C. U. A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: T776/24, 20/6/2025
print
Τίτλος:
C. U. A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: T776/24, 20/6/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: T776/24

 

20 Ιουνίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

 

                                                   C. U. A.                                                   Αιτήτριας

 

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ’ ων η αίτηση

 …………………….

 

Η Αιτήτρια εμφανίζεται αυτοπροσώπως.

 

Ρ. Χαραλάμπους (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας, συνήγορος για τους Καθ’ ων η Αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.5.2024, με την οποία απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή της για διεθνή προστασία, καθώς η εν λόγω αίτηση κρίθηκε ως απαράδεκτη δυνάμει των άρθρων 16Δ και 12Βτετράκις(2)(δ) των περί Προσφύγων Νόμων 2000 έως 2023 (στο εξής: o περί Προσφύγων Νόμος).

 

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως. Η Αιτήτρια κατάγεται από το Καμερούν. Περί τις 22.10.2018, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 10.6.2021, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας. Στις 14.4.2022, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: o Προϊστάμενος) ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησής της για άσυλο. Στις 5.5.2022 η εν λόγω απορριπτική απόφαση κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια. Στις 10.5.2022, η Αιτήτρια καταχώρισε την προσφυγή υπ’ αριθμό 2889/2022, η οποία απορρίφθηκε κατόπιν δικαστικής απόφασης στις 9.4.2024. Περί τις 30.5.2024, η Αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου της αίτησής της για διεθνή προστασία. Αυθημερόν, ο Προϊστάμενος ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της μεταγενέστερης αίτησής της ως απαράδεκτη, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια, επίσης, την ίδια ημέρα. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας η Αιτήτρια εκφράζει την αντίθεσή της με την επίδικη απόφαση, καθώς εάν επιστρέψει, ως αναφέρει, στη χώρα καταγωγής της θα κινδυνέψει διότι η αστυνομία την έχει βασανίσει με αποτέλεσμα να καταλήξει στο νοσοκομείο από όπου διέφυγε με τη βοήθεια της θείας της και κάποιου πράκτορα.

 

3.             Στα πλαίσια της δικαστικής διαδικασίας η Αιτήτρια ενώπιον του Δικαστηρίου ανέφερε κατά τη δικάσιμο ημερ. 2.7.2024 ότι ήτο εγκυμονούσα τεσσάρων μηνών από κάποιον Καμερουνέζο αιτητή ασύλου στη Δημοκρατία, με τον οποίο διατηρεί δεσμό και συγκατοικεί. Η Αιτήτρια δεν καταχώρισε γραπτή αγόρευση ούτε αγόρευσε περαιτέρω προφορικά προς υποστήριξη των θέσεων της.

 

4.             Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση, κατ’ εφαρμογή του Κανονισμού 3(ε) των περί της λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, ως έχει τροποποιηθεί, συμμετέχουν στην παρούσα διαδικασία δια της καταχωρίσεως υπομνήματος στις 19.6.2024. Ακολούθως, δεν καταχώρησαν γραπτή αγόρευση, αλλά συμμετείχαν στη δικαστική διαδικασία προωθώντας προφορικά τις θέσεις τους. Συγκεκριμένα, εγέρθηκε το ζήτημα αναφορικά με το κατά πόσον όφειλαν οι Καθ’ ων η αίτηση να επανεξετάσουν την απόφαση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της δεδομένης της εγκυμοσύνης της και οι Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίστηκαν ότι η εγκυμοσύνη από μόνη της δεν αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας της αίτησης διεθνούς προστασίας και ως εκ τούτου ορθώς οι Καθ’ ων η αίτηση διατήρησαν την ισχύ της αρχικά εκδοθείσας απόφασης επιστροφής, αφού η Αιτήτρια δεν ισχυρίστηκε φόβο δίωξης απορρέοντα από την εγκυμοσύνη της.

To νομικό πλαίσιο

5.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι του παρόντος δικαστηρίου):

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου  (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

8.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2) Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ […]

(3) Η Υπηρεσία Ασύλου αξιολογεί, σε συνεργασία με τον αιτητή, τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) στοιχεία.».

9.             Το άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τα ακόλουθα:

«Απαράδεκτες αιτήσεις

12Βτετράκις.-(1) Χωρίς επηρεασμό των περιπτώσεων κατά τις οποίες μια αίτηση δεν εξετάζεται σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013, σε περίπτωση που αίτηση θεωρείται απαράδεκτη δυνάμει του εδαφίου (2), ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης με απόφασή του την οποία λαμβάνει και καταχωρίζει στον φάκελο χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ και 13 και επί της οποίας απόφασης εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν-

(α) [...]

(β) [...]

(γ) [...]

(δ) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή

(ε) [...]».

10.    Το άρθρο 16Δ του του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης

16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο -

(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή

(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,

ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.

(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:

  Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον -

(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και

(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

(γ) Επί της νέας εκτελεστής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

(δ) Σε περίπτωση που μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις και σε τέτοια περίπτωση ο Προϊστάμενος εκδίδει σχετική απόφαση επί της οποίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα εδάφια (7) και (7Ε) του άρθρου 18. Η εν λόγω απόφαση παραθέτει την αιτιολογία της και ενημερώνει τον αιτητή για το δικαίωμα που έχει να την προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής[...]».

11.          Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησης  καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

 

Κατάληξη

12.          Είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι, το παρόν Δικαστήριο ως Δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (Βλ. Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας και εν προκειμένω στην αξιολόγηση της μεταγενέστερης αίτησής του ως παραδεκτής.

 

13.          Επισημαίνεται ότι η επίδικη πράξη αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον Αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας. Υπογραμμίζεται δε ότι καταρχήν ο Προϊστάμενος στο στάδιο αυτό δεν έχει υποχρέωση εκ νέου διενέργειας συνέντευξης (άρθρο 16Δ(2) του περί Προσφύγων Νόμου).

 

14.          Το ζήτημα της εξέτασης των μεταγενέστερων αιτήσεων και ειδικότερα της έννοιας των νέων στοιχείων και πορισμάτων εξετάστηκε στην απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην υπόθεση C 18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl, ECLI:EU:C:2021:710, σκέψεις 31 έως 44. Η εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων διενεργείται  σε δύο στάδια: Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων [Βλ. επίσης απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Νέα στοιχεία ή πορίσματα), C 921/19, EU:C:2021:478, σκέψη 34].

 

15.          Οι προϋποθέσεις παραδεκτού της αίτησης, συνεπώς, οι οποίες ανήκουν στο πρώτο στάδιο εξέτασης μίας μεταγενέστερης αίτησης, όπως μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη είναι οι ακόλουθες:

 

16.          Πρώτον, καθορίζεται εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για το χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

17.          Δεύτερον, εάν τα νέα στοιχεία ή πορίσματα που έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

18.          Τρίτον, εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς δική του υπαιτιότητα, δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα εν λόγω νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία, που αφορούσε την εξέταση της αίτησής του. Οι πιο πάνω προϋποθέσεις θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά.  

 

19.          Ως εκ τούτου, σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου δεν υφίσταται ουσιαστική κρίση επί της βασιμότητας της αίτησης ασύλου, αλλά κρίση επί του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης για διεθνή προστασία, το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει μόνο κατά πόσον ευλόγως η αρμόδια αρχή έκρινε ως απαράδεκτο το αίτημα του Αιτητή για επανάνοιγμα της υπόθεσής του. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η διαδικασία ουσιαστικής εξέτασης της μεταγενέστερης αίτησης επαφίεται πλέον στην δικονομική αυτονομία των κρατών μελών.

 

20.          Εν προκειμένω, η Αιτήτρια κατά την καταγραφή της αίτησής της, δεν κατέγραψε τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της.   

 

21.          Κατά τη συνέντευξή της, η Αιτήτρια, αφιχθείσα στη Δημοκρατία περί τις 19.10.2018, δήλωσε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη Kugwe του Καμερούν και έπειτα από το 2008 μέχρις ότου εγκατέλειψε τη χώρα του διέμενε στην πόλη Bamenda (βλ. ερ. 48 & 49 – 1Χ του διοικητικού φακέλου, στο εξής «δ.φ.»). Ως προς την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε άγαμη, ενώ έχει έναν υιό ηλικίας 9 ετών και ο οποίος διαμένει με τον πατέρα του στην πόλη Bafoussam στο Καμερούν (βλ. ερ. 48 – 1Χ του δ.φ.). Η Αιτήτρια φαίνεται να δήλωσε πως υπό τη φροντίδα της ευρίσκεται και ο υιός της αδελφής της, ωστόσο η δήλωσή της δεν είναι σαφής (βλ. ερ. 48 – 1Χ του δ.φ.). Αναφορικά με την ευρύτερη οικογένειά της ανέφερε ότι ο πατέρας της απεβίωσε όταν η ίδια ήταν σε ηλικία 7 ετών και έπειτα η μητέρα της απεβίωσε το 2020, καθώς και οι δύο αντιμετώπιζαν προβλήματα υγείας (βλ. ερ. 48 – 1Χ του δ.φ.). Η Αιτήτρια έχει δύο αδέλφια, ο μεν αδελφός της μετακόμισε στο Bahrein το 2019 και η αδελφή της μετά το θάνατο της μητέρας της μετακόμισε στη Νιγηρία (βλ. ερ. 48 – 1Χ του δ.φ.). Επίσης, δήλωσε ότι είναι απόφοιτη δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ομιλεί Αγγλικά, Batibo και Kugwe (βλ. ερ. 48 – 1Χ του δ.φ.). Ως προς την εργασιακή της πείρα, δήλωσε πως είχε μάθει από μόδα και κομμωτική και εργαζόταν από το σπίτι της ως κομμώτρια, αφού δεν διέθετε πόρους να ανοίξει τη δική της επιχείρηση (βλ. ερ. 48 – 1Χ του δ.φ.). Είναι χριστιανή ως προς το θρήσκευμα και ανήκει στην εθνοτική ομάδα Kugwe (βλ. ερ. 47 – 1Χ & 51 του δ.φ.). Τέλος, ως προς την κατάσταση της υγείας της δήλωσε απολύτως υγιής (βλ. ερ. 49 – 2Χ του δ.φ.).

 

22.          Στα πλαίσια της αναφοράς της Αιτήτριας στο ιστορικό του ταξιδιού (βλ. ερ. 44 – 47 του δ.φ.) της έως ότου αφιχθεί στην Κυπριακή Δημοκρατία, η ίδια δήλωσε πως για περίοδο μίας εβδομάδας και ενώ η θεία της της είχε υποσχεθεί πως θα ξεκινούσε σχολείο, την εκμεταλλεύτηκε και την εξανάγκασε να εργάζεται ως σεξεργάτρια για να της αποπληρώσει τα έξοδα για το ταξίδι της από το Καμερούν έως τις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Η Αιτήτρια επεσήμανε ότι κρατούνταν κλειδωμένη σε ένα δωμάτιο όπου την επισκέπτονταν άνδρες για να έχουν σεξουαλική επαφή μαζί της δια της βίας, ωστόσο κατόρθωσε με τη βοήθεια κάποιων προσώπων να διαφύγει και να αφιχθεί τελικά στην Κυπριακή Δημοκρατία.

 

23.          Αναφερόμενη στους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της,  η Αιτήτρια, κατά την ελεύθερή της αφήγηση δήλωσε ότι ο κύριος λόγος ήταν για να σπουδάσει (βλ. ερ. 43 του δ.φ.).  Αναφέρθηκε, επίσης, στα προβλήματα που υπήρχαν στην περιοχή της Bamenda λόγω της κρίσης και ως λόγο που δεν επιθυμεί την επιστροφή της στη χώρα καταγωγής της ανέφερε το γεγονός ότι δεν έχει οικογένεια πλέον εκεί (βλ. ερ. 43 του δ.φ.). Σε διευκρινιστική ερώτηση πρόσθεσε ότι η ζωή της κινδυνεύει από τη θεία της, η οποία την απειλεί πως θα τη σκοτώσει εάν τη δει είτε στο Καμερούν είτε στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές (βλ. ερ. 43 του δ.φ.). Υποβλήθηκαν διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα στην Αιτήτρια για όλες τις πτυχές του αφηγήματός της (βλ. ερ. 35 – 43 του δ.φ.).

 

24.          Οι Καθ’ ων η αίτηση διέκριναν 3 ουσιώδεις ισχυρισμούς στην έκθεση – εισήγησή τους (βλ. ερ. 84 – 98 του δ.φ.), ο πρώτος αναφορικά με τα προσωπικά στοιχεία, τον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ο δεύτερος αναφορικά με το ότι έπεσε θύμα σωματεμπορίας από τη θεία της και ο τρίτος σχετικά με τον ισχυρισμό της Αιτήτριας ότι η θεία της επιθυμεί να την σκοτώσει. Ο πρώτος και ο δεύτερος ισχυρισμός έγιναν αποδεκτοί από τους Καθ’ ων η αίτηση και απορρίφθηκε ο τρίτος ισχυρισμός αναφορικά με την ισχυριζόμενη επιθυμία της θείας της να την σκοτώσει. Κατά την αξιολόγηση κινδύνου στη βάση των δύο αποδεκτών ισχυρισμών, ωστόσο, κρίθηκε ότι η Αιτήτρια, δεν διατρέχει κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα της ένεκα του ότι υπήρξε θύμα σωματεμπορίας από τη θεία της ή της κατάστασης ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της και τον τελευταίο τόπο διαμονής της. Κατά τη νομική ανάλυση οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι τα ενώπιον τους δεδομένα δεν εξικνούνται στο επίπεδο της δίωξης ούτε και στη βάση της ανάλυσης κινδύνου, αλλά και της έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας, δικαιολογείται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.

 

25.          Όλα τα ανωτέρω εξετάστηκαν και επαναξιολογήθηκαν στο πλαίσιο της υπ’ αριθμόν 2889/2022, προσφυγής της Αιτήτριας, όπου κρίθηκε εκ νέου αναξιόπιστη ως προς τον ισχυρισμό της περί δίωξής της από τη θεία της. 

 

26.          Στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησής της, η Αιτήτρια καταγράφει ότι η ζωή της ευρίσκεται ακόμα σε κίνδυνο, ενώ προσθέτει ότι είναι εγκυμονούσα και ο πατέρας του παιδιού ευρίσκεται στη Δημοκρατία (βλ. ερ. 134 του δ.φ.).

 

27.          Στο πλαίσιο της μεταγενέστερης αίτησης, η Αιτήτρια προσκόμισε τα εξής έγγραφα: (α) ιατρική έκθεση ημερ. 21.5.2024 από τον ιατρό Χ. Λ. αναφορικά με την εγκυμοσύνη της, η οποία συνοδεύεται από υπερηχογράφημα της κύησης (βλ. ερ. 126 – 128 του δ.φ.), (β) ένορκη δήλωση ημερ. 28.11.2018 από δικηγόρο της Αιτήτριας στο Καμερούν (βλ. ερ. 124 – 125 του δ.φ.), (γ) ένορκη δήλωση ημερ. 27.12.2021 από πρόσωπο (W. J. L.) που ήταν στενοί φίλοι και γείτονες με την Αιτήτρια, συνοδευόμενη από αντίγραφο της ταυτότητάς της (βλ. ερ. 121 – 123 του δ.φ.), (δ) επιστολή από ξαδέλφη της Αιτήτριας (N. J. A.) ημερ. 1.10.2014 συνοδευόμενη από την ταυτότητά της (βλ. ερ. 119 – 120 του δ.φ.) και (ε) μία φωτογραφία που απεικονίζει το σώμα ενός άνδρα που ομοιάζει νεκρός και φέρει κάποιες χειρόγραφες σημειώσεις (βλ. ερ. 118 του δ.φ.).  

 

28.          Αξιολογώντας την μεταγενέστερη αίτησή της, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν ότι τα όσα κατέγραψε η Αιτήτρια σε αυτήν δεν αποτελούν νέα στοιχεία, αλλά αναφέρθηκε σε γεγονότα παρόμοια με όσα είχε αναφέρει αρχικά στη συνέντευξή της. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι τα έγγραφα που προσκόμισε η Αιτήτρια αποδεικνύουν την εγκυμοσύνη της, ωστόσο αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με το ότι ο πατέρας του παιδιού ευρίσκεται στην Κυπριακή Δημοκρατία δε αυξάνουν τις πιθανότητες επιτυχίας της αίτησης διεθνούς προστασίας καθώς δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Όσον αφορά στα έγγραφα τα οποία της απέστειλε ο δικηγόρος της από τη χώρα καταγωγής της (ένορκες δηλώσεις και φωτογραφία) η Αιτήτρια δεν εξηγεί τους λόγους που αυτά τα έγγραφα δεν προσκομίστηκαν σε προγενέστερο στάδιο της διαδικασίας και ως εκ τούτου είναι δική της υπαιτιότητα η μη προσκόμισή τους. Ως εκ των άνω, λοιπόν, η έκθεση – εισήγηση κατέληξε στο ότι η μεταγενέστερη αίτηση της Αιτήτριας είναι απαράδεκτη και υποβλήθηκε απλώς για καθυστερήσει ή παρεμποδίσει την εκτέλεση της απόφασης επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της.

 

29.          Με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία, διαπιστώνεται ότι η Αιτήτρια δεν μεταβάλλει τον πυρήνα του αιτήματός της για διεθνή προστασία καθώς εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι η ζωή της βρίσκεται σε κίνδυνο γενικά. H Αιτήτρια είχε την ευκαιρία να αναφερθεί, όπως και έπραξε, στα εν λόγω γεγονότα κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της ακόμη και χωρίς να έχει στην κατοχή της τις προσκομισθείσες ένορκες δηλώσεις και τη φωτογραφία, τα οποία δεν μεταβάλλουν τον πυρήνα των ισχυρισμών της, οι οποίοι με τη σειρά τους έχουν αξιολογηθεί και απορριφθεί και κατά τη δικαστική εξέταση της πρώτης αίτησης της Αιτήτριας.

 

30.          Εντούτοις παρατηρείται ότι τα νέα έγγραφα που προσκόμισε η Αιτήτρια, θεωρούνται νέα στοιχεία ακόμα και στην περίπτωση που κάποια εξ αυτών προσκομίστηκαν προς απόδειξη ήδη προβαλλόμενων ισχυρισμών.   Όπως επισημαίνεται στον Πρακτικό οδηγό της ΕΑSO (πλέον EUAA) για τις μεταγενέστερες αιτήσεις,  του Δεκεμβρίου 2021,[1] τα νέα στοιχεία δύνανται να προέρχονται από γεγονότα που υφίσταντο ήδη κατά την πρώτη εξέταση (τα οποία, ωστόσο, δεν γνώριζε ο αιτών) ή να αναφέρονται σε γεγονότα που ανέκυψαν έκτοτε. Είναι δυνατόν να παρουσιαστούν νέα στοιχεία στα εξής τρία σενάρια: στο πλαίσιο πραγματικού γεγονότος που έχει ήδη παρουσιαστεί και αξιολογηθεί,  στο πλαίσιο νέου πραγματικού γεγονότος και ως εντελώς νέοι ισχυρισμοί.

 

31.          Σημειώνεται ακολούθως ότι η Αιτήτρια δεν παρέχει ικανοποιητικές εξηγήσεις ως προς την οψιγενή προσκόμιση των εγγράφων που εκδόθηκαν στη χώρα της καθώς το γεγονός ότι στάλθηκαν από το δικηγόρο της μετά την καταχώριση προσφυγής δεν αποτελεί επαρκή λόγο γιατί να μην προσκομισθούν νωρίτερα, ενώ και καμία έστω αναφορά δεν είχε γίνει  προηγουμένως στα εν λόγω έγγραφα. Τα έγγραφα που προσκόμισε η γνησιότητα των οποίων δε δύναται να επιβεβαιωθεί, εκτιμώνται ελεύθερα σε συνάρτηση με τα λοιπά στοιχεία που έχει ενώπιόν του το Δικαστήριο. Κατά πάγια νομολογημένη αρχή ο δικαστής δεν υποχρεούται να αποφασίζει επί τεχνικών θεμάτων, όπως εν προκειμένω η γνησιότητα ενός εγγράφου, αλλά ούτε έχει τη δυνατότητα προς τούτο αφού δεν έχει την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να προβεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα (βλ. Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3866, Λάμπρου Λάμπρος v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου, (2009) 3 Α.Α.Δ. 79). Το παρόν Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς τα εν λόγω έγγραφα ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητά τους (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C 921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66).  Στο πλαίσιο της αξιολόγησης της αυθεντικότητας ενός εγγράφου μπορεί βεβαίως να ληφθούν υπόψη και τυχόν εξόφθαλμες ενδείξεις μεταποίησης του εγγράφου τις οποίες είναι εύκολο να διακρίνει το Δικαστήριο ακόμα και χωρίς την επέμβαση ενός εμπειρογνώμονα.[2]

 

32.          Παρατηρείται ειδικότερα ότι έγγραφα υπό (β) έως (δ) αποτελούν ένορκες δηλώσεις και/ή επιστολές από διάφορα πρόσωπα όπου καταγράφουν τη δική τους μαρτυρία για τις περιστάσεις της Αιτήτριας. Πιο συγκεκριμένα, το υπό (β) είναι ένορκη δήλωση από το δικηγόρο της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της στην πρωτότυπή της μορφή, φέρει ημερομηνία 28.11.2018 και αναφέρεται σε γεγονότα (όσον αφορά τη συμπεριφορά της θείας της) τα οποία η ίδια η Αιτήτρια είχε διηγηθεί στο δικηγόρο της χωρίς αυτός να έχει προσωπική γνώση καθώς και γενικές αναφορές σχετικά με το ότι κινδυνεύει η Αιτήτρια στη χώρα καταγωγής της από μία συμμορία που σχετίζεται με τη θεία της (βλ. ερ. 124 – 125 του δ.φ.). Δεν παρατηρούνται σε αυτή την περίπτωση εξόφθαλμες ενδείξεις μεταποίησης του εγγράφου, ωστόσο το περιεχόμενό της δεν προσθέτει νέα στοιχεία στην υπόθεση της Αιτήτριας που να αυξάνουν τις πιθανότητες επιτυχίας της αίτησής της και εν πάση περιπτώση πρόκειται για δεδομένα που είχε τη δυνατότητα να τα προβάλει σε προγενέστερο στάδιο της υπόθεσής της αλλά δεν το έπραξε. Το έγγραφο υπό (γ) αποτελεί επίσης πρωτότυπη ένορκη δήλωση εκ μέρους της W. J. L., στενής φίλης και γειτόνισσας της Αιτήτριας, συνοδευόμενη από φωτοαντίγραφο της ταυτότητάς της και φέρει ημερομηνία η μεν ένορκη δήλωση 27.12.2021 και το δε αντίγραφο ταυτότητας 1.5.2022 (βλ. ερ. 121 – 123 του δ.φ.). Όσον αφορά το περιεχόμενο του εγγράφου, αυτό δεν εισαγάγει ούτε νέα στοιχεία ούτε αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας, καθώς καταγράφονται και πάλι τα ίδια γεγονότα όπως και στο προηγούμενο υπό (β) έγγραφο. Τέλος, το έγγραφο υπό (δ) αποτελεί ένορκη δήλωση της εξαδέλφης της Αιτήτριας (βλ. ερ. 119 – 120 του δ.φ.), ωστόσο η συγγένειά τους δεν προκύπτει από κάποιο δεδομένο το οποίο έχω ενώπιον μου αφού δεν φέρουν ούτε κοινό επώνυμο όνομα. Ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του εγγράφου, το οποίο αναφέρεται και πάλι σε όσα η Αιτήτρια την είχε πληροφορήσει για την συμπεριφορά της θείας της απέναντί της και μία σύντομη αναφορά στην προαναφερθείσα συμμορία, η συγκεκριμένη ένορκη δήλωση δεν φέρει ημερομηνία ούτε υπογραφή έχει εκ μέρους της ενόρκως δηλούσας πλήττοντας έτσι την αυθεντικότητά του και την αποδεικτική του αξία. Για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται και σε σχέση με τα υπόλοιπα έγγραφα, η αποδεικτική του αξία είναι μειωμένη. Το έγγραφο υπό (δ) συνοδεύεται από αντίγραφο της ταυτότητας της εξαδέλφης, το οποίο φέρει ημερομηνία 1.5.2022. Σε κάθε περίπτωση η εν λόγω ένορκη δήλωση δεν παρουσιάζει νέα στοιχεία ούτε αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας της αίτησης για διεθνή προστασία της Αιτήτριας, η οποία και σε αυτή την περίπτωση προσκομίστηκε οψιγενώς χωρίς ικανοποιητική εξήγηση. Παρατηρείται  τέλος ότι οι αναφορές στα εν λόγω έγγραφα δεν προέρχονται από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή (αφενός ο συνήγορος της Αιτήτριας και αφετέρου φιλικά/ συγγενικά της πρόσωπα) και ως εκ τούτου η αποδεικτική τους αξία είναι εκ προοιμίου μειωμένη. Επομένως, καταλήγω στο ίδιο συμπέρασμα ότι τα εν λόγω έγγραφα δεν αποτελούν νέα στοιχεία που να αυξάνουν τις πιθανότητες επιτυχίας της αίτησής της και εν πάση περιπτώση πρόκειται για δεδομένα που είχε τη δυνατότητα να τα προβάλει σε προγενέστερο στάδιο της υπόθεσής της αλλά δεν το έπραξε. Το τελευταίο υπό (ε) προσκομισθέν έγγραφο αποτελεί μία φωτογραφία όπου απεικονίζεται η σωρός ενός άνδρα και φέρει κάποιες χειρόγραφες φράσεις, όπως «RIP ΟΝΟΜΑ (Α. Ν. Μ.)», και κάποιες ημερομηνίες (βλ. ερ. 118 του δ.φ.), ωστόσο η ταυτότητα του άνδρα δε δύναται να επιβεβαιωθεί με κάποιον τρόπο ούτε η προέλευση της φωτογραφίας, αλλά ούτε και η σύνδεσή του με το αίτημα διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας. Δεδομένων των ανωτέρω τα στοιχεία και οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας κατά τη μεταγενέστερη αίτησή της δεν αποτελούν νέα στοιχεία τα οποία να αυξάνουν τις πιθανότητες υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας ενώ προσκομίστηκαν οψιγενώς από δική της υπαιτιότητα.

 

33.          Τέλος το έγγραφο υπό (α) ανωτέρω είναι πρωτότυπο ιατρικής έκθεσης ημερ. 21.5.2024 από τον γυναικολόγο κύριο Χ. Λ. και στο οποίο καταγράφεται η κατάσταση της Αιτήτρια κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης της, ενώ παράλληλα η έκθεση συνοδεύεται από σχετικό υπερηχογράφημα όπου απεικονίζεται το έμβρυο (βλ. ερ. 126 – 128 του δ.φ.). Το εν λόγω έγγραφο δε φέρει οποιαδήποτε εξόφθαλμα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία να αμφισβητείται η γνησιότητά του και μάλιστα εισαγάγει ένα νέο δεδομένο αναφορικά με το προφίλ της Αιτήτριας το οποίο θα πρέπει να αξιολογηθεί καταλλήλως όσον αφορά την επιστροφή της στη χώρα καταγωγής της. Πρόκειται δε για δεδομένο το οποίο ένεκα της φύσης του ευλόγως δεν προσκομίστηκε προηγουμένως. Επισημαίνεται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να επαναξιολογήσουν το προφίλ της Αιτήτριας δεδομένης της εγκυμοσύνης της, για την οποία προσκόμισε σχετικά έγγραφα από τον ιατρό της. Σύμφωνα με το ιατρικό πιστοποιητικό και τον υπέρηχο που προσκόμισε η Αιτήτρια, κατά το χρόνο υποβολής της μεταγενέστερης αίτησης, διένυε το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης της, ενώ κατά το χρόνο της τελευταίας ακροαματικής διαδικασίας στις 2.12.2024 ήταν πλησίον της καθορισμένης ημερομηνίας τοκετού και ως εκ τούτου δεν κρίθηκε αναγκαία η παρουσία της από το Δικαστήριο. Κατά τις προηγούμενες δικασίμους, ωστόσο, η Αιτήτρια είχε δηλώσει πως ο πατέρας του παιδιού είναι από το Καμερούν, είναι αιτητής ασύλου, ευρισκόμενος και ο ίδιος στην Δημοκρατία, διατηρούν σχέση και διαμένουν μαζί, με τον άνδρα να προτίθεται να την στηρίξει με την ανατροφή του παιδιού τους. Βάσει των ανωτέρω δεδομένων το προφίλ της Αιτήτριας θα πρέπει να εξετασθεί ως ανύπαντρη μητέρα και να αξιολογηθούν οι συνθήκες της ζωής της στο ενδεχόμενο επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της [Βλ. επικουρικώς και απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση  C‑216/22, A. A. κατά Bundesrepublik Deutschland, ECLI:EU:C:2024:122]. Σύμφωνα με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης στο Καμερούν γυναίκες με αναπηρίες, ανύπαντρες μητέρες, ηλικιωμένες, χήρες και γυναίκες – αρχηγοί στο νοικοκυριό είναι πιο ευάλωτες να υποστούν φυλετική βία.[3] Πιο συγκεκριμένα, στις αγγλόφωνες περιοχές όπου ανήκει ο τελευταίος τόπος διαμονής της Αιτήτριας (Bamenda) σύμφωνα με έκθεση του Ε.U.A.A. οι γυναίκες είναι θύματα φυλετικής βίας, ειδικά όταν αυτές σχετίζονται με άνδρες ή αγόρια που ανήκουν σε κάποια ένοπλη ομάδα τότε αυτές στοχοποιούνται από αντίπαλες ένοπλες ομάδες.[4] Περαιτέρω συγκεκριμένες πληροφορίες αναφορικά με τις ανύπαντρες μητέρες στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας δεν εντοπίστηκαν.  Με βάση τα πιο πάνω και από τα στοιχεία του προσωπικού της προφίλ, η Αιτήτρια είναι μία ενήλικη (34 ετών) γυναίκα, μορφωμένη, με εργασιακή πείρα στη χώρα καταγωγής της, χωρίς οποιεσδήποτε περιστάσεις δίωξης, υγιής και με κοινωνικό δίκτυο, αφού στο Καμερούν διαμένει ο πατέρας του πρώτου της τέκνου. Ωστόσο, ούσα έγκυος και εφόσον ευλόγως αναμένεται να έχει γεννήσει, πλέον το προφίλ της Αιτήτριας διαφοροποιείται ουσιωδώς. Εφόσον δεν είναι βέβαιη η επιστροφή του συντρόφου της με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, εξετάζεται ως μόνη μητέρα.

 

34.          Ως προς τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, αναφέρονται τα ακόλουθα, ως προκύπτουν από έγκυρες πηγές πληροφόρησης: Βάσει πληροφοριών από τον ανεξάρτητο οργανισμό ACAPS, η κρίση που ξέσπασε στις Αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν (ήτοι στις περιφέρειες Northwest και Southwest) περί τα τέλη του 2016 οδήγησε στην εμφάνιση διαφόρων αποσχιστικών ομάδων και σε ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ του κρατικού στρατού και των ενόπλων δυνάμεων των αυτονομιστών, που έχουν εντείνει την ανασφάλεια στις αγγλόφωνες περιοχές, «αφήνοντας 638.400 άτομα εσωτερικά εκτοπισμένα και 64.000 να αναζητούν καταφύγιο στη γειτονική Νιγηρία» (κατάσταση ως καταγράφεται στις 9 Φεβρουαρίου 2024).[5] Εκ των όσων επίσης αναφέρονται στην ίδια πηγή, οι απαρχές της σύγκρουσης εντοπίζονται στα μακροχρόνια προβλήματα στην αγγλόφωνη κοινότητα στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας, λόγω της περιθωριοποίησης τους από τη γαλλόφωνη κυβέρνηση, «που κλιμακώθηκαν σε εκτεταμένες διαμαρτυρίες και απεργίες περί τα τέλη του 2016».[6]

 

35.          Οι αντιμαχόμενες πλευρές αποτελούνται από τις ένοπλες κρατικές δυνάμεις ασφαλείας του Καμερούν που έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή (συμπεριλαμβανομένης της επίλεκτης μονάδας μάχης) και από διάφορες ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες (που αριθμούν πέραν των 7 διαφορετικών ενόπλων ομάδων, συνολικής δυναμικότητας 2.000-4.000 μαχητών, που κατά τις επιθέσεις τους εναντίον του κρατικού στρατού χρησιμοποιούν αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, καθώς και πιο προηγμένο οπλισμό όπως εκτοξευτές αντιαρματικών), που δρουν (κυρίως) στις αγγλόφωνες περιοχές (παρά το ότι εμφανίζονται με ορισμένο διαχωρισμό, οι ομάδες αυτές προσπαθούν όλο και περισσότερο να συντονιστούν μεταξύ τους, ενώ «οι συνεχιζόμενες εχθροπραξίες παρουσιάζουν ένα συλλογικό χαρακτήρα»).[7] Ο τόπος συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, η Bamenda, υπάγεται στη νοτιοδυτική περιφέρεια της χώρας.

 

36.          Σημειώνεται συναφώς, ότι στην Bamenda κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους και συγκεκριμένα μεταξύ 15.6.2024 και 13.6.2025 έλαβαν χώρα, συνολικά 63 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία επέφεραν 54 ανθρώπινες απώλειες. Εξ αυτών τα 2 συνίσταντο ως διαδηλώσεις (0 θάνατοι), τα 2 ως εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (1 θάνατος), τα 39 συνίστατο σε βία κατά αμάχων (32 θάνατοι), τα 18 σε μάχες (21 θάνατοι) και τα 2  συνίστατο σε αναταραχές (0 θάνατοι).[8] Δεδομένου ότι ο πληθυσμός της Bamenda με βάση την εκτίμηση του 2025 ανέρχεται σε 636.000 κατοίκους[9], κρίνεται ότι η ένταση της βίας στην πόλη, παρά τη γενικότερη κατάσταση στην αγγλόφωνη περιοχή, κινείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.  

 

37.          Δεδομένης της γενικότερης κατάστασης που επικρατεί στην ευρύτερη περιοχή που κατοικεί η Αιτήτρια, το νέο δεδομένο του προφίλ της (ως μόνη μητέρα) και τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που καταγράφονται ανωτέρω, δεν μπορεί να λεχθεί άνευ ετέρου, και χωρίς να εξεταστούν σε περαιτέρω επικαιροποιημένη βάση τα προσωπικά της δεδομένα (π.χ. ύπαρξη υποστηρικτικού δικτύου, υφιστάμενη οικογενειακή κατάσταση), ότι το γεγονός της εγκυμοσύνης της και της επικείμενης κύησης δεν αυξάνουν τις πιθανότητες υπαγωγής της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Με βάση δε τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα και για τους λόγους που αναφέρονται ανωτέρω, κρίνεται ότι αυξάνονται στη συγκεκριμένη περίπτωση της Αιτήτριας, οι πιθανότητες υπαγωγής της Αιτήτριας σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Υπογραμμίζεται εκ νέου ότι οι Καθ’ ων η αίτηση προχώρησαν σε απόρριψη της μεταγενέστερης προσφυγής της ως απαράδεκτης, χωρίς να προβούν σε οποιαδήποτε συναφή ανάλυση. Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα δεν προκύπτει οποιοδήποτε ασφαλές συμπέρασμα.

 

38.          Συνεπώς, η μεταγενέστερη αίτησή κρίνεται ως παραδεκτή ένεκα της προσαγωγής νέου στοιχείου, το οποίο δεν προσκομίστηκε σε προηγούμενο στάδιο, χωρίς ωστόσο να συντρέχει υπαιτιότητα της Αιτήτριας και επιπλέον, το οποίο αυξάνει τις πιθανότητες υπαγωγής της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον των Καθ’ ων η αίτηση και υπέρ της Αιτήτριας.

                             Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π. 

 



[1] Bλ. https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-05/Practical_Guide_Subsequent_Applications_EL.pdf  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 7.3.2025)

[2]  EUAA, 'Practical Guide on Evidence and Risk Assessment' (2024),                                                                                           σελ.57-62 διαθέσιμο στοhttps://euaa.europa.eu/publications/practical-guide-evidence-and-risk-assessment

[3] Ecoi.net, “Humanitarian Needs Overview – Cameroon – 2022”, issued on April 2022, p. 57, file:///C:/Users/User/Downloads/Cameroon-2022%20Humanitarian%20Needs%20Overview-%20HNO.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18.6.2025)

[4] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), “Treatment of civilians affiliated with members of the Ambazonian armed groups and situation of women in the Anglophone regions of Cameroon”, 11.7.2023, p. 4 – 6, https://www.ecoi.net/en/file/local/2094756/2023_07_EUAA_COI_Query_Response_Q17_Cameroon_Ambazonia_Treatment_of_Women.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18.6.2025)

[5] ACAPS, Country analysis: Cameroon, https://www.acaps.org/en/countries/cameroon#

[6] ACAPS, Country analysis: Cameroon, https://www.acaps.org/en/countries/cameroon#

[7] Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights – RULAC: Rule of Law in Armed Conflicts, Non-international Armed Conflicts in Cameroon, Last updated: 12th January 2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon  

[8] Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), ACLED Explorerhttps://acleddata.com/explorer/ (Metric: Event Counts / Fatality Counts, Date range: 15.6.2024-13.6.2025, Region: Africa, Country: Cameroon, Admin: Nord Ouest, Location: Bamenda), (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18.6.2025)

[9]  Macro Trends, Cameroon: Bamenda, https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/20361/bamenda/population (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18.6.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο