
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Νομική Αρωγή αρ.117/25
9 Ιουλίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν. 165(Ι)/2002)
Αίτηση από:
Α. Κ.
Αιτητής
Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως
Κα Λ. Βελίκοβα, Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
Κα Σ. Χαμπίμπ, μεταφράστρια για πιστή μετάφραση από Αραβικά στα Ελληνικά και αντίστροφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δόθηκε αυθημερόν)
Ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση νομικής αρωγής, προκειμένου να διορίσει δικηγόρο και να καταχωρήσει προσφυγή κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.10/06/25, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε.
Ως προκύπτει από το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας, ο αιτητής κατάγεται από τη Συρία, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 11/03/24 και στις 19/03/24 υπέβαλε την σχετιζόμενη με την παρούσα αίτηση διεθνούς προστασίας.
Η παρούσα στηρίζεται στους περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικούς Κανονισμούς (Αρ.1) του 2003 και στον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002, Ν. 165(Ι)/2002, στις διατάξεις του άρθρου 6Β (2) (α) και 6Β (2) (ββ), που ορίζει τα ακόλουθα:
«(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -
[…]
(α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή
υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και
(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:
Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.»
Κατά την εξέταση αιτήσεως νομικής αρωγής το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς να αποφασίζεται οριστικά η τύχη της προσφυγής που σε κάθε περίπτωση έχει δικαίωμα να καταχωρήσει ή να προωθήσει (αν έχει ήδη καταχωρηθεί) με ίδια μέσα ο αιτητής, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα της δεν επηρεάζει και δεν προδικάζει την έκβαση της (βλ. Durgo Man v. Δημοκρατίας, Νομ. Αρ. 278/09, ημ.15/07/09).
Στην απόφαση στην αίτηση Νομικής Αρωγής αρ.31/2013, SINGH KHUSHWANT του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Όπως νομολογιακά έχει αποφασιστεί, ο Νόμος δίνει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει, κατά πόσον «είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση». Είναι, επίσης, πάγια γραμμή της Νομολογίας, ότι ο Αιτητής δεν πρέπει να στερείται, χωρίς επαρκή λόγο, του δικαιώματός του να ακουστεί η προσφυγή του από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχοντας τη βοήθεια συνηγόρου. Από την άλλη, όμως, δεν είναι επιτρεπτή η παροχή νομικής αρωγής ανεξέλεγκτα, με συνακόλουθο την σπατάλη δημοσίου χρήματος με την καταχώρηση προσφυγών, οι οποίες δεν έχουν πιθανότητα επιτυχίας.
[…]
Παρεμβάλλω ότι είναι βασική αρχή πως το Δικαστήριο, εξετάζοντας αιτήσεις αυτής της μορφής και ασκώντας την ευρεία διακριτική του εξουσία, δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα ως προς το αποτέλεσμα της ίδιας της προσφυγής, αλλά παραμένει στην πιθανολόγηση έκδοσης θετικής απόφασης.
[…]. Τελικό, λοιπόν, κριτήριο είναι η πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης και, κατά την εξέταση μιας τέτοιας πιθανότητας, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει για την οριστική τύχη της προσφυγής, αλλά, όπως είναι καθήκον του, σταθμίζει τα ενώπιόν του στοιχεία, προκειμένου να κρίνει κατά πόσον οι απαραίτητες προϋποθέσεις του Νόμου ικανοποιούνται, για να συνεκτιμήσει την πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης στην αναμενόμενη να καταχωρηθεί προσφυγή.».
Από τα συνημμένα στο Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα προκύπτουν τα ακόλουθα.
Στην αίτηση ασύλου ο αιτητής κατέγραψε ότι έφυγε από τη χώρα διαμονής του λόγω του πολέμου, των κακουχιών και για οικονομικούς λόγους.
Στις συνεντεύξεις που ακολούθησαν ο αιτητής ανέφερε ότι είναι καλά στην υγεία του, δεν έχει λάβει καμία απολύτως μόρφωση, έχει γυναίκα και παιδί, οι οποίοι είναι στη Δημοκρατία και έχουν λάβει συμπληρωματική προστασία και διαμένουν σήμερα με την μητέρα της συζύγου του. Στη Δημοκρατία διαμένουν και άλλοι συγγενείς του αιτητή και άλλοι σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Όταν ήταν μικρός στη Συρία ήταν βοσκός στην Aleppo και μετά από σύντομο διάστημα σε καταλύματα (camps) διέμενε για περίπου 10 χρόνια στη Τουρκία, απ’ όπου τον επέστρεψαν στη Συρία όταν συνελήφθη. Απ’ εκεί, εντός ολίγων ημερών, ως ανέφερε, επέστρεψε στην Τουρκία και με τη βοήθεια διακινητή κατέληξε στα κατεχόμενα και τελικώς στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές. Ερωτώμενος για τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ο αιτητής ανέφερε ότι ήταν λόγω του πολέμου, καθώς ήθελε να έχει ήσυχο το κεφάλι του και στη Συρία η κατάσταση δεν είναι ασφαλής ούτε σήμερα και δεν έχει απομείνει τίποτε, καθώς το χωριό του καταστράφηκε, ως ανέφερε. Σχετικά με την οικογένεια του ανέφερε πως παντρεύτηκε τη σύζυγο του περί το 2017-2018 (σύμφωνα με τα όσα ο ίδιος ανέφερε η σύζυγος του ήταν ανήλικη τότε), είχαν προβλήματα και καυγάδες και γι’ αυτό η σύζυγος του ήρθε νωρίτερα στη Δημοκρατία. Έκτοτε διατηρούσαν επαφή και τελικά ήρθε και ο αιτητής στη Δημοκρατία για να είναι με την οικογένεια του, με την οποία διαμένει σήμερα. Σχετικά με ουλές που παρατηρήθηκαν στο σώμα του ο αιτητής ανέφερε πως ήταν λόγω αυτοκινητιστικού δυστυχήματος στο οποίο ενεπλάκη πριν από 15 χρόνια αλλά και λόγω του ότι έκανε χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ, σταμάτησε δε τη χρήση, ως ανέφερε. Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής ανέφερε ότι η κατάσταση στη Συρία εξακολουθεί να είναι έκρυθμη και μη ασφαλής, διευκρινίζοντας ότι δεν έχει κάποιο πρόβλημα με τη νέα κυβέρνηση της χώρας και πως οι αρχές θα επιτρέψουν την είσοδο του στη χώρα.
Ερωτώμενος σχετικά με τις πληροφορίες αναφορικά κατηγορίες εναντίον του στην Τουρκία για συμμετοχή στον ISIS και τα αδικήματα της διακίνησης ναρκωτικών και εμπορίας όπλων ο αιτητής ανέφερε ότι ήταν στη φυλακή για ένα χρόνο και πως έφυγε από τη Συρία όταν ήταν μικρός, μεγάλωσε στην Τουρκία και δεν ενεπλάκη ποτέ με τον ISIS. Σχετικά με τις κατηγορίες που αφορούν το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων ο αιτητής ανέφερε ότι ήταν «κατασκευασμένες», χωρίς να αναφέρει όμως τον λόγο. Ως περαιτέρω ανέφερε, στη Συρία ήταν βοσκός και μόλις άρχισαν τα προβλήματα στη χώρα μετεγκαταστάθηκαν σε κατάλυμα (camp). Σχετικά με τη χρήση ναρκωτικών ο αιτητής ανέφερε ότι έχει 2-3 χρόνια από την τελευταία φορά που έκανε χρήση.
Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι οι ως άνω ερωτήσεις αφορούσαν την κράτηση του αιτητή στη Δημοκρατία δυνάμει του 9ΣΤ (2) (ε) του Περί Προσφύγων Νόμου, εκ της οποίας ελευθερώθηκε στις 16/04/25, δια σχετικής απόφασης ίδιας ημερομηνίας σε διαδικασία Habeas Corpus στην Πολ. Αίτηση αρ.58/2025 (είναι δημοσιευμένη). Επί των όσων του αποδίδονταν στα πλαίσια του διατάγματος κράτησης δυνάμει του 9ΣΤ (2) (ε) του Περί Προσφύγων Νόμου ο αιτητής ανέφερε ότι δεν ισχύουν και δεν γνωρίζει γιατί του αποδίδονταν αυτές οι πράξεις.
Σε ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν σχετικά με δημοσιευμένη φωτογραφία του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης (ΜΚΔ) στην οποία εμφαίνεται να κρατά όπλο ο αιτητής ανέφερε πως αυτό ήταν παιχνίδι που αγόρασε για τον γιό του και ότι η δερματοστιξία (tattoo) που φέρει στο χέρι του, όπου απεικονίζεται όπλο, έγινε όταν πήγε στην Τουρκία. Τέλος, σχετικά με άλλη φωτογραφία που εντοπίστηκε στον λογαριασμό του αιτητή σε ΜΚΔ, όπου το άτομο που απεικονίζεται φορά στρατιωτική στολή, ο αιτητής ανέφερε ότι το άτομο αυτό είναι αδελφός του και την στολή τη φορούσε γιατί εργαζόταν ως μηχανικός και αυτό συνηθίζεται.
Στην τρίτη συνέντευξη που έγινε ο αιτητής, ερωτώμενος αναφορικά με την οικογένεια του ανέφερε ότι με τη σύζυγο γνωρίστηκαν στην Κωνσταντινούπολη, ήταν γείτονες και αποφάσισαν να παντρευτούν. Μετά είχαν καυγάδες και όταν αυτή αποφάσισε να ακολουθήσει την οικογένεια της στην Κύπρο, ο αιτητής, λόγω του ότι δεν είχε χρήματα για το ταξίδι, έμεινε πίσω και αργότερα ανέκτησε επαφή μαζί της μέσω μιας ξαδέλφης του. Επί της φωτογραφίας που τον απεικονίζει να κρατά όπλο ο αιτητής, ερωτώμενος σχετικά, επανέλαβε ότι ήταν παιχνίδι που αγόρασε για τον γιό του, εμμένοντας στη θέση του ότι πρόκειται για πλαστικό παιχνίδι.
Η Υπηρεσία Ασύλου, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή, σχημάτισε 4 ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.
1. Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή
2. Λόγω της επικρατούσας κατάστασης στη Συρία και ειδικότερα στην περιοχή καταγωγής του αιτητή στην περιφέρεια Aleppo
3. Ο αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του με σκοπό να επανασυνδεθεί με τη σύζυγο του και το παιδί του να λάβει εκπαίδευση
4. Ο αιτητής ως μέλος εξτρεμιστικών οργανώσεων στη χώρα καταγωγής του και η σχέση με εγκληματικές ενέργειες του οργανωμένου εγκλήματος που σχετιζόταν με τη διακίνηση ναρκωτικών και όπλων
Εκ των ως άνω έγιναν αποδεκτοί άπαντες οι ισχυρισμοί του αιτητή.
Σημειώνω ότι ο ως άνω 4ος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά πληροφορίες που είχαν εξασφαλίσει οι καθ’ ων η αίτηση και όχι ισχυρισμούς του ιδίου.
Στα πλαίσια αξιολόγησης μελλοντικού κινδύνου, στη βάση των ως άνω αποδεκτών ισχυρισμών, κατόπιν παράθεσης πλήθους διαθέσιμων πληροφοριών (ΠΧΚ) σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας σήμερα στη Συρία αλλά και ειδικά στον τόπο διαμονής του αιτητή αλλά και την τρέχουσα πολιτική κατάσταση, ως διαμορφώνεται με τη νέα κυβέρνηση της χώρας, μετά τον διωγμό του καθεστώτος Άσαντ, και λαμβανομένου υπόψη και συνυπολογιζόμενου του προφίλ του αιτητή, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν στα εξής. Αφενός, ως ήταν εύρημα τους, ότι η κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (Aleppo) παραμένει επισφαλής, με αυξημένα επίπεδα αδιάκριτης βίας, εκ των οποίων στοιχειοθετείται κίνδυνος σοβαρής βλάβης (βλ. ερ.171, σημείο τονισμένο και υπογραμμισμένο). Θα πρέπει να σημειωθεί όμως ότι, ακολούθως, καταγράφεται εύρημα ότι, με βάση τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, δεν διαπιστώνεται κίνδυνος στη βάση του αρ.19 (2) (γ) του Νόμου (βλ. ερ.171, τελευταία παράγραφος). Σχετικά με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό, κατόπιν ενδελεχούς παράθεσης ΠΧΚ σχετικά με της εξελίξεις μετά την άνοδο της νέας κυβέρνησης στη Συρία, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι, δεδομένου ότι ο de facto ηγέτης της Συρίας εμπλεκόταν στο παρελθόν με τον ISIS και δεν εντοπίζονται – ως αναφέρουν - πληροφορίες για στοχοποίηση μελών του ISIS, και λαμβανομένου υπόψη του ότι δεν προκύπτει ότι οι αρχές τις χώρας έχουν γνώση της προηγούμενης εμπλοκής του αιτητή με τον ISIS αλλά και του ότι ο ίδιος δήλωσε ότι δεν έχει πρόβλημα με τις νέες αρχές της χώρας, δεν μπορεί να διαπιστωθεί κίνδυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης σ’ αυτή τη βάση.
Αποτιμώντας εκ νέου τα ενώπιον τους στοιχεία, υπό το φως και των ως άνω ευρημάτων τους, μετά από επιπρόσθετη παράθεση ΠΧΚ, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν εντοπίζεται βάσιμος φόβος δίωξης.
Προχωρώντας σε αξιολόγηση των ως άνω αναφορικά με την πτυχή της συμπληρωματικής προστασίας, οι καθ’ ων η αίτηση, παραθέτοντας και πάλι πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας στην επικράτεια και ειδικώς στο κυβερνείο της Aleppo (τόπος διαμονής του αιτητή), αλλά και παραπέμποντας στο εγχειρίδιο της EUAA «Country Guidance, Syria, April 2024», κατέληξαν ότι διαπιστώνεται κίνδυνος σοβαρής βλάβης του αιτητή στη βάση του αρ.19 (2) (γ) του Νόμου. Ακολούθως των ως άνω, προβαίνοντας σε αξιολόγηση του αν είναι δυνατή εσωτερική μετεγκατάσταση του αιτητή σε άλλο μέρος εντός της Συρίας, όπου δεν θα διατρέχει τέτοιο κίνδυνο σοβαρής βλάβης, κατόπιν παράθεσης πληροφοριών που δεικνύουν ότι είναι δυνατή η επανεισδοχή στην επικράτεια ατόμων χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα (μπορεί να αιτηθεί και να του δοθούν προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα) αλλά και ΠΧΚ σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στην πρωτεύουσα Δαμασκό, κατέληξαν ότι ο αιτητής μπορεί να μετεγκατασταθεί εκεί κατά την επιστροφή του, όπου δεν διατρέχει κίνδυνο στη βάση του αρ.19 (2) (γ) του Νόμου.
Κατόπιν των ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση προσθέτουν ότι αν το αποτέλεσμα των ως άνω ήταν η απόδοση διεθνούς προστασίας, ενδεχομένως να συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού για τον αιτητή (βλ. ερ.156). Σημειώνω σχετικώς ότι εφόσον οι κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση ήταν ότι – δεδομένης της δυνατότητας εσωτερικής μετεγκατάστασης του αιτητή – δεν συντρέχουν λόγοι παροχής διεθνούς προστασίας, η αναφορά αυτή ουδεμία σκοπιμότητα εξυπηρετεί.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη δεν εκδόθηκε όμως κατά του απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του για λόγους διατήρησης οικογενειακής ενότητας, ως οι καθ’ ων η αίτηση αναφέρουν.
Στον αιτητή μεταφράστηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα και του δόθηκε η ευκαιρία να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμεί, αφού του εξηγήθηκαν οι προϋποθέσεις που θέτει η οικεία νομοθεσία για την έγκριση αιτήσεων ως η παρούσα, ως και ανωτέρω καταγράφεται. Κατά την ακρόαση ο αιτητής της παρούσης ανέφερε ότι επιθυμεί να λάβει διεθνή προστασία, ως η σύζυγος και το παιδί του.
Έχω διέλθει με προσοχή του περιεχομένου του σημειώματος του Γενικού Εισαγγελέα, των συνημμένων σ’ αυτό εγγράφων αλλά και των δηλώσεων του αιτητή στα πλαίσια της παρούσης.
Θα πρέπει να σημειώσω κατ’ αρχήν ότι εντοπίζω στην απόφαση επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας ενδεχομένως πλημμέλειες αναφορικά με τον σχηματισμό του 4ου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος δεν προκύπτει ευθέως από τα ενώπιον μου στοιχεία πως και από που προέκυψαν οι πληροφορίες αυτές. Όμως, δεδομένου ότι ακόμα και αν παραλειφθεί ο εν λόγω ισχυρισμός, λαμβανομένου υπόψη ότι η εξέταση, δεδομένης της κατάληξης των καθ’ ων η αίτηση περί δυνατότητας εσωτερικής μετεγκατάστασης του αιτητή στη Δαμασκό, τα δεδομένα που αφορούν τον εν λόγω ισχυρισμό, δεν δύνανται να διαφοροποιήσουν την κατάληξη τους. Συνεπώς δεν εντοπίζω σημείο εκ του οποίου, ακόμα και αν δεν γινόταν δεκτό το 4ο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό, θα διαφοροποιούνταν η κατάληξη στην επίδικη απόφαση. Άλλωστε, ως και οι καθ’ ων η αίτηση παραθέτουν, σε διαθέσιμες ΠΧΚ γίνεται αναφορά σε δεσμούς του σημερινού καθεστώτος της Συρίας με την οργάνωση στην οποία αποδίδεται στον αιτητή ότι αυτός συμμετείχε.
Αναφορικά με την γενική κατάσταση ασφαλείας (2ος ουσιώδης ισχυρισμός), σημειώνω ότι έχω εντοπίσει τις κάτωθι πληροφορίες.
Ενόψει των ως άνω σημειώνω ότι, με δεδομένο ότι κατά του αιτητή δεν έχει εκδοθεί απόφαση επιστροφής στη Συρία, δεν θα μπορούσε να εξεταστεί η παρούσα υπό το πρίσμα του αρ.3 της ΕΣΔΑ.
Επισημαίνεται σχετικά το εύρος προστασίας που παρέχεται από την αρχή της μη επαναπροώθησης, ως κατοχυρώνεται στο αρ.3 της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκής Συμβάσης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), έχει πολλάκις απασχολήσει τη νομολογία του ΕΔΑΔ, που στην απόφαση του στην M.S.S. v Belgium and Greece [GC], Application No. 30696/09, ημ.21/01/11, παρ.263, συνδέει την παράβαση του αρ.3 της ΕΣΔΑ με την εκεί διαπιστούμενη παντελή απουσία προοπτικών βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης του αιτητή, καταλήγοντας στα εξής:
«In the light of the above and in view of the obligations incumbent on the Greek authorities under the Reception Directive (see paragraph 84 above), the Court considers that the Greek authorities have not had due regard to the applicant’s vulnerability as an asylum-seeker and must be held responsible, because of their inaction, for the situation in which he has found himself for several months, living on the street, with no resources or access to sanitary facilities, and without any means of providing for his essential needs. The Court considers that the applicant has been the victim of humiliating treatment showing a lack of respect for his dignity and that this situation has, without doubt, aroused in him feelings of fear, anguish or inferiority capable of inducing desperation. It considers that such living conditions, combined with the prolonged uncertainty in which he has remained and the total lack of any prospects of his situation improving, have attained the level of severity required to fall within the scope of Article 3 of the Convention. »
Στην πιο πάνω απόφαση, ως από το ως άνω απόσπασμα προκύπτει, καθοριστικής σημασίας για την διαπιστούμενη παράβαση του αρ.3 της ΕΣΔΑ ήταν το γεγονός ότι ο αιτητής βρισκόταν χωρίς επαρκείς συνθήκες υποδοχής, χωρίς ουσιαστική πρόσβαση στην αγορά εργασίας και χωρίς πιθανότητες βελτίωσης της κατάστασης του στο άμεσα προβλέψιμο μέλλον, δεδομένης και της επί μακρόν αβεβαιότητας στην οποία βρισκόταν, συνεπεία μη ολοκλήρωσης της εξέτασης της εκκρεμούσης αιτήσεως διεθνούς προστασίας. Στην απουσία απόφασης επιστροφής δεν μπορεί να γίνει λόγος περί των ως άνω, δεδομένου ότι τα περί οικονομικής ανέχειας ή άλλων δυσχερειών που αναφέρει ο αιτητής ουδόλως σχετίζονται με το προσφυγικό καθεστώτος ή συμπληρωματικής προστασίας, ως και πιο κάτω θα εξηγηθεί.
Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι σχετικά με την πτυχή συμπληρωματικής προστασίας, στο εγχειρίδιο «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ) – Δικαστική Ανάλυση», του EASO, σελ.120, αναφέρονται τα εξής:
«Το ΔΕΕ επισήμανε ότι το γράμμα του άρθρου 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) διαφέρει από εκείνο του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ στο μέτρο που εφαρμόζεται σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος «στη χώρα καταγωγής». […] Επιπλέον, το ΔΕΕ επισήμανε ότι ορισμένα στοιχεία του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), καθώς και η ratio της συγκεκριμένης οδηγίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνεία της συγκεκριμένης διάταξης. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) απαριθμεί τους φορείς σοβαρής βλάβης, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι οι βλάβες αυτές πρέπει να απορρέουν από συμπεριφορά τρίτου και δεν μπορούν, κατά συνέπεια, να αποτελούν απλώς και μόνο συνέπεια των γενικών ανεπαρκειών του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής. Ομοίως, κατά την αιτιολογική σκέψη 26 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»
Περαιτέρω, στην σελ.123 του ιδίου εγχειριδίου αναφέρονται τα εξής:
«Η εφαρμογή του άρθρου 15 στοιχείο β) προϋποθέτει ένα στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης. Παρά την παραπομπή του ΔΕΕ στη νομολογία του ΕΔΔΑ σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και στην υποχρέωση εφαρμογής της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) κατά τρόπο που συνάδει με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του Χάρτη της ΕΕ (μη επαναπροώθηση, σε περίπτωση σοβαρού κινδύνου απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας) (731), το ΔΕΕ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη διαφορετική διατύπωση του άρθρου 15 στοιχείο β) και διακρίνει μεταξύ του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 3, ως απαγόρευσης επιστροφής προσώπου, και της θεμελίωσης αίτησης επικουρικής προστασίας […]»
Εκ των ως άνω προκύπτει ότι, χωρίς να συνυπάρχει το απαραίτητο «στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης», δεν δύναται, χωρίς να καταδειχθεί σχετικός φορέας δίωξης ή σοβαρής βλάβης εκ του οποίου ο αιτητής κινδυνεύει να υποστεί την προβλεπόμενη στο αρ.19 (2) (β) του Νόμου βλάβη, να αποδοθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στη βάση και μόνο οικονομικών δυσχερειών ή κακουχιών (βλ. απόφαση ΔΕΕ, C-542/13, M’Bodj, ημ.18/12/14). Εδώ ελλείπει το απαιτούμενο «στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης» και - κατ’ επέκταση - ο απαιτούμενος φορέας σοβαρής βλάβης και συνεπώς ουδείς λόγος μπορεί να γίνει για συμπληρωματική προστασία σ’ αυτή τη βάση.
Ομοίως απουσιάζουν και λόγοι που να συνδέονται με το προσφυγικό καθεστώς αφού ο αιτητής δεν ισχυρίστηκε δίωξη του από κάποιο φορέα στη χώρα καταγωγής του στη βάση των αρ.3 – 3Δ του Νόμου.
Σε σχέση τέλος με τους ισχυρισμούς του αιτητή ότι θα πρέπει να του αποδοθεί διεθνής προστασία, ως δόθηκε στη σύζυγο και το τέκνο του, θα πρέπει να υπομνησθεί ότι το γεγονός αυτό δεν διαφοροποιεί την κατάληξη μου. Τούτο γιατί δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται ότι η οδηγία 2011/95/ΕΕ και ο Νόμος δεν αναγνωρίζει παράγωγο καθεστώς, ήτοι την αυτόματη υπαγωγή των λοιπών μελών οικογενείας κατόχων διεθνούς προστασίας στο σχετικό καθεστώς που αυτοί έλαβαν. Τούτο επιβεβαιώνεται και από το εγχειρίδιο του EASO «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ) – Δικαστική Ανάλυση», όπου στη σελ.109, παρ.1.10.2.1. αναφέρεται ότι «[η] ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) δεν προβλέπει αυτόματο παράγωγο καθεστώς (ίδιο με εκείνο του κύριου αιτούντος), όπως πρότεινε η Επιτροπή σε σχέση με την αρχική ΟΕΑΑ.».
Χρήσιμα είναι και τα όσα αναφέρονται στη C-652/16, Ahmedbekova, ημ.04/10/2018, απόφαση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) όπου, στις σκέψεις 44-51 αναφέρει τα ακόλουθα:
«44.Το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, το οποίο πρέπει να εξεταστεί πρώτο, αφορά το ζήτημα εάν η αίτηση διεθνούς προστασίας πρέπει να αξιολογείται «αποκλειστικώς βάσει γεγονότων και περιστάσεων που αφορούν τον αιτούντα».
[…]
46. Επομένως, με το τέταρτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ' ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 4 της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι, στο πλαίσιο της εξατομικευμένης αξιολόγησης της αίτησης διεθνούς προστασίας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι απειλές δίωξης και σοβαρών βλαβών σε βάρος μέλους της οικογένειας του αιτούντος.
[…]
48. Η οδηγία 2011/95 δεν προβλέπει τη χορήγηση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας σε υπηκόους τρίτης χώρας ή ανιθαγενείς πέραν εκείνων που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη. Εξάλλου, αποτελεί πάγια νομολογία ότι κάθε απόφαση χορήγησης του καθεστώτος του πρόσφυγα ή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας πρέπει να στηρίζεται σε εξατομικευμένη αξιολόγηση (απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2018, F, C‑473/16, EU:C:2018:36, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), σκοπός της οποίας είναι να διαπιστωθεί εάν, λαμβανομένης υπόψη της προσωπικής κατάστασης του αιτούντος, πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης τέτοιου καθεστώτος (απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2012, Y και Z, C‑71/11 και C‑99/11, EU:C:2012:518, σκέψη 68).
[…]
50. Μολονότι από τα προεκτεθέντα συνάγεται ότι η αίτηση διεθνούς προστασίας δεν μπορεί να γίνει δεκτή απλώς και μόνον επειδή ένα μέλος της οικογένειας του αιτούντος έχει βάσιμο φόβο δίωξης ή αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, εντούτοις, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 32 των προτάσεών του, τέτοιες απειλές σε βάρος μέλους της οικογένειας του αιτούντος πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο αιτών αντιμετωπίζει ο ίδιος, λόγω του οικογενειακού δεσμού με το απειλούμενο πρόσωπο, απειλή δίωξης ή σοβαρής βλάβης. Συναφώς, όπως επισημαίνεται με την αιτιολογική σκέψη 36 της οδηγίας 2011/95, τα μέλη της οικογένειας ενός απειλούμενου προσώπου κατά κανόνα κινδυνεύουν επίσης να βρεθούν σε ευάλωτη θέση.
51. Επομένως, στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 4 της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι, στο πλαίσιο της εξατομικευμένης αξιολόγησης της αίτησης διεθνούς προστασίας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι απειλές δίωξης και σοβαρών βλαβών σε βάρος μέλους της οικογένειας του αιτούντος, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο αιτών αντιμετωπίζει ο ίδιος τέτοιες απειλές, λόγω του οικογενειακού δεσμού με το απειλούμενο πρόσωπο.»
Συνεπώς, ως εκ των ως άνω συνάγεται, η απόδοση διεθνούς προστασίας στη σύζυγο και το παιδί του αιτητή, δεν συνεπάγεται αυτόματη απόδοση τέτοιου καθεστώτος στον εδώ αιτητή.
Θα συμφωνήσω περαιτέρω, τα πλαίσια του εδώ διενεργούμενου ελέγχου, και με την κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση περί αδιάκριτης βίας στον τόπο διαμονής του αιτητή αλλά και το εύρημα περί δυνατότητας μετεγκατάστασης αυτού στη Δαμασκό.
Με βάση τα διαλαμβανόμενα στο αρ.12Γ του Νόμου [βλ. και αρ.8 (1) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ] η δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασης αποκλείει την παροχή διεθνούς προστασίας. Προκειμένου λοιπόν να στοιχειοθετήθει αυτή η δυνατότητα θα πρέπει να τεκμηριωθούν τα εξής στη βάση των διαθέσιμων πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής:
«[…] σε τμήμα της χώρας ιθαγένειάς του-
(i) δεν υπάρχει βάσιμος φόβος ότι θα υποστεί δίωξη ή ότι διατρέχει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ή
(ii) έχει πρόσβαση σε προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, όπως η εν λόγω προστασία ορίζεται στο άρθρο 3Β,
και ο αιτητής μπορεί νόμιμα και με ασφάλεια να ταξιδέψει και να γίνει δεκτός σε εκείνο το τμήμα της χώρας και μπορεί εύλογα να αναμένεται να εγκατασταθεί εκεί.»
(Αρ.12Γ (1) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000))
Τα ως άνω, δεδομένου και του ότι ο αιτητής – σύμφωνα με ΠΧΚ που εντοπίστηκαν και από τους καθ’ ων η αίτηση – δύναται να γίνει δεκτός στη Συρία, ακόμα με προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα, τα οποία μπορεί να εξασφαλίσει στη Δημοκρατία[1], δεικνύουν ότι μπορούν να τύχουν εφαρμογής στην περίπτωση του.
Ενόψει των ως άνω παραθέτω μια επικαιροποιημένη αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο όπου θεωρήθηκε ότι δύναται να μετεγκατασταθεί ο αιτητής, ήτοι τη Δαμασκό.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, στη διάρκεια ενός έτους (Past year of ACLED Data) και συγκεκριμένα από τις 06/07/24 έως τις 04/07/25 στην Δαμασκό της Συρίας, σημειώθηκαν συνολικά 92 περιστατικά ασφαλείας (133 θάνατοι), εκ των οποίων 46 κωδικοποιήθηκαν ως περιστατικά βίας κατά αμάχων (47 θάνατοι), 5 μάχες (11 θάνατοι), 5 περιστατικά εκρήξεων / απομακρυσμένης βίας (1 θάνατος) και 1 ως περιστατικό αναταραχών (κανένας θάνατος)[2]. Ο πληθυσμός της Δαμασκού εκτιμήθηκε περί τα 2.5 εκατομμύρια κατοίκων το 2023. [3]
Τα ως άνω δεδομένα σχηματίζουν μια εικόνα γενικά ασφαλούς περιοχής για τον τόπο όπου θα αναμενόταν ο αιτητής να μετεγκατασταθεί (Δαμασκός), στη βάση του αρ.19 (2) (γ), αν εκδιδόταν απόφαση επιστροφής κατ’ αυτού, που δεν έγινε εν προκειμένω, και δεν δεικνύουν κίνδυνο στη βάση αυτή.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων και των επ’ αυτών διαπιστώσεων μου, ως καταγράφονται πιο πάνω, καταλήγω ότι η αίτηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε ο αιτητής φαίνεται – μέσα από μια εκ πρώτης όψεως εκτίμηση των ενώπιον μου στοιχείων και δεδομένων - να εξετάστηκε επιμελώς από την Υπηρεσία και ουδέν ετέθη ενώπιον μου δυνάμενο να ανατρέψει την κατάληξη περί μη ύπαρξης εν προκειμένω αναγκών διεθνούς προστασίας.
Σημειώνω τέλος ότι έχω ενημερωθεί πριν την έκδοση της παρούσης ότι ο αιτητής έχει ήδη καταχωρήσει σήμερα προσφυγή κατά της συνδεδεμένης με την παρούσα απόφασης των καθ’ ων η αίτηση. Δια τούτο και θεωρώ ότι η κατάληξη της παρούσας δεν τον εμποδίζει από του να έχει ουσιαστική πρόσβαση στη δικαιοσύνη και δεν είναι αντίθετη με την σχετική επιφύλαξη που θέτει ο νομοθέτης στο τέλος αρ.6Β (2) και 7 (1) (β) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002.
Συνεπώς – στη βάση όσων πιο πάνω αναφέρω - είναι κατάληξη μου ότι δεν έχει καταδειχθεί εν προκειμένω ότι η προσφυγή που ο αιτητής καταχώρησε δεν διατηρεί πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας, καθώς δεν μπορεί να πιθανολογηθεί εκ των ενώπιον μου στοιχείων η έκδοση θετικής για τον αιτητή απόφασης.
Σημειώνεται βεβαίως ότι το αποτέλεσμα της παρούσας δεν προδικάζει το αποτέλεσμα της προσφυγής που καταχώρησε, την οποία ο αιτητής έχει ασφαλώς κάθε δικαίωμα να προωθήσει με ίδια μέσα.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Τα έξοδα του μεταφραστή να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1]Nearly 750,000 Displaced Syrians Have Returned to Their Places of Origin, New IOM Data Reveals
https://syriaishome.org/en/faq/
[2] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ με συναφή παραμετροποίηση
[3] EUAA, County of Origin Information Report, Syria- Security Situation, Οκτώβριος 2024, σελ. 130, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2024-10/2024-10-EUAA_COI_Report_Syria_Security_Situation_0.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο