 241), σημείωσε ότι, ως περαιτέρω καθοδήγηση σχετικά με τον τρόπο αξιολόγησης της έντασης μιας σύγκρουσης, είχαν προσδιοριστεί τα ακόλουθα κριτήρια: «πρώτον, εάν τα μέρη στη σύγκρουση είτε χρησιμοποιούσαν μεθόδους και τακτικές πολέμου που αύξαναν τον κίνδυνο απωλειών αμάχων είτε στόχευαν άμεσα αμάχους· δεύτερον, εάν η χρήση τέτοιων μεθόδων και/ή τακτικών ήταν ευρέως διαδεδομένη μεταξύ των μερών της σύγκρουσης· τρίτον, εάν οι μάχες ήταν τοπικές ή εκτεταμένες· και τέλος, ο αριθμός των αμάχων που σκοτώθηκαν, τραυματίστηκαν και εκτοπίστηκαν ως αποτέλεσμα των μαχών», επισημαίνοντας (παράλληλα) πως: «Μολονότι αυτά τα κριτήρια δεν πρέπει να θεωρηθούν ως εξαντλητικός κατάλογος για εφαρμογή σε όλες τις μελλοντικές υποθέσεις, στο πλαίσιο της παρούσας υπόθεσης το Δικαστήριο θεωρεί ότι αποτελούν κατάλληλο μέτρο για την αξιολόγηση του επιπέδου βίας… .».

 

Όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.02.2009 (σκέψεις 33-39) [έμφαση και υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου]:

 

«33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [...]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.»

 

Στη βάση της ως άνω νομολογίας, ως προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο ενσωματώνει το Άρθρο 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίθηκε σκόπιμο όπως το παρόν Δικαστήριο προχωρήσει σε ιδίαν έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή Middle Juba της Σομαλίας, τόπος καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα του, όπου και αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής. Από την έρευνα αυτή, προκύπτουν τα ακόλουθα:

·                Η περιοχή Middle Juba βρίσκεται στο νότιο τμήμα της Σομαλίας και συνορεύει εσωτερικά με τις εξής περιοχές: Gedo στα βόρεια και βορειοδυτικά, Bay στα βορειοανατολικά, Lower Shabelle στα ανατολικά και Lower Jubba στα νότια. Αποτελείται από τρεις επαρχίες: την Bu’aale ή Bualle(πρωτεύουσα), Jilib και Saakow[30]. Οι Somali Bantu αποτελούν την πολυπληθέστερη εθνοτική ομάδα στη Middle Juba. Οι δύο πολιτικά και στρατιωτικά ισχυρότερες φυλές στην περιοχή είναι οι Aulihan (Darood)και οι Mohamed Mohamed Zubier/Ogaden (Darood), που κατοικούν στην δυτική όχθη του ποταμού[31].

 

·                Έκθεση της EUAA, επικαλούμενη διάφορες πηγές αναφέρει πως «η Middle Juba είναι η μόνη περιοχή της Σομαλίας που υπάγεται εξ ολοκλήρου στον έλεγχο της Al-Shabaab. Από τον Νοέμβριο του 2022, η οργάνωση Al-Shabaab φέρεται να ελέγχει σχεδόν ολόκληρη τη Middle Juba, με μόνο μικρές περιοχές στα σύνορα να βρίσκονται υπό μεικτό ή ασαφή έλεγχο. Η οργάνωση φέρεται να συγκεντρώνει την διακυβέρνησή της στην περιοχή διατηρώντας το επίσημο αρχηγείο της ομάδας στην πόλη Jilib, όπου σημειώθηκαν συγκρούσεις μεταξύ των φατριών της Al-Shabaab στις αρχές Απριλίου του 2023 γύρω από την ηγεσία της ομάδας. Η Al-Shabaab διαδραματίζει επίσης τον ρόλο του «παρόχου σταθερότητας» στην περιοχή, καθώς οι διαμάχες μεταξύ των φυλών φέρεται να έχουν κατασταλεί από την ομάδα. Επίσης η Al-Shabaab φέρεται να εμπλέκεται σε όλα τα περιστατικά ασφαλείας που επηρέασαν την περιοχή κατά την περίοδο αναφοράς από τον Ιούλιο του 2021 έως τον Νοέμβριο του 2022[32].

 

·                Σε άρθρο του Somali National News Agency του Μαρτίου 2025 αναφέρεται πως έλαβαν χώρα ευρείας κλίμακας αεροπορικές επιδρομές, οι οποίες στόχευσαν  τα κύρια προπύργια της Al Shabaab στην Jilib, στην περιοχή Middle Juba, προκαλώντας σημαντικές απώλειες στην ομάδα[33]. Από αυτές τις επιδρομές 120 μέλη της Al Shabaab σκοτώθηκαν[34].

 

·                Ενημερωτικό σημείωμα της ACCORD, το οποίο συγκεντρώνει ποσοτικά δεδομένα του ACLED,  αναφέρει πως στη Middle Juba κατά το έτος 2024 καταγράφηκαν 37 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν στο θάνατο 127 άτομα. Οι περιοχές που επλήγησαν περισσότερο ήταν οι Arabow, Buaale, Buur Gaduud, Jilib, Mareerey,   Qunyo Barrow, Saakow, Salagle[35]. Σε ενημερωτικό γράφημα της UNHCR αναφέρεται πως μεταξύ Ιανουαρίου- Δεκεμβρίου 2024, η περιοχή Bu'aale κατέγραψε το δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό εκτοπισμών στην  Middle Juba [36].

 

·                Πρόσφατα ποσοτικά δεδομένα από έρευνα στο ACLED κατά την περίοδο 04.05.2024 – 02.05.2025 σημειώνουν πως στην περιοχή Middle Juba καταγράφηκαν συνολικά 22 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 208 απώλειες. Εξ’ αυτών, τα 11 κωδικοποιήθηκαν ως βία κατά αμάχων ( 4 απώλειες) και τα 29 ως εκρήξεις / απομακρυσμένη βία (204 απώλειες)[37].  Από τα ανωτέρω 22 περιστατικά ασφαλείας, 1 περιστατικό απομακρυσμένης βίας/έκρηξης έλαβε χώρα στην Buaale (με καμία απώλεια)[38].

 

·                Μεταξύ Οκτωβρίου 2022 και Μαρτίου 2023, εντοπίστηκαν 204 σημεία ελέγχου(checkpoints) στη Σομαλία, εκ των οποίων το 23% ελέγχεται από την Al Shabaab, ενώ τα υπόλοιπα από κυβερνητικές δυνάμεις ή συμμαχικές πολιτοφυλακές. Τα περισσότερα σημεία ελέγχου βρίσκονται στις νότιες περιοχές – Lower Juba, Middle Shabelle, Middle Juba, τα οποία συγκεντρώνουν το 58% των σημείων[39].

 

Η αξιολόγηση της αίτησης του Αιτητή για τη χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας πρέπει να λάβει υπόψη τόσο το προσωπικό του προφίλ όσο και τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, ήτοι την περιοχή Buaale στη Middle Juba της Σομαλίας. Στο πλαίσιο αυτό, και εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώρισή του ως πρόσφυγα λόγω προβληματικής εσωτερικής αξιοπιστίας, εξετάζεται αν η επιστροφή του στη χώρα καταγωγής ενέχει πραγματικό και σοβαρό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Ο Αιτητής είναι νεαρός άνδρας, άγαμος, χωρίς τέκνα, που μεγάλωσε σε αγροτική περιοχή έξω από την Buaale. Δεν είχε σταθερή ή επίσημη απασχόληση στη χώρα καταγωγής του και φαίνεται να διέμενε υπό περιορισμένες συνθήκες, βοηθώντας τη θετή του μητέρα, από την οποία ωστόσο φαίνεται να είναι αποκομμένος εδώ και χρόνια. Δεν υπάρχει επί του παρόντος καμία επιβεβαιωμένη πληροφορία για τον τόπο διαμονής της θετής οικογένειας, ενώ ο ίδιος δήλωσε ότι δεν έχει επικοινωνία με τα ετεροθαλή αδέλφια του και αγνοεί τον τόπο διαμονής τους. Η αναφορά του ότι η θετή οικογένεια «βρίσκεται ακόμα εκεί» συνοδεύεται από αοριστία ως προς το ακριβές σημείο, γεγονός που δεν επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλούς συμπεράσματος περί ύπαρξης υποστηρικτικού οικογενειακού πλαισίου. Επιπλέον, ο Αιτητής ανήκει στους Madhibaan, μία φυλή η οποία περιλαμβάνεται στις περιθωριοποιημένες επαγγελματικές κάστες της Σομαλίας και ιστορικά υφίσταται αποκλεισμό από την κοινωνική, επαγγελματική και πολιτική ζωή, καθώς και μειωμένη ή μηδαμινή προστασία από φυλετικά δίκτυα. Οι ίδιες οι δηλώσεις του Αιτητή ενισχύουν το στοιχείο αυτό, καθώς ανέφερε ότι η θετή οικογένεια δεν ανήκει στη φυλή του, ενώ ο ίδιος χαρακτηρίστηκε «μπάσταρδος» και του ζητήθηκε να αποχωρήσει από την οικογένεια.

 

Η περιοχή Buaale στη Middle Juba βρίσκεται -ως προκύπτει από τις πηγές που παρατέθηκαν ανωτέρω- κατά το σύνολό της, υπό τον πλήρη και μακροχρόνιο έλεγχο της οργάνωσης Al-Shabaab, χωρίς κρατική παρουσία ή δυνατότητα προστασίας από τις αρχές. Η Al-Shabaab, σύμφωνα με πρόσφατες και αξιόπιστες εκθέσεις, αποτελεί την κυρίαρχη δύναμη στην περιοχή, διατηρώντας και το αρχηγείο της στην πόλη Jilib. Στην ίδια περιοχή καταγράφονται συστηματικές επιδρομές, περιστατικά στρατολόγησης νέων και ανηλίκων, απομακρυσμένη βία με θύματα αμάχους, αλλά και εκτεταμένες συγκρούσεις, μεταξύ άλλων και εντός της οργάνωσης, οι οποίες εντείνουν την αστάθεια. Η Buaale συγκαταλέγεται μεταξύ των περιοχών με τον υψηλότερο αριθμό εκτοπισμών, ενώ οι πληθυσμοί της περιοχής —και ιδίως οι άνεργοι, άγαμοι, νεαροί άνδρες όπως ο αιτητής— συνιστούν κατεξοχήν στόχο στρατολόγησης της Al-Shabaab, συχνά με τη χρήση βίας ή εξαναγκασμού.

 

Ανεξαρτήτως της εσωτερικής αξιοπιστίας των επιμέρους ισχυρισμών του, η γενική κατάσταση ασφάλειας στην Buaale, σε συνδυασμό με την ηλικία, την κοινωνική απομόνωση και την έλλειψη φυλετικής ή οικογενειακής προστασίας του Αιτητή, συνιστούν παράγοντες που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η επιστροφή του στη Σομαλία —και ειδικά στη συγκεκριμένη περιοχή— ενέχει πραγματικό και εξατομικευμένο κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ο Αιτητής δεν θα είχε κανενός είδους κρατική ή οικογενειακή προστασία και, ως νέος άνδρας από περιθωριοποιημένη κάστα χωρίς δίκτυο στήριξης, θα ήταν ιδιαίτερα ευάλωτος σε στρατολόγηση ή άλλες μορφές βίας από την Al-Shabaab.

 

Επισημαίνεται πρόσθετα ότι στην περίπτωση του Αιτητή, ανηλικότητα του κατά το σύνολο της παραμονής του στη Σομαλία -ήταν μόλις 17 ετών όταν έφυγε από την χώρα- συνιστά κρίσιμο στοιχείο ευαλωτότητας. Ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα του σε νεαρή ηλικία, δεν απέκτησε επαγγελματική εμπειρία, ούτε ανέπτυξε ικανότητες αυτόνομης διαβίωσης στο ιδιαίτερα βίαιο περιβάλλον της Buaale. Η τυχόν επιστροφή του ως ενήλικου πλέον, χωρίς κανενός είδους κοινωνικό, φυλετικό ή οικογενειακό δίκτυο, συνιστά πρόσθετο και εξατομικευμένο θεμέλιο κινδύνου υποβολής του σε σοβαρή βλάβη, είτε υπό τη μορφή στρατολόγησης είτε άλλων μορφών βίας.

 

Κατά συνέπεια, έστω και αν ο Αιτητής δεν πληροί τα κριτήρια για να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας, φρονώ πως πληροί τις προϋποθέσεις για να του χορηγηθεί συμπληρωματική προστασία. Η σοβαρότητα της κατάστασης στην περιοχή καταγωγής του, η πλήρης κυριαρχία της Al-Shabaab, η καταγραφή περιστατικών στρατολόγησης, επιθέσεων κατά αμάχων και βίαιων εκτοπισμών, καθώς και το ιδιαίτερο προσωπικό του προφίλ, δεν επιτρέπουν την ασφαλή επιστροφή του χωρίς να διακυβεύεται η ζωή ή η σωματική του ακεραιότητα. Επομένως, η χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας είναι δικαιολογημένη και νομικά επιβεβλημένη, κατά το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, όπως ερμηνεύεται και από τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Στη συνέχεια, εξετάζεται κατά πόσο είναι δυνατή η μετεγκατάσταση του Αιτητή σε άλλη, ασφαλέστερη επαρχία της χώρας καταγωγής του. Για τον σκοπό αυτό, λαμβάνεται υπόψη η Κατευθυντήρια Οδηγία υπ’ αριθ. 4 της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, σύμφωνα με την οποία η αξιολόγηση της δυνατότητας ύπαρξης εναλλακτικής εσωτερικής προστασίας προϋποθέτει τον εντοπισμό περιοχής όπου δεν υφίσταται σοβαρός κίνδυνος δίωξης και όπου ευλόγως μπορεί να αναμένεται ότι ο αιτητής θα μπορέσει να ζήσει μια φυσιολογική ζωή. Η εν λόγω αξιολόγηση απαιτεί την εξέταση δύο βασικών παραμέτρων: (α) κατά πόσο η μετεγκατάσταση είναι εφικτή και (β) κατά πόσο είναι εύλογη υπό τις περιστάσεις, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις γενικές συνθήκες που επικρατούν στην προτεινόμενη περιοχή όσο και τις προσωπικές συνθήκες του αιτητή.

 

Στο εγχειρίδιο της EASO Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ), Δικαστική Ανάλυση, σελ.83 διαλαμβάνονται τα ακόλουθα:

 

«Το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α) απαιτεί να μην υπάρχει για τον αιτούντα βάσιμος φόβος ότι θα υποστεί δίωξη ή ότι θα διατρέχει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στο τμήμα της χώρας στο οποίο προτείνεται να παρασχεθεί εγχώρια προστασία. Η αρχική ή οποιαδήποτε νέα μορφή δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε τμήμα της χώρας εμποδίζει την εφαρμογή της έννοιας της εγχώριας προστασίας [εκτός εάν υπάρχει πρόσβαση σε προστασία βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β)]. Η ερμηνεία αυτή μπορεί να υποστηριχθεί περαιτέρω, τηρουμένων των αναλογιών, από τις διαπιστώσεις του ΔΕΕ στην υπόθεση Abdulla, η οποία αφορούσε την ερμηνεία του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της ΟΕΑΑ [επίσης άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση)] σχετικά με την παύση. Το ΔΕΕ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όχι μόνο δεν πρέπει να υφίστανται πλέον οι αρχικές περιστάσεις που δικαιολογούσαν τον φόβο του ενδιαφερομένου ότι θα υποστεί δίωξη, αλλά «δεν [πρέπει να] υφίστανται άλλοι λόγοι που να του προκαλούν φόβο ότι θα "υποστεί δίωξη"».»

 

Στην σελ.88 του ίδιου εγχειριδίου αναφέρονται τα εξής:

 

«Βάσει της νομολογίας του Ηνωμένου Βασιλείου, ο όρος «λογικά» σημαίνει ότι δεν πρέπει να είναι αδικαιολόγητα δύσκολο να αναμένεται ότι ο αιτών θα μετεγκατασταθεί. Η House of Lords (Βουλή των Λόρδων) του Ηνωμένου Βασιλείου εξέτασε διάφορα κριτήρια «λογικής προσδοκίας». Στην υπόθεση Januzi, ο λόρδος Bingham περιέγραψε την προσέγγιση ως εξής:

 

Ας υποθέσουμε ότι ένα πρόσωπο υφίσταται στη χώρα ιθαγένειάς του δίωξη για λόγους που προβλέπονται στη Σύμβαση. Η χώρα είναι φτωχή. Το επίπεδο κοινωνικής προστασίας είναι χαμηλό. Το επίπεδο στερήσεων και ελλείψεων είναι υψηλό. Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι ελάχιστος. [...]

 

Θα μπορούσε, χωρίς φόβο δίωξης, να ζήσει αλλού στη χώρα ιθαγένειάς του, αλλά θα υφίστατο εκεί όλα τα μειονεκτήματα της ζωής σε μια φτωχή και καθυστερημένη χώρα. Θα ήταν παράξενο εάν το τυχαίο γεγονός της δίωξης του παρείχε τη δυνατότητα να διαφύγει όχι μόνο από τη συγκεκριμένη δίωξη, αλλά και από τις στερήσεις που γνωρίζει η χώρα καταγωγής του. Φυσικά, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά εάν η έλλειψη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δημιουργούσε απειλές για τη ζωή του ή τον εξέθετε σε κίνδυνο απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας.»

Σύμφωνα με έκθεση της EUAA του 2023, ελέγχονται τρία σωρευτικά κριτήρια, ήτοι  «ασφάλεια», «ταξίδι και εισδοχή» και «εύλογη δυνατότητα εγκατάστασης», προκειμένου να είναι εφικτή η εσωτερική μετεγκατάσταση. Ενδεικτικά, αναφορικά με την περιοχή Mogadishu, η εν λόγω έκθεση, συνοψίζει τα ακόλουθα:

 

«Με βάση τη γενική κατάσταση στο Mogadishu και λαμβάνοντας υπόψη τις ισχύουσες προσωπικές περιστάσεις, η εναλλακτική λύση της εσωτερικής προστασίας μπορεί να είναι εύλογη μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Τέτοιες εξαιρετικές περιπτώσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν ορισμένους άντρες και παντρεμένα ζευγάρια χωρίς παιδιά χωρίς πρόσθετα σημεία ευαλωτότητας, που ανήκουν σε φυλές που πλειοψηφούν τοπικά και έχουν εκπαιδευτικό και επαγγελματικό υπόβαθρο που διευκολύνει την πρόσβασή τους στην απασχόληση, ή ένα δίκτυο υποστήριξης που μπορεί να τους βοηθήσει να αποκτήσουν πρόσβαση σε βασικά είδη διαβίωσης, ή όσοι έχουν επαρκή οικονομικά μέσα.»[40]

 

Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω, επισημαίνεται ότι η απουσία οποιουδήποτε άλλου οικογενειακού ή κοινωνικού δικτύου στη χώρα καταγωγής είναι εμφανής από τις δηλώσεις του Αιτητή. Ο Αιτητής δεν διατηρεί επικοινωνία με τα ετεροθαλή του αδέλφια, αγνοεί τον τόπο διαμονής της θετής του οικογένειας και δεν κατονομάζει κανένα πρόσωπο εκτός αυτής που θα μπορούσε να του προσφέρει στήριξη. Δεν είχε ποτέ σταθερή ή επίσημη απασχόληση, δεν κατέχει επαγγελματικές δεξιότητες, ούτε εμφανίζει οποιαδήποτε μορφή κοινωνικής ένταξης που θα μπορούσε να διευκολύνει μια ενδεχόμενη αυτόνομη μετεγκατάστασή του εντός της χώρας καταγωγής.

 

Η απουσία τέτοιων δεσμών, σε συνδυασμό με τη φυλετική του ταυτότητα, την ηλικία του και την έλλειψη οικονομικών και κοινωνικών πόρων, καθιστά ανέφικτη κάθε απόπειρα βιώσιμης και αξιοπρεπούς εγκατάστασης σε άλλη περιοχή της Σομαλίας. Η δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασης προϋποθέτει ρεαλιστική πρόσβαση σε μέσα επιβίωσης, στέγαση, προστασία και κοινωνική αποδοχή. Ο Αιτητής δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε καμία από αυτές τις προϋποθέσεις και, ελλείψει υποστηρικτικών μηχανισμών, οποιαδήποτε τέτοια απόπειρα θα τον εξέθετε σε σοβαρό κίνδυνο φτώχειας, κοινωνικής περιθωριοποίησης και βίας.

 

Περαιτέρω, δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι ο Αιτητής ήταν ανήλικος καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του στη Σομαλία. Το γεγονός αυτό καθιστά την αδυναμία του να έχει διαμορφώσει δίκτυα υποστήριξης ή να έχει αποκτήσει κοινωνική και οικονομική ανεξαρτησία όχι μόνο εύλογη, αλλά και απόλυτα κατανοητή. Η ηλικία του κατά τον χρόνο διαβίωσης στη χώρα καταγωγής τον καθιστούσε ιδιαιτέρως ευάλωτο, γεγονός που συνεχίζει να παράγει έννομα αποτελέσματα και κατά την παρούσα εξέταση του αιτήματός του, στο μέτρο που επηρεάζει καθοριστικά τη δυνατότητα ενσωμάτωσής του σε άλλη περιοχή.

 

Η γενική κατάσταση ασφάλειας στη χώρα επιτείνει περαιτέρω την αδυναμία εσωτερικής μετεγκατάστασης. Οι περισσότερες περιοχές της νότιας και κεντρικής Σομαλίας τελούν είτε υπό τον έλεγχο της Al-Shabaab είτε βρίσκονται σε καθεστώς ασταθούς ελέγχου. Ακόμα και όπου υφίσταται θεωρητικά κρατική παρουσία, δεν υπάρχουν λειτουργικοί μηχανισμοί προστασίας ή κοινωνικής πρόνοιας. Η δυνατότητα ασφαλούς, νόμιμης και αξιοπρεπούς διαβίωσης αλλού στη Σομαλία, χωρίς στήριξη και χωρίς δίκτυα, είναι ιδιαίτερα επισφαλής.

 

Συνεπώς, η εσωτερική μετεγκατάσταση δεν μπορεί να προταθεί ως βιώσιμη και εύλογη εναλλακτική για τον Αιτητή. Δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις ασφάλειας ούτε οι όροι αξιοπρεπούς διαβίωσης, και ο Αιτητής δεν έχει πρόσβαση σε καμία δομή που να μπορεί να του εξασφαλίσει την επιβίωσή του χωρίς να εκτεθεί σε σοβαρό κίνδυνο κακομεταχείρισης. Ως εκ τούτου δεν θεωρώ εύλογη τη δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασης του Αιτητή σε κάποια άλλη περιοχή της Σομαλίας.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται και τροποποιείται δυνάμει του άρθρου 146(4)(δ) του Συντάγματος και του άρθρου 11(3)(β) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου [Ν.73(Ι)/18], ο Αιτητής αναγνωρίζεται ως δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Σε ότι αφορά τα έξοδα, αυτά επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή και εναντίον των Καθ' ων η αίτηση. Νοείται ότι, ενόψει του γεγονότος ότι ο Αιτητής χειρίστηκε την υπόθεση αυτοπροσώπως, επιδικάζονται μόνο τα πραγματικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. 

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Προβλεπόμενος τύπος στους περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2019 (3/2019).

[2] Υπόθεση Αρ. 1484/2010, Κώστας Λαγός v. Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ημερ. 28.09.2012.

[3] Άρθ. 11(3)(β)(α) του Νόμου 73(I)/2018.

[4] EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): COI Query Somalia: Security situation update [Q13-2023], 25 April 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2092138/2023_04_EUAA_COI_Query_Response_Q13_Somalia_Security_Situation.pdf και EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Somalia; Targeted Profiles, September 2021 https://www.ecoi.net/en/file/local/2060580/2021_09_EASO_COI_Report_Somalia_Targeted_profiles.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[5] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Somalia; Security situation, February 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2087507/2023_02_EUAA_COI_Report_Somalia_Security_situation.pdf σελ. 24-25 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[6] Οπ. Π.

[7] Hiraal Institute, Al-Shabab's Military Machine, December 2018, https://hiraalinstitute.org/wp-content/uploads/2018/12/The-Al-Shabab-Military.pdfσελ.1, Landinfo points to the fact that in the Somali context, puberty, not age, is the decisive criterion whether a person is considered an adult. (Norway, Landinfo, Query response, Somalia: Date of birth, age and calendar, 17 February 2021, https://landinfo.no/wp-content/uploads/2021/04/Query-response-Somalia-Date-of-birth-age-and-calendar-17032021.pdfσελ.2 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[8] USDOL - US Department of Labor: 2023 Findings on the Worst Forms of Child Labor: Somalia, 5 September 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2116134.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[9] Central Intelligence Agency (CIA) (14 July 2024) The World Factbook 2024 – Somalia, https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/somalia/ RDC - Refugee Documentation Centre, Legal Aid Board: COI Query Response - Somalia – Recruitment of young men by Al-Shabaab, 25 July 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2116882/2024_07_Somalia_Recruitment_of_young_men_by_Al_Shabaab.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[10] Bertelsmann Stiftung (19 March 2024) Bertelsmann Stiftung's Transformation Index (BTI) 2024 Country Report – Somalia, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_SOM.pdf, σελ.19 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[11] UN Security Council: Report of the Panel of Experts pursuant to resolution 2713 (2023) submitted in accordance with resolution 2713 (2023) [S/2024/748], 28 October 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2117749/n2426838.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025) σελ 42.

[12] Norway, Landinfo, Somalia: Respons: Rekruttering til al-Shabaab, 26 January 2018, https://landinfo.no/wp-content/uploads/2018/03/Somalia-respons-Rekruttering-til-al-Shabaab-26012018.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025) σελ.3.

[13] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (OCHA) (9 February 2023) Somalia Humanitarian Needs Overview 2023 [Part 3: Sectoral Analysis], https://www.unocha.org/publications/report/somalia/somalia-humanitarian-needs-overview-2023-february-2023 σελ.83(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[14] US Dos, Country Reports on Human Rights Practices: Somalia, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_SOMALIA-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , σελ.16 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[15] EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Somalia; Targeted Profiles, September 2021, https://euaa.europa.eu/publications/coi-report-somalia-targeted-profiles , σελ.21 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[16] EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Somalia; Targeted Profiles, September 2021, https://euaa.europa.eu/publications/coi-report-somalia-targeted-profiles, σελ.22 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[17] 7 Finland, FIS, Somalia: Fact-finding mission to Mogadishu in March 2020; Security situation and humanitarian conditions in Mogadishu [πηγή: Somali researcher], 7 August 2020, https://migri.fi/documents/5202425/5914056/Somalia+Fact-Finding+Mission+to+Mogadishu+in+March+2020.pdf σελ.18 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[18] Denmark, DIS, South and Central Somalia - Security situation, forced recruitment, and conditions for returnees [sources: Mary Harper; representative of an international organisation], July 2020, https://www.nyidanmark.dk/-/media/Files/US/Landenotater/South-and-Central-Somalia--Security-Situation-Forced-Recruitment-and-Conditions-for-Returnees.pdf?la=da&hash=40C768AC5F2EF82AC0DD7158B3D9CFD28DBE9615 , p. 13(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[19] Danish Refugee Council (2017), ‘South and Central Somalia: Security Situation, Al Shabab Presence and Target Groups’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: UUI Alm.del Bilag 140: South and Central Somalia. Report, March 2017.pdf (ft.dk), σελ. 21 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025)

[20] MRGI, “No redress. Somalias forgotten minorities”, 2010, https://minorityrights.org/app/uploads/2024/01/download-912-click-here-to-download-full-report.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)σελ.8.

[21]UNHCR - UN High Commissioner for Refugees: International Protection Considerations with Regard to People Fleeing Somalia, September 2022, https://www.unhcr.org/us/media/international-protection-considerations-regard-people-fleeing-somalia    (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025) 

[22] Canada, IRB, Somalia: The Gabooye (Midgan) people, including the location of their traditional homeland, affiliated clans, and risks they face from other clans. SOM104239.E. 4 December 2012, https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=454318 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[23] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Somalia - Information on the Somali caste of Madhibans and in particular: Existence of genealogy; Specific mother tongue of Madhibans (besides the Somali language), evidence if this language is also known by the Madhibans living in Mogadishu, evidence of Madhibans who live in Mogadishu that do not speak the Madhiban traditional language; Whether the Madhibans living in Mogadishu are affiliated to another clan, 29 January 2019
https://www.ecoi.net/en/file/local/2002652/SOM_Q3.pdf(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025)

[24]UNHCR UN High Commissioner for Refugees: International Protection Considerations with Regard to People Fleeing Somalia, September 2022, https://www.unhcr.org/us/media/international-protection-considerations-regard-people-fleeing-somalia   (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.5.2025) σελ. 19.

[25] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Somalia; Targeted Profiles, September 2021
https://www.ecoi.net/en/file/local/2060580/2021_09_EASO_COI_Report_Somalia_Targeted_profiles.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 06.5.2025) σελ.61-63

[26] M. A. Eno and A. M. Kusow, Racial and Caste Prejudice in Somalia, Journal of Somali Studies 91-118 (2014), https://dr.lib.iastate.edu/server/api/core/bitstreams/56e7bd74-ec04-4c1e-b50a-b5315379399f/content, σελ.105, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025)

[27] UNHCR - UN High Commissioner for Refugees: International Protection Considerations with Regard to People Fleeing Somalia, September 2022, https://www.unhcr.org/us/media/international-protection-considerations-regard-people-fleeing-somalia  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 1.5.2025) σελ. 74

[28]UNHCR - UN High Commissioner for Refugees: International Protection Considerations with Regard to People Fleeing Somalia, September 2022, https://www.unhcr.org/us/media/international-protection-considerations-regard-people-fleeing-somalia  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 7.5.2025) σελ. 74

[29] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Somalia; Targeted Profiles, September 2021, https://euaa.europa.eu/publications/coi-report-somalia-targeted-profiles, σελ.109 και βλ. EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Somalia - Information on the Somali caste of Madhibans and in particular: Existence of genealogy; Specific mother tongue of Madhibans (besides the Somali language), evidence if this language is also known by the Madhibans living in Mogadishu, evidence of Madhibans who live in Mogadishu that do not speak the Madhiban traditional language; Whether the Madhibans living in Mogadishu are affiliated to another clan, 29 January 2019
https://www.ecoi.net/en/file/local/2002652/SOM_Q3.pdf, , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025)  σελ.6

[30] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Somalia; Security situation, February 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2087507/2023_02_EUAA_COI_Report_Somalia_Security_situation.pdf, σελ 67-69 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025)  

[31] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Somalia; Security situation, February 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2087507/2023_02_EUAA_COI_Report_Somalia_Security_situation.pdf  σελ 67-69 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025)  

[32] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Somalia; Security situation, February 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2087507/2023_02_EUAA_COI_Report_Somalia_Security_situation.pdf σελ.67-69, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025)

[33] SONNA, Over 120 Al-Shabaab Militants Killed in Major Airstrikes in the Middle Juba Region, 17.03.2025, https://sonna.so/en/over-120-al-shabaab-militants-killed-in-major-airstrikes-in-the-middle-juba-region/

[34] Όπως παραπάνω

[35] ACCORD - Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: Somalia, year 2024: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 5 February 2025
https://www.ecoi.net/en/file/local/2121555/2024ySomalia_en.pdf  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025)

[36] UNHCR - UN High Commissioner for Refugees: Somalia; Protection & Solutions Monitoring Network (PSMN); December 2024, 7 February 2025, https://data.unhcr.org/en/documents/details/114239  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025) 

[37] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο, https://acleddata.com/explorer/  με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 04/05/2024 – 02/05/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots, ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Somalia – Middle Juba) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/05/2025). 

[38] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο, https://acleddata.com/explorer/  με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 04/05/2024 – 02/05/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots, ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Somalia – Middle Juba- Buaale) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/05/2025). 

[39] Schouten, Peer (author), RVI, XCEPT - Cross-Border Conflict Evidence, Policy and Trends (ed. or publisher): Paying the Price; The Political Economy of Checkpoints in Somalia, October 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2101813/Paying the Price_Final Reduced3 reduced_0.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07.05.2025) , σελ.7

[40] EUAA, Country Guidance: Somalia,August 2023, p.230 available at: https://euaa.europa.eu/publications/country-guidance-somalia-august-2023  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03/10/2024)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο