
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 978/2023
18 Ιουνίου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
E.M.L.
Αιτητή
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
....................
Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου
Γεωργία Καρατσιόλη για Χρύσα Ματθαίου, Δικηγόρος για τον αιτητή
Ραφαέλα Χαραλάμπους για Βασιλική Θωμά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 28/2/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κογκό (στο εξής «Λ.Δ.Κ.») και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 30/03/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Αυθημερόν, ο αιτητής παρέλαβε την Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας («Confirmation of Submission of an Application for International Protection»).
Στις 23/02/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (European Asylum Support Office - EASO) και πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (European Union Agency for Asylum - EUAA) και του παραχωρήθηκε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Στις 28/02/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού μελέτησε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, αποφάσισε απόρριψη της αίτησης του αιτητή στις 28/2/2023. Στις 15/03/2023, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία επισυνάφθηκε η απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή. Η επιστολή παραλήφθηκε από τον αιτητή αυθημερόν, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου της από διερμηνέα. Ο αιτητής καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας εναντίον της προαναφερόμενης απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, κατά την δικάσιμο όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις και παρουσίαση φακέλου, απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούσε μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης και δήλωσε πως προωθεί το νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Κατά συνέπεια, οι νομικοί ισχυρισμοί που αποσύρθηκαν, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει πως αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ’ ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και εισηγείται πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Επιπλέον, αναφέρει ότι ο αιτητής φέρει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών του που θεμελιώνουν το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, το οποίο δεν κατάφερε ο αιτητής να αποσείσει στην προκειμένη περίπτωση, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να του αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Κατά συνέπεια, εισηγείται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό που προωθεί ο αιτητής περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.
Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του διότι υπέστη διώξεις και δέχθηκε απειλές θανάτου, οι οποίες προκάλεσαν τον θάνατο των γονέων του. Ειδικότερα, κατέγραψε ότι η σύζυγος του εκλιπόντος πατέρα του, καθώς και ολόκληρη η οικογένειά της, τον αναζητούν με σκοπό να τον σκοτώσουν, προκειμένου να ανακτήσουν την περιουσία της οποίας είναι κληρονόμος. Επιπλέον, υποστήριξε ότι καταζητείται και από τους εθνικούς πράκτορες πληροφοριών, στην υπηρεσία των οποίων εργαζόταν ο πατέρας του, καθώς τον θεωρούν υπεύθυνο για τη διαρροή επαγγελματικών μυστικών του πατέρα του.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην περιοχή Matete στην Kinshasha στη Λ.Δ.Κ., όπου έζησε όλη του τη ζωή και η οποία αποτελεί τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του (ερυθρό 28 χ3 του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, δήλωσε ότι διέμεινε για χρονικό διάστημα τριών μηνών στην περιοχή Kasa Vudu, στην Kinshasha, πριν εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του. Ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε Χριστιανός. Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος και άτεκνος (ερυθρό 29 χ18, χ19, του διοικητικού φακέλου).
Τέλος, ανέφερε ότι η μητέρα του απεβίωσε το 2018 και στη συνέχεια από το 2019 μέχρι το 2021 διέμενε με τον πατέρα του και τη μητριά του, μέχρι που ο πατέρας του απεβίωσε το 2021 (ερυθρό 31 χ9, του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι δεν έχει αδέλφια. Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε πως είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ότι φοίτησε στο Πανεπιστήμιο μέχρι το δεύτερο έτος και ότι σταμάτησε τις σπουδές του το 2021 (ερυθρό 32 χ9, του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, ισχυρίστηκε πως δεν εργαζόταν στη χώρα καταγωγής του και ότι τον στήριζε οικονομικά ο πατέρας του (ερυθρό 31 χ6,χ8, του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ισχυρίστηκε ότι μετά τον θάνατο της μητέρας του, ο πατέρας του παντρεύτηκε μια άλλη γυναίκα, η οποία μετακόμισε στο σπίτι τους. Η νέα σύζυγος του πατέρα του δεν τον αγαπούσε, τον υποχρέωνε να εκτελεί εργασίες του σπιτιού και του έλεγε ότι έπρεπε να εγκαταλείψει την οικία τους. Όταν προσπάθησε να παραπονεθεί στον πατέρα του, ο πατέρας του, του ανέφερε πως η νέα του σύζυγος ήταν σαν μητέρα του και δεν έδωσε σημασία στα παράπονά του.
Μετά το γάμο, ο πατέρας του συνέταξε μια διαθήκη, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση θανάτου του, ο Αιτητής θα ήταν ο κληρονόμος του, ενώ σε περίπτωση που ο Αιτητής απεβίωνε όλα τα περιουσιακά στοιχεία θα περνούσαν στη νέα του σύζυγο. Εξαιτίας αυτού, η σύζυγος του πατέρα του τον μισούσε και του έλεγε πως αν συνέχιζε να προσπαθεί να καταστρέψει τον γάμο τους, θα τον σκότωνε. Επιπλέον, δεν του επέτρεπε να τρώει στο σπίτι, με αποτέλεσμα να τρέφεται στους φίλους του.
Όταν ο πατέρας του απεβίωσε, οι συνάδελφοί του ήρθαν στο σπίτι αναζητώντας κάποια έγγραφα της εργασίας του πατέρα του, καθώς και ένα μυστικό φάκελο. Η σύζυγος του πατέρα του ισχυρίστηκε ότι ο Αιτητής είχε στην κατοχή του ένα USB (flash disc) και οι συνάδελφοι του πατέρα του άρχισαν να τον αναζητούν. Μετά την ταφή του πατέρα του, οι συνάδελφοί του επέστρεψαν, τον απήγαγαν, τον έβαλαν σε ένα αυτοκίνητο και του κάλυψαν τα μάτια με μια μπαντάνα. Τον μετέφεραν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο με άσχημη μυρωδιά, όπου τον έδεσαν σε μια καρέκλα. Ο Αιτητής αναγνώρισε τις φωνές τους, καθώς τους είχε ξαναδεί στο σπίτι του. Οι απαγωγείς τον ρωτούσαν συνεχώς πού βρισκόταν το USB και εκείνος τους απαντούσε ότι δεν γνώριζε. Την πρώτη μέρα δεν του έδωσαν φαγητό και το επόμενο πρωί επανέλαβαν τις ερωτήσεις, συνοδευόμενες από απειλές. Ένα από τα άτομα πρότεινε να ασκηθεί πίεση στον Αιτητή για να αποκαλύψει που βρισκόταν το USB.
Τη νύχτα, ένας από τους άνδρες του έλυσε τα χέρια, τον έβαλε σε ένα αυτοκίνητο και τον μετέφερε σε μια τοποθεσία που ονομαζόταν Assanef. Εκεί, του έβγαλε την κάλυψη από τα μάτια και ο Αιτητής αναγνώρισε ένα φίλο του πατέρα του, ο οποίος του είπε να διαφύγει, καθώς η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο. Εκείνη τη νύχτα ο Αιτητής αναγκάστηκε να κοιμηθεί έξω και το επόμενο πρωί πήγε στο σπίτι του πάστορά του και του διηγήθηκε όλα όσα είχαν συμβεί. Ο πάστορας τον βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και να μεταβεί στην Κυπριακή Δημοκρατία (ερυθρό 26 χ1, του διοικητικού φακέλου). Όταν κλήθηκε να αναφέρει τί είναι αυτό που φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στην Λ.Δ.Κ., ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η σύζυγος του πατέρα του ενδέχεται να επιθυμεί να τον σκοτώσει, ενώ οι συνάδελφοι του πατέρα του σε περίπτωση που τον ανακαλύψουν θα τον απειλήσουν ώστε να τους αποκαλύψει που βρίσκεται το USB (ερυθρό 26 χ5, του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του. Ο αιτητής πρόβαλε ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του, δεν συζήτησε με τη σύζυγο του πατέρα του για το θέμα, καθώς οι συνάδελφοι του πατέρα του επισκέφθηκαν το σπίτι και εκείνη τον κατηγόρησε ότι δηλητηρίασε τον πατέρα του (ερυθρό 25 χ1 του διοικητικού φακέλου). Σύμφωνα με τον Αιτητή, μέλη της οικογένειάς της, συγκεκριμένα η μητέρα και η αδερφή της, ήρθαν να μείνουν στο σπίτι μετά τον θάνατο του πατέρα του για να τη στηρίξουν (ερυθρό 25 χ2, χ3 του διοικητικού φακέλου). Όταν ρωτήθηκε γιατί δεν ανέφερε νωρίτερα ότι μέλη της οικογένειας της συζύγου του πατέρα του έμειναν στο σπίτι, εξήγησε ότι ήρθαν μόνο μετά τον θάνατο του πατέρα του (ερυθρό 25 χ2 του διοικητικού φακέλου).
Ειδικότερα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι την πρώτη φορά που οι φίλοι του πατέρα του επισκέφθηκαν το σπίτι, τον ρώτησαν πού βρισκόταν ο φάκελος με τα έγγραφα του πατέρα του. Ο ίδιος τους ανέφερε πως δεν γνώριζε, όμως η σύζυγος του πατέρα του επέμενε ότι τα είχε στην κατοχή του (ερυθρό 25 χ2, του διοικητικού φακέλου). Σε σχέση με την αιτία θανάτου του πατέρα του, ο Αιτητής ανέφερε ότι πριν μεταφερθεί στο νοσοκομείο, ο πατέρας του παρουσίαζε δυσκολία στην αναπνοή, ταχύπνοια και πόνους στο στομάχι, χωρίς όμως να υποπτευθούν δηλητηρίαση εκείνη τη στιγμή (ερυθρό 25 χ6, του διοικητικού φακέλου).
Ο ίδιος δεν συνόδευσε τον πατέρα του στο νοσοκομείο, καθώς βρισκόταν στο πανεπιστήμιο και όταν επέστρεψε, ενημερώθηκε για τον θάνατό του, ενώ ανέφερε ότι δεν είδε το σώμα του πατέρα του (ερυθρό 25 χ9, χ10, του διοικητικού φακέλου). Σε διευκρινιστική ερώτηση του λειτουργού ως προς το εάν μπορεί κάποιος να τον κατηγορήσει, εφόσον ο ίδιος δεν ήταν μαζί του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 25 χ12, του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, δήλωσε ότι πιστεύει πως η σύζυγος του πατέρα του ευθύνεται για τον θάνατό του, ωστόσο δεν κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία, διότι δεν έχει αποδείξεις (ερυθρό 25 χ16, χ17, του διοικητικού φακέλου). Σύμφωνα με τις απαντήσεις του Αιτητή και παρά το γεγονός ότι οι φίλοι του πατέρα του εργάζονταν σε μυστικές υπηρεσίες, δεν διενεργήθηκε καμία έρευνα για τις συνθήκες του θανάτου του (ερυθρό 24 χ1 του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με την κληρονομιά, ο Αιτητής δήλωσε ότι σύμφωνα με τη διαθήκη, η περιουσία του πατέρα του θα περνούσε σε εκείνον και μόνο σε περίπτωση θανάτου του, η σύζυγος του πατέρα του θα γινόταν δικαιούχος. Ωστόσο, η ίδια έχει πλέον την κατοχή της περιουσίας, αν και όχι νόμιμα, καθώς για να την αποκτήσει, είτε ο Αιτητής θα έπρεπε να αποβιώσει είτε να υπογράψει έγγραφο που θα της τη μεταβίβαζε (ερυθρό 24 χ5, του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως εάν επιστρέψει στη χώρα του, η σύζυγος του πατέρα του μπορεί να τον σκοτώσει για να αποκτήσει νόμιμα την κληρονομιά (ερυθρό 24 χ7, του διοικητικού φακέλου).
Κληθείς να διευκρινίσει το λόγο που επιθυμεί να τον βλάψει, εφόσον η ίδια πλέον έχει στην κατοχή της την περιουσία, ο Αιτητής απάντησε πως ενδεχομένως να επιθυμεί να αποκτήσει την περιουσία νόμιμα (ερυθρό 24 χ10, του διοικητικού φακέλου) και διευκρίνισε πώς εάν ο ίδιος κινηθεί νομικά, εκείνη θα χάσει τα πάντα (ερυθρό 24 χ11, του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής επεσήμανε πως δεν επιθυμεί να κινηθεί νομικά, εφόσον δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα του, διότι μπορεί να συλληφθεί από τους φίλους του πατέρα του, οι οποίοι εξακολουθούν να τον υποψιάζονται ότι έχει στην κατοχή του τα απόρρητα έγγραφα (ερυθρό 24 χ12, χ13, του διοικητικού φακέλου).
Ο Αιτητής ανέφερε περαιτέρω, ότι δεν απευθύνθηκε σε δικηγόρο ούτε είχε πρόσβαση σε νομική υποστήριξη. Δεν προσέφυγε δικαστικά ούτε ανέφερε τα περιστατικά στην αστυνομία, καθώς όπως δήλωσε, δεν είχε το χρόνο να το κάνει (ερυθρό 24 χ16, χ19, και 23 χ2, του διοικητικού φακέλου). Δήλωσε ότι παρόλο που η σύζυγος του πατέρα του έχει ήδη στην κατοχή της την περιουσία, ο ίδιος σκοπεύει να επιστρέψει για να τη διεκδικήσει όταν βρει τον κατάλληλο τρόπο (ερυθρό 23 χ7, του διοικητικού φακέλου), διευκρινίζοντας ότι αυτό σημαίνει να εξασφαλίσει την απαραίτητη υποστήριξη (ερυθρό 23 χ8, του διοικητικού φακέλου).
Σε σχέση με τους φίλους/συναδέλφους του πατέρα του, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του είχε εμπιστευτικά και απόρρητα αρχεία στη δουλειά του και ότι περίπου μία εβδομάδα μετά την κηδεία, κάποιοι συνάδελφοι του πατέρα του επισκέφθηκαν το σπίτι και άρχισαν να ψάχνουν για ένα συγκεκριμένο φάκελο ή ένα USB, το οποίο υποψιάζονταν ότι είχε στην κατοχή του ο Αιτητής. Ωστόσο, δεν βρήκαν τίποτα. Όταν ρωτήθηκε γιατί αυτοί οι άνθρωποι πίστεψαν ότι εκείνος είχε τα αρχεία, ο Αιτητής απάντησε ότι η σύζυγος του πατέρα του, που είχε προσωπική σχέση με έναν από αυτούς, τους είπε πως ο πατέρας του, του είχε εμπιστευθεί ορισμένα μυστικά (ερυθρό 22 χ6, του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με την σύλληψη και κράτησή του, ο αιτητής ισχυρίστηκε πως τον έβαλαν μέσα στο όχημα, για να του μιλήσουν (ερυθρό 21 χ6 του διοικητικού φακέλου). Όταν απομακρύνθηκαν λίγο από το σπίτι, ένα άτομο, του έδειξε ένα όπλο και του είπε να μην φωνάξει και έδεσε τα χέρια και τα μάτια του. Όταν ρωτήθηκε εάν του συνέβη κάτι συγκεκριμένο κατά τη διάρκεια της κράτησής του, απάντησε αρνητικά (ερυθρό 22 χ10, του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να προσδιορίσει τον λόγο που συνέχισαν να τον κρατούν και να τον ανακρίνουν, παρόλο που οι άνδρες έψαξαν το σπίτι του και δεν βρήκαν τίποτα και ούτε ο ίδιος παραδέχθηκε ότι κατείχε το USB, ο Αιτητής ανέφερε ότι πίστευαν ότι κατέχει το USB και ότι το κρύβει (ερυθρό 22 χ12, του διοικητικού φακέλου).
Σε σχέση με την απελευθέρωσή του, ο Αιτητής ανέφερε ότι το άτομο που τον άφησε ελεύθερο ήρθε κατά τη διάρκεια της νύχτας, έλυσε τα χέρια του, αλλά άφησε δεμένα τα μάτια του για να μην καταλάβει που βρίσκεται. Όπως ανέφερε, εκείνη τη στιγμή δεν γνώριζε ότι ήταν φίλος του πατέρα του (ερυθρό 21 χ15, του διοικητικού φακέλου). Ο εν λόγω άνδρας του είπε να μη μιλήσει, τον έβαλε σε ένα αυτοκίνητο και στη συνέχεια, τον άφησε ελεύθερο στην περιοχή Assanef. Όταν κλήθηκε να εξηγήσει γιατί αυτός ο άνδρας διακινδύνευσε την ζωή του για να τον σώσει, ο Αιτητής ανέφερε πως είχε καλή σχέση με τον πατέρα του και γνώριζε ότι ο ίδιος δεν είχε στην κατοχή του το USB (ερυθρό 20 χ2, του διοικητικού φακέλου). Έπειτα δήλωσε ότι το επόμενο πρωί, μετέβη στην περιοχή Kasa Vubu, η οποία απέχει περίπου 1,5 με 2 ώρες από την περιοχή Assanef (ερυθρό 20 χ6, του διοικητικού φακέλου).
Ο αιτητής ανέφερε πως πραγματικά δεν γνώριζε τις μυστικές πληροφορίες που γνώριζε ο πατέρας του. Όταν του επισημάνθηκε από τον λειτουργό ότι στην αίτησή του για διεθνή προστασία είχε δηλώσει πως τον κατηγόρησαν ότι αποκάλυψε τα μυστικά του πατέρα του, ενώ τώρα παρουσίαζε μια διαφορετική εκδοχή, ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν είχε καταγράψει κάτι τέτοιο (ερυθρό 20 χ9, του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείς αν του συνέβη κάτι άλλο προσωπικά από αυτούς τους ανθρώπους, απάντησε αρνητικά και δήλωσε ότι από τον Οκτώβριο του 2021 που διέφυγε από το χώρο που κρατείτο μέχρι την ημέρα που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του (Φεβρουάριο του 2022), δεν είχε αντιμετωπίσει άλλα περιστατικά (ερυθρό 20 χ10 και χ11, του διοικητικού φακέλου). Όταν ρωτήθηκε πώς κατάφερε να εγκαταλείψει τη χώρα νόμιμα ενώ οι αρχές τον αναζητούσαν, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως αυτοί που τον αναζητούσαν ήταν οι συνάδελφοι του πατέρα του και ότι αυτό ήταν σχέδιο της γυναίκας του πατέρα του (ερυθρό 20 χ15, του διοικητικού φακέλου). Τέλος, ο αιτητής διευκρίνισε πως δεν προσπάθησε να διαμείνει σε άλλο μέρος στη χώρα καταγωγής του, επειδή για οικονομικούς λόγους δεν είχε τη δυνατότητα αυτή.
Στη βάση του πιο πάνω αφηγήματος, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε στην αφήγησή του ο αιτητής, διέκρινε στην έκθεση - εισήγησή του τρείς ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως κατωτέρω: (1) Τα προσωπικά στοιχεία, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, (2) ισχυριζόμενος φόβος δίωξης του Αιτητή από την μητριά του λόγω περιουσιακών διαφορών και (3) ισχυριζόμενος φόβος δίωξης του Αιτητή από τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας του (Agence Νationale de Renseignements - ANR). Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτό τον ισχυρισμό του αιτητή ως προς τα προσωπικά του στοιχεία καθώς οι δηλώσεις του αιτητή κρίθηκαν σαφείς, συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό σε σχέση με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης από τη μητριά του λόγω περιουσιακών διαφορών, δεν έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου, καθώς η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του. Επιπρόσθετα, κρίθηκε ότι κλήθηκε να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τα γεγονότα που απαρτίζουν τον εν λόγω ισχυρισμό και διαπιστώθηκε ότι υπέπεσε σε αντιφάσεις, έλλειψη ευλογοφάνειας στις δηλώσεις του και έλλειψη επαρκών πληροφοριών, κατά την υποβολή των διευκρινιστικών ερωτήσεων.
Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο λειτουργός έκρινε ότι τα όσα ανέφερε δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, λόγω της υποκειμενικής φύσεως τους. Κατά συνέπεια, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.
Σε σχέση με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του από τις υπηρεσίες της χώρας του, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με επάρκεια και ακρίβεια τους ισχυρισμούς του και αρκέστηκε στο να προβεί σε γενικές και αόριστες αναφορές. Συνεπώς, δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του. Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ο λειτουργός καταγράφει αναφορικά με την απόσταση από το σημείο Assanef μέχρι την περιοχή Kasa Vudu, όπου ο Αιτητής δήλωσε ότι περπάτησε για να φτάσει στην οικία του πάστορα και ότι διαρκεί μιάμιση με δύο ώρες, πως δεν επιβεβαιώνεται με εξωτερικές πηγές καθότι από έρευνα που διεξήγαγε κατέληξε ότι διαρκεί 35 λεπτά. Τέλος, ο λειτουργός δεν αποδέχτηκε τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, καθώς ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις, ασάφειες, ασυνέπειες, αοριστίες και έλλειψη ευλογοφάνειας.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ισχυρισμό και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή και κατόπιν αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Λ.Δ.Κ. και συγκεκριμένα στην Kinshasa, που συνιστά την περιοχή καταγωγής του αιτητή και στην οποία αναμένεται να επιστρέψει, έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Η αρμόδια λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα έρευνας για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του αιτητή και συγκεκριμένα στην Kinshasa, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, κατέληξε πως δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, δυνάμει του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.
Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου από τη συνήγορό του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση. Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή, δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό, εφόσον προκύπτει πως ορθά έγινε αποδεκτός.
Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού, ο οποίος έκρινε πως ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις, ασάφειες, ασυνέπειες, αοριστίες και έλλειψη ευλογοφάνειας. Κληθείς να παραθέσει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον θάνατο του πατέρα του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι υποψιάζεται ότι η μητριά του δηλητηρίασε τον πατέρα του χωρίς όμως να αιτιολογήσει με επάρκεια τον ισχυρισμό του. Ενώ αρχικά ισχυρίστηκε ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του οι συνάδελφοι του πατέρα του ήθελαν να εξακριβώσουν τον λόγο που απεβίωσε, στη συνέχεια άλλαξε τον ισχυρισμό του λέγοντας ότι ο πατέρας του μετέβη στο νοσοκομείο με την μητριά του και στην συνέχεια εξακριβώθηκε ότι δηλητηριάστηκε. Όταν κλήθηκε να εξηγήσει την αντίφαση στα λεγόμενα του ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με επάρκεια και ακρίβεια τις αντιφάσεις στους ισχυρισμούς του καθώς απάντησε υπεκφεύγοντας και με γενικότητα ότι πρώτα πήγε ο πατέρας του στο νοσοκομείο και μετά οι συνάδελφοί του (ερυθρά 30χ4-χ5, 25χ1, 25χ6, 25χ8, του διοικητικού φακέλου).
Από το αφήγημα του αιτητή διαφαίνεται πως ο ίδιος δεν ήταν παρών στο περιστατικό θανάτου του πατέρα του, δεν είδε τον πατέρα του νεκρό, ενώ ισχυρίστηκε ότι οι φίλοι του πατέρα του, τον ενημέρωσαν ότι δηλητηριάστηκε. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς απαντήσεις καθώς δεν γνώριζε το είδος του δηλητηρίου που χρησιμοποιήθηκε αλλά ούτε γνωρίζει τις επιπτώσεις που έχει η χρήση του, ενώ ισχυρίστηκε με γενικότητα και αοριστία ότι ο πατέρας του είχε δυσκολία αναπνοής και στομαχόπονο το βράδυ μια μέρα πριν τον θάνατο του, χωρίς να αναφέρει περισσότερες λεπτομέρειες (ερυθρά 30χ8-10, 25χ10-11, του διοικητικού φακέλου).
Επιπλέον, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η μητριά του κατηγόρησε τον ίδιο για τον θάνατο του πατέρα του ενώ στη συνέχεια, ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι βρισκόταν στο πανεπιστήμιο και δεν γνώριζε για τον θάνατο του πατέρα του. Κληθείς να εξηγήσει τους λόγους που η μητριά του θα έλεγε κάτι τέτοιο, εφόσον ο ίδιος δεν βρισκόταν εκεί, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να απαντήσει με επάρκεια καθώς απαντούσε με ασάφεια και μη ευλογοφάνεια λέγοντας ότι η μητριά του ισχυριζόταν ότι ο ίδιος τον δηλητηρίασε το προηγούμενο βράδυ (ερυθρά 25χ1, 25χ7, 25χ9, 25χ12-χ14, του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, ενώ ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι οι φίλοι του πατέρα του εργάζονταν στη μυστική υπηρεσία της χώρας και ήθελαν να διερευνήσουν πώς απεβίωσε, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τους λόγους που δεν διερεύνησαν περαιτέρω το γεγονός ότι ο πατέρας του δηλητηριάστηκε (25χ9, 24χ1, του διοικητικού φακέλου).
Ο Αιτητής δεν είχε στην κατοχή του οποιαδήποτε έγγραφα σχετικά με τον ισχυριζόμενο θάνατο του πατέρα του από δηλητηρίαση ούτε και κάποιο πιστοποιητικό θανάτου (ερυθρά 25χ15, του διοικητικού φακέλου). Σχετικά με την διαθήκη και την περιουσία του πατέρα του ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ανήκει στον ίδιο ενώ τώρα άφησε την εν λόγω περιουσία στη μητριά του. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τους λόγους που η μητριά του επιθυμεί να τον βλάψει, αφού ο ίδιος εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και της παραχώρησε την περιουσία του, ενώ ισχυρίστηκε με ασάφεια και ανακρίβεια ότι αν ο αιτητής πάρει την περιουσία αυτή δεν θα έχει τίποτα, χωρίς να απαντήσει στο ερώτημα για τους λόγους που συνεχίζει να ισχυρίζεται ότι δέχεται απειλές (ερυθρά 24χ2-χ7, 24χ11, του διοικητικού φακέλου).
Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η μητριά του κατέχει την εν λόγω περιουσία από τον Οκτώβριο του 2021, αλλά σε διευκρινιστικές ερωτήσεις, δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες σε σχέση με τους λόγους που ο ίδιος εξακολουθεί να διώκεται από τη μητριά του. Πρόσθετα, ο αιτητής δήλωσε πως δεν σκοπεύει να διεκδικήσει την εν λόγω περιουσία (ερυθρό 24χ12, του διοικητικού φακέλου). Από τα λεγόμενα του δεν διαφαίνεται να υπέστη οποιαδήποτε μορφή προσωπικής δίωξης ή σωματικής βλάβης που να δικαιολογεί την απόφαση του να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 24χ15, του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής ζούσε κανονικά στην ίδια περιοχή χωρίς να συμβεί οτιδήποτε στον ίδιο για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα με τον Αιτητή να μην είναι σε θέση να τεκμηριώσει επαρκώς τους λόγους που η μητριά του επιθυμούσε να τον βλάψει αφού είχε επιτύχει τον στόχο της να τον διώξει από το σπίτι (ερυθρό 28χ6, 23χ3-5 του διοικητικού φακέλου).
Όταν ρωτήθηκε ο Αιτητής αν κατήγγειλε το συγκεκριμένο περιστατικό στην αστυνομία, απάντησε αρνητικά, χωρίς να δίνει περισσότερες λεπτομέρειες. Απαντούσε με γενικότητα και αοριστία ότι απλά δεν είχε χρόνο. Όπως δήλωσε, δεν ζήτησε συμβουλή δικηγόρου, ούτε και αποτάθηκε στο δικαστήριο για το εν λόγω ζήτημα χωρίς να είναι σε θέση να τεκμηριώσει με ακρίβεια και επάρκεια τους λόγους που δεν το έπραξε (ερυθρά 24χ16-χ20, 23χ1-χ2 του διοικητικού φακέλου). Ενόψει των ανωτέρω δεδομένων καταλήγω πως δεν τεκμηριώνεται η εσωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδης ισχυρισμούς.
Όσον αφορά στην εξωτερική αξιοπιστία, διαφαίνεται πως τα όσα ανέφερε ο Αιτητής στη συνέντευξη, σχετικά με το συγκεκριμένος μέρος του αιτήματός του, δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, λόγω της υποκειμενικής φύσεως τους. Κατά συνέπεια, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.
Αναφορικά με τον τρίτο ισχυρισμό, θα συμφωνήσω επίσης με τον αρμόδιο λειτουργό πως ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις, ασάφειες, ασυνέπειες, αοριστίες και έλλειψη ευλογοφάνειας κατά το αφήγημά του. Ο Αιτητής ερωτηθείς για τους λόγους που πίστευαν ότι ο ίδιος είχε το συγκεκριμένο USB που έψαχναν άτομα από την εργασία του πατέρα του, ισχυρίστηκε με γενικότητα και αοριστία ότι τους το είπε η μητριά του, χωρίς όμως να είναι σε θέση να εξηγήσει με ακρίβεια τους λόγους που δεν πίστεψαν τον ίδιο, αφού όπως ισχυρίστηκε έψαξαν το σπίτι και δεν βρήκαν οτιδήποτε στην κατοχή του (ερυθρό 22χ1-χ6 του διοικητικού φακέλου). Στη συνέχεια, ο Αιτητής άλλαξε τα λεγόμενα του ισχυριζόμενος ότι υποψιάζεται ότι η μητριά του διατηρούσε σχέση με ένα από αυτούς κάτι στο οποίο δεν είχε αναφερθεί προηγουμένως, γεγονός που παρουσιάζει αντίφαση στα λεγόμενα του με τον ίδιο να μην είναι σε θέση να εξηγήσει με επάρκεια και ακρίβεια τις τοποθετήσεις του (ερυθρό 22χ7, 8χ του διοικητικού φακέλου).
Ενώ αρχικά ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι μετά από μια βδομάδα που έψαξαν στο σπίτι του, τον έβαλαν σε ένα αυτοκίνητο και του έδεσαν τα μάτια και τα χέρια του, στη συνέχεια άλλαξε τον ισχυρισμό του λέγοντας ότι ο ίδιος πήγε μαζί τους γιατί ήθελαν να του μιλήσουν και όταν διένυσαν κάποια απόσταση του έδεσαν τα μάτια (ερυθρά 26χ1, 21χ4, 21χ6, 21x7, του διοικητικού φακέλου). Όταν κλήθηκε να περιγράψει που τον πήγαν ή να παραθέσει λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδρομή, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να απαντήσει και ισχυρίστηκε με γενικότητα και αοριστία ότι οδηγούσαν 3 ώρες (ερυθρά 21x8-χ9, του διοικητικού φακέλου).
Περαιτέρω, ερωτηθείς αν γνώριζε τα συγκεκριμένα άτομα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις καθώς αρχικά δήλωσε ότι ήταν φίλοι του πατέρα του ενώ στη συνέχεια άλλαξε τον ισχυρισμό του, λέγοντας ότι μόνο ο ένας που τον βοήθησε να διαφύγει ήταν φίλος του πατέρα του. Όταν του ζητήθηκε να παραθέσει πληροφορίες για το συγκεκριμένο άτομο, ο Αιτητής δεν γνώριζε λεπτομέρειες καθώς όπως ισχυρίστηκε, γνωρίζει μόνο το όνομα του. Επίσης, παρατηρείται αντίφαση στα λεγόμενά του, καθότι ενώ αρχικά ισχυρίστηκε ότι είδε μόνο τον φίλο του πατέρα του, στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι γνώριζε δύο από τα άτομα αυτά (ερυθρά 22χ9-14, 21χ1-χ3, του διοικητικού φακέλου).
Διαφαίνεται στη συνέντευξη πως δόθηκαν ευκαιρίες στον Αιτητή να εξηγήσει τους λόγους που πίστευαν ότι αυτός κατέχει το συγκεκριμένο USB με τον ίδιο να μην είναι σε θέση να εξηγήσει με ακρίβεια και επάρκεια τους ισχυρισμούς καθώς ισχυρίστηκε γενικά και αόριστα ότι τα άτομα ήταν πεπεισμένα ότι αυτός το είχε χωρίς να αναφερθεί σε οτιδήποτε περαιτέρω (ερυθρό 22χ7 χ8, 21χ12 του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείς να εξηγήσει τους λόγους που ο συγκεκριμένος άνδρας που τον βοήθησε να διαφύγει, ρίσκαρε τη ζωή του για να τον βοηθήσει, ο Αιτητής απάντησε με γενικότητα και αοριστία ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο είχε καλή σχέση με τον πατέρα του (ερυθρό 20χ2 του διοικητικού φακέλου). Ισχυρίστηκε ότι τον μετέφερε σε ένα μέρος με την ονομασία Assanef και έφυγε και στη συνέχεια ο Αιτητής μετέβη πεζός στο σπίτι του πάστορα του στην περιοχή Kasa Vudu. Ερωτηθείς ως προς τον χρόνο που περπάτησε μέχρι να φτάσει στη συγκεκριμένη περιοχή, ο Αιτητής δήλωσε ότι έκανε περίπου μια και μισή με δύο ώρες.
Επιπλέον, υπάρχει αντίφαση στα λεγόμενα του, καθότι ενώ κατά την υποβολή της αίτησης του για διεθνή προστασία, ισχυρίστηκε ότι τον κατηγόρησαν ότι έλεγε τα μυστικά της δουλειάς του πατέρα του, στη συνέντευξη του ισχυρίστηκε ότι τον έψαχναν για το συγκεκριμένο USB. Όταν κλήθηκε να εξηγήσει την πιο πάνω αντίφαση, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ικανοποιητική απάντηση λέγοντας με ασάφεια ότι δεν είπε κάτι τέτοιο (ερυθρά 20χ9, 33χ3-4, 1-3, του διοικητικού φακέλου).
Προκύπτει πως από τον Οκτώβριο του 2021 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2022, ζούσε κανονικά στη χώρα καταγωγής του χωρίς να του συμβεί οτιδήποτε που να δικαιολογεί την απόφαση του να εγκαταλείψει την χώρα του (ερυθρά 21χ10, 20χ10-11, 2013-14, του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείς για το πώς κατάφερε να εκδώσει διαβατήριο και να εγκαταλείψει νόμιμα την χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής άλλαξε τους ισχυρισμού του, δηλώνοντας με ασάφεια και ανακρίβεια, ότι τον έψαχναν οι συνάδελφοι του πατέρα του και όχι οι αρχές της χώρας και άλλαξε τα λεγόμενα του λέγοντας ότι αυτό ήταν το πλάνο της μητριάς του. Τέλος, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με επάρκεια και ακρίβεια τους λόγους που δεν ανέφερε τον πιο πάνω ισχυρισμό κατά το αίτημα του για διεθνή προστασία αλλά ούτε και κατά την συνέντευξη του, λέγοντας με γενικότητα ότι είναι κάτι που απλά υπέθεσε ο ίδιος (ερυθρά 19χ1-χ3, 26χ1, 1- 3, του διοικητικού φακέλου).
Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων που περικλείονται στον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό θα διεξάγω έρευνα σε πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή. Σε σχέση με την απόσταση μεταξύ της περιοχής Assanef και της περιοχής Kasa Vudu στην Κινσάσα, στην Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, υπολογίστηκε σε περίπου 2,6 χιλιόμετρα.[1] Ο εκτιμώμενος χρόνος πεζοπορίας για τη διαδρομή αυτή είναι περίπου 35 λεπτά, όπως διευκρινίστηκε και από την Υπηρεσία Ασύλου. Το δεδομένο αυτό δεν ταυτίζεται με τους ισχυρισμούς του αιτητή ο οποίος ανέφερε πως χρειάστηκε 1,5 με 2 ώρες για να φτάσει στη συγκεκριμένη περιοχή.
Επιπρόσθετα, εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και λειτουργία του σώματος ασφαλείας «ANR» στην ΛΔΚ. Συγκεκριμένα, η «Agence Nationale de Renseignements» (ANR) είναι κυβερνητική υπηρεσία πληροφοριών της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (ΛΔΚ). Ο ρόλος του οργανισμού είναι να διασφαλίζει την «εσωτερική ασφάλεια και την εξωτερική ασφάλεια» του κράτους. Η εν λόγω υπηρεσία μπορεί να προβαίνει και σε συλλήψεις[2]. Ο οργανισμός επικρίθηκε έντονα για την έλλειψη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από διάφορες οργανώσεις, ενώ πηγές πληροφόρησης κάνουν λόγο και για την εργαλειοποίηση της υπηρεσίας ως μέσο πολιτικής καταστολής εναντίον ηγετών της αντιπολίτευσης και ακτιβιστών υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας[3].
Το γεγονός ότι εντοπίζονται πληροφορίες για την «ANR» δεν συνεπάγεται ότι μπορεί να γίνει αποδεκτός ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός ο οποίος περικλείει πολλά πραγματικά περιστατικά που δεν έχουνστοιχειοθετηθεί. Ενόψει ακριβώς της μη στοιχειοθετηθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός της αιτήτριας δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί και άρα δεν γίνεται αποδεκτός.
Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής […]».
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).
Αδιαμφισβήτητα όπως προκύπτει από το άρθρο 18 (5) του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000), ο αιτητής που επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης, οφείλει να εκθέσει στη διοίκηση με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να προσκομίσει για την απόδειξη των ισχυρισμών του, τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, αυτό όμως δεν αίρει την υποχρέωσή του να επικαλεσθεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αίτημα που υπέβαλε στις αρμόδιες αρχές.
Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει βάσιμο φόβο δίωξης (βλ. απόφασή στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020).
Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε ο αιτητής δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με αξιοπιστία και αληθοφάνεια τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς που θα τον ενέτασσαν στον ορισμό του πρόσφυγα προκειμένου να επωφεληθεί των ευεργετημάτων τέτοιου καθεστώτος.
Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει πως ο αιτητής είχε αρκετές ευκαιρίες κατά το στάδιο της συνέντευξής του να αναπτύξει με κάθε λεπτομέρεια τον πυρήνα του αιτήματός του και να θεμελιώσει τον ισχυριζόμενο κίνδυνο που αντιμετωπίζει στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής ούτε στην ενώπιόν μου διαδικασία που είχε τη δυνατότητα να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του, να διευκρινίσει τις ασυνέπειες και τις ανακρίβειες των δηλώσεών του με το ορθό δικονομικό διάβημα, έθεσε ενώπιον μου οποιοδήποτε στοιχείο. Κατά συνέπεια, ενόψει των προβαλλόμενων ισχυρισμών δεν θα μπορούσε να παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.
Πρόσθετα, από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Η αρμόδια λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί ότι ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του βρίσκεται στην Kinshasa που συνιστά και την περιοχή καταγωγής του, διεξήγαγε έρευνα για την κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω τοποθεσία, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Λ.Δ.Κ. εμπλέκεται σε αρκετές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις εντός των εδαφών της εναντίον ορισμένων μη κρατικών ένοπλων ομάδων.[4] Σύμφωνα με την ίδια πηγή, οι περιοχές Kivu, Kasai και Ituri είναι αυτές οι οποίες πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τις ένοπλες συγκρούσεις, αν και η βία είναι εκτεταμένη και επηρεάζει ολόκληρη τη χώρα.[5]
Στην ετήσια έκθεση του 2025 του Human Rights Watch για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για το έτος 2024 στη Λ.Δ.Κ., σε σχέση με τις ένοπλες συγκρούσεις στην ανατολική πλευρά της χώρας, αναφέρεται ότι εκεί δραστηριοποιούνται πάνω από 100 ένοπλες ομάδες, κυρίως στις περιοχές Ituri, North Kivu, και South Kivu.[6] Σε έκθεση της UNHCR που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2025, αναφέρεται ότι μετά από συνεχιζόμενη επιδείνωση της ασφάλειας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρωπιστικής κατάστασης στις περιοχές North Kivu, South Kivu και Ituri από τον Νοέμβριο του 2022, η ένοπλη βία στις ανατολικές επαρχίες της Λ.Δ.Κ. κλιμακώθηκε τον Ιανουάριο του 2025.[7]
Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι κατά το διάστημα από τις 06/06/2024 έως τις 06/06/2025 στην Kinshasa, καταγράφηκαν 85 περιστατικά ασφαλείας και 234 θάνατοι, εκ των οποίων 53 διαμαρτυρίες (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 16 εξεγέρσεις (203 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 4 μάχες (14 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 12 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (17 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και κανένα περιστατικό εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας.[8] Ο συνολικός πληθυσμός της Kinshasa, ανέρχεται σε 17,778,000 κατοίκους, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2025.[9]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τόπο καταγωγής του και τελευταίας συνήθους διαμονής του, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής και πλήρως ικανός προς εργασία. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα.
Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, διεξήγαγαν τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα. Συνεπώς, ο ισχυρισμός της ευπαίδευτης συνηγόρου του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απορρίπτεται στο σύνολό του.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου. Από τον κατ’ουσίαν έλεγχο που διεξήγαγα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων μου δεν εντόπισα ότι υπάρχει οποιοδήποτε σφάλμα στην κρίση του αρμόδιου οργάνου σε σχέση με την εξέταση του αιτήματος του αιτητή.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[2] Immigration and Refugee Board of Canada, Responses to Information Requests, DRC: The National Intelligence Agency (Agence Nationale de Renseignements ANR) Including its Mission, Structure, Territorrial Jurisdictions, Cooperation with Other State Actors and the Documents it Issues (2017-July2019), 12 July 2019, διαθέσιμο σε: https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=457860&pls=1
[3] COI QUERY RESPONSE - Democratic Republic of the Congo, National Intelligence Agency (Agence Nationale de Renseignements, ANR); treatment by ANR of individuals who express dissent or are perceived to do so against the government, including ability to track dissenters; availability of state protection, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2024_08_EUAA_COI_Query_Response_Q52_DRC_Agence_%20nationale_de_renseignements.pdf, Απαντήσεις σε αιτήματα παροχής πληροφοριών: Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, Αρχειοθετήθηκε 2007-05-20 στο archive.today, Immigration and Refugee Board of Canada, 25 March 2002, https://archive.ph/20070520214712/http://www.irb-cisr.gc.ca/en/research/rir/index_e.htm?action=record.viewrec&gotorec=449943, «ΛΔ Κονγκό: Ερευνήστε πρώην αξιωματούχους των μυστικών υπηρεσιών», Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, 2019-03-22, https://www.hrw.org/news/2019/03/22/dr-congo-investigate-ex-intelligence-officials, «Αμερικανός κατηγορεί αξιωματούχους του Κονγκό για παράνομη σύλληψη, βασανιστήρια», AP NEWS, 05/18/2016, https://apnews.com/american-accuses-congo-officials-of-unlawful-arrest-torture-9acaa6485cbe480d843c514f60ab2f3e, «Καθώς πλησιάζουν οι εκλογές στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, οι "βασανισμένοι" αντιφρονούντες στην εξορία μιλούν», www.aljazeera.com, 04/12/2018, https://www.aljazeera.com/features/2018/12/4/as-drc-election-nears-tortured-dissidents-in-exile-speak-out (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/03/2025), Human Rights Watch, DR Congo: Investigate Ex-Intelligence Officials, 22 March 2019, https://www.hrw.org/news/2019/03/22/dr-congo-investigate-ex-intelligence-officials
[4] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, ‘Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo’, Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord
[5] Ibid.
[6] HRW - Human Rights Watch, ‘World Report 2025 - Democratic Republic of Congo’ (16 January 2025)
διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/document/2120071.html
[7] UNHCR - UN High Commissioner for Refugees, ‘UNHCR Position on Returns to North Kivu, South Kivu and Ituri in the Democratic Republic of the Congo - Update IV’ (March 2025) 2-3, διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/file/local/2122583/unhcr_position_on_returns_to_the_drc_-_march_2025_final.pdf
[8] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 06/06/2024 – 06/06/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa]
[9] Macrotrends.net, Kinshasa population, 2025, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/20853/kinshasa/population
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο