
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 1259/24
25 Ιουλίου 2025
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ
D. T. N.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Χρ. Παφίτη (κα) για Αγγελική Λαζάρου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Μ. Φιλίππου (κα) για Α. Φιλίππου (κος), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 01/02/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για διεθνή προστασία ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
Ο Αιτητής είναι υπήκοος Καμερούν και εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία. Στις 17/03/2021 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Στις 01/11/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή ενώπιον αρμόδιου λειτουργού του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο - Ο.Ε.Ε.Α. (αγγλ. European Union Agency for Asylum - E.U.A.A.) (από τούδε και στο εξής «αρμόδιος λειτουργός»), προς εξέταση του αιτήματος του για διεθνή προστασία. Μετά την συνέντευξη, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση ημερ. 29/01/2024 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου. Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών ως ο Νόμος ορίζει, λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε για λογαριασμό του Προϊσταμένου την ανωτέρω εισήγηση στις 01/02/2024 και απέρριψε την αίτηση για διεθνή προστασία.
Στις 28/03/2024 ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης του Αιτητή για την απόφαση του Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του επιδόθηκε δια χειρός αυθημερόν.
Στις 10/04/2024 καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή στο Δικαστήριο.
Ο Αιτητής δια της γραπτής αγόρευσης της ευπαίδευτης συνηγόρου του, προώθησε τους ακόλουθους λόγους ακύρωσης: (α) η προσβαλλόμενη πράξη έχει ληφθεί χωρίς να διεξαχθεί η δέουσα έρευνα και/ή χωρίς να ληφθούν υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, (β) η προσβαλλόμενη πράξη έχει ληφθεί από αναρμόδιο πρόσωπο ή μη δεόντως εξουσιοδοτημένο (γ) η πράξη και/ή απόφαση των Καθ΄ ων η Αίτηση στερείται επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας και/ή είναι ελλιπής και/ή στηρίζεται σε εσφαλμένη αιτιολογία και (δ) η προσβαλλόμενη πράξη έχει ληφθεί τελώντας υπό πλάνη περί τα πράγματα.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση αντικρούοντας τους ισχυρισμούς, υπέβαλε δια της γραπτής αγόρευσής του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη, ενώ ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος της απόδειξης που του αναλογεί. Ως εκ τούτου εισηγήθηκε όπως απορριφθεί η παρούσα προσφυγή και επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων της παρούσας υπόθεσης στις 19/06/2025, η συνήγορος του Αιτητή δήλωσε ότι θα προωθήσει μόνον τους λόγους ακύρωσης που αφορούν την έλλειψη δέουσας έρευνας και έλλειψης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Δεδομένου του περιορισμού της υπό εξέταση προσφυγής στην έλλειψη δέουσας και λαμβάνοντας υπόψιν ότι σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν. 73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας και όχι μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο, προχωρώ στην εξέταση της επίδικης απόφασης σε συνάρτηση με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, όπως προκύπτουν από τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης.
Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Κατά το στάδιο υποβολής της αίτησης διεθνούς προστασίας ο Αιτητής κλήθηκε να καταγράψει τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και τους λόγους για τους οποίους δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτήν. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε το Καμερούν εξαιτίας της ανασφάλειας στην περιοχή του. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι οι μαχητές των Amazonians επιτέθηκαν και απήγαγαν ανθρώπους από το χωριό του και όταν το περιστατικό αναφέρθηκε, προκλήθηκε σύγκρουση μεταξύ του χωριού του και ενός γειτονικού χωριού.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Καμερούν, γεννημένος στην πόλη Bangourain, στην Δυτική Περιφέρεια (West Region) του Καμερούν, αλλά προερχόμενος από την πόλη Foumbot, επίσης στη Δυτική Περιφέρεια, η οποία αποτελεί και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. Περαιτέρω, δήλωσε ότι ανήκει στην εθνοτική ομάδα Bamun και ακολουθεί τη μουσουλμανική θρησκεία. Επίσης, μιλάει γαλλικά και τη μητρική του γλώσσα Bamoun. Ως προς το μορφωτικό και επαγγελματικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι φοίτησε για έξι χρόνια και διατηρούσε δικό του μίνι μάρκετ στην πόλη Bangourain πριν φύγει από το Καμερούν. Επιπρόσθετα, αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε πως έχει τρία παιδιά που ζουν με τη μητέρα του στο Foumbot. Διευκρίνισε ότι δεν είναι πλέον παντρεμένος με τη μητέρα των παιδιών του, η οποία έχει παντρευτεί άλλον άντρα. Δήλωσε ότι είναι «παντρεμένος» με Ελληνίδα στην Κύπρο, αλλά ο γάμος δεν έχει καταχωρηθεί επίσημα, δεν μένουν μαζί, και εκείνη έχει επιστρέψει στην Ελλάδα. Σημειωτέον ότι δεν υπέβαλε κανένα έγγραφο που να αποδεικνύει τον γάμο και επιβεβαίωσε ότι είναι «άγαμος» όταν ρωτήθηκε σχετικά. Τέλος, ανέφερε πως δεν έχει αδέλφια. Ο πατέρας του απεβίωσε από ασθένεια το 2002 και η μητέρα του ζει στο Foumbot.
Ερωτηθείς σχετικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, o Αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ισχυρίστηκε ότι έφυγε από τη χώρα του, το Καμερούν, επειδή κατηγορήθηκε ότι συνεργαζόταν με τους Ambazonians. Όπως ανέφερε, διατηρούσε ένα κατάστημα στο χωριό του, όπου έρχονταν τακτικά άνθρωποι για να ψωνίσουν, και μια μέρα κάποιοι χωρικοί πήγαν στο κατάστημά του, τον κατηγόρησαν ότι έχει σχέσεις με τους Ambazonians, τον χτύπησαν, κατέστρεψαν το κατάστημα και του έβαλαν φωτιά. Στη συνέχεια τον οδήγησαν στον αρχηγό του χωριού, ο οποίος προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα. Ωστόσο, κάποιοι από τους χωρικούς προχώρησαν και τον κατήγγειλαν στην αστυνομία για συνεργασία με τους Ambazonians. Μετά από αυτό, ισχυρίστηκε ότι δέχθηκε σωματική επίθεση και κατόπιν έμαθε ότι η αστυνομία τον αναζητούσε. Από φόβο για τη ζωή του, αποφάσισε να φύγει από τη χώρα. Αργότερα, ισχυρίστηκε πως ένας φίλος του που εργαζόταν στην αστυνομία του Καμερούν τον ενημέρωσε ότι είχε εκδοθεί εθνικό ένταλμα σύλληψης εναντίον του. Έτσι, ο φίλος του, ως άτομο που εργαζόταν στις δυνάμεις ασφαλείας, τον προειδοποίησε ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο και του συνέστησε να εγκαταλείψει άμεσα τη χώρα. Ο Αιτητής δήλωσε ότι, σε περίπτωση επιστροφής στο Καμερούν, φοβάται ότι θα φυλακιστεί.
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων δόθηκε η ευκαιρία στον Αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να ενισχύσει τους ισχυρισμούς του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής του. Ο Αιτητής επανέλαβε ότι έφυγε από τη χώρα του, το Καμερούν, επειδή κατηγορήθηκε άδικα από τους χωρικούς ότι συνεργαζόταν με τους Ambazonians. Εξήγησε ότι διατηρούσε ένα κατάστημα στο χωριό Bangourain, όπου έρχονταν πολλοί άνθρωποι για να ψωνίσουν και πως ο ίδιος, ως έμπορος, δεν μπορούσε να διακρίνει ποιοι ήταν Ambazonians και ποιοι όχι. Όπως περιέγραψε, μια μέρα, το 2018, ομάδα χωρικών του επιτέθηκε στο κατάστημά του, τον κατηγόρησαν ότι προμήθευε αγαθά στους Ambazonians, τον ξυλοκόπησαν, τον τραυμάτισαν στο κεφάλι και στο χέρι, και τελικά έχασε τις αισθήσεις του. Όταν συνήλθε, βρέθηκε στο νοσοκομείο, όπου παρέμεινε για περίπου τέσσερις ημέρες λόγω της σοβαρότητας των τραυμάτων του. Δήλωσε, επίσης, ότι του έκαναν ράμματα στο πρόσωπο, αλλά δεν του δόθηκε κανένα ιατρικό έγγραφο. Αργότερα, η μητέρα του ενημερώθηκε για την κατάστασή του από το προσωπικό του νοσοκομείου και του είπε ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο.
Ο Αιτητής ανέφερε ότι μετά την επίθεση δεν μπορούσε να παραμείνει πλέον στο Bangourain λόγω των απειλών και της γενικότερης ανασφάλειας. Αν και οι χωρικοί τον οδήγησαν στον αρχηγό του χωριού, ο οποίος υποσχέθηκε να διεξαγάγει έρευνα, τελικά δεν υπήρξε καμία λύση. Ο Αιτητής διευκρίνισε ότι ουδέποτε δήλωσε πως το πρόβλημα λύθηκε, καθώς ο αρχηγός δεν έλαβε καμία ουσιαστική δράση. Αντίθετα, η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν ορισμένοι χωρικοί τον κατήγγειλαν στην αστυνομία, κατηγορώντας τον για συνεργασία με τους Ambazonians. Ο ίδιος διευκρίνισε ότι ενημερώθηκε για αυτό από τη μητέρα του, η οποία έκανε ερωτήσεις και έμαθε από άλλους ότι είχε κατατεθεί καταγγελία εναντίον του.
Ο Αιτητής ανέφερε επίσης ότι ένας φίλος του, που εργαζόταν στην αστυνομία του Καμερούν, τον πληροφόρησε πως είχε εκδοθεί εθνικό ένταλμα σύλληψης εις βάρος του και τον προειδοποίησε ότι η ζωή του κινδύνευε. Ωστόσο, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν μπορεί να προσκομίσει αντίγραφο του εντάλματος, καθώς δεν είχε ποτέ πρόσβαση σε αυτό. Συνεπώς, φοβούμενος τη σύλληψη αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα.
Όταν ρωτήθηκε πώς κατάφερε να περάσει τον έλεγχο ασφαλείας στο αεροδρόμιο της Ντουάλα παρά το γεγονός ότι τον αναζητούσαν οι αρχές, ο Αιτητής δήλωσε ότι δωροδόκησε έναν αστυνομικό, ο οποίος φρόντισε για όλες τις διαδικασίες χρησιμοποιώντας τα έγγραφά του. Ανέφερε πως δεν γνωρίζει το όνομά του, καθώς τον είδε για πρώτη φορά και δεν έχει άλλες πληροφορίες για αυτόν.
Ο Αιτητής επανέλαβε ότι ουδέποτε είχε εμπλακεί σε καμία δραστηριότητα με τους Ambazonians. Πιθανολογεί ότι οι χωρικοί τον υποπτεύθηκαν επειδή, κατά την περίοδο έντονης βίας, όταν οι Ambazonians έκαιγαν σπίτια και απήγαγαν κατοίκους της περιοχής, είχε συναλλαγές με αγνώστους στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας, γεγονός που έπρεπε, όπως είχε επικοινωνηθεί στους εμπόρους, να αναφέρεται στις αρχές.
Ο Αιτητής κατέληξε λέγοντας ότι φοβάται πως θα φυλακιστεί εάν επιστρέψει στο Καμερούν αλλά επιβεβαίωσε ότι από τότε που έφυγε από τη χώρα δεν έχει συμβεί καμία νέα εξέλιξη στην υπόθεσή του.
Οι ισχυρισμοί του Αιτητή αξιολογήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό ο οποίος εντόπισε στην Έκθεση - Εισήγησή του τρεις ουσιώδεις πραγματικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις του Αιτητή:
1) Ταυτότητα και χώρα καταγωγής του Αιτητή και προφίλ του.
2) Λόγω κατηγοριών για συνεργασία με τους Ambazonians, οι κάτοικοι του χωριού Bangourain επιτέθηκαν στο κατάστημα του Αιτητή το 2018 και στη συνέχεια τον κατήγγειλαν στην αστυνομία το 2019.
3) Μετά την καταγγελία των χωρικών, εκδόθηκε εθνικό ένταλμα σύλληψης εις βάρος του Αιτητή από την αστυνομία.
Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, αφού κρίθηκε ως αξιόπιστος στο σύνολό του. Αντιθέτως, οι λοιποί ισχυρισμοί απορρίφθηκαν.
Όσον αφορά στον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, οι Καθ’ ων έκριναν ότι οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με την επίθεση και την καταγγελία ήταν αόριστες και γενικές. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι ο Αιτητής δεν μπόρεσε να περιγράψει βασικά στοιχεία, όπως τις ακριβείς συνθήκες της επίθεσης των χωρικών εναντίον του και του καταστήματός του, τη βάση και τα αποδεικτικά στοιχεία πίσω από τις κατηγορίες των χωρικών, ποιος τον κατήγγειλε και τι ακριβώς καταγγέλθηκε και γιατί η καταγγελία στην αστυνομία έγινε ένα χρόνο μετά την υποτιθέμενη επίθεση.
Επίσης, εντοπίστηκαν και οι ακόλουθες αντιφάσεις και ασυνέπειες: Ενώ αρχικά δήλωσε ότι το πρόβλημα «λύθηκε» από τον αρχηγό του χωριού, στη συνέχεια το διέψευσε. Επίσης, υπήρξε και ασυνέπεια μεταξύ της αρχικής αίτησής του - όπου ισχυρίστηκε ότι έφυγε λόγω επιθέσεων από τους Ambazonians και σύγκρουσης μεταξύ χωριών - και της συνέντευξης, όπου υποστήριξε ότι έφυγε επειδή κατηγορήθηκε για συνεργασία με τους Ambazonians. Εν προκειμένω, οι Καθ’ ων έκριναν ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκή εξήγηση για αυτή την αλλαγή, καθότι δήλωσε μονάχα ότι δεν καταλάβαινε τη διαδικασία ασύλου και υπήρχαν λάθη στην αίτησή του.
Είναι θέση των Καθ’ ων ότι η περιγραφή του ήταν επιφανειακή και παρότι του δόθηκαν επανειλημμένα ευκαιρίες, ο Αιτητής δεν παρείχε σαφή ή συνεκτική αφήγηση. Η αδυναμία του να εξατομικεύσει ή να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του υπονόμευσε την εσωτερική αξιοπιστία της μαρτυρίας του.
Όσον αφορά δε στην εξωτερική αξιοπιστία, οι Καθ’ ων επεσήμαναν ότι δεν προσκομίστηκε κανένα αποδεικτικό έγγραφο (όπως το φερόμενο ένταλμα σύλληψης) και δεν εντοπίστηκαν εξωτερικές πηγές που να επιβεβαιώνουν τα γεγονότα που ισχυρίστηκε ο Αιτητής. Εν κατακλείδι, εφόσον ο Αιτητής δεν παρείχε εσωτερικά αξιόπιστες, συνεκτικές και επαρκώς λεπτομερείς δηλώσεις, και καμία εξωτερική πηγή δεν επιβεβαίωσε την αφήγησή του, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
Όσον αφορά στον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, οι Καθ’ ων έκριναν τις δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με το φερόμενο εθνικό ένταλμα σύλληψης ως γενικές και αόριστες. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι ο Αιτητής δεν εξήγησε πώς έμαθε με σιγουριά για την ύπαρξη του εντάλματος, δεν παρείχε λεπτομέρειες για το περιεχόμενο ή τη νομική βάση του και δεν εξατομίκευσε τους λόγους για τους οποίους οι αρχές του Καμερούν θα εξέδιδαν ένταλμα εις βάρος του. Αντίθετα, το αφήγημά του βασίστηκε αποκλειστικά σε φήμες. Καίτοι ανέφερε ότι ένας φίλος του, αστυνομικός, του είπε πως η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο και ότι έπρεπε να φύγει, εντούτοις δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς ακριβώς ο φίλος του έμαθε για το ένταλμα και δεν ανέφερε κανένα στοιχείο για το τι ακριβώς περιλάμβανε η καταγγελία ή το ένταλμα.
Περαιτέρω, η δυνατότητα του Αιτητή να εξέλθει νόμιμα από τη χώρα εκκρεμούντος εντάλματος σε βάρος του, κρίθηκε ως μη ευλογοφανής. Συγκεκριμένα. όταν ρωτήθηκε πώς πέρασε από τον αστυνομικό έλεγχο του αεροδρομίου, ανέφερε ότι δωροδόκησε έναν αστυνομικό, ωστόσο, δεν έδωσε καμία πληροφορία για το ποιος ήταν αυτός ο αστυνομικός ή πώς διευθετήθηκε η διέλευση. Δήλωσε απλώς ότι ο αστυνομικός είχε τα έγγραφά του και «τα κανόνισε όλα», αλλά δεν γνώριζε περισσότερες λεπτομέρειες.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, οι Καθ΄ ων επισημαίνουν την απουσία υποστηρικτικών αποδείξεων, όπως εν προκείμενο αντίγραφο του υπό κρίση εντάλματος, καθώς και την απουσία άλλων επιβεβαιωτικών πηγών πληροφόρησης σχετικά με τα επίμαχα γεγονότα. Συνεπεία, των ανωτέρω ευρημάτων, ο τρίτος ισχυρισμός απορρίφθηκε ομοίως στο σύνολό του.
Υπό το φως τον ανωτέρω, στη βάση του μόνου αποδεδειγμένου πραγματικού ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι τον ισχυρισμό σχετικά με το προσωπικό του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και περιοχή συνήθους διαμονής του, και λαμβανομένων υπόψιν πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής του σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας, στην Δυτική Επαρχία (Ouest Region) του Καμερούν, όπου διέμενε ο Αιτητής στην χώρα καταγωγής του, διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι συντρέχει εύλογη πιθανότητα να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του και ειδικότερα στην πόλη Foumbot, στην Νοτιοδυτική περιοχή.
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή σε οιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην έκθεση εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης για έναν από τους πέντε λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης, του άρθρου 2(δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (από τούδε και στο εξής, «η Οδηγία») και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούταν να του χορηγηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα.
Επιπλέον, κρίθηκε ότι βάσει των αποδεκτών πραγματικών περιστατικών δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας, ούτε μπορούσε να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας. Αναφορικά με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν και ειδικότερα στην πόλη Foumbot, ο Αιτητής δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υποστούν σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας ως αμάχων λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να εκχωρηθεί στον Αιτητή ούτε το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.
Υπό το φως των ανωτέρω σημείων που έχω αναλύσει, κρίνω ότι ορθά και εμπεριστατωμένα οι Καθ’ων η Αίτηση αξιολόγησαν το αίτημα του Αιτητή και κατέληξαν στη μη υπαγωγή του σε προσφυγικό καθεστώς και στη συνέχεια στη μη παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας. Δεν συμφωνώ με τον ισχυρισμό των συνηγόρων του Αιτητή ότι η διαδικασία λήψης συνέντευξης ήταν ελλιπής και ότι η απόφαση στερείται δέουσας έρευνας. Στον Αιτητή τέθηκαν ανοικτού τύπου ερωτήσεις ώστε να του δοθεί η ευκαιρία να αναπτύξει τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και μετέπειτα διευκρινιστικές ερωτήσεις, οι οποίες αξιολογήθηκαν δεόντως από τον αρμόδιο λειτουργό των Καθ’ων η Αίτηση.
Δεν θα συμφωνήσω ούτε με τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι δεν λήφθηκαν υπόψιν πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα του, καθότι, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε στην εισηγητική του έκθεση πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή και τις αξιολόγησε πριν καταλήξει στην εισήγηση για απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή και όσον αφορά την παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας. Ως εκ τούτου οι ανωτέρω ισχυρισμοί που τέθηκαν από τους συνήγορους του Αιτητή απορρίπτονται ως αβάσιμοι.
Επομένως, από τα ανωτέρω, προκύπτει ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε ορθά και νόμιμα, και η αιτιολόγηση της συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω.
Κατά τα παραπάνω, δεν μπορεί να παραχωρηθεί στον Αιτητή ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας επί τη βάσει των άρθρων 19 (2) (α) και (β) του Περί Προσφύγων Νόμου, καθώς δεν έχει στοιχειοθετηθεί πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης υπό τις εκεί προβλεπόμενες μορφές.
Αναφορικά με την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της αδιακρίτως ασκούμενης βίας και της ένοπλης σύρραξης και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Από επικαιροποιημένη έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης στην οποία προέβη το Δικαστήριο, σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν αλλά και ιδίως στην πόλη Foumbot της Δυτικής Επαρχίας (Ouest Region) προκύπτουν τα ακόλουθα:
Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ σε έκθεση αναφορικά με τις εξελίξεις στην κατάσταση ασφαλείας στην Κεντρική Αφρική, η οποία δημοσιεύτηκε στις 31 Μαΐου 2023 σημειώνει ότι στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές Περιφέρειες του Καμερούν, συνέχισαν οι αναφορές και καταγγελίες για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχτηκαν από δυνάμεις ασφαλείας και άμυνας και ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες εναντίον αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών και της καταστροφής περιουσίας. Επιπλέον, η αναγκαστική απαγόρευση κυκλοφορίας, η χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών και η απαγωγή αμάχων από ένοπλες ομάδες περιόρισαν την διανομή της απαραίτητης ανθρωπιστικής βοήθειας.[1]
Σύμφωνα με το Human Rights Watch σε έκθεση για την χώρα η οποία καλύπτει το έτος 2023, αναφέρεται πως το 2023, ένοπλες ομάδες και κυβερνητικές δυνάμεις συνέχισαν τη διάπραξη παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων παράνομων δολοφονιών, στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και στην περιοχή του Άπω Βορρά. Η βία στις δύο αγγλόφωνες βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές συνεχίστηκε για έκτη χρονιά, παρά το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Paul Biya δήλωσε τον Ιανουάριο ότι πολλές ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες είχαν παραδοθεί και ότι η απειλή που αποτελούσαν είχε μειωθεί σημαντικά. Μέχρι τα μέσα του έτους, υπήρχαν πάνω από 638.000 εσωτερικά εκτοπισμένοι στις αγγλόφωνες περιοχές και τουλάχιστον 1,7 εκατομμύρια άνθρωποι χρειάστηκαν ανθρωπιστική βοήθεια. Άμαχοι αντιμετώπισαν δολοφονίες και απαγωγές από ένοπλες ισλαμιστικές ομάδες στην περιοχή του Άπω Βορρά, συμπεριλαμβανομένης της Μπόκο Χαράμ και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Οι αυτονομιστές μαχητές συνέχισαν να στοχεύουν αμάχους, αναγκάζοντας τους να μένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους και εξαπολύοντας επιθέσεις γύρω από μεγάλα γεγονότα, όπως των εκλογών καθώς και του ανοίγματος των σχολείων την περίοδο του Σεπτεμβρίου. Οι δυνάμεις ασφαλείας απάντησαν στις αυτονομιστικές επιθέσεις, αποτυχαίνοντας συχνά να προστατεύσουν τους αμάχους σε όλες τις αγγλόφωνες περιοχές»[2].
Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση για την χώρα στην ιστοσελίδα του ACAPS της χώρας αναφέρεται πως το Καμερούν βιώνει διάφορες κρίσεις στην χώρα. Οι μακροχρόνιες δυσαρέσκειες της αγγλόφωνης κοινότητας στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές, μετά από δεκαετίες περιθωριοποίησης των μειονοτικών αγγλόφωνων περιοχών από τη γαλλόφωνη Κυβέρνηση, κλιμακώθηκαν σε εκτεταμένες διαμαρτυρίες και απεργίες στα τέλη του 2016. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση διαφορετικών αυτονομιστικών να φωνάζουν/διαδηλώνουν υπέρ της αυτοαποκαλούμενης Δημοκρατίας της Ambazonias στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά. Οι συγκρούσεις μεταξύ του στρατού και των αυτονομιστικών δυνάμεων έχουν εντείνει την ανασφάλεια στις ανωτέρω περιοχές, οδηγώντας 638.400 ανθρώπους σε εκτοπισμό στο εσωτερικό της χώρας και 64.000 σε αναζήτηση καταφυγίου στη γειτονική Νιγηρία μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 2024. Επίσης, η εξέγερση της Boko Haram στα βορειοανατολικά της Νιγηρίας έχει επίσης εξαπλωθεί στην περιοχή του Άπω Βορρά (extreme Nord), όπου 120.869 Νιγηριανοί πρόσφυγες έχουν καταφύγει στον Άπω Βορρά του Καμερούν, ενώ η βία από την Μπόκο Χαράμ και το Ισλαμικό Κράτος έχει εκτοπίσει εσωτερικά περισσότερους από 453.600 ανθρώπους[3].
Όσον αφορά στην τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον Καμερούν, τον Σεπτέμβριο του 2024, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ανέφερε ότι «το Καμερούν αντιμετωπίζει μια πολυδιάστατη ανθρωπιστική κρίση που προκαλείται από τη σύγκρουση, τη διακοινοτική βία και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής»[4]. Οι πηγές ανέφεραν ότι το Καμερούν συνεχίζει να επηρεάζεται από δύο μεγάλες συγκρούσεις: τη σύγκρουση του λεκανοπεδίου της Λίμνης Τσαντ στην περιοχή του Άπω Βορά και την εσωτερική κρίση στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν (NWSW)[5].
Ομοίως το RULAC επιβεβαιώνει ότι το Καμερούν «εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη (NIAC) εναντίον της Boko Haram στην περιοχή Far North και εναντίον αριθμού ομάδων αγγλόφωνων αποσχιστών, οι οποίες διαμάχονται εναντίον της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών στις περιφέρειες Northwest και Southwest»[6].
Ωστόσο, η πόλη Foumbot της Δυικής Επαρχίας, πόλη που αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής, δεν ανήκει στις ως άνω περιφέρειες.
Περαιτέρω, σύμφωνα με δεδομένα της βάσης ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), στην Δυτική Περιφέρεια του Καμερούν (Ouest Region), στην οποία υπάγεται η περιοχή διαμονής του Αιτητή, ήτοι η πόλη Foumbot, κατά την χρονική περίοδο από 29/06/2024 έως 27/06/2025 καταγράφονται στην εν λόγω περιφέρεια 6 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προήλθαν 7 ανθρώπινες απώλειες, εξ’ αυτών των περιστατικών 1 κωδικοποιήθηκε ως μάχη (με 2 απώλειες), 1 ως διαμαρτυρία (με 0 απώλειες), 2 ως εξεγέρσεις (με 6 απώλειες) και 2 ως βία κατά αμάχων (με 1 απώλεια).[7]
Εκ των ανωτέρω περιστατικών, σύμφωνα με την ίδια πηγή, κανένα δεν καταγράφηκε στην πόλη Foumbot. Επισημαίνεται πως, ο πληθυσμός της Δυτικής Επαρχίας του Καμερούν καταγράφεται στους 1,921,600 κατοίκους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση το 2015.[8]
Από τις ανωτέρω πληροφορίες προκύπτει ότι στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, λαμβάνει χώρα εσωτερική ένοπλη σύρραξη μεταξύ των κρατικών δυνάμεων και των αυτονομιστών, που συμπαρασύρει τον άμαχο πληθυσμό, σημειώνοντας αρκετές απώλειες. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τα περιστατικά ασφαλείας για το τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ως αναλύθηκαν ανωτέρω, συνάγεται ότι η ένοπλη σύρραξη που συντελείται, δεν επηρεάζει την περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή, η οποία δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ. Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ώστε να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) και (2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Ως εκ τούτου, με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή την παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] UN Security Council (Author): The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa; Report of the Secretary-General [S/2023/389], 31 May 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2093063/N2313778.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/01/2025)
[2] HRW – Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Cameroon, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103168.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/01/2025)
[3] ACAPS, Country analysis, CAMEROON, February 2024, https://www.acaps.org/en/countries/cameroon# (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/01/2025)
[4] UNHCR, Fact Sheet; UNHCR Cameroon Refugee; July 2024, 10 September 2024, https://data.unhcr.org/en/documents/download/111089, p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025).
[5] European Commission, Cameroon, last updated 25 November 2024, url; UNOCHA, Cameroon Humanitarian Needs Overview 2024, 14 April 2024, https://reliefweb.int/attachments/32c8a7cb-5dac-4c5f-92ec-f232a7bed6d0/CMR_HNO_2024_EN_20240123_v2%20%281%29.pdf, p. 9 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025).
[6] Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights - RULAC: Rule of Law in Armed Conflicts, Non-international Armed Conflicts in Cameroon, Last updated: 12th January 2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025).
[7] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: Explorer - ACLED, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03/07/2025).
[8] City Population, Cameroon, Ouest Refion https://citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6824 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03/07/2025).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο